Εδώ θα βρείτε ένα μωσαϊκό θεμάτων . Κλείσαμε 10ετία και γι αυτό κάποιες αναρτήσεις έχουν αλλοιωθεί. Οι σελίδες που αναφέρω είναι τα νέα μου ιστολόγια που αλληλοστηρίζονται με αυτό εδώ το παλιό ... Σας ευχαριστώ!
Τρίτη 20 Μαρτίου 2018
Ελένη Μπούκουρα-Αλταμούρα
Η
Ελένη Μπούκουρα-Αλταμούρα (Σπέτσες, 1821 – Σπέτσες, 19 Μαρτίου 1900)
ήταν Ελληνίδα ζωγράφος του 19ου αιώνα, της οποίας η τραγική ζωή έγινε το
θέμα ενός μυθιστορήματος και ενός θεατρικού έργου.
Η Μπούκουρα-Αλταμούρα ήταν κόρη του καπετάν Γιάννη Μπούκουρα ή Μπούκουρη, του μετέπειτα πρώτου θεατρώνη της Αθήνας. Παιδί ακόμα, έκλεβε αποκέρια και ζωγράφιζε φίλες της που της πόζαραν στην αυλή του παρθεναγωγείου. Ο πατέρας της, αναγνωρίζοντας το ταλέντο της, προσέλαβε δάσκαλο στο σπίτι τον καθηγητή του Σχολείου των Τεχνών, Ραφαέλο Τσέκκολι. Με συστατική επιστολή του, η Ελένη έφυγε στην Ιταλία το 1848 για σπουδές.
Στην Ιταλία, παρακολούθησε μαθήματα ζωγραφικής στην Νεάπολη, στην Ρώμη και ίσως στην Φλωρεντία, μεταμφιεσμένη σε άντρα. Ερωτεύθηκε τον ιταλό ζωγράφο και γαριβαλδινό επαναστάτη Φραντσέσκο Σαβέριο Αλταμούρα (Franceso Saverio Altamura) και απέκτησε μαζί του τρία εξώγαμα παιδιά: τον Ιωάννη, την Σοφία και τον Αλέξανδρο. Προκειμένου να νομιμοποιήσει την σχέση της με τον Αλταμούρα, ασπάστηκε τον καθολικισμό και τον παντρεύτηκε. Όμως, το 1857 ο σύζυγός της την εγκατέλειψε και έφυγε με την ερωμένη του, την αγγλίδα φίλη της ζωγράφο Τζέιν Μπένμαν Χέυ (Jaine Benhman Hay), παίρνοντας μαζί του τον μικρότερο γιο τους, τον Αλέξανδρο.
Η Μπούκουρα-Αλταμούρα επέστρεψε κατόπιν στην Ελλάδα με τον Ιωάννη και την Σοφία, και άρχισε να παραδίδει μαθήματα ζωγραφικής σε κοπέλες της Αθήνας. Όμως, το 1872 αρρώστησε από φυματίωση η κόρη της και αναγκάστηκε να πάει στο σπίτι του αδελφού της στις Σπέτσες προκειμένου να αλλάξει αέρα το άρρωστο παιδί της. Τελικά, η Σοφία πέθανε στα τέλη του 1872 σε ηλικία μόνον 18 ετών. Μετά τον θάνατο της κόρης της, η Μπούκουρα-Αλταμούρα επέστρεψε στην Αθήνα.
Το 1876 ο γιος της και ανερχόμενος ζωγράφος Ιωάννης Αλταμούρας ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Κοπεγχάγη και επέστρεψε στην Αθήνα γεμίζοντας με χαρά την χαροκαμένη μητέρα. Όμως η χαρά της διήρκεσε πολύ λίγο· ο Ιωάννης προσβλήθηκε και αυτός από φυματίωση και πέθανε τον Μάιο του 1878. Η απώλεια των δύο νέων προκάλεσε νευρικό κλονισμό στην μητέρα τους και την οδήγησε στην τρέλα. Σε ηλικία 60 ετών περίπου, η Μπούκουρα-Αλταμούρα επέστρεψε στις Σπέτσες, όπου έκαψε όλα — ή σχεδόν όλα — τα ζωγραφικά της έργα. Πέθανε σχεδόν άγνωστη στις Σπέτσες το 1900. Kηδεύτηκε στο κοιμητήριο της Aγίας Άννας στις Σπέτσες. Aργότερα, τα οστά της, όπως και εκείνα της Σοφίας και του Ιωάννη, μεταφέρθηκαν από τους απογόνους της στο A΄ Nεκροταφείο Aθηνών σε κοινό τάφο της οικογενείας Mπούκουρα-Aλταμούρα.
http://el.wikipedia.org/ wiki/ Ελένη_Μπούκουρα-Αλταμούρα
Η Μπούκουρα-Αλταμούρα ήταν κόρη του καπετάν Γιάννη Μπούκουρα ή Μπούκουρη, του μετέπειτα πρώτου θεατρώνη της Αθήνας. Παιδί ακόμα, έκλεβε αποκέρια και ζωγράφιζε φίλες της που της πόζαραν στην αυλή του παρθεναγωγείου. Ο πατέρας της, αναγνωρίζοντας το ταλέντο της, προσέλαβε δάσκαλο στο σπίτι τον καθηγητή του Σχολείου των Τεχνών, Ραφαέλο Τσέκκολι. Με συστατική επιστολή του, η Ελένη έφυγε στην Ιταλία το 1848 για σπουδές.
Στην Ιταλία, παρακολούθησε μαθήματα ζωγραφικής στην Νεάπολη, στην Ρώμη και ίσως στην Φλωρεντία, μεταμφιεσμένη σε άντρα. Ερωτεύθηκε τον ιταλό ζωγράφο και γαριβαλδινό επαναστάτη Φραντσέσκο Σαβέριο Αλταμούρα (Franceso Saverio Altamura) και απέκτησε μαζί του τρία εξώγαμα παιδιά: τον Ιωάννη, την Σοφία και τον Αλέξανδρο. Προκειμένου να νομιμοποιήσει την σχέση της με τον Αλταμούρα, ασπάστηκε τον καθολικισμό και τον παντρεύτηκε. Όμως, το 1857 ο σύζυγός της την εγκατέλειψε και έφυγε με την ερωμένη του, την αγγλίδα φίλη της ζωγράφο Τζέιν Μπένμαν Χέυ (Jaine Benhman Hay), παίρνοντας μαζί του τον μικρότερο γιο τους, τον Αλέξανδρο.
Η Μπούκουρα-Αλταμούρα επέστρεψε κατόπιν στην Ελλάδα με τον Ιωάννη και την Σοφία, και άρχισε να παραδίδει μαθήματα ζωγραφικής σε κοπέλες της Αθήνας. Όμως, το 1872 αρρώστησε από φυματίωση η κόρη της και αναγκάστηκε να πάει στο σπίτι του αδελφού της στις Σπέτσες προκειμένου να αλλάξει αέρα το άρρωστο παιδί της. Τελικά, η Σοφία πέθανε στα τέλη του 1872 σε ηλικία μόνον 18 ετών. Μετά τον θάνατο της κόρης της, η Μπούκουρα-Αλταμούρα επέστρεψε στην Αθήνα.
Το 1876 ο γιος της και ανερχόμενος ζωγράφος Ιωάννης Αλταμούρας ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Κοπεγχάγη και επέστρεψε στην Αθήνα γεμίζοντας με χαρά την χαροκαμένη μητέρα. Όμως η χαρά της διήρκεσε πολύ λίγο· ο Ιωάννης προσβλήθηκε και αυτός από φυματίωση και πέθανε τον Μάιο του 1878. Η απώλεια των δύο νέων προκάλεσε νευρικό κλονισμό στην μητέρα τους και την οδήγησε στην τρέλα. Σε ηλικία 60 ετών περίπου, η Μπούκουρα-Αλταμούρα επέστρεψε στις Σπέτσες, όπου έκαψε όλα — ή σχεδόν όλα — τα ζωγραφικά της έργα. Πέθανε σχεδόν άγνωστη στις Σπέτσες το 1900. Kηδεύτηκε στο κοιμητήριο της Aγίας Άννας στις Σπέτσες. Aργότερα, τα οστά της, όπως και εκείνα της Σοφίας και του Ιωάννη, μεταφέρθηκαν από τους απογόνους της στο A΄ Nεκροταφείο Aθηνών σε κοινό τάφο της οικογενείας Mπούκουρα-Aλταμούρα.
http://el.wikipedia.org/
Δευτέρα 19 Μαρτίου 2018
Νικόλας Άσιμος
Ο
Νικόλας Άσιμος (20 Αυγούστου 1949 - 17 Μαρτίου 1988) ήταν στιχουργός, συνθέτης και τραγουδιστής του ελληνικού ροκ και όχι μόνο. Τραγούδησε και
πολλά άλλα τραγούδια σε λαϊκό ύφος.
Το πραγματικό του επίθετο ήταν
Ασημόπουλος. Ήταν περίπτωση ιδιαίτερα αντισυμβατικού καλλιτέχνη, κυρίως
όσον αφορά τον τρόπο ζωής. Οι συμπεριφορές του και τα τραγούδια που
έγραψε θεωρήθηκαν συχνά προκλητικά. Έντονα πολιτικοποιημένο
άτομο, που ιδεολογικά δεν ανήκε σε κάποιο χώρο. O ίδιος ποτέ δεν
αποδέχτηκε την "ταξινόμηση" σε κάποια ιδεολογία. Ο Άσιμος ήταν αρχικά
αριστερός. Απέκτησε όμως αναρχική συνείδηση λίγο αργότερα και στη
συνέχεια ξεπέρασε και τους αναρχικούς, καθώς δεν επιθυμούσε να του
"κολλούν ταμπέλες".
Ο Νικόλας Άσιμος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 20 Αυγούστου του 1949 από γονείς Κοζανίτες. Μικρός υπήρξε αρκετά φιλομαθής. Το 1967 εγγράφεται στη Φιλοσοφική σχολή του Α.Π.Θ.. Τα χρόνια της φοιτητικής του ζωής ασχολήθηκε ενεργά με το θέατρο, ενώ παράλληλα έγραφε τραγούδια και τραγουδούσε σε μπουάτ. Συχνά είχε προβλήματα με την αστυνομία: ήταν η περίοδος της Χούντας και της λογοκρισίας που αυτή επιβάλλει.
Το 1973 φεύγει από τη Θεσσαλονίκη και πηγαίνει στην Αθήνα. Συνεχίζει να ασχολείται με το θέατρο και τελειώνει μια ιδιωτική σχολή Δραματικής Τέχνης. Γράφει τραγούδια τα οποία δε δισκογραφεί επίσημα, αλλά τα γράφει μόνος του σε κασέτες τις οποίες πουλάει σε διάφορους δρόμους της Αθήνας. Δίνει ακόμα μουσικές παραστάσεις σε μπουάτ της Πλάκας, και συνεργάζεται με καλλιτέχνες όπως ο Θανάσης Γκαϊφύλλιας, ο Γιάννης Ζουγανέλης, ο Σάκης Μπουλάς, και η Κατερίνα Γώγου. Το 1976 απέκτησε μία κόρη από τη σχέση του με την Λίλιαν Χαριτάκη, εκτός γάμου.
Η πρώτη του συμμετοχή στη δισκογραφία ήταν το 1974 με το single Ρωμιός-Μηχανισμός σε ηλικία 25 χρόνων. Το 1977 φυλακίστηκε προσωρινά μαζί με άλλους 5 εκδότες και συγγραφείς. Αποφυλακίστηκαν και οι 5 μετά από πρωτοβουλία του Διονύση Σαββόπουλου. Το 1978 κατατάχτηκε στον στρατό. Ωστόσο δεν υπηρέτησε, αλλά πήρε απαλλαγή στράτευσης καταφέρνοντας να του αναγνωριστεί ότι πάσχει από Σχιζοειδή ψύχωση. Κάτι τέτοιο δεν είχε ωστόσο καμία σχέση με την πραγματικότητα γιατί, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά στην αυτοβιογραφία του, υιοθέτησε αυτή την συμπεριφορά γιατί ήταν αντίθετος προς τη στράτευση και απλά ήταν ένα σχέδιο για να την αποφύγει. Την περίοδο 1980 - 1981 έγραψε το βιβλίο του Αναζητώντας Κροκάνθρωπους, το οποίο δεν εκδόθηκε επίσημα, αλλά κυκλοφόρησε από τον ίδιο σε φωτοτυπημένα αντίγραφα. Τα τελευταία χρόνια, και μετά τον θάνατό του, το βιβλίο αυτό έχει κυκλοφορήσει και από εκδοτικό οίκο κάτι που ο ίδιος δεν θα ήθελε να συμβεί.
Το 1982 κυκλοφόρησε το πρώτο του δίσκο μακράς διάρκειας με τίτλο Ο Ξαναπές. Μελοποίησε το "Ουλαλούμ" του Γιάννη Σκαρίμπα. Το 1987 κατηγορήθηκε για το βιασμό μίας κοπέλας και οδηγήθηκε για λίγο στο ψυχιατρείο. Το γεγονός αυτό είχε σημαντικές συνέπειες στη ψυχολογία του και στις 17 Μαρτίου του 1988 κρεμάστηκε στο σπίτι του (σε μια σωλήνα καλοριφέρ), που ονόμαζε χώρο προετοιμασίας. Πέθανε σε ηλικία περίπου 39 ετών.
Επίσης, πληροφορίες λένε ότι είχε φτιάξει ένα είδους ημερολόγιο, στο οποίο κατέγραφε τις τελευταίες 15 ημέρες. Σε αυτές τις 15 ημέρες έψαχνε κάτι που θα του "έδινε" λόγο να ζει. Σε όλες τις ημέρες είχε σημειώσει Χ (δηλαδή ότι δεν έβρισκε) και στην 15η ημέρα σημείωσε επίσης X, οπότε και αυτοκτόνησε. Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι ο θάνατός του, η αυτοκτονία του, ήταν "σαν" προγραμματισμένα.
http://el.wikipedia.org/ wiki/Νικόλας_Άσιμος
Ο Νικόλας Άσιμος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 20 Αυγούστου του 1949 από γονείς Κοζανίτες. Μικρός υπήρξε αρκετά φιλομαθής. Το 1967 εγγράφεται στη Φιλοσοφική σχολή του Α.Π.Θ.. Τα χρόνια της φοιτητικής του ζωής ασχολήθηκε ενεργά με το θέατρο, ενώ παράλληλα έγραφε τραγούδια και τραγουδούσε σε μπουάτ. Συχνά είχε προβλήματα με την αστυνομία: ήταν η περίοδος της Χούντας και της λογοκρισίας που αυτή επιβάλλει.
Το 1973 φεύγει από τη Θεσσαλονίκη και πηγαίνει στην Αθήνα. Συνεχίζει να ασχολείται με το θέατρο και τελειώνει μια ιδιωτική σχολή Δραματικής Τέχνης. Γράφει τραγούδια τα οποία δε δισκογραφεί επίσημα, αλλά τα γράφει μόνος του σε κασέτες τις οποίες πουλάει σε διάφορους δρόμους της Αθήνας. Δίνει ακόμα μουσικές παραστάσεις σε μπουάτ της Πλάκας, και συνεργάζεται με καλλιτέχνες όπως ο Θανάσης Γκαϊφύλλιας, ο Γιάννης Ζουγανέλης, ο Σάκης Μπουλάς, και η Κατερίνα Γώγου. Το 1976 απέκτησε μία κόρη από τη σχέση του με την Λίλιαν Χαριτάκη, εκτός γάμου.
Η πρώτη του συμμετοχή στη δισκογραφία ήταν το 1974 με το single Ρωμιός-Μηχανισμός σε ηλικία 25 χρόνων. Το 1977 φυλακίστηκε προσωρινά μαζί με άλλους 5 εκδότες και συγγραφείς. Αποφυλακίστηκαν και οι 5 μετά από πρωτοβουλία του Διονύση Σαββόπουλου. Το 1978 κατατάχτηκε στον στρατό. Ωστόσο δεν υπηρέτησε, αλλά πήρε απαλλαγή στράτευσης καταφέρνοντας να του αναγνωριστεί ότι πάσχει από Σχιζοειδή ψύχωση. Κάτι τέτοιο δεν είχε ωστόσο καμία σχέση με την πραγματικότητα γιατί, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά στην αυτοβιογραφία του, υιοθέτησε αυτή την συμπεριφορά γιατί ήταν αντίθετος προς τη στράτευση και απλά ήταν ένα σχέδιο για να την αποφύγει. Την περίοδο 1980 - 1981 έγραψε το βιβλίο του Αναζητώντας Κροκάνθρωπους, το οποίο δεν εκδόθηκε επίσημα, αλλά κυκλοφόρησε από τον ίδιο σε φωτοτυπημένα αντίγραφα. Τα τελευταία χρόνια, και μετά τον θάνατό του, το βιβλίο αυτό έχει κυκλοφορήσει και από εκδοτικό οίκο κάτι που ο ίδιος δεν θα ήθελε να συμβεί.
Το 1982 κυκλοφόρησε το πρώτο του δίσκο μακράς διάρκειας με τίτλο Ο Ξαναπές. Μελοποίησε το "Ουλαλούμ" του Γιάννη Σκαρίμπα. Το 1987 κατηγορήθηκε για το βιασμό μίας κοπέλας και οδηγήθηκε για λίγο στο ψυχιατρείο. Το γεγονός αυτό είχε σημαντικές συνέπειες στη ψυχολογία του και στις 17 Μαρτίου του 1988 κρεμάστηκε στο σπίτι του (σε μια σωλήνα καλοριφέρ), που ονόμαζε χώρο προετοιμασίας. Πέθανε σε ηλικία περίπου 39 ετών.
Επίσης, πληροφορίες λένε ότι είχε φτιάξει ένα είδους ημερολόγιο, στο οποίο κατέγραφε τις τελευταίες 15 ημέρες. Σε αυτές τις 15 ημέρες έψαχνε κάτι που θα του "έδινε" λόγο να ζει. Σε όλες τις ημέρες είχε σημειώσει Χ (δηλαδή ότι δεν έβρισκε) και στην 15η ημέρα σημείωσε επίσης X, οπότε και αυτοκτόνησε. Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι ο θάνατός του, η αυτοκτονία του, ήταν "σαν" προγραμματισμένα.
http://el.wikipedia.org/
\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\
Νικολας Ασιμος Δεν θελω καρδια μου να κλαις
Στίχοι: Νικόλας Άσιμος
Μουσική: Νικόλας Άσιμος
Πρώτη εκτέλεση: Νικόλας Άσιμος
Δε θέλω καρδιά μου να κλαις για όσα περάσαμε χθες,
χαλάσανε τόσα πολλά μα βρες μονοπάτι ξανά,
δεν ξέρει ο κόσμος να ζει, κατέβα να πάμε πεζοί,
εκεί που καθένας ζητά να βρει τη μιλιά του ξανά.
Τον πόλεμο μισώ κι απ' τη ζωή αποζητώ,
να μη μου μείνει μόνο το παράπονο
κι ας ήταν μια φορά να μ' είχες πάρει αγκαλιά,
το ξέρω σου ζητώ πάρα πολλά.
Δε θέλω καρδιά μου να κλαις για όσα περάσαμε χτες,
δανείσου κι εσύ μια φορά και βρες μονοπάτι ξανά
κι αν χάνεις αυτό που σε ζει δεν έφταιξες μόνον εσύ,
αξίζει να ζουν σαν παιδιά εκείνοι που έχουν καρδιά.
Τον πόλεμο ζητώ για μια ζωή που δεν τη ζω,
να μην μου μείνει μόνο το παράπονο
κι ας ήταν μια φορά να δεις μικρέ μου φουκαρά,
πως μαλακώνω σαν δε μου μιλάς σκληρά.
Τον πόλεμο μισώ κι απ' τη ζωή αποζητώ,
να μη μου μείνει μόνο το παράπονο
κι ας ήταν μια φορά να μ' είχες πάρει αγκαλιά,
το ξέρω σου ζητώ πάρα πολλά.
πλεκτά με βελονάκι
Η Maria Dimitriou κοινοποίησε το άλμπουμ του χρήστη Crochet is my life.
Ο χρήστης Crochet is my life πρόσθεσε 198 νέες φωτογραφίες.
Το νησί των ιπποτών
ΡΟΔΟΣ
Η Ρόδος, με έκταση 1400,684 km2, είναι το μεγαλύτερο νησί των Δωδεκανήσων και το τέταρτο σε έκταση νησί του Αιγαίου.
Γενικότερα, είναι το τέταρτο σε έκταση νησί της Ελλάδας, ενώ ο
πληθυσμός της ανέρχεται σε 163.476 κατοίκους. Βρίσκεται περίπου 460
χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Αθήνας και 18 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Τουρκίας. Η πόλη της Ρόδου είναι πρωτεύουσα του ομώνυμου νησιού και του νομού Δωδεκανήσου. Το ευρύτερο Πολεοδομικό Συγκρότημα της πόλης της Ρόδου (Δήμος Ροδίων, Ιαλυσού
και Καλλιθέας) έχει μόνιμο πληθυσμό περίπου 120.000 κατοίκους (απογραφή
2001), ενώ ο Δήμος Ροδίων, λόγω του φαινομένου της εσωτερικής
μετανάστευσης τα τελευταία χρόνια, υπολογίζεται ότι έχει περίπου 98.000
κατοίκους. Σύμφωνα με την τελευταία απογραφή (2001) ωστόσο η πόλη της
Ρόδου έχει επίσημα 53.709 κατοίκους και είναι η μεγαλύτερη πόλη στο
Αιγαίο πέλαγος (απογραφή 2001).
Πίνακας περιεχομένων |
Μυθολογία
Πολλοί μύθοι έχουν συνδεθεί με τη δημιουργία της Ρόδου. Σύμφωνα με τον Πίνδαρο, όταν ο Δίας επικράτησε των Γιγάντων, αποφάσισε να μοιράσει τη γη στους Ολύμπιους Θεούς. Ο Ήλιος όμως, έλειπε από τη μοιρασιά κι έμεινε χωρίς γη. Ο Δίας για να μην τον αδικήσει είπε να ξανακάνουν τη μοιρασιά, αλλά ο Ήλιος
τότε είπε πως η γη που θα αναδυόταν από τη θάλασσα, όταν θα ανατέλλει
το επόμενο πρωινό, θα γινόταν δική του. Έτσι αναδύθηκε ένα πανέμορφο και
καταπράσινο νησί, η Ρόδος. Ο Ήλιος συνεπαρμένος από την ομορφιά της την έλουσε με τις ακτίνες του. Από τότε η Ρόδος είναι το νησί του Ήλιου, το πιο φωτεινό και λαμπερό.
Ένας άλλος μύθος αναφέρει ότι η Ρόδος ήταν νύμφη, κόρη του Ποσειδώνα και γυναίκα του Ήλιου.
Ένας άλλος μύθος αναφέρει ότι η Ρόδος ήταν νύμφη, κόρη του Ποσειδώνα και γυναίκα του Ήλιου.
Κυριακή 18 Μαρτίου 2018
Ήτανε μια Φορά κι ένας Καιρός
Η Maria Dimitriou κοινοποίησε μια φωτογραφία του χρήστη ΤΑ ΡΑΝΤΙΣΜΕΝΑ(Ομάδα καλλιτεχνικών, λογοτεχνικών, αναζητήσεων).
Ήτανε μια Φορά κι ένας Καιρός που ψάχνανε απελπισμένα να βρουν παραμύθια.
Τα παραμύθια είχαν πολύ καιρό χαθεί, πικραμένα γιατί κανείς δεν τα
πίστευε πια. Έβλεπαν τις καρδιές των παιδιών να σκληραίνουν αλλά και των
μεγάλων … και έτσι αποφάσισαν να φτιάξουν το δικό τους παραμύθι, για γλυκάνουν ξανά τις καρδιές των παιδιών.
-Να πάρουμε το μπλε του ουρανού, είπε η Φορά ενθουσιασμένη, που είχε σκεφτεί κάτι σπουδαίο.. Έτσι πάντα λειτουργούσε παρορμητικά και συχνά έσπαγε τα μούτρα της.
Ο Καιρός, που -αν μη τι άλλο- γνώριζε πολύ καλά πως είχε γυρίσματα, δεν συμμερίστηκε την ξαφνική της απόφαση.
-Για ποιόν ουρανό μιλάς, δεν βλέπεις που πλέον η γη γέμισε ψηλά τεράστια κτήρια που φτάνουν μέχρι κει πάνω;.. Όταν οι άνθρωποι σηκώνουν το κεφάλι δεν βλέπουν παρά μόνο τοίχους, επιγραφές και διαφημίσεις για προιόντα και νομίζουν πως αν τα αποκτήσουν θα είναι ευτυχισμένοι.
Η Φορά όμως παρά-ήταν ενθουσιώδης… Όταν της καρφωνόταν κάτι στο μυαλό, θα το έκανε. Το κουβέντιαζε βέβαια με τον Καιρό, πού ήταν έμπειρος και άρα σοφός, αλλά ποτέ δεν τον άκουγε ούτε έδινε σημασία στα σημάδια του.
-Θα πάρουμε και χρυσό από τα αστέρια, συνέχισε χωρίς να παίρνει ανάσα και τα μάγουλα της κοκκίνιζαν και τα μάτια λαμπύριζαν.
-Ξεχνάς είπε ο Καιρός ατάραχος.. ξεχνάς τ’ αστέρια είναι στον ουρανό και για να τα δεις θα πρέπει να σβήσουν όλα τα φώτα της γης. Και οι άνθρωποι έχουν καλύψει με τα κτήρια τους τον ουρανό και ανάβουν τόσα πολλά φώτα τις νύχτες που τα αστέρια δεν φαίνονται.
Πεισματωμένη η Φορά ζάρωσε τα χείλη της και χτύπησε το πόδι κάτω …
-Να πάρουμε μαγεία από τις νεράιδες και τα ξωτικά του δάσους και τα φύλλα των δέντρων και…
Βλέποντας πως ο Καιρός ετοιμάσθηκε πάλι να την αντικρούσει, η Φορά πρόλαβε..
-..και ξέρω τι θες να πεις, ότι τα δάση τα κάψανε οι άνθρωποι , ότι δεν υπάρχουν νεράιδες και ξωτικά, όμως δεν μπορούμε να αφήσουμε τα παιδιά πικραμένα, πρέπει να τα βοηθήσουμε να ξαναβρούν ….
-Ξεχνάς, την διέκοψε ο Καιρός, ξεχνάς πως όλα αυτά που λες τα παραμύθια των παιδιών τα είχαν και δεν τους είναι πλέον αρκετά για να τα κάνουν χαρούμενα.
Ίσως για πρώτη φορά αυτή σώπασε… Άκουσε τα σημάδια του Καιρού και αναγνώρισε πώς είχε δίκιο. Σώπασε μα δεν ήταν για πολύ.
-Και θα αφήσουμε τα παιδιά έτσι λοιπόν; Δεν θα παλέψουμε;
Ο Καιρός στάθηκε να την ακούσει και αυτός. Συμφωνούσε…
Βρίσκοντας λοιπόν ένα πρώτο σημείο συμφωνίας αποφάσισαν να δράσουν. Και σαν πρώτη κίνηση πλησίασαν τα παιδιά και άρχισαν να ρωτούν, με τι υλικό έπρεπε να φτιαχτεί ένα παραμύθι για να τα κάνουν χαρούμενα…
Μα τότε τα παιδιά απάντησαν πως δεν πιστεύουν στα παραμύθια και πως θα προτιμούσαν μια χαρούμενη αλήθεια…
«Η αλήθεια δεν είναι χαρούμενη πια…είναι σκληρή και είσαστε παιδιά… πρέπει να είσαστε χαρούμενα και να έχετε όνειρα» επέμειναν σχεδόν βλακωδώς η Φορά και ο Καιρός… και τα παιδιά απάντησαν «Μας τα έκλεψαν τα όνειρα…»
…………………………………………………….
Τότε η Φορά ξέσπασε σε λυγμούς απελπισμένη. Και ο Καιρός παρά τα τόσα του γυρίσματα και την τόση εμπειρία του, δεν άντεξε μια τέτοια αλήθεια.
Και δάκρυσε….
Συνεχίζεται….
Υ.Γ.
Η συνέχεια θα εξαρτηθεί από την ψυχική διάθεση και το μέτρο ή άμετρο της απαισιοδοξίας της γράφουσας.
Αθηνά Κοτσόβολου
Την φωτογραφία δανειστήκαμε από http://anastasia.pblogs.gr/
-Να πάρουμε το μπλε του ουρανού, είπε η Φορά ενθουσιασμένη, που είχε σκεφτεί κάτι σπουδαίο.. Έτσι πάντα λειτουργούσε παρορμητικά και συχνά έσπαγε τα μούτρα της.
Ο Καιρός, που -αν μη τι άλλο- γνώριζε πολύ καλά πως είχε γυρίσματα, δεν συμμερίστηκε την ξαφνική της απόφαση.
-Για ποιόν ουρανό μιλάς, δεν βλέπεις που πλέον η γη γέμισε ψηλά τεράστια κτήρια που φτάνουν μέχρι κει πάνω;.. Όταν οι άνθρωποι σηκώνουν το κεφάλι δεν βλέπουν παρά μόνο τοίχους, επιγραφές και διαφημίσεις για προιόντα και νομίζουν πως αν τα αποκτήσουν θα είναι ευτυχισμένοι.
Η Φορά όμως παρά-ήταν ενθουσιώδης… Όταν της καρφωνόταν κάτι στο μυαλό, θα το έκανε. Το κουβέντιαζε βέβαια με τον Καιρό, πού ήταν έμπειρος και άρα σοφός, αλλά ποτέ δεν τον άκουγε ούτε έδινε σημασία στα σημάδια του.
-Θα πάρουμε και χρυσό από τα αστέρια, συνέχισε χωρίς να παίρνει ανάσα και τα μάγουλα της κοκκίνιζαν και τα μάτια λαμπύριζαν.
-Ξεχνάς είπε ο Καιρός ατάραχος.. ξεχνάς τ’ αστέρια είναι στον ουρανό και για να τα δεις θα πρέπει να σβήσουν όλα τα φώτα της γης. Και οι άνθρωποι έχουν καλύψει με τα κτήρια τους τον ουρανό και ανάβουν τόσα πολλά φώτα τις νύχτες που τα αστέρια δεν φαίνονται.
Πεισματωμένη η Φορά ζάρωσε τα χείλη της και χτύπησε το πόδι κάτω …
-Να πάρουμε μαγεία από τις νεράιδες και τα ξωτικά του δάσους και τα φύλλα των δέντρων και…
Βλέποντας πως ο Καιρός ετοιμάσθηκε πάλι να την αντικρούσει, η Φορά πρόλαβε..
-..και ξέρω τι θες να πεις, ότι τα δάση τα κάψανε οι άνθρωποι , ότι δεν υπάρχουν νεράιδες και ξωτικά, όμως δεν μπορούμε να αφήσουμε τα παιδιά πικραμένα, πρέπει να τα βοηθήσουμε να ξαναβρούν ….
-Ξεχνάς, την διέκοψε ο Καιρός, ξεχνάς πως όλα αυτά που λες τα παραμύθια των παιδιών τα είχαν και δεν τους είναι πλέον αρκετά για να τα κάνουν χαρούμενα.
Ίσως για πρώτη φορά αυτή σώπασε… Άκουσε τα σημάδια του Καιρού και αναγνώρισε πώς είχε δίκιο. Σώπασε μα δεν ήταν για πολύ.
-Και θα αφήσουμε τα παιδιά έτσι λοιπόν; Δεν θα παλέψουμε;
Ο Καιρός στάθηκε να την ακούσει και αυτός. Συμφωνούσε…
Βρίσκοντας λοιπόν ένα πρώτο σημείο συμφωνίας αποφάσισαν να δράσουν. Και σαν πρώτη κίνηση πλησίασαν τα παιδιά και άρχισαν να ρωτούν, με τι υλικό έπρεπε να φτιαχτεί ένα παραμύθι για να τα κάνουν χαρούμενα…
Μα τότε τα παιδιά απάντησαν πως δεν πιστεύουν στα παραμύθια και πως θα προτιμούσαν μια χαρούμενη αλήθεια…
«Η αλήθεια δεν είναι χαρούμενη πια…είναι σκληρή και είσαστε παιδιά… πρέπει να είσαστε χαρούμενα και να έχετε όνειρα» επέμειναν σχεδόν βλακωδώς η Φορά και ο Καιρός… και τα παιδιά απάντησαν «Μας τα έκλεψαν τα όνειρα…»
…………………………………………………….
Τότε η Φορά ξέσπασε σε λυγμούς απελπισμένη. Και ο Καιρός παρά τα τόσα του γυρίσματα και την τόση εμπειρία του, δεν άντεξε μια τέτοια αλήθεια.
Και δάκρυσε….
Συνεχίζεται….
Υ.Γ.
Η συνέχεια θα εξαρτηθεί από την ψυχική διάθεση και το μέτρο ή άμετρο της απαισιοδοξίας της γράφουσας.
Αθηνά Κοτσόβολου
Την φωτογραφία δανειστήκαμε από http://anastasia.pblogs.gr/
Δεν χρησιμοποιείς παρά 400 λέξεις
τηλεοπτικής φύσεως, δεν έχεις αίσθημα δικαίου και δεν έμαθες ποτέ να
ακούς. Παρεξηγείσαι εύκολα, καταλαβαίνεις δύσκολα, ποτέ δεν ορθώνεις
ανάστημα.
Βρίζεις, φωνάζεις, μουντζώνεις κι έπειτα βλέπεις τηλεόραση. Κοιμάσαι, ξυπνάς, περιμένεις στην ουρά, χάνεις τη δουλειά σου, πληρώνεις φόρους, χάνεις το επίδομά σου, ξαναπληρώνεις φόρους.
Δέχεσαι να σε διαφεντεύουν τιποτένιοι γιατί τόσο καταλαβαίνεις. Τόσο υπομένεις. Τόσο ξέρεις να μετράς. Με τα ρούχα, με το αυτοκίνητο, με το “όνομα”. Ποτέ δεν έμαθες να μετράς με το μυαλό, γιατί σου λείπει. Ποτέ δεν έμαθες να μετράς με την ψυχή, γιατί σου λείπει. Ποτέ δεν έμαθες να μετράς με τη λογική, γιατί σου λείπει.
Όταν σου μιλάω, απελπίζομαι! Έχεις τη φύση του όχλου μέσα σου, της αδύναμης γυναικούλας, του κατατρεγμένου από τη μοίρα Ξανθόπουλου. Σε παραμυθιάζουν τα Μέσα. Σε καθησυχάζει το μέσο. Σε κατατρύχουν τα ιστορικά σύνδρομα. Σε εμπαίζουν οι δημαγωγοί. Δεν ήθελες ποτέ να γράφεις, ήθελες μόνο να αντιγράφεις. Δεν ήθελες ποτέ να διαβάσεις, ήθελες να κάνεις σκονάκι. Δεν ήθελες ποτέ να μάθεις, ήθελες μόνο να σε μάθουν.
Όταν σε σκέφτομαι, εξοργίζομαι! Δεν είσαι παρά ένα κατάλοιπο του παρελθόντος. Ποτέ ένα τόσο ένδοξο παρελθόν, δεν κατάντησε τόσο όνειδος. Ποτέ τέτοια πολιτισμική υπεροχή, δεν κατάντησε τόση λύπηση. Ποτέ τέτοια φιλντισένια κληρονομιά δεν κατάντησε τόσο κάλπικη!
Κάθε φορά που σε κοροϊδεύουν και χειροκροτάς, σε λυπάμαι!
Κάθε φορά που περιμένεις σε μία ουρά και κρατάς το κεφάλι σου κατεβασμένο, σε λυπάμαι!
Κάθε φορά που φιλάς κατουρημένες ποδιές για τα αυτονόητα, σε λυπάμαι!
Ήσουν ξακουστός στα πέρατα της γης και κατάντησες περίγελος. Σε γυροφέρνουν ψεύτες, οργανωμένοι καιροσκόποι και κοινοί λιμοκοντόροι! Αλλά, δεν βλέπεις τίποτα, παρά μόνο μάγισσες και φαντάσματα.
Δεν βλέπεις, δεν ακούς, δεν καταλαβαίνεις! Μόνο επαναλαμβάνεις και μιμείσαι ό,τι σου δείχνουν. Σου δείχνουν ένα αποκομμένο χωρίο από το κομμουνιστικό μανιφέστο και ηδονίζεσαι.
Σου δείχνουν ένα αποκομμένο χωρίο από το αναρχικό μανιφέστο και εκρήγνυσαι.
Σου δείχνουν ένα απομονωμένο χωρίο από εκκλησιαστικό μανιφέστο και προσκυνάς.
Σήκω που να σε πάρει ο διάολος. Σήκω και δες μόνος σου. Ψάξε, αναζήτησε, αμφισβήτησε.
Κλείσε τα μάτια και τέντωσε τα αυτιά σου. Άκου την ξύλινη γλώσσα πως αντηχεί κούφια στο μυαλό σου.
Άκου πρώτα και μετά δες...δες την αλήθεια σου στο δικό μου ψέμα.
http:// pinelopi--pinelopi.blogspot .gr/2013/03/ blog-post_15.html
Βρίζεις, φωνάζεις, μουντζώνεις κι έπειτα βλέπεις τηλεόραση. Κοιμάσαι, ξυπνάς, περιμένεις στην ουρά, χάνεις τη δουλειά σου, πληρώνεις φόρους, χάνεις το επίδομά σου, ξαναπληρώνεις φόρους.
Δέχεσαι να σε διαφεντεύουν τιποτένιοι γιατί τόσο καταλαβαίνεις. Τόσο υπομένεις. Τόσο ξέρεις να μετράς. Με τα ρούχα, με το αυτοκίνητο, με το “όνομα”. Ποτέ δεν έμαθες να μετράς με το μυαλό, γιατί σου λείπει. Ποτέ δεν έμαθες να μετράς με την ψυχή, γιατί σου λείπει. Ποτέ δεν έμαθες να μετράς με τη λογική, γιατί σου λείπει.
Όταν σου μιλάω, απελπίζομαι! Έχεις τη φύση του όχλου μέσα σου, της αδύναμης γυναικούλας, του κατατρεγμένου από τη μοίρα Ξανθόπουλου. Σε παραμυθιάζουν τα Μέσα. Σε καθησυχάζει το μέσο. Σε κατατρύχουν τα ιστορικά σύνδρομα. Σε εμπαίζουν οι δημαγωγοί. Δεν ήθελες ποτέ να γράφεις, ήθελες μόνο να αντιγράφεις. Δεν ήθελες ποτέ να διαβάσεις, ήθελες να κάνεις σκονάκι. Δεν ήθελες ποτέ να μάθεις, ήθελες μόνο να σε μάθουν.
Όταν σε σκέφτομαι, εξοργίζομαι! Δεν είσαι παρά ένα κατάλοιπο του παρελθόντος. Ποτέ ένα τόσο ένδοξο παρελθόν, δεν κατάντησε τόσο όνειδος. Ποτέ τέτοια πολιτισμική υπεροχή, δεν κατάντησε τόση λύπηση. Ποτέ τέτοια φιλντισένια κληρονομιά δεν κατάντησε τόσο κάλπικη!
Κάθε φορά που σε κοροϊδεύουν και χειροκροτάς, σε λυπάμαι!
Κάθε φορά που περιμένεις σε μία ουρά και κρατάς το κεφάλι σου κατεβασμένο, σε λυπάμαι!
Κάθε φορά που φιλάς κατουρημένες ποδιές για τα αυτονόητα, σε λυπάμαι!
Ήσουν ξακουστός στα πέρατα της γης και κατάντησες περίγελος. Σε γυροφέρνουν ψεύτες, οργανωμένοι καιροσκόποι και κοινοί λιμοκοντόροι! Αλλά, δεν βλέπεις τίποτα, παρά μόνο μάγισσες και φαντάσματα.
Δεν βλέπεις, δεν ακούς, δεν καταλαβαίνεις! Μόνο επαναλαμβάνεις και μιμείσαι ό,τι σου δείχνουν. Σου δείχνουν ένα αποκομμένο χωρίο από το κομμουνιστικό μανιφέστο και ηδονίζεσαι.
Σου δείχνουν ένα αποκομμένο χωρίο από το αναρχικό μανιφέστο και εκρήγνυσαι.
Σου δείχνουν ένα απομονωμένο χωρίο από εκκλησιαστικό μανιφέστο και προσκυνάς.
Σήκω που να σε πάρει ο διάολος. Σήκω και δες μόνος σου. Ψάξε, αναζήτησε, αμφισβήτησε.
Κλείσε τα μάτια και τέντωσε τα αυτιά σου. Άκου την ξύλινη γλώσσα πως αντηχεί κούφια στο μυαλό σου.
Άκου πρώτα και μετά δες...δες την αλήθεια σου στο δικό μου ψέμα.
http://
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
Δημοφιλείς αναρτήσεις
-
Maria Dimitriou 1 Απριλίου στις 3:51 μ.μ. · exypnes-idees.gr 7 Μοναδικά φυτά εσωτερικού χώρου που δεν χρε...
-
Ο χρήστης Maria Dimitriou κοινοποίησε μια δημοσίευση . 17 Ιουλίου 2017 · Η Anna Nikolaidou κοινοποίησε ένα βίντεο σ...
-
Ο Σταφυλίνακας Kλικ στη φωτογραφία για περισσότερα http://toperivoli.com/content/%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%86%CF%85%CE%BB%CE%...
-
http://share24.gr/9-tropi-gia-na-antidrasis-otan-kapios-se-pligosi/ 9 Τρόποι για να Αντιδράσεις Όταν Κάποιος σε Πληγώσει - share24.gr...
-
Η Maria Dimitriou κοινοποίησε ένα σύνδεσμο . 4 σημάδια-καμπανάκια ότι ο μεταβολισμός σας είναι στα κόκκινα και κιν...
-
Maria Dimitriou κοινοποίησε μια δημοσίευση του George Styl Όταν ήμουν μικρός η γιαγιά μου τα έβαζε στο καντήλι για φυτίλι !!! Ξε...
-
Η Maria Dimitriou κοινοποίησε τη δημοσίευση του χρήστη Bossnews.gr . · Πως να απαλλαγείτε από το νύχι που μπαίνει μέσα στο δέρμ...
-
Maria Dimitriou 22 Αυγούστου στις 12:22 π.μ. · olympospress.blogspot.com Γιατί οι Δελφοί έστειλαν τους Σ...
-
Η Maria Dimitriou κοινοποίησε τη δημοσίευση της Dimitra Nikolaou . Η αρμπαρόριζα η θαυματουργή για τα νεύρα ...
-
Η Maria Dimitriou κοινοποίησε τη δημοσίευση του χρήστη Διατροφη Υγεια . Αγιόκλημα: Ένα θαυματουργό φαρμακευτικό φυτό που πρέπει να...