Σάββατο 24 Μαρτίου 2018

Η μέτρηση του χρόνου στην αρχαία Ελλάδα

http://arxaia-ellinika.blogspot.gr/2013/03/metrhsh-tou-xronou-sthn-arxaia-Ellada.html

Η μέτρηση του χρόνου στην αρχαία Ελλάδα

Σε αντίθεση με τις σύγχρονες αντιλήψεις καταγραφής του ετήσιου χρόνου και εφαρμογής του ημερολογίου, οι αρχαίοι Έλληνες δεν έκαναν χρήση ενός πανελλήνιου ετήσιου λειτουργικού κειμένου, το οποίο να ρυθμίζει την καθημερινή θρησκευτική και πολιτικοκοινωνική ζωή στο σύνολό της.
Η διάρθρωση του ετήσιου χρόνου στην αρχαία Ελλάδα χαρακτηρίζεται από την εφαρμογή κοινών μεταξύ των πόλεων πρακτικών (υιοθέτηση του σεληνο-ηλιακού ημερολογίου, εφαρμογή εμβόλιμων μηνών) που εξασφάλιζαν, κατά τον Πλάτωνα, τη διευθέτηση της "τάξης" - δηλαδή της τακτοποίησης "των ημερών σε μήνες και των μηνών σε χρόνια"- με σκοπό κυρίως την εξίσωση του εορτασμού των λατρευτικών πράξεων με συγκεκριμένες εποχές του έτους.
Αυτά επισήμανε η κ. Σοφία Κραβαρίτου, αρχαιολόγος - διδάκτωρ Θρησκευτικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου της Σορβόννης και διδάκτωρ της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας του Πανεπιστημίου της Λωζάννης, η οποία εργάζεται σήμερα στο Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Θεσσαλικών Σπουδών (με έδρα στο Βόλο), με αφορμή διάλεξή της στο πλαίσιο εκδήλωσης του Φιλολογικού, Ιστορικού, Λογοτεχνικού Συνδέσμου "Φ.Ι.Λ.Ο.Σ.".
Μάλιστα, σύμφωνα με την ίδια, η οργάνωση της καθημερινής θρησκευτικής και πολιτικής πραγματικότητας στην αρχαία Ελλάδα χαρακτηρίζεται από δύο παραμέτρους:
α) τη διαφοροποίηση των ονομάτων των μηνών από πόλη σε πόλη, την ύπαρξη ενός μεγάλου αριθμού τοπικών εορτών με αναφορά σε τοπικούς ήρωες και τοπικά ιστορικά γεγονότα που μέσω της ετήσιας ανακύκλωσής τους τονίζουν την ιδιαιτερότητα κάθε πόλης ή κοινότητας
β) τις διαρκείς αλλαγές και εμβολές νέων δεδομένων ανάλογα με την εκάστοτε ιστορική περίοδο. Σε αυτά προστίθενται, επίσης, ανορθόδοξες παρεμβολές στην κανονική ροή του χρόνου που επιβάλλονταν από τις εκάστοτε κοινωνικοπολιτικές συνθήκες.
Ειδικότερα, όπως αναφέρει η κ.Κραβαρίτου, οι Έλληνες υιοθέτησαν το σεληνο-ηλιακό "ημερολόγιο" και έκαναν χρήση διαφόρων συστημάτων πρόσθεσης εμβόλιμων μηνών στη διάρκεια ενός κανονικού έτους (διητερίς, τετραετηρίς ή πενταετηρίς, οκταετηρίς και εννεακαιδεκαετηρίς), για να πετύχουν την αντιστοιχία των 12 σεληνιακών μηνών με ένα ηλιακό έτος (365, 242 ημέρες) ή με ένα πλήρη κύκλο των εποχών.
H σταθεροποίηση αυτής της αντιστοιχίας θα εξασφάλιζε κατ' επέκταση τη σταθερή σχέση των εορτών με τις εποχές.
Συνολικά, γνωρίζουμε πάνω από 130 τοπικά ονόματα μηνών και επιπλέον τις διαλεκτικές παραλλαγές τους, που συνήθως αποτελούσαν παράγωγα των ονομάτων των εορτών ή των θεϊκών επιθέτων και αντιστοιχούσαν σε ξεχωριστές πόλεις.
Oι εμβόλιμοι μήνες έπαιρναν συνήθως ένα από τα υπόλοιπα ονόματα με την πρόσθετη ένδειξη- "δεύτερος", "ύστερος" ή, όπως συμβαίνει στη Θεσσαλία, με την ένδειξη "εμβόλιμος".
Όπως επισημαίνει η κ.Κραβαρίτου, ο πρώτος μήνας κάθε έτους συνέπιπτε με το θερινό (π.χ. Aθήνα) ή το χειμερινό ηλιοστάσιο (π.χ. Δήλος), και με την εαρινή (π.χ. Δελφοί) ή τη φθινοπωρινή ισημερία (π.χ.΄Aργος).
Παράλληλα με το σεληνιακό μήνα, που χαρακτηρίζεται από τα επιγραφικά κείμενα ως "μήν κατά θεόν" ή "μήν κατά Σελήνην", η οργάνωση του ετήσιου χρόνου γινόταν επίσης με βάση τη θητεία των πολιτικών αρχόντων (π.χ. αττική οργάνωση και διαίρεση του ετήσιου χρόνου σε πρυτανείες) και σε αυτή την περίπτωση ο μήνας ονομάζονταν "μήν κατ' άρχονταν".
Tα διαφορετικά δε αυτά συστήματα ονομασίας και οργάνωσης του ετήσιου χρόνου λειτουργούσαν παράλληλα στην καθημερινή πραγματικότητα κάθε πόλης, όπως παράλληλα λειτουργούσε και η θρησκευτική με την πολιτική της έκφραση.
Ωστόσο, σύμφωνα με την Ελληνίδα επιστήμονα, τα παραπάνω στοιχεία που αντιπροσωπεύουν την "τάξη" με την οποία διευθετούνταν κατά τον Πλάτωνα ο κυκλικός θρησκευτικός χρόνος στην Αρχαία Ελλάδα, έρχονται σε αντίθεση με τον Aριστοφάνη, ο οποίος επικαλείται δυσαρέσκεια των θεών -μεταξύ των οποίων και της Σελήνης- λόγω της άτακτης οργάνωσης των εορτών.
Η ίδια σημειώνει πως διέφερε στην αρχαιότητα και η αντιστοιχία μεταξύ ομώνυμων μηνών διαφορετικών πόλεων. Για παράδειγμα, εάν στον 5ο αι. π.X. ο αττικός Eλαφηβολιών (Mάρτιος/Aπρίλιος) αντιστοιχούσε στον σπαρτιατικό Aρτεμίσιο, ο Aρτεμισιώνας της Δήλου αντιστοιχούσε στον αττικό Mουνυχιώνα (Aπρίλιο/Mάϊο).
Όμως, παρ' όλη την αναντιστοιχεία, παρατηρείται ότι και οι δύο ομώνυμοι μήνες Aρτεμίσιος και Aρτεμισιών αποτελούν ανοιξιάτικους μήνες, γεγονός που δικαιολογεί και την πρόταση του Θουκυδίδη.
Kατά την Ελληνιστική όμως εποχή και έπειτα από άπειρες αλλαγές της ροής του κυκλικού χρόνου, οι ομώνυμοι μήνες διαφορετικών πόλεων μπορούσαν να ανήκουν σε διαφορετικές εποχές του έτους.
Η κ.Κραβαρίτου δεν παραλείπει να αναφέρει πως η οργάνωση του αρχαίου κυκλικού χρόνου-που βρισκόταν σε στενή συνάρτηση με το γεωγραφικό χώρο, αλλά και με το ιστορικό του πλαίσιο- επηρεαζόταν σαφέστατα από τα κοινωνικο-πολιτικά γεγονότα κάθε περιοχής.
Πολιτικοκοινωνικά φαινόμενα επηρέαζαν εμφανώς τον εορτασμό κάποιων εορτών, αλλά και τη σχέση τους με τα πρωταρχικά γεγονότα σε ανάμνηση των οποίων τελούνταν.
Πολλά από τα πρωταρχικά αυτά γεγονότα, επισημαίνει, χάνονταν στο παρελθόν, στις αρχές δηλαδή της ιστορίας κάθε κοινότητας και ο ετήσιος εορτασμός τους ή η κατάργησή τους συνέβαλαν στη διαφύλαξη ή στη διατάραξη της ιστορικής μνήμης των τοπικών πληθυσμών.
Ο συνοικισμός, για παράδειγμα, των πόλεων της Μυκόνου έγινε τον 2ο αιώνα π.X., χωρίς παρεμβολή ξένης δύναμης και χωρίς να αλλάξουν τα ονόματα των μηνών, ούτε οι τοπικές λατρείες ηρώων και αρχηγετών, που παρέπεμπαν σε μυθικά γεγονότα του παρελθόντος, τα οποία συντηρούσαν την ιστορική μνήμη αυτών των φιλικά διακείμενων μεταξύ τους πόλεων.
Αντίθετα, ο τύραννος Διόνυσος των Συρακουσών, όταν κατέλαβε τον 4ο αιώνα π.X. τη Σικελική Νάξο άλλαξε τα Ιονικά ονόματα των μηνών σε Δωρικά, και μετονόμασε την πόλη σε Ταυρομένιο, προσπαθώντας να ανακατευθύνει την ιστορική της μνήμη.
Aλλά και οι Mακεδόνες, στο θεσσαλικό χώρο, αφού άλλαξαν ριζικά τα ονόματα των μηνών των μαγνητικών πόλεων, αφενός διατήρησαν και εξωράισαν παλιές λατρείες που ευνοούσαν τη συνοχή του συνοικισμένου πληθυσμού, αφετέρου δε ίδρυσαν τη λατρεία των νέων αρχηγετών και κτιστών του συνοικισμού, γεγονός στο οποίο αντιτίθεται με ψήφισμά του ο μαγνητικός δήμος των Ιωλκίων, αποδεικνύοντας περίτρανα το ρόλο του "ημερολογίου" στη δημιουργία αλλά και στη διαφύλαξη της ιστορικής συνείδησης, καταλήγει η αρχαιολόγος.
\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\

Θεόφιλος Χατζημιχαήλ

Theofilos-photo.jpeg

Ο Θεόφιλος Χατζημιχαήλ ή Θεόφιλος Κεφαλάς ή Κεφάλας[, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα (Βαρειά Μυτιλήνης, 1870; – Βαρειά Μυτιλήνης, 22 ή 24 Μαρτίου; 1934), γνωστός απλά και ως Θεόφιλος, ήταν μείζων λαϊκός ζωγράφος της νεοελληνικής τέχνης. Κυρίαρχο στοιχείο του έργου του είναι η ελληνικότητά του και η εικονογράφηση της ελληνικής λαϊκής παράδοσης και ιστορίας.

Η ακριβής χρονολογία γέννησης του Θεόφιλου δεν είναι γνωστή. Ωστόσο θεωρείται πως γεννήθηκε κατά το διάστημα 1867–1870 στην Βαρειά της Μυτιλήνης. Ο πατέρας του, Γαβριήλ Κεφαλάς (ή Κεφάλας), ήταν τσαγκάρης ενώ η μητέρα του, Πηνελόπη Χατζημιχαήλ, ήταν κόρη αγιογράφου. Σε νεαρή ηλικία επέδειξε μέτριες σχολικές επιδόσεις, αλλά και ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ζωγραφική, πάνω στην οποία απέκτησε βασικές γνώσεις δίπλα στον παππού του.

Η ζωή του ήταν πολύ δύσκολη εξαιτίας του κόσμου που τον χλεύαζε, επειδή κυκλοφορούσε φορώντας την παραδοσιακή φουστανέλα. Σε ηλικία περίπου δεκαοκτώ ετών εγκατέλειψε το οικογενειακό του περιβάλλον και εργάστηκε ως θυροφύλακας («Καβάσης») στο Ελληνικό Προξενείο της Σμύρνης. Εκεί έμεινε για μερικά χρόνια, πριν εγκατασταθεί στην πόλη του Βόλου, περίπου το 1897, αναζητώντας ευκαιριακές δουλειές και ζωγραφίζοντας σε σπίτια και μαγαζιά της περιοχής ενώ σήμερα σώζονται τοιχογραφίες που πραγματοποίησε εκεί. Τα περισσότερα χρόνια της ζωής του τα πέρασε στο Πήλιο. Προστάτης του εκείνη την περίοδο, στάθηκε ο κτηματίας Γιάννης Κοντός, για λογαριασμό του οποίου, ο Θεόφιλος πραγματοποίησε αρκετά έργα. Η οικία Κοντού αποτελεί σήμερα το Μουσείο Θεόφιλου. Εκτός από την ζωγραφική του δραστηριότητα, ο Θεόφιλος συμμετείχε στην διοργάνωση λαϊκών θεατρικών παραστάσεων στις εθνικές γιορτές και την περίοδο της Αποκριάς, όπου κρατούσε τον πρωταγωνιστικό ρόλο, άλλοτε ντυμένος σαν Μεγαλέξανδρος, με τους μαθητές σε παράταξη μακεδονικής φάλαγγας, και άλλοτε σαν ήρωας της Ελληνικής Επανάστασης, με εξοπλισμό και κουστού­μια που έφτιαχνε ο ίδιος.

Το 1927 επέστρεψε στη Μυτιλήνη. Εικάζεται πως αφορ­μή για την αναχώρηση του από τον Βόλο, ήταν ένα επει­σόδιο σε ένα καφενείο, όταν κάποιος — για να διασκε­δάσει τους παρευρισκόμενους — έριξε τον Θεόφιλο από μία σκάλα όπου ήταν ανεβασμένος και ζωγράφιζε.

Στην Μυτιλήνη, παρά τις κοροϊδίες και τα πειράγματα του κόσμου, συνεχίζει να ζωγραφίζει, πραγματοποιώντας αρκετές τοιχογραφίες σε χωριά, έναντι ευτελούς αμοιβής, συνήθως για ένα πιάτο φαγητό και λίγο κρασί. Πολλά από τα έργα του αυτής της περιόδου έχουν χαθεί, είτε από φυσική φθορά είτε εξαιτίας καταστροφής τους από κατόχους τους. Στην Μυτιλήνη, τον συνάντησε ο καταξιωμένος τεχνοκριτικός και εκδότης Στρατής Ελευθεριάδης (Tériade), ο οποίος διέμενε στο Παρίσι. Στον Ελευθεριάδη οφείλεται σε μεγάλο βαθμό η αναγνώριση της αξίας του έργου του Θεόφιλου αλλά και η διεθνής προβολή του, που ωστόσο σημειώθηκε μετά το θάνατό του. Με έξοδα του Ελευθεριάδη ανεγέρθηκε επίσης το 1964 το Μουσείο Θεοφίλου στην Βαρειά. Τα έργα του υπέγραφε συνήθως χρησιμοποιώντας το επώνυμο της μητέρας του, ενώ το μοναδικό έργο που φέρει το κατά κόσμον όνομά του, έχει υπογραφή «Έργο Θεόφιλου Γαβριήλ Κεφαλά» και είναι μια εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στο σκευοφυλάκιο του Ιερού Ναού Ταξιαρχών στις Μηλιές Πηλίου[1]

Ο Θεόφιλος πέθανε τον Μάρτιο του 1934, παραμονές του Ευαγγελισμού, πιθανότατα από τροφική δηλητηρίαση. Ένα χρόνο αργότερα, έργα του εκτέθηκαν στο Μουσείο του Λούβρου ως δείγματα της δουλειάς ενός γνησίου λαϊκού (ναΐφ) ζωγράφου της Ελλάδας.

http://el.wikipedia.org/wiki/Θεόφιλος_Χατζημιχαήλ


\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\




Διακοπή του καπνίσματος και μνήμη..

Χορηγά Σωτηρία.
Διακοπή του καπνίσματος και μνήμη.....Η διακοπή του καπνίσματος δεν έχει οφέλη μονάχα στην υγεία μας, αλλά έχει επίσης και στη μνήμη μας, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα από το Πανεπιστήμιο Northumbria (Collaboration for Drug and Alcohol Research, Department of Psychology, School of Life Sciences, Northumbria University, UK). Η έρευνα αποκαλύπτει ότι η διακοπή του καπνίσματος μπορεί να αποκαταστήσει την καθημερινή μνήμη μας σχεδόν στα ίδια επίπεδα με αυτήν στους μη καπνιστές.

Οι συνεργάτες της Ερευνητικής ομάδας Ναρκωτικών ουσιών και Αλκοόλ στο Πανεπιστήμιο του Northumbria, μελέτησε 27 άτομα - καπνιστές, 18 άτομα - πρώην καπνιστές και 24 - άτομα που δεν είχαν καπνίσει ποτέ, σε ένα τεστ μνήμης καθημερινότητας.

Οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να θυμηθούν προκαθορισμένα καθήκοντά τους σε συγκεκριμένες περιοχές της Πανεπιστημιούπολης.

Οι καπνιστές είχαν άσχημη απόδοση, δηλαδή θυμόντουσαν μόνο το 59% των εργασιών τους, ενώ όσοι είχαν σταματήσει το κάπνισμα θυμόντουσαν το 74% των απαιτούμενων καθηκόντων τους σε σχέση με όσους δεν είχαν καπνίσει ποτέ, που θυμόντουσαν το 81% των εργασιών τους.

Ο Δρ Τομ Heffernan και οι συνεργάτες της ερευνητικής ομάδας, δήλωσαν: ‘Δεδομένου ότι υπάρχουν μέχρι και 10 εκατομμύρια καπνιστές στη Βρετανία και 45 εκατομμύρια στις Ηνωμένες Πολιτείες, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε τις επιπτώσεις του καπνίσματος στην καθημερινή γνωστική λειτουργία - εκ των οποίων η μνήμη είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα ’.

Και πρόσθεσε: ‘Αυτή είναι η πρώτη φορά που μία μελέτη έχει σκοπό να εξετάσει αν σταματήσει κανείς το κάπνισμα τι επιπτώσεις έχει στη μνήμη’.

‘Γνωρίζουμε ήδη ότι η διακοπή του καπνίσματος έχει τεράστια οφέλη στην υγεία και στο σώμα μας, αλλά η παρούσα μελέτη υποδεικνύει ταυτόχρονα πως η διακοπή του καπνίσματος μπορεί να έχει πολλαπλασιαστικά οφέλη για τη γνωστική μας λειτουργία.’

Ο Δρ Heffernan, μαζί με τον Δρ Τέρενς Ο 'Νιλ, καλείται τώρα να ερευνήσει τις επιπτώσεις του ‘καπνού από δεύτερο χέρι’ στην υγεία και την καθημερινή μνήμη μας!
\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\

Γιόχαν Βόλφγκανγκ (αργότερα: φον) Γκαίτε


Goethe (Stieler 1828).jpgΟ Γιόχαν Βόλφγκανγκ (αργότερα: φον) Γκαίτε (Johann Wolfgang Goethe, Φρανκφούρτη, 28 Αυγούστου 1749 - Βαϊμάρη, 22 Μαρτίου 1832) ήταν Γερμανός ποιητής, δραματουργός, μυθιστοριογράφος και επιστήμονας.

Η οικογένεια του ήταν μια από τις πιο εύπορες στη Φρανκφούρτη και του προσέφερε πολλές δυνατότητες μόρφωσης. Σε ηλικία 15 χρονών έγραψε τα πρώτα του ποιήματα, τα οποία στη συνέχεια κατέστρεψε. Το 1765 ξεκίνησε σπουδές Νομικής στη Λειψία κατόπιν επιθυμίας του πατέρα του. Παράλληλα με τις σπουδές του ασχολήθηκε με τις εικαστικές τέχνες. Στην Λειψία ήρθε σε επαφή με το έντονο ελληνικό στοιχείο της πόλης. Ως φίλος των Ελλήνων και της Ελλάδος αφιέρωσε πολλά έργα του στην Ελληνική Αρχαιότητα.

Το «και εγώ στην Αρκαδία» του παρερμηνεύτηκε αργότερα ως άγνοια της Ελλάδος, καθώς ποτέ δεν είχε επισκεφτεί την Αρκαδία. (Αυτό όμως δεν έχει καμία σημασία, διότι η Αρκαδία είχε εντελώς διαφορετική έννοια για τους ποιητές και καλλιτέχνες της εποχής της Αναγέννησης και του Μπαρόκ. Συμβόλιζε έναν εξιδανικευμένο τρόπο ζωής, όπου οι άνθρωποι ζουν απλά ως βοσκοί σε αρμονία με τη φύση και αφιερώνουν τον χρόνο τους στην ποίηση, τη μουσική, τον έρωτα, την ανεμελιά. Ο φανταστικός τόπος αυτός τοποθετείται στην ελληνική Αρκαδία. Η δε ανωτέρω φράση απαντάται για πρώτη φορά στα λατινικά[1] σε έναν ζωγραφικό πίνακα[2]. Βλ. [3])

Το 1769 αρρώστησε και επέστρεψε στη Φρανκφούρτη. Την ίδια περίοδο άρχισε να ανακαλύπτει μέσα του και τον ήρωά του Φάουστ. Το 1770 ολοκλήρωσε τις σπουδές Νομικής και παράλληλα παρακολούθησε μαθήματα Ιατρικής, Χημείας και Βοτανικής. Επέστρεψε στη Φρανκφούρτη και ασχολήθηκε με τη δικηγορία. Το 1774, συγκλονισμένος από την αυτοκτονία ενός φίλου του, έγραψε Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου, ένα μυθιστόρημα που λάτρεψε ο Ναπολέων και έγινε λάβαρο του ηθικού και πνευματικού κινήματος. Η Βαϊμάρη υπήρξε σημαντικός σταθμός στη σταδιοδρομία του Γκαίτε, καθώς είχε αναλάβει εκεί καθήκοντα Υπουργού του Δούκα της. Ένα από τα σημαντικότερα έργα του Γκαίτε είναι το Ταξίδι στην Ιταλία, το οποίο έγραψε κατά τη διαμονή του στη νότια Ιταλία. Μέχρι το 1805 είχε στενή επαφή και φιλία με τον Σίλλερ και μια βαθιά φιλία αναπτύχθηκε μεταξύ των δύο ανδρών. Το 1806 παντρεύτηκε την Κριστιάνε Βούλπιους, με την οποία είχε ήδη από το έτος 1789 ένα γιο. Ο Φάουστ, το δημιούργημα ολόκληρης της ζωής του, ολοκληρώθηκε με τον δεύτερο τόμο ένα χρόνο πριν το θάνατο του, το 1832 στη Βαϊμάρη.
Έργα

(επιλογή)
Δράματα

Götz von Berlichingen (Γκετς φον Μπέρλιχίνγκεν, 1773)
Clavigo (Κλαβίγκο, 1774)
Egmont (Έγκμοντ, 1775)
Iphigenie auf Tauris (Ιφιγένεια εν Ταύροις, 1779)
Torquato Tasso (Τορκουάτο Τάσσο, 1780)
Faust (Φάουστ, Α΄μέρος 1808, Β΄μέρος 1832)

Μυθιστορήματα

Die Leiden des jungen Werthers (Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου, 1774)
Wilhelm Meisters Lehrjahre (Τα χρόνια της μαθητείας του Βίλελμ Μάιστερ, 1796)
Wilhelm Meisters Wanderjahre (Τα χρόνια της περιπλάνησης του Βίλελμ Μάιστερ, 1807)
Die Wahlverwandtschaften (Εκλεκτικές συγγένειες, 1809)

Λυρική και αφηγηματική ποίηση

Mailied (Τραγούδι του Μάη, 1771)
Prometheus (Προμηθέας, 1774)
An den Mond (Στη σελήνη, 1777)
Der Erlkönig (Ο βασιλιάς των ξωτικών, 1782)
Römische Elegien (Ρωμαϊκές ελεγείες, 1788)
Venezianische Epigramme (Βενετσιάνικα επιγράμματα, 1790)
Xenien (Ξένια, με τον Φρήντριχ Σίλλερ, 1796)
Hermann und Dorothea (Χέρμαν και Δωροθέα, 1798)
West-östlicher Divan (Ανατολικό-δυτικό Ντιβάν, 1819)

Έργα του Γκαίτε στα νέα ελληνικά

Γκετς φον Μπέρλιχίνγκεν : Άρης Δικταίος ("Γ.Παπαδημητρίου")
Ιφιγένεια εν Ταύροις : Κώστας Χατζόπουλος ("Ελευθερουδάκης")
Τορκουάτο Τάσσο : Άρης Δικταίος ("Γ.Παπαδημητρίου")
Φάουστ, Α΄μέρος :
Κώστας Χατζόπουλος ("Κλασσικά Παπύρου" και "Βιβλιοπωλείο της Εστίας", 2001)
Ιωάννης Ν. Θεοδωρακόπουλος, Μετάφραση με αισθητική και φιλοσοφική ερμηνεία, ("Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2000)
Φάουστ, Β΄μέρος (πράξη Γ΄: Ελένη) : Θρασύβουλος Σταύρου ("Σχολή Μωραϊτη")
Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου : Μίνα Ζωγράφου, ("Κοροντζή-Ράπτη")
Χέρμαν και Δωροθέα :
Μίνα Ζωγράφου, ("Κοροντζή-Ράπτη")
Βασίλης Λαζανάς (";", 1972))
Τα χρόνια της μαθητείας του Βίλελμ Μάιστερ : Τούλα Σιέτη & Τ.Τανούλας ("Κανάκης")
Εκλεκτικές συγγένειες : Μίνα Ζωγράφου, πεζή μετάφραση ("Κοροντζή-Ράπτη")
Ρωμαϊκές ελεγείες : Βασίλης Λαζανάς (";", 1972))
Περί τέχνης μτφρ.-εισαγ. Βασίλης Τομανάς, εκδ. Printa, Αθήνα, 2006
Επιλογή από τα Maximen und Reflexionen, μτφρ. Ν. Μ. Σκουτερόπουλος, Κλάους Μπέτσεν,εκδ.Στιγμή, 2007
Υπάρχουν Όρια, μετάφραση Γιώργος Δεπάστας, Εκδόσεις Ολκός, 1998
Ο πενηντάρης, μετάφραση Καίτη Οικονόμου, εκδόσεις ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ, 2006

http://el.wikipedia.org/wiki/Γιόχαν_Βόλφγκανγκ_Γκαίτε
\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\

Σαρακοστιανό κέικ ινδοκάρυδο


► Σαρακοστιανό κέικ ινδοκάρυδο
για ταψάκι ή pyrex 30x40 εκατοστά • 1 κρασοπότηρο χλιαρό νερό (ή χυμό πορτοκαλιού) • 1 1/2 νεροπότηρο Αλεύρι (Φαρίνα κόκκινη που φουσκώνει μόνη της) • 1 νεροπότηρο Ζάχαρη άσπρη
• 160 γρ. Ελαιόλαδο Έξτρα Παρθένο
• 160 γρ. Ινδοκάρυδο
• 2 κουταλάκια μπέϊκιν πάουντερ
ΓΙΑ ΤΟ ΣΙΡΟΠΙ • 1 1/2 νεροπότηρο Ζάχαρη
• 1 1/2 νεροπότηρο Νερό

ΓΙΑ ΚΑΛΥΨΗ (Προαιρετικά)
• 200 γρ. Κουβερτούρα
• 2 κουταλιές μαργαρίνη

Χτυπάμε το ελαιόλαδο με την ζάχαρη, να ασπρίσει, όσο γίνεται και να γίνει πολτός, ρίχνουμε το ινδοκάρυδο, μετά το αλεύρι και τελευταίο το χλιαρό νερό, μέσα στο οποίο έχουμε διαλύσει το μπέικιν.

Λαδώνουμε το ταψί, αδειάζουμε και στο φούρνο, στους 180 οC, για 20-25 λεπτά, μέχρι να ροδίσει και να ξεκολλάει (δοκιμάζουμε στο κέντρο με οδοντογλυφίδα, να βγαίνει στεγνή).

Για το σιρόπι, βράζουμε το νερό με την ζάχαρη, επί 3 λεπτά και σιροπιάζουμε περιχύνοντας σιγά-σιγά.

Από πάνω πασπαλίζουμε με ινδοκάρυδο, αν θέλουμε.

stamarstavros.blogspot.gr

Η Απελευθέρωση της Καλαμάτας

Petrompeis by Hess.jpg

23 Μαρτίου 1821 - Η Απελευθέρωση της Καλαμάτας
Επαναστατικός αναβρασμός επικρατούσε στη Μάνη τον Μάρτιο του 1821. Ο Κολοκοτρώνης βρισκόταν στην Καρδαμύλη και οι Φιλικοί είχαν κάμψει τις αντιρρήσεις του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη για το άκαιρο του ξεσηκωμού.
Στα μέσα του μηνός ένα πλοίο φορτωμένο με πολεμοφόδια, σταλμένο από τους Φιλικούς της Σμύρνης, φθάνει στο λιμάνι του Αλμυρού, έξω από την Καλαμάτα. Ο Νικηταράς και ο Αναγνωσταράς με τους άνδρες τους αναλαμβάνουν να μεταφέρουν το πολύτιμο φορτίο σε ασφαλές μέρος.
Οι οθωμανικές αρχές της Καλαμάτας πληροφορούνται το γεγονός και ενεργώντας αφελώς ζητούν να μάθουν από τους προκρίτους το περιεχόμενο του φορτίου και γιατί συνοδεύεται από ενόπλους. Αυτοί τους απαντούν ότι οι ένοπλοι είναι χωρικοί που συνοδεύουν φορτία λαδιού για το φόβο των ληστών. Ο βοεβόδας της Καλαμάτας Σουλεϊμάν αγάς Αρναούτογλου πείθεται και ζητά τη βοήθεια των Μανιατών, που στέλνουν στην πόλη 150 άνδρες, υπό τον Ηλία Μαυρομιχάλη (20 Μαρτίου).

Από τις 17 Μαρτίου, όμως, οι πρόκριτοι της Μάνης, υπό την αρχηγία του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, είχαν υψώσει τη σημαία της επανάστασης στην Τσίμοβα, σημερινή Αρεόπολη της Λακωνίας. Ο παπάς του χωριού όρκισε και ευλόγησε τα όπλα των καπεταναίων και των παλικαριών τους στην Εκκλησία των Ταξιαρχών. Οι ατίθασοι Μανιάτες ξεκίνησαν την Επανάσταση, οκτώ μέρες πριν από τη συμβατική της έναρξη.
Αμέσως μετά, ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης και ο Γιατράκος ξεκινούν για τον Μιστρά και τη Μονεμβασιά, ενώ ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης με 2.000 άνδρες για την Καλαμάτα. Εν τω μεταξύ, στο άλλο άκρο της Πελοποννήσου σημειώνεται η πρώτη επαναστατική ενέργεια του Αγώνα, με την πολιορκία των Καλαβρύτων (21 Μαρτίου), την οποία υπερασπίζεται για λογαριασμό των Οθωμανών ένας άλλος Αρναούτογλου, ο Ιμπραήμ.

Την 23η Μαρτίου επαναστατικές δυνάμεις των Μανιατών του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, άλλοι Μανιάτες καπεταναίοι και ο Θ. Κολοκοτρώνης φτάνουν έξω από την Καλαμάτα. Από τους βορειοανατολικούς λόφους προσεγγίζουν την πόλη, ξεκινώντας από το μοναστήρι της Βελανιδιάς, κι άλλες δυνάμεις, με επικεφαλής τους Παπαφλέσσα και Αναγνωσταρά. Ήδη από την προηγουμένη, 22 Μαρτίου, βρισκόταν στην πόλη δύναμη 2.500 Μανιατών, με επικεφαλής το γιο του Πετρόμπεη Ηλία και τους αδερφούς του Αντώνη και Γιάννη, και με πρόσχημα την προστασία του βοεβόδα της Καλαμάτας Σουλεϊμάν αγά Αρναούτογλου. Ο Αρναούτογλου, ανήμπορος πλέον να αντιδράσει, αναγκάζεται να παραδοθεί αμαχητί και με όρο τη διασφάλιση της ζωής των Τούρκων.

Το μεσημέρι της 23ης Μαρτίου, οι δυνάμεις των εξεγερμένων Ελλήνων, με ηγέτες τους Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, Παπαφλέσσα, Νικηταρά, Αναγνωσταρά, Μητροπέτροβα και πολλούς άλλους οπλαρχηγούς της ευρύτερης περιοχής της νοτιοδυτικής Πελοποννήσου, θα συγκεντρωθούν σε παρόχθιο του Νέδοντα ναό – των Αγίων Αποστόλων (κρατούσα άποψη) ή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, (νεότερη και στηριζόμενη σε σημαντικά δεδομένα) – όπου θα τελεστεί δοξολογία. Μετά την απελευθέρωση της πόλης, τμήματα των επαναστατημένων Ελλήνων κατευθύνθηκαν προς τη Σκάλα Μεσσηνίας και την Καρύταινα (με επικεφαλής τον Θ. Κολοκοτρώνη), προς την Τριπολιτσά (με τους Παπαφλέσσα, Αναγνωσταρά και Κυριακούλη Μαυρομιχάλη) και προς τις Κορώνη και Μεθώνη. Στην πόλη παρέμειναν Μανιάτες οπλαρχηγοί και ντόπιοι δημογέροντες, οι οποίοι συγκρότησαν την πρώτη επαναστατική κυβέρνηση της απελευθερωμένης Ελλάδας, τη «Μεσσηνιακή Σύγκλητο» (ή Γερουσία). Μετά την απελευθέρωση της πόλης, στο ναό των Αγίων Αποστόλων (κρατούσα άποψη) θα τελεστεί δοξολογία, στην οποία 24 ιερείς και ιερομόναχοι ευλόγησαν τις σημαίες των αγωνιστών και τους όρκισαν για τον απελευθερωτικό αγώνα.

Δύο μέρες μετά την απελευθέρωση της Καλαμάτας, στις 25 Μαρτίου, η Μεσσηνιακή Σύγκλητος θα στείλει την από τις 23 Μαρτίου εγκεκριμένη «Προειδοποίησιν εις τας Ευρωπαϊκάς Αυλάς», εκ μέρους του Πέτρου Μαυρομιχάλη και της Συγκλήτου, στην οποία εξηγούνται οι σκοποί της Επανάστασης. Με ένα δεύτερο έγγραφό της (Μάιος), υπογραμμένο από τον Πετρόμπεη, η Σύγκλητος ζητούσε βοήθεια από τον αμερικανικό λαό και την κυβέρνηση του προέδρου Τζέιμς Μονρό. Το κείμενο παραδόθηκε στον Αμερικανό καθηγητή του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ και γερουσιαστή Εντ. Έβερετ από τον Αδαμάντιο Κοραή.


ΠΗΓΕΣ http://olympia.gr/
http://diolkos.blogspot.gr/
\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\

Ο γέροντας και τ’ άλογο

Ο γέροντας και τ’ άλογο
Κάποτε ζούσε σ’ ένα χωριό κάποιος φτωχός γέροντας, ο οποίος είχε ένα όμορφο άλογο που τον βοηθούσε στις γεωργικές του ασχολίες και το οποίο ήταν τόσο όμορφο και δυνατό, ώστε ήταν γνωστό σε όλη τη γύρω περιοχή. Κάποια μέρα, ένας πρίγκιπας που εντυπωσιάστηκε από τη φήμη και το παρουσιαστικό του αλόγου, θέλησε να το αγοράσει, προσφέροντας στον γέροντα ένα υπέρογκο ποσό. Αυτός, όμως, αρνήθηκε να πουλήσει το αγαπημένο του άλογο, µε το οποίο είχε δεθεί τόσα χρόνια, και επέστρεψε στο χωριό του.

-“Μα καλά είσαι ανόητος;” ρωτούσαν οι συγχωριανοί του.“Πούλα το άλογο για το καλό σου, θα πιάσεις πολλά χρήματα και θα είσαι ευτυχισμένος!”

-“Ααα, εμένα το άλογο με βοηθά στην εργασία μου.. Καιποιος ξέρει τι είναι καλό και τι κακό;” απαντούσε ο γέροντας, “Μόνο Ο Θεός το ξέρει!”

Οι μέρες περνούσαν και το άλογο παρέμενε αχώριστη συντροφιά του γέροντα. Ένα πρωί ξύπνησε και είδε ότι το άλογό του είχε φύγει.

Οι συγχωριανοί του μαζεύτηκαν για να του εκφράσουν τη λύπη τους:
-“Τι μεγάλο κακό που σε βρήκε, τώρα ποιος θα σε βοηθά στις δουλειές σου; Ήσουν ανόητος που δεν πούλησες το άλογο.
Τώρα δεν έχεις ούτε τα χρήματα, ούτε το άλογο”.

Ο γέροντας με τη χαρακτηριστική ηρεμία του απαντούσε:

-“Και ποιος ξέρει τι είναι καλό και τι κακό; Μόνο Ο Θεός το ξέρει!”

Οι χωριανοί απομακρύνονταν νομίζοντας ότι του γέρου του έχει σαλέψει..

Ύστερα από λίγες μέρες το άλογο επέστρεψε στη μάντρα του γέροντα, μαζί µε μερικά άλλα πανέμορφα άγρια άλογα που είχε συναντήσει στο δάσος.



Μαζεύτηκαν ξανά οι συγχωριανοί και του έλεγαν:
-“Τι τυχερός που είσαι! Σου έτυχε μεγάλο καλό, αφού τώρα έχεις περισσότερα άλογα να σε βοηθούν.”

Ο γέροντας τους απάντησε:
-“Και ποιος ξέρει τι είναι καλό και τι κακό.. Μόνο Ο Κύριος γνωρίζει! Πάντως, είμαι ευχαριστημένος που το άλογό μου γύρισε.”

Οι συγχωριανοί του τον κοιτάζανε πάλι περιφρονητικά.

Μετά από λίγες μέρες, ο γιος του, καβαλικεύοντας ένα από τα άλογα, έπεσε κι έσπασε τα πόδια του, μένοντας ανήμπορος.

Μαζεύτηκαν πάλι οι χωριανοί λέγοντας:
-“Τι κακό που σε βρήκε! Με τα άλογα που ήρθαν, έχασες τελικά το δεξί σου χέρι στις δουλειές – τον γιο σου – που υποφέρει τώρα από τους πόνους και ίσως υποφέρει για όλη του τη ζωή.”

Ο γέρος απαντούσε πάλι:

-“Ποιος ξέρει … μόνο Ο Θεός γνωρίζει τι είναι καλό και τι κακό!”

Δεν πέρασε μια βδομάδα από αυτό το ατύχημα και μια γειτονική χώρα κήρυξε τον πόλεμο στη χώρα του. Πέρασε, λοιπόν, και από την πόλη του ο στρατός και επιστράτευσε όλους τους νέους άντρες της πόλης. Δεν πήραν, φυσικά, τον γιο του, που είχε σπασμένα πόδια, κι έτσι δεν έλαβε μέρος στις άγριες μάχες που ακολούθησαν.

Ήρθαν πάλι οι συγχωριανοί και έλεγαν:
-“Είσαι πολύ τυχερός, αφού οι γιοι όλων μας πάνε να σκοτωθούν στον πόλεμο, ενώ εσύ θα έχεις τον γιο σου πάντα κοντά σου.”

Και ο γέροντας τούς απάντησε με τρυφερότητα:
-“Εμείς οι άνθρωποι δεν ξέρουμε ποτέ αρκετά, για να κρίνουμε αν κάτι είναι ευλογία ή συμφορά. Ακόμη αδελφοί μου δεν το καταλάβατε: Μόνο Ο Θεός γνωρίζει το καλό και το κακό μας!!”


Πρέπει λοιπόν να δείχνουμε απόλυτη εμπιστοσύνη Στον Θεό μας, όχι στα λόγια αλλά έμπρακτα! Υπάρχει άραγε περίπτωση αν αφεθούμε όπως ένα μικρό παιδί στο Θέλημά του, να νιώσουμε ποτέ θλίψη, άγχος , στενοχώρια;
\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\

Καρυδόπιτα αλάδωτη




Καρυδόπιτα αλάδωτη

• 3/4 φλιτζανιού ταχίνι
• 1 ½ φλιτζάνι ζάχαρη
• 2 φλιτζάνια χλιαρό χυμό πορτοκαλιού
• ½ φλιτζάνι ξανθές σταφίδες
• ½ φλιτζάνι μαύρες σταφίδες
• 1 ½ φλιτζάνι χοντροαλεσμένη καρυδόψιχα
• 1 φλιτζάνι τρούφα σοκολάτας
• 2 φλιτζάνια μαλακό αλεύρι
• 2 φλιτζάνια σκληρό αλεύρι
• το ξύσμα από 1 πορτοκάλι
• 3 κουταλάκια μπέικιν πάουντερ
• 1 κουταλάκι σόδα
• 250 γρ. κουβερτούρα

Με το μίξερ χτυπάμε το ταχίνι με την ζάχαρη ώσπου να ασπρίσει.

Προσθέτουμε διαδοχικά τα υπόλοιπα υλικά (εκτός από την κουβερτούρα) και ανακατεύουμε καλά.

Αδειάζουμε τη ζύμη σε αλευρωμένη φόρμα ή αλευρωμένο ταψί και ψήνουμε στους 160 βαθμούς για 30 λεπτά.

Αφήνουμε την καρυδόπιτα να κρυώσει και την περιχύνουμε με την κουβερτούρα, την οποία έχουμε λιώσει σε μπαιν-μαρί.

athinorama.gr
\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\

Η ανολοκλήρωτη επανάσταση του έθνους

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε ένα σύνδεσμο.


Χρήστος Αλεξάνδρου* Συμπληρώνονται φέτος 195 χρόνια από την μεγάλη επανάσταση της 25ης Μαρτίου του 1821, σε πέντε μόλις χρόνια από τώρα θα κλείσει η…
hellinon.net

Χρήστος Αλεξάνδρου*
Συμπληρώνονται φέτος 195 χρόνια από την μεγάλη επανάσταση της 25ης Μαρτίου του 1821, σε πέντε μόλις χρόνια από τώρα θα κλείσει η δεύτερη εκατονταετηρίδα. Όπως και η πρώτη εκατονταετηρίδα, το 1921, έτσι και η δεύτερη θα κλείσει με το έθνος να βρίσκεται στο γκρεμό, με νέες εθνικές καταστροφές επί θύραις, αν δεν θα έχουν κιόλας επέλθει. Διακόσια χρόνια ελεύθερου ελληνικού κράτους συνοδευμένων με ταραχές, εξεγέρσεις, πολέμους, μικρές και μεγάλες καταστροφές, πρόσφυγες επί προσφύγων, πτωχεύσεις, μόνιμη απόκλιση ανάμεσα στη λαϊκή βούληση και αυτή των ελίτ, αστάθεια, δικτατορίες. Αναμφίβολα η νεοελληνική ιστορία ήταν και παραμένει πολυτάραχη.

Από γενέσεως του το ελληνικό κράτος υπήρξε υποθηκευμένο ή μάλλον δημιουργήθηκε ακριβώς προκειμένου να είναι εξαρτημένο. Η οικονομική (δάνεια ανεξαρτησίας) και διπλωματική επέμβαση των Άγγλων για την ίδρυση του έγινε προκειμένου να προλάβουν τους Ρώσους και να αποτρέψουν την δική τους συνεπακόλουθη επιρροή. Από την πρώτη στιγμή το κράτος ήταν εξαρτημένο από τις μεγάλες δυνάμεις, Μ. Βρετανία, Γαλλία, Ρωσία, οι οποίες «εγγυήθηκαν» την ανεξαρτησία του. Η πολιτική του ζωή ξεκινά διχασμένη ανάμεσα σε αγγλόφιλους, γαλλόφιλους, και ρωσόφιλους όπου σχηματίζουν και τα αντίστοιχα «ξενικά» κόμματα. Το κάθε κόμμα-φατρία καταφεύγει στις αντίστοιχες πρεσβείες προκειμένου να «εκπαιδευτεί» στο πως πλήξει τους αντιπάλους του.
Ο διχασμός γρήγορα βαθαίνει και θα δώσει τα πρώτα τραγικά του αποτελέσματα: o «ρωσόφιλος» Ιωάννης Καποδίστριας δολοφονήθηκε, αν όχι με άμεση αγγλική υποκίνηση, σίγουρα με ηθική και πάντως προς μεγάλη ικανοποίηση του Λονδίνου. Ο άνθρωπος που επιτελούσε ένα άθλο, αφού από το χάος έφτιαχνε θεσμούς και κράτος δολοφονήθηκε. Ο θάνατος του θα σηματοδοτήσει νέο εμφύλιο. Λίγοι γνωρίζουν ότι οι διαβουλεύσεις ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις προς το τέλος της επανάστασης αφορούσαν μια αυτόνομη και όχι ανεξάρτητη Ελλάδα, όπως ήταν ήδη η Σερβία. Η ανεξαρτησία επιτεύχθηκε χάριν στις διπλωματικές ικανότητες του Ιωάννη Καποδίστρια. Έκτοτε η εξάρτηση συνεχίζεται με διάφορες διακυμάνσεις αλλά επί της ουσίας η ίδια. Η γεωγραφία, η γεωπολιτική όσο και η ελληνική αδυναμία παραμένουν τα ίδια. Το ζητούμενο είναι το ίδιο: η αποφυγή της σύζευξης του Ελληνισμού με τη Ρωσία. To τελευταίο επεισόδιο το είδαμε μόλις πρόσφατα όταν οι Αμερικανοί επενέβησαν ωμά ώστε να μην δοθεί το σιδηροδρομικό δίκτυο της χώρας στους Ρώσους. Τα ίδια και στην Κύπρο με πιο πρόσφατο επεισόδιο τον πολιτικά ολίγιστο Κασουλίδη σχεδόν να υπερασπίζεται τον Ερτογάν έναντι των Ρώσων για το θέμα της τουρκικής κατοχής!!!
Δύο ήταν τα μεγάλα ζητούμενα για το νεοσύστατο κράτος. Από τη μια να προστατέψει των εκτός συνόρων Ελληνισμό, και όταν το επέτρεπαν οι συγκυρίες να τον απελευθερώσει, και από την άλλη να βρει την πολιτισμική του φυσιογνωμία στον σύγχρονο κόσμο. Ως προς την εθνική ολοκλήρωση, την Μεγάλη Ιδέα, την οποία ενστερνίσθηκε όλο το έθνος και αποτέλεσε τον καθοδηγητικό του στόχο μέχρι το 1922 τα δεδομένα είναι λίγο πολύ γνωστά.
Για πρώτη φορά μετά το ’22 το έθνος συνέπεσε με τα όρια του κράτους, όχι διότι το κράτος διευρύνθηκε τόσο ώστε να περιλάβει όλα τα τμήματα του στους κόλπους του, αλλά διότι μεγάλα τμήματα του καταστράφηκαν. Έκτοτε τα δεινά που βρήκαν τον Ελληνισμό πιστεύω δεν είναι άσχετα με την μεγαλύτερη ίσως καταστροφή που συντελέστηκε στην ιστορία του, την μικρασιατική. Ο αφελληνισμός της Βόρειας Ηπείρου, ο εξαφανισμός σχεδόν των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολής, Ίμβρου και Τενέδου, της Αιγύπτου, ακμαίων ελληνικών κοινοτήτων στη Βαλκανική και τέλος η ήττα και η κατοχή της Κύπρου. Η σημερινή θέση του Ελληνισμού είναι και πάλι δεινή και απειλείται με νέες καταστροφές, και αναφέρομαι πρώτιστα στους κινδύνους στο Αιγαίο, στην Κύπρο και την Θράκη από την τουρκική επιθετικότητα.
Σε πολιτιστικό επίπεδο δεν καταφέραμε να πετύχουμε μια γόνιμη και παραγωγική σύζευξη της παράδοσης μας, βυζαντινής και αρχαιοελληνικής, με τα νεωτερικά πολιτικά και κοινωνικά πρότυπα της Δύσης των οποίων η υιοθέτηση ήταν αναπόφευκτη. Έτσι το δίπολο διαφωτιστές- αντιδιαφωτιστές, δυτικόφιλοι – παραδοσιοκεντρικοί, εκσυγχρονιστές – ελληνοκεντρικοί ταλαιπωρούσαν τους Έλληνες ήδη πριν από την επανάσταση, από την εμφάνιση του ελληνικού διαφωτισμού από τα μέσα του 18ου αιώνα. Η επανάσταση βρίσκει τους Έλληνες σε μια κατάσταση πόλωσης ανάμεσα στα δύο, γεγονός που δεν είναι άσχετο με τους εμφυλίους κατά την διάρκεια της και την μετέπειτα ταραχώδη πολιτική ζωή. Ο πολιτισμικός αυτός δυισμός θα πάρει διάφορες εντάσεις και αναζωπυρώσεις, κυρίως κατά τον 19ον αιώνα και αρχές του 20ού, ενώ τον συναντούμε και μέχρι σήμερα, είτε εκφραζόμενο από διανοούμενους είτε από ενέργειες και αντανακλαστικά μερίδων του πληθυσμού. Τα παραδείγματα είναι πολλά: αναφέρουμε ενδεικτικά και μόνο το περίφημο γλωσσικό ζήτημα, τα λεγόμενα ευαγγελικά όπου είχαμε νεκρούς κ.ά. Πιο πρόσφατα τον σημιτικό «εκσυχρονισμό» που επεδίωξε τον πλήρη αποχρωματισμό του κράτους και όχι μόνο, οδηγούμενος σε σύγκρουση με την Εκκλησία της Ελλάδος με αφορμή το θέμα των ταυτοτήτων. Το τελευταίο επεισόδιο της «μεγάλης ημών επαναστάσεως» δεν είναι άλλο από την ΕΟΚΑ και την 1η Απριλίου 1955. Και η τραγωδία συνεχίζεται.
*Πολιτικός Επιστήμονας – Ιστορικός
Υποψήφιος βουλευτής με την ΕΔΕΚ στη Λεμεσό



\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\



Παρασκευή 23 Μαρτίου 2018

Η Σκύλλα και η Χάρυβδη

http://art-hellas.blogspot.gr/2013/03/blog-post_5788.html

Η Σκύλλα και η Χάρυβδη




Η Σκύλλα και η Χάρυβδη ήταν δυο φοβερά τέρατα της θάλασσας. Οι ναυτικοί που κινδύνευαν στα ταξίδια τους από τα απειλητικά κύματα και τις θύελλες, έπλαθαν με τη φαντασία τους μυθικές μορφές, που λυσσομανούσαν και προσπαθούσαν αγριεμένες να τους καταστρέψουν. Έτσι γεννήθηκαν τα δυο τρομακτικά αυτά τέρατα. Οι θαλασσινοί έβαζαν με το νου τους πως δεν επρόκειτο απλώς για δυνατό άνεμο και για θεόρατα κύματα. Πίστευαν ότι κάτι περισσότερο κρύβεται πίσω απ' όλα αυτά, κάποιο πλάσμα κακό στην ψυχή και τρομερό στην όψη, που γύρευε το χαμό τους· αυτό προκαλούσε όλη τη φοβερή αναταραχή και η κακοκαιρία δεν ήταν τυχαία.
Έλεγαν πως η Σκύλλα και η Χάρυβδη βρίσκονταν η μια απέναντι από την άλλη, σ' ένα στενό θαλάσσιο πέρασμα που, σύμφωνα με τον Όμηρο, ονομαζόταν Πλαγκτές Πέτρες. Το πέρασμα αυτό ήταν εντελώς αδύνατο να το διασχίσει κανείς, λόγω της φοβερής κατάστασης που επικρατούσε εκεί από την παρουσία των δυο τεράτων· ούτε πουλί πετούμενο δε γλίτωνε, αν τολμούσε να το περάσει. Εκεί υπήρχαν πολλά απότομα βράχια, πολύ ψηλά και το κύμα έσκαγε πάνω τους με φοβερό θόρυβο. Το στενό αυτό το τοποθετούσαν σε διάφορα σημεία. Άλλοι έλεγαν πως ήταν ο Βόσπορος, άλλοι στο ακρωτήριο Ταίναρο κι άλλοι κοντά στα Κανάρια νησιά, εκτός Μεσογείου, δηλαδή. Οι πιο πολλοί πίστευαν πως η Σκύλλα και η Χάρυβδη κατοικούσαν στο στενό της Μεσσήνης, ανάμεσα στην Ιταλία και τη Σικελία.
Τα δυο τέρατα ήταν εγκαταστημένα σε δυο σκοπέλους. Ο ένας ήταν τόσο ψηλός, που η κορυφή του χανόταν στον ουρανό και ήταν πάντα σκεπασμένη με πυκνά μαύρα σύννεφα. Τα σύννεφα δε διαλύονταν ούτε όταν ο καιρός ήταν καλός. Όλος ο βράχος ήταν πάρα πολύ λείος, τόσο ώστε έμοιαζε σαν κάποιος να τον είχε τρίψει, για να γυαλίζει. Ήταν χαμένος κόπος να προσπαθήσει κάποιος να σκαρφαλώσει πάνω του. Στη μέση του υπήρχε μια βαθιά σπηλιά, τόσο βαθιά, που ούτε το βέλος ενός τοξότη δε θα έφτανε στο τέλος της, όπως λέει ο Όμηρος. Εκεί έμενε η φοβερή Σκύλλα. Προς τα δυτικά, η σπηλιά άνοιγε προς τη μεριά του αδιαπέραστου σκοταδιού, του Ερέβους. Όταν κανείς πλησίαζε, άκουγε τη Σκύλλα να ουρλιάζει συνεχώς, βγάζοντας μια κραυγή που έμοιαζε με κλαψουρίσματα νεαρού λιονταριού.
Η Σκύλλα ήταν κρυμμένη μέχρι τη μέση της μέσα στο βάραθρο της σπηλιάς. Είχε δώδεκα παραμορφωμένα ποδάρια, που υψώνονταν στον αέρα κι έξι πάρα πολύ μακρείς λαιμούς. Τα έξι κεφάλια της ήταν φριχτά, με τρία σαγόνια το καθένα· δηλαδή το κάθε στόμα της είχε τρεις σειρές δόντια, που στάζανε δηλητήριο. Από τη σπηλιά πρόβαλλαν τα κεφάλια της, που βουτούσαν ολόγυρα στο βράχο και μέσα στο νερό. Άρπαζαν τα μεγάλα κήτη της θάλασσας, δελφίνια, σκυλόψαρα, φώκιες και τα καταβρόχθιζαν με μανία. Έτρωγαν όμως και ανθρώπους, αν κάποιο καράβι τολμούσε να διασχίσει το στενό.
Η Σκύλλα άρπαζε τόσους κωπηλάτες, όσα ήταν και τα φοβερά της στόματα. Γονείς της Σκύλλας ήταν, σύμφωνα με μια παράδοση, ο Φόρκης και η Κητώ, η οποία είχε γονείς της τον Πόντο και τη Γαία. Παιδιά τους ήταν επίσης και άλλα θαλάσσια τέρατα, όπως η Έχιδνα, οι Σειρήνες και η Θόωσσα, που συμβόλιζε τη μανιασμένη θάλασσα. Άλλοι, πάλι, έλεγαν πως γονείς της Σκύλλας ήταν ο Φόρβας και η Εκάτη ή ο Φόρκης και η Εκάτη. Η Εκάτη ήταν κόρη του Δία, συνδεόταν όμως πιο πολύ με τους ανθρώπους, παρά με τους θεούς. Το βασίλειό της ήταν η θάλασσα κι όταν δεν τριγυρνούσε, έμενε στη Σπηλιά της, όπως ακριβώς η κόρη της, η Σκύλλα.
Την Εκάτη την ονόμαζαν αλλιώς και Λάμια και ήταν μια όμορφη βασίλισσα στη Λιβύη, ευνοούμενη του Δία. Η Ήρα, για να την εκδικηθεί, τη μεταμόρφωσε σε απαίσιο τέρας, κι εκείνη γέννησε αργότερα τη Σκύλλα. Τέλος, μια άλλη παράδοση θεωρεί γονείς της τον Τυφωέα και την Έχιδνα. Η Χάρυβδη κατοικούσε στην απέναντι μεριά, όπου υπήρχε ένας δεύτερος σκόπελος, αλλά με μικρότερο ύψος. Πάνω του είχε φυτρώσει μια αγριοσυκιά και κάτω από το φύλλωμά της καθόταν το τέρας, που από το στόμα του ξερνούσε μαύρο νερό. Η Χάρυβδη μπορούσε να μετατρέπει το στενό πέρασμα σε μια τεράστια ρουφήχτρα· τρεις φορές τη μέρα ρουφούσε το νερό και τρεις φορές το ξανάβγαζε με φοβερή ταχύτητα. Έτσι, αν τύχαινε και βρισκόταν κανείς κοντά τις στιγμές που το ρουφούσε, δεν είχε ελπίδες να γλιτώσει. Ούτε καν ο ίδιος ο Ποσειδώνας δεν μπορούσε να επέμβει και να βοηθήσει τους προστατευόμενους του.
Λίγοι μόνο ήρωες είχαν καταφέρει να ξεφύγουν από τα επικίνδυνα τέρατα. Ο Ιάσονας με το καράβι του, την Αργώ, είχε διασχίσει το πέρασμα με επιτυχία, χάρη όμως στην προσωπική φροντίδα και επίβλεψη της θεάς Ήρας. Η Αργώ έπλεε στα νερά, περικυκλωμένη από Νηρηίδες, που την προστάτευαν, ενώ πλοηγός τους ήταν η ίδια η Θέτιδα. Ο άντρας της, ο Πηλέας, ήταν ανάμεσα στο πλήρωμα, τους λεγόμενους Αργοναύτες, κι εκείνη του έδινε συνεχώς οδηγίες για το τι έπρεπε να κάνει την κάθε στιγμή.Για τον Αινεία έλεγαν ότι είχε προτιμήσει να αποφύγει το στενό και να κάνει το γύρο της Σικελίας, ώστε να μην εκτεθεί καθόλου στον κίνδυνο. Τη συμβουλή αυτή του την είχε δώσει ένας Τρώας, προικισμένος με μαντικές ικανότητες, ο Έλενος. Έμελλε αργότερα, πάντως, ν' αντικρίσει την απαίσια όψη τους, όταν θα περνούσε τις πύλες του Άδη.Ο Ηρακλής, ατρόμητος όπως πάντα, δε δίστασε ούτε στιγμή ν' αναμετρηθεί μαζί τους, όταν βρέθηκε στην περιοχή. Μετέφερε τα βόδια του Γηρυόνη και η λαίμαργη Σκύλλα του άρπαξε ένα. Τότε όρμησε γεμάτος οργή και την έκανε κομμάτια. Ο Φόρκης, ο πατέρας της, έτρεξε τότε να την ξαναφέρει στη ζωή· έκαψε πρώτα το λείψανο και κατόπιν το έβρασε κι εκείνη ξαναζωντάνεψε. Γι' αυτό και η Σκύλλα δε φοβόταν τη θεά του Κάτω Κόσμου, την Περσεφόνη, αφού πέρασε από το θάνατο και τελικά γλίτωσε.
Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, ο Φόρκης ξανακόλλησε τα κομμάτια της Σκύλλας με αναμμένα δαυλιά.
Ο πολυμήχανος Οδυσσέας χρειάστηκε, επίσης, να περάσει ανάμεσά τους, όταν άφησε πίσω του το νησί της Κίρκης. Εκείνη είχε φροντίσει, πριν την αναχώρησή του, να του δώσει οδηγίες και συμβουλές για να ξεπεράσει τα εμπόδια στο θαλασσινό ταξίδι του. Έτσι, ο Οδυσσέας πέρασε πρώτα από τις Σειρήνες, έπειτα από τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη και τέλος έφτασε στο νησί του Ήλιου, όπου έβοσκαν τα κοπάδια του Απόλλωνα. Αφού γλίτωσε από τις Σειρήνες, έπρεπε ν' αντιμετωπίσει τα δυο φριχτά τέρατα. Η Κίρκη, έχοντας υπόψη της ότι η Χάρυβδη είναι πάρα πολύ επικίνδυνη, κυρίως όταν ρουφά το νερό, ορμήνεψε τον Οδυσσέα να περάσει πιο κοντά στη Σκύλλα, έστω κι αν θα κινδύνευε να χάσει έξι άνδρες του, που θα τους άρπαζε το τέρας. Αυτό θα ήταν προτιμότερο, παρά να χαθεί ολόκληρο το καράβι στη φοβερή ρουφήχτρα της Χάρυβδης. Ο Οδυσσέας ρώτησε μήπως θα μπορούσε να πολεμήσει ο ίδιος τη Σκύλλα, βγαίνοντας αρματωμένος στην πλώρη και να υπερασπιστεί μ' αυτόν τον τρόπο το πλήρωμά του. Η Κίρκη απάντησε πως τίποτε δε θα κατάφερνε. Έκρινε πως θα ήταν καλύτερα να επικαλεστεί ο ήρωας εκείνη την ώρα το όνομα της Κραταιίδας, που, σύμφωνα με μια παράδοση, ήταν μητέρα της Σκύλλας, οπότε το θεριό θα μέρωνε. Αυτή θα ήταν η μοναδική λύση, ώστε να μην προφτάσει ν' αρπάξει κι άλλους έξι άνδρες από το πλοίο.
Όταν ο Οδυσσέας έφτασε στις Πλαγκτές Πέτρες, είχε καλά στο μυαλό του τις οδηγίες της Κίρκης. Οι άνδρες του πανικοβλήθηκαν από την αναταραχή που επικρατούσε μπροστά τους· την αδιάκοπη κίνηση του νερού, το φοβερό θόρυβο, τα κύματα και τους καπνούς. Η Χάρυβδη ρουφούσε και ξερνούσε το νερό και η θάλασσα θύμιζε ένα μεγάλο καζάνι, που έβραζε πάνω σε δυνατή φωτιά. Αχνοί σκέπαζαν τα πάντα γύρω. Από το φοβερό θέαμα τα κουπιά τους έπεσαν από τα χέρια. Ο Οδυσσέας προσπάθησε να τους δώσει θάρρος και κουράγιο και τους φώναξε να ξεμακρύνουν όσο μπορούσαν από τη Χάρυβδη. Δεν τους αποκάλυψε, όμως, τα όσα του είχε πει η Κίρκη για τη Σκύλλα και για τις έξι ζωές που έπρεπε να θυσιαστούν ώστε να σωθεί το υπόλοιπο πλήρωμα. Αν το έκανε αυτό, όλοι θα παρέλυαν εντελώς από τον τρόμο, τα πράγματα θα ξέφευγαν από κάθε έλεγχο και το καράβι θα χανόταν άδικα. Ο ίδιος ο Οδυσσέας αποφάσισε τελικά να σταθεί αρματωμένος στην πλώρη και να μην ακούσει τα λόγια της Κίρκης. Δεν κατάφερε όμως τίποτα, γιατί μέσα στην αναταραχή δεν μπορούσε να διακρίνει καθαρά τι γινόταν. Το μόνο που κατόρθωσε να δει ήταν ένα φοβερό θέαμα: έξι από τους πιο αντρειωμένους άνδρες του, να τους έχει αρπάξει το θεριό. Τους κρατούσε στον αέρα, όπως ο ψαράς που τραβά με την πετονιά του έξω από το νερό τα ψάρια που τσίμπησαν το δόλωμα. Ο Οδυσσέας άκουγε τις κραυγές τους· φώναζαν το όνομά του και τον καλούσαν σε βοήθεια. Τους έβλεπε να κουνούν τα χέρια και τα πόδια τους απεγνωσμένα, ώσπου χάθηκαν, χωρίς ο ίδιος να μπορεί να κάνει το παραμικρό για να τους σώσει.
Ευτυχώς, το πλοίο του Οδυσσέα πρόλαβε κι απομακρύνθηκε εγκαίρως από το επικίνδυνο πέρασμα χωρίς να χαθούν κι άλλα μέλη του πληρώματος. Κάποια στιγμή έφτασαν στο νησί του Ήλιου, όπως τους είχε ήδη πει η Κίρκη. Η μάγισσα τους είχε επίσης προειδοποιήσει πως δεν έπρεπε σε καμιά περίπτωση να πειράξουν τα βόδια που έβοσκαν εκεί, γιατί ανήκαν στον Απόλλωνα· αν ο θεός το μάθαινε, η οργή του θα ήταν μεγάλη και η τιμωρία τους φοβερή. Οι σύντροφοι του Οδυσσέα όμως, ταλαιπωρημένοι και πεινασμένοι έπειτα από τόσες περιπέτειες, δεν άντεξαν. Παρόλο που δεν είχαν ξεχάσει τις συμβουλές της Κίρκης, έσφαξαν κι έφαγαν τα ζώα του θεού. Ο Απόλλωνας δεν άργησε να το πληροφορηθεί και μανιασμένος εκδικήθηκε τους υπαίτιους· χτύπησε το πλοίο του Οδυσσέα στη μέση του πελάγους και σκότωσε όλους τους συντρόφους του για την ασέβειά τους. Ζωντανός έμεινε μόνο ο Οδυσσέας, τον οποίο η θάλασσα έσπρωξε και πάλι προς τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη. Εκείνη την ώρα η Χάρυβδη ρουφούσε τα νερά με φοβερή δύναμη. Μόλις που πρόλαβε ο Οδυσσέας να πιαστεί από ένα κλαδί της αγριοσυκιάς και κρεμόταν ώρες ολόκληρες απ' αυτό, σαν νυχτερίδα. Δεν μπορούσε ν' ανεβεί προς τα μέσα, προς τον κορμό του δέντρου, για να στηριχτεί καλύτερα, γιατί ήταν πιασμένος από την άκρη ενός μεγάλου κλαδιού, μακριά από τις ρίζες. Ούτε και να στηρίξει πουθενά τα πόδια του έβρισκε. Έτσι έμεινε να αιωρείται, μέχρι που η Χάρυβδη ξανάβγαλε το νερό από το φοβερό της στόμα. Μαζί με το νερό βγήκαν και τ' απομεινάρια του τσακισμένου καραβιού. Ο Οδυσσέας άφησε τότε τα χέρια του και πήδηξε πάνω σ' ένα σανίδι. Γραπώθηκε απ' αυτό και ταξιδεύοντας μ' αυτόν τον τρόπο έφτασε στο νησί της Καλυψώς, την Ωγυγία.
Ο μύθος της Σκύλλας και της Χάρυβδης δημιουργήθηκε από τη φαντασία και τις διηγήσεις των ναυτικών, που πίστευαν ότι τα φοβερά καιρικά φαινόμενα οφείλονταν στην ύπαρξη δυο φρικτών τεράτων. Με τον καιρό προέκυψαν και διάφορες ιστορίες σχετικά με την αρχική καταγωγή και τη μετέπειτα μεταμόρφωσή τους. Οι άνθρωποι, δηλαδή, όσο περνούσαν τα χρόνια προσπαθούσαν να εξηγήσουν πώς γεννήθηκαν· φαντάζονταν πως στην αρχή ήταν πλάσματα της στεριάς και κατά τη διάρκεια της ζωής τους, για κάποιο λόγο, μεταμορφώθηκαν. Έπειτα έγιναν μόνιμοι κάτοικοι του υγρού στοιχείου.
Υπάρχουν διάφορες εκδοχές για την ιστορία των δυο τεράτων. Η Σκύλλα ήταν αρχικά μια όμορφη κόρη του πελάγους, που ο Γλαύκος ερωτεύθηκε παράφορα. Εκείνη όμως δεν ανταποκρίθηκε στην αγάπη του. Η Κίρκη, που αγαπούσε τον Γλαύκο, ζήλεψε και θέλησε να την εκδικηθεί· φαρμάκωσε με μάγια το νερό, όπου η κόρη θα έπαιρνε το μπάνιο της και τη μεταμόρφωσε σε απαίσιο τέρας. Άλλοι πίστευαν πως δεν ήταν η ζήλια της Κίρκης, αλλά της Αμφιτρίτης, που την κατέστρεψε και τη μεταμόρφωσε δηλητηριάζοντας το λουτρό της με βότανα. Αιτία ήταν ότι την όμορφη Σκύλλα την είχε ερωτευτεί ο Ποσειδώνας. Τέλος, μια τρίτη εκδοχή αφηγείται ότι την είχε ερωτευθεί και ο Τρίτωνας, ως αντίζηλος του Ποσειδώνα. Για να την ευχαριστήσει, της πήγε κοχύλια και μικρές αλκυόνες μαζί με τη μητέρα τους, ως δώρο.
Τα πουλάκια ήταν όμως τόσο μικρά σε ηλικία, που είχαν χνούδι αντί για φτερά. Έτσι η Σκύλλα, όταν τα αντίκρισε, λυπήθηκε αντί να χαρεί, γιατί ένιωσε την πίκρα της μάνας τους, που ήταν δακρυσμένη. Ο Τρίτωνας μόλις κατάλαβε ότι δε θα μπορούσε να κατακτήσει την όμορφη κόρη ο ίδιος, αποφάσισε να την κάνει τέρας και έβαλε εκείνος την Κίρκη να χρησιμοποιήσει τα μάγια της. Από τότε η Σκύλλα προσωποποιεί τον τρόμο που εμπνέουν οι καρχαρίες και οι κίνδυνοι της θάλασσας.
Πολύ συχνά τη Σκύλλα τη φαντάζονταν και με ένα δεύτερο τρόπο, εκτός από τέρας της θάλασσας. Πίστευαν ότι ήταν και θαλάσσια θεά, που είχε μορφή γυναίκας μέχρι τη μέση, σκύλας μέχρι τους γοφούς και ψαριού από κει και κάτω. Φαντάζονταν ότι περιπλανιόταν στις θάλασσες, κάποτε με τη συνοδεία αλυχτισμάτων σκυλιών. Άλλοτε πάλι την απεικόνιζαν φτερωτή, γιατί πίστευαν ότι βασίλευε όχι μόνο στη θάλασσα, αλλά και στον αέρα.
Όσο για τη Χάρυβδη, έλεγαν πως ήταν κόρη του Ποσειδώνα και της Γαίας. Ήταν πάρα πολύ λαίμαργη, τόσο που έκλεψε ένα από τα βόδια του Ηρακλή και το έφαγε. Εκείνος, αηδιασμένος από την αδηφαγία της, την κατακεραύνωσε και έπειτα την γκρέμισε στα βάθη της θάλασσας. Από τότε έγινε θαλάσσιο τέρας, που τρώει ό,τι βρίσκει μπροστά του.
Πηγή: ellas.pblogs.gr
\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\\

Δημοφιλείς αναρτήσεις