Πέμπτη 2 Αυγούστου 2018

Σαν σήμερα 2 Αυγούστου 1903

ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!!!

Σαν σήμερα 2 Αυγούστου 1903

Η επανάσταση του Ίλιντεν (της «ημέρας του Αϊ-Λιά»). Εξέγερση αυτονομιστών στη Μακεδονία, καταλήγει σε σφαγή και Ελλήνων από τους Τούρκους και γίνεται αφορμή να ξεκινήσει ο Μακεδονικός Αγώνας.
 

http://el.wikipedia.org/wiki/Μακεδονικός_Αγώνας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πήδηση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Μακεδονικός Αγώνας
Makedonien ethnisch (1892).JPG
Γερμανικός εθνογραφικός χάρτης της Μακεδονίας (1892).
Χρονολογία 1904–1908
Τόπος Μακεδονία
Έκβαση Οι συγκρούσεις σταμάτησαν μετά την επανάσταση των Νεοτούρκων
Αντιμαχόμενοι
Ottoman flag.svg Οθωμανική Αυτοκρατορία
Ηγετικά πρόσωπα
Δυνάμεις
2.000 ένοπλοι (στην ακμή) (η συντριπτική πλειοψηφία τους Μακεδόνες)[1]
Δεν υπάρχει σαφής εκτίμηση, αλλά πάνω από 20.000 (4.000 κομιτατζήδες μόνο στις περιοχές Δοϊράνης - Γευγελής)[2]

Απολογισμός
Νεκροί: 700 ένοπλοι
1.250 άμαχοι[1]


Ο Μακεδονικός Αγώνας ήταν η Ελληνική ένοπλη αντεπίθεση στις αρχές του 20ού αιώνα που διήρκεσε περίπου 4 χρόνια (1904-1908) και διεξήχθη στη Μακεδονία (τότε μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας), εναντίον κυρίως των Βουλγάρων κομιτατζήδων και δευτερευόντως Ρουμάνων και Σέρβων, απαντώντας έτσι σε μια σταδιακά αυξανόμενη οργανωμένη βία από τη βουλγαρική πλευρά, που ξεκίνησε ήδη από την ίδρυση της Βουλγαρικής Εξαρχίας το 1870 και είχε ως σκοπό τη βουλγαροποίηση των χριστιανικών πληθυσμών και την αλλοίωση της εθνικής τους φυσιογνωμίας προς όφελος των βουλγαρικών διεκδικήσεων.[3]

Σύνοψη

Ένα από τα διατάγματα ίδρυσης της Βουλγαρικής Εξαρχίας ήταν, και το πλέον επίμαχο σημείο, ο τελευταίος όρος που επέτρεπε την επέκταση της Εξαρχίας για δημιουργία επισκοπικών περιφερειών εφόσον «το όλον, ή τουλάχιστον τα δύο τρίτα των ορθοδόξων κατοίκων, θέλουν να υπόκεινται εις την βουλγαρικήν εξαρχίαν».[4]α[›]Αυτός ο όρος ήταν τελικά η αιτία να ακολουθήσουν στη συνέχεια βουλγαρικές θηριωδίες σε βάρος ομόθρησκων λαών, Ελλήνων και Σέρβων, ειδικότερα σε χωριά της Μακεδονίας, στην προσπάθειά τους ν΄ αποσπάσουν δηλώσεις των δύο τρίτων των κατοίκων ότι είναι «Εξαρχικοί», αλλοιώνοντας με τον τρόπο αυτό το φρόνημα των κατοίκων, φθάνοντας έτσι στον Μακεδονικό Αγώνα και όχι μόνο.
Η εντεινόμενη βουλγαρική τρομοκρατία οδήγησε την περιοχή της Μακεδονίας να τεθεί υπό διεθνή Επιτροπεία μετά τη Συνθήκη του Βερολίνου (1878), και Γάλλοι, Ρώσοι και Αυστριακοί στρατιωτικοί ανέλαβαν καθήκοντα παράλληλης διοίκησης με τους Οθωμανούς. Οι Γάλλοι και Αυστριακοί προωθούσαν τις ουνιτικές ιεραποστολές στην Κεντρική Μακεδονία εποφθαλμιώντας τη Θεσσαλονίκη, ο καθένας για λογαριασμό του, ενώ οι Ρώσοι υποστήριζαν φανερά τις βουλγαρικές ένοπλες ομάδες. Η Υψηλή Πύλη αδυνατούσε να παρέμβει δραστικά στις ένοπλες συγκρούσεις μεταξύ Ελλήνων και Βουλγάρων. Οι Βούλγαροι την περίοδο εκείνη προσπαθούσαν αφενός να στρέφουν τις ευρωπαϊκές και οθωμανικές στρατιωτικές διοικήσεις κατά των αντιπάλων τους, και αφετέρου να συνεργάζονται με όποιες απ' αυτές ήταν δυνατό, ενώ παράλληλα το Ηνωμένο Βασίλειο υπέσκαπτε με κάθε τρόπο την ενδεχόμενη ελληνο-βουλγαρική συνεργασία, φοβούμενη την εκμετάλλευσή της από τη Ρωσία.

Στιγμιότυπο από το συλλαλητήριο στον προαύλιο χώρο της Μητρόπολης Καστοριάς το Μάιο του 1904 κατά την άφιξη του εξαρχικού επισκόπου Γρηγόριου, που τελικά φυγαδεύθηκε συνοδεία Τούρκων μετά από λίγες ημέρες. Ο Γερμανός Καραβαγγέλης απευθυνόμενος στους συγκεντρωθέντες μεταξύ των άλλων είπε: «άνευ βουλγαρικής κοινότητος εις Καστορίαν».
Στα ορεινά και στις πιο απομονωμένες περιοχές υπήρχαν ελεύθερα χωριά, φτωχά και με άγονη γη. Πλήρωναν μόνο φόρους στους Οθωμανούς και ήταν στο έλεος ληστρικών συμμοριών όταν δεν ανέθεταν την ασφάλειά τους σε τοπικούς λήσταρχους. Οι πιο δραστήριοι ήταν εποχιακοί εργάτες, καρβουνιάρηδες ή ξυλοκόποι, ενώ άλλοι αναγκάζονταν να στραφούν στη ληστεία, επάγγελμα αρκετά αποδοτικό εκείνη την εποχή.[5] Τόπος χωρίς οδικό δίκτυο και με περιοχές τελείως απομονωμένες η μια από την άλλη με έλλειψη ασφάλειας, σύντομα θα υποστεί τη βουλγαρική προπαγάνδα που θα κυριαρχήσει με την τρομοκρατία.[6] Έτσι αναδεικνύονται πρωτοκλασάτα στελέχη, αρχικά της ΕΜΕΟ ο Τσακαλάρωφ στο Σμαρδέσι, ο Μήτρε Βλάχος στο Μακροχώρι Καστοριάς και ο Λαζάρ Ποπτράϊκωφ στο Δενδροχώρι.
Ενόψει της προετοιμασίας της Εξέγερσης του Ίλιντεν (20 Ιουλίου 1903) χρίζονται οι τοπικοί ηγέτες[7] και τέλος του Αυγούστου 1902 πραγματοποιείται στο Σιδηροχώρι Καστοριάς συνάντηση του απεσταλμένου του Τσόντσεφ από το περιβάλλον της βουλγαρικής ανωτάτης αρχής Γιάγκωφ με τους τοπικούς ηγέτες, που δηλώνουν ότι δεν είναι έτοιμοι για μια τέτοια εξέγερση, αντιδρώντας μερικοί και στη βουλγαρική πρωτοβουλία.[8] Ένα μήνα περίπου μετά την εξέγερση καίγονται τα περισσότερα χωριά από τους Οθωμανούς, μερικά ολοσχερώς και τον Οκτώβριο του 1904 σκοτώνεται στη Στάτιστα ο Παύλος Μελάς. Με το κίνημα των Νεότουρκων το 1908 αναστέλλεται[9] κάθε εμπόλεμη δραστηριότητα μέχρι τους Βαλκανικούς πολέμους 1912-1913.
Ο Μακεδονικός Αγώνας ξεκίνησε από την περιοχή της Καστοριάς (ειδικότερα στα Κορέστεια) και περί το τέλος του είχε επεκταθεί σ΄ όλη τη σημερινή Μακεδονία, μέχρι και των περιοχών του Μοναστηρίου, Γευγελής, Δοϊράνης κ.λ.π. Σκοπός των αντιπάλων ήταν ο εκφοβισμός ή η εξόντωση των αντίθετων στοιχείων και ο προσεταιρισμός του πληθυσμού προς την Βουλγαρική και την Ελληνική Εκκλησία και εθνικό φρόνημα, δράση η οποία γρήγορα εξελίχθηκε σε αγώνα αλληλοεξόντωσης των εκατέρωθεν ενόπλων τμημάτων.

Η κατάσταση στη Μακεδονία

Ο αγώνας για την ανεξαρτησία της Μακεδονίας είχε αρχίσει συγχρόνως με την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Οι εξεγέρσεις όμως του Εμμανουήλ Παπά στη Χαλκιδική, της Νάουσας με το Ζαφειράκη Θεοδοσίου το 1822 καθώς και η αποτυχημένη Επανάσταση του Λιτοχώρου το 1878 είχαν καταπνιγεί από τους Τούρκους.[10] Με την ίδρυση του μικρού Ελληνικού Βασιλείου, μόνιμη επιδίωξη των Ελλήνων ήταν η τύχη των υπόδουλων που ήταν υπό τον οθωμανικό ζυγό.

"Ο Σουλτάνος τελικά έδινε δικαίωμα στη νέα Εκκλησία, εφόσον είχε στο εκκλησίασμα την πλειοψηφία των 2/3 να ιδρύσει Μητρόπολη και αν είχε το 1/3 τουλάχιστον να κατέχει μια εκκλησία....[11] «Ἀν αὐτό ληφθῇ ὡς πρόσχημα διά τήν ἐνσπορᾶ διχόνοιας καί ἀναταραχής μεταξύ τὢν κατοίκων, οἱ ἔνοχοι τέτοιων ἐνεργειών θά τιμωρηθούν, σύμφωνα μέ τό νόμο».

Όμως για δεκαετίες παρέμενε αποκομμένη από το ελληνικό βασίλειο.α[›] Το Ελληνικό κράτος είχε να αντιμετωπίσει μια σειρά από εμπόδια:
α) τη γεωγραφική απόσταση
β) την αρνητική διπλωματική συγκυρία : οι επαναστατικές κινήσεις των ετών 1839-1840, 1854 και 1866 ναυάγησαν επειδή η ελληνική πλευρά πίστευε πως θα εκβίαζε την ενσωμάτωση της Μακεδονίας αν την ενέτασσε στις διεθνείς κρίσεις της περιόδου: Τουρκοαιγυπτιακός πόλεμος (1839–41), Κριμαϊκός πόλεμος, Κρητική Επανάσταση, με σύμμαχο την ομόδοξη Ρωσία.
Το 1893 ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη η οργάνωση Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση (ΕΜΕΟ) με επίσημο σκοπό το συντονισμό των προσπαθειών των χριστιανικών πληθυσμών της Μακεδονίας για την απελευθέρωσή τους από τον οθωμανικό ζυγό. Η οργάνωση αναφερόταν γενικά στα δικαιώματα του "Μακεδονικού λαού" χωρίς εθνικές ή δογματικές διακρίσεις, δηλώνοντας "σταθερά ενωτική" και "μαχητικά αντισωβινιστική".
Στην πραγματικότητα ήταν μία βουλγαρική εθνικιστική οργάνωση με μυστική ατζέντα τον εκβουλγαρισμό της Μακεδονίας και την απόσχισή της από την Οθωμανική Αυτοκρατορία ως ενδιάμεσο στάδιο πριν την τελική ένωσή της με τη Βουλγαρία. Η διαδικασία του εκβουλγαρισμού ήταν μεθοδική και είχε προσεκτικά σχεδιαστεί ώστε να κλιμακωθεί σταδιακά, με πρώτο στάδιο τον εξαναγκασμό του συνόλου του ρευστής εθνικής συνείδησης χριστιανικού πληθυσμού να εκκλησιάζεται σε εκκλησίες που θα υπάγονταν στην Βουλγαρική Εξαρχία αντί στις υπάρχουσες, οι οποίες υπάγονταν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Για το σκοπό αυτό ιδρύθηκαν σε όλη τη Μακεδονία πολυάριθμες εξαρχικές εκκλησίες. Σ' αυτές, ο εκκλησιασμός γινόταν στη βουλγαρική γλώσσα και τα ονόματα των βαπτιζομένων ήταν βουλγαρικά. Σε δεύτερη φάση το κομιτάτο άρχισε να ιδρύει πολυάριθμα σχολεία στα οποία τα παιδιά θα διδάσκονταν τη βουλγαρική γλώσσα και θα κατηχούνταν πλέον εθνικά.

Η τσέτα του Μπoρίς Σαράφωφ πυρπολώντας και σέρνοντας άμαχους αιχμαλώτουςβ[›]
Η δράση του κομιτάτου αρχικά είχε κάποια επιτυχία αλλά σύντομα έγιναν αντιληπτά τα πραγματικά του κίνητρα, όταν ένοπλες ομάδες του (κομιτατζήδες) άρχισαν να εκτελούν και να βασανίζουν ιερείς, δασκάλους, τοπικές προσωπικότητες, αλλά και απλούς πολίτες που αρνούνταν το συγκεκαλυμμένο αυτό εκβουλγαρισμό, που εντάθηκε κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας (1902-1903)γ[›] για την Εξέγερση του Ίλιντεν. Αυτό αφύπνισε την κοινή γνώμη στην Ελλάδα. Κατόπιν δραματικών εκκλήσεων του μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανού, ο οποίος είχε αρχίσει ήδη να οργανώνει τοπικά τμήματα αυτοάμυνας σε Καστοριά και Φλώρινα, ιδρύθηκε στην Αθήνα το Μακεδονικό Κομιτάτο[12] υπό τον δημοσιογράφο Δημήτριο Καλαποθάκη. Ενδεικτικό των συνθηκών είναι ότι ίδιος ο μητροπολίτης είχε αναγκαστεί να περιέρχεται τους ναούς των χωριών της περιφέρειάς του και να εκκλησιάζει με το όπλο του παρά πόδα (λόγω των αλλεπάλληλων απειλών κατά της ζωής του), σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να τονώσει το ηθικό των τρομοκρατημένων πιστών. Ακολούθησαν κάποιες αποστολές ελληνικών ένοπλων σωμάτων (κατά κύριο λόγο Κρητών και Μανιατών εθελοντών) στη Μακεδονία. Η επίσημη εμπλοκή του Ελληνικού κράτους στα Μακεδονικά πράγματα πραγματοποιήθηκε μετά τον Ιανουάριο του 1904, όταν ο οπλαρχηγός Κώττας Χρήστου, επικεφαλής αντιπροσωπείας των Κορεστείων, συναντήθηκε με το διάδοχο Κωνσταντίνο.[13] Αλλά οι εθελοντές και συνεπακόλουθα τα τμήματα πολλαπλασιάστηκαν θεαματικά μετά την πανελλήνια συγκίνηση που προκάλεσε ο θάνατος του Παύλου Μελά το 1904.
Χαρακτηριστικό της εποχής είναι το ακόλουθο δημοτικό τραγούδι της επαρχίας Παιονίας στο σλαβογενές τοπικό ιδίωμα:[14][15]

Να Γκραντάτς πούκαϊα,
να Γκουμέντσα σλούσαϊα.
Γκ'ρτσοι αντάρτσοι φ'ρλια,
Μπουγκάρτσκι κούτσινια πάγκιατ.
Μόμιτε σε σμέια
πισκέσιε να Γκ'ρτσιτε.
Γκ'ρτσιτε σε μόλια:
Μπουγκάριν ντα ζακόλια,
Μπουγκάριν ντα ζακόλια,
Κρ'φτα ντα μα πία,
Κρ'φτα ντα μα πία,
ζέμια Γκ'ρτσια ντα ισμία.
Στο Γκαντάτσι (κορυφή του Πάικου) πυροβολούσαν,
στη Γουμένισσα ακούγαν.
Έλληνες αντάρτες ρίχναν,
Βουλγάρικα σκυλιά πέφταν.
Τα κορίτσια κουβαλούσαν
δώρα στους Έλληνες.
Τους Έλληνες (αντάρτες) παρακαλούσαν:
Βούλγαρο να σφάζαν,
Βούλγαρο να σφάζαν,
το αίμα του να πίναν,
το αίμα του να πίναν,
την Ελληνική γη να καθαρίζαν.
«Όλες οι παρατάξεις που διαφιλονικούν τη Μακεδονία, ανασυγκροτούν με τη σειρά τους η καθεμιά, την ιστορία τής χώρας αυτής και αντλούν απ΄αυτήν την αναντίρρητη απόδειξη δικαιωμάτων τους συσκοτίζοντας τις παρελθούσες βασιλείες των ανταγωνιστών τους και φωτίζοντας μονάχα την επέκταση του δικού τους λαού. Σχόλια από τον Βικτόρ Μπεράρ για το βιβλίο του Γκόπτσεβιτς (Goptechewitch) «Makedonien und Alt Serbien, Βιέννη, Scidul 1889».



Μακεδονομάχοι

Κύριο λήμμα: Μακεδονομάχοι

Σφραγίδα του Ελληνομακεδονικού Κομιτάτου

Η σημαία του τμήματος του οπλαρχηγού Δεληγιαννάκη

Ο Παύλος Μελάς, ελαιογραφία του Γεωργίου Ιακωβίδη
Η ιστορία του Μακεδονικού Αγώνα, που αποτελεί μέρος οργανικό της εθνικής ιστορίας της Ελλάδας και της Βουλγαρίας, αφορά κυρίως στον επηρεασμό και τη στήριξη του φρονήματος των σλαβοφώνων υπέρ της Ελλάδας ή της Βουλγαρίας.[16] Οι σλαβόφωνοι, οι οποίοι εκτός από τη μητρική τους γλώσσα ομιλούσαν πολλοί και την ελληνική ή και την τουρκική, περισσότερο οι άνδρες, και ήσαν έως τότε προσηλωμένοι στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, την πηγή των στοιχείων που συνιστούσαν την ταυτότητά τους, βρέθηκαν στο επίκεντρο σκληρών εθνικών συγκρούσεων που αποσκοπούσαν στην ένταξή τους στη μια ή την άλλη πλευρά.[17]
Υπό τις συνθήκες αυτές πολυάριθμοι κυρίως νεαροί, Έλληνες αξιωματικοί προσφέρθηκαν παραιτούμενοι από τον Ελληνικό Στρατό να τεθούν επικεφαλής των ανταρτικών ομάδων και των επαναστατικών σωμάτων για την προστασία του ελληνικού πληθυσμού. Τον αγώνα τους συντόνισαν ο μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης, ο μητροπολίτης Δράμας Χρυσόστομος Καλαφάτης, ο Ίων Δραγούμης από το προξενείο της Ελλάδας στο Μοναστήρι, ο Λάμπρος Κορομηλάς από το προξενείο της Θεσσαλονίκης και ο δημοσιογράφος Δημήτριος Καλαποθάκης από την Αθήνα.
Άλλοι σημαντικοί Μακεδονομάχοι οπλαρχηγοί ήταν οι: Άρμεν Κούπτσιος, Τέλλος Άγρας, καπετάν Αμύντας (κατά κόσμον Νικόλαος Δουμπιώτης), Μιχαήλ Σιωνίδης, Λουκάς Κόκκινος, Κωνσταντίνος Ρίζος, Γεώργιος Μόδης, Γεώργιος Γιώτας, Κωνσταντίνος Χρήστου, Ευάγγελος Νάτσης, Φιλόλαος Πηχεών, Ιωάννης Ράλλης, Σταύρος Ρήγας, Δούκας Γαϊτατζής, Θεοχάρης Κούγκας, Μανώλης Ξυλούρης-Τζιτζής, Κωνσταντίνος Μαζαράκης, Κωνσταντίνος Γαρέφης, Γεώργιος Παπαστεφάνου, Λαμπρινός Βρανάς, Στέφανος Παπαγάλος, Γεώργιος Δικώνυμος, Χρήστος Βέσκος, Νικόλαος Τσοτάκος, Γεώργιος Ζουρίδης, Χρήστος Δρεμλής, Γεώργιος Σεϊμένης, Αριστείδης Μαργαρίτης, Ζαχαρίας Παπαδάς, Παύλος Κύρου, Γεώργιος Γιαγκλής, Γεώργιος Στρατινάκης, Αριστείδης Κιτράκης, Γεώργιος Κακουλίδης, Νικόλαος Ρόκας, Χρυσόστομος Χρυσομαλλίδης κ.ά.
Όχι μόνον από την Κρήτη αλλά και από τη Μάνη είχε συγκροτηθεί σώμα από μερικές δεκάδες εθελοντές υπό τον Αντώνιο Βλαχάκη (Καπετάν Λίτσα) με οπλαρχηγούς, μεταξύ άλλων, τον Ευάγγελο Μπαϊρακταρέα (Καπετάν Ακίλλα) και τους εξαδέλφους Λεωνίδα και Παναγιώτη Πετροπουλάκη από το Γύθειο. Οι τρεις αυτοί μαζί με άλλους εννέα αγωνιστές είχαν ηρωικό θάνατο σε μάχη κατά Τούρκων και Βουλγάρων στο χωριό Οσνίτσανη (Καστανόφυτο). Σχετικά με αυτή τη μάχη υπάρχει το εξής τραγούδι σε ύφος δημώδες:[18]

Σάββατο βράδυ είμαστε κοντά σε μοναστήρι
Κι’ ο Λίτσας ήταν σκεφτικός κι’ όλο συλλογισμένος
Τους αρχηγούς εκάλεσε και τον Πετροπουλάκη.
Να ετοιμαστούνε τα παιδιά στον πόλεμο να πάμε,
Βουργάρους για να κάψουμε, ταμπούρια για να φάμε.
Τη χαραυγή κινήσαμε και πάμε στην Οσνίτσα,
Άϊντε Λίτσα μου καημένε και στον κόσμο παινεμένε...
Ο Μακεδονικός Αγώνας ήταν κατά πολύ και ένας αγώνας πρακτόρων. Το Γενικό Κέντρο Αμύνης έστειλε σε διάφορα μέρη ριψοκίνδυνους αξιωματικούς που οργάνωσαν τον αγώνα κατά του Βουλγαρισμού και λειτούργησαν είτε κρυφά ως πράκτορες είτε φανερά ως υπάλληλοι του Ελληνικού Προξενείου. Στην περιοχή της Καβάλας στάλθηκαν ο Στυλιανός Μαυρομιχάλης (Μαυρομάτης), ο Κωνσταντίνος Τυπάλδος, ο υπολοχαγός Αθανάσιος Μάρκου και ο Μανιάτης ανθυπολοχαγός Λεωνίδας Μπεχράκης (καπετάν Νικήτας).
Σημαντική συνεισφορά στο Μακεδονικό Αγώνα είχαν και πρόσωπα που υπηρετούσαν σε κομβικές θέσεις, όπως ο μικρασιατικής καταγωγής πρωτοσύγκελλος της Μητρόπολης Θεσσαλονίκης Αιμιλιανός Λαζαρίδης.[19]
Από το Σεπτέμβριο του 1904, την αρχηγία των ελληνικών σωμάτων ανέλαβε ο Παύλος Μελάς. Ο θάνατος του Παύλου Μελά σε συμπλοκή με τουρκικό απόσπασμα στο χωριό Στάτιστα της Δυτικής Μακεδονίας, στις 13 Οκτωβρίου του 1904, συνετάραξε ολόκληρο το Έθνος και από τότε η σωτηρία της Μακεδονίας έγινε υπόθεση ολόκληρου του Ελληνισμού.[20]
Μετά το θάνατό του, οι Έλληνες άρχισαν να επικρατούν σε όλη σχεδόν τη Μακεδονία συμπεριλαμβανομένων και των περιοχών στις οποίες η βουλγαρική επιρροή προηγουμένως ήταν τόσο έντονη ώστε να έχει εξελιχθεί σε κράτος εν κράτει (Καστοριά, Φλώρινα και Έδεσσα-Γιαννιτσά).

"Ορκίζομαι εις το όνομα της Αγίας Τριάδος ότι θα διαφυλάξω το μυστικό. Ότι θα εργάζομαι με όλην την ψυχήν μου και την καρδίαν μου προς εξόντωση των Βουλγάρων κακούργων και προς επιτυχίαν της ελευθερίας της Πατρίδος μου Μακεδονίας. Είς τους εχθρούς της πατρίδος μου δεν μαρτυρύσω το παραμικρόν ακόμη και αν μου βάλουν το μαχαίρι στον λαιμόν. Αν παραβώ τον όρκο μου ο θεός ας με τιμωρήσει και οι ελευθερωταί της πατρίδος μου ας με κομματιάσουν και η αμαρτία να είναι στον λαιμό".
Όρκος του Μακεδονομάχου
Στις μνήμες των περισσότερων ο Μακεδονικός Αγώνας συνδέεται με τον αγώνα του Τέλλου Άγρα στη Λίμνη των Γιαννιτσών μέσα από τις συγκλονιστικές αφηγήσεις της Πηνελόπης Δέλτα στο βιβλίο της «Στα Μυστικά του Βάλτου».
Ο Αγώνας των Μακεδονομάχων κράτησε έως το 1908 οδηγώντας σε αποτυχία τα βουλγαρικά σχέδια για το βίαιο εκβουλγαρισμό της Μακεδονίας. Το τέλος του Αγώνα στην τουρκοκρατούμενη Μακεδονία συνδέθηκε με την επικράτηση των Νεότουρκων οι οποίοι αρχικά φάνηκαν να καταβάλλουν προσπάθειες εκσυχρονισμού και εκδημοκρατισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και συγχρόνως απέτρεψαν με αυστηρότητα το αντάρτικο μεταξύ Βουλγάρων και Ελλήνων.

Κομιτατζήδες

Κύριο λήμμα: Κομιτατζής

Σφραγίδα της Δεύτερης Επαναστατικής Περιφέρειας Μπίτολα (ΕΜΕΟ).

Κύριοι αντίπαλοι των ελληνικών ενόπλων σωμάτων ήταν οι Βούλγαροι κομιτατζήδες. Το «Μακεδονικό Κομιτάτο» είχε από νωρίς οργανώσει ένα δίκτυο από παραστρατιωτικές ομάδες, οι άντρες των οποίων είχαν επιδοθεί σε ένα όργιο βίας και τρομοκρατίας του ελληνικού και όχι μόνο στοιχείου της Μακεδονίας (ενδεικτικά το 1903, μόνο στη Θεσσαλονίκη είχαν προβεί σε βομβιστικές επιθέσεις κατά της Μητρόπολης και άλλων κτηρίων ελληνικών ιδιοκτησιών, αλλά και στην ανατίναξη του γαλλικού πλοίου Γκουανταλκιβίρ και της Οθωμανικής Τράπεζας).
Ο όρος κομιτατζήδες στη Μακεδονία χρησιμοποιούταν για να χαρακτηρίσει τους εξαρχικούς ελληνικής καταγωγής που μεταστράφηκαν και υπηρετούσαν τους σκοπούς της Βουλγαρίας, διαχωρίζοντάς τους έτσι από τους καθαυτό Βούλγαρους.[21]
Σημαντικά στελέχη των Κομιτατζήδων ήταν ο ιδρυτής τους Γκότσε Ντέλτσεφ (ετιμάτο ως εθνικός ήρωας στη Βουλγαρία μέχρι το 1946 όταν με την αλλαγή της πολιτικής της Βουλγαρίας στο Μακεδονικό, το μουσείο του έκλεισε και τα περιεχόμενα του μαζί με τα οστά του μεταφέρθηκαν στα Σκόπια της νεοϊδρυθείσας ΓΔΜ), ο Αποστόλ Πέτκωφ, ο Νίκολα Κάρεφ, ο Γιάνε Σαντάνσκι κ.α.
Οι Κομιτατζήδες διατήρησαν μια υποτυπώδη δραστηριότητα μετά το 1908 αλλά επανεμφανίστηκαν δυναμικά κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους ως παραστρατιωτικές ομάδες υποστηρίζοντας το Βουλγαρικό Στρατό στις επιχειρήσεις του. Κατά τη διάρκεια της ολιγόμηνης βουλγαρικής κατοχής της ανατολικής Μακεδονίας προέβησαν σε νέες θηριωδίες κατά του ελληνικού πληθυσμού της περιοχής υπό την πλήρη ανοχή των επίσημων βουλγαρικών αρχών και του τακτικού βουλγαρικού στρατού, ο οποίος και τις εξόπλιζε, όπως η καταστροφή των Σερρών και του Δοξάτου (ήταν η πρώτη φορά). Επισήμως, ενώ ο Βουλγαρικός Στρατός γενικά χρέωσε στο κομιτάτο τις σφαγές, ως ενέργειες άτακτων σωμάτων, λίγο αργότερα, κατά τη διάρκεια του Β' Βαλκανικού Πολέμου, ενσωμάτωσε τις μονάδες αυτές αυτούσιες στον τακτικό βουλγαρικό στρατό. Αυτό ήταν και το ενδεικτικό τέλος της ιστορίας των ενόπλων τμημάτων της «Εσωτερικής Μακεδονικής Επαναστατικής Οργάνωσης» (ΕΜΕΟ).
Ως απάντηση στο Βουλγαρικό Μακεδονικό Κομιτάτο δημιουργήθηκε στην Αθήνα το Ελληνικό Μακεδονικό Κομιτάτο. Υπό την προεδρία του Δημητρίου Καλαποθάκη, διευθυντού της εφημερίδας "Εμπρός", και με τη συμμετοχή του Στέφανου Δραγούμη, στρατολογούσε εθελοντές για την υπεράσπιση της Μακεδονίας. Έτσι στα μακεδονικά βουνά παρουσιάστηκαν Έλληνες αγωνιστές απ' όλα τα μέρη της τότε Ελλάδας για την υπεράσπιση του ελληνικού μακεδονικού πληθυσμού.[22]

Μάχες την άνοιξη του 1905


Φωτογραφία της 26ης Μαρτίου 1905 που πρoβλήθηκε διεθνώς από τη Βουλγαρία ως αποτέλεσμα της επίθεσης της Ζαγορίτσανης. Η Ζαγορίτσανη όμως ήταν ήδη κατεστραμμένη την περίοδο του Ίλιντεν.
«Οι κάτοικοι της Ζαγορίτσανης συμμετείχαν μαζικά στην επανάσταση του Ίλιντεν. Προχωρώντας σε αντίποινα εναντίον του χωριού, ο Οθωμανικός Στρατός έκαψε όλα τα σπίτια του [Documents and Materials]. Η πράξη αυτή σημειώθηκε στις 15 Αυγούστου 1903. Σύμφωνα με τον Σιλιανόφ το ασκέρι έκαψε 630 σπίτια και 30 παιδιά που βρέθηκαν μέσα σε αυτά». [Силянов Α, 422].

-Μπράτιμ! μπράτιμ! Άκουες δεξιά και αριστερά από γυναίκες ξεμαλλιασμένες μέσα στους δρόμους και παιδιά που έτρεμαν σαν φύλλα. -Αδελφέ! αδελφέ! εφώναζαν όσοι άφηναν το πείσμα μπροστά στο θάνατο και ωμιλούσαν ελληνικά για να σωθούν.[23]

Η Ζαγορίτσανη (σημ. Βασιλειάδα Καστοριάς) στις αρχές του 20ού αιώνα ήταν μια κωμόπολη με περισότερους από 3.500 κατοίκους.[24] Γενέτειρα του Αναστάς Γιάγκωφ, απόστρατου συνταγματάρχη του βουλγαρικού στρατού, έγινε κέντρο εξορμήσεων και αποθήκη πολεμικού υλικού που έπαιξε πρωταρχικό ρόλο στην προετοιμασία της Eξέγερσης του Ίλιντεν. Μετά τη διάψευση όμως των ελπίδων για την αναγνώριση από τις ευρωπαϊκές δυνάμεις μιας αυτόνομης Μακεδονίας ή μιας μεγαλύτερης Βουλγαρίας, που ήταν ο αρχικός αλλά και ο τελικός σκοπός, στην περιοχή της Καστοριάς είχε παραμείνει μόνο το σώμα του Μήτρε Βλάχου (Ντίμιταρ Παντζούρωφ), βλάχικης καταγωγής.
Έτσι την άνοιξη του 1905 επαναμφανίζονται στην περιοχή οι βουλγαρόφρονες κομιτατζήδες, καταφθάνουν τα σώματα των Βασίλ Τσακαλάρωφ, Ιβάν Ποπώφ και Μιχαήλωφ, ενώ αναπτύσσουν εντονότερη δράση αυτά του Μήτρου Βλάχου, Ατανάς Κερσάκωφ από την Ιεροπηγή Καστοριάς (τότε Κοστενέτσι) και Κόλε Αντρέεφ (μεθερμηνευόμενον Νικόλαος Ανδρέου) από το Βαρικό Φλώρινας (τότε Μόκρενη). Στη βουλγαρική βιβλιογραφία η επίθεση στη Ζαγορίτσανη αναφέρεται ως η «Σφαγή της Ζαγορίτσανης» βουλγ. (Загоричанско клане) που αποδίδεται στην αγριότητα Ελλήνων αξιωματικών και Κρητών εθελοντών, χωρίς όμως να γίνεται οποιαδήποτε διασύνδεση με προγενέστερα συμβάντα, όπως:

Στις 18 Μαρτίου δέχεται επίθεση η Μονή Αγίου Αθανασίου Ζηκοβίστης και στις 21 Μαρτίου καταφθάνει στο Σισάνι το πολυπληθές σώμα του Στέφανου Δούκα (Καπετάν Μάλλιος) και συναντάται με τον Βάρδα. Μαζί με τα σώματα των Καούδη, Γύπαρη, Δικώνυμου Μακρή, Καραβίτη, Γκούσα και Πουλάκα, συγκεντρώνει ένα πολυπληθές σώμα περίπου 200 οπλιτών, ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγονται οι σλαβόφωνοι Σταύρος Τσίλης από το Μαυρόκαμπο Καστοριάς ως οπλίτης, ο Θωμάς Χρήστου (Ρώμπακας) ομαδάρχης του Τσόντου Βάρδα από τη Βυσσινιά Καστοριάς, ο Θανάσκας (Παπαδημητρίου) Φώτιος από τον Απόσκεπο Καστοριάς, ο Ζηκούλης Αχιλλέας (Κοκοφύνας) κ.α., που συναντώνται στη Μονή Αγίων Αναργύρων Μελισσοτόπου, όπου και αποφασίζεται να επιτεθούν στην κωμόπολη της Βασιλειάδας εξαιτίας του γεγονότος ότι πολλοί κάτοικοί της συμμετείχαν στην πυρπόληση της Μονής Τσιριλόβου πριν ένα μήνα.
Το ξημέρωμα της 25ης Μαρτίου δόθηκε το σύνθημα για την επίθεση που δεν έπρεπε να διαρκέσει περισσότερο από μιάμιση ώρα γιατί ήταν βέβαιο ότι θα κατέφθανε τουρκικό απόσπασμα από τη διπλανή Κλεισούρα Καστοριάς και τη Λιθιά Καστοριάς. Οι αμυνόμενοι κάνανε χρήση του οπλισμού τους μέσα από τα παράθυρα των σπιτιών τους. Κατά την αποχώρηση, όταν άρχισε να φθάνει το τουρκικό απόσπασμα, οι νεκροί ήτανε 42, μεταξύ των οποίων 6 γυναίκες, δύο παιδιά και μερικοί πατριαρχικοί, για να προστεθούν λίγο αργότερα άλλοι 18 αιχμάλωτοι που εκτελέσθηκαν.[27] Οι νεκροί παρέμειναν στον τόπο για αρκετές ημέρες γιατί αναμενόταν η έλευση ευρωπαϊκής επιτροπής για να εκτιμήσει την κατάσταση. Η αναμονή αυτή αλλοίωσε τα νεκρά σώματα αλλά και προσέφερε τη δυνατότητα για κάθε είδους πράξη, όπως του λογχισμένου πολλαπλώς νεκρού παιδιού.

Κατάσταση τα επόμενα χρόνια

Οι αψιμαχίες μεταξύ Ελλήνων και Βουλγάρων αλλά και του καθενός ξεχωριστά με τους Νεότουρκους συνεχίστηκαν σε πολύ μικρότερη ένταση αλλά και πάλι με θύματα. Ενδεικτική είναι η δολοφονία του μητροπολίτη Γρεβενών Αιμιλιανού, που αποτελούσε στυλοβάτη του Ελληνισμού προασπίζοντας την ταυτότητα των κατοίκων της περιοχής των Γρεβενών. Ο Αιμιλιανός αποτέλεσε στόχο των Νεότουρκων και των Κομιτατζήδων και ο φόνος του έγινε σε δάσος και εν κρυπτώ την 1η Οκτωβρίου 1911, ενώ ο μητροπολίτης μετέβαινε στο χωριό Γκριντάδες (σήμερα Αιμιλιανός) για να λειτουργήσει.[28]
Το 1912, μετά την επιτυχία της Αλβανικής Eξέγερσης, οι Σέρβοι, επειγόμενοι να προλάβουν τη δημιουργία μίας Μεγάλης Αλβανίας, υποχώρησαν στις μαξιμαλιστικές βουλγαρικές απαιτήσεις επί της διανομής της Μακεδονίας και προχώρησαν από κοινού στη δημιουργία της Βαλκανικής Συμμαχίας (Λίγκας). Η επιτακτική ανάγκη παρουσίας στόλου στο Αιγαίο οδήγησε λίγο αργότερα και στην εισδοχή της Ελλάδας στη συμμαχία ολοκληρώνοντας έτσι το σκηνικό του Α' Βαλκανικού Πολέμου. Με την έκρηξή του ένα μεγάλο μέρος της Μακεδονίας μαζί με τη Θεσσαλονίκη απελευθερώθηκε από τον Ελληνικό Στρατό. Το 1913 οι Βούλγαροι, αν και υποτιθέμενα σύμμαχοι, επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά και χωρίς προηγούμενη κήρυξη πολέμου κατά των Ελλήνων και των Σέρβων προσπαθώντας να καταλάβουν για λογαριασμό τους τα μόλις απελευθερωθέντα από αυτούς εδάφη της Μακεδονίας, αλλά απωθήθηκαν (Β' Βαλκανικός Πόλεμος). Μετά την συντριβή που ακολούθησε, η Βουλγαρία αναγκάστηκε να παραχωρήσει και το ανατολικό τμήμα (Σέρρες, Δράμα και Καβάλα) στην Ελλάδα, η οποία ολοκλήρωσε με αυτό το τρόπο τους εθνικούς της στόχους στη Μακεδονία.

Αποτίμηση

Η επικράτηση των ελληνικών αντάρτικων σωμάτων δεν επέφερε ως άμεσο κέρδος τη Μακεδονία επειδή μεσολάβησε το Νεοτουρκικό κίνημα του 1908, το οποίο μετά την επικράτησή του οδήγησε στην απώλεια πολλών κεκτημένων των μειονοτήτων, εμπόδισε όμως να χαθούν οι περιοχές[29] που αποτέλεσαν αργότερα την ελληνική Μακεδονία. Η χαμένη αυτοπεποίθηση των Ελλήνων αξιωματικών από τον πόλεμο του 1897 ανακτήθηκε.[30]
Ο ευρωπαϊκός τύπος, όπως η Γενική Εφημερίδα της Βιέννης (Wiener Allgemeine Zeitung), εγκωμίασε τους Μακεδόνες που κατάφεραν να περιφρουρήσουν τη Μακεδονία με τις δικές τους δυνάμεις, και μέσω των Ελληνομακεδονικών ενόπλων ομάδων, απελευθέρωσαν τα χωριά από τη βουλγαρική τυραννία των κομιτατζήδων.[31]

Χρονικό

Οπλαρχηγοί του Μακεδονικού Αγώνα
Το ένοπλο σώμα του καπετάν Γκόνου Γιώτα
Το σώμα του Μακεδονομάχου καπετάν Γκόνου Γιώτα ...
Η τσέτα του βοεβόδα Αποστόλ Πέτκωφ
...και του κομιτατζή της ΕΜΕΟ βοεβόδα Αποστόλ Πέτκωφ.

  • 1900: Ενθρόνιση του επισκόπου Γερμανού Καραβαγγέλη στη Μητρόπολη Καστοριάς, όπου και δραστηριοποιείται στην περιοχή.
  • 22 Ιουλίου 1902 Ενθρόνιση Χρυσοστόμου Καλαφάτη ως Μητροπολίτη Δράμας, με κομβική δράση στην Ανατολική Μακεδονία.
  • 19 Αυγούστου 1902 Μάχη στο Τριγωνικό της Κοζάνης.
  • 1902 Ο Ίων Δραγούμης τοποθετείται υποπρόξενος στο Μοναστήρι, όπου και προωθεί τα ελληνικά συμφέροντα στη περιοχή.
  • 11 Ιουλίου 1903 Μάχη στο Πισοδέριο της Φλώρινας
  • 1903 Οργανώνεται στην Αθήνα το Μακεδονικό Κομιτάτο υπό τον δημοσιογράφο Δημήτριο Καλαποθάκη κατόπιν εκκλήσεων του Μητροπολίτη Γερμανού. Κρητικοί εθελοντές στη Μακεδονία. Πρώτος νεκρός του Αγώνα ο κρητικός οπλαρχηγός Γεώργιος Σεϊμένης στο Λέχοβο που κατακρεουργείται αν και καθηλωμένος στο κρεβάτι από τους κομιτατζήδες.
  • 19 Σεπτεμβρίου 1904, Μάχη στο Πολυπόταμο, το αντάρτικο άγημα έχει αρχηγό τον Μίκη Ζέζα.
  • 1904 ο Λάμπρος Κορομηλάς τοποθετείται πρόξενος στη Θεσσαλονίκη με νέες προβολές των ελληνικών επιδιώξεων.
  • 13 Οκτωβρίου 1904, Σκοτώνεται σε μάχη στη Στάτιστα (σημερινό όνομα "Μελάς") των Κορεστίων ο Παύλος Μελάς. Ελληνικό στρατιωτικό τμήμα διέρχεται τη μεθόριο. Οι ελληνικές αρχές της Θεσσαλονίκης ενισχύουν και εξοπλίζουν τα ελληνικά ανταρτικά σώματα.
  • 7 Νοεμβρίου 1904 Μάχη στο Σκλήθρο,
  • 2 Δεκεμβρίου Μάχη στο Ανταρτικό,
  • 1905 τα ελληνικά σώματα αποκρούουν σθεναρά βουλγαρικές επιθέσεις ακολουθώντας την τακτική των κλεφτών.
  • 19 Φεβρουαρίου 1905: Μάχη Μοριχόβου,
  • 24 Φεβρουαρίου 1905: μάχη Λεχόβου,
  • 25 Μαρτίου 1905: μάχη στη Ζαγορίτσιανη,
  • 11 Απριλίου 1905: μάχη Σουμπανίστης,
  • 8 Μαϊου 1905: μάχη του Ζελόβου,
  • 22 Αυγούστου 1905: μάχη στο Γυμνοτόπι,
  • 5 Σεπτεμβρίου 1905: μάχη στο Στρυμονικό,
  • 14 Σεπτεμβρίου 1905: ο εικοσάχρονος Μακεδονομάχος Άρμεν Κούπτσιος εκτελείται με απαγχονισμό από τους Τούρκους στον πλάτανο της πλατείας της πόλης της Δράμας.
  • 1906: ο Κορομηλάς επιζητεί την επίσημη συμμετοχή της Ελλάδας με αποστολή στρατού. Τέσσερα ελληνικά ανταρτικά σώματα σε σύγκρουση με τον οθωμανικό στρατό διαλύονται.
  • 6 Αυγούστου 1906: μάχη στη λίμνη Γιαννιτσών,
  • 7 Αυγούστου 1906: μάχη στο Καστανόφυτο.
  • 14 Σεπτεμβρίου 1906: μάχη στο Μορίχοβο.
  • 23 Σεπτεμβρίου 1906 μάχη στο Μελισσότοπο.
  • 21 Δεκεμβρίου 1906: μάχη στη λίμνη Γιαννιτσών.
  • 1907: η Αγγλία ασκεί πολιτική πίεση απαιτώντας την περιστολή των ελληνικών δράσεων στη περιοχή. Η Ελληνική Κυβέρνηση σε δίλημμα. Η Τουρκία απαιτεί την απομάκρυνση του Λ. Κορομηλά από το Προξενείο της Θεσσαλονίκης. Απομακρύνεται, αλλά το Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών τον διορίζει Γενικό Επιθεωρητή των προξενείων της διευκολύνοντας με αυτό τον τρόπο ακόμα περισσότερο τη δράση του.
  • 4 Γενάρη 1907: μάχη σε Άθυρα και Κουφάλια.
  • 27 Φεβρουαρίου 1907: μάχη της Νικόκλειας.
  • 13 Μαρτίου 1907: μάχη της Πέτρας.
  • 8 Μαϊου 1907: μάχη στο Παλαιοχώρι Κορεστείων.
  • 15 Ιουλίου 1907: Μάχη στο Καλογερικό.
  • 10 Σεπτεμβρίου: μάχη της Παπαδιάς.
  • 18-19 Γενάρη 1908: μάχη στον Άγιο Ιωάννη Καστανιάς.
  • 18 Μαρτίου 1908: μάχη στη Ζούζουλη.
  • 26 Μαρτίου 1908: μάχη της Βίτσιανης.
  • 10 Μαϊου 1908: μάχη στο Κωστενέτσι.
  • 6 Ιουνίου 1908: μάχη στη Δόγιαννη.
  • 1908: Με την επανάσταση των Νεοτούρκων το Οθωμανικό Κράτος παραχωρεί σύνταγμα και ίσα δικαιώματα σε όλους τους πολίτες. Ολοκληρώνεται ο Μακεδονικός Αγώνας με επιτυχία καταφέρνοντας να διατηρήσει τη συνοχή του Ελληνισμού της Μακεδονίας.

Ημέρα Μνήμης του Ολοκαυτώματος των Ρομά - 2 Αυγούστου





Κάθε χρόνο στις 2 Αυγούστου τιμάται η Ημέρα Μνήμης του Ολοκαυτώματος των Ρομά (Τσιγγάνων), με πρωτοβουλία μη κυβερνητικών οργανώσεων, για να υπενθυμίσει στους πολίτες όλου του κόσμου τον αφανισμό που υπέστησαν οι Ρομά (Porrajmos στη γλώσσα τους) στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Υπολογίζεται ότι τα θύματα του Ολοκαυτώματος των Ρομά κατά τη διάρκεια του Β\' Παγκοσμίου Πολέμου ανέρχονται στις 800.000 ψυχές. Στην Ευρωβουλή εκκρεμεί πρόταση της ουγγαροτσιγγάνας ευρωβουλευτίνας Λίβια Γιάροκα για την καθιέρωση της 2ας Αυγούστου ως Ευρωπαϊκής Ημέρας Μνήμης για τα θύματα του Ολοκαυτώματος των Ρομά από τους Ναζί.

Αφορμή για τη σημερινή Ημέρα Μνήμης του Ολοκαυτώματος των Ρομά είναι η τελευταία εντολή εξολόθρευσής τους, που δόθηκε από τους Γερμανούς ναζιστές στις 2 Αυγούστου 1944. Τη νύχτα της 2ας προς 3η Αυγούστου, 2.897 γυναικόπαιδα Ρομά εκτελέστηκαν στους θαλάμους αερίων του ναζιστικού στρατοπέδου Άουσβιτς-Μπίρκεναου.

Διαβάστε περισσότερα:  
http://www.sansimera.gr/worldays/297#ixzz2anCTTzuH

Σάββατο 28 Ιουλίου 2018

28 ΙΟΥΛΙΟΥ: ΤΙΜΑΜΕ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΕΙΡΗΝΗ ΧΡΥΣΟΒΑΛΑΝΤΟΥ

28 ΙΟΥΛΙΟΥ: ΤΙΜΑΜΕ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΕΙΡΗΝΗ ΧΡΥΣΟΒΑΛΑΝΤΟΥ


Της Αγίας Ειρήνης της Χρυσοβαλάντου! Η μεγάλη γιορτή της ορθοδοξίας που τιμάμε σήμερα


Η Ειρήνη υπήρξε Ηγουμένη της μονής Χρυσοβαλάντου κατά το δεύτερο μισό του 9ου και τις αρχές του 10ου αιώνα. Είχε αποκτήσει πολύ μεγάλη φήμη για τις αρετές της και τιμάται ως οσία από την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία μας .
Στα μέσα του 9ου αιώνα μ.Χ., όταν αυτοκράτορας του Βυζαντίου ήταν ο εικονομάχος Θεόφιλος και σύζυγός του η εικονολάτρισσα Θεοδώρα, όταν η περίοδος της Εικονομαχίας, που για περισσότερο από 100 χρόνια ταλάνισε την αυτοκρατορία, βρισκόταν στην τελευταία φάση της, στην Καππαδοκία της Μικράς Ασίας, γεννήθηκε και έζησε την πρώτη της νεότητα η οσία Ειρήνη η Χρυσοβαλάντου. Πατέρας της οσίας ήταν ο πατρίκιος Φιλάρετος ο Καππαδόκης. Ήταν από την Καισαρεία της Καππαδοκίας, ευνοούμενος του αυτοκράτορα Θεόφιλου και έμπιστος της συζύγου του Θεοδώρας. Ήταν ο στρατιωτικός διοικητής του εξαιρετικής σημασίας θέματος της Καππαδοκίας. Μητέρα της η πατρικία Ζωή, γυναίκα όμορφη και σεβαστή σε όλη την Καισαρεία για τον ενάρετο βίο της. Το ανδρόγυνο είχε αποκτήσει δυο κόρες, την Καλλινίκη και την Ειρήνη. Η Καλλινίκη γεννήθηκε το 825 μ.Χ. Οφείλει το όμορφο όνομά της στις θριαμβευτικές νίκες που πέτυχε ο πατέρας της εναντίον των Σαρακηνών τη χρονιά που γεννήθηκε. Τρία χρόνια αργότερα, το 828, γεννήθηκε η Ειρήνη. Ο Φιλάρετος όμως έχασε τη γυναίκα του, όταν εκείνη ήταν ακόμη πολύ νέα. Έτσι, η ανατροφή των δύο κορών τους ανατέθηκε στην πατρικία Σοφία, τη μεγαλύτερη αδερφή του στρατηγού.
ην άνοιξη του 839 μ.Χ., ο Φιλάρετος φιλοξένησε στο ανάκτορό του το νεαρό καίσαρα Βάρδα, αδερφό της Αυγούστας Θεοδώρας, ο οποίος είχε μεταβεί στην Καισαρεία για κρατική υπόθεση, απεσταλμένος του αυτοκράτορα Θεόφιλου. Εκεί γνώρισε τη δεκατετράχρονη Καλλινίκη, γοητεύτηκε από την καλλονή της και τη ζήτησε σε γάμο. Λίγους μήνες αργότερα, ολόκληρη η Καππαδοκία παρέστη στους υπέρλαμπρους γάμους της Καλλινίκης και του Βάρδα, όπου ο ίδιος ο αυτοκράτορας Θεόφιλος συμμετείχε ως παραγαμπρός του γυναικαδερφού του.

Το χειμώνα του 843, η αυτοκράτειρα Θεοδώρα, χήρα πια και επίτροπος του γιου της Μιχαήλ Γ΄, κάλεσε τον πατρίκιο Φιλάρετο στην Κωνσταντινούπολη. Είχε αποφασίσει να θέσει οριστικό τέλος στην Εικονομαχία και γι’ αυτό το εγχείρημα χρειαζόταν τη βοήθεια και του στρατού και των ιερέων. Εμπιστεύτηκε λοιπόν το Φιλάρετο και τον Ομολογητή Μάξιμο (μετέπειτα Πατριάρχη). Όταν επιτεύχθηκε ο σκοπός της και οι ιερές εικόνες αναστηλώθηκαν (19 Φεβρουαρίου 843 μ.Χ.), ζήτησε από το Φιλάρετο να φέρει στην Κωνσταντινούπολη την όμορφη θυγατέρα του, προκειμένου να την παντρέψει με το γιο της Μιχαήλ. Έψαχνε κατάλληλη νύφη, η οποία θα συνέτιζε το νεαρό αυτοκράτορα από τα ξέφρενα γλέντια και θεωρούσε ότι η φημισμένη για την ενάρετη ζωή της καλλονή θα εξυπηρετούσε το σκοπό της. Ο Φιλάρετος μήνυσε αμέσως στην αδερφή του να στείλει την Ειρήνη, που τότε ήταν 15 χρονών, στη Βασιλεύουσα με τη συνοδεία του πατρικίου στρατηγού Νικηφόρου, αδερφού της μακαρίτισσας συζύγου του. Τα νέα ότι η Ειρήνη θα παντρευόταν τον αυτοκράτορα και θα φορούσε το στέμμα της αυτοκρατορίας διαδόθηκαν σαν αστραπή σε όλη την Καππαδοκία.

Η μόνη που έμεινε παγερά αδιάφορη σε όλη αυτήν την αναστάτωση ήταν και η άμεσα ενδιαφερόμενη: η Ειρήνη. Από πολύ νωρίς είχε ποθήσει το μοναχικό βίο και οι λόγοι που δέχτηκε με χαρά αυτό το ταξίδι προς τη Βασιλεύουσα απείχαν πολύ από αυτό που όλοι νόμιζαν: Ταξίδευε στην Πόλη για να αποχαιρετήσει την πολυαγαπημένη της αδερφή, την οποία δεν είχε ξαναδεί από την ημέρα των λαμπρών γάμων της (είχαν περάσει τέσσερα χρόνια από τότε) και για να αποσπάσει την ευχή του πατέρα της, ώστε να αποσυρθεί στη μονή που τόσο διακαώς ποθούσε.

Η Ειρήνη και οι συνοδοί της έφτασαν στην Κωνσταντινούπολη ένα ανοιξιάτικο πρωινό, για να πληροφορηθούν εκεί ότι μόλις πριν λίγες μέρες είχαν τελεστεί οι γάμοι του αυτοκράτορα με την Ευδοκία τη Δεκαπολίτισσα. Ο πατέρας της, η αδερφή της, ο θείος της με δυσκολία έκρυβαν την απογοήτευσή τους. Η Ειρήνη αντίθετα αισθανόταν αγαλλίαση για την τροπή των γεγονότων και περίμενε την κατάλληλη ευκαιρία να μιλήσει του πατέρα της και να πάρει την ευχή του, καθώς δεν ήθελε να τον λυπήσει με κρυφή της αναχώρηση.

Η ευκαιρία δεν άργησε να παρουσιαστεί. Ο Φιλάρετος γνώρισε σε μια αποστολή του στην Αδριανούπολη το γιο του Έπαρχου της πόλης Νικήτα, πατρίκιο Φωτεινό. Ο Φιλάρετος θεώρησε ότι ήταν ο πιο κατάλληλος για να ευτυχίσει στο πλευρό του η Ειρήνη και αμέσως μίλησε στον πατέρα του νέου. Οι δύο πατεράδες έδωσαν λόγο να αρραβωνιάσουν τα παιδιά τους. Η Ειρήνη όμως, όταν ο πατέρας της ανακοίνωσε τους προαποφασισμένους αρραβώνες της, τον πληροφόρησε για την αμετάκλητη απόφασή της να λάβει το μοναχικό σχήμα. Ακολούθησε έντονη συναισθηματική σύγκρουση πατέρα και κόρης, έπειτα από την οποία η ευαίσθητη Ειρήνη ασθένησε σοβαρά και κινδύνεψε ακόμη και η ζωή της. Όταν η υγεία της αποκαταστάθηκε, ο πατρίκιος Φιλάρετος, συνειδητοποιώντας ότι η Ειρήνη είχε λάβει μια απόφαση ζωής, την οδήγησε ο ίδιος στη γυναικεία κοινοβιακή μονή των Παμμεγίστων Ταξιαρχών Μιχαήλ & Γαβριήλ του Χρυσοβαλάντου, η οποία βρισκόταν στα περίχωρα της Κωνσταντινούπολης.
Στη μονή αυτή, σε ηλικία περίπου 15 ετών, η Ειρήνη εκάρη μοναχή και έξι χρόνια αργότερα Ηγουμένη της μονής Χρυσοβαλάντου. Οι συναξαριστές αναφέρουν πολλά θαύματα τα οποία επιτέλεσε η Ειρήνη ως Ηγουμένη, τρία όμως από αυτά θεωρήθηκαν ιδιαίτερα σημαντικά, ώστε επηρέασαν άμεσα την ορθόδοξη αγιογραφία
Η Ειρήνη έδινε πολύ μεγάλη σημασία στην εξομολόγηση. Κάθε πρωί προσκαλούσε τις αδελφές στον ιερό ναό των Αρχαγγέλων και τις εξομολογούσε, ενώ πολλές φορές πήγαιναν και λαϊκοί να την επισκεφθούν και να ζητήσουν την καθοδήγησή της. Η Ειρήνη ζήτησε στην προσευχή της το διορατικό χάρισμα, για να γνωρίζει τι κρύβει ο εξομολογούμενος στην καρδιά του.

Ένα πρωί λοιπόν, όταν η Ειρήνη έμπαινε στο ναό για να προσκυνήσει και να αρχίσει το ποιμαντικό έργο της, βλέπει μπροστά της έναν άγγελο και τον ακούει να της απευθύνει τον εξής χαιρετισμό: «Χαίρε δούλη του Υψίστου, Ειρήνη. Εκείνος μ’ έστειλε να σε διακονώ χάρις εκείνων που μέλλουν δια μέσου εσού να σωθούν. Έχω διαταγή, σύμφωνα με την αίτησή σου, να βρίσκομαι πάντα πλησίον σου και να σου αποκαλύπτω τα μυστικά που κρύβουν οι ανθρώπινες καρδιές».

Από εκείνη τη στιγμή ο άγγελος ήταν πάντα πλάι της και της φανέρωνε μύχιες σκέψεις των ανθρώπων που κατέφευγαν στη συμβουλή της. Μάλιστα, με τόση λεπτότητα διόρθωνε τα σφάλματα και συμβούλευε, που όλοι, μοναχές και λαϊκοί, από όλες τις κοινωνικές τάξεις της Πόλης, την αποζητούσαν συνεχώς, ώστε να διδαχθούν και να διορθωθούν. Για τον Άγγελο τούτο που την καθοδηγούσε (σύμφωνα με μαρτυρίες του τότε, και τους βιογράφους της), λέγεται ότι είναι ο 'Αρχων Φιλάρετος ένας Αρχάγγελος από τις τάξεις των Σεραφείμ.
Το δεύτερο θαύμα, η συναξαριστική παράδοση μας το μεταφέρει ως εξής: Τις έναστρες νύχτες, η οσία Ειρήνη στεκόταν έξω από το κελί της και προσευχόταν. Μία από τις βραδιές αυτές, κάποια αδελφή αγρυπνούσε έξω από το κελί της και είδε το εξής παράδοξο: Τα δύο πανύψηλα κυπαρίσσια, τα οποία ορθώνονταν αριστερά και δεξιά στην είσοδο του Καθολικού, λύγιζαν μπροστά στην προσευχόμενη αγία σαν να την προσκυνούσαν και η ίδια η Ειρήνη δεν πάταγε στη γη αλλά αιωρούνταν περίπου ένα μέτρο πάνω από το έδαφος. Όταν η οσία ολοκλήρωσε την προσευχή της, σταύρωσε τα δυο κυπαρίσσια και εκείνα επανήλθαν στη φυσιολογική τους θέση. Η μοναχή κατάπληκτη, με ανάμειχτα συναισθήματα φόβου και θαυμασμού, συγκρατήθηκε και δεν είπε τίποτα στην υπόλοιπη αδελφότητα. Το επόμενο βράδυ παραφύλαξε πάλι έξω από το κελί της και το ίδιο παράδοξο γεγονός επαναλήφθηκε˙ και ξανά το ίδιο, το τρίτο κατά σειρά βράδυ. Την επόμενη νύχτα, η μοναχή, χωρίς να την αντιληφθεί η Ηγουμένη της, έτρεξε στα λυγισμένα κυπαρίσσια, έδεσε από ένα λευκό μαντήλι στις κορυφές τους και επέστρεψε στο κελί της.

Το επόμενο πρωί, η ήρεμη ατμόσφαιρα του κοινοβίου αναστατώθηκε, όταν οι μοναχές είδαν τα δεμένα μαντήλια και κατάπληκτες ρωτούσαν η μια την άλλη ποιος ήταν αυτός που έδεσε τόσο ψηλά δέντρα, για ποιο λόγο το έπραξε και προπάντων με ποιο τρόπο. Η αδελφή που υπήρξε μάρτυρας στα θαυμάσια αυτά περιστατικά αποκάλυψε όλη την αλήθεια και τότε όλες έκλαιγαν από χαρά και συγκίνηση και παραπονιόντουσαν γιατί δεν τις ξύπνησε να δουν και εκείνες το θαύμα της Ηγουμένης τους. Πάνω στην ώρα κατέφθασε και η Ειρήνη. Όταν κατάλαβε τι συνέβη και πώς μαθεύτηκε ένα μυστικό που εκείνη κρατούσε επτασφράγιστο για χρόνια ολόκληρα, επέπληξε αυστηρά την αδελφή που το μαρτύρησε με τα παρακάτω λόγια: «Αν με έβλεπες να αμαρτάνω σαν άνθρωπος, θα εφανέρωνες την αμαρτία μου»; Έθεσε λοιπόν βαρύ επιτίμιο για όποια τολμούσε να φανερώσει οτιδήποτε παράδοξο έβλεπε, όσο ήταν η ίδια εν ζωή. Έτσι, πολλά από τα θαύματα της αγίας εξαφανίστηκαν στη σιωπή της συνοδείας της.
Κάποια χρονιά, ξημερώνοντας η γιορτή του μεγάλου Βασιλείου και μετά την τέλεση του εσπερινού, η αγία ξαγρυπνούσε προσευχόμενη. Πλησίαζε η ώρα του όρθρου και τότε η Ειρήνη ακούει κάποια φωνή να της λέει: «Υποδέξου το ναυτικό που σου φέρνει τα εσπεριδοειδή και φάε να ευφρανθεί η ψυχή σου». Μετά το πέρας της θείας λειτουργίας, η αγία λέει στην πορτάρισσα να ανοίξει την πόρτα της μονής και να οδηγήσει τον άνθρωπο που περιμένει εκεί στον ξενώνα, όπου θα πήγαινε και η ίδια να τον συναντήσει.

Πράγματι, η οσία Ειρήνη του Χρυσοβαλάντου συνάντησε τον άνθρωπο και τον ακούει να της εξιστορεί την εξής θαυμάσια ιστορία: Ήταν ναυτικός, πλοιοκτήτης ενός καραβιού, από την Πάτμο. Απέπλευσε με το πλοίο του από το βόρειο τμήμα του νησιού για την Πόλη και βρισκόταν λίγα μέτρα από τη στεριά, όταν βλέπει εκείνος και οι ναύτες κάποιον σεβάσμιο γέροντα να τους φωνάζει να σταματήσουν. Αυτό όμως ήταν αδύνατο, καθώς ο ισχυρός άνεμος έσπρωχνε το πλοίο στο ανοιχτό πέλαγος. Τότε ο γέροντας φωνάζει με όλη τη δύναμή του και προστάζει το πλοίο να σταματήσει. Το καράβι ακινητοποιείται και ο ίδιος αρχίζει να βαδίζει πάνω στα ύδατα. Μπροστά στους κατάπληκτους ναύτες, επιβιβάζεται στο πλοίο και δίνει στον καπετάνιο τρία μήλα και του λέει: «Όταν πας στη Βασιλεύουσα, δώσε τα στον Πατριάρχη και πες του πως του τα στέλνει ο Πανάγαθος Θεός με τον δούλο Του Ιωάννη, από τον Παράδεισο». Έπειτα δίνει στο ναύκληρο άλλα τρία μήλα προσθέτοντας: «Αυτά να τα πας της Ειρήνης, της Ηγουμένης του Χρυσοβαλάντου και να της πεις: φάγε από τους καρπούς του Παραδείσου που η αγνή ψυχή σου επεθύμησε». Λέγοντας αυτά, ο γέροντας ευλόγησε το πλήρωμα και το πλοίο ξεκίνησε και πάλι το ταξίδι του, ενώ ο ίδιος εξαφανίστηκε.

Ολοκληρώνοντας τη διήγησή του, ο ναυτικός προσκύνησε την Ειρήνη και της πρόσφερε τα μήλα. Η αγία τα δέχτηκε με δάκρυα ευλάβειας και ευγνωμοσύνης ευχαριστώντας τον άγιο ευαγγελιστή και απόστολο Ιωάννη. Στο κελί της γονάτισε και ευχαρίστησε τον Χριστό για αυτό το δείγμα της εύνοιάς Του προς τη δούλη Του.

Η αγία Ειρήνη, με την έμφυτη ευφυΐα της και τη χάρη του αγίου Πνεύματος, εννόησε ότι το θείο αυτό δώρο ήταν ουράνια πρόσκληση. Όταν έφτασε η μεγάλη Τεσσαρακοστή, έκοψε το ένα μήλο σε λεπτά κομματάκια και έτρωγε ένα κομμάτι κάθε μέρα, απέχοντας από οποιαδήποτε άλλη τροφή, ακόμη και από το νερό. Τη Μεγάλη Πέμπτη, ύστερα από τη θεία λειτουργία και αφού όλες οι μοναχές κοινώνησαν των Αχράντων Μυστηρίων, η Ειρήνη έκοψε και το δεύτερο μήλο και έδωσε σε κάθε αδελφή από ένα κομμάτι. Τότε τους αποκάλυψε και την ιστορία του θείου δώρου. Το τρίτο μήλο η Ειρήνη το φύλαξε για τις τελευταίες μέρες της επίγειας ζωής της.

Τη Μεγάλη Παρασκευή, οι αδελφές έψαλαν τα άγια Πάθη και η Ειρήνη, μόνη της μέσα στο ιερό βήμα, γονατισμένη, είχε παραδοθεί σε προσευχή. Δίπλα της βρισκόταν μόνο ο άγγελος-οδηγός της, που τόσες φορές την είχε διακονήσει: «Γίνου έτοιμη» της είπε απλά και εκείνη κατάλαβε ότι πλησίαζε η ώρα να εγκαταλείψει τα επίγεια.
Το σύντομο διάστημα από το ουράνιο αυτό μήνυμα μέχρι και την οσιακή της κοίμηση, η αγία προετοίμαζε την ακολουθία της για το μεγάλο γεγονός. Στον ιερό ναό τον Αρχαγγέλων τις δίδασκε για το μυστήριο του θανάτου, τη μελλοντική κρίση και την αιωνιότητα. Ο θάνατος είναι δύσκολο για κάθε ανθρώπινο πλάσμα και όσο πλησίαζε η ώρα, τόσο η ψυχή της αγίας ένιωθε την επιθανάτια αγωνία.

Τακτοποίησε τις υποθέσεις του μοναστηριού και υπέδειξε την άξια διάδοχό της. Μια εβδομάδα πριν τη μεγάλη ημέρα, νήστεψε τρώγοντας μόνο από το παραδεισένιο μήλο και καθημερινά κοινωνούσε των Αχράντων Μυστηρίων. Ξημέρωσε τέλος η Κυριακή, όπου για τελευταία φορά η Ειρήνη παρακολούθησε τη θεία λειτουργία, απάγγειλε το σύμβολο της πίστης (το πιστεύω), κοινώνησε, αγκάλιασε τις αδελφές και τους ζήτησε συγγνώμη και τέλος γονάτισε μπροστά στην Ωραία Πύλη, ύψωσε τα χέρια της και προσευχήθηκε για τελευταία φορά με αυτά τα λόγια: «Δέσποτα, Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού του Ζώντος. Συ ο Ποιμήν ο Καλός που με το Πανάγιο και Πολύτιμο Αίμα Σου μας ελύτρωσες από τα δεσμά της αμαρτίας, άκουσε την τελυταία δέησι της ταπεινής Σου δούλης. Στην κραταιά Σου χείρα παραδίδω σήμερα το μικρό τούτο ποίμνιο. Σκέπασε το με τη θεία σκέπη Σου και διαφύλαξέ το από τις επιθέσεις του αοράτου εχθρού. Διότι Συ είσαι ο αγιασμός μας και η απολύτρωσις και Σε θα δοξάζουμε αιωνίως. Αμήν».

Στη συνέχεια, σιωπηλά και ήρεμα, αποσύρθηκε στο κελί της και πλάγιασε στην ασκητική της κλίνη. Οι μοναχές της, με ευλαβική σιωπή, την περικύκλωσαν και την έβλεπαν να χαμογελά. Με αυτό το ουράνιο χαμόγελο, το οποίο αποδείκνυε την απόλυτη μακαριότητα και γαλήνη της ψυχής της, παρέδωσε το πνεύμα της η οσία Ειρήνη, Ηγουμένη της μονής Χρυσοβαλάντου, σε ηλικία 104 χρόνων.

Η οσιακή της κοίμηση διαδώθηκε σε όλη τη Βασιλεύουσα αστραπιαία και χιλιάδες κόσμου συνέρευσαν στο μοναστήρι, για να προλάβουν να προσκυνήσουν το ιερό σκήνωμα της πνευματικής τους μητέρας. Επικεφαλής ήταν ο πατριάρχης, ο οποίος με το πλήθος του λαού από όλες τις κοινωνικές τάξεις και των αρχιερέων και λοιπών κληρικών συνόδευσαν τη μακαριστή Ηγουμένη στην τελευταία της κατοικία, στο παρεκκλήσι του μεγαλομάρτυρος αγίου Θεοδώρου

1925: Σαν σήμερα γεννήθηκε ο Μίκης Θεοδωράκης


http://cretablog.gr/politismos/item/20257-1925-san-simera-gennithike-o-mikis-theodorakis

1925: Σαν σήμερα γεννήθηκε ο Μίκης Θεοδωράκης


Ο Μίκης Θεοδωράκης αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες μουσικοσυνθέτες. Παράλληλα υπήρξε πολιτικός, 4 φορές βουλευτής του ελληνικού κοινοβουλίου και ακτιβιστής τιμημένος με το Βραβείο Ειρήνης Λένιν (1983). Το 2009 ψηφίστηκε ως ο 11ος σημαντικότερος Έλληνας όλων των εποχών, στην τηλεοπτική σειρά Μεγάλοι Έλληνες.

Ο Μίκης Θεοδωράκης, Κρητικός στην καταγωγή, γεννήθηκε στις 29 Ιουλίου 1925 στη Χίο. Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε σε διάφορες πόλεις της ελληνικής επαρχίας όπως στη Μυτιλήνη, Γιάννενα, Κεφαλλονιά, Πύργο, Πάτρα και κυρίως στην Τρίπολη. Από τότε φάνηκε καθαρά, ότι η ζωή του θα μοιραζόταν ανάμεσα στη μουσική και σε αγώνες για ανθρωπιστικές αξίες. Στην Τρίπολη, μόλις 17 ετών, δίνει την πρώτη του συναυλία παρουσιάζοντας το έργο του Κασσιανή και παίρνει μέρος στην αντίσταση κατά των κατακτητών. Στη μεγάλη διαδήλωση της 25ης Μαρτίου 1943 συλλαμβάνεται για πρώτη φορά από τους Ιταλούς και βασανίζεται. Διαφεύγει στην Αθήνα, όπου οργανώνεται στο ΕΑΜ και αγωνίζεται κατά των Γερμανών κατακτητών. Συγχρόνως σπουδάζει στο Ωδείο Αθηνών με καθηγητή τον Φιλοκτήτη Οικονομίδη. Μετά την απελευθέρωση ξεσπά ο Εμφύλιος. Ο Θεοδωράκης λόγω των προοδευτικών του ιδεών καταδιώκεται από τις αστυνομικές αρχές. Για ένα διάστημα ζει παράνομος στην Αθήνα χωρίς να σταματήσει την επαναστατική του δράση. Τελικά συλλαμβάνεται και στέλνεται εξορία στην αρχή στην Ικαρία και στη συνέχεια στο επονομαζόμενο στρατόπεδο θανάτου, τη Μακρόνησο. Τελικά αποφοιτά από το Ωδείο το 1950 με δίπλωμα στην αρμονία, αντίστιξη και φούγκα. Το 1954 πηγαίνει με υποτροφία στο Παρίσι, όπου εγγράφεται στο Conservatoire και σπουδάζει για σύντομο χρονικό διάστημα [1] μουσική ανάλυση με τον Olivier Messiaen καθώς επίσης και διεύθυνση ορχήστρας με τον Eugène Bigot. Η περίοδος 1954-1960 είναι μια εποχή έντονης δραστηριότητας για τον Θεοδωράκη στο χώρο της Ευρωπαϊκής μουσικής. Συνθέτει μουσική για το μπαλέτο της Ludmila Tcherina, το Κόβεντ Γκάρντεν, το Μπαλέτο της Στουτγκάρδης και επίσης για τον κινηματογράφο. Το 1957 του απονέμεται το πρώτο βραβείο του Φεστιβάλ της Μόσχας από τον Σοστακόβιτς για το έργο του Suite No 1 για πιάνο και ορχήστρα. Συγχρόνως συνθέτει πολλά έργα συμφωνικής μουσικής και μουσικής δωματίου. Το 1960 επιστρέφει στην Ελλάδα. ΄Έχει ήδη μελοποιήσει τον Επιτάφιο του Γιάννη Ρίτσου, που σηματοδοτεί την στροφή του προς το λαϊκό τραγούδι. Συνθέτει δεκάδες κύκλους τραγουδιών που βρίσκουν βαθύτατη απήχηση μέσα στον ελληνικό λαό. Ιδρύει την Μικρή Συμφωνική Ορχήστρα Αθηνών και δίνει πολλές συναυλίες σ' όλη την Ελλάδα προσπαθώντας να εξοικειώσει τον κόσμο με τα αριστουργήματα της συμφωνικής μουσικής. Το 1964 αποκτά διεθνή αναγνώριση με τη σύνθεση της μουσικής για την ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη, Αλέξης Ζορμπάς (Zorba the Greek).Το 1963 μετά τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη ιδρύεται η «Νεολαία Λαμπράκη», της οποίας εκλέγεται Πρόεδρος. Την ίδια εποχή εκλέγεται βουλευτής της ΕΔΑ. http://nikolakas.blogspot.gr

Αντόνιο Λούτσιο Βιβάλντι (ιταλικά: Antonio Lucio Vivaldi






Vivaldi.jpgΟ Αντόνιο Λούτσιο Βιβάλντι (ιταλικά: Antonio Lucio Vivaldi, 1678 - 28 Ιουλίου 1741), γνωστός και με το προσωνύμιο il Prete Rosso (= ο κοκκινομάλλης παπάς) λόγω του χρώματος των μαλλιών του, ήταν Ιταλός συνθέτης, (μουσουργός), δεξιοτέχνης βιολιστής και ιερέας της εποχής του Μπαρόκ. Θεωρείται από τους σημαντικότερους συνθέτες της εποχής του και ο δημοφιλέστερος του κλασσικού μπαρόκ, καθώς με τη μουσική του επηρέασε πλήθος συνθετών τόσο της γενιάς του, μεταξύ των οποίων, τους Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, Γκέοργκ Φίλιπ Τέλεμαν, όσο και τους μετέπειτα.
Στα πιο γνωστά έργα του περιλαμβάνονται δεκάδες κοντσέρτα για βιολί - μια ενότητα των οποίων αποτελούν τις περίφημες "Τέσσερις Εποχές"- και άλλα όργανα, πάνω από 40 όπερες και πλήθος άλλων έργων θρησκευτικής μουσικής.

Αρκετά έργα του συνέθεσε για το γυναικείο μουσικό σχήμα του Ospedalle della Pietà, το οποίο ουσιαστικά ήταν ένα ορφανοτροφείο για εγκαταλειμμένα παιδιά και στο οποίο ο Βιβάλντι εργάστηκε στις περιόδους 1703 – 1705 και 1723 – 1740. Οι όπερές του επιπλέον είχαν κάποια επιτυχία σε πόλεις όπως η Βενετία, η Μάντουα και η Βιέννη. Μετά τη συνάντησή του με τον αυτοκράτορα Κάρολο τον Έκτο, ο Βιβάλντι μετοίκησε στη Βιέννη όπου και έλπιζε στην τοποθέτησή του ως μουσικού εκεί. Ο αυτοκράτορας ωστόσο σύντομα σχετικά μετά την άφιξή του πέθανε και ο συνθέτης απεβίωσε πάμφτωχος άνευ κάποιας σταθερής πηγής εισοδήματος.

Παρόλο που η μουσική του έτυχε ευρείας αποδοχής και αρεσκείας από το κοινό ενώ ο ίδιος ήταν εν ζωή, μετά το θάνατό του η δημοτικότητά της μειώθηκε αρκετά ως την ταχεία αναγέννησή της στο πρώτο μισό του εικοστού αιώνα. Στις μέρες μας, ο Βιβάλντι συγκαταλέγεται μεταξύ των δημοφιλέστερων και περισσότερο ηχογραφημένων μπαρόκ συνθετών.

http://el.wikipedia.org/wiki/Αντόνιο_Βιβάλντι




Δημοφιλείς αναρτήσεις