Σάββατο 11 Αυγούστου 2018

Ανδρέας Γεωργιάδης ο Κρης …1892 - 11 Αυγούστου 1981

Ανδρέας Γεωργιάδης ο Κρης ( 1892- 11 Αυγούστου 1981), Ζωγράφος
1892 : Γεννιέται στα Χανιά. Ο πατέρας του μόλις έχει επιστρέψει στην Κρήτη, μετά από την αμνήστευσή του από καταδικαστική απόφαση της Πύλης και έχει καταφύγει στην Αθήνα στέλνοντας τους δικούς του στη Μήλο.

1896 : Ο Ανδρέας φτάνει στην Αίγυπτο μετά την πυρπόληση της πόλης των Χανίων. Στην Ισμαηλία και το Κάιρο ζει τα παιδικά του χρόνια. Δουλεύει στην αρχή στα συνεργεία του εργολάβου Β.Βερνάρδου που αναλαμβάνει διακοσμήσεις οικοδομών. Με την εμπειρία που αποκτά εργάζεται αργότερα κοντά στον ζωγράφο – διακοσμητή Orlando και στην συνέχεια στο αρχιτεκτονικό γραφείο των αδελφών Nistri, μέχρι που συμπλήρωσε τα 18 του χρόνια.

1910 : Έρχεται στη Αθήνα.

1912 : Δίνει εξετάσεις στην Σχολή Καλών Τεχνών («Σχολή Γραφικών Τεχνών» τότε) και κατατάσσεται στην τρίτη τάξη με δάσκαλο τον Γερανιώτη.

1912-13 : Πολεμά ως εθελοντής με το σώμα των Γαριβαλδίνων («Ερυθροχιτώνων»), στους Βαλκανικούς Πολέμους. Στη μάχη του Δρίσκου τραυματίζεται και χάνει το ένα του μάτι.

1914 : Ξαναρχίζει τις σπουδές του στη Σχολή για μια επταετία με δασκάλους του τους Ιακωβίδη, Ροϊλό και Βικάτο.

1922 : Παίρνει το πρώτο βραβείο του Υπουργείου Τ.Τ.Τ. στον Πανελλήνιο Καλλιτεχνικό Διαγωνισμό για τη δημιουργία έργου με θέμα την Έξοδο του Μεσολογγίου.

1924 : Αποσπά το πρώτο βραβείο στον Αβερώφειο διαγωνισμό του Πολυτεχνείου και εξασφαλίζει τετραετή υποτροφία για το Παρίσι (1925 – 1929). Εκεί φοιτά στην Ecole des Beaux Arts και στις ελεύθερες Ακαδημίες Julian, Colarossi και Grande Chaumiere. Μελετά παράλληλα τα έργα των μεγάλων δασκάλων της Αναγέννησης στα μουσεία του Παρισιού, της Μαδρίτης, του Τολέδο και του Εσκοριάλ. Ταξιδεύει επίσης στις Βρυξέλες, στην Αμβέρσα και στην Γάνδη. Εκπονεί μια σειρά από εικοσιπέντε μελέτες με ελεύθερες αφομοιώσεις από τα έργα των Ριμπέρα, Καρένιο, Τισιανού, Βελάσκεθ, Ρούμπενς, Βαν Ντάικ και Ρενουάρ.

1929 : Επιστρέφει στην Ελλάδα και παρουσιάζει την πρώτη ατομική του έκθεση με σαράντα έργα στην αίθουσα «Παρνασσός». Του χορηγείται υποτροφία Ηρακλέους Βόλτου του Πανεπιστήμιου Αθηνών και συνεχίζει για τρία χρόνια τις σπουδές του πάνω στις τεχνοτροπικές και τεχνικές εξελίξεις της δυτικοευρωπαϊκής ζωγραφικής. Μελετά τον Δομίνικο Θεοτοκόπουλο στο Λούβρο και στην Γκαλερία Κορσίνι.

1930 : Το έργο του «Μάνα» γίνεται δεκτό από κριτική επιτροπή ζωγράφων και παρουσιάζεται στην έκθεση του Grand Palais στο Σαλόν της χρονιάς, όπου εκθέτουν κατ’εξαίρεση και μη γάλλοι ζωγράφοι.
Φοιτά για ένα χρόνο στην Βασιλική Ακαδημία Regia Scuola per Industria Arte στην Μπολόνια και ειδικεύεται στην τεχνική της νωπογραφίας με καθηγητή τον Μάριο Ροβέρσι.

1931 : Του απονέμεται «τιμής ένεκεν» μετάλλιο και δίπλωμα για τα εκατό χρόνια της απελευθέρωσης του ελληνικού έθνους.

1933 : Ανακηρύσσεται επίτιμο μέλος της Ενώσεως Παλαιών Πολεμιστών και του δίνεται δίπλωμα για τις υπηρεσίες του προς το έθνος και την τέχνη.

1934 : Παίρνει μέρος στην Διεθνή Έκθεση της Βενετίας και μαζί με τον Δημήτριο Δήμα αποσπούν το ενδιαφέρον του κριτικού τέχνης Ούγκο Οτζέτι.

1935 : Διορίζεται, μαζί με τον Φώτη Κόντογλου, από το Υπουργείο Παιδείας, μέλος της Επιτροπής για την επισκευή και αποκατάσταση των τοιχογραφιών στην Αίθουσα Τροπαίων στα Παλιά Ανάκτορα.

1936 : Εκλέγεται από την Γενική Συνέλευση του Συνδέσμου Ελλήνων Καλλιτεχνών να αποστείλει έργο του στη Διεθνή Έκθεση του Σίδνεϋ της Αυστραλίας.

1938 : Διορίζεται από την ολομέλεια των καλλιτεχνικών σωματείων μέλος της Κριτικής Επιτροπής της Πανελληνίου Εκθέσεως.

1947 : Εκλέγεται καθηγητής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών όπου διδάσκει χρώμα και σύνθεση στην έδρα της ζωγραφικής μέχρι το 1961.

1957 : Συμμετέχει στην Β’ Μεσογειακή έκθεση της Αλεξάνδρειας.

1965 : Επιλέγεται πρόεδρος του Καλλιτεχνικού Επιμελητηρίου και μένει στη θέση αυτή μέχρι το 1970.

1981 : Πεθαίνει στην Αθήνα.

-----------------------------------------------------------
http://zhtunteanagnostes.blogspot.gr/2015/08/1892-11-1981.html

Ανδρέας Γεωργιάδης ο Κρης …1892 - 11 Αυγούστου 1981

  
O Χανιώτης  ζωγράφος που τον χαρακτήρισε ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου : «…Ένας παρ’ ολίγο μοντέρνος».
Σαν σήμερα, πριν από 34 χρόνια, έφυγε από τη ζωή ένας από τους σπουδαιότερους σύγχρονους ζωγράφους που ανέδειξε η Κρήτη. O Ανδρέας Γεωργιάδης που υπέγραφε τα έργα του ως "Κρης".
Μαθητής,του Γεωργίου Ροϊλού,του Δημήτρη Γερανιώτη,του Γεωργίου Ιακωβίδη και του Σπυρίδωνος Βικάτου στη Σχολή Καλών Τεχνών, συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι (Académie Julian και Académie de la Grande Chaumière) και στη Μπολόνια (Regia Scuola per Industria dArte, 1930-1931). Δίδαξε στη Σχολή από το 1947 ώς το 1961. Υπήρξε ο κατεξοχήν θιασώτης της μεγάλης δυτικής καλλιτεχνικής παράδοσης.
Ο πατέρας του μόλις έχει επιστρέψει στην Κρήτη το 1892, μετά από την αμνήστευσή του από καταδικαστική απόφαση της Πύλης και έχει καταφύγει στην Αθήνα στέλνοντας τους δικούς του στη Μήλο.
O Εργάτης
Το 1896 ο Ανδρέας φτάνει στην Αίγυπτο μετά την πυρπόληση της πόλης των Χανίων. Στην Ισμαηλία και το Κάιρο ζει τα παιδικά του χρόνια. Δουλεύει στην αρχή στα συνεργεία του εργολάβου Β.Βερνάρδου που αναλαμβάνει διακοσμήσεις οικοδομών. Με την εμπειρία που αποκτά εργάζεται αργότερα κοντά στον ζωγράφο – διακοσμητή Orlando και στην συνέχεια στο αρχιτεκτονικό γραφείο των αδελφών Nistri, μέχρι που συμπλήρωσε τα 18 του χρόνια.
Έρχεται στη Αθήνα το 1910 και δίνει εξετάσεις στην Σχολή Καλών Τεχνών («Σχολή Γραφικών Τεχνών» τότε) και κατατάσσεται στην τρίτη τάξη με δάσκαλο τον Γερανιώτη.
Πολεμά ως εθελοντής με το σώμα των Γαριβαλδίνων («Ερυθροχιτώνων»), στους Βαλκανικούς Πολέμους.  

Στη μάχη του Δρίσκου τραυματίζεται και χάνει το ένα του μάτι.
οι δύο φιλοι, 1950
Ξαναρχίζει τις σπουδές του στη Σχολή το 1914 για μια επταετία με δασκάλους του τους Ιακωβίδη, Ροϊλό και Βικάτο. Παίρνει το πρώτο βραβείο του Υπουργείου Τ.Τ.Τ. το 1922 στον Πανελλήνιο Καλλιτεχνικό Διαγωνισμό για τη δημιουργία έργου με θέμα την Έξοδο του Μεσολογγίου.
Αποσπά το πρώτο βραβείο στον Αβερώφειο διαγωνισμό του Πολυτεχνείου και εξασφαλίζει τετραετή υποτροφία για το Παρίσι (1925 – 1929). Εκεί φοιτά στην Ecole des Beaux Arts και στις ελεύθερες Ακαδημίες Julian, Colarossi και Grande Chaumiere. Μελετά παράλληλα τα έργα των μεγάλων δασκάλων της Αναγέννησης στα μουσεία του Παρισιού, της Μαδρίτης, του Τολέδο και του Εσκοριάλ. Ταξιδεύει επίσης στις Βρυξέλες, στην Αμβέρσα και στην Γάνδη. Εκπονεί μια σειρά από εικοσιπέντε μελέτες με ελεύθερες αφομοιώσεις από τα έργα των Ριμπέρα, Καρένιο, Τισιανού, Βελάσκεθ, Ρούμπενς, Βαν Ντάικ και Ρενουάρ.
Επιστρέφει στην Ελλάδα το 1929 και παρουσιάζει την πρώτη ατομική του έκθεση με σαράντα έργα στην αίθουσα «Παρνασσός». Του χορηγείται υποτροφία Ηρακλέους Βόλτου του Πανεπιστήμιου Αθηνών και συνεχίζει για τρία χρόνια τις σπουδές του πάνω στις τεχνοτροπικές και τεχνικές εξελίξεις της δυτικοευρωπαϊκής ζωγραφικής. Μελετά τον Δομίνικο Θεοτοκόπουλο στο Λούβρο και στην Γκαλερία Κορσίνι.

Μάνα
Το έργο του «Μάνα» γίνεται δεκτό από κριτική επιτροπή ζωγράφων και παρουσιάζεται στην έκθεση του Grand Palais στο Σαλόν της χρονιάς, όπου εκθέτουν κατ’εξαίρεση και μη γάλλοι ζωγράφοι. Φοιτά για ένα χρόνο στην Βασιλική Ακαδημία Regia Scuola per Industria Arte στην Μπολόνια και ειδικεύεται στην τεχνική της νωπογραφίας με καθηγητή τον Μάριο Ροβέρσι.
Του απονέμεται «τιμής ένεκεν» μετάλλιο και δίπλωμα για τα εκατό χρόνια της απελευθέρωσης του ελληνικού έθνους το 1931. Ανακηρύσσεται επίτιμο μέλος της Ενώσεως Παλαιών Πολεμιστών και του δίνεται δίπλωμα για τις υπηρεσίες του προς το έθνος και την τέχνη. Το 1934  παίρνει μέρος στην Διεθνή Έκθεση της Βενετίας και μαζί με τον Δημήτριο Δήμα αποσπούν το ενδιαφέρον του κριτικού τέχνης Ούγκο Οτζέτι.
Το 1935  διορίζεται, μαζί με τον Φώτη Κόντογλου, από το Υπουργείο Παιδείας, μέλος της Επιτροπής για την επισκευή και αποκατάσταση των τοιχογραφιών στην Αίθουσα Τροπαίων στα Παλιά Ανάκτορα. Εκλέγεται από την Γενική Συνέλευση του Συνδέσμου Ελλήνων Καλλιτεχνών να αποστείλει έργο του στη Διεθνή Έκθεση του Σίδνεϋ της Αυστραλίας.
Διορίζεται από την ολομέλεια των καλλιτεχνικών σωματείων μέλος της Κριτικής Επιτροπής της Πανελληνίου Εκθέσεως και το 1947 εκλέγεται καθηγητής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών όπου διδάσκει χρώμα και σύνθεση στην έδρα της ζωγραφικής μέχρι το 1961.Το 1965 επιλέγεται πρόεδρος του Καλλιτεχνικού Επιμελητηρίου και μένει στη θέση αυτή μέχρι το 1970.
«…Ο Ανδρέας Γεωργιάδης ο Κρης, ή Ανδρέας ο Κρης όπως συνήθιζε να υπογράφει τα έργα του, γεννήθηκε στα Χανιά το 1892 και πέθανε στην Αθήνα το 1981. Σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών (1914-1923) και κατόπιν με υποτροφία του Πολυτεχνείου Αθηνών στο Παρίσι (1924-1929). Από τότε ταξίδεψε συστηματικά στην Ισπανία, στο Βέλγιο, στην Ολλανδία και στην Ιταλία,μελετώντας και αναπαράγοντας τα έργα των μεγάλων ζωγράφων της Ευρώπης. Εξελέγη καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών το 1947, εξέθεσε τα έργα του τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό αποσπώντας θετικές κριτικές και δραστηριοποιήθηκε επίσης στο Καλλιτεχνικό Επιμελητήριο ως πρόεδρός του ενώ έγραφε και θεωρητικά κείμενα για την τέχνη της εποχής του. Το γεγονός ότι ο Γεωργιάδης υπήρξε ιδρυτικό και δραστήριο μέλος της« Ομάδας Ακαδημαϊκών Ζωγράφων», που ιδρύθηκε το 1937 και υποστήριξε την αναπαραστατική τέχνη, μαζί με τους Σ. Βικάτο, Α. Γεραλή, Γ. Προκοπίου,Κ. Αρτέμη, Σ. Παπαναγιώτου, Π. Λύτρα, Δ. Πελεκάση και Α. Χριστοφή,88 συνέβαλε ενδεχομένως στην κατάταξή του από πολλούς σύγχρονους Έλληνες ιστορικούς τέχνης στις τάξεις των ακαδημαϊκών ζωγράφων συντηρητικών τάσεων με πίστη στην παράδοση και στις κλασικές αξίες της ζωγραφικής.
Πράγματι, ο Γεωργιάδης δουλεύει προσωπογραφίες, νεκρές φύσεις και ιστορικές σκηνές με μεγάλη εμβρίθεια, κάνοντας αναφορές σε μεγάλες μορφές της παραδοσιακής Ευρωπαϊκής ζωγραφικής. Παρά την αγάπη και τη φιλοπατρία με την οποία αποτυπώνει θέματα από την ελληνική ιστορία, η έννοια της παράδοσης που επαγγέλλεται δεν είναι γεωγραφικά περιορισμένη στα όρια της ελληνικής επικράτειας, όπως στην περίπτωση του Φώτη Κόντογλου, μια και φαίνεται πως διαπνεόταν από την πεποίθηση ότι ο Ευρωπαϊκός ανθρωπισμός είναι ουσιαστικά ελληνοκεντρικός από τη σκοπιά της καταγωγικής του προέλευσης.
Είναι επίσης αποκαλυπτικό το γεγονός, το οποίο δεν έχει προσεχθεί όσο του αξίζει, ότι ο Γεωργιάδης δεν εμπνέεται από τις κλασικές αξίες της Ιταλικής Αναγέννησης αλλά ούτε από το κληροδότημα της κλασικής ή νεοκλασικής ορθολογιστικής ζωγραφικής του τύπου του Πουσέν. Οι επίμονες αναφορές του είναι στους Τισιάνο, Γκρέκο, Ρέμπραντ, Χαλς, Βελάσκεθ,Ντελακρουά, Ανγκρ, Κουρμπέ, Μανέ, Πισαρό, Κορό και Ρενουάρ. Οι αναφορές αυτές, οι οποίες αναγνωρίζονται στην ίδια τη ζωγραφική του πρακτική,τόσο στη χειρονομιακή αλλά και απόλυτα ελεγχόμενη πινελιά, στην πληθωρική αλλά συγκροτημένη και ζυγισμένη σύνθεση, όσο και στην πλούσια χρωματική και τονική γκάμα, θεσπίζουν μιαν αμφίσημη σχέση με τις αξίες της κλασικής παράδοσης, ειδικά όταν αυτές εννοηθούν με αυστηρό τρόπο και αναφορικά με την Ιταλική Αναγέννηση και τα ρεύματα του κλασικισμού και νεοκλασικισμού του 18ου και 19ου αιώνα. Το παραπάνω σε συνδυασμό με τη συστηματική κριτική που διατυπώνει στα κείμενά του για την καταλυτική επέλαση του μοντερνισμού και τις δυσμενείς αναφορές του σε ζωγράφους όπως οφορών των ζωγράφων και των σχολών από τις οποίες εμπνέεται. Η απόπειρά του να επωμιστεί τη συνολική υπεράσπιση της ζωγραφικής σε μια εποχή που η πρωτοκαθεδρία της απειλείται, τον οδηγεί σε μια εκλεκτικιστική και συγκρητική αντιμετώπισή της από επάλξεις οι οποίες αργότερα, τη δεκαετία του 1980, θα καταληφθούν από τους μεταμοντέρνους υπερασπιστές της. Έτσι εξηγείται και ο επιτυχημένος χαρακτηρισμός που ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου προφητικά του απέδωσε το 1929 επισημαίνοντας στην κριτική του το παράδοξο των πηγών του: «ένας παρ’ ολίγο μοντέρνος». Επομένως το έργο του Γεωργιάδη δεν είναι συντηρητικό, διότι δεν υπακούει στα κελεύσματα της εποχής του αλλά έχει την τραγικότητα κάποιου που τολμά να ορθώσει το ανάστημά του ενάντια σε αυτά.
Ούτε ακαδημαϊκό είναι, με τις έννοιες του ψυχρού, τυποποιημένου, στείρου και ψεύτικου, διότι διέπεται από μια ζέση και ένα πάθος που τολμά ένα μεγαλεπήβολο συγκερασμό ρευμάτων και τεχνικών κι έχει γι’ αυτό μιαν αλήθεια, όπως αποδεικνύουν αφενός η τροπή που πήραν τα πράγματα προς το τέλος του εικοστού αιώνα, αφετέρου η μαρτυρία των πολυάριθμων μαθητών του…»*


ΠΗΓΕΣ:
*Το παραπάνω κείμενο είναι από το βιβλίο της Ντενιζ Χλόης Αλεβίζου : Η Κρήτη των Καλλιτεχνών 19ος - 20ος αιώνας, Αγιογραφία - Ζωγραφική - Γλυπτική, εκδ. Δοκιμάκης.
 desiris
nikias.gr
politeianet.gr

Δημοσιεύτηκε στο cretalive.gr στις 11 Αυγούστου 2015 :http://www.cretalive.gr/history

Ανδρέας Γεωργιάδης ο Κρης

Ανδρέας Γεωργιάδης ο Κρης 
( 1892- 11 Αυγούστου 1981), Ζωγράφος
1892 : Γεννιέται στα Χανιά. Ο πατέρας του μόλις έχει επιστρέψει στην Κρήτη, μετά από την αμνήστευσή του από καταδικαστική απόφαση της Πύλης και έχει καταφύγει στην Αθήνα στέλνοντας τους δικούς του στη Μήλο.

1896 : Ο Ανδρέας φτάνει στην Αίγυπτο μετά την πυρπόληση της πόλης των Χανίων. Στην Ισμαηλία και το Κάιρο ζει τα παιδικά του χρόνια. Δουλεύει στην αρχή στα συνεργεία του εργολάβου Β.Βερνάρδου που αναλαμβάνει διακοσμήσεις οικοδομών. Με την εμπειρία που αποκτά εργάζεται αργότερα κοντά στον ζωγράφο – διακοσμητή Orlando και στην συνέχεια στο αρχιτεκτονικό γραφείο των αδελφών Nistri, μέχρι που συμπλήρωσε τα 18 του χρόνια.

1910 : Έρχεται στη Αθήνα.

1912 : Δίνει εξετάσεις στην Σχολή Καλών Τεχνών («Σχολή Γραφικών Τεχνών» τότε) και κατατάσσεται στην τρίτη τάξη με δάσκαλο τον Γερανιώτη.

1912-13 : Πολεμά ως εθελοντής με το σώμα των Γαριβαλδίνων («Ερυθροχιτώνων»), στους Βαλκανικούς Πολέμους. Στη μάχη του Δρίσκου τραυματίζεται και χάνει το ένα του μάτι.

1914 : Ξαναρχίζει τις σπουδές του στη Σχολή για μια επταετία με δασκάλους του τους Ιακωβίδη, Ροϊλό και Βικάτο.

1922 : Παίρνει το πρώτο βραβείο του Υπουργείου Τ.Τ.Τ. στον Πανελλήνιο Καλλιτεχνικό Διαγωνισμό για τη δημιουργία έργου με θέμα την Έξοδο του Μεσολογγίου.

1924 : Αποσπά το πρώτο βραβείο στον Αβερώφειο διαγωνισμό του Πολυτεχνείου και εξασφαλίζει τετραετή υποτροφία για το Παρίσι (1925 – 1929). Εκεί φοιτά στην Ecole des Beaux Arts και στις ελεύθερες Ακαδημίες Julian, Colarossi και Grande Chaumiere. Μελετά παράλληλα τα έργα των μεγάλων δασκάλων της Αναγέννησης στα μουσεία του Παρισιού, της Μαδρίτης, του Τολέδο και του Εσκοριάλ. Ταξιδεύει επίσης στις Βρυξέλες, στην Αμβέρσα και στην Γάνδη. Εκπονεί μια σειρά από εικοσιπέντε μελέτες με ελεύθερες αφομοιώσεις από τα έργα των Ριμπέρα, Καρένιο, Τισιανού, Βελάσκεθ, Ρούμπενς, Βαν Ντάικ και Ρενουάρ.

1929 : Επιστρέφει στην Ελλάδα και παρουσιάζει την πρώτη ατομική του έκθεση με σαράντα έργα στην αίθουσα «Παρνασσός». Του χορηγείται υποτροφία Ηρακλέους Βόλτου του Πανεπιστήμιου Αθηνών και συνεχίζει για τρία χρόνια τις σπουδές του πάνω στις τεχνοτροπικές και τεχνικές εξελίξεις της δυτικοευρωπαϊκής ζωγραφικής. Μελετά τον Δομίνικο Θεοτοκόπουλο στο Λούβρο και στην Γκαλερία Κορσίνι.

1930 : Το έργο του «Μάνα» γίνεται δεκτό από κριτική επιτροπή ζωγράφων και παρουσιάζεται στην έκθεση του Grand Palais στο Σαλόν της χρονιάς, όπου εκθέτουν κατ’εξαίρεση και μη γάλλοι ζωγράφοι.
Φοιτά για ένα χρόνο στην Βασιλική Ακαδημία Regia Scuola per Industria Arte στην Μπολόνια και ειδικεύεται στην τεχνική της νωπογραφίας με καθηγητή τον Μάριο Ροβέρσι.

1931 : Του απονέμεται «τιμής ένεκεν» μετάλλιο και δίπλωμα για τα εκατό χρόνια της απελευθέρωσης του ελληνικού έθνους.

1933 : Ανακηρύσσεται επίτιμο μέλος της Ενώσεως Παλαιών Πολεμιστών και του δίνεται δίπλωμα για τις υπηρεσίες του προς το έθνος και την τέχνη.

1934 : Παίρνει μέρος στην Διεθνή Έκθεση της Βενετίας και μαζί με τον Δημήτριο Δήμα αποσπούν το ενδιαφέρον του κριτικού τέχνης Ούγκο Οτζέτι.

1935 : Διορίζεται, μαζί με τον Φώτη Κόντογλου, από το Υπουργείο Παιδείας, μέλος της Επιτροπής για την επισκευή και αποκατάσταση των τοιχογραφιών στην Αίθουσα Τροπαίων στα Παλιά Ανάκτορα.

1936 : Εκλέγεται από την Γενική Συνέλευση του Συνδέσμου Ελλήνων Καλλιτεχνών να αποστείλει έργο του στη Διεθνή Έκθεση του Σίδνεϋ της Αυστραλίας.

1938 : Διορίζεται από την ολομέλεια των καλλιτεχνικών σωματείων μέλος της Κριτικής Επιτροπής της Πανελληνίου Εκθέσεως.

1947 : Εκλέγεται καθηγητής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών όπου διδάσκει χρώμα και σύνθεση στην έδρα της ζωγραφικής μέχρι το 1961.

1957 : Συμμετέχει στην Β’ Μεσογειακή έκθεση της Αλεξάνδρειας.

1965 : Επιλέγεται πρόεδρος του Καλλιτεχνικού Επιμελητηρίου και μένει στη θέση αυτή μέχρι το 1970.

1981 : Πεθαίνει στην Αθήνα.

-----------------------------------------------------------
http://zhtunteanagnostes.blogspot.gr/2015/08/1892-11-1981.html

Ανδρέας Γεωργιάδης ο Κρης …1892 - 11 Αυγούστου 1981




O Χανιώτης  ζωγράφος που τον χαρακτήρισε ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου : «…Ένας παρ’ ολίγο μοντέρνος».

Σαν σήμερα, πριν από 34 χρόνια, έφυγε από τη ζωή ένας από τους σπουδαιότερους σύγχρονους ζωγράφους που ανέδειξε η Κρήτη. O Ανδρέας Γεωργιάδης που υπέγραφε τα έργα του ως "Κρης".

Μαθητής,του Γεωργίου Ροϊλού,του Δημήτρη Γερανιώτη,του Γεωργίου Ιακωβίδη και του Σπυρίδωνος Βικάτου στη Σχολή Καλών Τεχνών, συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι (Académie Julian και Académie de la Grande Chaumière) και στη Μπολόνια (Regia Scuola per Industria dArte, 1930-1931). Δίδαξε στη Σχολή από το 1947 ώς το 1961. Υπήρξε ο κατεξοχήν θιασώτης της μεγάλης δυτικής καλλιτεχνικής παράδοσης.

Ο πατέρας του μόλις έχει επιστρέψει στην Κρήτη το 1892, μετά από την αμνήστευσή του από καταδικαστική απόφαση της Πύλης και έχει καταφύγει στην Αθήνα στέλνοντας τους δικούς του στη Μήλο.

O Εργάτης

Το 1896 ο Ανδρέας φτάνει στην Αίγυπτο μετά την πυρπόληση της πόλης των Χανίων. Στην Ισμαηλία και το Κάιρο ζει τα παιδικά του χρόνια. Δουλεύει στην αρχή στα συνεργεία του εργολάβου Β.Βερνάρδου που αναλαμβάνει διακοσμήσεις οικοδομών. Με την εμπειρία που αποκτά εργάζεται αργότερα κοντά στον ζωγράφο – διακοσμητή Orlando και στην συνέχεια στο αρχιτεκτονικό γραφείο των αδελφών Nistri, μέχρι που συμπλήρωσε τα 18 του χρόνια.

Έρχεται στη Αθήνα το 1910 και δίνει εξετάσεις στην Σχολή Καλών Τεχνών («Σχολή Γραφικών Τεχνών» τότε) και κατατάσσεται στην τρίτη τάξη με δάσκαλο τον Γερανιώτη.

Πολεμά ως εθελοντής με το σώμα των Γαριβαλδίνων («Ερυθροχιτώνων»), στους Βαλκανικούς Πολέμους.  



Στη μάχη του Δρίσκου τραυματίζεται και χάνει το ένα του μάτι.

οι δύο φιλοι, 1950

Ξαναρχίζει τις σπουδές του στη Σχολή το 1914 για μια επταετία με δασκάλους του τους Ιακωβίδη, Ροϊλό και Βικάτο. Παίρνει το πρώτο βραβείο του Υπουργείου Τ.Τ.Τ. το 1922 στον Πανελλήνιο Καλλιτεχνικό Διαγωνισμό για τη δημιουργία έργου με θέμα την Έξοδο του Μεσολογγίου.

Αποσπά το πρώτο βραβείο στον Αβερώφειο διαγωνισμό του Πολυτεχνείου και εξασφαλίζει τετραετή υποτροφία για το Παρίσι (1925 – 1929). Εκεί φοιτά στην Ecole des Beaux Arts και στις ελεύθερες Ακαδημίες Julian, Colarossi και Grande Chaumiere. Μελετά παράλληλα τα έργα των μεγάλων δασκάλων της Αναγέννησης στα μουσεία του Παρισιού, της Μαδρίτης, του Τολέδο και του Εσκοριάλ. Ταξιδεύει επίσης στις Βρυξέλες, στην Αμβέρσα και στην Γάνδη. Εκπονεί μια σειρά από εικοσιπέντε μελέτες με ελεύθερες αφομοιώσεις από τα έργα των Ριμπέρα, Καρένιο, Τισιανού, Βελάσκεθ, Ρούμπενς, Βαν Ντάικ και Ρενουάρ.

Επιστρέφει στην Ελλάδα το 1929 και παρουσιάζει την πρώτη ατομική του έκθεση με σαράντα έργα στην αίθουσα «Παρνασσός». Του χορηγείται υποτροφία Ηρακλέους Βόλτου του Πανεπιστήμιου Αθηνών και συνεχίζει για τρία χρόνια τις σπουδές του πάνω στις τεχνοτροπικές και τεχνικές εξελίξεις της δυτικοευρωπαϊκής ζωγραφικής. Μελετά τον Δομίνικο Θεοτοκόπουλο στο Λούβρο και στην Γκαλερία Κορσίνι.



Μάνα

Το έργο του «Μάνα» γίνεται δεκτό από κριτική επιτροπή ζωγράφων και παρουσιάζεται στην έκθεση του Grand Palais στο Σαλόν της χρονιάς, όπου εκθέτουν κατ’εξαίρεση και μη γάλλοι ζωγράφοι. Φοιτά για ένα χρόνο στην Βασιλική Ακαδημία Regia Scuola per Industria Arte στην Μπολόνια και ειδικεύεται στην τεχνική της νωπογραφίας με καθηγητή τον Μάριο Ροβέρσι.

Του απονέμεται «τιμής ένεκεν» μετάλλιο και δίπλωμα για τα εκατό χρόνια της απελευθέρωσης του ελληνικού έθνους το 1931. Ανακηρύσσεται επίτιμο μέλος της Ενώσεως Παλαιών Πολεμιστών και του δίνεται δίπλωμα για τις υπηρεσίες του προς το έθνος και την τέχνη. Το 1934  παίρνει μέρος στην Διεθνή Έκθεση της Βενετίας και μαζί με τον Δημήτριο Δήμα αποσπούν το ενδιαφέρον του κριτικού τέχνης Ούγκο Οτζέτι.

Το 1935  διορίζεται, μαζί με τον Φώτη Κόντογλου, από το Υπουργείο Παιδείας, μέλος της Επιτροπής για την επισκευή και αποκατάσταση των τοιχογραφιών στην Αίθουσα Τροπαίων στα Παλιά Ανάκτορα. Εκλέγεται από την Γενική Συνέλευση του Συνδέσμου Ελλήνων Καλλιτεχνών να αποστείλει έργο του στη Διεθνή Έκθεση του Σίδνεϋ της Αυστραλίας.

Διορίζεται από την ολομέλεια των καλλιτεχνικών σωματείων μέλος της Κριτικής Επιτροπής της Πανελληνίου Εκθέσεως και το 1947 εκλέγεται καθηγητής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών όπου διδάσκει χρώμα και σύνθεση στην έδρα της ζωγραφικής μέχρι το 1961.Το 1965 επιλέγεται πρόεδρος του Καλλιτεχνικού Επιμελητηρίου και μένει στη θέση αυτή μέχρι το 1970.


«…Ο Ανδρέας Γεωργιάδης ο Κρης, ή Ανδρέας ο Κρης όπως συνήθιζε να υπογράφει τα έργα του, γεννήθηκε στα Χανιά το 1892 και πέθανε στην Αθήνα το 1981. Σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών (1914-1923) και κατόπιν με υποτροφία του Πολυτεχνείου Αθηνών στο Παρίσι (1924-1929). Από τότε ταξίδεψε συστηματικά στην Ισπανία, στο Βέλγιο, στην Ολλανδία και στην Ιταλία,μελετώντας και αναπαράγοντας τα έργα των μεγάλων ζωγράφων της Ευρώπης. Εξελέγη καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών το 1947, εξέθεσε τα έργα του τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό αποσπώντας θετικές κριτικές και δραστηριοποιήθηκε επίσης στο Καλλιτεχνικό Επιμελητήριο ως πρόεδρός του ενώ έγραφε και θεωρητικά κείμενα για την τέχνη της εποχής του. Το γεγονός ότι ο Γεωργιάδης υπήρξε ιδρυτικό και δραστήριο μέλος της« Ομάδας Ακαδημαϊκών Ζωγράφων», που ιδρύθηκε το 1937 και υποστήριξε την αναπαραστατική τέχνη, μαζί με τους Σ. Βικάτο, Α. Γεραλή, Γ. Προκοπίου,Κ. Αρτέμη, Σ. Παπαναγιώτου, Π. Λύτρα, Δ. Πελεκάση και Α. Χριστοφή,88 συνέβαλε ενδεχομένως στην κατάταξή του από πολλούς σύγχρονους Έλληνες ιστορικούς τέχνης στις τάξεις των ακαδημαϊκών ζωγράφων συντηρητικών τάσεων με πίστη στην παράδοση και στις κλασικές αξίες της ζωγραφικής.

Πράγματι, ο Γεωργιάδης δουλεύει προσωπογραφίες, νεκρές φύσεις και ιστορικές σκηνές με μεγάλη εμβρίθεια, κάνοντας αναφορές σε μεγάλες μορφές της παραδοσιακής Ευρωπαϊκής ζωγραφικής. Παρά την αγάπη και τη φιλοπατρία με την οποία αποτυπώνει θέματα από την ελληνική ιστορία, η έννοια της παράδοσης που επαγγέλλεται δεν είναι γεωγραφικά περιορισμένη στα όρια της ελληνικής επικράτειας, όπως στην περίπτωση του Φώτη Κόντογλου, μια και φαίνεται πως διαπνεόταν από την πεποίθηση ότι ο Ευρωπαϊκός ανθρωπισμός είναι ουσιαστικά ελληνοκεντρικός από τη σκοπιά της καταγωγικής του προέλευσης.


Είναι επίσης αποκαλυπτικό το γεγονός, το οποίο δεν έχει προσεχθεί όσο του αξίζει, ότι ο Γεωργιάδης δεν εμπνέεται από τις κλασικές αξίες της Ιταλικής Αναγέννησης αλλά ούτε από το κληροδότημα της κλασικής ή νεοκλασικής ορθολογιστικής ζωγραφικής του τύπου του Πουσέν. Οι επίμονες αναφορές του είναι στους Τισιάνο, Γκρέκο, Ρέμπραντ, Χαλς, Βελάσκεθ,Ντελακρουά, Ανγκρ, Κουρμπέ, Μανέ, Πισαρό, Κορό και Ρενουάρ. Οι αναφορές αυτές, οι οποίες αναγνωρίζονται στην ίδια τη ζωγραφική του πρακτική,τόσο στη χειρονομιακή αλλά και απόλυτα ελεγχόμενη πινελιά, στην πληθωρική αλλά συγκροτημένη και ζυγισμένη σύνθεση, όσο και στην πλούσια χρωματική και τονική γκάμα, θεσπίζουν μιαν αμφίσημη σχέση με τις αξίες της κλασικής παράδοσης, ειδικά όταν αυτές εννοηθούν με αυστηρό τρόπο και αναφορικά με την Ιταλική Αναγέννηση και τα ρεύματα του κλασικισμού και νεοκλασικισμού του 18ου και 19ου αιώνα. Το παραπάνω σε συνδυασμό με τη συστηματική κριτική που διατυπώνει στα κείμενά του για την καταλυτική επέλαση του μοντερνισμού και τις δυσμενείς αναφορές του σε ζωγράφους όπως οφορών των ζωγράφων και των σχολών από τις οποίες εμπνέεται. Η απόπειρά του να επωμιστεί τη συνολική υπεράσπιση της ζωγραφικής σε μια εποχή που η πρωτοκαθεδρία της απειλείται, τον οδηγεί σε μια εκλεκτικιστική και συγκρητική αντιμετώπισή της από επάλξεις οι οποίες αργότερα, τη δεκαετία του 1980, θα καταληφθούν από τους μεταμοντέρνους υπερασπιστές της. Έτσι εξηγείται και ο επιτυχημένος χαρακτηρισμός που ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου προφητικά του απέδωσε το 1929 επισημαίνοντας στην κριτική του το παράδοξο των πηγών του: «ένας παρ’ ολίγο μοντέρνος». Επομένως το έργο του Γεωργιάδη δεν είναι συντηρητικό, διότι δεν υπακούει στα κελεύσματα της εποχής του αλλά έχει την τραγικότητα κάποιου που τολμά να ορθώσει το ανάστημά του ενάντια σε αυτά.


Ούτε ακαδημαϊκό είναι, με τις έννοιες του ψυχρού, τυποποιημένου, στείρου και ψεύτικου, διότι διέπεται από μια ζέση και ένα πάθος που τολμά ένα μεγαλεπήβολο συγκερασμό ρευμάτων και τεχνικών κι έχει γι’ αυτό μιαν αλήθεια, όπως αποδεικνύουν αφενός η τροπή που πήραν τα πράγματα προς το τέλος του εικοστού αιώνα, αφετέρου η μαρτυρία των πολυάριθμων μαθητών του…»*





ΠΗΓΕΣ:

*Το παραπάνω κείμενο είναι από το βιβλίο της Ντενιζ Χλόης Αλεβίζου : Η Κρήτη των Καλλιτεχνών 19ος - 20ος αιώνας, Αγιογραφία - Ζωγραφική - Γλυπτική, εκδ. Δοκιμάκης.

 desiris

nikias.gr

politeianet.gr

Δημοσιεύτηκε στο cretalive.gr στις 11 Αυγούστου 2015 :http://www.cretalive.gr/history

 

Παρασκευή 10 Αυγούστου 2018

10 Αυγούστου 1920



 

10 Αυγούστου 1920. Τούρκος διπλωμάτης υπογράφει τη Συνθήκη των Σεβρών (φωτογραφία του Εθνικού Ιστορικού Αρχείου, «Ιστορία της Ελλάδας του 20ού αιώνα»)
Ο σουλτάνος Μεχμέτ ο 6ος υπογράφει τη Συνθήκη των Σεβρών, που βάζει την οριστική «ταφόπλακα» στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η Ελλάδα κερδίζει εδάφη και γίνεται «η χώρα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών», σύμφωνα με τον Ελευθέριο Βενιζέλο.

Η Συνθήκη των Σεβρών υπεγράφη στις 28 Ιουλίου/10 Αυγούστου 1920 στην πόλη Σεβρ (Sèvres) της Γαλλίας, φέρνοντας την ειρήνη ανάμεσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και τις Συμμαχικές και σχετιζόμενες Δυνάμεις1 μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εκ μέρους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έγινε αποδεκτή από τον σουλτάνο Μεχμέτ ΣΤ΄ ο οποίος προσπαθούσε να σώσει τον θρόνο του, αλλά απορρίφθηκε από το ανεξάρτητο κίνημα των Νεότουρκων. Το κίνημα υπό την ηγεσία του Μουσταφά Κεμάλ χρησιμοποίησε αυτή τη διένεξη για να αυτοανακηρυχθεί κυβέρνηση και να καταργήσει την μοναρχία.

Οι βασικοί όροι της συνθήκης ήταν: η Οθωμανική Αυτοκρατορία παρέδιδε την κυριαρχία της Μεσοποταμίας (Ιράκ), της Παλαιστίνης και της Υπεριορδανίας στην Βρετανία ως προτεκτοράτα της Κοινωνίας των Εθνών, την Συρία και τον Λίβανο στην Γαλλία επίσης ως προτεκτοράτα. Η Χετζάζ (μέρος της σημερινής Σαουδικής Αραβίας) το Κουρδιστάν και η Αρμενία θα γίνονταν ανεξάρτητα κράτη.

Η Βόρεια Ήπειρος ενσωματωνόταν στο ιδρυόμενο Αλβανικό κράτος, ουσιαστικά προτεκτοράτο της Ιταλίας. Τα Δωδεκάνησα παραδόθηκαν στην Ιταλία η οποία συμφώνησε να τα δώσει εκτός από την Ρόδο και το Καστελλόριζο στην Ελλάδα, και αν η Βρετανία έδινε την Κύπρο στην Ελλάδα, τότε (μετά από δημοψήφισμα) θα έδιναν κι αυτά τα νησιά (η συμφωνία ακυρώθηκε από την Ιταλία το 1922).

Στην Ελλάδα παραχωρούνταν τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος, και η Θράκη από την οποία η Βουλγαρία παραιτούνταν οριστικά από κάθε δικαίωμά της σε αυτή. Η περιοχή της Σμύρνης έμενε υπό την ονομαστική επικυριαρχία του Σουλτάνου αλλά θα διοικούνταν από Έλληνα Αρμοστή ως εντολοδόχο των Συμμάχων, και θα μπορούσε να προσαρτήθει στην Ελλάδα μετά από πέντε χρόνια με δημοψήφισμα

Τα στενά των Δαρδανελίων και η θάλασσα του Μαρμαρά αποστρατικοποιήθηκαν και έγιναν διεθνής περιοχή, οι Σύμμαχοι απέκτησαν τον οικονομικό έλεγχο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τέλος, καθορίζονταν η ισότητα και τα δικαιώματα των μειονοτήτων.

Η Σοβιετική Ένωση δεν συμμετείχε και έκανε ξεχωριστή συνθήκη με τους Οθωμανούς. Μετά την επικράτηση των Νεότουρκων, που μετέφεραν την πρωτεύουσα στην Άγκυρα, και την Μικρασιατική Καταστροφή, οι σύμμαχοι αναγκάστηκαν να υπογράψουν νέα συνθήκη (Συνθήκη της Λωζάνης) το 1922, με ευνοϊκότερους όρους για την (πλέον) Τουρκία.

Ωστόσο, δεν ίσχυσε ποτέ, διότι δεν εγκρίθηκε από κανένα κοινοβούλιο των χωρών της Αντάντ, ούτε της Ελλάδος. Ουσιαστικά δεν απέκτησε νομική οντότητα.

http://el.wikipedia.org/wiki/Συνθήκη_των_Σεβρών


Σαν σήμερα, 10 Αυγούστου 1906


Σαν σήμερα, 10 Αυγούστου 1906
Μακεδονικός Αγώνας
: Πέφτουν ηρωικά μαχόμενοι στην Μπρέσνιτσα Καστοριάς οι Μακεδονομάχοι Γ. Πατερός και Γ. Μαλισώρος.

Άλλοι σημαντικοί Μακεδονομάχοι οπλαρχηγοί ήταν οι: Άρμεν Κούπτσιος, Τέλλος Άγρας, Μιχαήλ Σιωνίδης, Λουκάς Κόκκινος, Κωνσταντίνος Ρίζος, Γεώργιος Μόδης, Γεώργιος Γιώτας, Κωνσταντίνος Χρήστου, Ευάγγελος Νάτσης, Φιλόλαος Πηχεών, Δούκας Γαϊτατζής, Θεοχάρης Κούγκας, Κωνσταντίνος Μαζαράκης, Κωνσταντίνος Γαρέφης, Γεώργιος Παπαστεφάνου, Λαμπρινός Βρανάς, Στέφανος Παπαγάλος, Γεώργιος Δικώνυμος, Χρήστος Βέσκος, ο Νικόλαος Τσοτάκος, Γεώργιος Ζουρίδης, Χρήστος Δρεμλής, Γεώργιος Σεϊμένης, Αριστείδης Μαργαρίτης, Ζαχαρίας Παπαδάς, Παύλος Κύρου, Γεώργιος Γιαγκλής, Γεώργιος Στρατινάκης, Αριστείδης Κιτράκης, Γεώργιος Κακουλίδης, Νικόλαος Ρόκας, Χρυσόστομος Χρυσομαλλίδης κ.ά.
Όχι μόνον από την Κρήτη αλλά και από την Μάνη είχε συγκροτηθεί σώμα από μερικές δεκάδες εθελοντές υπό τον Αντώνιο Βλαχάκη ("Καπετάν Λίτσα") με οπλαρχηγούς, μεταξύ άλλων, τον "Ευάγγελο Μπαϊρακταρέα ("Καπετάν Ακίλλα)" και τους εξαδελφούς Λεωνίδα και Παναγιώτη Πετροπουλάκη από το Γύθειο.


Μπάρι Άνσγουορθ (1930 – 2012)


Μπάρι Άνσγουορθ (1930 – 2012)

 
Άγγλος συγγραφέας, από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ιστορικού μυθιστορήματος. Έγινε γνωστός παγκοσμίως για την αφηγηματική του δεινότητα και την ικανότητά του να διαπραγματεύεται ολόκληρες περιόδους του παρελθόντος μ' έναν ξεχωριστό και ολοζώντανο τρόπο.

Γιος ανθρακωρύχου, ο Μπάρι Φόρστερ Άνσγουορθ (Barry Unsworth) γεννήθηκε στις 10 Αυγούστου 1930 στο Γουϊνγ
κέιτ της Βόρειας Αγγλίας. Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ και μετά την αποφοίτησή του το 1951 δούλεψε στο εξωτερικό, διδάσκοντας αγγλικά. Πρώτα στη Γαλλία και στη συνέχεια στην Ελλάδα και την Τουρκία τη δεκαετία του '60. Τότε ήταν που άρχισε να πειραματίζεται με το γράψιμο και το 1966 εξέδωσε το πρώτο του βιβλίο, με τίτλο The Partnership (Ο Συνεταιρισμός), που αναφέρεται στην ιστορία δύο συνεταίρων μιας επιτυχημένης επιχείρησης, που φθάνουν στα πρόθυρα της ρήξης, εξαιτίας μιας μοιραίας γυναίκας.

Τον επόμενο χρόνο κυκλοφόρησε το δεύτερο βιβλίο του με τίτλο Greeks have a word for it (Οι Έλληνες έχουν μια λέξη για αυτό), όπου περιγράφει τις διδακτικές του εμπειρίες στην Αθήνα, σατιρίζοντας ιδιαίτερα τους συναδέλφους του στο Βρετανικό Συμβούλιο. Το 1973 κέρδισε διεθνή φήμη, με το μυθιστόρημα Mooncranker's Gift, που τιμήθηκε με το βραβείο Χάινεμαν, για «την ευαισθησία της γραφής και τον πλούτο της εμπειρίας».

Το 1980 κυκλοφόρησε το πρώτο του ιστορικό μυθιστόρημα, με τίτλο Pascali’s Island (Το νησί του Πασχάλη), που εκτυλίσσεται σ' ένα ελληνικό νησί στα χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Γνώρισε μεγάλη επιτυχία και μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη, ενώ ήταν και υποψήφιο για το βραβείο Μπούκερ, το κορυφαίο λογοτεχνικό βραβείο της Μεγάλης Βρετανίας.

Για τη στροφή του στο ιστορικό μυθιστόρημα είπε σε μία συνέντευξή του:
                                              
"Δεν ήταν τόσο επιλογή μου, όσο μια βαθμιαία διαδικασία, που υπαγορεύτηκε από τις περιστάσεις. Πέρασα το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας του '60, όταν άρχιζα να γράφω μυθιστορήματα, στην Ελλάδα και την Τουρκία. Είναι δυο χώρες, όπου το παρελθόν διαπλέκεται με το παρόν, και θυμάμαι πόσο κατάπληκτος έμεινα από την σταθερή αίσθηση της συνέχειας και της διασύνδεσης, που παραμονεύει σε κάθε βήμα σου"


Ο Άνσγουορθ τιμήθηκε το 1992 με το Μπούκερ για το μυθιστόρημά του Sacred Hunger (Ιερή πείνα), που αναφέρεται στο δουλεμπόριο του 18ου αιώνα, με παραλληλισμούς για τις αρχές της δεκαετίας του '90, όταν τη Μεγάλη Βρετανία κυβερνούσε η Μάργκαρετ Θάτσερ. Εκείνη τη χρονιά, μάλιστα, μοιράστηκε το βραβείο με τον Μάικλ Οντάατζε, τον συγγραφέα του μυθιστορήματος Ο Άγγλος ασθενής.

Το 2002 δημοσίευσε ένα ακόμη βιβλίο με ελληνικό περιεχόμενο, το μυθιστόρημα The Songs of the Kings (Τα τραγούδια των βασιλέων), που αναφέρεται στον Τρωικό Πόλεμο. Το τελευταίο του βιβλίο The Quality of Mercy, κυκλοφόρησε το 2011 και συνεχίζει την προβληματική της Ιεράς Πείνας. Είναι υποψήφιο για το βραβείο ιστορικού μυθιστορήματος Walter Scott, ο νικητής του οποίου θα ανακοινωθεί στις 16 Ιουνίου 2012.

Το έργο του, σύμφωνα με την κριτική, είναι μια παρατεταμένη μελέτη της ηθικής. Το ιστορικό μυθιστόρημα του άνοιξε ένα παράθυρο για να παρατηρήσει την ανθρώπινη ηθική συμπεριφορά και τις μυριάδες αποτυχίες της σε κάθε εποχή. Τα βιβλία του σφύζουν από την ανθρώπινη απληστία και ο ίδιος δείχνει συμπάθεια για τους ανθρώπους που καταπιέζονται απ’ όσους διψούν για εξουσία.

Ο Μπάρι Άνσγουρθ πέθανε στις 5 Ιουνίου 2012, χτυπημένος από την επάρατη νόσο. Τα τελευταία χρόνια ζούσε στην Περούτζια της Ιταλίας, με τη δεύτερη σύζυγό του, τη φιλανδέζα Αίρα, την οποία είχε γνωρίσει στο Ελσίνκι, όπου ζούσε στις αρχές της δεκαετίας του '90. Από την πρώτη του σύζυγο, την Βάλερι Μουρ, είχε αποκτήσει τρεις κόρες, οι οποίες του χάρισαν έξι εγγόνια.
Βιβλία του Μπάρι Άνσγουορθ στα Ελληνικά

Η γη των θαυμάτων (Πατάκης)
Ρουμπίνι στον αφαλό (Νεφέλη)
Τα τραγούδια των βασιλέων (Νεφέλη)
Χάνοντας τον Νέλσον (Νεφέλη)
Το νησί του Πασχάλη (Nεφέλη)
Θρησκευτικό δράμα (Νεφέλη)
Μετά τον Αννίβα (Καστανιώτης)
Ιερή πείνα (Nεφέλη)

Φιλμογραφία

Το νησί του Πασχάλη, σε σκηνοθεσία Τζέιμς Ντίαρντεν, με τους Μπεν Κίνγκσλεϊ και Έλεν Μίρεν. (1988)
Παράσταση για ένα ρόλο (The Reckoning ο πρωτότυπος τίτλος, βασισμένο στο μυθιστόρημα Morality Play), σε σκηνοθεσία Πολ ΜακΓκίγκαν, με τους Γουίλεμ Νταφόε και Πολ Μπέτανι. (2003)

Διαβάστε περισσότερα: http://www.sansimera.gr/biographies/485#ixzz237i0ruuY

Πέμπτη 9 Αυγούστου 2018

Tove Jansson ...Φιλανδή συγγραφέας- εικονογράφος


https://www.facebook.com/media/set/?set=a.612794535421924.1073741868.108511895850193&type=1


Tove Jansson ...Φιλανδή συγγραφέας- εικονογράφος


Ενημερώθηκε την Παρασκευή
Tove Jansson 1956.jpgΗ Τόβε Γιάνσον (9 Αυγούστου 1914 - 27 Ιουνίου 2001) ήταν Φινλανδή συγγραφέας και εικονογράφος.

Γεννήθηκε στο Ελσίνκι στις 9 Αυγούστου του 1914. Η οικογένειά της κατοικούσε στο Σουηδόφωνο τμήμα της Φινλανδίας, το οποίο ονομαζόταν Μεγάλο Δουκάτο της Φινλανδίας. Επίσης και άλλα μέλη της οικογενείας της ήταν σπουδαίοι καλλιτέχνες. Ο πατέρας της, Βίκτορ Γιάνσον ήταν γλύπτης και η μητέρα της, Σίγκνε Χαμάστερν-Γιάνσον, γραφίστρια και τυπογράφος. Η Γιάνσον είχε επίσης δύο αδελφούς, που κι εκείνοι ήταν διάσημοι καλλιτέχνες. Ο πρώτος, Περ Όλοφ Γιάνσον, ήταν φωτογράφος και ο δεύτερος, Λαρς Γιάνσον, ήταν συγγραφέας και σχεδιαστής κινουμένων σχεδίων. Μολονότι το σπίτι της οικογένειας βρισκόταν στο Ελσίνκι, ένα μεγάλο μέρος των θερινών διακοπών τους το περνούσαν σ' ένα νησί κοντά στο Πορβού, πενήντα χιλιόμετρα ανατολικά του Ελσίνκι.

Η Γιάνσον σπούδασε στο Πανεπιστημιακό Κολλέγιο Τέχνης, Γραφιστικής και Σχεδίου στη Στοκχόλμη απ' το 1930 μέχρι το 1933, στη Φινλανδική Ακαδημία Καλών Τεχνών απ' το 1933 μέχρι το 1937 και τέλος στη Σχολή του Αντριάν Χολλύ και στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού το 1938. Παρουσίασε ένα μέρος αυτών των εργασιών της σε διάφορες εκθέσεις τη Δεκαετία του 1930 και στις αρχές της Δεκαετίας του 1940 και η πρώτη ατομική της έκθεση έγινε το 1943.
Έργο

Η Γιάνσον έγραψε πολλά βιβλία, μα σημαντικότερα είναι αυτά με ήρωες τα Μούμιν. Το έναυσμα για να δημιουργήσει αυτούς τους χαρακτήρες, το πήρε επειδή όταν ήταν μικρό κοριτσάκι, ένας θείος της κάθε φορά που την έβλεπε να μην τρώει το φαγητό της με όρεξη και να ετοιμάζεται να το αφήσει στη μέση, της έλεγε απειλώντας την πως στα σπίτια που υπάρχουν μικρά κοριτσάκια βρίσκεται κρυμμένο στο ντουλάπι της κουζίνας ένα Μούμιν και κάθε φορά που αυτά πάνε να κάνουν μια αταξία, αυτό βγαίνει απ' την κρυψώνα του και πηγαίνει και τους γαργαλάει το λαιμό.
http://el.wikipedia.org/wiki/Τόβε_Γιάνσον




Δημοφιλείς αναρτήσεις