Ο χρήστης Maria Dimitriou κοινοποίησε μια δημοσίευση.
Κική Δημουλά
… Γύρισε κι ο Σεπτέμβρης από τις διακοπές.
Τελευταίος.
Με το τελευταίο δρομολόγιο
του κατάφορτου Αυγούστου: τσουμπλέκια
ποδήλατα ψησταριές ψυγεία ονόματα
ξεφούσκωτα κυμάτων αφρολέξ, κελαρύσματα
ορεινών χωριών δεμένα σε πτυσσόμενα πλατάνια.
Και πολλά δέρματα. Τέλεια κατεργασμένα
στον ήλιο. Για εξαγωγή.
Μερικοί ξέχασαν τελείως να γυρίσουν.
Οψόμεθα…
… Γύρισε κι ο Σεπτέμβρης από τις διακοπές.
Τελευταίος.
Με το τελευταίο δρομολόγιο
του κατάφορτου Αυγούστου: τσουμπλέκια
ποδήλατα ψησταριές ψυγεία ονόματα
ξεφούσκωτα κυμάτων αφρολέξ, κελαρύσματα
ορεινών χωριών δεμένα σε πτυσσόμενα πλατάνια.
Και πολλά δέρματα. Τέλεια κατεργασμένα
στον ήλιο. Για εξαγωγή.
Μερικοί ξέχασαν τελείως να γυρίσουν.
Οψόμεθα…
homouniversalisgr.blogspot.com
Ο ΜΗΝΑΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ ( ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ .ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ, ΜΟΥΣΙΚΗ, ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ,ΘΡΗΣΚΕΙΑ)
https://homouniversalisgr.blogspot.com/2017/08/blog-post_23.html
Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ - Η φύση έχει την πιο ωραία μνήμη
Η φύση έχει μια μνήμη με σύννεφα μπλάβα
με κίτρινες προεκτάσεις του φεγγαριού
στις λίγες αναμνήσεις που μου μένουν
όταν υμνούσα το Σεπτέμβρη
κι απ' τα νερά τα γκρίζα, τα μαλαματένια του
είχα δει ν' αναδύονται τα πιο ωραία
σώματα της αγάπης μου.
Ήταν α υ τ ή η ψύχρα
α υ τ ή η θολή καθαρότητα
κι ένα γλυκό φωτοστέφανο
τριγύριζε τα πρωινά ψάρια
στον μαρμάρινο μπάγκο.
Ο αέρας ύφασμα
με τέλεια εφαρμογή
η μυρωδιά του γιασεμιού
λες κι ήταν προσωπικό μου χάρισμα
λες και με αφορούσε κι εμένα
η ωραιότητα.
Η αγάπη έχει αξία συλλογική
τα τόσα πρόσωπα είναι ένα
μες στο γαλάζιο
κι η συμβολή τους συμβολική
στης εποχής το γύρισμα
στον τρύγο
στο πλύσιμο των βαρελιών
δίπλα στη θάλασσα
στα μαύρα σακιά με κοπριά
ακουμπισμένα στην πόρτα μου
σαν κακοί οιωνοί.
Η φύση έχει την πιο ωραία μνήμη
φοράει το ίδιο φως
σε κάθε επέτειο
κρατάει το ίδιο κλαρί
με τα λαχανιασμένα φύλλα
στην εκθαμβωτική πτώση τους.
Γιατί εγώ άσχημα θυμούμαι
Βλέπω μόνο σταγόνες πίκρας
στα χείλη μου που τα ΄σχιζε
η χαρά
και σημάδια αλλοίωσης στα μέλη
τα κρυφά
ανθεστήρια θανάτου.
Κική Δημουλά - Βροχή επιστροφής
Εγώ, όταν μεγαλώσω
θα γίνω Σεπτέμβριος έλεγε ο Αύγουστος.
Έβρεξε δω λιγάκι.
Δοκιμαστικά, σαν έλεγχος
αν λειτουργούν καλά οι πτώσεις.
Όπως χτυπάνε κάθε τόσο
ξαφνικά οι σειρήνες, δοκιμαστικά,
αν λειτουργεί καλά
ο τρόμος του πολέμου.
Ελάχιστη βροχή,
ίσα που την πλατάγισε στο στόμα του
το χώμα τη σταγόνα
– καθώς δοκιμαστής κρασιών-,
μόλις που πρόλαβε η υγρόεσσα ευωδιά
παραπονιάρα να τριφτεί
πάνω στα περιβόλια.
Δέναν οι παραθεριστές
στις σχάρες των αυτοκινήτων την Αθήνα
μαρσάραν τις βαλίτσες τους και φεύγαν.
Πεθαίναν απ’ τη ζήλια τους τα σπίτια
κοιτώντας τα τροχόσπιτα
στην Εθνική Οδό του Σεπτεμβρίου.
Απ’ τ’ ανοιχτά παραθυράκια τους
μικρά όσο ένα σάντουιτς ματιάς
κουρτινάκια φτερακίζαν κατά έξω,
νάιλον γλάροι εμπριμέ, δεμένοι.
Λοξά στημένη
νανούριζε τα τέλια της
μια κιθάρα ηλιοκαμένη.
Ευτυχώς βελτιώθηκε
το βιοτικό επίπεδο της βάρκας.
Γίνανε βάρκες κατοικίδιες
– αστυφιλία των σκαριών.
Αστραφτερές, εξωλέμβιες,
πάνω στα τρέιλερ κουρνιασμένες
ακολουθούν τ’ αφεντικά τους,
σκυλάκια ράτσας
χωρίς καθόλου τρίχωμα θαλάσσης.
Γαύροι πηδάνε κατά πάνω,
μια τελευταία ασημένια περιέργεια.
Κάτι θα την πονέσει απόψε τη βραδιά
γι’ αυτό το προς το τέλος.
Αν έχει ξαστεριά
θα πιει κάποιο παυσίπονο αστέρι.
Εγώ θα μείνω ακόμα λίγο.
Μήπως και ξαναβρέξει.
Να σε ξεπλύνω λίγο.
Είσαι μες στην αρμύρα και τ’ αλάτια
από τότε που ήμουνα θάλασσα.
Κική Δημουλά - Οι αποδημητικές καλημέρες
Άρχισε ψύχρα.
Το γύρισε ο καιρός σε αναχώρηση.
Η πρώτη μέρα του Σεπτέμβρη
ξοδεύτηκε σε κάποια υδρορροή.
Ως χθες ακόμα όλα έρχονταν.
Ζέστες, η διάθεση για φως,
λόγια, πουλιά,
πλαστογραφία ζωής.
Γονιμοποιούνταν κάθε βράδυ τα φεγγάρια,
πολλοί διάττοντες έρωτες
ήρθαν στον κόσμο τον περασμένο μήνα.
Τώρα η γνωστή ψύχρα
κι όλα να φεύγουν.
Ζέστες, πουλιά, η διάθεση για φως.
Φεύγουν τα πουλιά, ακολουθούν τα λόγια
η μία ερήμωση τραβάει πίσω της την άλλη
με λύπη αυτοδίδακτη.
Ήδη αποσυνδέθηκε το φως από την επανάπαυση
κι από τις καλημέρες σου.
Τα παράθυρα ενδίδουν.
Το χέρι του μεταβλητού κλείνει τα τζάμια,
άλλοι λεν ως την άνοιξη,
άλλοι φοβούνται δια βίου.
Κι εσύ τι κάθεσαι;
Καιρός να μπεις κι εσύ στα αλλαγμένα.
Να γίνεις ό,τι αναρωτιόμουν πέρυσι:
«ποιος ξέρει τ᾿ άλλο μου φθινόπωρο;».
Καιρός να γίνεις «τ᾿ άλλο μου φθινόπωρο».
Άρχισε ψύχρα.
Ρῖξε στην πλάτη σου ένα ρούχο αποδημίας.
Κική Δημουλά, απόσπασμα από το ποίημα «Λυόμενο»)
… Γύρισε κι ο Σεπτέμβρης από τις διακοπές.
Τελευταίος.
Με το τελευταίο δρομολόγιο
του κατάφορτου Αυγούστου: τσουμπλέκια
ποδήλατα ψησταριές ψυγεία ονόματα
ξεφούσκωτα κυμάτων αφρολέξ, κελαρύσματα
ορεινών χωριών δεμένα σε πτυσσόμενα πλατάνια.
Και πολλά δέρματα. Τέλεια κατεργασμένα
στον ήλιο. Για εξαγωγή.
Μερικοί ξέχασαν τελείως να γυρίσουν.
Οψόμεθα…”
Ανδρέας Εμπειρίκος - Αρχάγγελος τον Σεπτέμβριον βοά μέσα στην πλάση
“Τις μέρες τις γλυκιές του Σεπτεμβρίου, όταν δεν έχει ακόμη
βρέξει και είναι το άκουσμα των ήχων πιο αραιό και η
γεύσις των ωρών και από του θέρους πιο πυκνή, όταν στους
κήπους σκάνε τα ρόδια, και πάλλονται υψιτενείς οι στήμονες
των λουλουδιών, και σφύζουν στις πορφύρες των φλεγόμενοι
οι ιβίσκοι, όλοι σαν υπερβέβαιοι γαμβροί που στων νυμφών
κτυπούν τις θύρες, τότε, σαν να ‘ναι πάντα καλοκαίρι (γιατί
όποια κι αν είναι η εποχή, ο πόθος είναι πάντα θέρος) ανα-
γαλλιάζουν οι ψυχές, και ο Έρωτας, ο πιο ξανθός αρχάγγε-
λος του Παραδείσου, βοά και λέγει στο κάθε που άγγιξε
κορμί: Τα ρούχα πέτα, γδύσου.
Τίποτε μη φοβάσαι.
Έαρ, χειμώνας, θέρος-
όπου κι αν είσαι-
είναι η ρομφαία μου μαζί σου.”
Α. Εμπειρίκος
«… Καιροί καλοί σαν μήλα του Σεπτέμβρη
Στους εραστάς πηγαίνουνε τα φρούτα
Των κήπων και των ασπασμών
Της ανδρικής και γυναικείας συσχετίσεως
Πάσης μορφής του έρωτος…»
απόσπασμα από το ποίημα “Επαλήθευσις”
Κ. Π.Καβάφης - Ο Σεπτέμβρης του 1903
Τουλάχιστον με πλάναις ας γελιούμαι τώρα·
την άδεια την ζωή μου να μη νοιώθω.
Και ήμουνα τόσαις φοραίς τόσο κοντά,.
Και πώς παρέλυσα, και πώς δειλίασα·
γιατί να μείνω με κλειστά τα χείλη·
και μέσα μου να κλαίη η άδεια μου ζωή,
και να μαυροφορούν η επιθυμίαις μου.
Τόσαις φοραίς τόσο κοντά να είμαι
στα μάτια, και στα χείλη τα ερωτικά,
στ' ονειρεμένο, το αγαπημένο σώμα.
Τόσαις φοραίς τόσο κοντά να είμαι.
Κωνσταντίνος Π. Καβάφης
Ρένα Καρθαίου - Ο Σεπτέμβρης
Ο Σεπτέμβρης είναι αγόρι
Ο Σεπτέμβρης είναι αγόρι
κ' έχει ολόχρυσο καπέλο
και χρυσό το πανοφώρι.
Τα παπούτσια του είναι φύλλα
που έχουν πέσει απ' τα πλατάνια
και τα μάγουλά του μήλα.
Με του ανέμου τα ποδάρια
τρέχει δίχως να τον βλέπεις
στων βημάτων του τα χνάρια
διαμαντάκια θε να βρεις.
σταγονίτσες, σταγονίτσες
μιας ολόχρυσης βροχής.
Ο Σεπτέμβρης είναι αγόρι
κατεβαίνει από τα δάση
κατεβαίνει από τα όρη
και έρχεται για να χτυπήσει
μια πελώρια καμπάνα
το σχολειό να αρχινήσει.
Ο Σεπτέμβρης πάντα δες
έχει όλα τα παιδάκια
φίλους και συμμαθητές.
Αλκυόνη Παπαδάκη - Το Σκισμένο Ψαθάκι
Απόσπασμα
.......
Ήταν ένα απομεσήμερο του Σεπτέμβρη. Ένα μοβ απομεσήμερο που τα ηλιοτρόπια ήταν δακρυσμένα, γιατί ο ήλιος τα είχε ξεχάσει και ταξίδευε πίσω από σκούρα σύννεφα
Κουράγιο έλεγα μέσα μου. Μην ιδρώνεις. Την μεριές καλά την πόρτα του. Ακόμα και αν φωνάξεις., θα σε ακούσει. Αφού στο είπε. Στ΄ ορκίστηκε πώς θα σε περιμένει
Φώναξα δυνατά ώσπου βράχνιασα.
Χτύπησα δυνατά ώσπου μάτωσαν τα χέρια μου
Κανείς....
Τι όμορφα που είναι τα μοβ απομεσήμερα του Σεπτέμβρη.. Ακόμα και όταν ξέρεις πως αυτός που νόμιζες πως θα σε περιμένει, κρύφτηκε πίσω από σκούρα σύννεφα και σε ξέχασε.
συνέχεια https://homouniversalisgr.blogspot.com/2017/08/blog-post_23.html
https://homouniversalisgr.blogspot.com/2017/08/blog-post_23.html
Ο ΜΗΝΑΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ ( ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ .ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ, ΜΟΥΣΙΚΗ, ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ,ΘΡΗΣΚΕΙΑ)
Πίνακας - Γ. Τσαρούχης
Ο Σεπτέμβριος, ή Σεπτέμβρης, ή
Σταυρίτες (ποντιακά), είναι ο ένατος μήνας του έτους κατά το Γρηγοριανό
ημερολόγιο και πρώτος μήνας του Φθινοπώρου (Αττικός μήνας:ΒΟΗΔΡΟΜΙΩΝ (15
Σεπτεμβρίου - 13 Οκτωβρίου). Περιλαμβάνει 30 ημέρες. Ο Σεπτέμβριος ήταν
ο 7ος μήνας του Ρωμαϊκού ημερολογίου εξ ου και η ονομασία του (Septem
(=επτά). Ο λαός μας συνηθίζει να λέει πως: «Από Μάρτη καλοκαίρι κι από
Αύγουστο χειμώνας». Oι καιρικές, όμως, συνθήκες που επικρατούν συνήθως
τον Σεπτέμβριο δεν μας επιτρέπουν να το πιστέψουμε! Γιατί, παρ’ όλο που
υποτίθεται ότι με την έλευση του Σεπτεμβρίου αρχίζει το φθινόπωρο, κάθε
χρόνο φαίνεται ότι ακόμη και σε όλη τη διάρκεια του μήνα το καλοκαίρι
καλά κρατεί. Ο καιρός όμως σιγά-σιγά αρχίζει ν’ αλλάζει και να μας
προετοιμάζει για τον επερχόμενο χειμώνα. Στο τελευταίο δεκαήμερο του
Σεπτεμβρίου, άλλωστε, ξεκινάει επίσημα και το φθινόπωρο, με την άφιξη
του Ήλιου στο φθινοπωρινό ισημερινό σημείο της τροχιάς του στις 22 του
μήνα.
ΙΝΔΙΚΤΙΩΝ
Ο Σεπτέμβριος είναι επίσης και ο
μήνας της επιστροφής των μαθητών στα σχολεία για μια νέα χρονιά. Από τις
αρχές, άλλωστε, του 4ου αιώνα μ.Χ. ο Σεπτέμβριος καθιερώθηκε ως η αρχή
του εκκλησιαστικού αλλά και του πολιτικού έτους, επειδή η 1η Σεπτεμβρίου
συνέπιπτε με την αρχή της ινδικτιώνος. Ακόμη και σήμερα, άλλωστε, η
Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία εξακολουθεί να εορτάζει την 1η Σεπτεμβρίου
ως «αρχή της ινδίκτου». Όπως μας πληροφορεί η Μαρίνα Δετοράκη:
«Η λέξη ινδικτιών σημαίνει
κατ’ αρχήν τον προσδιορισμό του ετήσιου ποσού που έπρεπε να καταβάλλουν
οι Ρωμαίοι πολίτες ως φόρο. Συνεκδοχικά, πήρε τη σημασία της οικονομικής
χρονιάς, και όταν οι φόροι ρυθμίζονταν με βάση μια περίοδο περισσοτέρων
ετών, ινδικτιών ονομάστηκε το σύνολο αυτών των ετών… Κατέληξε έτσι
να σημαίνει ένα θεσμοθετημένο κύκλο 15 ετών, συνεχώς επαναλαμβανόμενο
(όπως η εβδομάδα ή ο μήνας), που χρησιμοποιήθηκε για τη χρονολόγηση
πράξεων και γεγονότων… που τελικά παγιώθηκε ως το δημοφιλέστερο σύστημα
χρονολόγησης για τους Βυζαντινούς, και η 1η Σεπτεμβρίου ως η αρχή του
έτους τους».
— Μαρίνα Δετοράκη
Γι’ αυτό, άλλωστε, σε ορισμένες
περιοχές της χώρας μας η 31η Αυγούστου ονομάζεται «κλειδοχρονιά» επειδή
«κλειδώνει» (τελειώνει) ο προηγούμενος χρόνος, ενώ η 1η Σεπτεμβρίου
ονομάζεται «αρχιχρονιά».
Ο Σεπτέμβριος, όμως, έχει κι άλλες ονομασίες, όπως «Σταυριάτης» ή «Σταυρίτης» λόγω της μεγάλης γιορτής της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού στις 14 του μήνα. Όπως μας αναφέρει ο Γεώργιος Ν. Αικατερινίδης:
«Η μέρα της γιορτής αυτής σε
πολλά μέρη αποτελεί χρονικό σταθμό στις τοπικές αγροτικές και ποιμενικές
εργασίες και λαμβάνεται ως η αρχή ή το τέρμα για τις σχετικές
συμβάσεις. Αλλά σταθμό αποτελούσε παλαιότερα και για τους ναυτικούς, οι
οποίοι τότε σταματούσαν τα μακρινά ταξίδια με ιστιοφόρα, όπως συμβούλευε
η παροιμία: “Του Σταυρού, σταύρωνε και δένε”. Στις εκκλησίες μοιράζεται
τη μέρα αυτή βασιλικός, εκκλησιαστική συνήθεια που πηγάζει από την
παράδοση ότι στο μέρος όπου βρέθηκε ο Τίμιος Σταυρός είχε φυτρώσει το
αρωματικό αυτό φυτό, που για το λόγο αυτό λέγεται και σταυρολούλουδο… Με
το βασιλικό από την εκκλησία και με αγιασμό της ημέρας ετοιμάζεται το
νέο προζύμι για όλη τη χρονιά».
Πίνακας-Nello Iovine
Κυρίως, όμως, ο Σεπτέμβριος είναι
γνωστός με την ονομασία «Τρυγομηνάς» ή «Τρυγητής». Όπως γράφει, με
ιδιαίτερα παραστατικό τρόπο, η Αικατερίνη Πολυμέρου-Καμηλάκη:
«Την καθολική και πυρετώδη
συμμετοχή της κοινότητας αποδίδει η παροιμιακή φράση “θέρος, τρύγος,
πόλεμος”. Η συμμετοχή όλων των κατοίκων του οικισμού αναδείκνυε τον
τρύγο σε ευχάριστη εργασία, που συχνά έπαιρνε το χαρακτήρα πανηγυριού… Η
μεταφορά των σταφυλιών στο ληνό (πατητήρι, αργαστήρι, καρούτα, πατερό,
τραπεζονιά, σκαφόνι κ.ά.) γίνεται με ζώα, με κάρα ή με μηχανικά μέσα,
σήμερα πια στα πατητήρια. Το πατητήρι διαφέρει από περιοχή σε περιοχή ως
προς το σχήμα και τη χωρητικότητα. Αλλού είναι κτιστή παραλληλεπίπεδη
δεξαμενή με κλίση του δαπέδου προς την πλευρά απ’ όπου εξέρχεται ο
μούστος, αλλού είναι ένας μεγάλος ξύλινος ή πλεχτός φορητός κάδος, που
τοποθετείται κατά το πάτημα πάνω σε κτιστή δεξαμενή (υπολήνιο,
αποδοχάρι, δοχειό κ.ά.), μέσα στην οποία ρέει ο μούστος. Το πάτημα των
σταφυλιών γίνεται από τους “πατητάδες”. Το γλεύκος (μούστος, απόσταμα,
βράσμα, λαγάρι, πρόσυρο κ.ά.) μεταφέρεται και αποθηκεύεται συνήθως σε
μεγάλα βαρέλια, που έχουν πλυθεί με ειδικά αρωματικά φυτά (σχίνο,
μυρτιά, δάφνη κ.ά.) κι έχουν απολυμανθεί με θειάφι ή έχουν ρετσινωθεί.
Μέσα εκεί ο μούστος “βράζει”, ζυμώνεται και γίνεται κρασί».
— Αικατερίνη Πολυμέρου-Καμηλάκη
Όπως γράφει και ο Κώστας Κρυστάλλης (1868-1894) στο «Τραγούδι του τρυγητού»: «Αμπέλι
μου πλατύφυλλο/ και καλοκλαδεμένο,/ δέσε σταφύλια κόκκινα,/ να μπω να
σε τρυγήσω,/ να κάμω αθάνατο κρασί,/ μοσχοβολιά γιομάτο». Ο τρυγητός
των αμπελιών και η δημιουργία του κρασιού είναι, άλλωστε, μια πανάρχαια
διαδικασία που ανάγεται στην περίοδο της γεωργικής επανάστασης πριν από
περίπου 7.000 χρόνια, ενώ και οι αρχαίοι Έλληνες ασχολήθηκαν με την
οινοποιία τουλάχιστον από το 1700 π.Χ. Η σχετική μάλισταμυθολογία για το
κρασί, και η σύνδεσή του με το θεό Διόνυσο, είναι ιδιαίτερα πλούσια.
Γιατί το κρασί αντιμετωπιζόταν ανέκαθεν όχι μόνο ως βασικό συστατικό της
διατροφής, αλλά και της θρησκείας, αφού οι Έλληνες πίστευαν ότι το αίμα
του σταφυλιού είναι αίμα του θεού Διονύσου και ότι πίνοντας κρασί
μεταλαμβάνουν από το αίμα του θεού.
Η λατρεία του Διονύσου συνάντησε
αρκετές δυσκολίες. Αρχικά, μάλιστα, και μια κάποια καχυποψία απέναντι
στο κρασί, όπως αποτυπώνεται σε πολλούς σχετικούς μύθους. Πάρτε, για
παράδειγμα, έναν αττικό μύθο που συνδέει τον αστερισμό της Παρθένου με
το κρασί. Σύμφωνα με το μύθο αυτό, ο αστερισμός της Παρθένου
αντιπροσωπεύει την Ηριγόνη, την κόρη του Ικάριου που πρώτος υποδέχτηκε
τον Διόνυσο στην Αττική και από τον οποίο έμαθε την τέχνη να φτιάχνει το
κρασί. Στον τόπο που έγινε η συνάντηση εκείνη φυτεύτηκε το πρώτο αμπέλι
και η περιοχή ονομάστηκε από τότε Διόνυσος.http://el.wikipedia.org/
Καραβάτζιο - Βάκχος
ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ
Τον Τρυγητή τ' αμπελουργού πάνε χαλάλι οι κόποι.
Αν ίσως βρέξει ο Τρυγητής, χαρά στον τυροκόμο.
Του Σταυρού σταύρωνε και δένε.
Του Σεπτέμβρη οι βροχές, πολλά καλά μας φέρνουν.
Μάρτη και Σεπτέμβρη ίσια τα μεσάνυχτα.
Τον Σεπτέμβρη τα σταφύλια, τον Οκτώβρη τα κουδούνια.
Στον Τρυγητή σιτάρι σπείρε και στο πανηγύρι σύρε.
Του Σταυρού σταύρωνε και σπέρνε.
Του Σταυρού αρμένιζε και του Σταυρού δένε.
Του Σταυρού κοίτα και τ’ Αϊ Γιωργιού ξεκίνα.
Του Σταυρού σταύρωνε και δένε.
Αν βρέξει ο τρυγητής, χαρά στον τυροκόμο.
Τον τρυγητή τ’ αμπελουργού, πάνε χαλάλι οι κόποι.
Στον τρυγητή σιτάρι σπείρε και στο πανηγύρι σύρε.
Βοηθάει ο Αι- Γιάννης και ο Σταυρός, γιομίζει το αμπάρι κι ο ληνός.
Θέρος, τρύγος, πόλεμος.
Μάρτη και Σεπτέμβρη ίσια τα μεσάνυχτα [=ισημερία]
ΕΘΙΜΑ - ΠΡΟΛΗΨΕΙΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ
1η Σεπτεμβρίου (εορτή του αγίου Συμεών του Στυλίτη):
Οι έγκυες γυναίκες απείχαν από κάθε εργασία, για να μην γεννηθεί το
παιδί τους με το σημάδι του αγίου (Συμεών/ σημαδεύω). Την ίδια μέρα
γιορταζόταν η «Αρχιχρονιά», ένα έθιμο, κατάλοιπο των βυζαντινών χρόνων,
καθώς οι βυζαντινοί τον είχαν ως πρώτο μήνα του επίσημου ημερολογίου.
I. Στη Χώρα της ΚΩ, το βράδυ της
31ης Αυγούστου, δηλ. της τελευταίας ημέρας του μήνα, αστρονομούν, όπως
λένε, δηλ. αφήνουν κάτω από τ’ άστρα ένα μεγάλο καρπούζι, με πολλά
σπόρια, ένα ρόδι, μια σκελίδα σκόρδο, ένα κυδώνι, ένα φύλλο από τον
«πλάτανο του Ιπποκράτη» κι ένα τσαμπί σταφύλι. Το πρωί της «Αρχιχρονιάς»
γυναίκες και παιδιά σηκώνονται πριν βγει ο ήλιος και κατεβαίνουν στην
παραλία παίρνοντας μαζί, τους «αστρονομημένους» αυτούς καρπούς που
φύλαγαν για ένα χρόνο στο εικονοστάσι, τους πετούν στη θάλασσα και
βουτάνε στο νερό τους καινούργιους. Βρέχουν το πρόσωπό τους, μαζεύουν
θαλασσινό νερό από σαράντα κύματα και βότσαλα από την ακρογιαλιά. Στο
δρόμο για το σπίτι σταματούν στον «πλάτανο» και αγκαλιάζουν τον κορμό
του για να πάρουν τα χρόνια του και τη δύναμή του. Στο σπίτι πια κρεμούν
την καινούρια «Αρχιχρονιά» στο εικονοστάσι, σα σύμβολο αφθονίας για την
καινούρια χρονιά. Ρίχνουν λίγα βότσαλα στα μπαούλα, να μην τρώνε οι
ποντικοί τα ρούχα, βάζουν λίγα στις τσέπες τους «για το καλό»,
σκορπίζουν μερικά στην αυλή και ραντίζουν το σπίτι με θαλασσινό νερό για
την γλωσσοφαγιά.
II. Στη ΡΟΔΟ, τη μέρα αυτή
κρεμούν στο μεσιά - το μεσαίο χοντρό δοκάρι, που βαστάζει τη στέγη - τη
δική τους «Αρχιχρονιά»: ένα άσπρο σακουλάκι γεμάτο στάχυα και σιτάρι.
Γύρω απ’ αυτό δένουν μια αρμαθιά καρύδια, ένα κρεμμύδι, ένα σκόρδο, ένα
κεχρί, καρπό βαμβακιού κι ένα τσαμπί σταφύλι. Αν δεν κάνουν την
«Αρχιχρονιά», δεν αρχίζουν καμιά αγροτική εργασία. Την «Αρχιχρονιά» αυτή
την ξεκρεμούν από το μεσιά την Πρωτοχρονιά το πρωί. Τα καρύδια και το
τσαμπί που γίνεται σταφίδα το τρώνε, ενώ το σιτάρι, το σκόρδο και το
κρεμμύδι τα φυλάγουν για να τα ρίξουν μέσα στο σπόρο, όταν θα αρχίσουν
τη σπορά. Το θεωρούν καλό ν’ ανακατευτούν με το σπόρο οι καρποί της
«Αρχιχρονιάς».
Στο άλλο άκρο της Ελλάδας, στη
ΣΩΖΟΠΟΛΗ ΘΡΑΚΗΣ, οι κάτοικοι, το πρωί της 1ηςΣεπτεμβρίου, ράντιζαν ο
καθένας με αγιασμό το σπίτι του, τα αμπέλια του και τα δίχτυα του, για
να ευλογηθούν και να δώσουν πολλά σταφύλια και πολλά ψάρια αντίστοιχα.
Ένας δάσκαλος, πριν αρκετά χρόνια, στα Χάσια Κοζάνης, διηγείται τι συνέβαινε την πρώτη μέρα που άνοιγαν τα σχολεία:
Στα σχολεία των χωριών τούτων,
όταν ανοίξει το σχολείο, έρχονται οι μαθητές, φιλούν το χέρι του
δασκάλου. Τους καταγράφει. Έπειτα αρχίζουν με τη σειρά και φέρνουν οι
μαθητές μια πίτα, ένα ψωμί, κρασί.
Όταν όμως θα αλλάξουν τα βιβλία ή
τις τάξεις, τότε ο κάθε μαθητής θα παρουσιάσει τα νέα βιβλία του στο
δάσκαλο να τα ράψει κι ο δάσκαλος τα ράφτει όλα τα βιβλία και τα φυλάγει
επάνω στον πάγκο. Οι μαθητές φέρνουν τότε ένα δώρο στο διδάσκαλο,
μαντίλι ή τσιράπια ή κότα ή αρνί, ό,τι θέλει ο καθένας, στους δε μαθητές
φέρνουν μύγδαλα ή καρύδια ή ζαχαρωτά. Όλοι φέρνουν μικροί και μεγάλοι.
Τότε οι μαθητές σηκώνονται
όρθιοι, έρχονται στην παράδοση, στρώνουν μια βελέντζα ή παλτό καταγής.
Σηκώνεται ο δάσκαλος, παίρνει το βιβλίο ενός μαθητή της δευτέρας ή της
τρίτης κ.λ.π. τάξης στα χέρια και λέγει: «να αξιώσετε το μαθητή αυτό
στην Β ή Γ ή Δ τάξη». Όλοι τότε οι μαθητές σηκώνουν εκείνον το μαθητή με
τη βελέντζα καθισμένο μέσα και τον σέρνουν άνω κάτω και φωνάζουν
«άξιος», τον ανεβάζουν και τον κατεβάζουν 3 φορές. Κατόπιν εκείνος φιλεί
το χέρι του δασκάλου και παίρνει τα βιβλία. Ο δάσκαλος του εύχεται Καλή
Πρόοδο και μοιράζει στα παιδιά ό,τι φρούτα έφερε ο μαθητής. Έτσι όλοι
οι μαθητές αξιώνονται, όχι την ίδια μέρα, αλλά τις άλλες. Τέλος με τη
σειρά φέρουν ο καθένας στο δάσκαλο το κανίσκι του με το ψωμί, πίτα,
αυγά, κρασί, ρακή κ.ά.
Το Καλαντάρι του Σεπτεμβρίου από το Très riches heures du duc de Berry
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
Η φύση έχει μια μνήμη με σύννεφα μπλάβα
με κίτρινες προεκτάσεις του φεγγαριού
στις λίγες αναμνήσεις που μου μένουν
όταν υμνούσα το Σεπτέμβρη
κι απ' τα νερά τα γκρίζα, τα μαλαματένια του
είχα δει ν' αναδύονται τα πιο ωραία
σώματα της αγάπης μου.
Ήταν α υ τ ή η ψύχρα
α υ τ ή η θολή καθαρότητα
κι ένα γλυκό φωτοστέφανο
τριγύριζε τα πρωινά ψάρια
στον μαρμάρινο μπάγκο.
Ο αέρας ύφασμα
με τέλεια εφαρμογή
η μυρωδιά του γιασεμιού
λες κι ήταν προσωπικό μου χάρισμα
λες και με αφορούσε κι εμένα
η ωραιότητα.
Η αγάπη έχει αξία συλλογική
τα τόσα πρόσωπα είναι ένα
μες στο γαλάζιο
κι η συμβολή τους συμβολική
στης εποχής το γύρισμα
στον τρύγο
στο πλύσιμο των βαρελιών
δίπλα στη θάλασσα
στα μαύρα σακιά με κοπριά
ακουμπισμένα στην πόρτα μου
σαν κακοί οιωνοί.
Η φύση έχει την πιο ωραία μνήμη
φοράει το ίδιο φως
σε κάθε επέτειο
κρατάει το ίδιο κλαρί
με τα λαχανιασμένα φύλλα
στην εκθαμβωτική πτώση τους.
Γιατί εγώ άσχημα θυμούμαι
Βλέπω μόνο σταγόνες πίκρας
στα χείλη μου που τα ΄σχιζε
η χαρά
και σημάδια αλλοίωσης στα μέλη
τα κρυφά
ανθεστήρια θανάτου.
Palazzo Ducale in Venice:The months of the year - September supeditat (September vintaging). Picture by Giovanni Dall'Orto |
Κική Δημουλά - Βροχή επιστροφής
Εγώ, όταν μεγαλώσω
θα γίνω Σεπτέμβριος έλεγε ο Αύγουστος.
Έβρεξε δω λιγάκι.
Δοκιμαστικά, σαν έλεγχος
αν λειτουργούν καλά οι πτώσεις.
Όπως χτυπάνε κάθε τόσο
ξαφνικά οι σειρήνες, δοκιμαστικά,
αν λειτουργεί καλά
ο τρόμος του πολέμου.
Ελάχιστη βροχή,
ίσα που την πλατάγισε στο στόμα του
το χώμα τη σταγόνα
– καθώς δοκιμαστής κρασιών-,
μόλις που πρόλαβε η υγρόεσσα ευωδιά
παραπονιάρα να τριφτεί
πάνω στα περιβόλια.
Δέναν οι παραθεριστές
στις σχάρες των αυτοκινήτων την Αθήνα
μαρσάραν τις βαλίτσες τους και φεύγαν.
Πεθαίναν απ’ τη ζήλια τους τα σπίτια
κοιτώντας τα τροχόσπιτα
στην Εθνική Οδό του Σεπτεμβρίου.
Απ’ τ’ ανοιχτά παραθυράκια τους
μικρά όσο ένα σάντουιτς ματιάς
κουρτινάκια φτερακίζαν κατά έξω,
νάιλον γλάροι εμπριμέ, δεμένοι.
Λοξά στημένη
νανούριζε τα τέλια της
μια κιθάρα ηλιοκαμένη.
Ευτυχώς βελτιώθηκε
το βιοτικό επίπεδο της βάρκας.
Γίνανε βάρκες κατοικίδιες
– αστυφιλία των σκαριών.
Αστραφτερές, εξωλέμβιες,
πάνω στα τρέιλερ κουρνιασμένες
ακολουθούν τ’ αφεντικά τους,
σκυλάκια ράτσας
χωρίς καθόλου τρίχωμα θαλάσσης.
Γαύροι πηδάνε κατά πάνω,
μια τελευταία ασημένια περιέργεια.
Κάτι θα την πονέσει απόψε τη βραδιά
γι’ αυτό το προς το τέλος.
Αν έχει ξαστεριά
θα πιει κάποιο παυσίπονο αστέρι.
Εγώ θα μείνω ακόμα λίγο.
Μήπως και ξαναβρέξει.
Να σε ξεπλύνω λίγο.
Είσαι μες στην αρμύρα και τ’ αλάτια
από τότε που ήμουνα θάλασσα.
Ενα ψηφιδωτό από τον αρχαίο
Θύσδρο, το σημερινό el Djem της Τυνησίας. Το ψηφιδωτό, που χρονολογείται
τον 3ο αι. μ.Χ., διακρίνεται σε τετράγωνα διάχωρα που γεμίζουν το πεδίο
μαζί με φυτικά διακοσμητικά μοτίβα. Σε τέσσερις σειρές και τρεις στήλες
διατάσσονται οι δώδεκα μήνες του χρόνου. Στην αρχή κάθε σειράς
εικονίζεται το σύμβολο κάθε εποχής.
Τον Σεπτέμβριο δυό νέοι πατούν με ενθουσιασμό τα σταφύλια μέσα στο πατητήρι. Πηγή: www.lifo.gr
|
Κική Δημουλά - Οι αποδημητικές καλημέρες
Άρχισε ψύχρα.
Το γύρισε ο καιρός σε αναχώρηση.
Η πρώτη μέρα του Σεπτέμβρη
ξοδεύτηκε σε κάποια υδρορροή.
Ως χθες ακόμα όλα έρχονταν.
Ζέστες, η διάθεση για φως,
λόγια, πουλιά,
πλαστογραφία ζωής.
Γονιμοποιούνταν κάθε βράδυ τα φεγγάρια,
πολλοί διάττοντες έρωτες
ήρθαν στον κόσμο τον περασμένο μήνα.
Τώρα η γνωστή ψύχρα
κι όλα να φεύγουν.
Ζέστες, πουλιά, η διάθεση για φως.
Φεύγουν τα πουλιά, ακολουθούν τα λόγια
η μία ερήμωση τραβάει πίσω της την άλλη
με λύπη αυτοδίδακτη.
Ήδη αποσυνδέθηκε το φως από την επανάπαυση
κι από τις καλημέρες σου.
Τα παράθυρα ενδίδουν.
Το χέρι του μεταβλητού κλείνει τα τζάμια,
άλλοι λεν ως την άνοιξη,
άλλοι φοβούνται δια βίου.
Κι εσύ τι κάθεσαι;
Καιρός να μπεις κι εσύ στα αλλαγμένα.
Να γίνεις ό,τι αναρωτιόμουν πέρυσι:
«ποιος ξέρει τ᾿ άλλο μου φθινόπωρο;».
Καιρός να γίνεις «τ᾿ άλλο μου φθινόπωρο».
Άρχισε ψύχρα.
Ρῖξε στην πλάτη σου ένα ρούχο αποδημίας.
Grimani Breviary: The Month of September - Flemish Miniaturist
Κική Δημουλά, απόσπασμα από το ποίημα «Λυόμενο»)
… Γύρισε κι ο Σεπτέμβρης από τις διακοπές.
Τελευταίος.
Με το τελευταίο δρομολόγιο
του κατάφορτου Αυγούστου: τσουμπλέκια
ποδήλατα ψησταριές ψυγεία ονόματα
ξεφούσκωτα κυμάτων αφρολέξ, κελαρύσματα
ορεινών χωριών δεμένα σε πτυσσόμενα πλατάνια.
Και πολλά δέρματα. Τέλεια κατεργασμένα
στον ήλιο. Για εξαγωγή.
Μερικοί ξέχασαν τελείως να γυρίσουν.
Οψόμεθα…”
Ανδρέας Εμπειρίκος - Αρχάγγελος τον Σεπτέμβριον βοά μέσα στην πλάση
“Τις μέρες τις γλυκιές του Σεπτεμβρίου, όταν δεν έχει ακόμη
βρέξει και είναι το άκουσμα των ήχων πιο αραιό και η
γεύσις των ωρών και από του θέρους πιο πυκνή, όταν στους
κήπους σκάνε τα ρόδια, και πάλλονται υψιτενείς οι στήμονες
των λουλουδιών, και σφύζουν στις πορφύρες των φλεγόμενοι
οι ιβίσκοι, όλοι σαν υπερβέβαιοι γαμβροί που στων νυμφών
κτυπούν τις θύρες, τότε, σαν να ‘ναι πάντα καλοκαίρι (γιατί
όποια κι αν είναι η εποχή, ο πόθος είναι πάντα θέρος) ανα-
γαλλιάζουν οι ψυχές, και ο Έρωτας, ο πιο ξανθός αρχάγγε-
λος του Παραδείσου, βοά και λέγει στο κάθε που άγγιξε
κορμί: Τα ρούχα πέτα, γδύσου.
Τίποτε μη φοβάσαι.
Έαρ, χειμώνας, θέρος-
όπου κι αν είσαι-
είναι η ρομφαία μου μαζί σου.”
Α. Εμπειρίκος
«… Καιροί καλοί σαν μήλα του Σεπτέμβρη
Στους εραστάς πηγαίνουνε τα φρούτα
Των κήπων και των ασπασμών
Της ανδρικής και γυναικείας συσχετίσεως
Πάσης μορφής του έρωτος…»
απόσπασμα από το ποίημα “Επαλήθευσις”
Alphonse Mucha | The Months - September, 1899 |
Κ. Π.Καβάφης - Ο Σεπτέμβρης του 1903
Τουλάχιστον με πλάναις ας γελιούμαι τώρα·
την άδεια την ζωή μου να μη νοιώθω.
Και ήμουνα τόσαις φοραίς τόσο κοντά,.
Και πώς παρέλυσα, και πώς δειλίασα·
γιατί να μείνω με κλειστά τα χείλη·
και μέσα μου να κλαίη η άδεια μου ζωή,
και να μαυροφορούν η επιθυμίαις μου.
Τόσαις φοραίς τόσο κοντά να είμαι
στα μάτια, και στα χείλη τα ερωτικά,
στ' ονειρεμένο, το αγαπημένο σώμα.
Τόσαις φοραίς τόσο κοντά να είμαι.
Κωνσταντίνος Π. Καβάφης
Ρένα Καρθαίου - Ο Σεπτέμβρης
Ο Σεπτέμβρης είναι αγόρι
Ο Σεπτέμβρης είναι αγόρι
κ' έχει ολόχρυσο καπέλο
και χρυσό το πανοφώρι.
Τα παπούτσια του είναι φύλλα
που έχουν πέσει απ' τα πλατάνια
και τα μάγουλά του μήλα.
Με του ανέμου τα ποδάρια
τρέχει δίχως να τον βλέπεις
στων βημάτων του τα χνάρια
διαμαντάκια θε να βρεις.
σταγονίτσες, σταγονίτσες
μιας ολόχρυσης βροχής.
Ο Σεπτέμβρης είναι αγόρι
κατεβαίνει από τα δάση
κατεβαίνει από τα όρη
και έρχεται για να χτυπήσει
μια πελώρια καμπάνα
το σχολειό να αρχινήσει.
Ο Σεπτέμβρης πάντα δες
έχει όλα τα παιδάκια
φίλους και συμμαθητές.
Ciclo dei mesi, settembre |
BERTOLT BRECHT - Ο,ΤΙ ΘΥΜΑΜΑΙ ΑΠΟ ΤΗ ΜΑΡΙΑ Α.
1
Τη μέρα εκείνη, με τη μπλε σεπτεμβριανή σελήνη,
σε μια μικρή δαμασκηνιά αποκάτω, δίχως λέξη
να λέμε, κράταγα στην αγκαλιά μου τη χλωμή μου
αγάπη, κι είταν όνειρο γλυκό – αχ, και να μη φέξει!
Κι απάνω μας, στον όμορφο τον ουρανό του θέρους,
καθόταν ένα σύννεφο που τό ’βλεπα ώρες και ώρες:
λευκό, κατάλευκο, τεράστιο, στον αιθέρα αλλάργα·
μα σαν επήγα να το ξαναδώ, είταν σ’ άλλες χώρες.
2
Από τη μέρα εκείνη και μετά φεγγάρια πλήθος
κολύμπησαν αμίλητα στα πέλαγα τα ουράνια.
Κοπήκαν οι δαμασκηνιές· ξυλεύτηκαν· καήκαν –
κι εσύ όλο με ρωτάς τί απέγινε ο έρωτας. Αδράνεια
του νου, σου λέω, με κωλύει να θυμηθώ, κι εν τούτοις
καταλαβαίνω, ναι, καλά τί πας να πεις. Αχ, σβήσει
πλέον έχει μέσα μου η όψη της, δεν τη θυμάμαι διόλου·
θυμάμαι, πάντως, πως την είχα τότε, ω ναι, φιλήσει.
3
Αλλά κι εκείνο το φιλί θαν τό ’χα λησμονήσει
από καιρό, αν δεν είτανε παρόν και μας θωρούσε
το συννεφάκι… τότε… που το ξέρω… το θυμάμαι:
λευκό, κατάλευκο, στον ουρανό βραδυπορούσε.
Μπορεί οι δαμασκηνιές να θάλλουν πάντοτε, ν’ ανθίζουν,
κι εκείνη η κοπελλιά ίσως νά ’χει εφτά παιδιά να θρέψει
αυτή την ώρα. Αλλά τί λίγο που άνθισε εκεί τότε
το σύννεφο! Και πόσο βιάστηκε ο αέρας να το δρέψει!
1
Τη μέρα εκείνη, με τη μπλε σεπτεμβριανή σελήνη,
σε μια μικρή δαμασκηνιά αποκάτω, δίχως λέξη
να λέμε, κράταγα στην αγκαλιά μου τη χλωμή μου
αγάπη, κι είταν όνειρο γλυκό – αχ, και να μη φέξει!
Κι απάνω μας, στον όμορφο τον ουρανό του θέρους,
καθόταν ένα σύννεφο που τό ’βλεπα ώρες και ώρες:
λευκό, κατάλευκο, τεράστιο, στον αιθέρα αλλάργα·
μα σαν επήγα να το ξαναδώ, είταν σ’ άλλες χώρες.
2
Από τη μέρα εκείνη και μετά φεγγάρια πλήθος
κολύμπησαν αμίλητα στα πέλαγα τα ουράνια.
Κοπήκαν οι δαμασκηνιές· ξυλεύτηκαν· καήκαν –
κι εσύ όλο με ρωτάς τί απέγινε ο έρωτας. Αδράνεια
του νου, σου λέω, με κωλύει να θυμηθώ, κι εν τούτοις
καταλαβαίνω, ναι, καλά τί πας να πεις. Αχ, σβήσει
πλέον έχει μέσα μου η όψη της, δεν τη θυμάμαι διόλου·
θυμάμαι, πάντως, πως την είχα τότε, ω ναι, φιλήσει.
3
Αλλά κι εκείνο το φιλί θαν τό ’χα λησμονήσει
από καιρό, αν δεν είτανε παρόν και μας θωρούσε
το συννεφάκι… τότε… που το ξέρω… το θυμάμαι:
λευκό, κατάλευκο, στον ουρανό βραδυπορούσε.
Μπορεί οι δαμασκηνιές να θάλλουν πάντοτε, ν’ ανθίζουν,
κι εκείνη η κοπελλιά ίσως νά ’χει εφτά παιδιά να θρέψει
αυτή την ώρα. Αλλά τί λίγο που άνθισε εκεί τότε
το σύννεφο! Και πόσο βιάστηκε ο αέρας να το δρέψει!
Χαρακτικό του Σπύρου Βασιλείου
Αλκυόνη Παπαδάκη - Το Σκισμένο Ψαθάκι
Απόσπασμα
.......
Ήταν ένα απομεσήμερο του Σεπτέμβρη. Ένα μοβ απομεσήμερο που τα ηλιοτρόπια ήταν δακρυσμένα, γιατί ο ήλιος τα είχε ξεχάσει και ταξίδευε πίσω από σκούρα σύννεφα
Κουράγιο έλεγα μέσα μου. Μην ιδρώνεις. Την μεριές καλά την πόρτα του. Ακόμα και αν φωνάξεις., θα σε ακούσει. Αφού στο είπε. Στ΄ ορκίστηκε πώς θα σε περιμένει
Φώναξα δυνατά ώσπου βράχνιασα.
Χτύπησα δυνατά ώσπου μάτωσαν τα χέρια μου
Κανείς....
Τι όμορφα που είναι τα μοβ απομεσήμερα του Σεπτέμβρη.. Ακόμα και όταν ξέρεις πως αυτός που νόμιζες πως θα σε περιμένει, κρύφτηκε πίσω από σκούρα σύννεφα και σε ξέχασε.