http://el.wikipedia.org
Ιωάννης ο Ελεήμων
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο Ιωάννης ο Ελεήμων ήταν Πατριάρχης Αλεξανδρείας περί τα έτη 610-619.
Πίνακας περιεχομένων |
Η ζωή του
Γεννήθηκε μεταξύ των ετών 539 και 555 στην Αμαθούντα της Κύπρου.
Η μητέρα του ονομαζόταν Ευκοσμία ή Κοσμία και ο πατέρας του Επιφάνιος,
και ήταν έπαρχος Κύπρου. Ο Ιωάννης παντρεύτηκε και απέκτησε και παιδιά,
όμως η σύζυγός του και τα παιδιά του πέθαναν σύντομα, και έμεινε μόνος.
Τότε αφιερώθηκε στο Θεό. Χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος και
έγινε ευρύτατα γνωστός για τις φιλάνθρωπες πράξεις του.
Μετά το θάνατο του Πατριάρχη Αλεξανδρείας Θεοδώρου Α΄, ο λαός και ο πατρίκιος Νικήτας, έπαρχος της Αιγύπτου και εξάδελφος του αυτοκράτορα Ηράκλειου, ζήτησαν από τον Αυτοκράτορα να τοποθετηθεί ο Ιωάννης στη θέση αυτή, πράγμα που έγινε το 610.
Ως επίσκοπος (Πατριάρχης) Αλεξαδρείας έκανε πλουσιότατο έργο. Αύξησε τους ναούς της πόλης από 7 σε 70, πολέμησε τον Μονοφυσιτισμό,
έχτισε νοσοκομεία, ξενοδοχεία, πτωχοτροφεία, οργάνωνε συσσίτια και
γενικά ελεούσε αυτούς που είχαν ανάγκη σε τέτοιο βαθμό, ώστε να του
δοθεί το προσωνύμιο «Ελεήμων». Όταν οι Πέρσες κατέκτησαν την
Αλεξάνδρεια, αναγκάστηκε να καταφύγει στην πατρίδα του, την Κύπρο, όπου
και πέθανε μεταξύ των ετών 616 και 620.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά τη μνήμη του ως αγίου στις 12 Νοεμβρίου.
Το σκήνωμά του
Μετά το θάνατό του, το σκήνωμά του μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Το 1249 μεταφέρθηκε στη Βενετία, ενώ ένα μέρος του εστάλη το 1489 από τον Σουλτάνο Βαγιαζήτ Β΄ στο Βασιλιά Ματθία Κορβίνο της Ουγγαρίας και τοποθετήθηκε στο βασιλικό παρεκκλήσι του Κάστρου της Βούδα.
Σήμερα, μέρος του σκηνώματός του βρίσκεται σε παρεκκλήσι του Καθεδρικού Ναού του Αγίου Μαρτίνου στη Μπρατισλάβα και άλλο στο Ναό San Giovanni in Bragora της Βενετίας.
Πολιούχος
Ο άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων είναι πολιούχος άγιος της Λεμεσού και της κωμόπολης Casarano της Νότιας Ιταλίας. Ναός αφιερωμένος σε αυτόν, χρονολογούμενος στον 12ο αιώνα, έχει βρεθεί στο Λυγουριό Αργολίδας[1], ενώ άλλος ναός αφιερωμένος σε αυτόν κατεδαφίστηκε πρόσφατα στη Βέροια[2]. Τέλος, αξιόλογος είναι ο ναός του αγίου Ιωάννη του Ελεήμονος στη Βενετία (San Giovanni Elemosinario), που χρονολογείται στο 1071.
Ημερομηνία εορτής: | 12/11/2012 | |
Τύπος εορτής: | Σταθερή. Εορτάζει στις 12 Νοεμβρίου εκάστου έτους. |
|
Άγιοι που εορτάζουν: Οσιος Νειλος Ο Ασκητης |
Αἴγυπτον ἄρδει Νεῖλος, ἀλλὰ καὶ κτίσιν.
Λόγῳ κατάρδει, καὶ θανών, Νεῖλος μέγας. |
Βιογραφία
Για τον Όσιο Νείλο, αναφέραμε στο βιογραφικό σημείωμα του γιου του Θεοδούλου, που η μνήμη του γιορτάζεται την 14η Ιανουαρίου. --------------------------------------- Βιογραφία Ο Όσιος Θεόδουλος ήταν υιός του σοφού Νείλου (βλέπε 12 Νοεμβρίου), ο οποίος έγινε έπαρχος Κωνσταντινουπόλεως, αλλά άφησε την δόξα του κόσμου και έγινε μοναχός στο όρος Σινά μαζί με τον υιό του. Οι όσιοι έζησαν προ των μέσων του 5ου αιώνος μ.Χ. επί βασιλείας Θεοδοσίου Β' (408-450 μ.Χ.). Εκεί λοιπόν που διέμεναν, ο Νείλος, ο υιός του Θεόδουλος και οι άλλοι μοναχοί, ξαφνικά τους επιτέθηκαν βάρβαροι και άρχισαν να τους κατασφάζουν. Ο Νείλος κατόρθωσε να διαφύγει. Τον υιό του όμως, Θεόδουλο τον πήραν μαζί τους αιχμάλωτο. Στην αρχή θέλησαν να τον σκοτώσουν. Αλλά κατόπιν τον πούλησαν και τον αγόρασε ο επίτροπος της Λούζης, ο όποιος και του απέδωσε την ελευθερία του. Κατόπιν ο Θεόδουλος συναντήθηκε με τον πατέρα του όσιο Νείλο, που είχε διαφύγει από τη σφαγή των πατέρων του Σινά, και πήγε μαζί του σε ερημικό αναχωρητήριο. Εκεί χρησιμοποίησαν τη ζωή τους, όχι μόνο για την ατομική τους σωτηρία, αλλά και για τη συγγραφή λόγων και επιστολών, όπου βρίσκονται θησαυρισμένες πολύτιμες συμβουλές για τον τρόπο, με τον όποιο οφείλουν να ζουν οι χριστιανοί αναχωρητές, για να πετύχουν τον άγιο σκοπό τους. Απεβίωσαν και οι δυο ειρηνικά. Τα άγια λείψανα τους, όταν αυτοκράτορας ήταν ο Ιουστινιανός, τα έφεραν στην Κωνσταντινούπολη, όπου και τα κατέθεσαν στον Ναό των Αγίων Αποστόλων. ----------------------------------- Αλλά ο Σ. Ευστρατιάδης στο Αγιολόγιο του γράφει και τα εξής: «Οὗτος ἦν διάσημος ἐν λόγοις καὶ ἐν ἀξιώματι, ἔπαρχος Κωνσταντινουπόλεως καὶ εὐσεβέστατος, ζῶν ἐπὶ τῆς ἐποχῆς Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου (379 - 395) [εἰκάζω μᾶλλον ἐπὶ Θεοδοσίου τοῦ Β´ (408 - 450)], κατὰ δὲ τὸν Συναξαριστὴν Νικόδημου (οὐχὶ ὀρθῶς) ἐπὶ Μαυρικίου (582 - 602)· συζευχθεὶς μετὰ γυναικὸς ἀπέκτησε τέκνα δυό, ἓν ἄῤῥεν καὶ ἓν θήλυ· ἀλλὰ ἄσβεστον ζῆλον ἔχων πρὸς τὴν μοναχικὴν πολιτείαν, κατέπεισε τὴν σύζυγον αὐτοῦ νὰ ἐγκαταλείψωσι τὴν Κωνσταντινούπολιν καὶ ἦλθον εἰς Ἄλεξανδρειαν ἐκεῖ διεχωρίσθησαν ἀπ᾿ ἀλλήλων, καὶ ἡ μὲν γυνὴ ἔλαβε μεθ᾿ ἑαυτῆς τὸ θυγάτριον, ὁ δὲ Νεῖλος τὸν υἱὸν αὐτοῦ Θεόδουλον, μεθ᾿ οὗ ἀπῆλθεν εἰς τὸ ὄρος Σινᾶ πρὸς ἄσκησιν ἀλλ᾿ ἐκεῖ ἐπιπεσόντες βάρβαροι ἀπήγαγαν μεταξὺ ἄλλων καὶ τὸν υἱὸν αὐτοῦ, διὰ τὸν ὁποίον ἔκλαιε καὶ ἐθρήνει πικρῶς (ἴδ. Ἀββάδες τριάκοντα ὀκτὼ οἱ ἐν Σινᾶ, Ἰανουαρ. 14). Εἰς τὴν ἐρημικὴν ἐκείνην ἀνάπαυσιν ἠσχολήθη εἰς συγγραφὰς ἀσκητικῶν ἔργων, μαρτυρούντων τὴν σοφίαν αὐτοῦ καὶ τὸν πρὸς ἄσκησιν ἔρωτα. Ἐν νηστείαις καὶ προσευχαῖς διαβιώσας, ἐκοιμήθη ἐν εἰρήνῃ. Τὰ ἱερὰ αὐτοῦ ὀστᾶ μετακομίσθησαν ὑπὸ τοῦ βασιλέως Ἰουστίνου (518 - 527) καὶ κατετέθησαν ἐν τῷ ναῷ τοῦ ἀποστόλου Παύλου ἐν τῷ Ὀρφανοτροφείῳ κάτωθεν τοῦ θυσιαστηρίου. Ἂν τοῦτο ἀληθεύῃ, ἡ τοῦ Συναξαριστοῦ πληροφορία, ὅτι ἐπὶ Μαυρικίου ἤκμασε, δὲν στηρίζεται». |