Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2018

ΖΟΖΕ ΣΑΡΑΜΑΓΚΟΥ ( 16 Νοεμβρίου 1922 - 18 Ιουνίου 2010 )

Ο χρήστης Maria Dimitriou κοινοποίησε μια δημοσίευση.
Αν μου παράγγελναν να βάλω με σειρά προτεραιότητας την ευσπλαχνία, τη δικαιοσύνη και την καλοσύνη, θα έδινα την πρώτη θέση στην καλοσύνη, τη δεύτερη στη δικαιοσύνη και την τρίτη στην ευσπλαχνία. Γιατί η καλοσύνη, από μόνη της, ήδη απαλλάσσεται από τη δικαιοσύνη και την ευσπλαχνία, γιατί η δίκαιη δικαιοσύνη περιέχει ήδη μέσα της αρκετή ευσπλαχνία. Η ευσπλαχνία είναι ό,τι απομένει όταν δεν υπάρχει ούτε καλοσύνη ούτε δικαιοσύνη.



homouniversalisgr.blogspot.com
Αν  μου παράγγελναν να βάλω με σειρά προτεραιότητας την ευσπλαχνία, τη δικαιοσύνη και την καλοσύνη, θα έδινα την πρώτη θέση στην καλοσύνη, τη δεύτερη στη δικαιοσύνη και την τρίτη στην ευσπλαχνία. Γιατί η καλοσύνη, από μόνη της, ήδη απαλλάσσεται από τη δικαιοσύνη και την ευσπλαχνία, γιατί η δίκαιη δικαιοσύνη περιέχει ήδη μέσα της αρκετή ευσπλαχνία. Η ευσπλαχνία είναι ό,τι απομένει όταν δεν υπάρχει ούτε καλοσύνη ούτε δικαιοσύνη. πηγή




O  Ζοζέ (Ιωσήφ) ντε Σόζα Σαραμάγκου (José de Sousa Saramago, 16 Νοεμβρίου 1922 - 18 Ιουνίου 2010), ήταν Πορτογάλος συγγραφέας, ποιητής, σεναριογράφος και δημοσιογράφος, τιμημένος με Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Τα έργα του, μερικά από τα οποία μπορούν να θεωρηθούν αλληγορικά, γενικά παρουσιάζουν ανατρεπτικές όψεις πάνω στα ιστορικά γεγονότα, δίνοντας έμφαση στον ανθρώπινο παράγοντα. Ο Σαραμάγκου κέρδισε το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1998. Ίδρυσε το Εθνικό Μέτωπο για την Προάσπιση του Πολιτισμού (Λισσαβώνα, 1992) μαζί με τον Αρμίντο Φρέιτας-Μαγκαλιάες και άλλους. Ζούσε στο νησί Λανθαρότε των Κανάριων Νήσων της Ισπανίας.







Ο Σαραμάγκου ήταν εγγονός ακτημόνων χωρικών από το χωριό Αζινιάγκα της Πορτογαλίας, ένα μικρό χωριό στην επαρχία Ριμπατέζου, 100 περίπου χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Λισσαβώνας. Ο πατέρας του λεγόταν Ζοζέ ντε Σόζα και η μητέρα του Μαρία ντε Πιεδάδε. Το «σαραμάγκου», ένα άγριο ποώδες φυτό, το γνωστό άγριο ραδίκι, ήταν ψευδώνυμο της οικογένειας του πατέρα του, το οποίο ενσωματώθηκε τυχαία στο επώνυμό του κατά την επίσημη καταγραφή του στα μητρώα γέννησης. Το 1924, η οικογένεια Σαραμάγκου μετακόμισε στη Λισσαβώνα, όπου ο πατέρας του ξεκίνησε τη δουλειά του αστυνομικού. Μερικούς μήνες μετά τη μετακόμιση της οικογένειας στη Λισσαβώνα, ο μεγαλύτερος κατά δύο χρόνια αδελφός του συγγραφέα, Φρανσίσκο, πεθαίνει.

Ο συγγραφέας περνούσε τις διακοπές του στο χωριό των γονιών του, Αζινιάγκα, μαζί με τους παππούδες του. Όταν ο παππούς του υπέστη σοβαρό πρόβλημα στην καρδιά του και έπρεπε να πάει στη Λισσαβώνα για θεραπεία, ο Σαραμάγκου θυμάται: «Πήγε στην αυλή του σπιτιού, όπου υπήρχαν λίγα δέντρα, μερικές ελιές και συκιές. Και πέρασε από όλα αγκαλιάζοντάς τα με τη σειρά, κλαίγοντας, λέγοντάς τους αντίο μιας και ήξερε πως δε θα επέστρεφε». Το να βλέπεις και να ζεις κάτι τέτοιο, λέει ο Σαραμάγκου, αν αυτό δε σε σημαδεύει για την υπόλοιπη ζωή σου, τότε δεν έχεις αισθήματα. Παρόλο που ο Σαραμάγκου ήταν καλός μαθητής, οι γονείς του δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να τον στείλουν στο κλασικό γυμνάσιο και έτσι ο Ζοζέ τελειώνοντας το δημοτικό γράφτηκε στην ηλικία των 12 σε τεχνικό γυμνάσιο. Μετά την αποφοίτησή του, εργάστηκε για δύο χρόνια ως μηχανικός αυτοκινήτων. Αργότερα ξεκίνησε να εργάζεται σε εκδοτική επιχείρηση όπου και συνέχισε ως μεταφραστής και έπειτα ως δημοσιογράφος. Υπήρξε διευθυντής έκδοσης της εφημερίδας Diário de Notícias, θέση που αναγκάστηκε να αφήσει μετά τα πολιτικά γεγονότα του 1974-75 (Επανάσταση των Γαρυφάλλων) και την εγκαθίδρυση δημοκρατίας στην Πορτογαλία, ελεγχόμενης όμως από τη συντηρητική παράταξη. Μετά από μια περίοδο εργασίας ως μεταφραστής, ήταν έτοιμος να συντηρήσει τον εαυτό του ως συγγραφέας. Στην προσωπική του ζωή ο Σαραμάγκου παντρεύτηκε το 1944 την Ίλντα Ρέις. Το μοναδικό τους παιδί, η Βιολάντε, γεννήθηκε το 1947. Το 1988, ο συγγραφέας παντρεύτηκε την αρκετά νεότερή του Ισπανίδα δημοσιογράφο Πιλάρ δελ Ρίο, η οποία είναι και η επίσημη μεταφράστρια των βιβλίων του στα ισπανικά.




Πρώτο του μυθιστόρημα ήταν η "Γη της Αμαρτίας" (1947), εκδοθέν μεσούσης της δικτατορίας του Αντόνιο Σαλαζάρ, το οποίο πέρασε σχεδόν απαρατήρητο. Κέρδισε τη διεθνή αναγνώριση όταν η έκδοση του μυθιστορήματος «Το Χρονικό του Μοναστηριού» έθελξε την προσοχή του παγκόσμιου αναγνωστικού κοινού. Ο Σαραμάγκου υπήρξε μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Πορτογαλίας από το 1969 ως το θάνατό του,ενώ ήταν επίσης άθεος,και όπως περιγράφει ο ίδιος τον εαυτό του, πεσιμιστής. Οι απόψεις του προκάλεσαν αξιοσημείωτη αμφισβήτηση στην Πορτογαλία, ειδικά μετά την έκδοση του μυθιστορήματος "Το κατά Ιησούν Ευαγγέλιον". Μέλη της Καθολικής Κοινότητας της χώρας εξοργίστηκαν με την παρουσίαση του Ιησού από τον συγγραφέα ως σφαλερού ανθρώπινου όντος. Η τότε συντηρητική κυβέρνηση της Πορτογαλίας απέρριψε την υποψηφιότητά του για το ΕυρωπαΪκό βραβείο Λογοτεχνίας, διατεινόμενη ότι το έργο αυτό προσέβαλλε την Καθολική Εκκλησία και τους πιστούς της. Ως αποτέλεσμα, και για να ξεπεράσει τη στενοχώρια του, ο συγγραφέας και η γυναίκα του μετακόμισαν στο Λανθαρότε, νησί του συμπλέγματος των Καναρίων Νήσων.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου στον Λίβανο το 2006, υπέγραψε μια δήλωση μαζί με άλλους διανοούμενους καταδικάζοντας αυτό που χαρακτηρίζει ως "πολύχρονη στρατιωτική, οικονομική και γεωπολιτική πρακτική της οποίας ο πολιτικός σκοπός δεν είναι τίποτα λιγότερο παρά η εξολόθρευση του Παλαιστινιακού Λαού". Στις Ευρωεκλογές του 2009 ήταν υποψήφιος ευρωβουλευτής, δεν κατόρθωσε όμως να εκλεγεί.








Λογοτεχνικά θέματα και τεχνοτροπία



Τα μυθιστορήματα του Σαραμάγκου συχνά πραγματεύονται φανταστικά σενάρια, όπως αυτό στο μυθιστόρημά του "Η Πέτρινη Σχεδία" (1986), στο οποίο η Ιβηρική Χερσόνησος μετά από μία ρωγμή στα Πυρηναία, αποσπάται από την υπόλοιπη Ευρώπη και πλέει στον Ατλαντικό Ωκεανό. Στο μυθιστόρημά του "Περί Τυφλότητος" (1995), μια ολόκληρη απροσδιόριστη χώρα έχει πληγεί από μια μυστήρια μάστιγα "λευκής τυφλότητας", με διαρκώς αυξανόμενα περιστατικά αιφνίδιας τύφλωσης στον πληθυσμό.

Χρησιμοποιώντας τέτοια ευφάνταστα θέματα και σχήματα, ο Σαραμάγκου καταπιάνεται με το υλικό του με ενσυναίσθηση και ευαισθησία για την κατάσταση των ανθρώπων και την απομόνωση της σύγχρονης αστικής ζωής. Οι χαρακτήρες του αγωνίζονται έντονα για την ανάγκη τους να συνδεθούν μεταξύ τους, να σφυρηλατήσουν σχέσεις και δεσμούς κοινότητας, καθώς και για την ανάγκη τους για ιδιαιτερότητα, ατομικότητα, όπως και να βρουν νόημα και αξιοπρέπεια έξω από πολιτικές και οικονομικές δομές. Ο κριτικός Λογοτεχνίας Χάρολντ Μπλουμ θεωρεί τον Σαραμάγκου τον δεύτερο σημαντικότερο λογοτέχνη εν ζωή παγκοσμίως, πίσω μόνο από τον Φίλιπ Ροθ, αλλά άσκησε κριτική στη σύγκριση συνθηκών που έκανε ο Σαραμάγκου μεταξύ Παλαιστινιακών Εδαφών και Κολαστηρίου του Άουσβιτς, χαρακτηρίζοντάς τον "Πορτογάλο σταλινιστή".

Το πειραματικό στυλ του Σαραμάγκου συχνά χαρακτηρίζεται από μακριές προτάσεις, κατά περιπτώσεις περισσότερο από μια σελίδα σε μάκρος. Χρησιμοποιεί περιόδους. Πολλές από τις παραγράφους του εκτείνονται για σελίδες χωρίς παύση για διάλογο, τον οποίο ο συγγραφέας επιλέγει να μην οροθετεί με εισαγωγικά. Όταν ο ομιλητής αλλάζει, ο Σαραμάγκου σηματοδοτεί αυτή την αλλαγή αρχίζοντας με κεφαλαίο το πρώτο γράμμα της πρώτης λέξης που αναφέρει ο νέος ομιλητής. Στο μυθιστόρημά του "Περί Τυφλότητος", ο συγγραφέας εγκαταλείπει ολοκληρωτικά τη χρήση κύριων ονομάτων χρησιμοποιώντας εναλλακτικώς, μοναδικά χαρακτηριστικά για να αναφερθεί και προσδιορίσει τους χαρακτήρες.https://el.wikipedia.org







Ποίημα { Aς ιδιωτικοποιηθούν  τα πάντα.....}

Aς ιδιωτικοποιηθούν τα πάντα,
ας ιδιωτικοποιηθεί η θάλασσα και ο ουρανός, 
ας ιδιωτικοποιηθεί το νερό και ο αέρας,
ας ιδιωτικοποιηθεί η Δικαιοσύνη και ο Νόμος,
ας ιδιωτικοποιηθεί και το περαστικό σύννεφο,
ας ιδιωτικοποιηθεί το όνειρο,
ειδικά στην περίπτωση που γίνεται την ημέρα και με τα μάτια ανοιχτά.

Και σαν κορωνίδα όλων των ιδιωτικοποιήσεων,
ιδιωτικοποιήστε τα Κράτη,
παραδώστε επιτέλους την εκμετάλλευση υμών των ιδίων
σε εταιρίες του ιδιωτικού τομέα με διεθνή διαγωνισμό.
Διότι εκεί ακριβώς βρίσκεται η σωτηρία του κόσμου.
Και μια και μπήκατε στον κόπο, ιδιωτικοποιήστε στο φινάλε και την πουτάνα τη μάνα που σας γέννησε.
http://www.filosofia.gr/










Το  παρακάτω κείμενο προέρχεται από το βιβλίο του Ζοζέ Σαραμάγκου το Τελευταίο τετράδιο, το οποίο περιέχει κείμενα που έγραψε ο συγγραφέας στο blog του.





“Η λειτουργία του κόσμου έπαψε να είναι το απόλυτο μυστήριο που ήταν, οι μοχλοί του κακού βρίσκονται μπροστά στα μάτια... όλων, για τα χέρια που τους χειρίζονται δεν υπάρχουν πια γάντια ικανά να κρύψουν τις κηλίδες του αίματος. Θα έπρεπε, επομένως, να είναι εύκολο για τον καθένα να επιλέξει ανάμεσα στην πλευρά της αλήθειας και στην πλευρά του ψεύδους, ανάμεσα στον ανθρώπινο σεβασμό και στην ασέβεια προς τον άλλον, ανάμεσα σε αυτούς που είναι με τη ζωή και αυτούς που είναι εναντίον της. Δυστυχώς, τα πράγματα δε συμβαίνουν πάντα έτσι. Ο προσωπικός εγωισμός, το βόλεμα, η έλλειψη γενναιοδωρίας, οι μικρές δειλίες της καθημερινότητας, όλα αυτά συνεισφέρουν σε μια ολέθρια μορφή πνευματικής τυφλότητας, να βρισκόμαστε δηλαδή στον κόσμο και να μη βλέπουμε τον κόσμο, ή να βλέπουμε από αυτόν ότι, ανά πάσα στιγμή, τείνει να εξυπηρετεί τα συμφέροντά μας. Σε τέτοιες περιπτώσεις δεν μπορούμε να ευχηθούμε παρά να έρθει η συνείδηση και να μας ταρακουνήσει επειγόντως από το μπράτσο και να μας ρωτήσει εξ επαφής: “Πού πας; Τι κάνεις; Ποιος νομίζεις ότι είσαι;”. Μια εξέγερση ελεύθερων συνειδήσεων θα χρειαζόμασταν. Είναι άραγε εφικτό;”







Περί τυφλότητας (απόσπασμα)





Υπάρχει άραγε εξουσία , είπε ο πρώτος τυφλός. Δεν φαντάζομαι, αλλά και να υπάρχει, θα είναι μια εξουσία τυφλών που θέλουν να κυβερνούν τυφλούς, σαν να λέμε το τίποτα θέλει να οργανώσει το τίποτα.


Αναπνέουμε το ίδιο σκοτάδι κι όμως ο καθένας αλλιώς παραπατά, άλλα βήματα βρε αδερφέ και καλά κάνει, αλλά γιατί τόσο εξόφθαλμα να στερούμαστε προσανατολισμού.


Γιατί να έχουμε προσανατολισμό θα με ρωτήσετε και καλά θα κάνετε. Έτσι για αλλαγή, να πούμε ότι η βάρκα θα πάει παρακάτω, που σηκωθήκαμε όλοι όρθιοι και κινούμαστε σε πορείες αντίθετες και πώς να κάνει δουλειά ο βαρκάρης κι αυτός τυφλός είναι ο έρμος.
Και δε μιλώ για πρωθυπουργό στο όνομα του βαρκάρη,γιατί ο βαρκάρης ξέρει τουλάχιστον ένα κουπί να το πιάνει, με αυτό βγάζει το ψωμί του, μ’αυτό και την κυρά του.
Ας ξεκουνάγαμε τη βάρκα, έστω δύο λεύγες παρακεί, να αλλάξουμε νερά και παραστάσεις, να κατουρήσουμε κι αλλού κι ας επιστρέψουμε μετά πίσω στο μόλο, ούτως ή άλλως το σκοινί μας βγήκε λίγο, βάρκα κι αυτή με περιλαίμιο σκύλου, σαν και αυτούς που οδηγούν κάποιους τυφλούς.
Σε μια χώρα – συγχωρέστε μου τη λέξη για άλλη μια φορά – όπου οι τυφλοί πολλαπλασιάζονται όσο δίνονται συντάξεις αναπηρίας και κατορθώνουν οι τυφλοί να ‘χουν δυο μάτια αετίσια κάθε που στέκονται ουρά να την τσεπώσουν, χάθηκε να τσοντάρουμε να πάρουμε και λίγο σκοινί παραπάνω για τη βάρκα;






Περί θανάτου





Η θάνατος


Όταν τελείωσε, τα χέρια της δεν ήταν πια παγωμένα, τα δικά του έκαιγαν, γι’ αυτό και χέρια παραδόθηκαν σε χέρια και δεν παραξενεύτηκαν. Ήταν περασμένη μία το πρωί όταν ο βιολοντσελίστας ρώτησε, Θέλετε να καλέσω ένα ταξί να σας πάει στο ξενοδοχείο, κι η γυναίκα απάντησε, Όχι, θα μείνω μαζί σου, και πρόσφερε τα χείλη της. Μπήκαν στο δωμάτιο, γδύθηκαν, και ό,τι ήταν γραφτό να συμβεί επιτέλους συνέβη, και ξανά, κι άλλη μια. Εκείνος κοιμήθηκε, εκείνη όχι. Τότε εκείνη, η θάνατος, σηκώθηκε, άνοιξε τη τσάντα που είχε αφήσει στο άλλο δωμάτιο και έβγαλε τη μοβ επιστολή. Κοίταξε τριγύρω σαν να έψαχνε ένα σημείο όπου θα μπορούσε να την αφήσει, πάνω στο πιάνο, ανάμεσα στις χορδές του βιολοντσέλου, ή ίσως στην κρεβατοκάμαρα, κάτω από το μαξιλάρι όπου αναπαυόταν το κεφάλι του άντρα. Δεν το έκανε. Πήγε στην κουζίνα, άναψε ένα σπίρτο, ένα ταπεινό σπίρτο, εκείνη που θα μπορούσε να διαλύσει το χαρτί με μια ματιά, να το μεταμορφώσει σε άπιαστη σκόνη, εκείνη που θα μπορούσε να του βάλει φωτιά και μόνο με το άγγιγμα των δαχτύλων της, κι ήταν ένα σπίρτο απλό, ένα κοινό σπίρτο, ένα καθημερινό σπίρτο, που έκαψε την επιστολή της θανάτου, αυτή που μόνο η θάνατος μπορούσε να καταστρέψει. Δεν έμειναν στάχτες. Η θάνατος επέστρεψε στο κρεβάτι, αγκάλιασε τον άντρα και, χωρίς να καταλάβει τι συνέβαινε, αυτή που ποτέ δεν κοιμόταν, αισθάνθηκε τον ύπνο να της κλείνει απαλά τα βλέφαρα. Την επόμενη μέρα δεν πέθανε κανείς. 


Ζοζέ Σαραμάγκου-Περί θανάτου μετ. Αθ. Ψύλλια εκδ. Καστανιώτη






'Κάιν', το τελευταίο βιβλίο του Ζοζέ Σαραμάγκου ( αποσπάσματα )





"Η ιστορία των ανθρώπων είναι η ιστορία της ασυνεννοησίας τους με τον Θεό - ούτε αυτός καταλαβαίνει εμάς ούτε και εμείς εκείνον."


---


Ο Κάιν συνομηλεί με τον Θεό:
"-Το αίμα που βρίσκεται εδώ δεν το έχυσα εγώ, ο Κάιν μπορούσε να επιλέξει ανάμεσα στο κακό και στο καλό, αφού επέλεξε το κακό θα το πληρώσει. 
-Όσο κλέφτης είναι αυτός που μπαίνει στο αμπέλι άλλο τόσο είναι και αυτός που φιλάει τσίλιες, είπε ο Κάιν"
---

"πόσο θλιβεροί είναι όμως οι άνθρωποι χωρίς άλλο σκοπό στη ζωή τους παρά να κάνουν παιδιά χωρίς να ξέρουν γιατί και για τι. Για τη διαιώνιση του είδους, λένε εκείνοι που πιστεύουν σε έναν τελικό στόχο, έναν έσχατο λόγο, παρότι δεν έχουν την παραμικρή ιδέα ποιοι είναι και ποτέ δεν αναρωτήθηκαν στο όνομα τίνος πράγματος θα πρέπει να διαιωνιστεί το είδος, σαν να ήταν η μοναδική και έσχατη ελπίδα του σύμπαντος."
---
Ο άγγελος απολογείται, επειδή καθυστέρησε, για την διάσωση του Ισαάκ από την απόπειρα του πατέρα του (Αβραάμ):
"Ο άγγελος πήρε μια μικρή έκφραση μεταμέλειας. 
Λυπάμαι πολύ που έφτασα καθυστερημένος, αλλά δεν είναι δικό μου το φταίξιμο, καθώς ερχόμουν μου παρουσιάστηκε ένα μηχανικό πρόβλημα στη δεξιά φτερούγα, δεν συγχρονιζόταν με την αριστερή, το αποτέλεσμα ήταν διαρκείς αλλαγές στην πορεία που με αποπροσανατόλιζαν."
---
Η συζήτηση μεταξύ πατέρα και υιού αμέσως μετά...
"-Και τι κύριος είναι αυτός που προστάζει έναν πατέρα να σκοτώσει τον ίδιο του τον γιο;
-Είναι ο κύριος που έχουμε, ο κύριος των προγονών μας, ο κύριος που βρισκόταν εδώ πριν εμείς γεννηθούμε.
-Και αν αυτός ο κύριος είχε ένα γιο, θα τον έστελνε κι αυτόν να τον σκοτώσουν; ρώτησε ο Ισαάκ.
-Το μέλλον θα μας το πει!
[...]
-Αν είχες παρακούσει την εντολή, τι θα συνέβαινε; ρώτησε ο Ισαάκ.
-Το σύνηθες για τον κύριο είναι να στείλει την καταστροφή ή μια αρρώστια σε όποιον παρακούσει.
-Δηλαδή ο κύριος είναι μνησίκακος;
-Έτσι νομίζω, είπε ο Αβραάμ χαμηλόφωνα, σαν να φοβόταν μήπως ακουστεί."
---
"Ο δρόμος της πλάνης ξεκινά στενός, πάντα όμως βρίσκεται κάποιος διαθέσιμος να τον ανοίξει, θα λέγαμε πως η πλάνη, επαναλαμβάνοντας την λαϊκή ρήση, είναι σαν το φαΐ και το ξύσιμο, μην τυχόν και το αρχίσεις.
[...]
Νιώθω πως ότι μου συμβαίνει πρέπει να έχει κάποιο νόημα, κάποια σημάδια, νιώθω πως δεν πρέπει να σταματήσω στα μισά του δρόμου χωρίς να έχω ανακαλύψει περί τίνος πρόκειται. Αν γεννήθηκα για να ζήσω κάτι διαφορετικό, πρέπει να μάθω τι και για τι."
---
"Είναι περίεργο που οι άνθρωποι μιλάν με τόση ελαφρότητα για το μέλλον, σαν να το έχουν του χεριού τους, σαν να εξαρτιόταν από κείνους να το απομακρύνουν ή να το φέρουν πιο κοντά σύμφωνα με τη βολή και τις ανάγκες της κάθε στιγμής."


Περί φωτίσεως ( αποσπάσματα )

Τρέμουμε και μόνο στη σκέψη τι μπορεί να συμβεί αύριο στον αθώο άνθρωπο όταν τον φέρνουν για ανάκριση, Ομολογείτε ότι είπατε στο πρόσωπο που βρισκόταν μαζί σας Κάποια μέρα θα συνέβαινε, Μάλιστα, το ομολογώ, Σκεφθείτε καλά προτού απαντήσετε,, σε τι αναφερόσασταν με τις λέξεις αυτές, Μιλούσαμε για τον χωρισμό μου, Χωρισμό ή διαζύγιο, Διαζύγιο, Και ποια είναι τα συναισθήματά σας σε σχέση με το εν λόγω διαζύγιο, Νομίζω κάποια οργή και κάποια απογοήτευση, Περισσότερη οργή ή περισσότερη απογοήτευση, Περισσότερη απογοήτευση υποθέτω, Δεν σας φαίνεται, αφού είναι έτσι, πως θα ήταν περισσότερο φυσικό να αφήσετε έναν αναστεναγμό, κλπ.(…) τι σκεφτόσασταν στην πραγματικότητα ότσν είπατε στον φίλο σας τις λέξεις αυτές, Σας απάντησα ήδη, Δώστε μας μια άλλη απάντηση, αυτή δε μας κάνει, Είναι η μοναδική που μπορούσα να σας δώσω γιατί είναι και η αληθινή, Έτσι νομίζετε εσείς, Εκτός κι αν με βάλετε να επινοήσω μία, Κάντε το, εμάς δε μας ενοχλεί καθόλου να επινοήσετε όσες απαντήσεις θέλετε, με το χρόνο και με υπομονή, συν την κατάλληλη εφαρμογή ορισμένων τεχνικών, θα καταλήξετε σ’ εκείνη που θέλουμε ν’ ακούσουμε, Πείτε μου τότε ποια είναι να τελειώνουμε, Α, όχι, δεν έχει γούστο έτσι, για ποιους μας περάσατε κλπ.
--------
Και τώρα πέστε μου τι ψηφίσατε (…) Θα έπρεπε να πουν, σύμφωνα με τη σχετική λογική των δημοσκοπήσεων, Ψήφισα λευκό. Τέτοια ευθεία απάντηση, θα μπορούσε να δώσει ένας υπολογιστής ή μια αριθμομηχανή, και θα ήταν η μόνη που θα επέτρεπε η άκαμπτη και ειλικρινής τους φύση, αλλά εδώ έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους, και οι άνθρωποι είναι παγκοσμίως γνωστοί ως τα μόνα ζώα ικανά να ψεύδονται, αν και, είναι αλήθεια, μερικές φορές το κάνουν επειδή φοβούνται, μερικές φορές από συμφέρον, κι επίσης μερικές φορές επειδή αντιλαμβάνονται πως αυτός είναι ο μόνος τρόπος που έχουν στη διάθεσή τους για να υπερασπιστούν την αλήθεια.
------
Όταν η πρωτεύουσα βρίσκεται, από δικά της επανειλημμένα σφάλματα, σε κατάσταση πολιορκίας, όταν επαφίεται στις στρατιωτικές δυνάμεις να επιβάλουν την πειθαρχία και να δράσουν αναλόγως σε περίπτωση σοβαρής ανατροπής της κοινωνικής τάξης, όταν οι υψηλά ιστάμενοι αναλαμβάνουν την υποχρέωση, δίνοντας το λόγο της τιμής τους, να μη διστάσουν όταν έρθει η ώρα να λάβουν αποφάσεις, τότε οι μυστικές υπηρεσίες επιφορτίζονται ν δημιουργήσουν τις κατάλληλες εστίες έντασης που θα δικαιολογούν a priori τη σφοδρότητα της καταστολής που η κυβέρνηση, γενναιόφρων, επιθυμούσε, με όλα τα ειρηνικά μέτρα και, επαναλαμβάνουμε τη λέξη, μέτρα πειθούς, να αποφύγει.






Αποσπάσματα από συνέντευξη που έδωσε δύο ημέρες μετά την ανακοίνωση του  Νομπέλ Λογοτεχνίας στον ΧΑΡΗ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ στην εφημερίδα ΒΗΜΑ 





«Θεωρώ ότι ανήκω στους ηττημένους,αφού η προσωπική εφήμερη επιτυχία δεν αλλάζει τον κόσμο που μας περιβάλλει και που βρίσκεται σε μαύρα χάλια». 





-- Ζοζέ Σαραμάγκου, πόσο απέχει το Νομπέλ από τη γη;

«Νομίζω ότι για καλή μας τύχη το Νομπέλ βρίσκεται στη γη, αφού σε διαφορετική περίπτωση η πτώση θα είχε σοβαρότατες επιπτώσεις. Η αλήθεια είναι ότι όταν αφορά άλλους τότε τα πράγματα είναι σχετικά εύκολα, όταν όμως δέχτηκα την είδηση της απονομής σε μένα του Νομπέλ Λογοτεχνίας έμεινα χωρίς σκέψη, χωρίς αντιδράσεις, λες και είχε απλωθεί μέσα μου ένα απέραντο λευκό, και μόνο σιγά σιγά άρχισα να συνειδητοποιώ πλήρως τι ήταν αυτό που συνέβαινε. Εγώ δεν είχα γεννηθεί γι' αυτό. Γεννήθηκα σε μια οικογένεια πάμφτωχη, αναλφάβητων αγροτών. Η μητέρα μου, ο πατέρας μου και εγώ πήγαμε στη Λισαβόνα, σε ένα σπίτι όπου δεν υπήρχε κανένα βιβλίο, κάτω από οικονομικές συνθήκες που δεν μου επέτρεψαν να φοιτήσω στο πανεπιστήμιο. Ημουν 20 χρόνων όταν αγόρασα το πρώτο μου βιβλίο. Το "μου" είναι τρόπος του λέγειν βέβαια, αφού τα χρήματα ήταν δανεικά από ένα φίλο μου».

-- Παρά λοιπόν τις αντιλήψεις που θέλουν την εικόνα κυρίαρχη, εξακολουθείτε να πιστεύετε ότι οι λέξεις μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο;

«Και ναι και όχι. Οι λέξεις μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο, για να συμβεί όμως αυτό πρώτα απ' όλα θα πρέπει να ειπωθούν. Οχι όμως μόνο να ειπωθούν αλλά και να πέσουν σε γόνιμο έδαφος ώστε να μετατραπούν σε κινητήρα δράσης. Η αλήθεια είναι ότι διανύουμε καιρούς κατά τους οποίους λέξεις και μηνύματα αρνητικά, όπως το "πρέπει να θριαμβεύσεις", για παράδειγμα, βρίσκονται στο απόγειό τους. Αυτό σημαίνει, υπονοείται σαφέστατα, ότι η παρέμβαση του καθένα μας στη ζωή θα πρέπει να υπόκειται σε αυτή τη σύμβαση. Αυτό όμως βλέπουμε ότι οδηγεί τελικά στον εγωισμό, στην αδιαφορία και στη μη αλληλεγγύη. Τι συμβαίνει λοιπόν; Ηττηθήκαμε όσοι υποστηρίζουμε μια διαφορετική πορεία; Λέω πάντα ότι όπως οι νίκες έτσι και οι ήττες δεν είναι ποτέ οριστικές. Δεν έχει νόημα να πιστεύει κανείς ότι επειδή κέρδισε τώρα αυτή η νίκη του θα διαρκέσει για πάντα. Το ίδιο θα μπορούσε να πει κανείς και για την ήττα. Η ήττα αυτή τη στιγμή είναι γι' αυτούς που πιστεύουν σε μια διαφορετική λογική οικοδόμησης του κόσμου. Προσωπικά θεωρώ τον εαυτό μου ηττημένο, ηττημένο όχι στις προσωπικές μου πεποιθήσεις, αφού αυτές κανένας δεν μπορεί να μου τις πάρει, ηττημένο όμως με την έννοια ότι όταν επιχειρήθηκε να τεθεί σε εφαρμογή μια νέα αντίληψη για τη ζωή απέτυχε παταγωδώς. Από την άποψη αυτή θεωρώ τον εαυτό μου ηττημένο. Είμαι όμως απολύτως πεπεισμένος ότι, ακόμη και αν εγώ δεν θα βρίσκομαι εδώ, η σημερινή ήττα θα μετατραπεί σε νέα πάλη και νέα νίκη που με τη σειρά της δεν θα είναι και αυτή οριστική. Δεν πρόκειται απλώς για ελπίδα, έχει να κάνει με το ότι δε θέλω να χάσω τον μόνο λόγο που έχω για να ζω: τη συνείδηση του ότι ο κόσμος στον οποίο ζούμε δεν είναι ένας κόσμος καλός, το αντίθετο, και ότι είναι ανάγκη να τον αλλάξουμε».

-- Μαθαίνει κανείς περισσότερο από τις ήττες παρά από τις νίκες...

«Ασφαλώς. Απόδειξη αυτού είναι το ότι κάθε φορά που υπάρχει μια νίκη, βλέπουμε με το πέρασμα του χρόνου να διαφθείρεται, σαν να υπάρχει ένα είδος που εισχωρεί και κατατρώει τα πάντα. Δείτε τι συμβαίνει στην πολιτική, αλλά όχι μόνο εκεί, ακόμη και σε προσωπικό επίπεδο. Το κακό σε κάθε περίπτωση είναι όταν δεν μαθαίνει κανείς από τις ήττες και όταν επαναλαμβάνονται τα ίδια λάθη».

Το βιβλίο σας «Δοκίμιο περί τυφλότητος» έχει περάσει στα μπεστ σέλερ του ηλεκτρονικού βιβλιοπωλείου «Amazon». Βλέπετε στο Διαδίκτυο την πηγή ενός νέου πεδίου παγκόσμιας επικοινωνίας;

«Νομίζω ότι ελλοχεύει σοβαρός κίνδυνος αν πιστεύουμε ότι αυτό μπορεί να είναι μια διέξοδος. Αντίθετα, πρόκειται για τη σπηλιά. Το Internet ως πηγή πληροφοριών είναι θαυμάσιο και εξαιρετικά χρήσιμο. Αυτό που φοβάμαι όμως είναι το είδος αυτό του εθισμού που βλέπω να επεκτείνεται σταδιακά. Πιστεύω ότι πρέπει να βγει κανείς στον δρόμο και να δει την πραγματικότητα κατάματα. Οσες πληροφορίες και αν είναι σε θέση να βρει κανείς στο Internet, δεν υπάρχει πιο ασφαλής πληροφόρηση από αυτή που μπορεί κανείς να αντλήσει από την πραγματικότητα και η πραγματικότητα είναι έξω, στον δρόμο».

Ολόκληρη η συνέντευξη εδώ



Εύκολο, ελαφρύ και νηστίσιμο

Ο χρήστης Maria Dimitriou κοινοποίησε μια δημοσίευση.
Νηστίσιμη "κόλαση"...


true.gr
Εύκολο, ελαφρύ και νηστίσιμο. Υλικά συνταγής 1 φλ. ζάχαρη 3/4 φλ.…
Εύκολο, ελαφρύ και νηστίσιμο.
Υλικά συνταγής
1 φλ. ζάχαρη
3/4 φλ. καλαμποκέλαιο
1 + ½ κουτ. σούπας ξίδι
1 + ½ κουτ. σούπας κονιάκ
1 βανίλια
1 πρέζα αλάτι
ξύσμα από 2 πορτοκάλια
2/3 φλ. χυμό πορτοκαλιού
1 κ.γλ. σόδα
1 φλ. νερό
1/2 φλ. κακάο
3 φλ. αλεύρι για όλες τις χρήσεις
3 κ.γ. μπέικιν πάουντερ
250 γρ. κουβερτούρα

Εκτέλεση
Σε μπωλ βάζουμε ζάχαρη, λάδι, ξύδι, κονιάκ, αλάτι, ξύσμα από 2 πορτοκάλια, βανίλια και ανακατεύουμε πολύ καλά με κουτάλι να λιώσει η ζάχαρη.
Διαλύουμε τη σόδα στον χυμό και τα προσθέτουμε. Προσοχή, αφρίζει και χύνεται, γι’αυτό κάντε το πάνω από το μπωλ με τα υλικά. Προσθέτουμε το νερό.
Κοσκινίζουμε το αλεύρι, το backing powder και το κακάο και τα ρίχνουμε στο μείγμα. Ανακατεύουμε με κουτάλι. Δεν παραδουλεύουμε το μείγμα μας.
Αδειάζουμε το μισό μείγμα σε λαδωμένη μακρόστενη, μικρή φόρμα και το υπόλοιπο σε 6 ατομικά φορμάκια.
Ψήνουμε στον αέρα στους 150ο – 160ο c για 20’ τα μικρά φορμάκια και 30’ τη μεγάλη φόρμα. Το αφήνουμε να σταθεί στη φόρμα για 10’, έπειτα το ξεφορμάρουμε και το γαρνίρουμε με λιωμένη σοκολάτα.
xrysessyntages

..εσύ έφαγες καμμιά;...

δεν πρέπει να ρίξετε ποτέ ξύδι -




Κοινοποιήστε στο Facebook Μπορεί να δηλώνετε φανατικοί της οικολογικής καθαριότητας και, ως εκ τούτου, να θεωρείτε ότι το ξύδι αποτελεί το «μαγικό…
idiva.gr

https://tro-ma-ktiko.blogspot.com/2016/06/4_28.html
Μπορεί να δηλώνετε φανατικοί της οικολογικής καθαριότητας και, ως εκ τούτου, να θεωρείτε ότι το ξίδι αποτελεί το «μαγικό φίλτρο» που εξαφανίζει κάθε λογής λεκέδες και κάνει το σπίτι σας να αστράφτει...


Ωστόσο, όσο και αν το ξίδι αποτελεί ένα σούπερ φυσικό καθαριστικό και δεν πρέπει να λείπει από τα ντουλάπια σας, υπάρχουν ορισμένα σημεία τα οποία είναι καλύτερο να μην... ακουμπήσει!



Ξύλινα πατώματα 
Καλύτερα να χτυπήσετε... ξύλο παρά να βάλετε ξίδι στο ξύλινο δάπεδο του σπιτιού σας και αυτό γιατί το ξίδι διαβρώνει το βερνίκι που εφαρμόζεται πάνω του προκειμένου να το προστατεύσει από τυχόν φθορές και, έτσι, το κάνει να φαίνεται θαμπό και βρώμικο. Για να το καθαρίσετε, προτιμήστε να διαλύσετε λίγο απορρυπαντικό πιάτων σε νερό και μην αμελείτε να το περνάτε με κερί. Εναλλακτικά, μπορείτε να τα καθαρίσετε χρησιμοποιώντας τσάι.


Πλυντήριο πιάτων και πλυντήριο ρούχων 
Είναι γεγονός ότι το ξίδι σας βοηθάει να κάνετε παρελθόν μερικούς από τους πιο επίμονους λεκέδες. Αλλά προσθέτοντάς το στο πρόγραμμα πλύσης του πλυντηρίου σας αποτελεί ένα (πραγματικό) ρίσκο. Κι αυτό γιατί το ξίδι μπορεί να κάνει μεν τα μεταλλικά σημεία της συσκευής σας να λάμπουν, ωστόσο μπορεί να αποβεί δολοφονικό για το λάστιχο της. Αν τα σημάδια στα ρούχα και τα σερβίτσια σας απαιτούν ξίδι για να εξαφανιστούν, τότε είναι καλύτερο να τα πλύνετε στο χέρι.


Μαρμάρινοι πάγκοι 
Η όξινη σύνθεση του ξιδιού δεν ταιριάζει καθόλου με φυσικά πετρώματα, όπως είναι ο γρανίτης, το μάρμαρο και ο στεατίτης (σαπωνόλιθος). Εφαρμόζοντας μάλιστα ξίδι στην επιφάνειά τους, αυτά τα πολυτελή υλικά χάνουν άμεσα την φυσική λάμψη τους. Πώς θα κρατήσετε καθαρούς τους ακριβούς πάγκους της κουζίνας σας; Τη λύση για άλλη μια φορά δίνει το απορρυπαντικό πιάτων-διαλύστε το σε νερό και περάστε τους πάγκους σας με αυτό για να ξεφορτωθείτε κάθε ίχνος βρομιάς.


Μαχαίρια κουζίνας 
Κρατήστε το «όξινο» ξίδι μακριά από την κόψη… των ακριβών μαχαιριών κουζίνας-ειδικά αν αυτά με τα οποία έχετε εξοπλίσει την κουζίνα σας είναι φτιαγμένα από ανθρακοχάλυβα. Για να διατηρήσετε την υπέροχη λάμψη τους, δεν έχετε παρά να συνεχίσετε να τα πλένετε με απορρυπαντικό για τα πιάτα και να τα ξεβγάζετε με άφθονο νερό. Τέλος, κάθε 15 ημέρες, φροντίστε να τα περνάτε με λίγο ελαιόλαδο για να βάλετε φρένο στη σκουριά.

Ζηκος - Μαλώνεις ρε .....

Καμίλ Πισαρό ή Πισάρο

Ο χρήστης Maria Dimitriou κοινοποίησε μια δημοσίευση.



homouniversalisgr.blogspot.com
Καμίλ Πισαρό ή Πισάρο - Camille Pissarro ( 10 Ιουλίου 1830 – 13 Νοεμβρίου 1903 )



O Καμίλ Πισαρό ή Πισάρο (Camille Pissarro, Άγιος Θωμάς (Αμερικανικές Παρθένοι Νήσοι), 10 Ιουλίου 1830 – Παρίσι, 13 Νοεμβρίου 1903) ήταν Γάλλος ζωγράφος, με συμμετοχή στο κίνημα του ιμπρεσιονισμού. Χαρακτηρίστηκε ως «πατριάρχης του ιμπρεσσιονισμού», λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του ύφους του, αλλά και κυριολεκτικά, διότι ήταν ηλικιακά ο γηραιότερός τους. Έχει επίσης χαρακτηριστεί ως ο «ζωγράφος της γης» καθώς μέσα από το έργο του, εξιστόρησε — με το δικό του τρόπο — την ζωή των αγρών, τα οργωμένα χωράφια, τα τοπία, τα ζωντανά, τους ανθρώπους και τους κόπους τους, το χωριό που κοιμάται και την πόλη που σφύζει από ζωή.
Γεννήθηκε στις 10 Ιουλίου του 1830, στην αποικία του Αγίου Θωμά, στις Γαλλικές Αντίλλες κι έλαβε τις βασικές σπουδές του εκεί. Σε ηλικία δώδεκα ετών, τον έστειλαν να τις συνεχίσει στη Γαλλία όπου γράφτηκε στο Κολέγιο Πασί, κοντά στο Παρίσι. Επέστρεψε στον Άγιο Θωμά, στα δεκαεπτά του χρόνια, για να εργαστεί μαζί με τον πατέρα του, ο οποίος ήταν έμπορος και ιδιοκτήτης μεγάλης αποθήκης στο λιμάνι Καρολίνα-Μαρία. Αν και είχε πολύ καλές αποδοχές, πάντα αναζητούσε ελεύθερο χρόνο για να ζωγραφίζει, όπως έκανε και στο σχολείο, παραμελώντας τα μαθήματά του.


Το 1852, ο Πισαρό εκμεταλλεύτηκε την παρουσία του ζωγράφου Φριτζ Μέλμπυ (Fritz Melbye) στον Άγιο Θωμά, για να ταξιδέψει μαζί του στο Καράκας. Ο πατέρας του, παρά την επιθυμία του να ακολουθήσει ο γιος του την επιχείρησή του και την αντίθεσή του στην ενασχόλησή του με την ζωγραφική, ενίσχυσε οικονομικά το ταξίδι. Ο Πισαρό επέστρεψε στο Παρίσι το 1855, όπου μαθήτευσε στο πλευρό του Ζαν-Μπατίστ Καμίλ Κορό (Jean-Baptiste Camille Corot), ενός τοπιογράφου που τον προέτρεψε να εγκαταλείψει τα ατελιέ και τους κλειστούς χώρους, να ξεχάσει ό,τι ήξερε ή είχε ακούσει μέχρι τότε και να ζωγραφίσει σε ανοιχτούς χώρους. Παράλληλα, ο Πισαρό ήρθε σε επαφή με σημαντικούς καλλιτέχνες της εποχής, όπως τον Ντελακρουά.

 the artist daughter 


Το 1859 συμμετείχε στο Σαλόν του Παρισιού με ένα πίνακα, ενώ τις δύο επόμενες χρονιές τα έργα του απορρίφθηκαν. Το 1861 παντρεύτηκε και δύο χρόνια αργότερα, έγινε δεκτός στο Σαλόν των Απορριφθέντων με τρία έργα του. Την ίδια χρονιά γεννήθηκε ο γιος του, Λουσιέν. Τις δύο επόμενες χρονιές, έγινε ξανά δεκτός στο Σαλόν, βρίσκοντας θετική ανταπόκριση από τους τεχνοκριτικούς. Εν τω μεταξύ, από το 1864 διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τους Ρενουάρ, Κλωντ Μονέ, Σισλέ, Μπαζίλ και λίγο αργότερα και με τον Εντουάρ Μανέ. Το 1866 εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο Ποντουάζ, ένα χωριό στην επαρχία Βεξέν. Ο Ζολά επαίνεσε τα έργα του στο Σαλόν της ίδιας χρονιάς, και ιδιαίτερα τις Όχθες του Μάρνη.

Πέρασε δύσκολα χρόνια μέχρι το 1869, καθώς — παρά τις καλές κριτικές — τα έργα του δεν πωλούνταν εύκολα. Την ίδια περίοδο, εγκαταστάθηκε στη Λουβσιέν, στηριζόμενος οικονομικά κυρίως στη γενναιοδωρία των φίλων του. Παρά τις οικονομικές του δυσχέρειες, τα έργα του εκείνης της περιόδου, χαρακτηρίζονται ως πιο ήρεμα, πιο γλυκά και πιο ήπια. Με το ξέσπασμα του Γαλλο-Πρωσσικού Πολέμου κατέφυγε οικογενειακώς στην Αγγλία, στο Σάρεϋ, όπου ζούσε η μητέρα του. Η αγγλική ύπαιθρος, με τα χρώματα και τα τοπία της, επέδρασε πάνω του όπως και οι πίνακες των Κόνσταμπλ και Τέρνερ, που του δίδαξαν πώς να επεξεργάζεται τον φωτισμό.



Το 1871 επέστρεψε στο Ποντουάζ της Γαλλίας, όπου ήρθε σε επαφή με τον Σεζάν. Τα επόμενα χρόνια, άντλησε έμπνευση από τα χρώματα και τα τοπία της κοιλάδας Ουάζ, ενώ παράλληλα συσπειρωνόταν όλο και περισσότερο η ομάδα των ιμπρεσιονιστών. Το 1874πέθανε η μοναδική του κόρη Ζαν-Ρασέλ, ενώ την ίδια χρονιά, ο ίδιος σημειώνει αποτυχία στην έκθεση που διοργανώνει για όλους τους ιμπρεσιονιστές. Μετά το 1875, θεωρείται πως άρχισε να γίνεται αντιληπτό το μήνυμα που προσπαθούσε να μεταδώσει μέσα από το έργο του. Επέστρεψε στο Ποντουάζ το 1882 και συμμετείχε σε όλες τις ιμπρεσιονιστικές εκθέσεις — συνολικά εννέα — μέχρι και το 1886. Το 1890 εγκαταστάθηκε στο Ερανί-Μπαζενκούρ λόγω κλονισμένης υγείας. Μέχρι και το 1900 ταξίδευσε πολύ στην Αγγλία, το Βέλγιο, την Ολλανδία καθώς επίσης και στη Ρουέν και το Παρίσι. Τα τελευταία έργα του θεωρούνται πιο πλούσια και φωτεινά.

Ο Πισαρό πέθανε στο Παρίσι στις 13 Νοεμβρίου (ή κατά άλλους στις 12 Νοεμβρίου) του 1903, σε ηλικία 73 ετών, και ενώ είχε αρχίσει να αναγνωρίζεται το σύνολο του έργου του.
https://el.wikipedia.org/


Δρόμος στο πάρκο του Μαρλύ, 1871



 Είσοδος στο χωριό Βουαζέν, 1872




 Pontoise, ο δρόμος για την Gisors τον χειμώνα, 1873




 Πρωινή πάχνη, 1873




Σπίτια στην εξοχή, 1874




 Οι κόκκινες στέγες, 1877




 Η βοσκοπούλα , 1881


συνέχεια

Δημοφιλείς αναρτήσεις