homouniversalisgr.blogspot.com
Η Ζωρζ Σαρή (Αθήνα, 23 Μαΐου 1925 - Αθήνα, 9 Ιουνίου 2012) ήταν…
Η Ζωρζ Σαρή (Αθήνα, 23 Μαΐου 1925 - Αθήνα, 9 Ιουνίου 2012) ήταν Ελληνίδα ηθοποιός και συγγραφέας, κυρίως παιδικής και νεανικής λογοτεχνίας.
Η Γεωργία Σαριβαξεβάνη Καρακώστα (πραγματικό όνομα της Ζωρζ Σαρή)
γεννήθηκε στις 23 Μαΐου του 1925 στηνΑθήνα. Η μητέρα της ήταν Γαλλίδα
από τη Σενεγάλη και ο πατέρας της από το Αϊβαλί. Τα παιδικά της χρόνια
τα έζησε στηνΕλλάδα, όπου τελείωσε το δημοτικό και το γυμνάσιο. Πριν
ολοκληρώσει τις εγκύκλιες σπουδές της, άρχισε ο πόλεμος του 1940.
Στη διάρκεια του πολέμου η Ζωρζ Σαρή συμμετείχε στην Αντίσταση και στην ΕΠΟΝ. Περιγράφοντας εκείνα τα χρόνια η ίδια λέει:
«Τα χρόνια της Κατοχής ήταν χρόνια χαράς και ελευθερίας». «Από
δυστυχισμένοι γίναμε ευτυχισμένοι. Και αυτό γιατί διαλέξαμε το δρόμο της
ζωής και ας υπήρχε θάνατος μέσα. Θρηνούσαμε και χαιρόμασταν όλοι μαζί.
Δε φοβόμασταν όμως. Υπήρχε ένας στόχος, η απελευθέρωση»
Άρχισε από πολύ μικρή να ασχολείται με το θέατρο, με δάσκαλο τον Βασίλη
Ρώτα. Μεγαλύτερη, στα χρόνια της Κατοχής, και αφού τελείωσε το σχολείο,
άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα υποκριτικής στη Δραματική Σχολή του
Δημήτρη Ροντήρη. Τα χρόνια εκείνα απέκτησε πολλές εμπειρίες, οι οποίες
αποτέλεσαν αργότερα βασικό θέμα ορισμένων βιβλίων της αλλά και
συνεισέφεραν στην σταδιοδρομία της ως ηθοποιού του κινηματογράφου και
της τηλεόρασης.
Το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο διαδέχθηκαν τα Δεκεμβριανά, κατά τη διάρκεια του
οποίου η Ζωρζ Σαρή πληγώθηκε στο χέρι και στο πόδι από οβίδα και
νοσηλεύτηκε στο νοσοκομείο «Αγία Όλγα». Αργότερα, το 1947, αναγκάστηκε
να φύγει εξόριστη για το Παρίσι. Εκεί δούλεψε σε διάφορες δουλειές, ενώ
συγχρόνως φοιτούσε στη σχολή υποκριτικής του Σαρλ Ντιλέν. Στο Παρίσι
γνώρισε σημαντικούς ανθρώπους, όπως ο Κώστας Αξελός, η Μελίνα Μερκούρη, ο
Άδωνις Κύρου, ο Μαρσέλ Μαρσώ και πολλοί άλλοι. Εκείνα τα χρόνια
συνάντησε και τον Αιγυπτιώτη χειρουργό Μαρσέλ Καρακώστα, με τον οποίο
παντρεύτηκε και έκαναν δύο παιδιά.
Το 1962 επέστρεψε στην Ελλάδα και άρχισε να εμφανίζεται στο θέατρο και
τον κινηματογράφο δίπλα σε γνωστά ονόματα ηθοποιών. Η περίοδος αυτή
διήρκησε μέχρι την εποχή της Δικτατορίας, όταν η Ζωρζ Σαρή και ορισμένοι
φίλοι της ηθοποιοί αποφάσισαν να κάνουν παθητική αντίσταση και να μην
ξαναπαίξουν στο θέατρο. «Δε φανταζόμασταν ότι θα κρατούσε τόσα χρόνια η Δικτατορία... Λέγαμε επτά μήνες, όχι επτά χρόνια!». Το καλοκαίρι εκείνο, στερημένη από κάποια μορφή έκφρασης, άρχισε να γράφει το πρώτο της μυθιστόρημα. Ο Θησαυρός της Βαγίας ξεκίνησε
σαν παιχνίδι με τα παιδιά που είχε γύρω της, όπως ομολογεί και η ίδια.
Το βιβλίο εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1969 και είχε μεγάλη επιτυχία, ενώ
αργότερα μεταφέρθηκε και στην τηλεόραση.
Συγγραφή
Το γεγονός αυτό στάθηκε καθοριστικό για τη Ζωρζ Σαρή, αφού από τότε
αποφάσισε να στραφεί στο γράψιμο. Την προσωπική αυτή επιλογή δικαιολογεί
η ίδια σε μια συνέντευξή της: «Στο γράψιμο βρήκα ό,τι δεν μπορούσα
να βρω στο θέατρο, ίσως γιατί δεν ήμουν πρωταγωνίστρια και ίσως γιατί
δεν ήμουν σε θέση να διαλέξω τους ρόλους που ο θιασάρχης ή ο σκηνοθέτης
διάλεγαν για μένα. Τώρα φέρω ακέραιη την ευθύνη των βιβλίων μου. Κάνω
αυτό που θέλω, αυτό που μπορώ».
Ωστόσο, η Ζωρζ Σαρή δεν έμεινε μόνο στη συγγραφή βιβλίων παιδικής
λογοτεχνίας. Προσπάθησε με κάθε τρόπο να διαδώσει το παιδικό βιβλίο και
να κρατήσει ζωντανή και άμεση επαφή με το κοινό της. Έτσι άρχισε να
πηγαίνει σε σχολεία σε όλη την Ελλάδα και να κάνει ομιλίες. Κατά
καιρούς, μέσα από κάποια άρθρα της και με τη συμμετοχή της σε
λογοτεχνικές συζητήσεις, έλαβε ενεργό μέρος σε θέματα που αφορούσαν την
παιδική λογοτεχνία, όπως τα κόμικς, η θεματολογία του παιδικού βιβλίου
και η θέση της γυναίκας σε αυτό.
Συναρπαστικό είναι πως πολλά από τα βιβλία της αφορούν και απο ένα
διαφορετικό μέρος της ζωής της. Η φιλία της με τηνΆλκη Ζέη οδήγησε στην
από κοινού συγγραφή του βιβλίου Ε.Π.
Το έργο της Ζωρζ Σαρή
Η Ζωρζ Σαρή, από το 1969 που πρωτοεμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα με
το Θησαυρό της Βαγίας μέχρι σήμερα, έχει γράψει είκοσι μυθιστορήματα,
μία νουβέλα, τέσσερα θεατρικά παιδικά έργα και εννιά βιβλία για μικρά
παιδιά. Επίσης, στο ενεργητικό της έχει δεκατέσσερις μεταφράσεις
μυθιστορημάτων από τα γαλλικά. Όλα τα βιβλία της έχουν κάνει αρκετές
επανεκδόσεις και μερικά από αυτά έχουν βραβευτεί. Το 1994 η Νινέτ
βραβεύτηκε με το Κρατικό Βραβείο Παιδικού Λογοτεχνικού Βιβλίου, καθώς
επίσης και από τον Κύκλο του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου (το βραβείο
μοιράστηκε με τη Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου). Αργότερα, το 1999 ο
Κύκλος του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου τής έδωσε ακόμη ένα βραβείο για το
Χορό της ζωής. Το 1988 Τα Χέγια προτάθηκαν για το βραβείο Άντερσεν.
Πολυγραφότατη και πολυδιαβασμένη, ξεχωρίζει για τα θέματα που επιλέγει,
για τους ανθρώπινους ήρωές της, που ζουν καθημερινά και αντιμετωπίζουν
τα προβλήματα της ζωής, για το απλό της ύφος, την απομάκρυνσή της από
απλές και κλασικές αφηγηματικές τεχνικές, για την άμεση και μη διδακτική
προσέγγιση και παρουσίαση του παιδιού μέσα από τα έργα της και για τη
σφαιρική της όραση γύρω από το σύγχρονο παιδί. Αυτό που χαρακτηρίζει το
σύνολο του έργου της είναι το βιωματικό γράψιμο και η ανάγκη της να
εκφραστεί μέσα από αυτό. Μια ανάγκη που, όπως η ίδια ομολογεί, βοηθά τον
συγγραφέα να σώσει τον εαυτό του: «Οι συγγραφείς γράφουν πριν απ’ όλα για τον εαυτό τους, για να εκφραστούν οι ίδιοι πριν απ’ όλα, για να σωθούν»
Με το συγκεκριμένο τρόπο η Ζωρζ Σαρή μπορεί να «ζει» σε διαφορετικές
καταστάσεις και εποχές και να τις αναπλάθει με μεγάλη πειστικότητα. Τα
έργα της αποκτούν ζωντάνια και ρεαλιστική υπόσταση, ενώ οι αναγνώστες
της «νιώθουν» ως δικό τους βίωμα αυτό που η συγγραφέας τούς έχει τόσο
πειστικά μεταφέρει.
Το βιωματικό γράψιμο, ωστόσο, το οποίο έχει και η ίδια πολλές φορές
παραδεχτεί, δεν αποκλείει τη δημιουργική φαντασία και τα μυθοπλαστικά
στοιχεία, τα οποία ενυπάρχουν σε όλα τα έργα της. Στα βιβλία της
«πλέκεται ο μύθος με την ιστορία» και έτσι χτίζεται το μυθυστόρημα. Ο
πυρήνας των έργων της μπορεί να είναι βιωματικός και να αγγίζει την
πραγματικότητα, αλλά η ανάπτυξη της πλοκής τους εμπεριέχει πολλά
φανταστικά στοιχεία.
Ήταν επίτιμο μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Συγγραφέων από το 1972 μέχρι και
τον θάνατό της. Πέθανε στις 9 Ιουνίου του2012 σε ηλικία 87 ετών και
στις 12 του ίδιου μήνα κηδεύτηκε στο Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών.
Θεματολογία και κριτική των μυθιστορημάτων παιδικής-εφηβικής λογοτεχνίας της Ζωρζ Σαρή
Ιστορικό-πολιτικό μυθιστόρημα
Τα έργα της Ζωρζ Σαρή αποτέλεσαν σταθμό για τη σύγχρονη παιδική και
νεανική λογοτεχνία, καθώς συνέβαλαν στη μεταστροφή της τη δεκαετία του
1970. Η Σαρή, σύμφωνα με την Άντα Κατσίκη-Γκίβαλου, άρχισε να εισάγει
στα βιβλία της την πολιτική σκέψη, που παύει να αποτελεί πια προνόμιο
μόνο των μεγάλων. Με τα βιβλία της Όταν ο ήλιος…(1971),Κόκκινη κλωστή
δεμένη…(1974), Τα γενέθλια (1977), Οι νικητές (1983), Τα χέγια (1987)
εισάγει στο χώρο του παιδικού βιβλίου ιστορικά και πολιτικά γεγονότα για
τα οποία κανείς δεν είχε μιλήσει μέχρι τότε. Για να το πετύχει αυτό,
επιστρατεύει τα προσωπικά της βιώματα και με το εύρημα της πανταχού
παρούσας πρωταγωνίστριάς της (η οποία είναι ο εαυτός της) μιλάει για το
ιστορικό παρελθόν της χώρας της. Για αυτήν τη συμβολή της στη «στροφή»
της παιδικής λογοτεχνίας η Ζωρζ Σαρή δέχτηκε όχι μόνο θετικές, αλλά και
αρνητικές κριτικές. Οι ισχυρισμοί ότι μυθιστορήματα που αναφέρονται στο
πρόσφατο ιστορικό παρελθόν (π.χ. Τα γενέθλια, Τα χέγια, Οι νικητές),
χωρίς να διατηρούν την απαιτούμενη απόσταση ανάμεσα στο συγγραφέα και
στο θέμα, δεν είναι ιστορικά αλλά απλώς μαρτυρίες, όπως υποστηρίζει ο
Ηρακλής Καλέργης, καθώς και ότι η έντονη παρουσία του παρελθόντος στα
έργα της έχει ως αποτέλεσμα τη μη αντικειμενική αντιμετώπιση των
πραγμάτων, σύμφωνα με το Γ. Παπακώστα και το διπολισμό (κυρίως στους
Νικητές), ο οποίος μετά από σαράντα χρόνια καθίσταται ανεδαφικός (Κυρ.
Ντελόπουλος), αποτελούν επικρίσεις, οι οποίες όμως επιδέχονται
αμφισβήτηση.
Κοινωνικό μυθιστόρημα
Πολλά είναι τα έργα της Ζωρζ Σαρή τα οποία ανήκουν στο
κοινωνικό-ρεαλιστικό μυθιστόρημα και εντάσσονται στους θεματικούς του
κύκλους. Το πρώτο της έργο, Ο Θησαυρός της Βαγίας (1969), είναι ένα
μυθιστόρημα περιπέτειας με συνεχείς αναφορές στο παρελθόν, το οποίο
αγγίζει κατά κάποιον τρόπο τη θεματική του μυθιστορηματικού αυτού
είδους. Σύμφωνα με το Γ. Νεγροπόντη, έχει πλοκή και υπόθεση, αλλά
υστερεί σε λογοτεχνικότητα. Πρόκειται για ένα έργο που γράφτηκε με τη
μορφή παιχνιδιού, δίνοντας έτσι ζωντάνια στο γραπτό λόγο, και ίσως γι’
αυτό είχε και μεγάλη απήχηση. Αμέσως μετά το Θησαυρό της Βαγίας η Ζωρζ
Σαρή γράφει το Ψέμα (1970) και γίνεται μια από τους πρώτους συγγραφείς
παιδικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα που θίγει κοινωνικά ζητήματα όπως το
διαζύγιο. Στη συγγραφική πορεία της Σαρή συναντάμε και άλλα έργα που
ανήκουν σε αυτό το είδος. Με το Κρίμα κι άδικο (1990), όπως επισημαίνει η
Ελένη Σαραντίτη, πραγματοποιεί «ουσιαστική στροφή εμπνεόμενη από
τους ανθρώπους του μόχθου, της αγωνίας, της φτώχειας, της ανάγκης, της
ελπίδας, το ζωντανό και ζεστό κύτταρο του λαού μας». Για πρώτη φορά
σε έργο της μιλά για το θέμα της μετανάστευσης και δημιουργεί ένα
μυθιστόρημα που έχει «πόνο, ανθρωπιά, ελπίδα». Ο χώρος απ’ όπου αντλεί
την έμπνευσή της δεν είναι το αστικό περιβάλλον αλλά το χωριό, «με τις ιδιαίτερες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες του, που καθορίζουν την πορεία της ζωής των κατοίκων του».
Με το έργο αυτό «η συγγραφέας έμμεσα και πολύ εύστοχα διερευνά τις
αιτίες της μετανάστευσης και της φτώχειας του τόπου μας» και προχωρά
πολύ βαθιά στο πρόβλημα της μετανάστευσης. Ακολουθεί το Ζουμ (1994), ένα
πρωτότυπο μυθιστόρημα με περίπλοκη αφηγηματική τεχνική και αρκετά
στοιχεία από την τέχνη του κινηματογράφου. Η φιλία και τα σχολικά χρόνια
είναι το θέμα του μυθιστορήματος Ε.Π. (1995). Το Ε.Π. είναι ένα
αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα που κεντρικό θέμα έχει τη φιλία της συγγραφέα
με τις συμμαθήτριές της και ιδίως με την Άλκη Ζέη. Το έργο αυτό
χαρακτηρίζεται από μια παιδική θέαση του κόσμου, πηγαίο χιούμορ, απλό
και στέρεο λόγο, καθώς και μια αναφορά στις παιδαγωγικές αντιλήψεις της
εποχής στην Ελλάδα, όπου κυριαρχούσε η αυταρχική αγωγή. Με το Μια αγάπη
για δύο (1996), το οποίο αποτελεί προϊόν της συνεργασίας της Ζωρζ Σαρή
με την Αργυρώ Κοκορέλη, καινοτομεί και πάλι, καθώς, όπως παρατηρεί ο Γ.
Παπαδάτος, μόνο στις αρχές της δεκαετίας που διανύουμε παρουσιάστηκαν
βιβλία με κεντρικό πυρήνα το ερωτικό στοιχείο στις σχέσεις προεφηβικής
και εφηβικής ηλικίας. Τα τελευταία μέχρι σήμερα (Φεβρουάριος 2004)
μυθιστορήματά της είναι O χορός της ζωής (1998), Σοφία (1998), O Κύριός
μου (2002) και Ο πόλεμος, η Μαρία και το αδέσποτο (2003). Το πρώτο είναι
αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα. Είναι μια «καλοστημένη ιστορία, ειλικρινής
και αρκετά συγκινητική, με στιγμιαίες λάμψεις και χιούμορ». Και σε αυτό
το έργο η φιλία και ο έρωτας έχουν βασική θέση.
Ηθογραφικό μυθιστόρημα
Η Ζωρζ Σαρή έχει γράψει συνολικά δύο ηθογραφικά μυθιστορήματα, Τα στενά
παπούτσια (1979) και Το παραράδιασμα(1989). Στα Στενά παπούτσια (ένα
ακόμη αυτοβιογραφικό βιβλίο) περιγράφεται η πραγματική φιλία και ο
τρυφερός έρωτας της Ζωής και του Παναγιώτη, αλλά και οι συνθήκες ζωής
της γυναίκας στις αρχές του περασμένου αιώνα στην Ελλάδα. Στο βιβλίο
αυτό, όπως χαρακτηριστικά λέει η Ζωή Βαλάση, «ακούγονται φωνές που ήταν
κρυμμένες στα άλλα της έργα. Η χαρακτηριστική λαχτάρα για ζωή δραπετεύει
από τις αστικές κάμαρες και τους κοινωνικούς προβληματισμούς και
αγκαλιάζει με πάθος την ίδια τη φύση. Οι λέξεις έχουν μια ζουμερή
παρήχηση και η ατμόσφαιρα είναι φορτισμένη με καλοκαιρινές εικόνες». Η
Βίτω Αγγελοπούλου προσθέτει ότι όλοι οι χαρακτήρες που κινούνται μέσα
στο μυθιστόρημα διαγράφονται με παραστατικότητα. Είναι το πρώτο
μυθιστόρημα της Ζωρζ Σαρή που ξεφεύγει από το αστικό πλαίσιο και αυτό
ενθουσιάζει τους κριτικούς, γεγονός όμως που δεν τους εμποδίζει να
εντοπίσουν και κάποιες αδυναμίες στο έργο. Η Βαλάση, συνεχίζοντας την
κριτική της, προσθέτει ότι η χαρά της συγγραφέα κάποιες φορές είναι τόσο
δυνατή στο κείμενο, που συνθλίβει την ιστορία, αδικεί την πλοκή και
παραβλέπει τη συναισθηματική κορύφωση του αναγνώστη. Την αδυναμία της
πλοκής εντοπίζει και η Βίτω Αγγελοπούλου, η οποία όμως επισημαίνει ότι
ακόμη και έτσι δε μειώνεται η αξία του έργου. Αρκετά χρόνια μετά η Ζωρζ
Σαρή επανέρχεται με ένα ακόμα ηθογραφικό μυθιστόρημα, το οποίο όμως αυτή
τη φορά δεν είναι αυτοβιογραφικό και καθόλου νοσταλγικό. Με το
Παραράδιασμα αρχικά και με το Κρίμα κι άδικο στη συνέχεια, όπως έχουμε
δει, επιτελεί μεγάλη και ουσιαστική στροφή. Η Ελένη Σαραντίτη,
αναφερόμενη στο Παραράδιασμα , γράφει πως πρόκειται για ένα δύσκολο και
καθόλου ευχάριστο έργο, ένα άρτιο μυθιστόρημα, το πολυτιμότερο ίσως έργο
της Ζωρζ Σαρή. Συμπληρώνει ότι είναι ένα βιβλίο έντονων συναισθημάτων,
ελκυστικής μορφής και τέλειας έκφρασης. Με το έργο αυτό η συγγραφέας
δείχνει ότι έχει γνώση της ψυχοσύνθεσης του ΄Έλληνα και της ζωής στην
ενδοχώρα, ενώ εντυπωσιάζει με την άψογη χρήση της γλώσσας, και μάλιστα
των τοπικών ιδιολέκτων. Δεν αρκείται μόνο στην περιγραφή της ζωής της
εποχής εκείνης, αλλά προβαίνει σε συγκρίσεις μεταξύ παρόντος και
παρελθόντος σε ό,τι αφορά τη ζωή της γυναίκας, τη δικαιοσύνη και τις
κοινωνικές προκαταλήψεις. Πρόκειται, λοιπόν, όπως φαίνεται από τις
κριτικές, για ένα έργο συγγραφικής ωριμότητας, το οποίο δε δείχνει να
παρουσιάζει κανένα μειονέκτημα. Ολοκληρώνοντας, θα λέγαμε ότι η Ζωρζ
Σαρή προσεγγίζει ένα ευρύτατο πλαίσιο θεμάτων, τα οποία είτε προέρχονται
από τις προσωπικές της εμπειρίες είτε από τον άμεσο κοινωνικό της
περίγυρο. Και στις δύο περιπτώσεις τα έργα της διακρίνονται για την
αμεσότητά τους, μέσα από την οποία αποκαλύπτεται η ίδια η συγγραφέας. Η
ίδια, θέλοντας να τονίσει την παρουσία της μέσα σε όλα τα έργα της, λέει
χαρακτηριστικά σε μια συνέντευξή της: «Μια μεγάλη συγγραφέας έλεγε πως
ό,τι και να γράψω, και το σκύλο μου να βάλω, πάλι μέσα στο σκύλο μου θα
’μαι. Δεν μπορεί ο συγγραφέας να μη βρίσκεται κάπου, άλλοτε φανερά,
άλλοτε στα κρυφά, και δεν το παίρνεις είδηση, αλλά κάποια στιγμή, κάποιο
λεπτό, ο συγγραφέας θα μιλήσει. Κι όταν βγει, μπορεί, αν είναι άντρας,
να γίνει γυναίκα ή να γίνει σκύλος. Λοιπόν, πόσο μάλλον σε κάποιον σαν
και μένα που δεν έχει πολλή φαντασία…». Επίσης μαζί με την Αργυρώ
Κοκορέλλη έγραψε τον Πρόλογο στο μυθιστόρημα της Ελένης Πριοβόλου
Καπετάν Ζωή. https://el.wikipedia.org/
i.Τα Χέγια
Η Μάτα τελειώνει το λύκειο στη Λαμία, ξέγνοιαστη, με τον πατέρα της και
την ανύπαντρη θεία της. Ωστόσο, της κρύβουν κάποιο μυστικό. H μητέρα της
ποια ήτανε; Zει ή στ’ αλήθεια έχει πεθάνει; Πρέπει, θέλει να το μάθει.
Kαι τελικά, άθελά της μαθαίνει ποιος ήτανε ο πατέρας της· θα σκοντάψει
βίαια πάνω στο παρελθόν του. Θα συγκρουστεί μαζί του. H Mάτα θα
εγκαταλείψει τον πατέρα της;
Mε την απαράμιλλη τέχνη της η Zωρζ Σαρή μάς παίρνει μαζί της μέχρι το
τέλος της ιστορίας αυτής. Aνιχνεύουμε μαζί της τα εφηβικά προβλήματα…
ii. Νινέτ
Η Έμμα από τη Σενεγάλη και ο Σωκράτης από τη Μ. Ασία γνωρίζονται μέσω
αλληλογραφίας, ερωτεύονται, συναντιούνται και παντρεύονται. Το πρώτο
τους παιδί, η Νινέτ. Η Νινέτ γεννιέται στην Κωνσταντινούπολη το 1911 και
από εκεί ξεκινά την προσωπική πορεία ωρίμανσής της μέσα στον χρόνο και
στον χώρο. Ζει στην Οδησσό, στην Αθήνα, στο Παρίσι και στο Σαιν Λουί της
Σενεγάλης. Ξεκινά ως ατίθασο παιδί, γεμάτο ερωτήματα που ταλαιπωρεί
τους γονείς και τις αδερφές της και εξελίσσεται μεγαλώνοντας σε μια
ήρεμη, συνετή και αξιόλογη νεαρή που προκαλεί τον θαυμασμό όλων. Πώς
όμως συντελείται αυτή η αλλαγή; Τι είναι αυτό που απασχολούσε τη Νινέτ
και δεν την άφηνε να ξεδιπλώσει όλες τις πτυχές του χαρακτήρα της;
Την απάντηση δίνει η ίδια μέσα από τα ταξίδια και τις εμπειρίες της. Την
παρακολουθούμε από τη στιγμή της γέννησής της και την ακολουθούμε στην
παιδική της ηλικία, στις σπουδές, στην ενηλικίωση και τέλος στον γάμο
της, κλείνοντας έναν κύκλο ζωής με φιλίες, έρωτες, χαρές και
απογοητεύσεις.
Η Ζωή, 16 ετών, ζει στην Αθήνα της γερμανικής κατοχής. Οι επιτυχίες του
ελληνικού στρατού που κρατούσαν ψηλά το ηθικό του ελληνικού πληθυσμού
λιγοστεύουν. Οι Γερμανοί αρχίζουν να κυριαρχούν και φέρνουν μαζί τους
όλα εκείνα που φοβάται κανείς: πραγματικός αγώνας για επιβίωση με ο,τι
σημαίνει αυτό. Η Ζωή προσπαθεί να κατανοήσει τον πόλεμο, τον παραλογισμό
και τα επακόλουθά του. Αρρώστιες, πείνα, θάνατοι, ναζί. Δεν είναι κι
εύκολο να το καταφέρει.
Στην αρχή είναι παρατηρητής. Κόσμος που πεινά δίνει ό,τι έχει για ένα
πιάτο κάκοσμου φαγητού. Μικρές και μεγάλες προσωπικές τραγωδίες που
πονούν.
Κι έπειτα έρχεται το καρδιοχτύπι του πρώτου έρωτα με τον Περικλή, η
φιλία με την Κούλη (Άλκη Ζέη), η ωρίμανση, η συμμετοχή της στην
ελευθέρωση της Ελλάδας με τις δικές της δυνάμεις.
Ναι, με αυτές που διαθέτει, γιατί αυτό μοιάζει να είναι μια μεγάλη,
αδίδακτη αξία της ζωής: να μάχεσαι με ο,τι έχεις για να βοηθήσεις εσένα
και όποιους άλλους μπορείς. Κι όλα αυτό σε ένα πλαίσιο που δε βοηθά:
κόσμος σκληρός, κόσμος των ενηλίκων, αδιαπραγμάτευτος και παράλογος για
ένα παιδί, για κάθε παιδί.
Προδοσίες, εκτελέσεις, απώλειες των πιο αγαπημένων, απαισιοδοξία και
ύστερα χαμόγελα. Κι όλο παρών εκείνος ο τροχός των συναισθημάτων που
γυρίζει διαρκώς πηγαινοφέρνοντας την ελπίδα, όπως το τραγικό τρένο, το
Θηρίο, με τις μετακινήσεις του πραγματικές Οδύσσειες, το ψυχικό πρόβλημα
της μητέρας της. Στα 20 της η Ζωή θα δει την Ελλάδα ξανά
ελεύθερη.Τουλάχιστον από τους Γερμανούς.
Το τρίτο μυθιστόρημα της Ζωρζ Σαρή ίσως είναι και το πιο σημαντικό. Αν
θέλει κάποιος να δει τι σημαίνει πόλεμος, όχι στη διάσταση των πολεμικών
ταινιών που εμφανίζουν τον πόλεμο σαν παιχνιδάκι, αλλά στις πραγματικές
του διαστάσεις, στον ουσιαστικό του αντίκτυπο σε μια κοινωνία, ας πάρει
το βιβλίο και ας καθίσει να το διαβάσει. Ο πόλεμος πονάει τους πάντες. Ο
παραλογισμός πονάει τους πάντες. Στην πείνα πεινούνε όλοι. Μα πιο πολύ,
πόλεμος, παραλογισμός και πείνα πλήττουν τα παιδιά. Γιατί απλά τα μάτια
τους βλέπουν άλλον κόσμο από εκείνον των πολεμοχαρών ενηλίκωνπηγή
iv.Τότε...
Καλοκαίρι του 1946. Ελλάδα. Η Ζωρζ κάνει τα πρώτα της βήματα στο θέατρο.
Το όνειρο παλεύει να γίνει πραγματικότητα. Παραμονές του Εμφυλίου. Ο
εχθρός είναι παντού. Αυτός ο εχθρός κι ο φόβος θα την αναγκάσουν να
εγκαταλείψει την Ελλάδα και να καταφύγει στο Παρίσι. Καλοκαίρι του 1962.
Η Ζωρζ αφήνει πίσω της το Παρίσι κι επιστρέφει στην Αθήνα με την
οικογένειά της, με τα παιδιά της. Η νέα αρχή είναι δύσκολη για όλους.
Για να σώσει την κατάσταση, φεύγει με το θίασο του Ροντήρη περιοδεία σε
όλη την Ευρώπη. Εμπειρία ζωής. Η Ευρώπη παλεύει για δημοκρατία. Μαζί και
η Ελλάδα. Μάης του 1963. Η επιστροφή της στην πατρίδα σημαδεύεται από
το θάνατο του Λαμπράκη. Το παρακράτος ανθεί. Ο αγώνας είναι σκληρός.
Παραμονές δικτατορίας. Σ' αυτό το βιβλίο, η συγγραφέας χτίζει γέφυρες
για να ενώσει τους δρόμους της ζωής της. Κλείνει κύκλους, κύκλους που
έγιναν βιβλία.πηγή
v. Ο Κύριος μου
«...Ωστόσο, είναι έξυπνο παιδί, παίρνει τα γράμματα, φορές τα βράδια στο
κρεβάτι γίνεται παιδί κανονικό, τρυφερό, στα δέκα του χρόνια μου ζητάει
να του διαβάζω παραμύθια. Τον περασμένο μήνα ήθελε να του διαβάσω το
Μικρό Πρίγκιπα. Δυο βράδια ξενυχτήσαμε, κι όταν τελείωσε η ιστορία, ο
Πασχάλης γύρισε την πλάτη του κι ούτε που μου μίλησε. Όμως εγώ ξέρω πως
έκλαιγε... Γιατί πρέπει ο Πασχάλης να πληρώνει την ύπαρξή του στη ζωή;
Αυτός είναι υπεύθυνος για τον ερχομό του στον κόσμο...;» Ένας Δάσκαλος,
ένας ατίθασος μαθητής, μια δυναμική μητέρα... Πρόσωπα και συναισθήματα
συγκρούονται. Ποιος θα νικήσει; Η κατανόηση, η εκτίμηση, η αγάπη και στο
τέλος τέλος... ο έρωτας.πηγή
1967. Η
εννιάχρονη Άννα έχει γενέθλια και ετοιμάζεται να υποδεχτεί τους φίλους
της, αλλά, όταν ξημερώνει εκείνη η μέρα, τίποτα δεν είναι το ίδιο. Η
Ελλάδα δεν έχει πια δημοκρατία, αλλά δικτατορία. Ο Παπαδόπουλος έχει
κάνει πραξικόπημα και έχει αναλάβει τη διακυβέρνηση της Ελλάδας,
επιβάλλοντας ένα καθεστώς ανελευθερίας και φόβου. Η Άννα μαζί με τους
γονείς και τον αδερφό της μεγαλώνει μέσα σε αυτά τα γεγονότα ζώντας από
κοντά τον φόβο, τη σύλληψη, την εξορία και τα βασανιστήρια φίλων και
γνωστών. Η Άννα μπαίνει στην εφηβεία, ωριμάζει και αμφισβητεί όχι μόνο
το καθεστώς αλλά και τους γονείς της και δε διστάζει να αντιδράσει.
Κοντά της, σύμβουλος και φίλος, ο νονός της, ο οποίος υποκαθιστώντας
κατά κάποιον τρόπο τους γονείς της είναι πάντα δίπλα της.
Απόσπασμα
Η Κατερίνα στις φυλακές Αβέρωφ κοιμάται τις νύχτες δίχως εφιάλτες. Όταν
ξυπνάει το πρωί κάνει γυμναστική με τις άλλες κρατούμενες, ύστερα
διαβάζει, γράφει για τους εφιάλτες που έζησε στη Μπουμπουλίνας 18.
Εδώ φέρανε και τον Αντρέα. Μόλις τον πιάσανε, τον βάλανε στο διπλανό
δωμάτιο. Πρόλαβε να μας ρωτήσει «Βαράνε πολύ;». Κι εμείς δεν προλάβαμε
να του απαντήσουμε. Μόνο αρχίσαμε το τραγούδι:
“Si me queras escrivir yas sabes mi paradero tercera brigada mixta primera linea del fugo…”
«Αν θέλεις να μου γράψεις, ξέρεις τη διεύθυνσή μου, Τρίτη ταξιαρχία, στην πρώτη γραμμή του πυρός...»
Περιμέναμε την ώρα που θα τον ανεβάζανε απάνω.Τραγουδάγαμε και του
χτυπάγαμε συνθηματικά τον τοίχο. Τον ξεπροβοδίζαμε.Είχε πάθει τρει
διασείσεις. Δεν ξέραμε πώς θα ξανακατέβαινε κάτω. Τα τρανζίστορ άρχισαν
να παίζουν στη διαπασών.Το βασανιστήριο ήταν σίγουρο. Τίποτε δεν
μπορούσε να το εμποδίσει...
Κι όμως υπήρχε μια μάχη που θα δινόταν... στην πρώτη γραμμή του πυρός. Τον ανεβάσανε και τον κρατήσανε μέχρι να ξημερώσει.
Όλο το βράδυ ήμαστε μαζί του. Σε μια στιγμή, που έπαψαν να ακούγονται
χτυπήματα, η μοτοσικλέτα, και ακούγαμε μόνο ουρλιαχτά, τότε δεν
αντέξαμε. Η Χρυσή έβγαλε υστερικές φωνές και η Αριάδνη τιναζόταν από
σπασμούς. Εγώ έλεγα και ξανάλεγα δυνατά: «Να πεθάνει, να πεθάνει. Να μη
βασανίζεται άλλο».
Ακούγαμε τα νερά που του έριχναν και τον Κιούπη που ανεβοκατέβαινε. Τα
ξημερώματα είπε: «Φτάνει. Δε θ’ αντέξει άλλο». Τότε πέσαμε κι εμείς να
κοιμηθούμε.Όταν την άλλη μέρα κοιτάξαμε από την τρύπα του δωματίου,
είδαμε ένα μάτσο κρέας ματωμένο. Κι όμως η μάχη δόθηκε. Όταν ο Αντρέας
μας ξανακοίταξε, με το παραμορφωμένο πρόσωπό του, ανάμεσα στα αίματα και
στα γένια, ΧΑΜΟΓΕΛΟΥΣΕ.ΤΟΥΣ ΕΙΧΕ ΝΙΚΗΣΕΙ.
Από το βιβλίο της Ζωρζ Σαρή «Τα γενέθλια», σελ 186-187 πηγή
vii. Το ψέμα
Η Χριστίνα είναι δεκαπέντε χρονών. Πίσω της απλώνονται τα παιδικά της
χρόνια. Το μέλλον ποιο θα είναι; Νιώθει μπερδεμένη με τον εαυτό της και
καταφεύγει στο ψέμα.
Δεν πρέπει να λέμε ψέματα. Δεν πρέπει......δεν πρέπει. Κι όταν λέμε;
Όταν νομίζουμε πως πρέπει να πούμε; Όταν αισθανόμαστε την ανάγκη; Η
Χριστίνα είχε λόγους να σκαρώνει ψέματα. Το κορίτσι των δεκαπέντε
χρόνων, που βρίσκεται στο τέλος της παιδικής ηλικίας και στο κατώφλι των
μεγάλων, με τα ψέματα θέλει να κρύψει κάτι που τη βασανίζει. Θέλει να
απορρίψει την πραγματικότητα που την περιβάλλει, θέλει να ξεχάσει. Βρήκε
έναν τρόπο..... Είναι ο καλύτερος; Θα δημιουργήσει με τα ψέματα της ένα
νέο κόσμο που και πάλι δεν είναι αυτός που ονειρεύεται. Θα βρεθεί
μπλεγμένη με το ίδιο της τον εαυτό, με τον κόσμο που θέλει να τον βλέπει
διαφορετικό, όπως θέλουν να τον βλέπουν τα παιδιά της ηλικίας της.....
Τι θα κάνει; Πώς θα περάσει μέσα από τα μονοπάτια που βρίσκονται μπροστά
της; Η Χριστίνα είναι δεκαπέντε χρονών. Όλα τα παιδιά των δεκαπέντε
χρόνων αισθάνθηκαν κάποτε σαν την Χριστίνα. Χρειάστηκαν κι αυτά να πούνε
ψέματα σε μια προσπάθεια να ξεφύγουν από το ψέμα.πηγή