Η Maria Dimitriou κοινοποίησε σύνδεσμο από Κρήτη Πόλεις και χωριά . 11 Νοεμβρίου ΚΡΗΤΗ ΠΟΛΕΙΣ ΚΑΙ ΧΩΡΙΑ: ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΚΑΣΤΡΟ...
Εκεί
που είναι το σημερινό μικρό λιμάνι, τπ βενετσιάνικο, υπήρχε τη μινωική
εποχή ένα από τα λιμάνια της Κνωσού, όταν η πολιτεία εκείνη ευημερούσε,
με το ίδιο όνομα Ηράκλειον.
Ο
συνοικισμός εκείνος εξακολούθησε να υπάρχη και κατά την ρωμαϊκή περίοδο
με το ίδιο όνομα. Ενας από τους 10 μάρτυρες που εμαρτύρησαν στη Γόρτυνα
στα μέσα του 3ου αιώνα, ο Ευάρεστος καταγόταν από το Ηράκλειο εκείνο.
Αλλά και στην πρώτη Βυζαντινή περίοδο το Ηράκλειο εξακολουθούσε να
υπάρχη και μάλιστα με την ονομασία Κάστρο.
Οταν οι Σαρακηνοί Άραβες κατάλαβαν
την Κρήτη το 826 ήλθαν στο χώρο αυτό και κτίσαν το κέντρο και τη βάση
των πειρατικών τους εξορμήσεων, που το ασφάλισαν με τείχη και τάφρο για
την ασφάλειά τους. Η τάφρος αυτή λέγεται στα Αραβικά Χάντακ κι από το
όνομα αυτό ωνόμασαν και την πολιτεία τους Χάντακ, που οι Βυζαντινοί
έκαμαν Χάνδαξ και αργότερα οι βενετσάνοι Χάντια, όνομα που έφερε χίλια
ολόκληρα χρόνια, από το 826 που χτίστηκε ως το 1825, οπότε μετωνομάστηκε
πάλι Ηράκλειον.
Χτίσματα
της περιόδου εκείνης βέβαια δεν υπάρχουν σήμερα αλλά και αν σώζωνται
βρίσκονται σε βάθος 5-6 μ. Όταν έβγαζαν τα θεμέλια του ξενοδοχείου
“ΑΣΤΗΡ” βρέθηκαν τέτοια χτίσματα σʼαυτό το βάθος και αραβικά νομίσματα
των Εμίρηδων της Κρήτης.
Το
961 ο Νικηφόρος Φωκάς κατέλαβε το Χάντακα και θέλησε να τον ξεπατώσει
εντελώς από τη θέση του. Φυσικά δεν το κατόρθωσε, γιατί ο κόσμος
προτίμησε τη θέση αυτή σαν κέντρο των εμπορικών και ναυτικών επιδιώξεων.
Οι άποικοι που έφερε μαζί του κατοίκησαν στο Χάντακα, ξανακτίσαν τα
τείχη του και σιγά σιγά άρχισε να ευημερεί και να συγκεντρώνει νέους
κατοίκους.
Η
παλιά πολιτεία δεν τους χωρούσε κι αναγκαζόταν να κτίσουν τις κατοικίες
τους έξω από την περιτειχισμένη πολιτεία και να σχηματίζουν προάστια,
που τα λεγαν τότε Βούργους, που έφεραν διάφορα ονόματα από τις εκκλησίες
που έχτιζαν ή από το όνομα της καταγωγής των (Τενέδια). Το χτίσιμο των
σπιτιών των νέων προαστείων γινόταν φυσικά δίχως κανένα σχέδιο, αλλά
όπως βολευόταν ο καθένας, αφίνοντας και κάποιο χώρο για δρόμο στενό δεν
χρειαζόνταν άλλωστε και φαρδύς την εποχή εκείνη, και αρκετά μεγαλύτερο
χώρο για κήπο.
Το
σημείον που επικοινωνούσε η παλιά αραβική πόλη με τους Βούργους ήταν η
πόρτα, που βρισκόταν στο κέντρο του αραβικού τείχους, και συγκεκριμένα
απέναντι στη κρήνη Μοροζίνη, στο χώρο μεταξύ του κέντρου “Κνωσός” και
του απέναντι οικοδ. τετραγώνου. Για το λόγο αυτό όλοι οι δρόμοι
ξεκινούσαν από το ίδιο σημείο ακτινωτά προς τα διάφορα προάστεια και
στην ύπαιθρο Κρήτη, και σώζονται οι ίδιοι με ελάχιστες παραλαγές, μέχρι
σήμερα.
Η
πολεοδομική κατάσταση του Χάντακα δεν άλλαξε ύστερα από την κατάκτηση
των Βενετών. Το μόνο που άλλαξε ήταν η αύξηση των οικοδομών δίπλα στις
παλιές, όπως τύχαινε κι όπως εξυπηρετούσε κατά το δυνατόν τους
κατοίκους. Γενικό χαρακτηριστικό όμως είναι οι ευρύχωροι ακάλυπτου χώροι
μέσα από τα σπίτια, που χρησιμοποιούνταν για λαχανόκηποι. Ετσι οι
περικλεισμένοι αυτοί χώροι δεν μπορούσαν να καλυφθούν από νέες οικοδομές
και έμεναν ακάλυπτοι σʼόλη τη διάρκεια της βενετοκρατίας και της
τουρκοκρατίας και μόνο στις ημέρες μας άρχισαν να καλύπτονται και
καλύφτηκαν σχεδόν όλοι στο διάστημα των τελευταίων 50 χρόνων,
χειροτερεύοντας έτσι την πολεοδομική κατάσταση του Χάντακα, όπως ήταν
παλαιότερα, σε άμορφους και ακαλαίσθητους οικοδομικούς όγκους.
Οταν
άρχισε η κατασκευή των νέων τειχών οι μηχανικοί των στρατιωτικών αυτών
έργων περιέλαβαν αναγκαστικά και τα προάστεια, τους βούργους, στον
περίβολο των νέων τειχνών.
Ετσι
στο πέρασμα τόσων αιώνων, δημιουργήθηκε το μεγαλύτερο αστικό κέντρο της
Κρήτης, μέσα σʼένα τρίγωνο, που την υποτείνουσά του αποτελεί η επαφή
του με τη θάλασσα.
Ο
κόσμος τότε δεν αγαπούσε τη θάλασσα, όπως σήμερα. Αντίθετα μάλιστα ήταν
μεγάλος εχθρός του, γιατί ερχόταν απʼ εκεί οι κουρσάροι και τον
ρήμαζαν. Πολλά παράλια χωριά της Κρήτης ερημώθηκαν τότε, γιατί οι
κάτοικοί τους καταφεύγαν σε οχυρότερες μεσόγειες θέσεις. Αυτός ήταν ένας
λόγος για τον οποίο ο Χάντακας είχε γυρισμένη την πλάτη του προς τη
θάλασσα. Ηταν όμως κι άλλος οι βόρειοι και βορειοδυτικοί άνεμοι που
φυσούν ψυχροί τον χειμώνα και ανεμοδέρνουν τα βόρεια παράλια της Κρήτης.
Αυτός είναι ο λόγος που δεν υπάρχουν δρόμοι να οδηγούν προς τη θάλασσα
εκτός εκείνον που επικοινωνούσε με το λιμάνι, που είναι ο ίδιος με τη
σημερινή οδό 25 Αυγούστου
Η
Υδρευση της πολιτείας γινόταν κυρίως από πηγάδια, πολλά απʼαυτά
υπάρχουν και σήμερα και από δεξαμενές. Κάθε σπίτι είχε τη στέρνα του
όπου συγκέντρωνε τα νερά των στεγών του αλλά καμμιά φορά και του δρόμου.
Αναφέρονται τα χρόνια εκείνα νερουλάδες που φέρναν νερό από ένα πηγάδι
του Κατσαμπά και το πουλούσαν στη πόλη.
Το
πρόβλημα του νερού το έλυσε ριζικά για την εποχή του ο Μοροζίνη με το
σπουδαίο υδραγωγείο του, μεταφέροντας τα νερά του Γιούχτα μέσα σʼένα
χρόνο. Θαυμάσιο μνημείο του σπουδαίου εκείνου έργου είναι η σωζωμενη
κρήνη Μοροζίνη
Από άποψη καθαριότητας η κατάσταση του Χάντακα δεν ήταν καθόλου
καλή. Οι ακαθαρσίες χυνόταν στους δρόμους και σχημάτιζαν βορβόρους, όπου
κυλιόνταν κοπάδια χοίροι, που γύριζαν ελεύθεροι και αναπτύσσονταν σμήνη
ατέλειωτα κουνουπιών, όπως αναφέρουν οι περιηγητές και άλλα έγγραφα.
Αποχέτευση φυσικά δεν υπήρχε πουθενά. Ο πρώτος αποχετευτικός οχετός που
έγινε στο Χάντακα ήταν από τη σημερινή Πηγάιδα μέχρι στον όρμο του
Δερματά, το μετέπειτα Κουμ Καπί. Στην περιοχή αυτή υπήρχε μια φυσική
ρεματιά στην οποία χυνόταν φυσιολογικά τα ακάθαρτα νερά των τριγύρω
σπιτιών, όπως συμβαίνει στις ημέρες μας στη Χρυσοπηγή μέχρι προχθές,
στον Πόρο κλπ. οι Βενετσάνοι διαμόρφωσαν τη φυσική εκείνη ρεματιά και
έτσι έγινε η πρώτη αποχέτευση, που την έλεγαν SCOLATOIO.
Άγιος Τίτος.
Στην
ίδια θέση του σημερινού ναού του Αγ. Τίτου είχε κτισθή τη Βʼ Βυζαντινή
περίοδο ο πρώτος ναός του Αγ. Τίτου, ύστερα από την καταστροφή από τους
Σαρακηνούς το 826 του πρωταρχικού ναού Αγ. Τίτου της Γόρτυνας, έδρα του
Μητροπολίτη Κρήτης. Σʼ αυτόν συγκεντρώθηκαν και τα άγια λείψανα (κάρα
του Αγ. Τίτου κλπ) που διασώθηκαν από τη Γόρτυνα.
Όταν
κατάλαβαν την Κρήτη οι Βενετοί το 1210 ο λατίνος αρχιεπίσκοπος Κρήτης
κατέλαβε την εκκλησία του Αγ. Τίτου και εγκαταστάθηκε εκεί. Απέναντι στο
ιερό της εκκλησίας, εκεί που είναι σήμερα το Μέγαρο της Ενώσεως
Γεωργικών Συν/σμών, ήταν το μέγαρο της Αρχιεπισκοπής, που η γλυπτή θύρα
της εισόδου του σωζόταν μέχρι τελευταία.
Μετά
την παράδοση του Χάντακα στους Τούρκους το 1669 όλα τα ιερά κειμήλια
μεταφέρθηκαν στην Ιταλία και ο ναός μετατράπηκε από τον πορθητή του
Χάντακα Κιπρουλού (σ.σ.: Κιοπρουλή, όπως τον αναφέρει αλλού) σε
μουσουλμανικό τέμενος, γνωστό στην περίοδο εκείνη με το όνομα Βεζίρ
τζαμί.
Το
παλιό κτίριο καταστράφηκε με το σεισμό του 1856 και ξανακτίσθηκε στα
παλιά θεμέλια με σχέδιο του πρακτικού μηχανικού Αθαν. Μούση, του
αρχιτέκτονα του ναού του Μεγάλου Αγ. Μηνά. Το κτίριο τελείωσε το 1872.
“Το χαρίεν αυτό αρχιτεκτονικόν καλλιτέχνημα, που δεν υπήρχε παρόμοιό του
εν Κρήτη”, όπως λέει ο Ξανθουδίδης, με τα πολλά παράθυρά του, με τα
καμπυλωτά και τοξωτά περιγράμματά των, παρουσιάζει σήμερα αραβική όψη
και σαν τέτοιο αποτελεί ένα μνημείο.
Ύστερα
από την ανταλλαγή των πληθυσμών με τη συνθήκη της Λωζάνης το 1923 η
Εκκλησία Κρήτης κατάλαβε το τζαμί και διασκεύασε και το προσάρμοσε στη
χριστιανική λατρεία και το 1925 καθιερώθηκε και πάλι, ύστερα από 716
χρόνια, στον Απόστολο Κρήτης Τίτο στο ορθόδοξο δόγμα.
Στη
θέση που υψώνεται σήμερα το άκομψο και ακαλαίσθητο κωδωνοστάσιο ήταν
ένας υψηλότατος μιναρές με δυό σεριφέδες που κατεδαφίστηκε.
Αρχαίος
ναός, ενδιαφέρον μνημείον. Στη βορεινή πλευρά του Αγ. Τίτου, κάτω από
αρκετό βάθος, κάτω από το εργοστάσιο Μιστίλογλου βρέθηκε όταν έσκαβαν τα
θεμέλια του παγοποιείου ένα παλαιότατο οικοδόμημα με πολλούς κίονες,
ωραία κιονόκρανα και θόλους. Πιθανότατα ήταν αρχαίος ναός, που όταν
σκεπάστηκε από τις επιχωματώσεις του χώρου μετασκευάστηκε σε παλιά
επίσης εποχή και χρησιμοποιήθηκε σαν δεξαμενή.
Λότζα και σημερινό Δημαρχείο.
Στην αρχή της σημερινής οδού 25
Αυγούστου είχαν οικοδομήσει οι Βενετοί γύρω στα 1626 το λαμπρότερο και
ωραιότερο οικοδόμημα της Βενετοκρατούμενης Κρήτης, τη γνωστή Λότζα, ή
Λέσχη. Το οικοδόμημα αυτό ήταν ένα κέντρο για συγκεντρώσεις και την
αναψυχή των ευγενών, όπου έπαιζαν και τυχερά παιχνίδια. Από τους εξώστες
της ανακοίνωναν οι κήρυκες τα διατάγματα της πολιτείας και απʼ εκεί ο
Δούκας μιλούσε στο λαό. Αλλά και πολιτικά γεγονότα σπουδαία για την
Κρήτη ξεκίνησαν μέσα από το κτίριο αυτό. Μέσα σʼ αυτή τη Λότζα
κυοφορήθηκε κι από εκεί ξεπήδησε η επανάσταση του 1363, ενάντια στη
μητρόπολη, που ανακήρυξε την Κρήτη σε ανεξάρτητη Δημοκρατία, τη λεγόμενη
Δημοκρατία του Αγ. Τίτου.
Αρχιτέκτονας
του οικοδομήματος ήταν πιθανώτατα ο Φραγκ. Μπασιλικάτα (σ.σ.: το κτίριο
έκτισε ο Γενικός Προβλεπτής Φραντζέσκο Μοροζίνι, ο ίδιος που
κατασκεύασε τα Λιοντάρια), ο οποίος αντίγραψε το αρχιτεκτονικό σχέδιο
από τη Βασιλική της Βικεντίας, το αριστούργημα του Παλλάδιο και άριστο
υπόδειγμα του παλλαδιανού ρυθμού, που μόλις είχε τότε τελειώσει, το πιο
αντιπροσωπευτικό οικοδόμημα της Βενετικής αναγέννησης. Η Βενετία είχε
δώσει τόση σημασία στην αρχιτεκτονική αξία της Λότζας του Ηρακλείου ώστε
στην έκθεση της Ρώμης του 1911 το βενετσάνικο περίπτερο ήταν πιστή
αντιγραφή της Λότζας του Ηρακλείου.
|
ΛΟΤΖΙΑ |
Κατά
την Τουρκοκρατία χρησιμοποιήθηκε σαν έδρα του Λεφτερωτάρη και σʼ αυτή
στεγάστηκε και ο Γραμματικός της Πόρτας δηλαδή ο αντιπρόσωπος των
ραγιάδων.
Ύστερα
από την απελευθέρωση της Κρήτης η νεαρή Κρητική Πολιτεία θέλησε να
στεγάση στη Λότζα τα πολύτιμα αρχαιολογικά ευρήματα και το 1900
προκήρυξε δημοπρασία για τη μετατροπή του κτιρίου σε μουσείο. Ο Δ.
Σαλίβερος έκαμε τα σχέδια για τη μετατροπή αυτή και άρχισαν οι εργασίες,
αλλά αποδείχτηκε, ότι το κτίριο δεν είχε την απαιτούμενη στερεότητα και
η προσπάθεια εγκαταλείφθηκε. Αλλά το μνημείο ακρωτηριάσθηκε και
κατερειπώθηκε. Στην κατάσταση αυτή ήταν ολόκληρες δεκαετίες.
Το
1904 το Δημοτ. Συμβούλιο ζήτησε από τη Κρητική Κυβέρνηση και του
παραχωρήθηκε η Λότζα και το συνεχόμενο επίσης βενετσάνικο κτίριο της
αρμερία (οπλαποθήκη), για να οικοδομήσει Δημοτικό κατάστημα. Το 1911 η
Κρητική Πολιτεία ήλθε σε συνεννόηση με την Ιταλική Κυβέρνηση και το 1914
ήλθε ο Εφορος των μνημείων της Βενετίας αρχιτέκτονας Χαξ Ογκαρο και
ανάλαβε την τεχνική, καλλιτεχνική και διοικητική διεύθυνση των εργασιών
δια την ανοικοδόμηση της Λότζας και της αρμερία, με βάση τα σχέδια του Ιταλού αρχιτέκτονα Φεντερίκο Μπέρκετ.
|
ΑΡΜΕΡΙΑ |
Η
αρμερία τελείωσε και το 1934 εγκαταστάθηκε στο νέο κτίριο το Δημαρχείο.
Αλλά η Λότζα δεν έγινε δυνατόν να αναστηλωθεί, παρʼ όλο που τα 82
ανάγλυφα του διαζώματος είχαν γίνει καινούργια από ικανούς ιταλούς
γλύπτες.
Η
Λότζα ήταν στην ερειπωμένη αυτή κατάσταση μέχρι το 1939 που
αποφασίστηκε να ανοικοδομηθεί με το παλιό σχέδιο του Μπερκέτ Ογκαρο. Και
κατεδαφίστηκε για να αρχίσει η ανοικοδόμησή της.
Ο
πόλεμος σταμάτησε φυσικά κάθε εργασία. Και όχι μόνο αυτό αλλά και τα
γλυπτά χάθηκαν και καταστράφηκαν. Ο χώρος είχε μεταβληθή σε... πάρκο.
Ευτυχώς τελευταία άρχισε η αναστήλωση του μνημείου και τώρα βρίσκεται
στο τέλος των οικοδομικών εργασιών. Τα γλυπτά έγιναν χυτά και
τοποθετήθηκαν στις άκρες θέσεις τους. Έτσι το Ηράκλειον θα αποκτήσει
σύντομα ένα ωραιότατο μνημείο της μεσαιωνικής περιόδου.
Στη
βόρεια πλευρά της αρμερίας είναι τώρα εντοιχισμένο ένα ανάγλυφο άγαλμα
από πωρόλιθο, που βρέθηκε στο τέλος του περασμένου αιώνα σʼ ένα μαγαζί
κοντά στη Λότζα. Παριστάνει γυναίκα με ασπίδα και ρόπαλο και πιστεύεται
πως είναι η Κρήτη. Πάνω από το κεφάλι έχει μια λατινική επιγραφή που
λέει: Το νερό αυτό τρέχει με τη φροντίδα του δούκα Σαγκρέντο. Ο Ιωαν.
Σαγκρέντο ήταν δούκας το 1602. Το νερό μετέφερε από την Πηγάϊδα σε
κάποια κρήνη που κοσμούσε το ανάγλυφο, σʼ αυτή την περιοχή.
συνέχεια
https://www.kritipoliskaihoria.gr/2012/01/blog-post_02.html?spref=fb