Πέμπτη 5 Ιουλίου 2012

Αλάτι κόκκινο



Αλάτι κόκκινο

    Αλάτι κόκκινο
Το ξημέρωμα της 26ης Ιουλίου 2001 βρίσκει το νησί της Σκύρου ανάστατο μετά την επίσκεψη του Εγκέλαδου. Ο σεισμός διώχνει τους τουρίστες και επισκιάζει το θάνατο της δεκαεξάχρονης "σημαδεμένης" Καλλιώς, που βρέθηκε νεκρή σε ένα ξωκλήσι. Ο αστυνόμος Ψαθάς καταφθάνει στο νησί και με τη συνοδεία μιας ετερόκλητης παρέας προσπαθεί να εξιχνιάσει το αίνιγμα. Η υπόθεση κρύβει παγίδες. Ο Ψαθάς θα κοπιάσει για να βρει άκρη ανάμεσα στις φήμες που διασπείρονται, στις προλήψεις των ντόπιων, στους φόβους και τα μυστικά τους. Όπως όλοι ψιθυρίζουν, κάθε ιστορία γίνεται παραμύθι, αμέσως μόλις στεγνώσει το αίμα της. Ο συγγραφέας των βιβλίων "Πικρά Κεράσια" και "Αμαρτωλά Θαύματα" - συνθέτει αριστοτεχνικά ένα αστυνομικό παραμύθι, με φόντο μια μικρή κοινωνία σε μετασεισμική κρίση. "Βαθιά ανθρώπινο και γραμμένο σε μια στρωτή, ήρεμη και πολύ όμορφη γλώσσα, το μυθιστόρημα του Δ. Αλεξίου σε παρασύρει άλλοτε σε μαγικούς μύθους κι άλλοτε σε σκληρές, απόλυτα ρεαλιστικές σκηνές μιας αστυνομικής πλοκής. Είναι ταυτόχρονα ένας ύμνος στο νησί της Σκύρου". (Δημήτρης Μαμαλούκας, συγγραφέας)

http://www.bigbook.gr/index.php?lang_id=1&mode=singleBook&book_id=210749#.T-7jMZEVfRQ

Τα μαύρα πρόβατα


Τα μαύρα πρόβατα

Ο ιδιωτικός ντετέκτιβ Βαργκ Βέουμ, που τον γνωρίσαμε στο "Δικός σου ως το θάνατο" και "Στο σκοτάδι όλοι οι λύκοι είναι γκρι", δέχεται την επίσκεψη μιας παλιάς του φίλης, η οποία του αναθέτει να έρθει σε επαφή με τη ναρκομανή αδελφή της, μιας και εκείνη έχει κόψει πλέον κάθε δεσμό με την οικογένειά της. Ο Βαργκ Βέουμ την εντοπίζει, και η περιπέτεια ξεκινά: του επιτίθενται άγνωστοι και κινδυνεύει να καεί ζωντανός σε μια πυρκαγιά. Την επομένη, ένας άλλος υποψήφιος πελάτης έρχεται να τον επισκεφθεί, ζητώντας τη βοήθειά του: πρόκειται για έναν Αφρικανό φοιτητή, που πασχίζει να ανανεώσει την άδεια παραμονής του και αισθάνεται πως δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μόνος του τη νορβηγική γραφειοκρατία. Φαινομενικά, οι δύο υποθέσεις δεν σχετίζονται μεταξύ τους. Τα πράγματα, όμως, δεν είναι όπως φαίνονται. Το νήμα μιας περίπλοκης υπόθεσης αρχίζει να ξετυλίγεται, οδηγώντας τον Βαργκ Βέουμ για μία ακόμη φορά στα άδυτα ενός ζοφερού κόσμου, που κρύβεται πίσω από τη μελαγχολική, βροχερή εικόνα του Μπέργκεν, μιας νορβηγικής επαρχιακής πόλης όπου το φως είναι σπάνιο και οι άνθρωποι συχνά κυνικοί και σκοτεινοί. Ο τυπικός loser χαρακτήρας Βαργκ Βέουμ, μοναχικός, χωρίς ψευδαισθήσεις αλλά βαθιά ανθρώπινος, θα έρθει ξανά αντιμέτωπος με τον κόσμο των ναρκωτικών, της πορνείας, της διαφθοράς και των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων, αλλά και με τον ορκισμένο εχθρό του, τον επιθεωρητή Ντάνκερτ Μύυς, πάνω στον οποίο πέφτει αναπόφευκτα σε κάθε στροφή αυτής της γεμάτης ανατροπές ιστορίας. Το γνώριμο ύφος του Γκούναρ Στόλεσεν, με το υποδόριο χιούμορ και το κριτικό του βλέμμα, κάνει τα "Μαύρα πρόβατα" μια ιστορία που υπερβαίνει την αστυνομική της διάσταση και αποκτά και άλλες παραμέτρους, κοινωνικές και ψυχολογικές.

http://www.bigbook.gr/index.php?lang_id=1&mode=singleBook&book_id=211137#.T-8kT5Gv_p0

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω 

Στρατής Μυριβήλης


Ο Στρατής Μυριβήλης (30 Ιουνίου1892 - 1969) ήταν Έλληνας πεζογράφος της Γενιάς του '30. Το πραγματικό του όνομα ήταν Ευστράτιος Σταματόπουλος.

Γεννήθηκε στη Συκαμιά της Λέσβου στις 30 Ιουνίου 1892, όπου και έζησε ως το 1969. Κατά τα πρώτα του σχολικά χρόνια αδιαφορούσε για τα μαθήματα και δεν άντεχε την πειθαρχία του σχολείου. Παρόλα αυτά στο Γυμνάσιο η λογοτεχνία κίνησε έντονα το ενδιαφέρον του.
Η Λέσβος εκείνη την εποχή γνώριζε μεγάλη πνευματική άνθηση και ο Μυριβήλης ήρθε σε επαφή με τους πνευματικούς κύκλους του νησιού και άρχισε να συνεργάζεται με εφημερίδες και περιοδικά. Παράλληλα, επειδή αντιμετώπιζε οικονομικές δυσκολίες, εργαζόταν ως δάσκαλος. Το 1912 μετακόμισε στην Αθήνα, όπου γράφτηκε στη Φιλοσοφική και τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ παράλληλα εργαζόταν ως συντάκτης σε διάφορες εφημερίδες. Την ίδια χρονιά κατατάχθηκε στον στρατό ως εθελοντής και πολέμησε στους Βαλκανικούς πολέμους, στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και στη Μικρασιατική εκστρατεία. Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή επέστρεψε στη Λέσβο, όπου και παρέμεινε ως το 1932. Εκεί ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία και τη λογοτεχνία. Επίσης εξέδιδε δύο εφημερίδες, την "Καμπάνα" (1923-1924) και τον "Ταχυδρόμο" (μέχρι την εγκατάστασή του στην Αθήνα το 1932). Συνέχισε να συνεργάζεται με διάφορες εφημερίδες ("Η Καθημερινή", "Ακρόπολις", "Η Πρωία"), περιοδικά ("Νέα Εστία", "Το Ναυτικό μας", "Στρατιωτικά Νέα") και τον Ραδιοφωνικό Σταθμό Αθηνών. Παράλληλα, από το 1938 ως το 1955 εργαζόταν στη βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων. Το 1940 τιμήθηκε με το κρατικό βραβείο πεζογραφίας για τη συλλογή διηγημάτων Το γαλάζιο βιβλίο και το 1958 έγινε Ακαδημαϊκός.

Κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 ο Στρατής Μυριβήλης μαζί με άλλους Έλληνες λογίους προσυπέγραψε την Έκκληση των Ελλήνων Διανοουμένων προς τους Διανοούμενους ολόκληρου του Κόσμου με την οποία αφενός μεν καυτηριάζονταν η κακόβουλη ιταλική επίθεση, αφετέρου δε, διέγειρε την παγκόσμια κοινή γνώμη σε επανάσταση συνειδήσεων για κοινό νέο πνευματικό Μαραθώνα.

Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου τάχθηκε με ζήλο εναντίον των κομμουνιστών. Πέθανε στην Αθήνα, στις 19 Ιουλίου 1969, από βρογχοπνευμονία.

Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα το 1915, με τα διηγήματα Κόκκινες ιστορίες. Η πρώτη περίοδος του έργου του είναι εμπνευσμένη από το παρόν ή το άμεσο παρελθόν, τη ζωή στη Μυτιλήνη και κυρίως τις εμπειρίες του από τον πόλεμο. Αποκορύφωση της έκφρασης του αντιπολεμικού πνεύματος είναι το μυθιστόρημα Η ζωή εν τάφω (1924). Αυτή η περίοδος ολοκληρώνεται το 1932 με το μυθιστόρημα Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια.
Κατά τη δεύτερη περίοδο στράφηκε στο παρελθόν και τις αναμνήσεις από την παιδική του ηλικία. Τα έργα της περιόδου είναι οι νουβέλες Ο Βασίλης ο Αρβανίτης (1943), Τα παγανά (1945), Ο Παν (1946), το μυθιστόρημα Η Παναγιά η Γοργόνα (1949) και οι συλλογές διηγημάτων Το πράσινο βιβλίο (1935), Το γαλάζιο βιβλίο (1939), Το κόκκινο βιβλίο (1952) και Το βυσσινί βιβλίο (1959).

Τόμι

http://www.facebook.com/photo.php?fbid=439272486107464&set=a.154135621287820.31448.108511895850193&type=1&theater

Τόμι

«Μια φωτογραφία απίστευτης ομορφιάς: ένα ροδοκόκκινο αγόρι, με κατσαρά μαλλιά ορθωμένα λες από μια ουράνια δύναμη, βλέμμα άπιαστο και αόρατο. Πρόκειται για τον Τομά Ελέκ, τον Τόμι・ Ούγγρο Εβραίο που πήρε μέρος στις επικίνδυνες και αιματηρές επιθέσεις κατά του ναζισμού, και που εκτελέστηκε στο Μον-Βαλεριέν τον Φεβρουάριο του 1944, όπως και οι συναγωνιστές του τής Κόκκινης Αφίσας. Αυτή τη φωτογραφία, που παραπέμπει στον Ρεμπώ, ένας σκηνοθέτης τη δίνει στον Γκαμπριέλ, μαθητή λυκείου, που τον συναντά τυχαία στους δρόμους του Παρισιού. Ο έφηβος θα ενσαρκώσει τον Τόμι στην οθόνη, και το συνεργείο του γυρίσματος εντυπωσιάζεται από “τη χάρη του χορευτή που χαρακτήριζε τις κινήσεις του, την ένταση του βλέμματός του που αναζητούσε το φως”, θυμίζοντας τον Τάτζιο στον Θάνατο στη Βενετία του Λουκίνο Βισκόντι.
Το μυθιστόρημα του Αλαίν Μπλοτιέρ σχηματίζει ένα ισόπλευρο τρίγωνο: η συμβίωση του νεαρού ηθοποιού με τον χαρακτήρα που ενσαρκώνει, μια βασανιστική ταύτιση• η λεπτομερής περιγραφή των σκηνών της ταινίας που αναπαριστούν τη ζωή του Τόμι• και η αφήγηση της πραγματικής ζωής του Τομά Ελέκ, που η μητέρα του “ήθελε να αποκτήσει γαλλική κουλτούρα. Αυτό και μόνο. Κομμουνιστής, αλλά με αέρα αριστοκράτη, επηρμένος, αλαζόνας, απέπνεε ανωτερότητα”. Ένα εμπνευσμένο βιβλίο».
❖ ❖ ❖
Από καιρό ήθελα να κάνω μια ταινία για έναν αληθινό ήρωα, που πέθανε νέος και όμορφος, κατά προτίμηση. Έμαθα την ιστορία του Τομά Ελέκ, που τον φώναζαν Τόμι, ενός μαθητή λυκείου στο Παρίσι, Εβραίου ουγγρικής καταγωγής, ο οποίος πολέμησε το ναζισμό ως μέλος της «Ομάδας Μανουσιάν» και εμφανίζεται στην περίφημη Κόκκινη Αφίσα. Όταν συνάντησα τον Γκαμπριέλ, έναν σύγχρονο έφηβο που με τον Τόμι έμοιαζαν σαν αδέρφια, πίστεψα πως είχα βρει τον ιδανικό ερμηνευτή για τον ήρωά μου, εξήντα ολόκληρα χρόνια μετά το θάνατό του. Δεν φανταζόμουν πως, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, θ’ αναπτυσσόταν ανάμεσα στον νεκρό και τον ερμηνευτή μια συγκλονιστική σχέση, που δεν είναι ορατή στην ταινία. Ιδού, λοιπόν, αυτή η μυστική ιστορία, που μέχρι τώρα μόνο εγώ τη γνώριζα.
❖ ❖ ❖
«Στο ωραίο μυθιστόρημά του ο Αλαίν Μπλοτιέρ αναβιώνει ένα πραγματικό πρόσωπο, έναν νεαρό που τουφεκίστηκε στο Μον-Βαλεριέν. Πρόκειται για τον Τομά Ελέκ, τον Τόμι, μαθητή λυκείου του Παρισιού, ουγγρικής και εβραϊκής καταγωγής. Στα δεκάξι του χρόνια, έχει συνείδηση του γεγονότος ότι οι Εβραίοι προορίζονται για εξόντωση. Αποφασίζει να εξεγερθεί και να πολεμήσει. Αρχίζει με τη διανομή προκηρύξεων και καταλήγει στον εκτροχιασμό τρένων. Ανήκε στην οργάνωση FTP-MOI, στην περίφημη Oμάδα Μανουσιάν, όλα σχεδόν τα μέλη της οποίας ήταν ξένοι μετανάστες και κομμουνιστές. Σχεδόν αναπόφευκτα θα συλληφθεί, θα βασανιστεί και θα εκτελεστεί»
Mediapart


«Μια επιτυχία. Παρακολουθούμε μια εκπληκτική σύγκρουση: από τη μια, τη ζωή ενός νεαρού τη δεκαετία του ’40• και, από την άλλη, τη ζωή ενός εφήβου της εποχής μας, του Γκαμπριέλ, που παίζει τον ρόλο του Τόμι. Όπως ο συγγραφέας, έτσι κι ο Γκαμπριέλ σαγηνεύεται, με τη σειρά του, από τον Τόμι. Και, επίσης, οι αναγνώστες».
Mohammed Aïssaoui, Le Figaro


«Η αληθινή ιστορία και η κινηματογραφική μυθοπλασία της ζωής του Τομά Ελέκ, Ούγγρου
Εβραίου, που στα δεκαεφτά του χρόνια μπαίνει στην αντιστασιακή οργάνωση FTP-MOI. Όλη η Γαλλία είδε το πρόσωπό του στην περίφημη Κόκκινη Αφίσα. Ένα βιβλίο στο οποίο παρουσιάζονται με πλήρη επιτυχία τα ιστορικά γεγονότα και το σενάριο μιας εξαιρετικής
ύπαρξης».
Virginie Mailles Viard, Le Matricule des Anges


«Ανάμεσα στον σκηνοθέτη και τον ηθοποιό αναπτύσσεται μια σχέση προστατευτική και αισθησιακή, από την οποία κανένας δεν θα βγει αλώβητος. Ένα υπέροχο μυθιστόρημα. Για ένα πράγμα λυπούμαστε μόνο: που δεν θα δούμε την ταινία».
L’Express

❖ ❖ ❖

Ο Αλαίν Μπλοτιέρ γεννήθηκε το 1954 στο Νεϊγύ. Έχει δημοσιεύσει μυθιστορήματα, ταξιδιωτικά έργα και δοκίμια. Έχει τιμηθεί με τα βραβεία Prix littéraire de la Vocation και Prix Valery Larbaud.

https://www.facebook.com/ekdoseis.polis

http://www.bigbook.gr/index.php?lang_id=1&mode=singleBook&book_id=210999#.T-qtjJGv_p0


σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω 

Κώνειο

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9A%CF%8E%CE%BD%CE%B5%CE%B9%CE%BF

Κώνειο                                                  

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση
 


 
Το φυτό κώνειον το στικτόν
Το κώνειο (αγγλ. poison hemlock) είναι φυτικό δηλητήριο. Οφείλει την ονομασία του στο ρήμα "κωνάω", που σημαίνει "περιστρέφω" (αρχ. ελλ. παράγωγο "κώνος" = σβούρα). Παράγεται από το φυτό κώνειον το στικτόν (Conium maculatum). Το φυτό είναι πολύ κοινό στην Ελλάδα, από τα αρχαία χρόνια έως σήμερα. Στην Αρχαία Αθήνα χρησιμοποιούνταν για τις ναρκωτικές του ιδιότητες από τους ιεροφάντες (ως αναφροδισιακό).
Η δραστική ουσία του κωνείου είναι το αλκαλοειδές κωνειΐνη. Θεωρείται, μαζί με την νικοτίνη, το ισχυρότερο των φυτικών δηλητηρίων. Το βασικό της μειονέκτημα είναι ότι είναι ισχυρά πτητική ένωση και, κατά συνέπεια, μη πρόσφατα παρασκευάσματα χάνουν σταδιακά την δηλητηριώδη ισχύ τους.
Η κατάποση εκχυλίσματος (κυρίως φύλλων και βλαστών) κωνείου προκαλεί ανώδυνο θάνατο. Στην αρχή τα αισθητήρια νεύρα νεκρώνονται από την περιφέρεια προς το κέντρο. Υπάρχει απώλεια των μυικών δυνάμεων, αμβλύνονται οι περιφερειακές αισθήσεις, το ανακλαστικό τόξο του νωτιαίου μυελού προκαλεί τρόμο και σπασμούς. Τέλος, επέρχεται ύπνος, εγκεφαλική νάρκη και, τελικά, θάνατος.
Με παρασκεύασμα κωνείου θανατώθηκε ο Αθηναίος φιλόσοφος Σωκράτης.

http://www.facebook.com/photo.php?fbid=334089033328248&set=a.148582895212197.33807.142786442458509&type=1&theater

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

Η Λέσχη των Ευγενών του Χάνδακα



Η ΛΕΣΧΗ ΤΩΝ ΕΥΓΕΝΩΝ ΤΟΥ ΧΑΝΔΑΚΑΗ Λέσχη των Ευγενών του Χάνδακα, Λιάνα Σταρίδα, εκδ. Δοκιμάκης

Το εξαίρετο αυτό βιβλίο κάνει αναφορά στις διακεκριμένες προσωπικότητες των διάσημων αρχιτεκτόνων και στην εποχή τους και στους σύγχρονους καιρούς, τους Andrea Palladio, Sebastiano Serlio, Leone Alberti Battista, Michele Sanmicheli, Vignola, ενδεικτικά ονόματα μόνο από τους πολλούς διάσημους καλλιτέχνες αρχιτέκτονες που τα έργα τους δ
ιατηρούνται ακόμα και στην Κρήτη φωτογραφικά δείγματα των οποίων παρουσιάζονται και στο βιβλίο αυτό όπως η Μονή Αρκαδίου, η Μονή Αγίας Τριάδας Τζαγκαρόλων, η Loggia του Ρέθυμνου, οι προσόψεις των Πυλών των οχυρωματικών περιβόλων και φυσικά η Loggia του Ηρακλείου, το σημερινό Δημοτικό Μέγαρο.


Η Ελλάδα του Ελύτη


Αποτέλεσμα εικόνας για Η Ελλάδα του Ελύτη


Η Ελλάδα του Ελύτη

«Ας μου επιτραπεί, παρακαλώ, να μιλήσω στο όνομα της φωτεινότητας και της διαφάνειας. Επειδή οι ιδιότητες αυτές είναι που καθορίσανε τον χώρο μέσα στον οποίο μου ετάχθη να μεγαλώσω και να ζήσω… Πολύ περισσότερο όταν οι καιροί είναι σκοτεινοί και αυτό που του υπαγορεύουν είναι μια όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ορατότητα..."

"Μια ζωήν ολόκληρη αγωνίστηκα γι' αυτό που λέμε "ελληνικότητα".
Και δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας τρόπος να βλέπεις και να αισθάνεσαι τα πράγματα...
είτε στην κλίμακα τη μεγάλη, είτε στην ταπεινή,
θέλω να πω, είτε σ' έναν Παρθενώνα είτε σ' ένα λυχνάρι.
Το παν είναι η ευγένεια, η ποιότητα
σε αντίθεση με το μέγεθος και την ποσότητα, που χαρακτηρίζουν τη δύση.
Γιατί εκεί βρίσκεται η διαφορά.


Η συγνώμη είναι η πιο σκληρή λέξη


Η συγγνώμη είναι η πιο σκληρή λέξη

Η συγνώμη είναι η πιο σκληρή λέξη

Μια ζωή στη σκιά του πολιτικού, έκανε τα πάντα για να διατηρεί λαμπερή την εικόνα της οικογένειάς της. Και θα τα είχε καταφέρει μια χαρά, αν δεν έκανε το στραβοπάτημα ο Ρίτσαρντ που τώρα πια με το προσωπείο του μεταμελημένου συζύγου και πατέρα ζητά τη συγχώρεσή της. Και οι κόρες, πώς θα αντιδράσουν; Η καθεμία μπροστά στον δικό της κυκεώνα καλείται να λύσει τους δικούς της γρίφους... Πώς θα μπορέσει η Ντιάνα να μιλήσει για ηθική όταν διατηρεί παράλληλη σχέση μ’ έναν νεότερό της άντρα; Και η Λίζι; Πώς να μιλήσει για λάθη, αυτή, μια πρώην τοξικομανής που πάντα υπήρξε το μαύρο πρόβατο της οικογένειάς της; Τρεις γυναίκες στο επίκεντρο της δημοσιότητας, στο μεταίχμιο μιας νέας ζωής... Τι θα επιλέξουν; Τα γνώριμα μονοπάτια ή την περιπέτεια της ζωής;

 

http://www.bigbook.gr/index.php?lang_id=1&mode=singleBook&book_id=209781#.T-q1oJGv_p0


SHORT DEATH STORY του FreeRider

http://www.onestory.gr/post/26169195897/short-death-story

_SHORT DEATH STORY

του FreeRider *
.
Ανοίγει τα μάτια λίγο πριν φρενάρει το λεωφορείο. Είναι η στάση του. Σηκώνεται γρήγορα παίρνοντας μαζί του και την κούραση της μέρας. Κατεβαίνει τις σκάλες και η άσφαλτος δέχεται το βάρος του απρόθυμα. Λίγα μέτρα ακόμη. Φτάνει αργά στον τρίτο όροφο της γκρίζας πολυκατοικίας λίγο πριν το σούρουπο. 
Κάπου εδώ είναι το κλειδί. Βάζοντάς το εκεί που πρέπει σπρώχνει απρόθυμα με όλο του το βάρος την πόρτα για ν’ ανοίξει. 
Το βλέμμα του μένει για μια στιγμή ακίνητο. Μπρος του ανοίγεται μια τεράστια πράσινη έκταση, ένα αχανές λιβάδι χωρίς ορίζοντα, κάτι που σε τίποτε δε μοιάζει με το μικρό του άθλιο δωμάτιο. Χωρίς να το θέλει ακολουθεί τα πόδια του, που πατούν με γρήγορο ρυθμό το γρασίδι. Σχεδόν τρέχει προς το κάπου ξεχνώντας κάθε έννοια κούρασης. Περνούν αρκετά λεπτά μέχρι να φτάσει μπροστά σε μια λίμνη. Ήσυχα γαλαζοπράσινα νερά. Κάτι του θυμίζει. Ίσως ένα πάρκο στο Παρίσι, χωρίς το πλήθος των τουριστών. Βρέθηκε σίγουρα εδώ κάποτε. 
Η σιωπή ραγίζει από τις φωνές δύο αγοριών που τρέχουν λίγα μέτρα μακριά του. Το ένα λίγο μεγαλύτερο κυνηγά το μικρό. Δε μπορεί να ξεχωρίσει πρόσωπα. Γνώριμες οι φωνές, σα να ξυπνούν παλιές αναμνήσεις. Λίγο πιο πέρα τα μικρά συναντούν κι άλλους ανθρώπους. Είναι καθισμένοι στο χορτάρι, άντρες και γυναίκες. Πλησιάζει. Τους μιλά αλλά δεν δείχνουν να τον βλέπουν ή να τον ακουν. Είναι σα να μην υπάρχει γι’ αυτούς, σα να ζει σε όνειρο. Δεν μπορεί να διακρίνει τα πρόσωπά τους. 
Προχωρά προς την όχθη αλλά δεν προσέχει την ύπαρξη ενός νεαρού που τρέχει στην αντίθετη κατεύθυνση. Έχει ακουστικά στ’ αυτιά και μουσική μέσα του. Λίγο πριν τον δει νιώθει το κορμί του να συγκρούεται και να πονά. Νιώθει πραγματικό πόνο. Ζητά συγνώμη και παίρνει ένα χαμόγελο. Ο νεαρός συνεχίζει γρήγορα το δρόμο του.
Γυρίζει πίσω να δει τα δυο παιδιά. Πουθενά. Κανένας δεν υπάρχει, εκεί που πριν διασκέδαζε. Χωρίς να μπορεί να ελέγξει τον τρόμο του συνεχίζει παράλληλα με τη λίμνη που λίγα μέτρα μετά κόβεται από μια ξύλινη γέφυρα. Τη διασχίζει και φτάνει μπρος σε έναν παλιό υπαίθριο κινηματογράφο. Μια γυναίκα με καστανοκόκκινα μαλλιά βρίσκεται στην είσοδο και κοιτάζοντάς τον με την άκρη του ματιού της μπαίνει γρήγορα μέσα. Την ακολουθεί αμέσως. Βρίσκεται σε μια καρέκλα. Κάθεται δίπλα της. Η ταινία έχει αρχίσει και η νύχτα του ουρανού κάνει τα πάντα ακόμη πιο μαύρα. 
Η κοπέλα κοιτάζει μπροστά. Δεν υπάρχει αμφιβολία. Είναι η γυναίκα του. Την κοιτάζει επίμονα αλλά εκείνη δεν γυρίζει. Αφήνει το όνομά της να βγει απ’ τα χείλια του. Γυρίζει και τον φιλά χωρίς να πει τίποτε. Αγκαλιάζονται για αρκετά λεπτά και η ταινία δείχνει να φτάνει προς το τέλος της, αφού η μουσική έχει ένα περίεργο κρεσέντο. 
Πλησιάζει στο αυτί του:
- Πάμε γρήγορα, κάτι κακό θα συμβεί, του λέει με φωνή που τρέμει.
Σηκώνεται, τον πιάνει απ’ το χέρι και φεύγουν τρέχοντας προς τη λίμνη. Αρχίζει να βρέχει δυνατά. Οι χοντρές σταγόνες κι οι ήχοι μιας απότομης καταιγίδας αρχίζουν να χορεύουν στην επιφάνεια της λίμνης. Τρέχουν, με το νερό να μπαίνει μέσα τους και τα χέρια τους να σφίγγονται όλο και πιο πολύ. Σταματούν λίγο πιο πέρα, στη σκιά ενός δέντρου, κουρασμένοι από τον έρωτα και το κακό που περιμένουν να συμβεί. 
Στο βάθος βλέπουν μέσα στη λίμνη τα δύο αγόρια μέσα σε μια μικρή ξύλινη βάρκα. Το μεγαλύτερο κάνει κουπί και το άλλο παίζει με μια μπάλα που την πετάει ψηλά και την ξαναπιάνει. Εκείνος τα φωνάζει μα δεν ακούν. Εκείνη αφήνει το χέρι του και πλησιάζει στην όχθη. Η βροχή δε σταματά. Κάνει νοήματα. Τα παιδιά δεν κοιτάζουν προς το μέρος τους. Βουτά στο νερό. Κολυμπάει γρήγορα. Η δυνατή βροχή εμποδίζει το μάτι να διακρίνει καθαρά. Εκείνος την ακολουθεί και φτάνουν στη βάρκα σχεδόν μαζί. Σηκώνουν το κεφάλι από το νερό. Ανεβαίνουν μα δεν υπάρχει κανείς πάνω. Κάθονται οι δυό τους αντικρυστά και κείνος προσπαθεί να της μιλήσει, φωνάζοντας σχεδόν για να σκεπάσει τη φωνή της βροχής.
 - Τα γνωρίζεις;
 - Δε θυμάσαι; Είναι δικά μας, του απαντά εκείνη, με την ίδια ένταση.
Μόλις τελειώνει τη φράση της γυρίζει το κεφάλι στην όχθη και βλέπει τα αγόρια. Το ένα που δεν είχε τη μπάλα τους χαιρετά με δύναμη. Τους βλέπουν.
Ξαφνικά νιώθει τη βάρκα να γεμίζει νερό και να τους τραβά μέσα στη λίμνη. Σε λίγο τα παιδιά έχουν χαθεί από το βλέμμα τους. Βρίσκονται μέσα στο νερό αλλά καταλαβαίνει ότι δεν έχει πρόβλημα με το οξυγόνο. Κοιτάζει τη γυναίκα. Κι εκείνη αναπνέει σα να είναι κάτι τελείως φυσικό. Κολυμπάνε με δυσκολία προς το βάθος της λίμνης, που γίνεται όλο και πιο απόμακρο. Σχεδόν στον πάτο βρίσκουν μία στρογγυλή σιδερένια πόρτα, σαν είσοδο ενός σκάφους από αραχνιασμένο παλιό ναυάγιο.
Ανοίγει πρώτος την πόρτα βάζοντας όλη του τη δύναμη. Ταυτόχρονα γυρίζει να την κοιτάξει. Δεν υπάρχει πουθενά. Είναι μόνος. Μπαίνει μέσα. Δεν έχει σημασία πια αν είναι τα μάτια του κλειστά. Απόλυτο σκοτάδι. Νιώθει την αναπνοή του να σταματά. 
.
O FreeRider ζει στη Βέροια… τους τελευταίους δύο αιώνες γεμίζει τις δεξαμενές του με μουσική και βουτά στο φωτογραφικό ασπρόμαυρο φιλμ… …δεν έχει προσδοκίες… έχει όνειρα...
[ facebook ]

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω 

Το Σημείωμα της strintzo™

http://www.onestory.gr/post/26455147470

_ΤΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

της strintzo™

Τη μέρα που πρωτομπήκα στο διαμέρισμά της δεν συγκράτησα λεπτομέρειες, ένα περίγραμμα μόνο. Κυρίως χρώματα και μυρωδιές. Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν το τεράστιο μπάνιο. Θα ήταν δέκα δώδεκα τετραγωνικά σε πράσινη βεραμάν απόχρωση με είδη υγιεινής του εβδομήντα, αυτές τις τεράστιες χρωματιστές βασιλικές πορσελάνες. Το έχω καθαρά στο μυαλό μου γιατί κρύφτηκα εκεί μέσα να ηρεμήσω.
Μου πρόσφερε κάτι χθεσινά σακατεμένα μύδια, ήπιαμε ένα κρασί κι όταν απόφαγε ακούμπησε τους αγκώνες στο τραπέζι και, στην κεκαλυμμένη περιέργεια μου, ανταπέδωσε προκλητικότητα και απροκάλυπτη εξονυχιστική έρευνα. Αφού κατάφερε να με αποσυντονίσει σηκώθηκε κι είπε όλο νάζι «βάζω κάτι στο cd payer κι έρχομαι».
Επέστρεψε κι έκατσε άκρη άκρη στην καρέκλα της με ίσια κορδωτή πλάτη και τα βυζιά της να πετάγονται κατευθείαν μέσα στο μάτι μου. Εκείνη την στιγμή ζήτησα συγνώμη και κρύφτηκα στο μπάνιο. Για να ηρεμήσω άρχισα να ψαχουλεύω. Άνοιξα την πόρτα της αριστερής ντουλάπας κι ένα σημείωμα μεσαίου μεγέθους αποτυπώθηκε στο μυαλό μου. Σε κατάσταση σοκ γύρισα το φύλλο της πόρτας στη θέση του. Έκανα μεγάλη προσπάθεια να σκεφτώ γιατί είχα μουδιάσει και τίποτα δεν μου φαινόταν πραγματικό ή απίστευτο. Το κυριότερο! δεν υπήρχε τρόπος να φύγω χωρίς να διασχίσω το σπίτι.
Τακτοποίησα τα ρούχα μου και βγήκα. Τα μάτια της με περίμεναν. Αδυνατούσα να διακρίνω το παραμικρό σε αυτό το ανέμελο παιχνιδιάρικο βλέμμα κι επέστρεφα στη καρέκλα μου ελπίζοντας πως η αίσθηση του slow motion υπήρχε μόνο στο κεφάλι μου. Την ώρα που περνούσα από μπροστά της ψάχνοντας τη συμπαθητική πρόφαση που θα με οδηγούσε ομαλά στην εξώπορτα κατάλαβα πως κρατάει την ανάσα της. Με μια συμπαγή σιγουριά σήκωσα το δεξί χέρι και τη χαστούκισα με δύναμη. Δεν έχω ξαναχτυπήσει γυναίκα, κι όμως, μετά την πρώτη κίνηση όλα έγιναν σαν από μόνα τους, σα να είχαν ξαναγίνει. Της έδωσα όσο ξύλο χωρούσαν τα καινούργια μου όρια κι όταν έφυγα το μόνο που σκεφτόμουν ήταν πότε θα την ξαναδώ.
.
Η strintzo™ είναι φορτωμένη πανοπλίες, εσύ;

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω 

Δημοφιλείς αναρτήσεις