Δευτέρα 7 Ιανουαρίου 2019

ΟΙ ΚΑΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΙ

Ο χρήστης Maria Dimitriou κοινοποίησε ένα σύνδεσμο.

Πληροφορίες για αυτόν τον ιστότοπο
homouniversalisgr.blogspot.com
Ελληνική δοξασία (αρχαίας καταγωγής) «δαιμόνιων» που σύμφωνα με…

ΟΙ ΚΑΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΙ


Ελληνική δοξασία (αρχαίας καταγωγής) «δαιμόνιων» που σύμφωνα με σύγχρονη δοξασία εμφανίζονται κατά το Δωδεκαήμερο (25 Δεκεμβρίου - 6 Ιανουαρίου). Σύμφωνα με τη λαϊκή δοξασία τις μέρες αυτές τα «νερά είναι αβάφτιστα» και οι καλικάντζαροι βγαίνουν από τη γη για να πειράξουν τους ανθρώπους και να τους ανακατέψουν τα σπίτια, διότι είναι άτακτοι και τους αρέσουν τα παιχνίδια.Αυτοί ζουν στον κάτω κόσμο και τρέφονται με φίδια,σκουλίκια,κτλ.
«Καλικάντζαροι» (Πανελλαδική κοινή ονομασία), και κατά τόπους: «Καρκάτζια», «Καλκατζόνια» ή «Καλκατζάνια», «Καλκάνια», «Καλιτσάντεροι», «Καρκάντζαροι», «Καρκαντζέλια», «Σκαλικαντζέρια», «Σκαντζάρια», «Σκαλαπούνταροι», «Τζόγιες», «Λυκοκάντζαροι» και «Κωλοβελόνηδες», καθώς και τα θηλυκού γένους: «Καλικαντζαρού», «Καλικαντζαρίνες», «Καλοκυράδες», «Βερβελούδες» κ.ά.
Όλοι οι παραπάνω δεν θα πρέπει να συγχέονται με άλλα «δαιμόνια» της Ελληνικής υπαίθρου, που έχουν μεν τα ίδια χαρακτηριστικά αλλά που εμφανίζονται μέσα σ΄ όλο το χρόνο όπως οι «Βουρκόλακες» (=Βρυκόλακες), «Βουρβούλακες», «Παγανοί», «Αερικά», «Ξωτικά», «Παρωρίτες» σε αντίθεση με τους «Τσιλικρωτά» (Καρδαμύλη Μάνης), «Καλιοντζήδες» (Ήπειρος), «Πλανήταροι» και «Πλανηταρούδια» (Κύπρος), «Κατσι-άδες» (Χίος), «Κάηδες» και «Καλισπούδηδες» (Σάμος), «Κάηδες» αλλά και «Καημπίλιδες» (Κάρπαθος), «Σιβότες» και «Σιφώτες» (Καππαδοκία), και ακόμη «Χρυσαφεντάδες» [Χρυσαφεντάδες Ας εμάς καλοί] (Οινόη-Πόντος) που γενικά αυτοί εμφανίζονται και συμπεριφέρονται και ως καλικάντζαροι.
ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ
Διαφορετικές είναι οι απόψεις περί της ετυμολογίας της κοινής ονομασίας τους «καλικάντζαροι». Κύριες εκ των οποίων είναι:
  • Ως παράγωγο από την Τουρκική γλώσσα (κατά Schmidt και Wachsmuth).
  • Εκ του «καλός + κάνθαρος» [Καλικάνθαρος] Κοραής (Άπαντα Δ΄) που συμφωνούν αργότερα ο Boll, ο Κουκουλές και ο Μπούντουρας.
  • Εκ του «λύκος + κάνθαρος» παρήγαγε επίσης και ο Πολίτης (Πανδώρα).
  • Εκ του «λύκος + άντζαρος » [= ανήρ] παρήγαγε ο Λουκάς (Φιλολογικές επισκέψεις).
  • Επίσης εκ του «καλίκιν + τσαγγίον» ή «καλός + τσαγγίον» και της μεγεθυντικής κατάληξης –άρος (= ο φέρων καλά τσαγγία, υποδήματα, αντί καλίκια) ή ο φέρων καλίκια αντί τσαγγίων όπως παρήγαγε ο Πολίτης.
  • Εκ του λατινικού «καλιγάτος» “Caligatus” ετυμολόγησε ο Οικονόμου.
  • Τελευταία (1955) η ετυμολογία του Παντελίδη υποστήριξε εκ του «καλίκιν + άντζα».
  • Εκ των ξένων ο Lawson παρήγαγε ετυμολογία εκ του «καλός + κένταυρος» ενώ
  • Ο Δεινάκης υποστηρίζει ότι η ετυμολογία του ονόματος είναι παράγωγο του «καρκάντζι» (καρκάντζαρος) που σημαίνει το ξηρό, κεκαυμένο, o τσουρουφλισμένος.

ΜΟΡΦΗ - ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ 
Ο λαός τους φαντάζεται με διάφορες μορφές κατά περιοχή με κοινό γνώρισμα την ασχήμια τους. Κατά Αραχωβίτικη περιγραφή αυτοί είναι: «κακομούτσουνοι» και «σιχαμένοι», «καθένας τους έχει κι απόνα κουσούρι, άλλοι στραβοί, άλλοι κουτσοί, άλλοι μονόματοι, μονοπόδαροι, στραβοπόδαροι, στραβόστομοι, στραβοπρόσωποι, στραβομούρηδες, στραβοχέρηδες, ξεπλατισμένοι, ξετσακισμένοι και κοντολογής όλα τα κουσούρια και τα σακατιλίκια του κόσμου τα βρίσκεις όλα πάνω τους».
Η τροφή τους κυρίως ακάθαρτη: σκουλήκια, βαθράκοι (=βάτραχοι), φίδια, ποντίκια κ.ά. χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αποστρέφονται τα εδέσματα του Δωδεκαήμερου.Συνήθως φαντάζονται νάνοι, αλλά και ψηλοί, σκουρόχρωμοι, με μαλλιά μικρά και ατημέλητα, μάτια κόκκινα, δόντια πιθήκου, δασύτριχοι, χέρια και νύχια πιθήκου, πόδια γαϊδάρου ή το ένα γαϊδάρου και το άλλο ανθρώπινο, ("μισοί γαϊδούρια και μισοί άνθρωποι όπως λένε στη Σύρο) αλλά και σαν «μικροί σατανάδες» - (σατανοπαίδια όπως λένε στη Νάξο), άλλοτε γυμνοί και άλλοτε ρακένδυτοι με σκούφο (οξυκόρυμβο) από γουρουνότριχες και με παπούτσια άλλοτε σιδερένια και άλλοτε με τσαρούχια ή τσαγγία.
Είναι πολύ ευκίνητοι ανεβαίνουν στα δένδρα πηδούν από στέγη σε στέγη σπάζοντας κεραμίδια κάνοντας μεγάλη φασαρία. Και ότι βρουν απλωμένα τα ποδοπατούν. Άμα βρουν ευκαιρία κατεβαίνουν από τις καμινάδες στα σπίτια και μαγαρίζουν τα πάντα.

Σε μερικά μέρη τους καλικάντζαρους τους συνοδεύει η μάνα τους η «Καλικατζαρού» που τους «ορμηνεύει» τι να πειράξουν. Σε κάποια νησιά οι καλικάντζαροι έρχονται με τις γυναίκες τους ή μόνο οι γυναίκες τους οι «καλικαντζαρίνες»! Και προκειμένου οι νοικοκυραίοι να αποφύγουν ένα τέτοιο συρφετό ρίχνουν στα κεραμίδια κομμάτια από χοιρινό ή λουκάνικα ή ξηροτήγανα! Στη Νάξο τις γυναίκες των καλικάντζαρων τις αποκαλούν «Καλοκυράδες» για να τις καλοπιάσουν (εξευμενίσουν), ενώ στην Κωνσταντινούπολη «Βερβελούδες». Ο αρχηγός των καλικάντζαρων στην παλιά Αθήνα λεγόταν «κωλοβελόνης» ενώ στη Θεσσαλία «αρχι-τζόγιας» (και «τζόγιες» οι καλικάντζαροι) στη δε Κωνσταντινούπολη «Μαντρακούκος». Στη δε Νάξο οι καλικάντζαροι φαντάζουν και χορευταράδες, αρπάζουν όποιον βρουν τη νύκτα και τον στροβιλίζουν στο χορό μέχρι να πέσει λιπόθυμος, ο γνωστός χορός των καλικάντζαρων.
ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ
Κατά διάφορες ελληνικές δοξασίες οι καλικάντζαροι ήταν άνθρωποι με κακιά μοίρα μεταβαλλόμενοι σε δαιμόνια, γίνονται δε καλικάντζαροι αυτοί που έχουν γεννηθεί μέσα στο Δωδεκαήμερο εκτός και αν βαπτιστούν αμέσως, ή εκείνοι στους οποίους ο ιερέας δεν ανέγνωσε σωστά τις ευχές του βαπτίσματος, τα τερατώδη βρέφη, ή κατά τους Σιφναίους όσοι πέθαναν στο Δωδεκαήμερο ή αυτοκτόνησαν, στη Μακεδονία: όσοι δεν έχουν ισχυρό Άγγελο για να τους προστατεύει από τον Σατανά.
Για την προέλευση αυτών των δαιμόνων υπάρχουν οι ακόλουθες απόψεις:
  • Από την αρχαία Ελληνική Μυθολογία περί των Σατύρων και του Πάνα (Schmidi).
  • Από την αρχαία Ελληνική Μυθολογία περί των Κενταύρων (Mayer, Lawson).
  • Από τη νεώτερη φαντασία των Ελλήνων εξ αφορμής αρχαίων μύθων (Ν. Πολίτης).
  • Εκ των αιγυπτιακών κανθάρων (Boll, που συμφωνεί και ο Κουκουλές).
  • Εκ του δυτικού αετώματος του Παρθενώνα (Σβορώνος).
  • Ως δαιμόνια της εστίας του πυρός (Δεινάκης).
ΔΙΑΜΟΝΗ 
Οι καλικάντζαροι έρχονται (βγαίνουν) την παραμονή των Χριστουγέννων, (στη Σκιάθο: με πλοιάριο, στην Οινόη: με χρυσή βάρκα, στην Ικαρία: επί των φλοιών των καρυδιών) από «το κάτω κόσμο» τον Άδη. Συνήθη μέρη που μένουν μετά τον ερχομό τους είναι οι μύλοι, τα γεφύρια, τα ποτάμια και τα τρίστρατα (μεγάλα μονοπάτια) όπου παραμονεύουν μόνο κατά τη νύκτα και φεύγουν με το τρίτο λάλημα του πετεινού.

Εκτός του Δωδεκαήμερου τον υπόλοιπο χρόνο μένουν στα έγκατα της γης και πριονίζουν το δέντρο που κρατά τη γη (παραλλαγή του μυθικού Άτλαντα). Βγαίνουν δε στην επιφάνεια κοντά στο τέλος της εργασίας τους, από το φόβο μήπως τελικά η ετοιμόρροπη γη τους πλακώσει (στη Μακεδονία: για να γιορτάσουν πρόσκαιρα τη νίκη τους), όταν δε κατεβαίνουν βρίσκουν το δέντρο ακέραιο και ξαναρχίζουν το πριόνισμα. Το δένδρο των Χριστουγέννων συμβολίζει αυτή ακριβώς την ακεραιότητα και τη Θεϊκή δύναμη και προστασία με την παρουσία του Χριστού.


ΒΛΑΒΕΣ
Γενικά πιστεύεται ότι οι καλικάντζαροι αδυνατούν να βλάψουν τους ανθρώπους αλλά μόνο να τους πειράξουν, ενοχλήσουν ή να τους φοβίσουν αφού θεωρούνται (στη Μακεδονία) μωροί και ευκολόπιστοι. Λέγεται ότι ανεβαίνουν στους ώμους των ανθρώπων που συναντούν τη νύκτα και προσπαθούν να τους πνίξουν αν δεν αποκριθούν σωστά σε ότι ερωτηθούν ή κατ΄ άλλους τους παρασύρουν σε χορό που όμως τους καλούς χορευτές τους ανταμείβουν ή κατ΄ άλλους παίρνουν τη μιλιά σε όποιον μιλήσει κατά τη συνάντηση μαζί τους.

Επίσης μπαίνοντας στις οικίες απ΄ όπου μπορέσουν μαγαρίζουν την κουζίνα σε ότι δεν είναι νοικοκυρεμένο, αρπάζουν ενδύματα, «βασανίζουν τις ακαμάτρες... γι΄ αυτό τα κορίτσια το 40ήμερο προσπαθούν να φτιάξουν όσο γίνεται πιο πολύ γνέμα» (Σάμος) ή σκορπούν το αλεύρι, την τέφρα από το τζάκι τη «δωδεκαμερίτικη» ή «καλικαντζαρήσια» ή «τη στάχτη που δεν άκουσε το εν Ιορδάνη» και που θεωρείται ακατάλληλη για οποιαδήποτε χρήση.

ΑΠΟΤΡΕΠΤΙΚΑ ΜΕΣΑ
Τα αποτρεπτικά μέσα που λαμβάνονται κατά των Καλικάντζαρων διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες:
  1. Πράξεις χριστιανικής λατρείας: α) Το σημείο του Σταυρού στην πόρτα, στα παράθυρα, στις καμινάδες, τους στάβλους και στα αγγεία λαδιού και κρασιού. β) Ο Αγιασμός των σπιτιών και μάλιστα την παραμονή των Φώτων.
  2. Επωδές: όπως «ξύλα, κούτσουρα, δαυλιά καημένα» (Καλαμάτα) που όταν ακούσουν οι καλικάντζαροι φεύγουν ή η απαγγελία του «Πάτερ ημών….» (τρις).
  3. Μαγικές πράξεις: Κάπνισμα με δυσώδεις ουσίες (παλιοτσάρουχου), εμφανή επίδειξη χοιρινού οστού, περίαπτα (χαϊμαλιά) πίσω από την πόρτα, το μαυρομάνικο μαχαίρι, το αναμμένο δαυλί ("τρεχάτε γειτόνοι με τα δένδρινα δαυλιά" Τριφυλία).
Την παραμονή των Θεοφανίων τους «ζεματίζουν» από το λάδι που παρασκευάζουν οι νοικοκυρές τηγανίτες (λαλαγγίτες, λουκουμάδες). Όταν όμως συλλάβουν κανένα από τους καλικάντζαρους τον δένουν και τον υποχρεώνουν να μετρήσει τις τρύπες του κόσκινου, και μετά τους πνίγουν μέχρι θανάτου
ΦΥΓΗ
Πασίγνωστη είναι η δοξασία που όταν οι καλικάντζαροι φεύγουν (κατέρχονται στη γη) κατά τον αγιασμό των οικιών που φωνάζουν σε τροχαίο ρυθμό:

«Φεύγετε να φεύγωμε

τι έρχεται ο τρελόπαπας
με την αγιαστούρα του
και με τη βρεχτούρα του.
Μας άγιασε μας έβρεξε
και μας, μας εκατέκαψε!» ή «και θα μας μαγαρίσει»

Με την αναχώρηση των καλικάντζαρων, η στάχτη από το τζάκι μαζεύεται και το τζάκι καθαρίζεται. Η στάχτη πετιέται σε μέρος που δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κανένα λόγο (αλυσίβα, λίπασμα κ.λ.π.)
Πραγματοποιείται καθαρμός των χωριών και των οικιών της υπαίθρου με φωτιές υπαίθριες. Επίσης καθαρίζονται και τα κόπρια των ζώων από τα κατώγια και οι άνθρωποι πλένονται, το εικονοστάσι καθαρίζεται, αλλάζει το νερό στο καντήλι κ.λ.π. γιατί οι καλικάντζαροι πέρα από τα προβλήματα που έχουν προξενήσει στους νοικοκυραίους έχουν μαγαρίσει και όλους τους χώρους.
ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ 
Αυτός γεννήθηκε στην «εποχή των καλικαντζάρων». Λέγεται για άτομα άτολμα και ευθυνόφοβα (Μακεδονία).

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Τα Παγανά – του Στρατή Μυριβήλη


…”Από τα Γέννα ως τα Φώτα αυτή ‘ταν η μυστική λαχτάρα ανάμεσα σε μικρούς και μεγάλους. Θα τα δούνε φέτος τα Παγανά; Κάθε βράδι γι’ αυτά μιλούσαν. Για τα συνήθια και για τα καμώματά τους.
Η μάνα, σαν έγερναν να κοιμηθούν, έριχνε μια φούχτα αλάτι στη σκεπασμένη χόβολη.
Τσατ, πατ, έσκαγε κάθε λίγο και λιγάκι τ’αλάτι, να τρομάζουν οι καλλικαντζάροι, να μη σβήνουν τη φωτιά με τον τρόπο πούξεραν.
Τρόμαζαν τα Παγανά, τρόμαζαν και τα παιδιά πάνω στον ύπνο τους και ξεπετιόνταν. Πριν πέσει να κοιμηθεί στρίμωχνε και μια ρίζα αφάνες μπροστά στη σταχτοθυρίδα, μην κατεβούν και κατουρήσουν τη στάχτη κ’ ύστερα λιώνουν και τρυπάνε τα ρούχα στη μπουγάδα. 
Κρέμαζαν οι γυναίκες μάτσα τρικοκκιές και γύρω στο ψωμοσάνιδο, να μη μπορούν να μαγαρίσουν τη ζυμωσιά. Όμως κάποιο βράδυ έρχονται πλια οι Καλλικαντζάροι, και μάλιστα με τον πιο πίσημον τρόπο.
Κει που καθόντανε κουλουριασμένα τα παιδιά μέσα στο παραγώνι κι άκουγαν νυσταγμένα τα παραμύθια της γριάς, πατημασιές έτριζαν πάνω στο χιονισμένο δώμα, γέλια πνιγμένα και μικρά ουρλιαχτά.
Κόβονταν τότε στη μέση οι κουβέντες, οι καρδιές χτυπούσαν με λαχτάρα, τα μάτια καρφώνονταν στο ταβάνι.
-Αυτοί είναι, μάνα!
Τα παιδιά πετάγονταν έξω από το παραγώνο, χλωμά-θειαφοκέρι.
-Εμ, Αυτοί θάναι, έλεγαν οι μεγάλοι, και κοιτάζονταν με νόημα. Ποιός άλλος, μέρες πούναι!
Είτανε αλήθεια οι Καλλικαντζάροι.
Σε λίγο γινόταν μια μικρή φασαρία από σιδερικά εκεί ψηλά, μέσα στα μαύρα βάθια της καμινάδας.
Τσάγκα, τσούγκα!
Οι καπνιές πλια μαδούσαν και πέφτανε πάνω στα κούτσουρα, και σε λίγο να και κατέβαινε σιγά-σιγά ένα λανάρι κρεμασμένο από ψιλό σκοινί.
Το λανάρι κουνιότανε πέρα-δώθε πάνω από τη φωτιά, και μεσ’ από την καμινάδα ακούγονταν οι Καλλικαντζάροι που τραγουδούσαν το τραγούδι τους: 
Λαγκούρ, λουγκούρ τα λανάρια του παπά τα καλεντάρια!
Για μια πίτα με τυρί για σαράντα σαραϊλί!
Είτανε κάτι που δε λέγεται το τί νιώθαν οι μικροί.
Μια γλυκιά φρίκη έτρεχε μέσα στα φυλλοκάρδια, στύλωναν τα μάτια, κ’ η καρδιά χτυπούσε να σπάσει.
Η μάνα πήγαινε έφερνε τυρόπιτα και την κάρφωνε στα καρφιά του λαναριού.
Που να βρεθούν “σαράντα σαραϊλί” στο φτωχικό τους.
Οι Καλλικάντζαροι ανασέρνανε πάλι το λανάρι, και πριν να φύγουν κατέβαινε ακόμη μια φορά η φωνή τους μέσ’ από τον μπουχαρή.
  • Και του χρόνου!
  • Αμήν! έλεγαν σοβαρά, σιγανά όλοι οι μεγάλοι. Και του χρόνου νάμαστε γεροί.”….
 ΠΑΡΑΜΥΘΙ - Ο μυλωνάς και ο Καλικάντζαρος

Μια φορά ένας μυλωνάς είχε ωραία φωτιά με κάρβουνα στο μύλο του και έψηνε μια σούβλα κρέας. Εκεί πού γύριζε τη σούβλα του, βλέπει στην άλλη μεριά έναν Καλικάντζαρο και γύριζε μια σούβλα με βατράχους! Δεν του μίλησε διόλου. Ύστερα από λίγο τον έρωτα ο Καλικάντζαρος πώς τον λέγουν.

-Εαυτό με λέγουν, του λέγει ο μυλωνάς.
Εκεί πού γύριζε τη σούβλα και το κρέας ήταν ροδοκόκκινο και μοσχομύριζε, ο Καλικάντζαρος βάζει την ιδική του σούβλα με τους βατράχους επάνω στο κρέας.
Πατ! δεν αργεί ο μυλωνάς και του φέρνει μια με ένα αναμμένο δαυλί και, καθώς ο Καλικάντζαρος ήταν γυμνός, τον κατάκαψε!
Φωνές και κακό ο Καλικάντζαρος!
- Βοηθάτε, αδέρφια, γιατί μ' έκαψαν!
- Βρε, ποιος σ' έκαψε; του λέγουν οι άλλοι Καλικάντζαροι απ' έξω. 
-Ό Εαυτός μ' έκαψε, τους λέγει εκείνος από μέσα.
- Αμ΄ σαν κάηκες από τον εαυτό σου, τι σκούζεις έτσι; Και έτσι την έπαθε ο καλός σου ο Καλικάντζαρος, γιατί ο μυλωνάς φάνηκε εξυπνότερος του.
από το Αναγνωστικό της Δ΄ Δημοτικού, ΑΘΗΝΑ 1966

ΠΗΓΕΣ 
ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

Πως καραμελώνουμε ξηρούς καρπούς

ΟΥΜΠΕΡΤΟ ΕΚΟ ( 5 Ιανουαρίου 1932 - 19 Φεβρουαρίου 2016)

Ο χρήστης Maria Dimitriou κοινοποίησε ένα σύνδεσμο.
 
Πληροφορίες για αυτόν τον ιστότοπο
homouniversalisgr.blogspot.com
Να φοβάσαι τους προφήτες κι αυτούς που είναι έτοιμοι να πεθάνουν για την…
 
Να φοβάσαι τους προφήτες κι αυτούς που είναι έτοιμοι να πεθάνουν για την αλήθεια, επειδή κατά κανόνα κάνουν και άλλους να πεθάνουν μαζί τους, μερικές φορές πριν από αυτούς και καμιά φορά αντί για αυτούς.

Ο Ουμπέρτο Έκο (ιταλ.: Umberto Eco, 5 Ιανουαρίου 1932 - 19 Φεβρουαρίου 2016) ήταν Ιταλός σημειωτιστής, δοκιμιογράφος, φιλόσοφος, λογοτέχνης κριτικός λογοτεχνίας και μυθιστοριογράφος. Από το 1975 κατείχε την έδρα του Καθηγητή Σημειωτικής στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, ενώ από το 1988 ήταν πρόεδρος του Διεθνούς Κέντρου Μελετών Σημειωτικής στο Πανεπιστήμιο του Σαν Μαρίνο. Ήταν συγγραφέας πολλών μελετών και δοκιμίων, που έχουν μεταφραστεί και εκδοθεί σε πολλές γλώσσες ανά τον κόσμο. Το πρώτο του βιβλίο εκδόθηκε το 1965, ενώ το 1980 εκδόθηκε το πρώτο του μυθιστόρημα (Το όνομα του Ρόδου), που τιμήθηκε με το βραβείο Strega (1981), και το Medicis Etranger (βραβείο που δίνεται στον καλύτερο ξένο λογοτέχνη στην Γαλλία) το 1982. Λέγεται ότι το επώνυμο Έκο είναι το αρκτικόλεξο των λατινικών λέξεων Ex Coelis Oblatus, που σημαίνει «θεϊκό δώρο»
. Ο Έκο γεννήθηκε στην Αλεσσάντρια του Πιεμόντε το 1932. Με την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ο Έκο και η μητέρα του μετακόμισαν σε ένα χωριό στα βουνά του ιταλικού βορρά. Εκεί ο μικρός Ουμπέρτο παρακολουθούσε τις μάχες ανάμεσα στους φασίστες και στους παρτιζάνους με ανάμεικτα συναισθήματα - συνεπαρμένος μεν από τη δράση, αλλά και εν μέρει ευγνώμων που ήταν τόσο πολύ για να αναμειχθεί. Ο ίδιος θυμάται εκείνη την εποχή «σαν ένα μικρό γουέστερν. Αυτοί οι λόφοι είναι στη μνήμη μου το θέατρο των στρατιωτικών επιχειρήσεων, στις οποίες ήμουν αυτόπτης μάρτυρας, στην ηλικία των 12 ετών». Μετά τις πιέσεις του πατέρα του, πήγε να σπουδάσει Νομική στο Πανεπιστήμιο του Τορίνο, αλλά εγκατέλειψε αυτόν τον τομέα και ακολούθησε σπουδές Μεσαιωνικής Φιλοσοφίας και Λογοτεχνίας. Έγινε διδάκτορας Φιλοσοφίας το 1954, ολοκληρώνοντας τη διατριβή του για τον Θωμά Ακινάτη. Αυτό το θέμα αποτέλεσε και το αντικείμενο του πρώτου του βιβλίου «Ζητήματα αισθητικής στον Θωμά Ακινάτη». Στη διάρκεια των σπουδών του ο Έκο έπαψε να πιστεύει στον Θεό και εγκατέλειψε την Καθολική εκκλησία Μετά τις σπουδές άρχισε την ενασχόλησή του με τη δημοσιογραφία και, παράλληλα, δέχθηκε την θέση του Διευθυντή Πολιτιστικού Προγράμματος στην Κρατική Ιταλική Τηλεόραση (RAI). Αυτή η θέση του έδωσε την ευκαιρία να δει την κοινωνία μέσα από τα μάτια των ΜΜΕ, που τότε μονοπωλούνταν και ελέγχονταν από την κυβέρνηση. Το 1959 ο Έκο έχασε τη δουλειά του στη RAI, γεγονός που δεν τον ενόχλησε ιδιαίτερα, γιατί έτσι βρήκε χρόνο για να ασχοληθεί περισσότερο με το γράψιμο και τις διαλέξεις. Με το δεύτερο βιβλίο του («Τέχνη και κάλλος στην αισθητική του Μεσαίωνα») απέδειξε στον πατέρα του ότι βρήκε τον δρόμο του στη ζωή (και τη δουλειά που του ταίριαζε) μέσα από τη λογοτεχνία. Τον ίδιο χρόνο έγινε γενικός επιμελητής του μη λογοτεχνικού τομέα του εκδοτικού οίκου Bompiani στο Μιλάνο και άρχισε να γράφει τη στήλη «Diario Minimo» («ελάχιστο ημερολόγιο») στην εφημερίδα «Il Verri». Μέσα από τη στήλη αυτή οι απόψεις του για την γλωσσολογία και την κοινωνική πραγματικότητα μπήκαν στα σπίτια των Ιταλών. Μέσα από τη στήλη αυτή άρχισε να εστιάζει το ενδιαφέρον του και να εκλεπτύνει τις απόψεις του στη σημειολογία. Με τα ακαδημαϊκά γραπτά του ο Έκο εστιάζει στη σημειολογία και στις επιπτώσεις της στην κοινωνία. Μελέτησε σε βάθος τις κοινωνίες από τον Μεσαίωνα ως σήμερα και τα κοινά στοιχεία ανάμεσα στις γλώσσες, στα σύμβολα και στην κοινωνική ανάπτυξη. Έγραψε δεκάδες δοκίμια («Πώς γίνεται μια διπλωματική εργασία», «Μεταξύ ψεύδους και ειρωνείας», «Κήνσορες και θεράποντες» (πρωτότυπος τίτλος στα ιταλικά «apocalittici e integrati»), «Ο υπεράνθρωπος των μαζών», «Θεωρία της σημειωτικής», «Η Αποκάλυψη του Ιωάννη», «Πέντε ηθικά κείμενα», «Δεύτερο ελάχιστο ημερολόγιο», «Η ποιητική του Τζέιμς Τζόις», «Τι πιστεύει αυτός που δεν πιστεύει» κ.ά.), ενώ παράλληλα συνεργάστηκε με πολλές εφημερίδες. Ό,τι δεν είναι ατομικό και παίρνει πολιτικό χαρακτήρα (πολιτικό, με την έννοια της ενασχόλησης με τα κοινά, όχι κομματικό) ήταν αντικείμενο που τον ενδιέφερε και το μελετούσε. Τα αποτελέσματα των μελετών αυτών ήταν που δημοσίευε σε εφημερίδες και περιοδικά. Η ευρύτητα των θεμάτων με τα οποία ασχολήθηκε του χάρισαν το προσωνύμιο "tuttografo" (= παντογράφος)Από το 1962 ως το τέλος του 1970 ο Έκο ανέπτυξε τη δική του θεωρία στη σημειολογία. 

Το 1965 εξελέγη καθηγητής Οπτικών Επικοινωνιών στη Φλωρεντία και το 1966 μετακόμισε στο Μιλάνο, όπου και έγινε καθηγητής της Σημειολογίας στο εκεί πολυτεχνείο. Το ακαδημαϊκό του ενδιαφέρον άρχισε να στρέφεται στις πολιτιστικές μελέτες και άρχισε να ερευνά τον ρόλο της γλώσσας και της λογοτεχνίας στην κοινωνία, καθώς και την επίδραση της κοινωνίας στη λογοτεχνία και τη γλώσσα. Το 1971 το Πανεπιστήμιο της Μπολόνια του προσέφερε τη θέση του Τακτικού Καθηγητή της Σημειολογίας. Το 1974 ο Έκο οργάνωσε τον Διεθνή Σύνδεσμο Σημειολογικών Μελετών. Οι μεγάλες αλλαγές που έφερε η δεκαετία του 1970 στην ιταλική κοινωνία επηρέασαν και τα γραπτά του Ουμπέρτο Έκο.
 Άρχισε, λοιπόν, να γράφει μυθιστορήματα (Το όνομα του Ρόδου - 1980, Το Εκκρεμές του Φουκώ - 1988, Το νησί της προηγούμενης μέρας - 1994, Μπαουντολίνο - 2001, Η μυστηριώδης φλόγα της βασίλισσας Λοάνα - 2006, Το κοιμητήριο της Πράγας - 2010, Το φύλλο μηδέν- 2015). Όταν έγραψε το πρώτο του μυθιστόρημα «Το όνομα του Ρόδου», οι εκδότες του υπολόγιζαν τις πωλήσεις γύρω στα 30.000 αντίτυπα. Δεν φαντάζονταν ποτέ τις πωλήσεις 9.000.000 αντιτύπων που σημείωσε τελικά το βιβλίο παγκοσμίως, κάνοντας τον συγγραφέα γνωστό στον εξωακαδημαϊκό κόσμο. 
Ο Έκο γνώριζε άπταιστα πέντε γλώσσες, μεταξύ των οποίων αρχαία ελληνικά και λατινικά, τις οποίες χρησιμοποιούσε πολύ συχνά στα βιβλία του, επιστημονικά και λογοτεχνικά. Από την αρχή της καριέρας του έως τον θάνατό του κέρδισε πολλές τιμητικές διακρίσεις και είχε δεκάδες εκδοτικές επιτυχίες. Ζούσε με τη γυναίκα του και τα δύο παιδιά τους, άλλοτε στο σπίτι του στο Μιλάνο (ένα δαιδαλώδες διαμέρισμα με βιβλιοθήκη 30.000 βιβλίων ) και στο εξοχικό του στο Ρίμινι (ένα τεράστιο κτήμα του 17ου αιώνα, στο οποίο παλιά στεγαζόταν ένα σχολείο Ιησουιτών). Ο Έκο ήταν έντονα πολιτικοποιημένος και αριστερός, με φανερή συμπάθεια στα αριστερά κόμματα. Παρόλα αυτά ποτέ δεν είχε ενταχτεί σε κανένα κόμμα, δείγμα της αδογμάτιστης και αδούλωτης προσωπικότητάς του.https://el.wikipedia.org/

ΒΙΒΛΙΑ 

ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΡΟΔΟΥ


Λίγα λόγια για το βιβλίο
Θες να κάνεις φιλοσοφία; Γράψε ένα μυθιστόρημα. Η προτροπή ανήκει στον Αλμπέρ Καμύ και φαίνεται ότι ακριβώς αυτήν αποφάσισε να ακολουθήσει ο Ουμπέρτο Έκο όταν, πριν από τριάντα χρόνια, ήδη καθιερωμένος ως ακαδημαϊκός, στοχαστής και δοκιμιογράφος, έκανε την πρώτη του εμφάνιση στο χώρο της μυθοπλασίας με Το Όνομα του Ρόδου. Έργο συγκεντρωτικό και φυγόκεντρο, καμωμένο από μια ετερόκλητη πρώτη ύλη που η εύθυμη μαεστρία του Έκο καταφέρνει να συναρμόσει δημιουργικά, Το Όνομα του Ρόδου εξακολουθεί να μας σαγηνεύει ύστερα από τριάντα χρόνια, ακριβώς εξαιτίας αυτής της απροσδιόριστης μορφής που του επιτρέπει να διατελεί στα όρια ανάμεσα στο μυστηριώδες και το αυτονόητο, το αποκρυμμένο και το προφανές, το περιπετειώδες και το αφηρημένο ή το ιδεολογικό. Ελλειπτικό επειδή είναι σωρευτικό ιδιαίτερων ιστορικών –και όχι μόνο– γνώσεων και πληροφοριών, γκρίζο επειδή είναι πλήρες χρωμάτων και ενός απρόσμενου διακόσμου, ανεπίκαιρο και διαχρονικό επειδή εγκαθίσταται σε χρονικές τομές και εγγράφει την αστυνομική, καταιγιστική του πλοκή μέσα στην Ιστορία, το πρώτο μυθιστόρημα του Έκο λειτουργεί, πλέον, ως σημείο αναφοράς για την παγκόσμια λογοτεχνία. https://www.psichogios.gr/

Απόσπασμα - Το γέλιο 

Το γέλιο ελευθερώνει τον αγροίκο από τον φόβο του διαβόλου, γιατί μες στη γιορτή των τρελών και ο διάβολος φαίνεται φτωχός και ηλίθιος, κι επομένως ελέγξιμος. Αυτό το βιβλίο, όμως, μπορεί να διδάξει ότι η απελευθέρωση από τον φόβο του διαβόλου είναι σοφία.
Όταν ο αγροίκος γελά, με το κρασί να κελαρύζει στο λαρύγγι του, νιώθει αφέντης, γιατί έχει αντιστρέψει τις σχέσεις της εξουσίας: το βιβλίο αυτό, όμως, μπορεί να διδάξει στους μορφωμένους τα έξυπνα, και από τη στιγμή εκείνη ένδοξα, τεχνάσματα με τα οποία θα νομιμοποιήσουν αυτή την αντιστροφή. Τότε αυτό που στην ενστικτώδη κίνηση του αγροίκου παραμένει, ακόμα κι ευτυχώς, λειτουργία της κοιλιάς θα μεταμορφωθεί σε λειτουργία της διανοίας. Το ότι το γέλιο είναι ίδιον του ανθρώπου είναι σημείο των ορίων μας ως αμαρτωλών. Όμως από αυτό το βιβλίο πόσες διάνοιες διαβρωμένες σαν τη δική σου δεν θα αντλήσουν τον έσχατο συλλογισμό ότι το γέλιο είναι σκοπός του ανθρώπου!
Το γέλιο αποσπά για μερικές στιγμές τον αγροίκο από τον φόβο. Μα ο νόμος επιβάλλεται με το δέος, του οποίου το αληθινό όνομα είναι «φόβος Θεού». Και από το βιβλίο αυτό θα μπορούσε να ξεκινήσει η σπίθα του Εωσφόρου που θα έβαζε μια νέα φωτιά σ' ολόκληρο τον κόσμο: και το γέλιο θα διαγραφόταν σαν ένα νέο τέχνασμα, που κι ο Προμηθέας ακόμη αγνοούσε, για να κατανικηθεί ο φόβος. Ο αγροίκος που γελάει δεν νοιάζεται τη στιγμή εκείνη αν πεθάνει: αργότερα όμως, όταν πάψει η ελευθεριότητά του, η λειτουργία τού επιβάλλει και πάλι, σύμφωνα με το θείο σχέδιο, το φόβο του θανάτου. Και απ' αυτό το βιβλίο θα μπορούσε να γεννηθεί η νέα και καταστροφική επιδίωξη να καταστραφεί ο θάνατος με την απελευθέρωση από τον φόβο. Και τι θα 'μασταν, εμείς τα πλάσματα τα αμαρτωλά, χωρίς τον φόβο, το πιο συνετό και στοργικό ίσως από τα θεία δώρα; Για αιώνες οι δάσκαλοι και οι πατέρες ανέδιδαν μυροβόλες ουσίες ιερής σοφίας για να φέρουν τη λύτρωση, με τη σκέψη των υψηλών πραγμάτων, από την αθλιότητα και τον πειρασμό των ποταπών πραγμάτων. Και το βιβλίο αυτό, δικαιώνοντας την κωμωδία, τη σάτιρα και τη μιμική ως θαυματουργά ιάματα, που φέρνουν την κάθαρση των παθών με την αναπαράσταση του ελαττώματος, της ατέλειας, της αδυναμίας, θα παρακινούσε τους ψευτοσοφούς σε μια προσπάθεια για την υποτίμηση του υψηλού (σε μια διαβολική αναστροφή) με την αποδοχή του ποταπού.
Από το βιβλίο αυτό θα γεννιόταν η σκέψη ότι ο άνθρωπος μπορεί να απαιτήσει στον κόσμο αυτό (όπως πρότεινε ο Βάκων σου στο θέμα της φυσικής μαγείας) την αφθονία της χώρας των ονείρων. Όμως αυτό είναι που δεν πρέπει και δεν μπορούμε να δεχτούμε. Κοίτα τους νεαρούς καλογήρους που αποχαλινώνονται με τη γελοία παρωδία της Coena Cypriani. Τι διαβολική παραμόρφωση της Αγίας Γραφής! Κι όμως, όταν το κάνουν ξέρουν ότι είναι κακό. Την ημέρα όμως που ο λόγος του Φιλόσοφου θα δικαιώσει τα παιχνίδια των περιθωρίων κάθε ακόλαστης φαντασίας, ω, πραγματικά, τότε αυτό που ήταν στο περιθώριο θα ξεπηδήσει στο κέντρο, και θα χαθεί κάθε ίχνος του κέντρου. Ο λαός του Θεού θα μεταμορφωνόταν σε μια σύνοδο τεράτων που ξέρασαν οι άβυσσοι της terra incognita, και τότε καρδιά του χριστιανικού βασιλείου θα γινόταν η περιφέρεια της γνωστής γης, οι Αριμασποί θ΄ ανέβαιναν στον θρόνο του Πέτρου, οι Βλέμυες στα μοναστήρια, οι νάνοι με τις χοντρές κοιλιές και τα τεράστια κεφάλια θα φύλαγαν τη βιβλιοθήκη! Οι δούλοι θα υπαγόρευαν τους νόμους, εμείς (μα κι εσύ επίσης) θα υπακούαμε, καθώς κάθε νόμος θα είχε καταλυθεί. Κάποιος Έλληνας φιλόσοφος (που αποσπάσματά του παραθέτει εδώ ο Αριστοτέλης σου, συνένοχη και ρυπαρή auctoritas) είπε ότι η σοβαρότητα των αντιπάλων θα πρέπει να διασκεδάζεται με το γέλιο, και το γέλιο να αντιπαρατίθεται στη σοβαρότητα. Η σωφροσύνη των πατέρων μας έχει κάνει την επιλογή της: αν το γέλιο είναι η τέρψη του όχλου, η ακολασία του όχλου αναχαιτίζεται, ταπεινώνεται και πειθαναγκάζεται με τη σοβαρότητα. Και ο όχλος δεν έχει τα εφόδια για να εξευγενίσει το γέλιο του, έτσι που να το κάνει όπλο κατά της σοβαρότητας των ποιμένων, που οφείλουν να τον οδηγήσουν στην αιώνια ζωή και να τον απομακρύνουν από τους πειρασμούς της κοιλιάς, των γεννητικών οργάνων, της τροφής, των πρόστυχων του επιθυμιών. Αν όμως μια μέρα κάποιος, ανακινώντας τα λόγια του Φιλοσόφου, και μιλώντας επομένως σαν φιλόσοφος, αναγάγει την τέχνη του γέλιου σε επιδέξιο όπλο, αν η ρητορική της πειθούς αντικατασταθεί από τη ρητορική του χλευασμού, αν η ρητορεία, που σκοπεύει σε υπομονετική και σωτήρια δημιουργία εικόνων λύτρωσης, αντικατασταθεί από την ρητορεία της ανυπόμονης καταστροφής και της παραμόρφωσης των πιο ιερών και σεβαστών εικόνων –ω! την ημέρα εκείνη ακόμα κι εσύ και όλη η σοφία σου Γουλιέλμο, θα έχετε ανατραπεί!» http://antikleidi.com/



ΤΟ ΕΚΚΡΕΜΕΣ ΤΟΥ ΦΟΥΚΩ


Λίγα λόγια για το βιβλίο
Έτσι έγινε και είδα το Εκκρεμές. […]
Το Εκκρεμές μού έλεγε ότι μολονότι όλα κινούνταν, η υδρόγειος σφαίρα, το ηλιακό σύστημα, τα νεφελώματα, οι μαύρες τρύπες και όλα τα τέκνα της κοσμικής εκπόρευσης, από τα πρώτα θεία όντα έως την πιο ιξώδη ύλη, ένα μοναδικό σημείο παρέμενε ιδεατός πίρος, σφήνα, γάντζος, και άφηνε το σύμπαν να κινείται γύρω του. Και τώρα εγώ συμμετείχα σ’ αυτή την υπέρτατη εμπειρία, εγώ που επίσης κινιόμουν μέσα στα πάντα μαζί τους, μπορούσα να δω Εκείνο, το Ακίνητο, το Φρούριο, την Εγγύηση, την ολόφωτη αχλή που δεν είναι σώμα, δεν έχει σχήμα, μορφή, βάρος, ποσότητα ή ποιότητα, και δεν βλέπει, δεν νιώθει, δεν υποκύπτει στο συναίσθημα, δεν βρίσκεται σ’ έναν τόπο, ή σε χώρο και χρόνο, δεν είναι ψυχή, διάνοια, φαντασία, γνώση, αριθμός, τάξη, μέτρο, ουσία, αιωνιότητα, δεν είναι σκότος ούτε φως, δεν είναι λάθος και δεν είναι αλήθεια.
Ένα βιβλίο που σε παίρνει μαζί του στο χρόνο και σου αποκαλύπτει έναν ολόκληρο κόσμο από μυστικές αδελφότητες, υπόγειες κοινωνίες, πλεκτάνες και συνωμοσίες, μέσα από τη χαρισματική γραφή του μεγάλου Ιταλού διανοούμενου. https://www.psichogios.gr/

Απόσπασμα 


“…. Λοιπόν. Στον κόσμο υπάρχουν οι κρετίνοι, οι ανόητοι, οι βλάκες και οι τρελοί".
"Εξαιρείται κανείς;"
"Ναι, εμείς οι δυο. Ή τουλάχιστον, δίχως να θέλω να σας προσβάλω, εγώ. Τέλος πάντων, όμως, αν το καλοσκεφτούμε, όλοι ανήκουν σε κάποια απ αυτές τις κατηγορίες. Ολοι μας κάθε τόσο είμαστε κρετίνοι, ανόητοι, βλάκες και τρελοί.
Ας πούμε ότι φυσιολογικός άνθρωπος ειν' εκείνος που συνδυάζει σε λογικό ποσοστό όλα αυτά τα συστατικά, τους ιδανικούς τύπους".
"Idealtypen".
"Μπράβο. Ξέρετε και γερμανικά;"
"Κουτσά στραβά για τις βιβλιογραφίες".
"Στην εποχή μου, όποιος ήξερε γερμανικά δεν έπαιρνε πτυχίο. Περνούσε τη ζωή του ξέροντας γερμανικά. Νομίζω ότι σήμερα το ίδιο συμβαίνει με τα κινέζικα".
"Δεν τα ξέρω αρκετά καλά κι έτσι θα πάρω πτυχίο. Ας γυρίσουμε και πάλι όμως στην τυπολογία σας. Τι είναι η μεγαλοφυία, ο Αινστάιν, ας πούμε;".
"Μεγαλοφυής είναι αυτός που επιστρατεύει ένα απ’ αυτά τα συστατικά κατά ιλιγγιώδη τρόπο, τρέφοντας το με τα υπόλοιπα".
Ηπιε. Είπε: "Καλησπέρα κούκλα. Ακόμα δεν αποπειράθηκες ν αυτοκτονήσεις;".
"Όχι", απάντησε η κοπέλα που περνούσε, "τώρα ανήκω σε μια ομάδα".
"Μπράβο", της είπε ο Μπέλμπο. Στράφηκε προς το μέρος μου: "Μπορούν να γίνουν και ομαδικές αυτοκτονίες, δεν νομίζετε;".
"Οι τρελοί όμως;".
"Μη νομίσετε ότι η θεωρία μου είναι πανάκεια. Δεν πάω να τακτοποιήσω το σύμπαν. Λέω τι σημαίνει τρελός για έναν εκδοτικό οίκο. Η θεωρία μου είναι ad hoc, εντάξει;".
"Εντάξει. Σειρά μου να κεράσω".
"Σύμφωνοι. Πυλάδη, σας παρακαλώ, λιγότερο πάγο. Αλλιώς μπαίνει αμέσως στην κυκλοφορία. Λοιπόν. Ο κρετίνος δεν μιλάει καν, σαλιαρίζει, είναι σπαστικός. Κοπανάει το παγωτό στο κούτελο του από έλλειψη συντονισμού. Μπαίνει στην περιστροφική πόρτα από την αντίθετη πλευρά".
"Πώς γίνεται;".
"Αυτός τα καταφέρνει. Γι αυτό είναι κρετίνος. Δεν μας ενδιαφέρει, τον αναγνωρίζουμε αμέσως, και δεν εμφανίζεται σε εκδοτικούς οίκους. Ας τον αφήσουμε εκεί που είναι".
"Ας τον αφήσουμε".
"Το να είσαι ανόητος είναι πιο περίπλοκο. Είναι κοινωνική συμπεριφορά. Ανόητος είναι αυτός που δεν πετυχαίνει ποτέ το ποτήρι".
"Τι εννοείτε;".

"Αυτό". Σημάδεψε με το δείκτη το τον πάγκο δίπλα στο ποτήρι. "Σκοπεύει να μιλήσει γι αυτό που υπάρχει μες στο ποτήρι αλλά, όπως και να 'χει, πέφτει έξω. Αν θέλετε, για να το πούμε απλά, είναι αυτός που κάνει γκάφες, που ρωτάει τι κάνει η ωραία σας κυρία στον τύπο που μόλις τον εγκατέλειψε η γυναίκα του. Καταλαβαίνετε;".
"Καταλαβαίνω. Τους ξέρω".
"Ο ανόητος είναι περιζήτητος, ιδίως στις κοσμικές συγκεντρώσεις. Φέρνει τους πάντες σε αμηχανία, μα προσφέρει ευκαιρίες για σχόλια. Στη θετική μορφή του είναι διπλωματικός. Μιλάει εκτός θέματος ακόμη και για τις γκάφες των άλλων, στρέφοντας αλλού τη συζήτηση. Ωστόσο δεν μας ενδιαφέρει, δεν είναι ποτέ δημιουργικός, μηρυκάζει, επομένως ποτέ δεν έρχεται να φέρει χειρόγραφα σ έναν εκδοτικό οίκο. Ο ανόητος δεν λέει ότι η γάτα γαβγίζει, μιλάει για τη γάτα όταν οι άλλοι μιλούν για το σκύλο. Λαθεύει στους κανόνες της συζήτησης, κι όταν λαθεύει ωραία είναι υπέροχος. Νομίζω ότι πρόκειται για απειλούμενο είδος, είναι φορέας κυρίως αστικών αρετών. Του χρειάζεται ένα σαλόνι Βερντυρέν, ή μάλλον μια οικία Γκερμάντ. Τα διαβάζετε ακόμη αυτά εσείς οι φοιτητές;".
"Εγώ ναι".
"Ανόητος είναι ο Ιωακείμ Μουρά που επιθεωρεί τους αξιωματικούς του και ανάμεσα τους βλέπει έναν από τη Μαρτινίκα γεμάτο παράσημα. "Vous etes negre?", τον ρωτά. Κι εκείνος: "Oui, mon general". Κι ο Μουρά: "Bravo, bravo, continuez!" (-Είστε νέγρος; -Μάλιστα στρατηγέ μου –Μπράβο, μπράβο, συνεχίστε!) Και ούτω καθ' εξής. Με παρακολουθείτε; Συγγνώμη αλλ απόψε γιορτάζω μια ιστορική απόφαση της ζωής μου. Εκοψα το ποτό. Ένα ακόμη; Δεν απαντάτε, με κάνετε να νιώθω ένοχος. Πυλάδη!".
"Και ο βλάκας;".
"Α! Ο βλάκας δεν κάνει λάθη συμπεριφοράς. Κάνει λάθος συλλογισμούς. Είναι αυτός που λέει ότι όλοι οι σκύλοι είναι κατοικίδια και όλοι οι σκύλοι γαβγίζουν, όμως και οι γάτοι είναι κατοικίδια ζώα, επομένως γαβγίζουν. Ή ότι όλοι οι Αθηναίοι είναι θνητοί, όλοι οι κάτοικοι του Πειραιά είναι θνητοί, επομένως όλοι οι κάτοικοι του Πειραιά είναι Αθηναίοι".
"Πράγμα που ισχύει".
"Ναι, αλλά συμπτωματικά. Ο βλάκας μπορεί να πει και κάτι σωστό, όμως για λανθασμένους λόγους".
"Μπορούμε να πούμε λανθασμένα πράγματα, αρκεί οι λόγοι να είναι σωστοί".
"Κατ ανάγκην. Αλλιώς γιατί να πασχίζουμε τόσο να είμαστε έλλογα όντα;".
"Ολοι οι μεγάλοι ανθρωπόμορφοι πίθηκοι κατάγονται από κατώτερες μορφές ζωής, οι άνθρωποι κατάγονται από κατώτερες μορφές ζωής, άρα όλοι οι άνθρωποι είναι μεγάλοι ανθρωπόμορφοι πίθηκοι".
"Αρκετά καλά. Φτάσαμε ήδη στο κατώφλι όπου υποπτεύεστε ότι κάτι δεν πάει καλά, όμως χρειάζεται λίγη δουλειά για ν αποδείξετε τι και γιατί. Ο βλάκας είναι παμπόνηρος. Τον ανόητο τον αναγνωρίζουμε αμέσως (κι ας μη μιλήσουμε για τον κρετίνο), ενώ ο βλάκας κάνει συλλογισμούς περίπου σαν τους δικούς μας, εκτός από κάτι απειροελάχιστο. Είναι δεξιοτέχνης των παραλογισμών. Ενας επιμελητής εκδόσεων δεν έχει σωτηρία, πρέπει ν ασχολείται μαζί τους ως τον αιώνα τον άπαντα. Εκδίδονται πολλά βιβλία από βλάκες γιατί εκ πρώτης όψεως μας πείθουν. Ο επιμελητής εκδόσεων δεν έχει εκπαιδευτεί ν αναγνωρίζει τους βλάκες. Αφού δεν το κάνει η Ακαδημία των Επιστημών, γιατί να το κάνουν οι εκδόσεις;".
"Δεν το κάνει ούτε η φιλοσοφία. Ο οντολογικός συλλογισμός του Αγίου Ανσέλμου είναι βλακώδης. Ο Θεός οφείλει να υπάρχει επειδή μπορώ να τον συλλάβω ως ον που διαθέτει παν το τέλειο, συμπεριλαμβανομένης και της ύπαρξης. Συγχέει το υπάρχον στη σκέψη με το υπαρκτό στην πραγματικότητα".
"Ναι, αλλά είναι βλακώδης και η ανασκευή του Γκονιλόν. Μπορώ να σκεφτώ ένα νησί στη θάλασσα ακόμα κι αν αυτό το νησί δεν υπάρχει. Συγχέει τη σκέψη του ικανού με τη σκέψη του αναγκαίου".
"Διαμάχη μεταξύ βλακών".
"Βεβαίως, κι ο Θεός διασκεδάζει με την ψυχή του. Θέλησε να παραμείνει ασύλληπτος απλώς για να δείξει ότι ο Ανσέλμος και ο Γκονιλόν ήταν βλάκες. Τι υπέρτατος σκοπός της δημιουργίας, τι λέω, της ίδιας της πράξης χάριν της οποίας απαιτείται ο Θεός. Τα πάντα να στοχεύουν στην καταγγελία της βλακείας του κόσμου".
"Περιστοιχιζόμαστε από βλάκες".
"Δεν υπάρχει διαφυγή. Ολοι είναι βλάκες, εκτός από εμάς τους δυο. Ή μάλλον, μην προσβληθείτε, εκτός από σας".
"Νομίζω ότι εδώ υπεισέρχεται η απόδειξη του Γκέντελ".
"Δεν ξέρω, είμαι κρετίνος. Πυλάδη!"
"Μα είναι η σειρά μου"....... http://antikleidi.com/

ΤΟ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΠΡΑΓΑΣ


Λίγα λόγια για το βιβλίο
Στη διάρκεια του 19ου αιώνα, ανάµεσα στο Τορίνο, το Παλέρµο και το Παρίσι, συναντάµε µια υστερική σατανίστρια, έναν αβά που πεθαίνει δύο φορές, µερικά πτώµατα µέσα σ’ έναν υπόνοµο του Παρισιού, έναν Γαριβαλδίνο που ονοµάζεται Ιππόλυτος Νιέβο και χάθηκε στη θάλασσα κοντά στο Στρόµπολι, το ψεύτικο bordereau του Ντρέιφους για τη γερµανική πρεσβεία, τη σταδιακή µεγέθυνση του πλαστογραφήµατος που έγινε γνωστό ως Τα Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών, το οποίο θα εµπνεύσει στον Χίτλερ τα στρατόπεδα εξόντωσης, Ιησουίτες που δολοπλοκούν εναντίον των Μασόνων, Μασόνους, Καρµπονάρους και Ματσινιανούς που στραγγαλίζουν τους παπάδες µε τα έντερά τους, έναν Γαριβάλδη αρθριτικό και στραβοκάνη, τα σχέδια των Μυστικών Υπηρεσιών του Πιεµόντε, της Γαλλίας, της Πρωσίας και της Ρωσίας, τις σφαγές στο Παρίσι της Κοµούνας, όπου ο κόσµος τρώει τα ποντίκια, αηδιαστικά και ρυπαρά στέκια εγκληµατιών οι οποίοι, ανάµεσα στους ατµούς απ’ το αψέντι, καταστρώνουν εκρήξεις κι εξεγέρσεις στις πλατείες, ψεύτικες γενειάδες, ψεύτικους συµβολαιογράφους, ψεύτικες διαθήκες, διαβολικές αδελφότητες και µαύρες λειτουργίες.
Σχεδόν τριάντα χρόνια µετά Το όνοµα του ρόδου, το οποίο καθιέρωσε τον Ουµπέρτο Έκο ως έναν από τους σηµαντικότερους λογοτέχνες του εικοστού αιώνα, το πολυαναµενόµενο Κοιµητήριο της Πράγας αποδεικνύει ότι το ταλέντο του ιδιοφυούς Ιταλού διανοούµενου παραµένει αστείρευτο.

Μεταφράζεται σε 40 γλώσσες.

Mόνο στην Ιταλία, έφτασε στην 9η έκδοση και ξεπέρασε τα 650.000 αντίτυπα σε δυο μήνες.
Μόλις 4 ημέρες μετά την κυκλοφορία του, άγγιξε την 370ή χιλιάδα.
ΦΥΛΛΟ ΜΗΔΕΝ


Λίγα λόγια για το βιβλίο
Ένα συνονθύλευμα δημοσιογράφων μιας καθημερινής εφημερίδας που δε νοιάζεται τόσο για την πληροφορία όσο για εκβιασμούς, λασπολογίες και φτηνές ιστορίες.
Ένας παρανοϊκός συντάκτης που αναβιώνει πενήντα χρόνια Ιστορίας υπό το φως μιας σατανικής πλεκτάνης με επίκεντρο το πτώμα ενός ψευτο-Μουσολίνι σε αποσύνθεση.
Στις σκιές παραμονεύει η μυστική δεξιά Επιχείρηση Gladio, η μασονική Στοά P2, η υποτιθέμενη δολοφονία του Πάπα Ιωάννη Παύλου Ι, το πραξικόπημα του πρίγκιπα Τζούνιο Βαλέριο Μποργκέζε, η CIA, και είκοσι χρόνια σφαγής και συγκάλυψης.
Μια χλιαρή ιστορία αγάπης ανάμεσα σε έναν αποτυχημένο αφανή συγγραφέα και ένα ενοχλητικό κορίτσι το οποίο, για να βοηθήσει την οικογένειά του, έχει παρατήσει το πανεπιστήμιο και ασχολείται με τα ροζ κουτσομπολιά.
Ένα τέλειο εγχειρίδιο κακής δημοσιογραφίας, όπου ο αναγνώστης αρχίζει σιγά σιγά να αναρωτιέται αν πρόκειται για μυθοπλασία ή πιστή αποτύπωση της πραγματικότητας.
Μια ιστορία που εκτυλίσσεται το 1992 –χρονιά που προοιωνίστηκε πολλά μυστήρια και απερισκεψίες των επόμενων είκοσι ετών– ακριβώς τη στιγμή που οι δύο πρωταγωνιστές νόμιζαν ότι ο εφιάλτης είχε τελειώσει.
Ένα πικρό και γκροτέσκο επεισόδιο που λαμβάνει χώρα στην Ευρώπη κατά την περίοδο μετά τη λήξη του πολέμου και φτάνει μέχρι το σήμερα – ένα επεισόδιο που θα κάνει τον αναγνώστη να αισθανθεί τόσο χαμένος όσο και οι δύο πρωταγωνιστές.

Ένα αποκαλυπτικό μυθιστόρημα για τον σκοτεινό κόσμο της δημοσιογραφίας και τα πολιτικά παρασκήνια της Ευρώπης από τον συγγραφέα των μπεστ σέλερ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΡΟΔΟΥ και ΤΟ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΠΡΑΓΑΣ. https://www.psichogios.gr/

Η ΜΥΣΤΗΡΙΩΔΗΣ ΦΛΟΓΑ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ ΛΟΑΝΑ


Λίγα λόγια για το βιβλίο
Η επίκληση σε βασίλισσες που αγάπησαν απεγνωσμένα και μάταια, έτσι όπως η Λοάνα, ξυπνά συχνά τα θαύματα από ύπνο αιώνων, γεννά ανεμοστρόβιλους που φέρνουν αφηγηματικές εκστάσεις και λυτρώνει από το λήθαργο του νου. Η γιατρειά, ανείπωτα θαυματουργή, προσφέρεται ως δίνη από ιστορίες, ποιήματα, μυθιστορήματα, ταινίες, κόμικς – καλειδοσκόπιο που τρελάθηκε, κοσμογονία και αποκατάσταση προσώπου, τόπου, ζωής. Ο Ουμπέρτο Έκο καταστρέφει το συμβατικό μυθιστόρημα για να το φτιάξει από την αρχή, με ίδια και, όμως, ανόμοια υλικά, ανακαινισμένο, εικονογραφημένο και εικονογραφικό – και εικονοκλαστικό. Ένας έμπορος βιβλίων που πάσχει από αμνησία και η ιστορία του κόσμου από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ως τις μέρες μας, μια αφηγηματική ανασυγκρότηση ερειπίων, pop/pulp εικόνες, μπαρόκ επιβιώσεις και φόρμες παραδοσιακές να ομολογούν την αδιάλλακτη πίστη τους στο θαύμα του χρόνου που κερδίζεται ξανά και ξανά. Μετά το ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΡΟΔΟΥ και το ΜΠΑΟΥΝΤΟΛΙΝΟ, ο μεγάλος Ιταλός διανοούμενος και συγγραφέας ποντάρει τα ρέστα του στη μαγεία του άδολου, στη σαγήνη μιας φλόγας και στον ασίγαστο οίστρο των ιστοριών – και, ως συνήθως, κερδίζει το στοίχημα. https://www.psichogios.gr/

ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΕΧΘΡΟ

Λίγα λόγια για το βιβλίο
Ο πραγματικός τίτλος αυτής της συλλογής θα έπρεπε να είναι ο υπότιτλός της, δηλαδή «Περιστασιακά κείμενα». Αυτό που καθόρισε την τελική επιλογή ήταν απλώς η δικαιολογημένη ανησυχία του εκδότη ότι ένας τίτλος τόσο πομπωδώς μετριόφρων δε θα τραβούσε την προσοχή του αναγνώστη.
Τι είναι ένα περιστασιακό κείμενο και ποια τα προτερήματά του; Κανονικά, ο συγγραφέας ούτε που σκεφτόταν ότι θα χρειαζόταν να ασχοληθεί μ’ ένα συγκεκριμένο θέμα, αλλά κατέληξε εκεί ύστερα από την πρόσκληση σε μια σειρά συζητήσεων ή δοκιμίων με ορισμένο περιεχόμενο. Αυτό τον οδήγησε να στοχαστεί πάνω σε κάτι που, υπό άλλες συνθήκες, θα είχε παραβλέψει – και συχνά ένα θέμα που μας υπαγορεύεται απ’ έξω αποδεικνύεται πιο γόνιμο από ένα άλλο που γεννιέται μέσα μας από κάποια ιδιοτροπία.
Ιδού λοιπόν μια σειρά από περιστασιακά κείμενα σχετικά με το Απόλυτο, τους λόγους που μας ωθούν να κλαίμε για τη μοίρα της Άννας Καρένινα, τους θησαυρούς των καθεδρικών ναών, τον Βικτόρ Ουγκό, την τύχη ή την ατυχία του Τζόις κατά την εποχή του φασισμού, την υπόθεση Wikileaks κ.ά. Η επιλογή του τίτλου του πρώτου κειμένου ως βασικού τίτλου του βιβλίου δεν είναι πάντως τυχαία, δεδομένου ότι Εχθροί πρέπει να εφευρίσκονται συνεχώς και να παρουσιάζονται με τρόπο απεχθή και τρομακτικό, προκειμένου να κρατιούνται «αιχμάλωτοι» οι λαοί. https://www.psichogios.gr/

ΜΠΑΟΥΝΤΟΛΙΝΟ


Λίγα λόγια για το βιβλίο

Ο Έκο είναι σαφής: Δεν υπάρχουν ιστορίες χωρίς νόημα. Επειδή, βέβαια, δεν υπάρχουν ζωές χωρίς νόημα. Στο τέταρτο μυθιστόρημά του, ο φιλοπαίγμων Ιταλός σημειολόγος γιορτάζει τη ζωή έτσι όπως όντως είναι, πλήρης νοήματος, συντονισμένη με τον μυστικό ρυθμό μιας αδιάλειπτης διήγησης.

Το αφηγηματικό πανηγύρι θεμελιώνεται σε μια γλωσσολαλία που τη σαρκώνει ο Μπαουντολίνο, εύθυμος παραμυθάς, κλέφτης περγαμηνών, χαρισματικός ψεύτης, δυνητικό προσωπείο κάθε μυθιστοριογράφου και, τελικά, αρχέτυπο του ανθρώπου που αναζητά στη ροή του λόγου την πιο προσωπική του ιστορία.
Η μυθιστορική περιπέτεια, η μεσαιωνική φαντασμαγορία, η λαϊκότροπη μέθεξη ενός ευάλωτου γλεντιού, η ανεξάντλητη μοτιβική παρουσία του δισκοπότηρου: η σκανταλιάρα ευγλωττία του Έκο διαπρέπει ξανά στο μυθιστόρημα που ονειρεύεται μια βίβλο των ζωντανών, ένα παλίμψηστο που ενεργοποιείται με τη δύναμη της ουτοπίας. Και, βέβαια, είναι η ουτοπία του παρόντος κόσμου αυτή που μας ενδιαφέρει, φερμένη στην κάθε μας μέρα με το μόνο όχημα που την αντέχει˙ την αφήγηση, αυτή την υπέροχη δωρεά νοήματος που τη χαρίζουμε ο ένας στον άλλο με τον πιο απλό και τον πιο ακριβό τρόπο που έχουμε: ιστορώντας. https://www.psichogios.gr/


Τα διάσημα αποφθέγματά του 


~Τίποτε δεν δίνει σ’ έναν φοβισμένο άνθρωπο περισσότερο κουράγιο από το φόβο ενός άλλου
~Κάθε φορά που ένας ποιητής, ένας ιεροκήρυκας, ένας αρχηγός, ένας μάγος ξεστομίζει ασυναρτησίες, η ανθρωπότητα ξοδεύει αιώνες αποκρυπτογραφώντας το μήνυμα.
~Σήμερα μόνο οι ηλίθιοι κάνουν δικτατορίες με τανκς, από τη στιγμή που υπάρχει η τηλεόραση.
~Μου φτάνει που ξέρω να διαβάζω, γιατί έτσι μαθαίνω αυτά που δεν ξέρω, ενώ όταν γράφεις, γράφεις μόνο αυτά που ξέρεις ήδη.
~Τίποτε δεν δίνει σ’ έναν φοβισμένο άνθρωπο περισσότερο κουράγιο από το φόβο ενός άλλου.
~Η τέχνη του διαβάσματος έγκειται στο να ξέρεις ποιες σελίδες να πηδήξεις.
~Να φοβάσαι τους προφήτες κι αυτούς που είναι έτοιμοι να πεθάνουν για την αλήθεια, επειδή κατά κανόνα κάνουν και άλλους να πεθάνουν μαζί τους, μερικές φορές πριν από αυτούς και καμιά φορά αντί για αυτούς.
~Ο πολιτισμός δεν ακυρώνει τη βαρβαρότητα, αλλά, πολλές φορές, την επικυρώνει. Όσο πιο πολιτισμένος είναι ένας λαός, τόσο πιο βάρβαρος και καταστροφικός μπορεί να γίνει. 
~Όταν οι άνθρωποι σταματούν να πιστεύουν στο Θεό, δεν είναι ότι δεν πιστεύουν πια τίποτα. Πιστεύουν στα πάντα.
~Η μαζική κουλτούρα είναι αντι-κουλτούρα.
~Οι κρίσεις πουλάνε καλά.
~Κωμικό είναι η κατανόηση του αντιφατικού. Χιούμορ είναι η υποψία γι’ αυτό.
~Τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις.
~Η υπερβολική συσσώρευση στοιχείων κιτς αποτελεί μια αξιοσημείωτη υφολογική πρόταση.
~Το ρόδο είναι τόσο πλούσιο σε νοήματα, που δεν του έχει μείνει πια σχεδόν κανένα νόημα.
~Η μετάφραση είναι η τέχνη της αποτυχίας.
~Έχω φτάσει να πιστεύω ότι ολόκληρος ο κόσμος είναι ένα αίνιγμα, ένα άκακο αίνιγμα που γίνεται τρομερό λόγω της δικής μας μανιώδους προσπάθειας να το ερμηνεύσουμε σαν να είχε δήθεν κάποια βαθύτερη αλήθεια.
~Οι ιστότοποι κοινωνικής δικτύωσης έδωσαν το δικαίωμα να μιλάνε σε λεγεώνες ηλιθίων που άλλοτε δεν μίλαγαν παρά μόνο σε μπαρ, αφού είχαν πιει κανένα ποτήρι κρασί, χωρίς να βλάπτουν την κοινότητα. Τους αναγκάζαμε αμέσως να σωπάσουν, αλλά σήμερα έχουν το ίδιο δικαίωμα λόγου με ένα βραβείο Νόμπελ. Είναι η εισβολή των ηλιθίων.
~«Τι όμορφο που είναι ένα βιβλίο, που επινοήθηκε για να πιάνεται στο χέρι, ακόμη και στο κρεβάτι, ακόμη και μέσα σε μία βάρκα, ακόμη και εκεί όπου δεν υπάρχουν ηλεκτρικές πρίζες, ακόμη κι αν έχει αποφορτιστεί κάθε μπαταρία και αντέχει τα σημάδια και τα τσαλακώματα, μπορεί να αφεθεί να πέσει καταγής ή να παρατηθεί ανοιγμένο στο στήθος ή στα γόνατα όταν μας παίρνει ο ύπνος, μπαίνει στην τσέπη, φθείρεται, καταγράφει την ένταση, την επιμονή ή τον ρυθμό των αναγνώσεών μας, μας υπενθυμίζει (αν φαίνεται πολύ καινούργιο ή άκοπο) ότι δεν το διαβάσαμε ακόμη…»

Δημοφιλείς αναρτήσεις