Κυριακή 14 Ιουλίου 2013

"Οδοιπορίας το Ανάγνωσμα"

εκδόσεις Κουκούτσι.

Στα πλαίσια του καθιερωμένου (πλέον) , που συντροφεύει, μεταξύ άλλων, την ανάγνωση των θερινών τευχών του περιοδικού τα τελευταία δύο χρόνια, φιλοξενείται η χώρα της Ιαπωνίας και το εκτενές κείμενο του Φώτη Καγγελάρη. Παραθέτουμε ένα απόσπασμα:

Αν μπορούμε να πούμε ότι η Αφρική είναι η τελευταία ήπειρος που αποδίδει με ελεύθερη έκφραση την σχέση του ανθρώπου με την φύση και η Λατινική Αμερική, η τελευταία ήπειρος που πιστεύει συναισθηματικά στις παλιές αξίες της λαϊκής αξιοπρέπειας, τότε, η τελευταία ήπειρος, και λέω ήπειρος και όχι χώρα παρ’ ότι βρίσκεται στην Ασία, αλλά, τόσο ξεχωριστή από τις υπόλοιπες χώρες της Ασίας που από μόνη της συγκροτεί μια ήπειρο κουλτούρας αφού, μόνον σ’ αυτή συμβαίνουν όσα θα δούμε, η τελευταία ήπειρος, λοιπόν, που η Τελετουργία καταλαμβάνει τα πάντα στη ζωή του ανθρώπου, ανεξαρτήτου τάξης, φύλου, ηλικίας, τόπου, αυτή είναι η Ιαπωνία.
Στην Ιαπωνία, όπως θα ξέρουμε, όσοι την έχουμε επισκεφτεί, διαβάσει, ή απλώς έχετε περάσει ένα βράδυ σ’ ένα ιαπωνικό εστιατόριο, τα πάντα υπακούουν σε κώδικες, αρχές, εθιμοτυπίες, σύμβολα που διαδέχονται το ένα το άλλο έτσι που να συγκροτούν την ίδια τη διαδικασία της τελετής, το ίδιο το γεγονός. Τόσο που, το ίδιο το γεγονός, αυτό που συμβαίνει, χάνεται μέσα στην τελετή της διαδοχής των συμβολικών κινήσεων που το συγκροτούν και το εκφράζουν.
Τίποτα δεν είναι αφημένο στην τύχη του. Φαινομενικά δεν υπάρχει πουθενά κενό, αφού τα πάντα βρίσκονται, σε μια αυστηρή, θα λέγαμε άκαμπτη νομοτέλεια από τις πιο μικρές καθημερινές κινήσεις, το χαμόγελο, την υπόκλιση, το ντύσιμο, ως την πρώτη νύχτα του γάμου του αυτοκράτορα, τους Κήπους Ζεν, την Ικεμπάνα …

Σε τι αποσκοπεί αυτή η τελετουργία; Ποιο το νόημά της; Γιατί επεβίωσε μόνο στην Ιαπωνία ως τις μέρες μας; Τι έχει να πει για τη ζωή του Δυτικού ανθρώπου του 21ου αι.; Κατ’ αρχάς, για να καταλάβουμε καλύτερα περί τίνος πρόκειται ας δούμε μερικά παραδείγματα που θα μας βοηθήσουν στην ανάλυσή μας. Ας πάρουμε για παράδειγμα, τη γνωστή τελετή του Σούμο κι ας δούμε πώς αρχίζει ο αγώνας:…….

Παλαμίδα σαβόρε

Παλαμίδα σαβόρε
Η παλαμίδα (και όχι μόνο ) σε μια μυρωδάτη πεντανόστιμη σάλτσα!
 
 
Το δεντρολίβανο , το αρισμαρί όπως το λέμε στην Κρήτη,  είναι από τα αγαπημένα μυρωδικά της κουζίνας
μας. Σε ψητά και σε τηγανητά δίνει ιδιαίτερο άρωμα και χαρακτηριστική γεύση. Ο
συνδυασμός του με ξύδι είναι από τους ωραιότερους και είναι αυτός που
χαρακτηρίζει τη σάλτσα σαβόρε.

 
 
Από μια «βόλτα» στο διαδίκτυο είδα ότι σε πολλές
περιοχές σαβόρε ή σαβόρο λένε μια σάλτσα που περιέχει και ντομάτα. Συνηθίζεται
πολύ στα Ιόνια νησιά . Η κρητική εκδοχή είναι μάλλον παλαιότερη αφού η ντομάτα μπήκε σχετικά πρόσφατα στο ελληνικό εδεσματολόγιο, μόλις το 1818. Ίσως η συνταγή να έχει ιταλική προέλευση όπως δηλώνει
η ονομασία της.

 
 
Με ξύδι λοιπόν , μ’ αρισμαρί κι αλεύρι αρτύζουμε από χοχλιούς και τηγανητά λαχανικά ως συκώτι και ψάρια. Αυτή η νόστιμη σάλτσα είναι εκτός των άλλων και
εξαιρετικό συντηρητικό.

Τα «σαβοριασμένα» ψάρια και το συκώτι διατηρούνται 2-3 μέρες
σαν φρέσκα. Γι αυτό και συνηθιζόταν πολύ στην προ ψυγείων εποχή. Επίσης χρησιμοποιείται
για να φρεσκάρει μεσημεριανά τηγανητά ψάρια. Ταιριάζει με όλα σχεδόν τα ψάρια
αλλά περισσότερο με τα λιπαρά.

 
 
Παλαμίδες, σαβρίδια, φρίσσες αλλά και μεγαλούτσικες γόπες και όλα τα ψάρια που τηγανίζονται σε φέτες αποκτούν άλλη γεύση με το ξύδι και το αρισμαρί. Προσωπικά, δεν τρώγω παλαμίδα μαγειρεμένη με άλλο
τρόπο. Αφήστε δε τη νοστιμιά που δίνει στο ψωμί αν δεν φοβηθούμε τις θερμίδες
και το απολαύσουμε μουσκεμένο στο σκουρόχρωμο υγρό…

 
 
 
Υλικά:
 
Παλαμίδα ή άλλο ψάρι  (το δικό μου ήταν 700 γραμμάρια, χωρίς το
κεφάλι)
Αλεύρι για το αλεύρωμα της παλαμίδας
Αλάτι
Ελαιόλαδο για το τηγάνισμα
2 κουταλάκια αρισμαρί (δεντρολίβανο)
1/3 -1/2 κούπας ξύδι
 
Επί το έργον:
 

Τι είναι η Βυζαντινή Φιλοσοφία;


http://www.antifono.gr

Τι είναι η Βυζαντινή Φιλοσοφία;



Δημήτρης Τζωρτζόπουλος 

Η κινηματική Φύση της Βυζαντινής Σκέψης

Υπό τον όρο Βυζαντινή  Φιλοσοφία  συνήθως καταλαβαίνει κανείς  εκείνον τον φιλοσοφικής υφής στοχασμό που αναπτύχθηκε στο Βυζάντιο ως θεραπαινίδα  της θεολογίας. Και τούτο μέσα σε ένα γενικότερο πνεύμα που θεωρεί τη μεσαιωνική σκέψη της Δύσης ως μια τέτοια θεραπαινίδα της θεολογίας. Είναι αλήθεια πως η εν λόγω φιλοσοφία, όπως και η συνολική μεσαιωνική φιλοσοφία, δεν στάθηκε στο ιστορικό προσκήνιο ερήμην της θεολογικής σκέψης, που αυτούς τους χρόνους έπαιζε έναν κυρίαρχο ρόλο: απηχούσε το πνεύμα της εποχής. Ωστόσο, ο όρος  Βυζαντινή Φιλοσοφία  παραπέμπει σε κάτι πιο φιλοσοφικό, με σχετική αυτονομία από τη θεολογία, και θεμελιωδώς σημαντικό ή αναγκαίο για την περαιτέρω ιστορική ανάπτυξη του φιλοσοφικού στοχασμού.
Κατ’ αρχήν, ιστορικά ιδωμένη, η θεωρητική φιλοσοφική δημιουργία στο Βυζάντιο μπορεί να χαρακτηριστεί ως  η μεσαιωνική περίοδος της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας. Πρόκειται, στ’ αλήθεια, για εκείνη την περίοδο, όπου βρίσκονται σε παράλληλη ή και ορισμένως σε αλληλονοηματοδοτούμενη ανάπτυξη η ύστατη φάση της Αρχαίας φιλοσοφίας και η Πατερική θεολογία.


§2
Όπως κι αν έχει το πράγμα, η Βυζαντινή φιλοσοφία καλλιεργεί έναν στοχασμό κριτικής-Λογικής αυτοσυνείδησης σε σχέση πάντοτε με την ιστορικά-Λογικά πραγματωμένη ως τότε αρχαία φιλοσοφική σκέψη. Βέβαια, η θεματική αυτού του στοχασμού κινείται σε μια περιοχή, σχετιζόμενη με τη Θεολογία: θέματα, ας πούμε, είναι ο θεός στις πολλαπλές του ερωτηματικές-σημασιακές σχέσεις, όπως το ερώτημα για την προσωπική του ύπαρξη, για το κατά πόσο είναι η ύψιστη αρχή της ύπαρξης και της ουσίας, για την περατότητα και την απειρότητα κ.α.  Η αυθεντικότητα όμως και η πρωτοτυπία του εν λόγω φιλοσοφικού στοχασμού έναντι της Θεολογίας έγκειται κυρίως στην επιστημονική του εκδίπλωση: ακολούθησε τη δική του Λογικήγνωσιοθεωρητική μέθοδο ή μεθόδευση (Verfahren), την οποία η Θεολογία δεν διέθετε με κανένα τρόπο και σε κανένα σημείο. Μέσα από μια τέτοια μεθοδολογική πορεία αναδύθηκαν θεμελιώδη πνευματικά στοιχεία ή φαινόμενα της οντο-λογικής αγωνίας του ανθρώπου, όπως ο ανθρωπισμός, ο δια-φωτισμός κ.λπ., τα οποία συνιστούσαν σπέρματα ή στοιχειακές ενοράσεις για ό,τι έμελλε να μας προσφέρει το μετέπειτα συμπαντικό πνευματικό κίνημα της Δύσης.
§3
Οι διάφοροι Λόγιοι, που εντάσσονται στη χορεία των Βυζαντινών φιλοσόφων, πέραν των φιλοσοφικών εγχειριδίων, έχουν αφήσει σημαντικό ερμηνευτικόσχολιαστικό έργο επί κειμένων της κλασσικής φιλοσοφίας των Ελλήνων, όπως του Πλάτωνα ή του Αριστοτέλη. Αυτή η συμβολή είναι μοναδική στο είδος της –και τότε αλλά και διαχρονικά– γιατί η αληθινή φιλοσοφία διέρχεται πρωτίστως μέσα από τη βαθιά και συγκεκριμένη κατανόηση των φιλοσοφικών πηγών της ανθρώπινης σκέψης και όχι από ένα παραφραστικό πλησίασμά τους. Το τελευταίο συμβαίνει, σχεδόν κατά κόρον, στη σημερινή νεοελληνική πραγματικότητα: εντός κυρίως των «μορφωτικών» μας ιδρυμάτων, αλλά και ορισμένως εκτός,  συμβαίνει ο καθηγητεύων να μην γνωρίζει ούτε τι χρώμα έχει το εξώφυλλο από το ένα ή το άλλο έργο ενός αρχαίου φιλοσόφου ή ενός Χέγκελ, Νίτσε, Χάιντεγκερ, Μαρξ κ.λπ. και όμως να αποφαίνεται με «μεγάλη κατάνυξη» για  την πεμπτουσία της σκέψης τους. Να γιατί η πιο πάνω συμβολή των φιλοσόφων–στοχαστών του Βυζαντίου αποτέλεσε μια σαφώς οριοθετημένη περιοχή, μια εύκρατη ζώνη, εντός της οποίας κατόρθωσε να αναπτυχθεί η μεσαιωνική φάση της δυτικής σκέψης.
§4

Χωρίς τον πολυσχιδή φιλοσοφικό μόχθο του Βυζαντίου δεν θα γινόταν δεόντως αισθητός σήμερα ο ζωτικός πλούτος των φιλοσοφικών κειμένων της αρχαίας φιλοσοφίας. Η φυσική συνέχεια του αρχαίου Ελληνικού στοχασμού –συμπεριλαμβανομένης και της ελληνικής γλώσσας ως έκφρασης και σκέψης– συνέβη στο Βυζάντιο και όχι στη Λατινική Δύση. Ακόμη και το κλείσιμο της Πλατωνικής Ακαδημίας στην Αθήνα το 529 από τον Ιουστινιανό δεν μπόρεσε να ανακόψει την κινηματική πορεία της ελληνικής σκέψης και ενός αντίστοιχου Λόγου. Αυτός ακριβώς ο κινηματικός χαρακτήρας του Λόγου επέτρεψε στον Χριστιανισμό να αναζητήσει μέσα στον συγκεκριμένο Λόγο και δι’ αυτού τη δική του αυτογνωσία και αυτοσυνειδησία. Αυτός ο βυζαντινός Χριστιανισμός αποτέλεσε την αφετηρία, κυριολεκτικά το γλυκοχάραμα, για τον δυτικό Χριστιανισμό και τις περαιτέρω μετεξελίξεις του. Το εννοιολογικό οπλοστάσιο του Χριστιανισμού, όπως π.χ. άγιο Πνεύμα, θεία ουσία ή υπόσταση κ.λπ., ανάγει τις ρίζες του ή τις θεωρητικές του επανερμηνείες, σε γενικές γραμμές, στον παραπάνω φιλοσοφικό στοχασμό ή μέσω αυτού του Βυζαντινού στοχασμού στον αρχαίο ελληνικό στοχασμό. Θα μπορούσε λοιπόν κανείς να συνοψίσει πως η Βυζαντινή Φιλοσοφία νομιμοποιεί την παρουσία της μέσα στην Ιστορία της Φιλοσοφίας ως εκείνη τη μορφή της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας, που ανταποκρινόταν στο πνεύμα της εποχής, όπως ετούτη η εποχή εκφράστηκε πολιτικά–κρατικά με το μόρφωμα της Ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.


Δημοφιλείς αναρτήσεις