Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2013

Γρηγόριος Ξενόπουλος

Αποτέλεσμα εικόνας για Γρηγόριος ΞενόπουλοςΟ Γρηγόριος Ξενόπουλος (9 Δεκεμβρίου 1867 - 14 Ιανουαρίου 1951) ήταν Ζακυνθινός μυθιστοριογράφος, δημοσιογράφος και συγγραφέας θεατρικών έργων. 
Διετέλεσε αρχισυντάκτης στο θρυλικό πια περιοδικό "Η Διάπλασις των Παίδων" κατά την περίοδο 1896 - 1948. Κατά την αρχισυνταξία του Ξενόπουλου στο περιοδικό ήταν και ο βασικός του συντάκτης. 
Είναι χαρακτηριστική η υπογραφή του Σας ασπάζομαι, Φαίδων, που χρησιμοποιούσε στις επιστολές που υποτίθεται έστελνε στο περιοδικό. Ήταν ο ιδρυτής και εκδότης του περιοδικού Νέα Εστία, το οποίο εκδίδεται ακόμα και σήμερα. 
Το 1931 έγινε ακαδημαϊκός. Μαζί με τους Παλαμά, Σικελιανό και Καζαντζάκη ίδρυσε την Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών.

Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στις 9 Δεκεμβρίου 1867. Ο πατέρας του, Διονύσιος, καταγόταν από τη Ζάκυνθο και η μητέρα του Ευλαλία από την Πόλη. Ο Γρηγόριος έζησε τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια στη Ζάκυνθο, μέχρι το 1883, όταν γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών για να σπουδάσει Φυσικομαθηματικά, μετά από προτροπή του φίλου του Νικολάου Μοτσενίγου, ο οποίος σπούδαζε ήδη Φυσικομαθηματικός στην Αθήνα. Τις σπουδές του δεν τις ολοκλήρωσε ποτέ: από το πρώτο ήδη έτος είχε αρχίσει την ενασχόληση με τη λογοτεχνία, η οποία ήταν και η μοναδική πηγή εσόδων του. Από το 1892 εγκαταστάθηκε μόνιμα πλέον στην Αθήνα και το 1894 παντρεύτηκε την Ευφροσύνη Διογενίδη. Το ζευγάρι χώρισε ενάμιση χρόνο μετά, ενώ είχαν ήδη αποκτήσει μια κόρη και ο συγγραφέας παντρεύτηκε ξανά το 1901 την Χριστίνα Κανελλοπούλου, με την οποία απέκτησε άλλες δύο κόρες. Συνεργάστηκε με πλήθος εφημερίδων και περιοδικών στις οποίες δημοσίευε μελέτες, άρθρα, διηγήματα και μυθιστορήματα. Το 1894 ανέλαβε τη διεύθυνση της Εικονογραφημένης Εστίας, το 1896 έγινε αρχισυντάκτης του περιοδικού Η Διάπλασις των Παίδων, του οποίου ήταν και συνδρομητής κατά τα παιδικά του χρόνια. Από το 1901 ως το 1912 δημοσίευε στο περιοδικό Παναθήναια λογοτεχνικά έργα και μελέτες και από το 1912 άρχισε να συνεργάζεται με την εφημερίδα Έθνος γράφοντας μυθιστορήματα σε συνέχειες. Το 1927 ίδρυσε το περιοδικό Νέα Εστία, του οποίου ήταν διευθυντής ως το 1934. Κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 ο Γρηγόριος Ξενόπουλος μαζί με άλλους Έλληνες λογίους προσυπέγραψε την Έκκληση των Ελλήνων Διανοουμένων προς τους Διανοούμενους ολόκληρου του Κόσμου με την οποία αφενός μεν καυτηριάζονταν η κακόβουλη ιταλική επίθεση, αφετέρου δε διέγειρε την παγκόσμια κοινή γνώμη σε επανάσταση συνειδήσεων για κοινό νέο πνευματικό Μαραθώνα. Πέθανε στην Αθήνα στις 14 Ιανουαρίου 1951 και κηδεύτηκε δημοσία δαπάνη. Πεζογραφικό
Ο Ξενόπουλος ήταν πολυγραφότατος συγγραφέας. Έγραψε πάνω από 80 μυθιστορήματα και πλήθος διηγημάτων. Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα το 1888 με το μυθιστόρημα " Ο "ανθρωπος του κόσμου". Αυτό και το επόμενο μυθιστόρημά του, "Νικόλας Σιγαλός" (1890), "αθηναϊκά" μυθιστορήματα, ήταν αποτυχημένα. Έπειτα στράφηκε στην έμπνευση από την πατρίδα του και έγραψε κάποια από τα καλύτερά του έργα, "Μαργαρίτα Στέφα" (1893), "Κόκκινος βράχος" (1905). Ακολούθησαν έργα "αθηναϊκά", τα σημαντικότερα από τα οποία είναι "Ο πόλεμος" (1914) και " οι μυστικοί αρραβώνες" (1915) και το "ζακυνθινό" "Λάουρα" (1915), επίσης ένα από τα καλύτερά του. Η πιο φιλόδοξη συγγραφική του απόπειρα ήταν η κοινωνική τριλογία "Πλούσιοι και φτωχοί" (1919), "Τίμιοι και άτιμοι" (1921), "Τυχεροί και άτυχοι" (1924). Τα δύο πρώτα αναγνωρίζονται ως τα καλύτερα και πιο ώριμα έργα του. Άλλα αξιόλογα έργα του που ακολούθησαν είναι τα: "Αναδυομένη" (1923), "Ισαβέλλα" (1923), "Τερέζα Βάρμα-Δακόστα" (1925).
Τα έργα του διαδραματίζονται στην Αθήνα και τη Ζάκυνθο. Θεωρείται ο εισηγητής του "αστικού μυθιστορήματος", δηλαδή του μυθιστορήματος που διαδραματίζεται στα αστικά κέντρα (βλ. Ελληνική πεζογραφία 1880-1930). Βασικό θέμα στα έργα του είναι ο έρωτας, κυρίως έρωτας μεταξύ ατόμων από διαφορετικές τάξεις. Η ικανότητά του να γράφει εύκολα και γρήγορα τον οδήγησε κάποιες φορές σε "εκπτώσεις" ως προς την ποιότητα. Πολλοί τον κατηγόρησαν, όταν άρχισε να δημοσιεύει μυθιστορήματα σε συνέχειες, ότι έκανε πολύ εύκολα παραχωρήσεις στα γούστα του αναγνωστικού κοινού και ότι χρησιμοποιούσε συχνά προκλητικές για την εποχή ερωτικές σκηνές για να κερδίζει χρήματα. Όλοι όμως επισημαίνουν αρετές του έργου του, όπως η αφηγηματική ευχέρεια, η ικανότητα να κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη και η παρατηρητικότητα. Ο Ξενόπουλος και το αστικό μυθιστόρημα Τα έργα του Ξενόπουλου είναι περισσότερο για ψυχαγωγία παρά για φιλολογική ανάλυση. Ο αστικός ρεαλισμός που επικρατούσε αυτή την εποχή στην Ευρώπη και στην Αμερική επηρεάζει και τα έργα του Ξενόπουλου. Για το λόγο αυτό ο Ξενόπουλος θεωρείται από πολλούς εισηγητής του αστικού μυθιστορήματος με προσπάθειες για την αντανάκλαση της ίδιας της πραγματικότητας. Ας μη ξεχνάμε ότι ο Ξενόπουλος ανήκει στη γενιά του 1880, χρονολογία η οποία αποτελεί σταθμό στην ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας (Αρχή νεοελληνικής αναγέννησης με τον Παλαμά αλλά και τον Ροΐδη με το μυθιστόρημα του Πάπισσα Ιωάννα.
Ο Ξενόπουλος υπήρξε γνώστης της σχετικής παράδοσης αλλά και καινοτόμος νεωτεριστής. Η στροφή του προς τον αστικό ρεαλισμό υπήρξε βασικά ιδιάζουσα παρέκκλιση από την ηθογραφία. Ο αστικός ρεαλισμός χρησίμευε για την κάλυψη του κενού – την απουσία ενός μέσου στρώματος αναγνωστών που θα λειτουργούσε ως ενδιάμεσος χώρος για μια πολύπλευρη ανάπτυξη λογοτεχνικής γραφής. Τα πρώτα του μυθιστορήματα εξελίσσονται στην Αθήνα με υλικό τη φοιτητική ζωή, πριν ο συγγραφέας κλείσει τα 30. Παραμένει πάντα ο ψυχογράφος. Ο Ξενόπουλος χρησιμοποιεί περιστατικά και από την ίδια του τη ζωή με τρόπο όμως που αυτά να περνάνε σαν φανταστικά. Θεατρικό Το πρώτο του θεατρικό έργο, Ο ψυχοπατέρας, παρουσιάστηκε το 1895. Από τις αρχές του αιώνα άρχισε να συνεργάζεται με τη Νέα Σκηνή του Κων/νου Χρηστομάνου. Τα σπουδαιότερα θεατρικά του έργα είναι: "Το μυστικό της κοντέσσας Βαλέραινας" (1904), η "Στέλλα Βιολάντη" (1909, με την Μαρίκα Κοτοπούλη), "Φοιτηταί". Ο Ξενόπουλος έγραψε συνολικά 46 διαφορετικά θεατρικά έργα. Το 1901 πρωταγωνίστηκε μαζί με τον Παλαμά για την ίδρυση της Νέας Σκηνής και χάρη στη γνώση ξένων γλωσσών ενημερωνόταν έγκαιρα για σημαντικά πνευματικά συμβάντα στις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες. Έγραφε προλόγους για τον Ίψεν και ζούσε το θέατρο, ζυμωνόταν η καθημερινή ζωή του με αυτό. Πολλά δράματα του είχαν αρχικά γραφτεί ως πεζογραφήματα και έπειτα μεταφέρθηκαν στη σκηνή. (Π.χ. Έρως εσταυρωμένος - Στέλλα Βιολάντη). Μετέφρασε και διασκεύασε αρκετά ξένα έργα και η στάθμη της γραφής του ήταν σε όλες τις περιπτώσεις υψηλά. Συμμετείχε σε διάφορες επιτροπές δραματουργικών διαγωνισμών και το Βασιλικό Θέατρο της Αθήνας εγκαινιάστηκε στα 1932 με δικό του έργο «Ο θείος Όνειρος». Τα περισσότερα έργα του Ξενόπουλου είναι τρίπρακτα (28). Στην πρώτη πράξη τίθεται συνήθως το θέμα και χαρακτηρίζονται τα πρόσωπα, στη δεύτερη εντείνεται η πλοκή και κορυφώνεται το δράμα και στην τρίτη έρχεται η λύση. Ο Ξενόπουλος χτίζει μεθοδικά φράση με φράση, προετοιμάζει τα επερχόμενα περιστατικά που φαίνονται λίγο άσχετα με το κύριο θέμα, αλλά αποδεικνύονται αναγκαία. Η «Στέλλα Βιολάντη» (στην οποία προχωρεί με γρήγορο ρυθμό από την ευχάριστη ατμόσφαιρα ενός ζακυνθινού σπιτιού στη συγκλονιστική κορύφωση του εκούσιου θανάτου της νύμφης) υπήρξε πρότυπο για άλλα 2 γνωστά θεατρικά έργα που αν και γράφτηκαν πιο μετά υστερούν σε δραματική τεχνική. Οι κατηγορίες των έργων του: Ο Ξενόπουλος έγραψε με την ίδια επιτυχία και δράματα και κωμωδίες κυρίως με θέμα τον έρωτα. Τα έργα του είναι ηθογραφίες που αναδεικνύουν τη ζωή μιας εποχής η μιας τοπικής κοινωνίας, τοπικές και εποχικές ιδιαιτερότητες παίρνουν συχνά ισχύ άγραφων νόμων που επιβάλλονται μέσα από την κοινωνία. Τα έργα του ταξινομούνται είτε στη Ζάκυνθο είτε στην Αθήνα και ο Ξενόπουλος έρχεται να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ των 2 Σχολών, της Αθηναϊκής και της Επτανησιακής. Ζακυνθινά έργα: Στέλλα Βιολάντη, Ραχήλ, Φωτεινή Σαράντη, Ο ποπολάρος Αθηναϊκά: Φοιτηταί, Ψυχοσάββατο, Το ανθρώπινο
Κριτική
Ιδιαιτέρως αξιόλογη ήταν η συμβολή του στην κριτική. Στο περιοδικό Παναθήναια δημοσίευσε πλήθος μελετών για πολλούς συγγραφείς, όπως τους Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, Γιάννη Καμπύση, Δημήτριο Βικέλα. Εκείνος πρωτοπαρουσίασε στο αθηναϊκό αναγνωστικό κοινό τον Κ. Π. Καβάφη, το 1903. Ο Ξενόπουλος και ο σοσιαλισμός Ο Ξενόπουλος, αν και προερχόταν από εύπορη οικογένεια δεν ήταν αριστοκράτης. Παρακολουθούσε ωστόσο τα προβλήματα των ανερχόμενων αστών όσο και των πιο φτωχών. Ερχόμενος στην Αθήνα έφερε μαζί του την ιδέα του ανθρωπιστικού σοσιαλισμού. Στην Αθήνα ήρθε σε επαφή με τον Δρακούλη και τους άλλους επικεφαλής του σοσιαλιστικού κόμματος, ενώθηκε με αυτούς και βοήθησε στην έκδοση των σοσιαλιστικών εφημερίδων «Άρδην» και «Κοινωνία». Το 1885 έγινε μάλιστα συντάκτης του «Άρδην». Τις θέσεις του για το σοσιαλισμό μπορούμε να δούμε καλύτερα στο Πλούσιοι και Φτωχοί. Ο Ξενόπουλος πίστευε σ΄ένα σοσιαλισμό που θα άλλαζε την κοινωνία χωρίς βίαιες ανατροπές. Σιγά-σιγά οι άνθρωποι θα καταλάβαιναν το συμφέρον τους, οι πλούσιοι και οι φτωχοί θα έρχονταν σε συνεννόηση χωρίς βία. Μόνο ο σοσιαλισμός θα μπορούσε να βάλει τέλος στο διαχωρισμό των 2 φυλών. Το ιδανικό του σοσιαλισμού θα εξασφάλιζε σε κάθε άνθρωπο οποιασδήποτε ράτσας τροφή, κατοικία και ενδυμασία, αλλά δεν μπορεί να καταλήξει ποτέ σε μία εντελώς ισότητα. Αρχικά ο Ξενόπουλος θεώρησε τις σοσιαλιστικές ιδέες τις μόνες που θα μπορούσαν να διορθώσουν την ανισότητα μεταξύ πλούσιων και φτωχών. Ωστόσο την εφαρμογή των σοσιαλιστικών ιδεών δεν την ήθελε βίαια με ανατροπές και επαναστάσεις που θα δημιουργούσαν θύματα. Με την άνοδο του πνευματικού επιπέδου του λαού –πίστευε- θα καταλάβαιναν οι άνθρωποι το πραγματικό τους συμφέρον. Για το λόγο αυτό θεωρούσε το γράψιμο ως οφειλή διαπαιδαγώγησης και έργο ευθύνης υπέρ του συνόλου.
Εργογραφία[1] Διηγήματα
Ελληνικού αγώνος το τριακοσιάδραχμον έπαθλον. Αθήνα, Χιώτης, 1885. Μητρυιά. Αθήνα, παράρτημα του περιοδικού Εστία, 1890. Στρατιωτικά διηγήματα. Αθήνα, Κασδόνης, 1892. Διηγήματα· Σειρά πρώτη. Αθήνα, τυπ.Κωνσταντινίδη, 1901. Διηγήματα· Σειρά δεύτερη. Αθήνα, τυπ.Κωνσταντινίδη, 1903. Διηγήματα· Σειρά τρίτη. Αθήνα, Κολλάρος, 1907. Ο κακός δρόμος και άλλα καινούργια διηγήματα (1908-1911). Αθήνα, Φέξης, 1912. Στέλλα Βιολάντη ή Έρως εσταυρωμένος και κάποια άλλα διαλεχτά διηγήματα. Αθήνα, Φέξης, 1914. Οι ερωτευμένοι και άλλα διηγήματα. Αθήνα, έκδοση Φιλολογικής Κυψέλης, χ.χ. Η Αναθρεφτή. Αθήνα, Γανιάρης, χ.χ. Πετριές στον ήλιο. Αθήνα, Παπαδόπουλος, 1919. Το Ζακυνθινό μαντήλι και άλλα δέκα διαλεχτά διηγήματα. Αθήνα, Γανιάρης, 1921. Αθηναϊκά διηγήματα· Ιστορία μιας χωρισμένης. Αθήνα, Γανιάρης, 1924. Ο Μινώταυρος και άλλα νέα διηγήματα (1921-1924). Αλεξάνδρεια, εκδ. του περ. Γράμματα, 1925. Πώς πολεμούν; Αθήνα, έκδοση της εφημερίδας Ελληνικόν Μέλλον, 1935. Ο τρελλός με τους κόκκινους κρίνους. Αλεξάνδρεια, Κασιγόνης, 1926. Πώς πολεμούν. Αθήνα, εκδ. εφ. Ελληνικόν Μέλλον, 1935. Αθανασία και άλλα 24 διηγήματα. Αθήνα, Οι φίλοι του βιβλίου, 1944. Μυθιστορήματα Θαύματα του Διαβόλου. Αθήνα, Ραφτάνης, 1883. Άνθρωπος του κόσμου. Αθήνα, Γραφείον Εκλεκτών Μυθιστορημάτων, 1888. Νικόλας Σιγαλός. Αθήνα, τυπ. Κορίννης, 1890. Μαργαρίτα Στέφα. Αθήνα, Κολλάρος, 1906. Ο κόκκινος βράχος. Αθήνα, τυπ.Εστία, 1915. Ο Πόλεμος. Αθήνα, Κολλάρος, 1919. Η τιμή του αδελφού Α΄. Αθήνα, Κολλάρος, 1920. Λάουρα· Το κορίτσι που σκοτώνει. Αθήνα, Ελευθερουδάκης, 1921. Η τιμή του αδελφού Β΄. Αθήνα, Κολλάρος, 1923. Ο κόσμος κι ο Κοσμάς. Αθήνα, Κολλάρος, 1923. Ισαβέλλα. Αλεξάνδρεια, Κασιγόνης, 1923. Η τρίμορφη γυναίκα. Αθήνα, Κολλάρος, 1924. Αναδυομένη. Αθήνα, Κολλάρος, 1925.
Τερέζα Βάρμα Δακόστα - Ένας σύγχρονος Μεσαίωνας. Αθήνα, Κολλάρος, 1926. Πλούσιοι και Φτωχοί - Μια κοινωνική τριλογία· Πλούσιοι και φτωχοί, Τίμιοι και Άτιμοι, Τυχεροί και Άτυχοι. Αθήνα, Κολλάρος, 1926. Ο Κατήφορος· Αθηναϊκόν μυθιστόρημα. Αθήνα, Κολλάρος, 1948. Ο γάμος της Λίτσας. Αθήνα, τυπ. Αφων Γεράρδου, 1929. Μυστικοί αρραβώνες. Αθήνα, Κολλάρος, 1959. Ο Κοσμάκης· Ιστορία ενός φυσιολογικού αρρώστου Α΄. Αθήνα, Κολλάρος, 1930. Ο Κοσμάκης· Ιστορία ενός φυσιολογικού αρρώστου Β΄. Αθήνα, Κολλάρος, 1930. Ο Κοσμάκης· Ιστορία ενός φυσιολογικού αρρώστου Γ΄. Αθήνα, Κολλάρος, 1930. Ο Κοσμάκης· Ιστορία ενός φυσιολογικού αρρώστου Δ΄. Αθήνα, Κολλάρος, 1930. Αφροδίτη Α΄ · Η γυναίκα που σε χάνει, Β΄ - Η γυναίκα που σε σώζει. Αθήνα, Κολλάρος, 1930 Ανάμεσα σε τρεις γυναίκες. Αθήνα, Κολλάρος, 1930. Θέατρο Θέατρον Α΄. Αθήνα, Κολλάρος, 1913. Θέατρον Β΄. Αθήνα, Κολλάρος, 1913. Φοιτηταί. Αθήνα, Παπαδόπουλος, 1919. Θέατρον Γ΄. Αθήνα, Κολλάρος, 1922. Στέλλα Βιολάντη (Έρως Εσταυρωμένος) - Το διήγημα και το δράμα. Αθήνα, Κολλάρος, 1923. Δεν ειμ' εγώ ή Η Λογική. Αθήνα, Κολλάρος, 1928. Το μυστικό της Κοντέσσας Βαλέραινας. Αθήνα, 1915. Θέατρον Δ΄. Αθήνα, Οι φίλοι του βιβλίου, 1945.

Μελέτες Η απολογία μου. Ζάκυνθος, Καψοκέφαλος, 1884. Ευάγγελος Παντόπουλος. Αθήνα, Εστία, 1893. Η κωμωδία του Αριστείου. Αθήνα, 1921. Στάχυα και παπαρούνες Α΄. Αθήνα, Κολλάρος, 1923. Μαλακάσης - Ο ποιητής και ο άνθρωπος. Αθήνα, Παρθενών, 1943 (στη σειρά Σύγχρονοι Έλληνες ποιητές). Παιδική λογοτεχνία Παιδικόν θέατρον. Αθήνα, Παπαδόπουλος, 1906. Η αδελφούλα μου. Αθήνα, Παπαδόπουλος, 1923. Παιδικόν θέατρον Α΄. Αθήνα, Κολλάρος, 1926. Παιδικόν θέατρον Β΄. Αθήνα, Κολλάρος, 1926. Ο Πύργος του Βοσπόρου και άλλα διηγήματα. Αθήνα, Κολλάρος, 1927. Το καλό μου το βιβλίο. Αθήνα, Κολλάρος, 1931. Ο μπέμπης αρχιλήσταρχος - Θηριοτροφείο Τοτού και συντροφία. Αθήνα, Δημητράκος, 1932. Σας ασπάζομαι, Φαίδων. Αθήνα, Οι φίλοι του βιβλίου, 1947.

Η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων

 

Οι Περιπέτειες της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων (Alice’s Adventures in Wonderland), αποτελεί ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας παιδικής λογοτεχνίας. Πρόκειται για κλασικό έργο παιδικής και φανταστικής λογοτεχνίας του Βρετανού συγγραφέα και μαθηματικού Τσαρλς Λούτγουϊτζ Ντότζσον, περισσότερο γνωστός με το ψευδώνυμο Λιούις Κάρολ, που κυκλοφόρησε σε πρώτη έκδοση το 1865. Περιγράφει με λεπτή φαντασία και παιδικό αυθορμητισμό τις περιπέτειες ενός κοριτσιού, της Αλίκης, η οποία μετά την πτώση της σε μία λαγότρυπα, περιπλανιέται σε ένα φανταστικό κόσμο. Η ιστορία χαρακτηρίζεται από έντονα στοιχεία αλληγορίας, μέσα από τα οποία, ο Κάρολ καυτηριάζει γεγονότα και αντιλήψεις της εποχής του. Το βιβλίο αναφέρεται πιο συχνά με τον συντομότερο τίτλο Η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων, ο οποίος τελικά καθιερώθηκε, κυρίως μέσω της χρήσης του σε μεταγενέστερες κινηματογραφικές ή τηλεοπτικές μεταφορές του έργου. Την εποχή του θανάτου του Κάρολ, ήταν το πιο δημοφιλές βιβλίο παιδικής λογοτεχνίας στην Αγγλία, ενώ μέχρι το πρώτο μισό του 20ου αιώνα αποτελούσε ίσως το διασημότερο βιβλίο του είδους του στον κόσμο[1].

Έχοντας αποτελέσει αντικείμενο εκτεταμένης ανάλυσης, η συνήθης ερμηνεία του έργου αναγνωρίζει την Αλίκη ως εκπρόσωπο της καταπιεσμένης παιδικής ηλικίας κατά τη Βικτωριανή εποχή[2]. Η φανταστική εξιστόρηση του Κάρολ λειτουργεί, εν μέρει, με στόχο την κριτική της Βικτωριανής κοινωνίας και των Αγγλοσαξονικών νοοτροπιών, εκφράζοντας παράλληλα τη φιλοσοφία της λογοτεχνίας του, εξετάζοντας πώς επηρεάζεται η ταυτότητα του ανθρώπου όταν παύουν να υφίστανται οι παγιωμένοι κανόνες που την καθορίζουν[3]. Μεταξύ των πολυάριθμων γρίφων που περιγράφονται στο έργο, το πρόβλημα της ταυτότητας αποτελεί για την Αλίκη ένα από τα κεντρικά ερωτήματα[4]. Ο κεντρικός χαρακτήρας του έργου, η Αλίκη, μετά την πτώση της στη λαγότρυπα, κινείται σε ένα κόσμο όπου καθιερωμένες αντιλήψεις της καθημερινότητας ανατρέπονται, ενώ κοινωνικοί θεσμοί και πρακτικές γίνονται στόχοι χλευασμού. Το έργο ερμηνεύεται επίσης ως μια ενδελεχής έρευνα των συστημάτων της κοινωνικής συμπεριφοράς, της λογικής και της γλώσσας[5]. Υποστηρίζεται ότι μέρος του κειμένου μπορεί να εκτιμηθεί και κατανοηθεί περισσότερο από ενήλικους αναγνώστες, ειδικότερα η σάτιρα και οι συμβολισμοί του έργου[6]. Κοινή θέση αποτελεί το γεγονός πως ο Κάρολ επιχειρεί συχνά να παρωδήσει άλλα λογοτεχνικά έργα που απευθύνονται σε παιδιά ή με αντικείμενο την παιδική ηλικία. Παράλληλα, δεν λείπουν και αναφορές σε έργα για ενήλικους, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την ιδέα των ομιλούντων λουλουδιών που θεωρείται πως βασίζεται στο ποίημα Maud (1855) του Άλφρεντ Τένισον

Στις 4 Ιουλίου του 1862, ο Λιούις Κάρολ πραγματοποίησε μία εκδρομή μαζί με τον αιδεσιμώτατο Ρόμπινσον Ντάκγουορθ και τις τρεις κόρες του πρύτανη του κολεγίου του Christ Church, Λορίνα, Ήντιθ και Άλις Λίντελ. Κατά τη διάρκεια της, προκειμένου να διασκεδάσει τα παιδιά, ο Κάρολ επινόησε και διηγήθηκε μία ιστορία, η οποία θα αποτελούσε τη βάση για την μετέπειτα συγγραφή της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων[1]. Μετά από παρότρυνση της Άλις, ο Κάρολ ξεκίνησε να καταγράφει τη διήγησή του, γεγονός που οδήγησε στη συγγραφή της πρώτης μορφής του έργου, υπό τον τίτλο Alice’s Adventures under Ground (Οι Περιπέτειες της Αλίκης κάτω από τη Γη). Η πρώτη μορφή του βιβλίου δεν προοριζόταν για δημοσίευση και έφερε αφιέρωση που μαρτυρούσε ότι επρόκειτο για ένα "δώρο Χριστουγέννων προς ένα αγαπητό παιδί, σε ανάμνηση μιας καλοκαιρινής ημέρας"[8]. O Κάρολ κατέγραψε στο ημερολόγιό του την απαρχή της συγγραφής του βιβλίου στις 13 Νοεμβρίου του 1862, ενώ το τελικό χειρόγραφο φαίνεται πως ολοκληρώθηκε πριν τις 10 Φεβρουαρίου του 1863, χωρίς να περιλαμβάνεται όμως σε αυτή τη μορφή του έργου οποιαδήποτε εικονογράφηση[9]. Αργότερα, το Νοέμβριο του 1864, παρουσίασε το έργο του και στην Άλις Λίντελ[10]. Το τελικό χειρόγραφο διάβασε επίσης ο λογοτέχνης Χένρι Κίνγκσλεϊ, ο οποίος παρότρυνε τη μητέρα της Άλις να πείσει τον Κάρολ να το δημοσιεύσει. Για τον Ντάκγουορθ, το βιβλίο θα σημείωνε μεγάλη επιτυχία, εφόσον την εικονογράφησή του αναλάμβανε ένας διακεκριμένος καλλιτέχνης, προτείνοντας για αυτό το λόγο τον Τζον Τένιελ, γνωστού από τη δουλειά του στο περιοδικό Punch[9]. Ο Κάρολ αναζήτησε επιπλέον τη γνώμη του συγγραφέα Τζορτζ ΜακΝτόναλντ, ο οποίος τον έπεισε τελικά να το δημοσιεύσει. Έχοντας αποφασίσει για την έκδοση του βιβλίου, ο Κάρολ προχώρησε σε περαιτέρω επεξεργασία του, φθάνοντας έτσι στην οριστική μορφή του έργου. Ο Τένιελ ήρθε σε επαφή με το κείμενο τον Ιανουάριο του 1864 και στις 5 Απριλίου του ίδιου έτους συμφώνησε να αναλάβει την εικονογράφησή του[11]. Τελικά το βιβλίο εκδόθηκε από τον οίκο MacMillan & Co., με τον τίτλο Alice’s Adventures in Wonderland (Οι Περιπέτειες της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων), τον Ιούλιο του 1865, ενώ την εικονογράφησή του ανέλαβε ο Σερ Τζον Τένιελ. O Κάρολ ανέλαβε πλήρως τα έξοδα της έκδοσης, συμπεριλαμβανομένου του κόστους των υλικών και της διαφήμισης, καθώς και της αμοιβής του εικονογράφου. Ο εκδοτικός οίκος ανέλαβε με τη σειρά του την τελική παραγωγή και διανομή του βιβλίου. Η ασυνήθιστη για την εποχή συμφωνία, εξασφάλιζε στον Κάρολ απόλυτο έλεγχο της ποιότητας του τελικού προϊόντος, αν και θα τον επιβάρυνε παράλληλα σε μεγάλο βαθμό οικονομικά, σε περίπτωση εμπορικής αποτυχίας.[12]. Η πρώτη έκδοση του βιβλίου περιλάμβανε δύο χιλιάδες αντίτυπα, ωστόσο ενώ ήδη πενήντα από αυτά είχαν προλάβει να βιβλιοδετηθούν, ο Κάρολ πληροφορήθηκε από τον Τένιελ πως δεν ήταν ικανοποιημένος από την ποιότητα εκτύπωσης των εικόνων του, με αποτέλεσμα να αποσυρθεί το βιβλίο, επιβαρύνοντας οικονομικά τον Κάρολ[12]. Το Νοέμβριο του 1865, η δεύτερη έκδοσή του, τυπώθηκε σε τέσσερις χιλιάδες αντίτυπα, τα οποία ο Κάρολ χαρακτήρισε «τέλειο δείγμα καλλιτεχνικής εκτύπωσης»[13]. Η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων γνώρισε πολύ μεγάλη εμπορική επιτυχία, ενώ παραμένει έως σήμερα, ένα από τα δημοφιλέστερα λογοτεχνικά έργα. Έχει μεταφραστεί σε περισσότερες από πενήντα γλώσσες, μεταξύ αυτών και τα Εσπεράντο.

Τα Χριστούγεννα του 1871, εκδόθηκε η συνέχεια του βιβλίου, με τίτλο Through the Looking-Glass and What Alice Found There, έχοντας ανάλογη επιτυχία. Ο Κάρολ ολοκλήρωσε επίσης μία ειδική έκδοση της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων, απευθυνόμενη σε παιδιά «από μηδέν έως πέντε ετών», με τίτλο The Nursery "Alice". Η έκδοση αυτή, κυκλοφόρησε το 1890 και περιείχε το αρχικό βιβλίο γραμμένο σε απλούστερη γλώσσα και με ορισμένες από τις αρχικές εικόνες του Τένιελ, σε έγχρωμη μορφή.

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%97_%CE%91%CE%BB%CE%AF%CE%BA%CE%B7_%CF%83%CF%84%CE%B7_%CE%A7%CF%8E%CF%81%CE%B1_%CF%84%CF%89%CE%BD_%CE%98%CE%B1%CF%85%CE%BC%CE%AC%CF%84%CF%89%CE%BD

Τσαρλς Λούτγουϊτζ Ντότζσον



O Τσαρλς Λούτγουϊτζ Ντότζσον (Charles Lutwidge Dodgson, 27 Ιανουαρίου 1832 - 14 Ιανουαρίου 1898), γνωστός περισσότερο με το ψευδώνυμο Λιούις Κάρολ, ήταν Άγγλος συγγραφέας, μαθηματικός, φωτογράφος και κληρικός. Ανάμεσα στα πιο δημοφιλή λογοτεχνικά έργα του, ανήκουν Η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων και τα ποιήματα Το Κυνήγι του Φιρχαρία (The Hunting of the Snark) και Jabberwocky.

Η οικογένεια του ήταν Βορειοαγγλικής καταγωγής, ιδιαίτερα συντηρητική, διατηρώντας παραδοσιακά ισχυρούς δεσμούς με την Αγγλικανική Εκκλησία. Η πλειοψηφία των προγόνων του, προέρχονταν από την μεσαία ή ανώτερη τάξη, καταλαμβάνοντας συχνά θέσεις στην εκκλησία και στο στρατό. Ο προπάππους του υπήρξε επίσκοπος, ενώ ο παππούς του ήταν αρχηγός του στρατού, όταν πέθανε το 1803 εν ώρα μάχης. Ο πατέρας του είχε ιδιαίτερη κλίση στα μαθηματικά, ωστόσο απέρριψε το ενδεχόμενο να ακολουθήσει μία ακαδημαϊκή σταδιοδρομία, επιλέγοντας το ρόλο του εφημέριου. Υπήρξε ενεργό μέλος της Αγγλικανικής εκκλησίας και ένθερμος υποστηρικτής του Τζον Χένρυ Νιούμαν, ο οποίος ηγήθηκε του κινήματος της Οξφόρδης, διαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο στην επιστροφή της Εκκλησίας της Αγγλίας στον καθολικισμό. Το 1827, παντρεύτηκε την πρώτη του ξαδέλφη, Φράνσις Τζέην Λούτγουϊτζ, με την οποία απέκτησε συνολικά έντεκα παιδιά, επτά κόρες και τέσσερις γιους, μεταξύ αυτών και ο Τσαρλς.
Νεανικά χρόνια

Ο Κάρολ γεννήθηκε και έζησε τα πρώτα του παιδικά χρόνια στο Daresbury της βόρειας Αγγλίας ενώ σε ηλικία έντεκα ετών, ακολούθησε την οικογένειά του στο χωριό Croft-on-Tees, όπου μετακόμισε. Οι πρώτες του σπουδές περιλάμβαναν μαθήματα κατ' οίκον, αλλά στα δώδεκά του χρόνια, οι γονείς του τον έστειλαν σε ιδιωτικό σχολείο, στη γειτονική περιοχή του Ρίτσμοντ. Τον αμέσως επόμενο χρόνο, μεταφέρθηκε στο Rugby School, ένα από τα παλαιότερα δημόσια σχολεία του Ηνωμένου Βασιλείου. Οι επιδόσεις του υπήρξαν εξαιρετικές, ωστόσο ο ίδιος σημείωσε αργότερα για την περίοδο της φοίτησής του, "δεν μπορώ να πω, πως αναπολώ τη ζωή μου στο δημόσιο σχολείο με κάποια αίσθηση ευχαρίστησης".[1]

Τον Ιανουάριο του 1851, εγκαταστάθηκε στην Οξφόρδη, όπου φοίτησε στο κολέγιο Christ Church, στο οποίο είχε σπουδάσει παλαιότερα και ο πατέρας του. Λίγες μόλις ημέρες αργότερα, του ανακοινώθηκε ο θάνατος της μητέρας του, πιθανόν από μηνιγγίτιδα ή καρδιακή προσβολή. Οι ακαδημαϊκές του επιδόσεις υπήρξαν υψηλές, ειδικότερα στα μαθηματικά, εξασφαλίζοντάς του υποτροφίες και άλλες διακρίσεις. Τον Οκτώβριο του 1855 έγινε λέκτορας του κολεγίου στα μαθηματικά, θέση που θα διατηρούσε μέχρι το 1881. Του χορηγήθηκε υποτροφία (studentship) από το Christ Church, την οποία διατήρησε φροντίζοντας να ακολουθήσει τα θρησκευτικά ήθη που επέβαλε το κολέγιο, μεταξύ αυτών και την υπόσχεση να παραμείνει άγαμος. Στις 22 Δεκεμβρίου του 1862, χρίστηκε διάκονος της Εκκλησίας της Αγγλίας, ωστόσο δεν εξελίχθηκε στην θρησκευτική ιεραρχία, όπως όφειλε. Δεν είναι γνωστοί οι λόγοι για τους οποίους αρνήθηκε μία τέτοια εξέλιξη, κάτι που υπό φυσιολογικές συνθήκες θα οδηγούσε στην αποβολή του από το κολέγιο, αν ο τότε πρύτανης, Χένρι Λίντελ, δεν επέτρεπε στον Ντότζσον να παραμείνει, παραβιάζοντας ανεξήγητα τους κανόνες του κολεγίου. Μία από τις ερμηνείες που έχουν διατυπωθεί, προκειμένου να εξηγηθεί η στάση του Ντότζσον, είναι πως διαπνεόταν εκείνη την περίοδο από συναισθήματα ενοχής και αμαρτίας, όπως ο ίδιος εκφράζει μέσα στα ημερολόγιά του, αν και δεν είναι σαφείς οι λόγοι που τον οδηγούσαν σε τέτοιου είδους σκέψεις. Είναι πιθανό να υπήρξε διστακτικός και λόγω γενικότερων αμφιβολιών του απέναντι στην ίδια την Αγγλικανική Εκκλησία. Ο πρώτος του βιογράφος, Στιούαρτ Ντότζσον Κόλλιγκγουντ, αποδίδει εν μέρει την απόφασή του στον τραυλισμό του, που θα τον δυσκόλευε να κηρύττει, αν και όπως ο ίδιος σημειώνει, δεν ήταν λίγες οι φορές που κήρυττε ανεπίσημα.
Λιούις Κάρολ (1863)

Με την ιδιότητα του μαθηματικού, ο Ντότζσον δημοσίευσε αρκετά βιβλία, ως επί το πλείστον εγχειρίδια, όπως τα A syllabus of plane algebraical geometry (1860), Two Books of Euclid (1860), The Formulae of Plane Trigonometry (1861), Condensation of Determinants (1866), Elementary Treatise on Determinants (1867), Examples in Arithmetic (1874), Euclid and his modern rivals (1879), Curiosa Mathematica, Part I: A New Theory of Parallels (1888) και Curiosa Mathematica, Part II: Pillow Problems thought out during Sleepless Nights (1893). Κανένα από τα έργα αυτά δεν διήρκεσε στο χρόνο, ούτε είχε σημαντική συμβολή στα μαθηματικά, αλλά το βιβλίο Euclid and his modern rivals στο οποίο υπερασπίζεται τη χρήση των Στοιχείων του Ευκλείδη για τη διδασκαλία της γεωμετρίας, παρουσιάζει ιστορικό ενδιαφέρον, ενώ είναι γραμμένο σε μορφή θεατρικού έργου, περιγράφοντας την εμφάνιση του φαντάσματος του Ευκλείδη μπροστά στους σύγχρονους μαθηματικούς.
Καλλιτεχνικό έργο
Λογοτεχνία

Ήδη από νεαρή ηλικία, ο Κάρολ έγραφε ποιήματα και διηγήματα, τα οποία δημοσίευε σε λογοτεχνικά περιοδικά με σχετική επιτυχία. Το 1854, ξεκίνησε να συνεισφέρει ως συντάκτης, στο περιοδικό The Comic Tunes, δημοσιεύοντας ποιήματα, κυρίως σατιρικού ύφους. Λίγο αργότερα, γράφοντας στο περιοδικό The Train, χρησιμοποίησε για πρώτη φόρα λογοτεχνικό ψευδώνυμο, για τη δημοσίευση του ποιήματος Solitude. Αρχικά, πρότεινε στον εκδότη του περιοδικού, Έντμουντ Γέιτς, το όνομα Dares, προερχόμενο από το Daresbury που αποτελούσε τον τόπο γέννησης του. Ο Γέιτς δεν έκανε αποδεκτό το ψευδώνυμο αυτό και ο Ντότζσον του πρότεινε τέσσερα εναλλακτικά ονόματα, εκ των οποίων τελικά, ο Γέιτς επέλεξε το Λιούις Κάρολ (Lewis Caroll).[2] Δημοσίευσε έργα του και σε μικρότερα περιοδικά όπως τα Whitby Gazette και Oxford Critic.


To 1856, o Κάρολ γνωρίστηκε με τον νέο πρύτανη του κολεγίου του, τον Χένρυ Λίντελ, ο οποίος εγκαταστάθηκε στο Chist Church με την οικογένειά του, αποτελούμενη από τη σύζυγό του και τρεις κόρες, μεταξύ αυτών και η Άλις Λίντελ. Ο Κάρολ συνδέθηκε στενά με την οικογένεια και ειδικότερα με τη μητέρα και τα τρία παιδιά. Το 1862, κατά τη διάρκεια μίας εκδρομής, προκειμένου να διασκεδάσει τα παιδιά, ο Κάρολ τους διηγήθηκε μία ιστορία που θα αποτελούσε τη βάση για την μετέπειτα συγγραφή του πιο δημοφιλούς λογοτεχνικού του έργου. Όταν η Άλις Λίντελ ζήτησε από τον Κάρολ να καταγράψει την ιστορία αυτή, εκείνος της παρουσίασε αργότερα, το Νοέμβριο του 1864, ένα χειρόγραφο με τον τίτλο Alice's Adventures Under Ground (Οι περιπέτειες της Αλίκης κάτω από τη γη). Νωρίτερα, είχε παρουσιάσει το ημιτελές χειρόγραφο στους αδελφούς Μακμίλαμ, του ομώνυμου εκδοτικού οίκου, από τους οποίους είχε γίνει θερμά δεκτό. Το έργο εκδόθηκε τελικά το 1865 με τον τίτλο Alice's Adventures in Wonderland (Οι περιπέτειες της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων), με εικονογράφηση του Σερ Τζον Τένιελ, και είχε σημαντική εμπορική απήχηση, προσδίδοντας μεγάλη φήμη στον Λιούις Κάρολ. Θεωρείται εν γένει πως ο χαρακτήρας της Αλίκης είναι βασισμένος στην Άλις Λίντελ, ωστόσο ο ίδιος ο Κάρολ, αργότερα διέψευσε πως η ηρωίδα του βιβλίου στηρίζεται σε κάποιο υπαρκτό πρόσωπο.[3]

Τα χριστούγεννα του 1871, δημοσιεύτηκε η συνέχεια του βιβλίου (Through the Looking-Glass, and What Alice Found There) ενώ το 1876 εκδόθηκε το τελευταίο σημαντικό του έργο, Το Κυνήγι του Φιρχαρία (The Hunting of the Snark), ένα ποίημα με έντονα στοιχεία φαντασίας, όπως και η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων. Το τελευταίο του μυθιστόρημα (Silvie and Bruno) δημοσιεύτηκε σε δύο τόμους, το 1889 και 1893 αντίστοιχα, χωρίς να τύχει θερμής υποδοχής.
Η Άλις Λίντελ (φωτογραφία του Λιούις Κάρολ).
Φωτογραφία

Σημαντικό μέρος της καλλιτεχνικής ζωής του Λιούις Κάρολ, περιλαμβάνει η ενασχόλησή του με την φωτογραφία, με την οποία ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή, περίπου το 1851, σε σχετική έκθεση στο Λονδίνο. Το 1856, απέκτησε την πρώτη του φωτογραφική μηχανή, κατασκευασμένη από την εταιρεία του Thomas Ottewill, και ξεκίνησε να ασχολείται ερασιτεχνικά με τη λήψη φωτογραφιών. Δάσκαλός του στην εκμάθηση της τεχνικής της φωτογραφίας, υπήρξε ο φίλος του, Reginald Southey. Το 1863 ενοικίασε ένα φωτογραφικό στούντιο, όπου συγκέντρωσε το σύνολο του φωτογραφικού εξοπλισμού του, ενώ πέντε χρόνια αργότερα εξασφάλισε άδεια για την δημιουργία ενός ανάλογου χώρου μέσα στο κτίριο του κολεγίου του Christ Church.

Εκτιμάται πως σε διάστημα 24 ετών, δημιούργησε συνολικά περίπου τρεις χιλιάδες φωτογραφίες, εκ των οποίων διασώζονται σήμερα λιγότερες από χίλιες και οι περισσότερες από αυτές είναι προσωπογραφίες. Αντικείμενο έντονου σχολιασμού έχουν γίνει ορισμένες φωτογραφίες του Κάρολ, που απεικονίζουν γυμνά νεαρά κορίτσια, αν και πιθανότατα τέτοιου είδους φωτογραφήσεις ήταν συνήθεις για την εποχή εκείνη, ενώ παράλληλα έγιναν και με τη συναίνεση των γονέων τους. Το 1858 συμμετείχε σε έκθεση φωτογραφίας, στο Λονδίνο, χρηματοδοτούμενη από την Φωτογραφική Ένωση Λονδίνου (Photographic Society of London). Το φωτογραφικό του έργο διακόπηκε ξαφνικά τον Αύγουστο του 1880. Σήμερα θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους φωτογράφους της εποχής του, ο οποίος κατάφερε να διαμορφώσει ένα προσωπικό ύφος στις φωτογραφίες του, ασκώντας παράλληλα επίδραση σε μεταγενέστερους μοντέρνους φωτογράφους.
Τελευταία χρόνια

Παρά την επιτυχία του ως συγγραφέας, μετά την έκδοση της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων, ο Κάρολ συνέχισε να διδάσκει στο κολέγιο του Christ Church, όπου και διέμενε, μέχρι το 1881. Τότε εγκατέλειψε τη διδασκαλία των μαθηματικών και τα επόμενα χρόνια αφοσιώθηκε αποκλειστικά στο συγγραφικό του έργο. Το 1869, απέκτησε ένα σπίτι στο Γκίλντφορντ (Guildford), όπου έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του, μαζί με έξι αδελφές του. Πέθανε στις 14 Ιανουαρίου του 1898 από πνευμονία.
Αμφιλεγόμενα σημεία της βιογραφίας του
Ημερολόγια

Ο Κάρολ άφησε ένα πολύ σημαντικό αριθμό επιστολών καθώς και ημερολογιακές καταγραφές, στις οποίες παρουσίαζε αναλυτικά τις δραστηριότητες του. Συνολικά υπήρχαν δεκατρείς τόμοι προσωπικών ημερολογίων, τέσσερις εκ των οποίων αγνοούνται σήμερα. Ο πρώτος τόμος ξεκινά πριν τον Οκτώβριο του 1853 ενώ η τελευταία καταγραφή σημειώνεται το Δεκέμβριο του 1897. Μετά το θάνατο του, οι χειρόγραφες σημειώσεις του παρέμειναν στην οικογένεια Ντότζσον, ενώ τα ημερολόγιά του πωλήθηκαν στην Βρετανική Βιβλιοθήκη το 1969, όταν και ανακαλύφθηκε πως ήταν ελλιπή. Ο πρώτος βιογράφος του και ανιψιός του, Στιούαρτ Ντότζσον Κόλιγκγουντ, υπήρξε ο μοναδικός που είχε πρόσβαση σε όλο το ημερολογιακό υλικό του, προκειμένου να ολοκληρώσει την πρώτη βιογραφία του, η οποία εκδόθηκε το 1898. Σε κάποια χρονική στιγμή μέχρι το 1932, χρονιά των εκατό χρόνων από τη γέννηση του Κάρολ κατά την οποία αναβίωσε ένα έντονο ενδιαφέρον για το συγγραφέα, τέσσερις τόμοι ημερολογίων εξαφανίστηκαν καθώς και δέκα μεμονωμένες σελίδες από τους υπόλοιπους εννέα.

Επισήμως, οι τόμοι αυτοί χάθηκαν από αμέλεια, ωστόσο έχει αναπτυχθεί έντονη φημολογία περί σκόπιμης απόκρυψής τους από μέλη της οικογένειας του Κάρολ, προκειμένου να προστατευθεί η υπόληψή του ή να μην δημοσιοποιηθούν συγκεκριμένες πτυχές της ζωής του. Άγνωστο παραμένει επίσης αν οι μεμονωμένες σελίδες που απουσιάζουν από τους υπόλοιπους εννέα τόμους των ημερολογίων, έχουν αφαιρεθεί από τον ίδιο τον Κάρολ ή κάποιον συγγενή του. Τόσο οι χαμένοι τόμοι, όσο και οι σελίδες που έχουν αφαιρεθεί, καλύπτουν χρονικά την περίοδο 1853-1862, ενώ μία από τις σελίδες, έχει αφαιρεθεί από τις καταγραφές του Κάρολ για τον Ιούνιο του 1863. Το χαμένο υλικό, περιγράφει συνολικά μία περίοδο πέντε χρόνων από τη ζωή του συγγραφέα, για την οποία έχουν γίνει πολλές υποθέσεις, χωρίς όμως να στηρίζονται σε επαρκή αποδεικτικά στοιχεία. Εκτός από τα ημερολόγια, εκτιμάται ότι συνολικά το 80% του προσωπικού αρχείου του Κάρολ, που περιείχε εκτός από πληθώρα επιστολών και αρκετές φωτογραφίες, έχει χαθεί ή καταστραφεί.
Παιδοφιλία

Κατά τη διάρκεια της ζωής του, ο Λιούις Κάρολ είχε αρκετές "παιδικές φίλες" (child-friends, όπως ο ίδιος τις αποκαλούσε), νεαρά κορίτσια που βρίσκονταν στην προεφηβική περίοδο, ενώ παρουσιάζεται ως δεδομένη η αγάπη του και η προσήλωσή του στα παιδιά. Το γεγονός αυτό, έχει συχνά ερμηνευτεί από αρκετούς σύγχρονους βιογράφους του ως δείγμα παιδοφιλίας, σε πλατωνικό ωστόσο επίπεδο. Προς υποστήριξη αυτής της ερμηνείας, προβάλλονται ρομαντικές και θερμές επιστολές του προς "παιδικές φίλες" καθώς και φωτογραφίες του - ορισμένες από αυτές γυμνές - που απεικονίζουν νεαρά κορίτσια. Σύμφωνα με τον βιογράφο του Κάρολ, Μόρτον Ν. Κοέν, "δεν μπορούμε να γνωρίζουμε σε ποιον βαθμό, οι σεξουαλικές ορμές του Ντότζσον βρίσκονται πίσω από την προτίμησή του να ζωγραφίζει και να φωτογραφίζει γυμνά παιδιά. Εκείνος υποστήριζε πως η προτίμηση αυτή ήταν καθαρά αισθητική. Ωστόσο, με δεδομένη την συναισθηματική του προσήλωση στα παιδιά καθώς και την εκτίμησή του απέναντι στις αισθητικές τους φόρμες, ο ισχυρισμός του ότι το ενδιαφέρον του ήταν αυστηρά καλλιτεχνικό, είναι αφελής".[4] O Κοέν, καθώς και άλλοι βιογράφοι, έχουν επίσης ισχυριστεί πως ο Κάρολ είναι πιθανό να ζήτησε σε γάμο την εντεκάχρονη Άλις Λίντελ, αν και κάτι τέτοιο δεν έχει αποδειχθεί ούτε υποστηρίζεται από τα διαθέσιμα ημερολόγιά του. Οι απόψεις περί ενδεχόμενης παιδοφιλίας του Κάρολ συνδέονται συχνά με τα χαμένα ημερολόγιά του, και προβάλλονται ως μία πιθανή εξήγησή τους, θεωρώντας δηλαδή πως αυτά περιέχουν αναφορές στην "ιδιαιτερότητα" του.


Πρόσφατες μελέτες της Καρολάιν Λιτς, επιδιώκουν να ανατρέψουν αυτή τη διαδεδομένη αντίληψη για τον Κάρολ.[5] Η συγγραφέας υποστηρίζει πως η δεδομένη αγάπη του για τις παιδικές του φίλες έχει τονιστεί υπερβολικά, χωρίς να υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις για ενδεχόμενη παιδοφιλία, ενώ χαρακτηρίζει πολλές από τις παγιωμένες απόψεις γύρω από την προσωπικότητά του ως "μύθο" που έχει διατηρηθεί στο πέρασμα των χρόνων από την πλειοψηφία των βιογράφων του. Έπειτα από μελέτη των ημερολογίων του Κάρολ, καταλήγει στο συμπέρασμα πως πολλές από τις αποκαλούμενες παιδικές του φίλες ήταν στην πραγματικότητα μεγαλύτερης ηλικίας, ενώ τονίζει και τις σχέσεις του με ενήλικες γυναίκες. H αμφισβήτηση των υποθέσεων περί παιδοφιλίας του Κάρολ, στηρίζεται επίσης στο επιχείρημα πως τέτοιου είδους σύγχρονες ερμηνείες, δεν λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαίτερες αντιλήψεις, σε ζητήματα αισθητικής και ηθικής, που ίσχυαν κατά τη Βικτωριανή εποχή.

Αγγελική (Angelica Archangelica)

http://proionta-tis-fisis.blogspot.gr/2013/01/angelica-archangelica.html

Αγγελική (Angelica Archangelica)

Η Αγγελικη (Angelica Archangelica) είναι ένα ψηλό αρωματικό φυτό με μεγάλα λευκά άνθη που ευδοκιμεί σε ολόκληρο το Βόρειο Ημισφαίριο. Είναι ένα βότανο με δυνατό άρωμα που χρησιμοποιείται πέρα από την βοτανοθεραπεία και για την παρασκευή αλκοολούχων ποτών αλλά και στη ζαχαροπλαστική. Οι πεπτικές του ιδιότητες ήταν γνωστές και για αυτό στη βόρεια, κεντρική Ευρώπη παρασκεύαζαν λικέρ από το είδος Αγγελική Αρχαγγελική, όπως το Benedictine. Στα μέρη μας πιο εύκολα βρίσκουμε την Αγγελική την άγρια, ή των δασών, οι ιδιότητες είναι κοινές. Υπάρχουν διάφορες ποικιλίες Αγγελικής. Η άγρια φυτρώνει δίπλα σε ρυάκια και τη βρίσκουμε σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, ενώ η ήρεμη μπορεί να αναπτυχθεί και σε μεγάλη γλάστρα, δίνοντάς μας έτσι τη δυνατότητα να την καλλιεργήσουμε ακόμη και στο μπαλκόνι του σπιτιού μας. Πρόκειται για ένα όμορφο πλατύφυλλο θάμνο (ή μικρό δέντρο) που μπορεί να φτάσει τα 4.6 μέτρα ύψος και περίπου το ίδιο σε πλάτος. Γενικά ψηλώνει στη σκιά ενώ αυτά που μεγαλώνουν με πλήρη ηλιοφάνεια γίνονται πιο μαζεμένα. Και στις δύο περιπτώσεις το φυτό παίρνει μια κατακόρυφη στρογγυλεμένη μορφή με κλαδιά που εκτείνονται ακτινοειδώς γύρω από τον κάθε μίσχο. Χρήσιμα μέρη του φυτού είναι οι ρίζες, οι μίσχοι και οι σπόροι.
Το βότανο αυτό λέγεται ότι ονομάστηκε έτσι επειδή o Αρχάγγελος Μιχαήλ παρουσιάστηκε κάποτε σ' ένα μοναχό και του αποκάλυψε τις φαρμακευτικές του ιδιότητες αφού όπως του είπε θεράπευε την πανούκλα. Από τότε πίστευαν πως η αγγελική προστάτευε από το κακό και τις λοιμώδεις νόσους και ανθίζει στη γιορτή του Αρχαγγέλου. Ο διάσημος βοτανολόγος –αστρολόγος του 17ου αιώνα Νίκολας Καλπέπερ το συνιστούσε σε διάφορες παθήσεις από το δάγκωμα σκύλου ως την ουρική αρθρίτιδα. Επίσης αυτό το βότανο ήταν αφιερωμένο σε "ειδωλολατρικούς" θεούς και εμφανιζόταν σε "ειδωλολατρικές" γιορτές.
Στον Μεσαίωνα στην Ευρώπη θεωρήθηκε ευλογημένο θείο βότανο και το χρησιμοποιούσαν για τελετουργική κάθαρση. Στην παραδοσιακή θεραπευτική θεωρείται ότι συντελλεί στην κάθαρση του αίματος. Είναι τονωτικό, δυναμωτικό, βοηθά στην πέψη, είναι αποχρεμπτικό, σπασμολυτικό, απελευθερώνει από φουσκώματα και συλλογή αερίων. Εντριβές και καταπλάσματα βοηθούν σε ρευματισμούς αρθρίτιδες και παθήσεις του δέρματος. Μπορεί να θεραπεύσει την ανορεξία, το έλκος στομάχου. 
Παρόλο που η αρχαγγελική δεν είναι ιδιαίτερα γνωστή, θεωρείται ένα από τα καλύτερα βότανα για να βοηθήσει τον οργανισμό μας να ξεπεράσει διάφορες παθήσεις. Στη σύγχρονη βοτανοθεραπεία χρησιμοποιείτε ως ένα πολύ καλό τονωτικό σε περίπτωση αναιμίας, ατονίας, ενώ θεωρείται οτι δρα και κατά της μελαγχολίας. Επιπλέον πιστεύεται ότι καταπολεμά τους σπασμούς του στομάχου και του εντέρου. Θεωρείται ότι έχει αποχρεμπτικές ιδιότητες, γι’ αυτό χρησιμοποιείται σε βρογχίτιδες, πλευρίτιδες και κρυολογήματα. Επίσης χρησιμοποιείται από τους θεραπευτές ως καταπραϋντική σε περιπτώσεις νευρικού άσθματος αλλά και καρδιοτονωτική. Η αρχαγγελική έχει χρησιμοποιηθεί πολύ στο παρελθόν από γυναίκες αφού υπάρχουν ενδείξεις ότι βοηθά στους πόνους της περιόδου και συμβάλλει στο να διορθωθούν ανωμαλίες της έμμηνου ρήσης. Τέλος θεωρείται επουλωτική και διουρητική.
Προσοχή: Το ποδόλουτρο ή το μπάνιο με αγγελική δεν πρέπει να ξεπερνά τα 3 με 4 λεπτά γιατί αλλιώς προκαλεί ερεθισμούς στα μάτια. Ακόμη χρειάζεται να μένετε «πιστοί» στη εκάστοτε δοσολογία καθώς η υπερκατανάλωση μπορεί να προκαλέσει διαταραχές στην πίεση και την αναπνοή. Γενικά προτείνεται η αγωγή να μην ξεπερνά σε διάρκεια τις δύο εβδομάδες. Σε κάθε περίπτωση συμβουλευτείτε τον ειδικό.
Στην περίπτωση που θέλουμε να την καταναλώσουμε ως αφέψημα η διαδικασία είναι η εξής: Βράζουμε ένα κουταλάκι ρίζες η σπόρους για κάθε φλιτζάνι νερό για 10-15 λεπτά, πίνουμε 1 φλιτζάνι 2 φορές την ημέρα και καλό είναι αυτό να γίνεται μετά το φαγητό.
Πηγή: www.sensities.com

Έντμουντ Χάλεϊ



8-11-1856 έως 14-1-1742: Έντμουντ Χάλεϊ, βρετανός αστρονόμος και μαθηματικός, που υπολόγισε τη τροχιά ενός κομήτη και του έδωσε το όνομά του



Διαβάστε περισσότερα: http://www.sansimera.gr/almanac/1401#ixzz2HvO5vcTe


Εξαιρετικά αφιερωμένο στους μή ζωόφιλους


Η Μπουμπού (ΦΩΤΟ) περιμένει δύο ολόκληρα χρόνια (!) το αφεντικό της να βγει από το ιδιωτικό θεραπευτήριο όπου είχε μπει λίγο πριν τον θάνατό του.
Εκείνος έφυγε για πάντα... Εκείνη δεν το έμαθε ποτέ... Μια τραγική συγκυρία, σαν αυτές που συμβαίνουν στη ζωή, φανέρωσε μια διαφορετική ιστορία αγάπης, γεμάτη πίστη και αφοσίωση, σε πείσμα των καιρών.
Πρωταγωνιστής της αληθινής ιστορίας, που μοιάζει με εκείνη του Οδυσσέα και του Αργου, ένας σκύλος, η Μπουμπού. Ένα υπέροχο λευκό λυκόσκυλο, το οποίο περιμένει δύο ολόκληρα χρόνια (!) το αφεντικό του να βγει από το ιδιωτικό θεραπευτήριο όπου είχε μπει.
Η Μπουμπού δεν γνωρίζει ότι ο άνθρωπος που τη φρόντιζε, απεβίωσε. Έτσι, μένει εκεί στο Μαρούσι και τον περιμένει να γυρίσει, αποδεικνύοντας ότι: 
«Ο σκύλος είναι το μόνο πλάσμα στη Γη που αγαπάει εσένα περισσότερο από τον εαυτό του».
«Ζει εδώ, δυο χρόνια. Από τότε που ο άνθρωπος που τη φρόντιζε ήρθε μαζί της στο νοσοκομείο. Κανείς δεν γνωρίζει λεπτομέρειες για την οικογένειά του, αν υπήρχαν άλλοι άνθρωποι που ζούσαν μαζί του, αν υπήρχαν συγγενείς... που θα μπορούσαν να αναλάβουν την Μπουμπού. Για να έρθει στο νοσοκομείο με τον σκύλο του, πιστεύω ότι δεν θα είχε κάποιον άλλον», μου είπε η Πέπη Μπούκουρα, που γνώρισε τη σκυλίτσα πριν από περίπου εννέα μήνες, όταν άνοιξε στην περιοχή μπαρ-ρεστοράν. «Μάθαμε την ιστορία της από τους γιατρούς που τη φροντίζουν... Πολλοί έχουν προσπαθήσει να την υιοθετήσουν, να την πάρουν στο σπίτι τους, αλλά η Μπουμπού δεν μπαίνει σε αυτοκίνητα. Μένει εδώ και περιμένει. Το πολύ-πολύ να κάνει τη βόλτα της στο τετράγωνο», μας εξηγεί.
Οι γιατροί του νοσοκομείου, όσοι εργάζονται και μένουν στην περιοχή, έχουν αναλάβει τη φροντίδα της. Την ταΐζουν, την αγαπούν και νοιάζονται γι' αυτή.
Η ζωή της είναι γνωστή σχεδόν σε όλους. Και οι αντιδράσεις όσων μαθαίνουν πώς βρέθηκε στο Μαρούσι, σε όσους τη βλέπουν εκεί, πιστή στο... ραντεβού της με το «αφεντικό» της βρέξει-χιονίσει, οι ίδιες.
Έκπληξη, συγκίνηση, προσωρινή σιωπή... Αυτά είναι τα πρώτα συναισθήματα που κάνουν αρχικά τα μάτια να υγραίνονται, και στη συνέχεια τα χείλη να μονολογούν: «Είδες τα ζώα...».
Μίλησα με τον Αντώνη Στέφα, εκπαιδευτή και σύμβουλο ψυχολογίας σκύλων, σε μια προσπάθεια να καταλάβω πώς μπορεί να σκέφτεται η Μπουμπού.
«Κάθε μέρα ανακαλύπτω πόσο λίγα γνωρίζουμε για τα σκυλιά μας και πόση πραγματικά προσπάθεια πρέπει να καταβάλουμε για να αναγνωρίσουμε τι κρύβεται μέσα στο μυαλό τους. Ας εμπιστευθούμε το ένστικτό μας, όπως κάνουν και εκείνα. Είναι εκείνη η "φωνούλα" που σου λέει αυτό που δεν μπορούν να δουν τα μάτια, που δεν πιάνει η λογική, που όσα βιβλία και αν διαβάσεις, δεν θα σε βοηθήσουν», μας απάντησε. Και εξήγησε: «Το ένστικτο, το έχουμε, αλλά δεν το εξασκούμε. Το έχουμε ξεχάσει και το φοβόμαστε. Αυτό που πιστεύω είναι αυτό που νιώθω, και αυτό που κάθε μέρα μού επιβεβαιώνουν τα σκυλιά γύρω μου: "Σε αγαπώ και είσαι ό,τι σημαντικότερο για εμένα, όμως είμαι σκύλος και ο τρόπος μου είναι τελείως διαφορετικός από τον δικό σου. Το σίγουρο είναι πως ο τρόπος μου είναι καθάριος και άμεσος γιατί μόνο αυτό ξέρω!"».

Δημοφιλείς αναρτήσεις