Τρίτη 9 Οκτωβρίου 2012

ΚΑΡΜΙΚΗ ΝΥΧΤΑ της Κυριακής Ηλιάδου *

πηγή http://www.onestory.gr/post/33150512535

ΚΑΡΜΙΚΗ ΝΥΧΤΑ

της Κυριακής Ηλιάδου *
.
- Όταν ακούω τον γλυκό ψιθύρισμα της βροχής φέρνω στην σκέψη μου εσένα! Αυτά ήταν τα πρώτα λόγια της που του έστειλε με μήνυμα χωρίς να πάρει καμία απάντηση. 
Εξήντα ολόκληρες ημέρες πέρασαν γεμάτες ήλιο, θάλασσα, ηρεμία και το θερμόμετρο να αγγίζει τους σαράντα βαθμούς και μόνο εκείνη την Πέμπτη του Αυγούστου ο ουρανός γέμισε ασφυκτικά με ασπρόμαυρα σύννεφα ακαθορίστου σχήματος που μπαινόβγαιναν το ένα μέσα στο άλλο σε ένα ατέλειωτο χορό που κράτησε μέχρι αργά. Αστραπές έσκιζαν το σκοτάδι και άγριες βροντές δονούσαν την σιγαλιά της νύχτας και της καρδιάς της. 
Ο πρωινός ήλιος προμήνυε μια λαμπρή ημέρα όπως και οι προηγούμενες και κανένα μα κανένα σημάδι για αυτά που θα έρχονταν στην κυριολεξία ουρανοκατέβατα. 
Για αυτό το καλοκαίρι η Αγάπη είχε αναλάβει την φύλαξη της μικρής Νόρας έτσι οι ημέρες ήταν γεμάτες θάλασσα, μπάνιο και παιχνίδια στην ακροθαλασσιά από νωρίς το πρωί, σήμερα όμως ήταν ημέρα επίσκεψης του πατέρα της. Αποφάσισε να τους στείλει στη θάλασσα μόνους μπαμπά και κόρη και συγχρόνως να έχει λίγες ώρες ήσυχες για εκείνη. Ετοίμασε το φαγητό και το έβαλε στο φούρνο. Καθάρισε το πάγκο της κουζίνας, έριξε μερικά παγάκια στο ποτήρι του καφέ της και κάθισε στον υπολογιστή ευχαριστημένη από την ηρεμία του χώρου. Μπήκε στα e-mail της μα δεν βρήκε τίποτα σπουδαίο. 
- Τον Αύγουστο όλοι λείπουν διακοπές, που να σε απαντήσει κανείς για δουλειές ! Σχολίασε και άλλαξε σελίδα ψάχνοντας τα νέα της ημέρας. Διάβασε διάφορες απόψεις για τα συμβάντα των ημερών που τρέχαν με ταχύτητα μη αντιληπτή για τον περισσότερο κόσμο, κατά ένα μέρος λόγω των καλοκαιρινών διακοπών. Ήταν απορροφημένη σε ένα άρθρο για την ορθότητα της καλλιτεχνικής έκφρασης του δημιουργού καλλιτέχνη όταν αναδύθηκε το παραθυράκι της ειδοποίησης του skype. Το κοίταξε δεξιά κάτω στη γωνία, η συγκεκριμένη φιλική επαφή εξέπεμπε αόριστα, αχνά και μη αναγνωρίσιμα σήματα. , ετοιμάστηκε να τραβήξει το βλέμμα της και να το αφήσει να καταδυθεί όπως πάντα όταν αντιλήφθηκε το μήνυμα. Μπήκε στη συνομιλία και του απάντησε. Είχε τρία χρόνια να τον δει, μόνο στο τηλέφωνο μιλούσαν για διάφορα επαγγελματικής φύσεως θέματα, πάντα θερμά στα πλαίσια της φιλίας, έτσι και τώρα μα με μια διαφορά, ο Θάνος ήθελε παρεούλα για μπανάκι οπότε τι πιο φυσιολογικό να αποδεχθεί την καλοδιάθετη πρόσκληση της. 
- Εμείς πάμε στις τέσσερις, συναντιόμαστε εκεί…. ξέρεις πως να έρθεις…. έτσι…. του είπε και έκλεισε την συνομιλία. 
Άναψε ένα τσιγάρο και κοιτώντας τον καπνό του έψαχνε τα συναισθήματα της, χαιρόταν που θα τον έβλεπε, ήταν ένας καλός φίλος μα ήταν και κάτι άλλο όμως, απροσδιόριστο, που δεν έδινε σημασία και το άφηνε γιατί δεν είχε και από που να το πιάσει. Τελείωσε τις δουλειές της και κατέβηκε μισή ώρα πριν το ραντεβού. Η θάλασσα ήταν υπέροχη και οι ξαπλώστρες φιλοξενούσαν αρκετό κόσμο που απολάμβανε τις διακοπές του. Έψαξε με το βλέμμα της και αναγνώρισε τις πετσέτες που είχαν απλώσει η μικρή με τον μπαμπά της, ξάπλωσε αναπαυτικά και παρήγγειλε τον απογευματινό καφέ της, ελληνικό κατά προτίμηση, έβγαλε το βιβλίο της και επέπλεε στις σελίδες του έχοντας τα αυτιά στο τηλέφωνο και τα μάτια στο δρόμο. Είχε τρία χρόνια να τον δει και αναρωτιότανε αν θα τον αναγνώριζε. Η Νόρα καθόταν δίπλα της και έπαιζε με την άμμο κατσουφιασμένη που ο μπαμπάς της την άφησε τόσο γρήγορα και έφυγε λόγω δουλειάς που όσο και να της εξηγούσε δεν ήθελε να καταλάβει. Η Αγάπη την κοίταζε και στεναχωριότανε μα δεν μπορούσε να κάνει κάτι γι αυτό. 
- Θα έρθει ο Θάνος σε λίγο…. 
- Ποιός είναι ο Θάνος ; την ρώτησε με παραπονιάρικο ύφος… 
- Ένας φίλος μου, θα έρθει για μπάνιο…. 
Ξανάπιασε την άμμο στα χέρια της και συνέχιζε το παιχνίδι της…… όταν χτύπησε το τηλέφωνο. 
- Πού κάθεστε ; ακούστηκε η γνώριμη φωνή του Θάνου. 
Η Αγάπη σηκώθηκε και προχώρησε στον ξύλινο διάδρομο αναζητώντας κάποιον με ένα τηλέφωνο στο χέρι.. !. Τον είδε από μακριά…., ναι τον αναγνώρισε… καθαρό πρόσωπο… όμορφα εκφραστικά μάτια, ωραίο παράστημα… λίγα μαλλιά…. αυτό δεν το θυμόταν !. Πλησίασε κοντά της και την φίλησε τρυφερά στα μάγουλα, εκείνη του το ανταπόδωσε με την ίδια τρυφερότητα. Η Αγάπη του σύστησε την μικρή φίλη της και όλοι μαζί, μια χαρούμενη παρέα βούτηξαν στα καταγάλανα νερά. Το απόγευμα ήταν γοητευτικό, πέρασε με αρκετή συζήτηση πάνω στις υπαρξιακές αναρωτήσεις του ανθρώπου, κριτική για την τέχνη και φυσικά με πολλές βουτιές για την μικρή Νόρα που ξετρελάθηκε με τον καινούργιο της φίλο! Κόντευε να νυχτώσει όταν επέστρεψαν στο σπίτι και απόλαυσαν το υπέροχο φαγητό που η Αγάπη είχε ετοιμάσει το πρωί. Η μικρή Νόρα τους καληνύχτισε με πολύ γκρίνια και εκείνοι χαλαροί κάθισαν στο μπαλκόνι να απολαύσουν την βραδιά. Μια γλυκιά μουσική ήταν καταλυτική στην ελευθέρωση των συναισθημάτων που αυθόρμητα άρχισαν να ξεδιπλώνονται και από τις δυο πλευρές. Του άπλωσε το χέρι της και εκείνος με απύθμενη τρυφερότητα το έφερε στα χείλη του, δεν μιλούσαν άφηναν τις στιγμές να υπογράψουν μόνες τους αυτά που ήταν κρυμμένα καιρό και να τα φέρουν στην επιφάνεια. Ενα απαλό φιλί σαν χάδι στα χείλη ήταν η έναρξη της καταιγίδας στην καρδιά, στο σώμα και στον κεραυνοβολημένο νυχτερινό ουρανό. Δεν φαντάστηκε ποτέ της αυτό που συνέβαινε, ήρθε από το πουθενά και πήρε επιτέλους σχήμα αυτό το ακαθόριστο συναίσθημα που αντιλαμβανότανε εδώ και καιρό. Εκείνη το άφησε να κυριαρχήσει μέσα της και να την κατακλύσει με μια αγάπη καθαρή πέρα από όρια και δεσμεύσεις, χωρίς απαιτήσεις, χωρίς υποχρεώσεις. Μια σιγανή βροχή σιγοντάριζε λόγια πάθους που κατρακυλούσαν πάνω στα ιδρωμένα κορμιά ανοίγοντας δρόμους για την κορυφή της ηδονής. Ένας έρωτας δίχως παρελθόν, παρόν και μέλλον γιατί απλά ξεδιπλώθηκε έξω από το χρόνο, μια ένωση που μέσα της αντανακλούσε το μεγαλείο του. 
Το επόμενο πρωί ο καλοκαιρινός ήλιος πιστός στο ραντεβού του παρέδωσε μια ημέρα ιδανική για μια πρωινή βουτιά. Το μεσημέρι ο Θάνος έφυγε έχοντας να τελειώσει αρκετές δουλειές που είχαν σχέση με το επικείμενο ταξίδι του υποσχέθηκε όμως να βρεθούνε πριν την αναχώρηση του. 
Τις επόμενες ημέρες η Αγάπη είχε να διαχειριστεί όλον αυτό το χρυσάφι που τις χαρίστηκε, έπρεπε να βρει μέρος μέσα της να το φυλάξει, έπρεπε να πετάξει, να αλλάξει θέσεις, να επαναπροσδιορίσει τα συμβάντα. Οι πρώτες τρεις ημέρες ήταν και οι πιο δύσκολες. Είχε αρκετή ωριμότητα ώστε να γνωρίζει τι θέλει, ήξερε να παίρνει από την ζωή αυτά που τις χάριζε χωρίς να δεσμεύεται από απαγορευτικά και χωρίς να απαιτεί τίποτα περισσότερο από μια ανθρώπινη και ειλικρινή συμπεριφορά. Οι επαφές με το Θάνο γίναν προβληματικές. Η ελλιπής ανταπόκριση του στα τηλεφωνήματα και στα μηνύματα της την πλήγωσαν, γνώριζε όμως ότι αυτή η συμπεριφορά ανήκε στο χρόνο και ο χρόνος μεταλλάσσεται κάθε στιγμή. Στο τελευταίο της μήνυμα του έδωσε το ελεύθερο να την πάρει όποτε θέλει εκείνος. Καταλάβαινε τους φόβους του αλλά δεν τις έδωσε καν τη ευκαιρία να τους εξαλείψει, να του πει πως έβλεπε εκείνη την ζωή και τι ήθελε από αυτόν. 
Δεν μπορούσε να κάνει τίποτα περισσότερα για αυτόν από το να τον σκέφτεται με αγάπη, αποφάσισε να ασχοληθεί με την αγαπημένη της συγγραφή • έτσι της ήρθε η διάθεση να γράψει αυτά που δεν της έδινε την ευκαιρία να του εκφράσει. Ήταν μια ψυχή ελεύθερη, δεν ήθελε να δεσμεύσει κανένα μα ούτε και να δεσμευτεί, έδινε την αγάπη της απλόχερα ειδικά εκεί που αισθανότανε ότι είναι αναγκαία και έπαιρνε με ευγνωμοσύνη αυτά που τις χάριζαν και ο Θάνος της χάρισε πολλά, αυτά ήθελε να του ανταποδώσει μα δεν το κατάλαβε….. 
Το τέλος του Αυγούστου πλησίαζε και μαζί του και το τέλος των διακοπών, παρ’ όλα αυτά οι μέρες ήταν το ιδιο απολαυστικές όπως και πρώτες. Την προτελευταία ημέρα η Αγάπη ξύπνησε ευδιάθετη και ήρεμη, χωρίς την μικρή Νόρα είχε ένα εικοσιτετράωρο αποκλειστικά αφιερωμένο στον εαυτό της. Μόλις έφυγαν η Νόρα με τον μπαμπά της αποφάσισε να αφιερώσει λίγο χρόνο στην καθαριότητα του σπιτιού και να αρχίζει να μαζεύει σιγά-σιγά τα πράγματα για να είναι έτοιμα για την επιστροφή. Δεν της πήρε και πολύ, μια σταλιά σπίτι, σε μισή ώρα είχε ένα καφέ στα χέρια και περιδιάβαινε στις ιστοσελίδες, την καθημερινή αγαπημένη ενημέρωση, όταν το πορτοκαλί παραθυράκι του skype αναδύθηκε από την αιωνιότητα. 
- Καλημέρα, τι κάνεις….. 
- Καλά είμαι Θάνο μου, εσύ…. 
- Ετοιμάζομαι για το ταξίδι και είπα να κάνω μια τελευταία βουτιά…… είσαι θάλασσα….. 
Στις πέντε ακριβώς ήταν δίπλα της και τις μιλούσε για τις φορτωμένες ημέρες του από υποχρεώσεις, ετοιμασίες, βαλίτσες, χαρτιά αλλά και την χαρά του για τους καινούργιους ορίζοντες που ανοίγονταν μπροστά του. Εκείνη τον άκουγε με ευχαρίστησε και ευχότανε από την καρδιά της να του πάνε όλα καλά σε αυτά που ονειρεύεται, του υποσχέθηκε να είναι πάντα δίπλα του σε ότι χρειαστεί και περνάει από το χέρι της. Είχε την ηρεμία που τις χάριζαν οι εμπειρίες της ηλικιακής διαφοράς μα πάνω από όλα η επίμονη δουλειά με τον εαυτό της όλα αυτά τα χρόνια. Τον κοιτούσε με βλέμμα γεμάτο αγάπη και ήξερε ότι για αυτά που του έλεγε με τα μάτια δεν χρειαζότανε καμιά εξήγηση, ήταν όλα κατανοητά. 
- Πριν από είκοσι ημέρες μου υποσχέθηκες ένα νυχτερινό μπάνιο, αν τηρήσεις την υπόσχεση σου εγώ θα σου χαρίσω μια πανσέληνο… τί λες… τον ρώτησε χαμογελώντας. 
Δεν τις απάντησε με λόγια, απάντησε με τα μάτια. Στις δώδεκα ακριβώς στεκόντουσαν στην ακροθαλασσιά μπροστά στο ολόγιομο φεγγάρι, χέρι – χέρι, φορώντας τον έρωτα και γυμνοί στον χρόνο. Προχώρησαν μέσα στην απαλότητα της αίσθησης του νερού σιγανά ορίζοντας το τελετουργικό της κίνησης. Σε μια στιγμή εκείνη σταμάτησε, γύρισε προς το μέρος του, τον αγκάλιασε και του έδωσε τα χείλη της, κάθισαν και οι δυο ενωμένοι μέσα στην αγκαλιά της θάλασσας, αφήνοντας την να τους χαϊδεύει απαλά τα ζεστά κορμιά τους και να συντονίζει αρμονικά την ερωτική κίνηση της ζωής με αντάλλαγμα την λαμπρή ενέργεια που εκπέμπουν δυο ψυχές που προσπαθούν να φτάσουν τον Θεό επιτρέποντας Τον να κατοικήσει μέσα τους. 
Αυτή η στιγμή ήταν η ανταπόδοση της αγάπης, αυτός ο κύκλος της αιωνιότητας, αυτή η μοναδική αλήθεια που μπορεί να βιώσει ο άνθρωπος έξω από το χρόνο και τα πρέπει μιας πλαστής ζωής. 
Τώρα μπορούσαν να τραβήξει ο καθένας τον δρόμο των εμπειριών του έχοντας πάντα τη γεύση της αιωνιότητας μέσα τους σαν φάρο ζωής. 
Την επόμενη ημέρα ο Θάνος έφυγε μα και οι δυο ξέρανε πως είχανε μέσα τους μια αλήθεια να τους ενώνει με κάθε δυνατό τρόπο. 
.
Η Κυριακή Ηλιάδου γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη, σπούδασε βοηθός μικροβιολόγου και βοηθός φαρμακείου. Πάντοτε της άρεσε να διαβάζει και τα τελευταία χρόνια να γράφει. Έγραψε το μυθιστόρημα “Ένα ουράνιο τόξο μέσα στη νύχτα” το οποίο βραβεύτηκε στο διαγωνισμό μυθιστορήματος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών για το 2008. Αρθρογράφησε στο e-magazine “Πρόβα γάμου“. Γράφει στο ιστολόγιο Thoughts και μοιράζεται σκέψεις και αναρωτήσεις. Επίσης έχει αστείρευτη αγάπη για την ψυχολογία.
[ blog ] [ e-mail ]

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις