Ο
Εντουάρ Μανέ (Édouard Manet, 23 Ιανουαρίου 1832 - 30 Απριλίου 1883)
ήταν ένας από τους σημαντικότερους ζωγράφους. Θεωρείται ένας από τους
θεμελιωτές της μοντέρνας τέχνης ενώ συνδέθηκε έντονα και με το κίνημα
του ιμπρεσιονισμού. Αποτέλεσε επιπλέον έναν από τους πλέον
αμφιλεγόμενους καλλιτέχνες του 19ου αιώνα.
Ο Εντουάρ Μανέ γεννήθηκε το 1832 στο Παρίσι και μεγάλωσε μέσα σε ένα μεγαλοαστικό οικογενειακό περιβάλλον. Ο πατέρας του, Ωγκύστ Μανέ (Auguste Manet), ήταν δικαστής, ενώ η μητέρα του, Εζενί-Ντεζιρέ Φουρνιέ (Eugénie-Desirée Fournier) ήταν κόρη διπλωμάτη. Από νωρίς, ο Μανέ ήρθε σε επαφή με τον χώρο της τέχνης χάρη στη συμβολή του θείου του, Σαρλ Φουρνιέ (Charles Fournier), ο οποίος επιπλέον τον ενθάρυνε να ακολουθήσει το επάγγελμα του ζωγράφου. Αντιθέτως, ο πατέρας του τον προορίζει για μία καριέρα στη νομική.
Σε ηλικία 12 ετών ο Μανέ φοιτά στο κολέγιο Rollin και οι μαθητικές του επιδόσεις καταγράφονται ως απογοητευτικές, γεγονός που αναγκάζει τους γονείς του να αποδεχτούν την επιθυμία του να δώσει εξετάσεις ώστε να γίνει δεκτός στη Ναυτική Ακαδημία. Ο Μανέ αποτυγχάνει στις εξετάσεις αλλά το Δεκέμβριο του 1848 μπαρκάρει με το πλοίο Havre et Guadeloupe με προορισμό το Ρίο ντε Τζανέιρο της Βραζιλίας. Οι εμπειρίες που αποκομίζει κατά τη διάρκεια αυτού του ταξιδιού καταγράφονται σε αρκετά από τα μεταγενέστερα έργα του.
Ο Μανέ επιστρέφει από τη Λατινική Αμερική τον Ιούνιο του 1849 και αφού αποτυγχάνει για δεύτερη φορά να γίνει δεκτός στη Ναυτική Ακαδημία αποφασίζει να ασχοληθεί με τη ζωγραφική. Μετά από σχετική έγκριση των γονέων του, το διάστημα 1850 - 1856 σπουδάζει στο ατελιέ του ακαδημαϊκού ζωγράφου Τομά Κουτύρ (Thomas Couture). Την περίοδο της εξαετούς εκπαίδευσής του, αφοσιώνεται στις διαφορετικές τεχνικές και συνηθίζει να αντιγράφει έργα κλασικών δημιουργών, τα οποία εκτίθενται στο μουσείο του Λούβρου. Την ίδια περίοδο, πραγματοποιεί διάφορα ταξίδια σε όλη την Ευρώπη όπου έρχεται σε επαφή με έργα άλλων καλλιτεχνών επισκεπτόμενος πολλά μουσεία. Μεταξύ άλλων επισκέπτεται την Ιταλία, τη Γερμανία και την Ολλανδία. Μετά από διαφωνία με τον δάσκαλό του, εγκαταλείπει τελικά το ατελιέ του το 1856.
Μετά από μερικά χρόνια κατά τα οποία ο Μανέ εξακολουθεί να αντιγράφει κλασικά έργα, αποφασίζει να εκθέσει για πρώτη φορά δημόσια έργο του, συμμετέχοντας στο Σαλόν του 1859 με τον πίνακα Πότης Αψεντιού ( Le Buveur d'absinthe). Το συγκεκριμένο έργο ακολουθεί τα πρότυπα του ρεαλισμού αν και θεωρείται πως αποτελεί ένα είδος φόρου τιμής στον Ισπανό Ντιέγκο Βελάσκεθ, τον οποίο ο ίδιος ο Μανέ θεωρούσε ως τον σημαντικότερο ζωγράφο. Παρόλα αυτά ο πίνακας δεν γίνεται δεκτός αλλά απορρίπτεται από την επιτροπή της Ακαδημίας. Την ίδια περίοδο, ο Μανέ εστιάζει το ενδιαφέρον του στη ζωγραφική της ιβηρικής χερσονήσου και αποστρέφεται ολοένα και περισσότερο τα καθιερωμένα ακαδημαϊκά πρότυπα που κυριαρχούν στην τέχνη της εποχής.
Το 1863 συμμετέχει για δεύτερη φορά στο Σαλόν του Παρισιού με το έργο του Πρόγευμα στη χλόη, το οποίο αν και επίσης απορρίπτεται, τελικά μετά από απόφαση του αυτοκράτορα Ναπολέων Γ' καθιερώνεται μία ειδική έκθεση για όλα τα απορριφθέντα έργα μεταξύ των οποίων και αυτό του Μανέ. Η δημόσια έκθεση του έργου - που απεικονίζει μια γυμνή γυναικεία μορφή - προκαλεί έντονες αντιδράσεις και θεωρείται σήμερα ένα από τα αμιγώς ιμπρεσιονιστικά έργα του Μανέ. Δύο χρόνια αργότερα, ένας άλλος πίνακας του Μανέ, υπό τον τίτλο Ολυμπία θα προκαλέσει ακόμα μεγαλύτερο σκάνδαλο καθώς θεωρήθηκε ιδιαιτέρως προκλητικός. Τα επόμενα χρόνια ο Μανέ συμμετέχει σε αρκετά σαλόν του Παρισιού και αρκετά έργα του απορρίπτονται. Παρά τις αρνητικές κριτικές και τις κατηγορίες για προσβολή της δημοσίας αιδούς που δέχτηκε ο Μανέ για τα έργα του, κατάφερε παράλληλα να αυξήσει σημαντικά την επιρροή του σε νέους και μοντέρνους καλλιτεχνικούς κύκλους.
Ο Μανέ συνδέθηκε με τους ιμπρεσιονιστές ζωγράφους μεταξύ των οποίων ο Εντγκάρ Ντεγκά, ο Κλωντ Μονέ, ο Πωλ Σεζάν, ο Πιερ Ωγκύστ Ρενουάρ και ο Καμίλ Πισαρό. Στην πραγματικότητα, αν και διαπνέονταν από κοινές πεποιθήσεις και το έργο του Μανέ αποτέλεσε σημαντική επιρροή για τους ιμπρεσιονιστές, ο ίδιος ο Μανέ δεν συμμετείχε στις εκθέσεις τους ούτε και επιθυμούσε να εκλαμβάνεται ως εκπρόσωπος του κινήματος. Είναι γεγονός πως και ο Μανέ δέχτηκε με τη σειρά του επιδράσεις από τους ιμπρεσιονιστές και ιδιαίτερα από τον Μονέ. Πολλά έργα του ακολούθησαν την ιμπρεσιονιστική τεχνοτροπία και τις τεχνικές που χρησιμοποιούσαν οι ιμπρεσιονιστές. Εκτός από τους ιμπρεσιονιστές, το έργο του Μανέ υπερασπίστηκαν δημόσια και άλλες προσωπικότητες όπως οι λογοτέχνες Εμίλ Ζολά, Στεφάν Μαλαρμέ και Κάρολος Μπωντλαίρ. Ιδιαίτερα δημοφιλή είναι και τα πορτραίτα που φιλοτέχνησε ο Μανέ για τους Ζολά και Μαλαρμέ.Το 1870 ο Μανέ υπηρέτησε ως ανθυπολοχαγός στο Γαλλο-Πρωσσικό πόλεμο και το 1881 παρασημοφορήθηκε με το Μετάλλιο της Τιμής. Πέθανε το 1883 στο Παρίσι από σύφιλη, η οποία του προκάλεσε και μερική παράλυση στα τελευταία χρόνια της ζωής του. Έντεκα ημέρες πριν το θάνατό του αναγκάστηκε να υποστεί τον ακρωτηριασμό του αριστερού του ποδιού λόγω γάγγραινας.
Ο Εντουάρ Μανέ γεννήθηκε το 1832 στο Παρίσι και μεγάλωσε μέσα σε ένα μεγαλοαστικό οικογενειακό περιβάλλον. Ο πατέρας του, Ωγκύστ Μανέ (Auguste Manet), ήταν δικαστής, ενώ η μητέρα του, Εζενί-Ντεζιρέ Φουρνιέ (Eugénie-Desirée Fournier) ήταν κόρη διπλωμάτη. Από νωρίς, ο Μανέ ήρθε σε επαφή με τον χώρο της τέχνης χάρη στη συμβολή του θείου του, Σαρλ Φουρνιέ (Charles Fournier), ο οποίος επιπλέον τον ενθάρυνε να ακολουθήσει το επάγγελμα του ζωγράφου. Αντιθέτως, ο πατέρας του τον προορίζει για μία καριέρα στη νομική.
Σε ηλικία 12 ετών ο Μανέ φοιτά στο κολέγιο Rollin και οι μαθητικές του επιδόσεις καταγράφονται ως απογοητευτικές, γεγονός που αναγκάζει τους γονείς του να αποδεχτούν την επιθυμία του να δώσει εξετάσεις ώστε να γίνει δεκτός στη Ναυτική Ακαδημία. Ο Μανέ αποτυγχάνει στις εξετάσεις αλλά το Δεκέμβριο του 1848 μπαρκάρει με το πλοίο Havre et Guadeloupe με προορισμό το Ρίο ντε Τζανέιρο της Βραζιλίας. Οι εμπειρίες που αποκομίζει κατά τη διάρκεια αυτού του ταξιδιού καταγράφονται σε αρκετά από τα μεταγενέστερα έργα του.
Ο Μανέ επιστρέφει από τη Λατινική Αμερική τον Ιούνιο του 1849 και αφού αποτυγχάνει για δεύτερη φορά να γίνει δεκτός στη Ναυτική Ακαδημία αποφασίζει να ασχοληθεί με τη ζωγραφική. Μετά από σχετική έγκριση των γονέων του, το διάστημα 1850 - 1856 σπουδάζει στο ατελιέ του ακαδημαϊκού ζωγράφου Τομά Κουτύρ (Thomas Couture). Την περίοδο της εξαετούς εκπαίδευσής του, αφοσιώνεται στις διαφορετικές τεχνικές και συνηθίζει να αντιγράφει έργα κλασικών δημιουργών, τα οποία εκτίθενται στο μουσείο του Λούβρου. Την ίδια περίοδο, πραγματοποιεί διάφορα ταξίδια σε όλη την Ευρώπη όπου έρχεται σε επαφή με έργα άλλων καλλιτεχνών επισκεπτόμενος πολλά μουσεία. Μεταξύ άλλων επισκέπτεται την Ιταλία, τη Γερμανία και την Ολλανδία. Μετά από διαφωνία με τον δάσκαλό του, εγκαταλείπει τελικά το ατελιέ του το 1856.
Μετά από μερικά χρόνια κατά τα οποία ο Μανέ εξακολουθεί να αντιγράφει κλασικά έργα, αποφασίζει να εκθέσει για πρώτη φορά δημόσια έργο του, συμμετέχοντας στο Σαλόν του 1859 με τον πίνακα Πότης Αψεντιού ( Le Buveur d'absinthe). Το συγκεκριμένο έργο ακολουθεί τα πρότυπα του ρεαλισμού αν και θεωρείται πως αποτελεί ένα είδος φόρου τιμής στον Ισπανό Ντιέγκο Βελάσκεθ, τον οποίο ο ίδιος ο Μανέ θεωρούσε ως τον σημαντικότερο ζωγράφο. Παρόλα αυτά ο πίνακας δεν γίνεται δεκτός αλλά απορρίπτεται από την επιτροπή της Ακαδημίας. Την ίδια περίοδο, ο Μανέ εστιάζει το ενδιαφέρον του στη ζωγραφική της ιβηρικής χερσονήσου και αποστρέφεται ολοένα και περισσότερο τα καθιερωμένα ακαδημαϊκά πρότυπα που κυριαρχούν στην τέχνη της εποχής.
Το 1863 συμμετέχει για δεύτερη φορά στο Σαλόν του Παρισιού με το έργο του Πρόγευμα στη χλόη, το οποίο αν και επίσης απορρίπτεται, τελικά μετά από απόφαση του αυτοκράτορα Ναπολέων Γ' καθιερώνεται μία ειδική έκθεση για όλα τα απορριφθέντα έργα μεταξύ των οποίων και αυτό του Μανέ. Η δημόσια έκθεση του έργου - που απεικονίζει μια γυμνή γυναικεία μορφή - προκαλεί έντονες αντιδράσεις και θεωρείται σήμερα ένα από τα αμιγώς ιμπρεσιονιστικά έργα του Μανέ. Δύο χρόνια αργότερα, ένας άλλος πίνακας του Μανέ, υπό τον τίτλο Ολυμπία θα προκαλέσει ακόμα μεγαλύτερο σκάνδαλο καθώς θεωρήθηκε ιδιαιτέρως προκλητικός. Τα επόμενα χρόνια ο Μανέ συμμετέχει σε αρκετά σαλόν του Παρισιού και αρκετά έργα του απορρίπτονται. Παρά τις αρνητικές κριτικές και τις κατηγορίες για προσβολή της δημοσίας αιδούς που δέχτηκε ο Μανέ για τα έργα του, κατάφερε παράλληλα να αυξήσει σημαντικά την επιρροή του σε νέους και μοντέρνους καλλιτεχνικούς κύκλους.
Ο Μανέ συνδέθηκε με τους ιμπρεσιονιστές ζωγράφους μεταξύ των οποίων ο Εντγκάρ Ντεγκά, ο Κλωντ Μονέ, ο Πωλ Σεζάν, ο Πιερ Ωγκύστ Ρενουάρ και ο Καμίλ Πισαρό. Στην πραγματικότητα, αν και διαπνέονταν από κοινές πεποιθήσεις και το έργο του Μανέ αποτέλεσε σημαντική επιρροή για τους ιμπρεσιονιστές, ο ίδιος ο Μανέ δεν συμμετείχε στις εκθέσεις τους ούτε και επιθυμούσε να εκλαμβάνεται ως εκπρόσωπος του κινήματος. Είναι γεγονός πως και ο Μανέ δέχτηκε με τη σειρά του επιδράσεις από τους ιμπρεσιονιστές και ιδιαίτερα από τον Μονέ. Πολλά έργα του ακολούθησαν την ιμπρεσιονιστική τεχνοτροπία και τις τεχνικές που χρησιμοποιούσαν οι ιμπρεσιονιστές. Εκτός από τους ιμπρεσιονιστές, το έργο του Μανέ υπερασπίστηκαν δημόσια και άλλες προσωπικότητες όπως οι λογοτέχνες Εμίλ Ζολά, Στεφάν Μαλαρμέ και Κάρολος Μπωντλαίρ. Ιδιαίτερα δημοφιλή είναι και τα πορτραίτα που φιλοτέχνησε ο Μανέ για τους Ζολά και Μαλαρμέ.Το 1870 ο Μανέ υπηρέτησε ως ανθυπολοχαγός στο Γαλλο-Πρωσσικό πόλεμο και το 1881 παρασημοφορήθηκε με το Μετάλλιο της Τιμής. Πέθανε το 1883 στο Παρίσι από σύφιλη, η οποία του προκάλεσε και μερική παράλυση στα τελευταία χρόνια της ζωής του. Έντεκα ημέρες πριν το θάνατό του αναγκάστηκε να υποστεί τον ακρωτηριασμό του αριστερού του ποδιού λόγω γάγγραινας.
http://el.wikipedia.org/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου