Σάββατο 30 Αυγούστου 2014

ΠΡΟΔΟΣΙΑ


  • Μ.ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ ( 1 Απριλίου 1902 - 29 Απριλίου 1930)

    Φωτογραφία: Μ.ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ ( 1 Απριλίου 1902 -  29 Απριλίου 1930) 

ΠΡΟΔΟΣΙΑ
Ζωὴ πῶς μὲ παράδωσες μ᾿ ἕνα φιλὶ στοὺς δήμιους.
.............................................................
Οἱ δήμιοί σου, καλόγνωμοι, θάνατο δὲν προστάζουν.
Εἶνε κι᾿ αὐτοὶ ἀπ᾿ τοὺς τιμίους σου καὶ τοὺς εὐγενικούς!
Χαμόγελο τὰ χείλη τους καὶ γλυκὸ λόγο στάζουν
κ᾿ ἔχουν κι᾿ ἀγάπη καὶ σκοποὺς ὡραίους καὶ ἱπποτικούς.

Ὤ, ἐμένα τὸ αἷμα μου ἔλειψεν ἀπ᾿ τὴ φριχτὴ ἀγωνία,
στὸν ξέσαρκό μου τράχηλο νὰ σέρνεται ἡ θηλιὰ
καὶ νὰ μὴ σφίγγη. Ὤ, εὐγενικὴ τῶν δημίων μου μανία,
ἔχω μέσα στὰ στήθη μου σπασμένη τὴν καρδιά.

Ἔχω σπασμένη τὴν καρδιά. Μ᾿ ἔχει ἡ ζωὴ προδώσει
καὶ μοῦ ζητᾶνε νὰ γελάσω ἀθῶα καὶ τρυφερὰ
καὶ νἆναι μέσ᾿ στὰ μάτια μου χαρὰ καὶ λάμψη τόση,
ποὺ νὰ γενῆ στὰ εὐγενικά σας ὄνειρα φτερά.

Ἐγὼ πρέπει ἀπ᾿ τὴ λίγη μου σταγόνα νὰ σᾶς θρέψω
τοῦ αἵματος, ποὺ φαρμάκωσε κι᾿ αὐτὴ μέσ᾿ στὴν καρδιά.
Τὰ φάσματα τῶν πόθων μου λουλούδια νὰ σᾶς δρέψω
καὶ νὰ δεχτῶ σὰ μίαν αὐγὴ τὴν τελευταία βραδιά.

Κι᾿ ἂν ἡ σπασμένη μου καρδιὰ τρίξη στὸ σαρκασμό μου,
κι᾿ ἂν ἀντὶ δάκρι στάξουνε τὰ μάτια μου φωτιά,
θὰ μοῦ ραβδίστε τὸ χυδαῖο κι᾿ ἄπρεπο στοχασμό μου
εὐγενικὰ στυλώνοντας τὴν βλοσυρὴ ματιά.

Ὅμως ἡ βαριὰ μοίρα μου δὲν εἶνε ὁ θάνατός μου.
Μέσ᾿ στὴν καρδιά μου βόσκουνε πληγὲς ἀπὸ φωτιά.
Ποιὸς ἀπὸ σᾶς, ἀνύποπτα, τίμιος θὰ γίνη ἐχθρός μου
στὸν ξέσαρκό μου τράχηλο νὰ σφίξη τὴ θηλιά!

    ΠΡΟΔΟΣΙΑ
    Ζωὴ πῶς μὲ παράδωσες μ᾿ ἕνα φιλὶ στοὺς δήμιους.
    .............................................................
    Οἱ δήμιοί σου, καλόγνωμοι, θάνατο δὲν προστάζουν....
    Εἶνε κι᾿ αὐτοὶ ἀπ᾿ τοὺς τιμίους σου καὶ τοὺς εὐγενικούς!
    Χαμόγελο τὰ χείλη τους καὶ γλυκὸ λόγο στάζουν
    κ᾿ ἔχουν κι᾿ ἀγάπη καὶ σκοποὺς ὡραίους καὶ ἱπποτικούς.

    Ὤ, ἐμένα τὸ αἷμα μου ἔλειψεν ἀπ᾿ τὴ φριχτὴ ἀγωνία,
    στὸν ξέσαρκό μου τράχηλο νὰ σέρνεται ἡ θηλιὰ
    καὶ νὰ μὴ σφίγγη. Ὤ, εὐγενικὴ τῶν δημίων μου μανία,
    ἔχω μέσα στὰ στήθη μου σπασμένη τὴν καρδιά.

    Ἔχω σπασμένη τὴν καρδιά. Μ᾿ ἔχει ἡ ζωὴ προδώσει
    καὶ μοῦ ζητᾶνε νὰ γελάσω ἀθῶα καὶ τρυφερὰ
    καὶ νἆναι μέσ᾿ στὰ μάτια μου χαρὰ καὶ λάμψη τόση,
    ποὺ νὰ γενῆ στὰ εὐγενικά σας ὄνειρα φτερά.

    Ἐγὼ πρέπει ἀπ᾿ τὴ λίγη μου σταγόνα νὰ σᾶς θρέψω
    τοῦ αἵματος, ποὺ φαρμάκωσε κι᾿ αὐτὴ μέσ᾿ στὴν καρδιά.
    Τὰ φάσματα τῶν πόθων μου λουλούδια νὰ σᾶς δρέψω
    καὶ νὰ δεχτῶ σὰ μίαν αὐγὴ τὴν τελευταία βραδιά.

    Κι᾿ ἂν ἡ σπασμένη μου καρδιὰ τρίξη στὸ σαρκασμό μου,
    κι᾿ ἂν ἀντὶ δάκρι στάξουνε τὰ μάτια μου φωτιά,
    θὰ μοῦ ραβδίστε τὸ χυδαῖο κι᾿ ἄπρεπο στοχασμό μου
    εὐγενικὰ στυλώνοντας τὴν βλοσυρὴ ματιά.

    Ὅμως ἡ βαριὰ μοίρα μου δὲν εἶνε ὁ θάνατός μου.
    Μέσ᾿ στὴν καρδιά μου βόσκουνε πληγὲς ἀπὸ φωτιά.
    Ποιὸς ἀπὸ σᾶς, ἀνύποπτα, τίμιος θὰ γίνη ἐχθρός μου
    στὸν ξέσαρκό μου τράχηλο νὰ σφίξη τὴ θηλιά!
    Δείτε περισσότερα
  • Δεν υπάρχουν σχόλια:

    Δημοσίευση σχολίου

    Δημοφιλείς αναρτήσεις