Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2018

Τζιάκομο Πουτσίνι (22 Δεκεμβρίου 1858 - 29 Νοεμβρίου 1924)

Ο χρήστης Maria Dimitriou κοινοποίησε ένα σύνδεσμο.
 
homouniversalisgr.blogspot.com
Ο Τζορτζ Μπέρναρντ Σο χαρακτήρισε τον Τζιάκομο Πουτσίνι «διάδοχο» του Τζιουζέπε Βέρντι. Ακόμη και αν με αυτόν τον τρόπο εκδήλωσε τον...
 

Ο Τζορτζ Μπέρναρντ Σο χαρακτήρισε τον Τζιάκομο Πουτσίνι «διάδοχο» του Τζιουζέπε Βέρντι. Ακόμη και αν με αυτόν τον τρόπο εκδήλωσε τον θαυμασμό του για το έργο του, μάλλον τον αδικούσε. Γιατί ο Τζιάκομο Πουτσίνι δεν ήταν διάδοχος κανενός. Ηταν ο ένας και μοναδικός Πουτσίνι που συνέθεσε σε μια εντελώς προσωπική γλώσσα, που σφράγισε με τη μουσική δημιουργία του την πρώτη εικοσαετία και κατά συνέπεια ολόκληρο τον 20ό αιώνα, που δεν μιμήθηκε αλλά βρήκε δεκάδες μιμητές. Ηταν ο Πουτσίνι που απογείωσε το μουσικό κίνημα του βερισμού (=ρεαλισμός, μεγαλύτερη έμφαση στη δραματικότητα, στην ένταση των συναισθημάτων παρά στο ευγενές, αψεγάδιαστο τραγούδι) δημιουργώντας όπερες που ξεσηκώνουν ακόμη το κοινό στα θέατρα όλου του κόσμου.

Γόνος οικογένειας μουσικών, γεννήθηκε στη Λούκα της Ιταλίας το 1858. Εχασε τον πατέρα του σε ηλικία 5 ετών, ήταν όμως το περιβάλλον που είχε δημιουργήσει ο πατέρας του εκείνο που τον ανέθρεψε, αφού οι μαθητές τού πατέρα του ανέλαβαν τη (μουσική) μόρφωσή του. Ο Πουτσίνι σε ηλικία μόλις 14 ετών εργαζόταν ως οργανίστας σε εκκλησίες της ιδιαίτερης πατρίδας του, ενώ πολύ γρήγορα άρχισε να ασχολείται και με τη σύνθεση. Αφού τελειοποίησε την εκπαίδευσή του στο Μιλάνο (φοιτώντας δίπλα και στον συνθέτη της «Τζιοκόντα» Αμιλκάρε Πονκιέλι), έκανε την πρώτη εμφάνισή του ως συνθέτης όπερας.
Το μελόδραμα «Le Villi» (βασισμένο στον ίδιο θρύλο που βασίζεται και το φημισμένο μπαλέτο του Αντάμ «Ζιζέλ») προκάλεσε το ενδιαφέρον του μεγαλύτερου εκδότη μουσικών κειμένων της εποχής, του Τζούλιο Ρικόρντι. Στη συνέχεια η όπερά του με τον τίτλο «Εντγκαρ» που παρουσιάστηκε στη Σκάλα του Μιλάνου το 1889 έγινε δεκτή μάλλον ψυχρά. Δεν είχε φθάσει ακόμη η μεγάλη στιγμή της επαγγελματικής καταξίωσης, είχε όμως φθάσει η στιγμή για τη δημιουργία οικογένειας, έστω και... παράνομης. Η σχέση του με την Ελβίρα Τζεμινιάνι του χάρισε ένα γιο το 1886, νομιμοποιήθηκε όμως μόνο το 1904 που ο σύζυγος της Ελβίρας πέθανε. Ο γάμος του Πουτσίνι με την αγαπημένη του επρόκειτο να είναι ο μοναδικός της ζωής του, αλλά και να εξελιχθεί σε πηγή δυστυχίας για τον συνθέτη λόγω των ψυχολογικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε η Ελβίρα και της παθολογικής ζήλιας της.

Τα πρώτα σύννεφα στην προσωπική του ζωή δεν είχαν φανεί ακόμη. Αντιθέτως, ο ήλιος της τέχνης του έλαμψε ξαφνικά με τόση δύναμη που τύφλωσε όλη την Ευρώπη. Η παρουσίαση της όπεράς του «Μανόν Λεσκό» (Τουρίνο, 1893) ήταν ένας από εκείνους τους θριάμβους που κάθε συνθέτης ονειρεύεται να ζήσει. Ηταν επίσης η όπερα για τη δημιουργία της οποίας πρωτοσυνεργάστηκε με τους περίφημους λιμπρετίστες Τζιουζέπε Τζιακόζα και Λουίτζι Ιλικα, οι οποίοι στη συνέχεια συνέγραψαν τα λιμπρέτα των δημοφιλέστερων μελοδραμάτων του, της «Μποέμ» (1896), της «Τόσκα» (1900) και της «Μαντάμα Μπάτερφλαϊ» (1904).

Ελάχιστες οι δυσκολίες, τεράστιες οι επιτυχίες... Και ξαφνικά η τραγωδία: τον Ιανουάριο του 1909 η υπηρέτριά του Ντόρια Μανφρέντι αυτοκτονεί, όταν η Ελβίρα Πουτσίνι την κατηγορεί για παράνομες σχέσεις με τον άντρα της. Η οικογένεια της άτυχης νέας καταφέρεται δικαστικώς κατά της Ελβίρας, θεωρώντας την παθολογική ζήλια της αποκλειστικό υπαίτιο της τραγωδίας. Η ζωή του Πουτσίνι γίνεται κίτρινο ανάγνωσμα στον Τύπο. Εκείνος φεύγει από το σπίτι του και σκέφτεται να ζητήσει διαζύγιο. Τελικά όμως συμπαρίσταται στη σύζυγό του και η όλη υπόθεση κλείνει με συμβιβασμό.
Στο μεταξύ η επαγγελματική πορεία του εξακολουθεί να είναι επιτυχής. Η πρεμιέρα της όπεράς του «Το κορίτσι της Δύσης» (Μητροπολιτική Οπερα της Νέας Υόρκης, 1910) είναι θρίαμβος. Το χαριτωμένο «Χελιδόνι» (Μόντε Κάρλο, 1917) που ακολούθησε μπορεί να μη γνώρισε παρόμοια υποδοχή, το «Τρίπτυχο» όμως (Νέα Υόρκη, 1918) εντυπωσίασε με την ένταση, τη δραματικότητα και τη μουσική ποικιλία του. Ο Πουτσίνι ήταν πλέον ένας ζωντανός μύθος της μουσικής.
Στα τέλη του 1923 εκδηλώθηκε στον συνθέτη καρκίνος του λάρυγγα. Εκείνη την περίοδο ολοκλήρωνε την όπερα που στη συνέχεια θεωρήθηκε ένα από τα αριστουργήματά του, την «Τουραντότ». Ο θάνατός του στις 29 Νοεμβρίου 1924 (επιπλοκές στην καρδιά κατά τη διάρκεια εγχείρησης) άφησε το έργο ημιτελές. Ετσι ημιτελής παρουσιάστηκε η «Τουραντότ» στη Σκάλα του Μιλάνου, στις 25 Απριλίου 1926, υπό τη διεύθυνση του Αρτούρο Τοσκανίνι. Αργότερα παρουσιάστηκε και με το φινάλε που συνέθεσε βασισμένος στις σημειώσεις του δασκάλου του ο μαθητής τού Πουτσίνι, Φράνκο Αλφάνο. (Λεπτομέρεια: Οι τελευταίες σελίδες της «Τουραντότ» που συνέθεσε ο Πουτσίνι ήταν εκείνες του σπαρακτικού θανάτου της Λιού, μιας σκλάβας που ήξερε να αγαπάει και που αυτοκτόνησε από αγάπη. Πολλοί μελετητές του έργου του κορυφαίου συνθέτη έχουν συνδέσει τη δημιουργία από τον συνθέτη της Λιού με την τραγική υπηρέτριά του, την Ντόρια Μανφρέντι.) http://www.tovima.gr/
Aleardo Βίλα (1865 - 1906), Πορτραίτο του Giacomo Puccini, λάδι σε μουσαμά, ιδιωτική συλλογή.
 
συνέχεια
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις