(Plumeria,Frangipani), είναι ένα τροπικό φυτό με εντυπωσιακά αρωματικά άνθη. Το άρωμα της είναι αιφνιδιαστικό, διεισδυτικό και δεν μοιάζει με αυτό άλλων. Κατάγεται από τις ανατολικές Ινδίες αλλά πλέον έχει εξαπλωθεί σε όλες τις τροπικές και όχι μόνο χώρες κυρίως εξαιτίας των πανέμορφων λουλουδιών της που επιπλέον έχουν ένα υπέροχο άρωμα. Ιδιαίτερα δημοφιλές φυτό είναι η πλουμέρια στη Χαβάη όπου μαζί με τις ορχιδέες τα άνθη της πλουμέριας είναι βασικό στολίδι στις Χαβανέζικες γιρλάντες.
- https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A0%CE%BB%CE%BF%CF%85%CE%BC%CE%AD%CF%81%CE%B9%CE%B1
-
Κόκκινα φραντζιπάνι στη Μαλαισία.
-
Πλουμέριες στον Κήπο των Φυτών της Λίλλης, Λιλ, Γαλλία.
-
Πλουμέρια στη Μπανγκαλόρ, Ινδία.
-
Λευκές Πλουμέριες στην Άντρα Πραντές.
-
Λευκή Πλουμέρια στην Kozhikode, Κεράλα.
-
Πλουμερία η ερυθρά (Plumeria rubra) στο Ισραήλ.
-
Λέι από άνθη πλουμέριας και 'umi'umi-o-Dole (Ισπανικά βρύα), σε ένα κανό με προώστες, κατά τη διάρκεια μιας ευλογίας.
-
Plumeria obtusa, Îles des Saintes (Νησιά των Αγίων) Γαλλικές
Η Πλουμέρια ή Πλουμερία (Plumeria) (κοινές ονομασίες Φραντζιπάνι (Frangipani)),[Σημ. 1] Ροδίτικο φούλι, Αιγυπτιακό φούλι ή Ινδικό φούλι, είναι ένα γένος ανθοφόρων φυτών στην οικογένεια των Αποκυνίδων[1](Apocynaceae), στην οποία ανήκει και το γένος Απόκυνον (Apocynum),[Σημ. 2] περιλαμβάνει κυρίως φυλλοβόλους θάμνους και μικρά δένδρα. Είναι εγγενές στην Κεντρική Αμερική, το Μεξικό, την Καραϊβική και τη Νότια Αμερική ως μακρινό νότο, στη Βραζιλία[2][3] αλλά μπορεί να καλλιεργηθεί στις τροπικές και υποτροπικές περιοχές. Στην Ελλάδα, συναντάται συχνά στα νότια μέρη, Ρόδο, Κρήτη, Κω κ.ά.
Περιγραφή
Η πλουμέρια συγγενεύει με την πικροδάφνη (Nerium oleander) καθώς και τα δύο είδη περιέχουν ένα ερεθιστικό υγρό, μάλλον παρόμοιο με εκείνον του Ευφόρβιου (Euphorbia).[Σημ. 3] Η επαφή με το υγρό[Σημ. 4][4] που ελευθερώνει, μπορεί να ερεθίσει τα μάτια και το δέρμα.[5] Κάθε ένα από τα διαφορετικά είδη πλουμέριας (Plumeria), φέρουν διαφορετικού σχήματος, εναλλασσόμενα φύλλα με ξεχωριστή μορφή και τρόπους ανάπτυξης. Τα φύλλα της Π. της λευκής (P. Alba), είναι αρκετά στενά και κυματοειδή, ενώ τα φύλλα της Π. της αγνής (P. pudica), έχουν επίμηκες σχήμα και γυαλιστερό, σκούρο πράσινο χρώμα. Η Π. η αγνή (P. pudica) είναι ένα από τα είδη που είναι πάντα ανθοφόρα και αειθαλή. Ένα άλλο είδος που διατηρεί τα φύλλα και άνθη του τον χειμώνα, είναι η P. obtusa η οποία αν και κατάγεται από την Κολομβία, η κοινή της ονομασία είναι «Σιγκαπούρη».Τα άνθη της πλουμέριας είναι πιο αρωματικά το βράδυ, προκειμένου να δελεάσουν τους σκώρους σφίγγες (Sphingidae) για να τα γονιμοποιήσουν. Τα άνθη δεν έχουν νέκταρ, ωστόσο, απλά ξεγελούν τους επικονιαστές τους. Οι νυχτοπεταλούδες τις γονιμοποιούν κατά λάθος, μεταφέροντας τη γύρη από λουλούδι σε λουλούδι, στην άκαρπη αναζήτησή τους για το νέκταρ.
Τα είδη της πλουμέριας, μπορούν να πολλαπλασιαστούν[Σημ. 5] εύκολα την άνοιξη, από τις άκρες των χωρίς φύλλα μοσχευμάτων των βλαστών. Τα μοσχεύματα αφήνονται να στεγνώσουν στη βάση πριν από τη φύτευσή τους σε καλά στραγγιζόμενα εδάφη. Τα μοσχεύματα είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα στη σήψη, σε υγρά εδάφη.
Για να αξιοποιήσετε στο έπακρο ένα φυτό πλουμέρια, σε σχέση με την ανάπτυξη, το μέγεθος, την άνθιση και το άρωμα, υπάρχει μια λεπτή ισορροπία που πρέπει να διατηρηθεί. Στην ιδανική περίπτωση, μια πλουμέρια βρίσκεται στο στοιχείο της, όταν μπορεί να έχει άφθονο ήλιο και το απαραίτητο νερό, έτσι ώστε να διατηρείται η υγρασία του εδάφους ακριβώς πάνω από την κατάσταση ξηρότητας. Από την άλλη πλευρά, εάν το φυτό λαμβάνει μια μικρότερη ποσότητα ήλιου, τότε είναι απαραίτητη μια μικρότερη ποσότητα ποτίσματος - και πάλι, για να εξασφαλιστεί ότι υγρασία του εδάφους παραμένει ακριβώς πάνω από την κατάσταση ξηρότητας. Όσο περισσότερο ήλιο, τόσο περισσότερο νερό. Όσο λιγότερο ήλιο, τόσο λιγότερο νερό. Ένα κοινό λάθος των αρχάριων καλλιεργητών της πλουμέριας είναι το επιπλέον πότισμα όταν το φυτό δεν είναι σε θέση να εκτεθεί σε αρκετό ήλιο, οδηγώντας το έτσι σε ένα σαπισμένο ριζικό σύστημα. Αντιθέτως, εάν μια πλουμέρια είναι σε θέση να λαμβάνει τη μέγιστη έκθεση στον ήλιο, αλλά δεν ποτίζεται αρκετά, τότε θα ξεραθεί.
Ο πολλαπλασιασμός μπορεί επίσης να γίνει με την καλλιέργεια ιστών από μοσχεύματα, πρόσφατα επιμήκη στελέχη ή με ανάπτυξη σπόρων σε συνθήκες ασηψίας. Το κλάδεμα γίνεται καλύτερα το χειμώνα για τις ποικιλίες των φυλλοβόλων ή όταν επιδιώκονται μοσχεύματα.
Υπάρχουν περισσότερες από 300 επώνυμες ποικιλίες πλουμέριας.
Ετυμολογία και κοινές ονομασίες
Το γένος ονομάστηκε προς τιμήν του Γάλλου βοτανολόγου του 17ου αιώνα, Charles Plumier, ο οποίος ταξίδεψε στο Νέο Κόσμο τεκμηριώνοντας πολλά είδη φυτών και ζώων.[6] Η κοινή ονομασία «frangipani», προέρχεται από ένα μαρκήσιο του 16ου αιώνα της αρχοντικής οικογένειας Frangipani στην Ιταλία, οποίος δημιούργησε ένα άρωμα, όμοιο με το άρωμα της πλουμέριας. Πολλοί ομιλητές της Αγγλικής, επίσης, απλά χρησιμοποιούν τη γενόσημο ονομασία «πλουμέρια».Στα Περσικά, η ονομασία του είναι «γιας» ("yas") ή «γιασμίν»" ("yasmin"). Στην Ινδία, η ονομασία του είναι "champa" ή "chafa", στα Τελούγκου (Telugu), είναι "Deva ganneru" (θεϊκό nerium), στα Manipuri, είναι "Khagi Leihao". Στη Χαβάη, η ονομασία του είναι «μελία» (melia), αν και στη κοινή χρήση εξακολουθεί να ονομάζεται «πλουμέρια». Στη Σρι Λάνκα, αναφέρεται ως "araliya" και (στα Αγγλικά), ως το «Δέντρο Ναός» ("Temple Tree"). Στην Καντώνα, είναι γνωστό ως "gaai daan fa" ή το δέντρο «λουλούδι κρόκου αυγού». Η ονομασία "Leelawadee" (που προέρχεται από την Ταϋλάνδη)[7][8] απαντάται κατά καιρούς. Στην Ινδονησία, όπου το λουλούδι συνήθως συνδέεται με τον πολιτισμό του Μπαλί, είναι γνωστό ως "Kamboja". Στην Γαλλική Πολυνησία, ονομάζεται δέντρο Tiare.
Στην κουλτούρα
Στην Κεντρική Αμερική, οι πλουμέριες έχουν σύνθετη συμβολική σημασία για πάνω από 2000 χρόνια, με εντυπωσιακά δείγματα από τις περιόδους των Μάγια και των Αζτέκων, έως και σήμερα.[9]Σε αρκετά νησιά του Ειρηνικού, όπως η Ταϊτή, τα Φίτζι, η Σαμόα, η Χαβάη, η Νέα Ζηλανδία, η Τόνγκα και τα νησιά Κουκ τα φυτά πλουμέριας χρησιμοποιούνται για την παρασκευή των λέις (leis).[10][Σημ. 6] Στη σύγχρονη Πολυνησιακή κουλτούρα το λουλούδι μπορεί να φορεθεί από τις γυναίκες για να δείξουν την κατάσταση της σχέσης τους - πάνω από το δεξί αυτί, εάν επιδιώκουν μια σχέση και πάνω από το αριστερό αυτί, εάν ήδη έχουν μια σχέση.
Η Πλουμερία η λευκή (P. alba) είναι το εθνικό λουλούδι της Νικαράγουας και του Λάος, όπου είναι γνωστό υπό την τοπική ονομασία «Sacuanjoche» (στη Νικαράγουα) και «Champa» (στο Λάος).
Σε ορισμένες κουλτούρες του Μπανγκλαντές, τα περισσότερα λευκά λουλούδια και ιδίως οι πλουμέριες (Μπενγκάλι চম্পা chômpa ή চাঁপা chãpa), συνδέονται με τις κηδείες και το θάνατο.
Στις Φιλιππίνες και την Ινδονησία, η πλουμέρια η οποία είναι γνωστή στα Ταγκαλόγκ (Tagalog) ως Kalachuchi, συχνά συνδέεται με τα φαντάσματα και τα νεκροταφεία. Οι πλουμέριες συχνά φυτεύονται στα κοιμητήρια και των δύο χωρών. Επίσης είναι κοινά καλλωπιστικά φυτά σε σπίτια, πάρκα, χώρους στάθμευσης κλπ. στις Φιλιππίνες. Οι Ινδουιστές στο Μπαλί χρησιμοποιούν τα λουλούδια στις προσφορές των ναών τους.
Ινδικά θυμιάματα, αρωματισμένα με πλουμέρια (Plumeria rubra), έχουν το «champa» στα ονόματά τους. Για παράδειγμα, το Nag Champa είναι ένα θυμίαμα που περιέχει ένα άρωμα που συνδυάζει την πλουμέρια και το σανταλόξυλο. Ενώ η πλουμέρια είναι ένα συστατικό στα Ινδικά θυμιάματα champa, η έκταση της χρήσης της κυμαίνεται μεταξύ των οικογενειακών συνταγών. Τα περισσότερα θυμιάματα champa, ενσωματώνουν επίσης άλλες ρητίνες δέντρων, όπως Halmaddi (Ailanthus triphysa) και ρητίνη Βενζόης, καθώς και άλλα φυτικά συστατικά, συμπεριλαμβανομένης των Champaca (Magnolia Champaca), Γεράνι (Pelargonium graveolens) και Βανίλια (Vanilla planifolia) για να παραγάγουν ένα πιο έντονο άρωμα, σαν της πλουμέριας.[11]
Στη νότια Ινδία, στο δυτικό Γκατ (Καρνάτακα), οι ντόπιοι χρησιμοποιούν κρεμ χρώματος πλουμέρια στους γάμους. Ο γαμπρός και η νύφη ανταλλάσσουν στο γάμο, γιρλάντινα στεφάνια. Εναλλακτικά, ονομάζεται Devaganagalu ή Devakanagalu (η πλουμέρια του Θεού). Τα κόκκινου χρώματος άνθη, δεν χρησιμοποιούνται στους γάμους. Σε αυτές τις περιοχές βρίσκονται πλουμέριες, στους περισσότερους ναούς.
Στην παράδοση της Σρι Λάνκα, η πλουμέρια συνδέεται με τη λατρεία. Μια από τις ουράνιες κόρες στις τοιχογραφίες του 5ου αιώνα, του βράχου φρούριου Sigiriya[Σημ. 7] κρατά στο δεξί της χέρι ένα λουλούδι με 5 πέταλα, όπου είναι μια δυσδιάκριτη πλουμέρια.[12]
Στην Ανατολική Αφρική, τα φραντζιπάνι αναφέρονται μερικές φορές, στα ποιήματα αγάπης των Σουαχίλι.[13]
Ορισμένα είδη Πλουμέριας έχουν μελετηθεί για τις πιθανές θεραπευτικές τους αξίες.[14]