Μέγας Αριστοτέλης | Ο μεγάλος Έλληνας Φιλόσοφος
Ο μεγάλος φιλόσοφος είχε πατέρα τον Νικόμαχο, με απώτερη καταγωγή από τη
Μεσσηνία, γιατρό του Μακεδόνα βασιλιά Αμύντα Β', πατέρα του Φιλίππου. Η
μητέρα του, Φαιστίς, είχε γεννηθεί στη Χαλκίδα. Κύρια πηγή για τη ζωή
του Αριστοτέλη είναι ο Διογένης Λαέρτιος, ο οποίος τον περιγράφει ως
«τραυλό, με αδύναμα πόδια, μικρά μάτια ... ιδιαίτερα καλοντυμένο ...
ετοιμόλογο». Η φιλοσοφική εργασία αυτού του ασήμαντου
στην εμφάνιση ανθρώπου επηρέασε την ανάπτυξη της επιστήμης για περίπου
2000 χρόνια και κυριαρχεί σε μερικούς τομείς μέχρι σήμερα.
Ο Αριστοτέλης γεννήθηκε στα Στάγειρα (αποικία της 'Ανδρου και της
Χαλκίδας) και ήρθε στην Αθήνα το 367 π.Χ., σε ηλικία 18 ετών, για
σπουδές στην Ακαδημία του Πλάτωνα. Έμεινε στην Αθήνα περίπου 20 χρόνια,
αρχικά ως μαθητής και μετά ως δάσκαλος στην Ακαδημία και όταν, με το
θάνατο του Πλάτωνα, παρέλαβε την Ακαδημία ο ανιψιός τού τελευταίου,
Σπεύσιππος, ο Αριστοτέλης αποχώρησε λόγω διαφωνιών και μετέβη αρχικά
στον 'Ασσο (Μικρά Ασία). Εκεί κυβερνούσε ένας παλιός μαθητής του, ο
Ερμείας, ο οποίος τον προσκάλεσε να ιδρύσει σχολή και να διδάξει. Όταν
δύο χρόνια μετά ανετράπη ο Ερμείας, ο Αριστοτέλης μετέβη στη Μυτιλήνη,
μαζί με τη γυναίκα του, ανιψιά του Ερμεία.
Το 342 κλήθηκε ο Αριστοτέλης από τον Φίλιππο Β' στη Μακεδονία ως
δάσκαλος του γιου του Αλέξανδρου και, όταν ο Αλέξανδρος κατέλαβε το
θρόνο της Μακεδονίας, ο δάσκαλος εγκατέλειψε τη Μακεδονία, ήρθε πάλι
στην Αθήνα, όπου ίδρυσε το 335 μία δική του σχολή, το Λύκειο, του οποίου
ερείπια ανακαλύφθηκαν πρόσφατα στο πάρκο Ριζάρη, στο κέντρο της Αθήνας.
Φαίνεται ότι η αποχώρηση από το περιβάλλον του Αλεξάνδρου έγινε σε
κλίμα δυσαρέσκειας, γιατί ο Αριστοτέλης δεν συμφωνούσε με τους
πολιτικούς στόχους και με τις ανατολίτικες επιλογές του μαθητή του. Στο
Λύκειο της Αθήνας δημιούργησε ο μεγάλος ερευνητής και δάσκαλος μία
σημαντική βιβλιοθήκη, η οποία περιείχε συλλογή από τα «συντάγματα»
διαφόρων πολιτειών της εποχής - λέγεται ότι συνολικά διέθετε 160 από
αυτά. Επίσης δημιούργησε ένα φυτώριο και εκτροφείο με «όλα» τα γνωστά
εκείνη την εποχή φυτά και ζώα.
Μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου το 323 π.Χ. και την έναρξη κατάρρευσης της
απέραντης αυτοκρατορίας του, ξεσηκώθηκαν οι Αθηναίοι κατά των
Μακεδόνων. Ο Αριστοτέλης κινδύνευε ή απλώς φοβήθηκε ότι θα γινόταν
στόχος εκδίκησης από τους Αθηναίους. Μάλιστα κατηγορήθηκε για «ασέβεια
προς τους θεούς», πράγμα που, αν γινόταν αποδεκτό σε δίκη, θα οδηγούσε
σε θανατική καταδίκη του, όπως συνέβη με τον Σωκράτη. Έτσι, ο μεγάλος
φιλόσοφος κατέφυγε στη Χαλκίδα, όπου υπήρχε ένα κτήμα της μητέρας του.
Εκεί πέθανε μετά από μερικούς μήνες σε ηλικία 62 ετών από κάποια
ασθένεια του στομάχου.
Ο Αριστοτέλης θεωρείται ο μεγαλύτερος συστηματικός μελετητής στην
ιστορία του παγκόσμιου πολιτισμού. Το έργο του αποτελεί ένα
ολοκληρωμένο, κλειστό, οικουμενικό σύστημα έρευνας και διδασκαλίας και
περιλαμβάνει μεταξύ άλλων γραπτά για τη Βιολογία, την Ποίηση, τη
Μετεωρολογία, την Πρώτη Φιλοσοφία (που ονομάστηκε από μεταγενέστερους
Μεταφυσική), τη Ρητορική και την Πολιτική. Συνέγραψε ένα λεξικό
φιλοσοφικών όρων και μία σύνοψη της διδασκαλίας του Πυθαγόρα, από την
οποία ελάχιστα μέρη διασώθηκαν. Αντίθετα, οι λεπτομερώς καταγεγραμμένες
διδασκαλίες του ίδιου του Αριστοτέλη διασώθηκαν στο μεγαλύτερο μέρος
τους.
Πολλοί από τους παπύρους της μεγάλης βιβλιοθήκης του Αριστοτέλη
λεηλατήθηκαν από τους Ρωμαίους κατακτητές, άλλοι είχαν πωληθεί όμως σε
Αλεξανδρινούς ερευνητές από τους διαδόχους του στη σχολή κι έτσι
διασώθηκαν κατά σημαντικό μέρος από μεταγενέστερες λεηλασίες και τις
συστηματικές πυρπολήσεις βιβλιοθηκών των χριστιανών, από τον 4ο μ.Χ.
αιώνα και έπειτα.
Κατά τον 9ο αιώνα μ.Χ. εισήγαγαν 'Αραβες μελετητές τις σκέψεις του
Αριστοτέλη στο Ισλάμ. Κατά το 13ο αιώνα αναθερμάνθηκε το ενδιαφέρον για
τα έργα του Αριστοτέλη και ο Αλβέρτος ο Μέγας (Albertus Magnus) και ο
μαθητής του Θωμάς Ακινάτης ανακάλυψαν σ' αυτά μία φιλοσοφική βάση για τη
χριστιανική σκέψη. Ακόμα και σήμερα διαμορφώνεται σε διάφορα σημεία της
η διδασκαλία της καθολικής εκκλησίας από τη φιλοσοφία του Αριστοτέλη.
Από μια σκοπιά, το κύρος και η σημασία του έργου του Αριστοτέλη, αλλά
και το γεγονός ότι είχε υιοθετηθεί η διδασκαλία του σε πολλούς τομείς
από την εκκλησία, έβλαψαν την επιστήμη, γιατί αποθαρρύνθηκαν οι
ερευνητές του Μεσαίωνα να δραστηριοποιηθούν επιστημονικά, με τις
νεώτερες εμπειρίες και γνώσεις της εποχής, όπως έγινε αργότερα στην
εποχή της Αναγέννησης.