«Όποιος κατέχει τήν ανώτατη αρετή», ειπε ό Αρχαίος Σοφός,
«Είναι σάν τό νερό πού μένει στά χαμηλά μέρη.
Τό μέρος πού διαμένει είναι σάν τό χώμα, πιό χαμηλά άπ'δλους.
Ή προσφορά του είναι εγκάρδια,
Ή καρδιά του είναι άβυθομέτρητη.» 5
Ή ταπεινή ψυχή είναι σάν τό νερό,
Σάν τό νερό πού μαλακώνει τό χώμα της καρδιάς,
Τό μέρος πού διαμένει.
Μέ τήν ταπεινότητα πού δείχνει άπέναντι στούς άλλους,
Ή σκληρότητα καί ή πώρωση διώχνονται άπό μέσα της, 10
Απομακρύνονται σάν ένας βαρύς βράχος.
Ένα καινούργιο θέαμα άνοίγεται στό βλέμμα του νοΰ:
Αντικρύζει τίς πληγές πού αύλακώνουν όλόκληρη τή φύση της.
Τότε ή καρδιά πού έχει μαλακώσει άρχίζει νά συμπαραστέκεται στό πένθος του νου.
Καί, καθώς ή ψυχή άρχίζει γιά πρώτη φορά νά γνωρίζει τόν έαυτό της, 15 Αρχίζει γιά πρώτη φορά νά γνωρίζει καί τούς άλλους.
Έχοντας βρεί τήν μία πληγωμένη φύση πού είναι κοινή γιά δλους, Παραμένει άπό συμπόνια στό χώμα της καρδιάς,
Κάτω άπό αύτούς.
Ή καρδιά έχει γίνει άβυθομέτρητη. 20
Έχει βρεί τήν όδό γιά τήν τέλεια άγάπη.
Όσοι ακολουθούν τήν Όδό Γνωρίζονται από τήν αγάπη τους.
Όποιος αγαπά δείχνει ότι έχει γεννηθεί άπό τήν Όδό Καί γνωρίζει τήν Όδό.
Όποιος δέν αγαπά δέν έχει γνωρίσει τήν Όδό, 5
Γιατί η Όδός είναι αγάπη.
Όποιος ζεί μέσα στήν αγάπη,
Ζεί μέσα στήν Όδό, καί η Όδός μέσα σ' αυτόν.
Δέν ύπάρχει φόβος μέσα στήν αγάπη.
Ή τέλεια αγάπη διώχνει τό φόβο. 10
Τίποτε δέν είναι πιό αγαπητό στήν Όδό από τήν τέλεια αγάπη.
Γιατί η Όδός είναι απλή καί αδιαίρετη.
Καί η αγάπη ενώνει όσα είχαν διαχωριστεί.
Ή αγάπη δημιουργεί μοναδικότητα θέλησης καί σκοπού,
Χωρίς διαμάχες, 15
Ανάμεσα στούς πολλούς κι ανάμεσα σέ όλους.
Ή Όδός, πού ύπηρξε μαζί μέ τόν Νού καί τήν Πνοή Σέ ένότητα τέλειας αγάπης, σέ ενότητα Ούσίας,
Πρίν από τήν απαρχή τού χρόνου:
Αύτός ό ίδιος ό Προαιώνιος Λόγος, όταν ήρθε στή γη, 20
Προσευχήθηκε στόν Πατέρα του, τόν Νού,
Νά ύπάρξει τέτοια αγάπη, τέτοια ένότητα, μεταξύ όσων ακολουθούσαν Αύτόν, τήν Όδό,
Καί μεταξύ Αύτού καί Αύτων:
«Πατέρα, διατήρησέ τους μέ τή δύναμη τού όνόματός σου πού μού χάρισες,
Ώστε νά είναι ένα, όπως έμείς. 25
Ώστε νά είναι όλα ένα,
Όπως έσύ, Πατέρα, είσαι μέσα σέ μένα Κι έγώ μέσα σέ σένα.
Γιά νά είναι ένα μεταξύ τους, όπως έμείς είμαστε ένα.
Έγώ μέσα σ' αυτούς κι έσύ μέσα σέ μένα, 30
Γιά νά είναι τέλειοι σέ ένα.
Καί γιά νά γνωρίζει ό κόσμος ότι σύ μέ απέστειλες Καί αγάπησες αυτούς όπως αγάπησες έμένα,
Γιατί μέ αγάπησες
Από κατα βολή ς του κόσ μου.» 35
«Ή Μεγάλη Όδός,» είπε ό Αρχαίος Σοφός,
«Είναι αναλλοίωτη, κυκλοφορεί παντού αδιάκοπα, είναι ακατανίκητη.» Πώς τότε η Όδός, όταν πήρε τή μορφή θνητής σάρκας,
Αποδείχθηκε ακατανίκητος;
Πώς αλλιώς, αν όχι μέ τήν αιώνια, τήν αναλλοίωτη αγάπη, πού
μοιράζεται μέ τόν Νού καί τήν Πνοή; 5
Ή αγάπη δέν είναι απλά συναίσθημα
Τά συναισθήματα περνούν σάν σύννεφα καί μπορεί νά διαλυθούν σέ δάκρυα.
Ή αγάπη είναι μιά ύπόσχεση
Μιά
αιώνια ύπόσχεση πού ποτέ δέν χάνεται, πού δέν αλλάζει, πού «ούδέποτε
εκπίπτει». Μιά ύπόσχεση ότι είτε βρίσκεται κανείς μαζί σωματικά είτε
όχι, 10
Θά είναι πάντα μέ τόν αγαπημένο του.
Αναλλοίωτη, ακατανίκητη,
Μέ μιά τέτοια ύπόσχεση ή Όδός αποχαιρέτησε τούς αγαπημένους Του. Αύτούς πού ό Πατέρας έθεσε στά χέρια Του.
Γιατί είπε πρός αύτούς, πού ήταν θλιμμένοι. 15
«Δέν θά σάς αφήσω ορφανούς:
Θά ξανάρθω κοντά σας.
Θά ξανάρθω κοντά σας.
Λίγο ακόμη, καί ό κόσμος δέ θα μέ βλέπει πια,
’Εσείς όμως θά με βλέπετε. 20
Επειδή εγώ εξακολουθώ νά ζώ, καί εσείς θά ζείτε.
Καί εκείνη τήν ήμέρα θά καταλάβετε ότι εγώ βρίσκομαι στόνΠατέρα,
Καί εσείς μαζί σέ μένα, καί εγώ σέ σάς.
Ιδού, εγώ στέλνω τήν επαγγελία τού Πατέρα μου σέ σάς.
Καί ιδού, εγώ θά είμαι μαζί σας, 25
Πάντα, ώς τή συντέλεια τού κόσμου».
«Μέ τόν καλό νά είσαι καλός», είπε ό Αρχαίος Σοφός.
«Μέ τόν κακό νά είσαι επίσης καλός.
Έτσι δημιουργείται η καλωσύνη.
Μέ τόν ειλικρινή νά είσαι ειλικρινής,
Μέ τόν ψεύτη νά είσαι επίσης ειλικρινής. 5
Έτσι δημιουργείται η ειλικρίνεια.»
Καί η Όδός, όταν ενσαρκώθηκε, είπε:
«Άν αγαπάτε αυτούς πού σάς άγαποΰν, ποιά εύνοια περιμένετε;
Αφού καί οι άμαρτωλοί άγαπούν αύτούς πού τούς άγαπούν.
Κι άν κάνετε καλό σ'αύτούς πού σάς κάνουν καλό, ποιά εύνοια
περιμένετε; 10
Καί οι άμαρτωλοί τό ίδιο κάνουν.
Άν δανείζετε σ'όσους ελπίζετε νά σάς τά επιστρέψουν, ποιά εύνοια περιμένετε;
Καί οι άμαρτωλοί δανείζουν στούς όμοίους τους γιά νά τά πάρουν πίσω.»
Γιά τίς έξής πέντε αιτίες οι άνθρωποι άγαπούν ό ένας τόν άλλον.
Ή γιά τήν Όδό, όπως ό ενάρετος τούς άγαπά όλους. 15
Ή γιά φυσικούς λόγους, όπως οι γονείς άγαπούν τά παιδιά τους καί τά παιδιά τούς γονείς.
Ή άπό κενοδοξία, όπως εκείνος πού δοξάζεται άγαπά εκείνον πού τόν δοξάζει.
Ή άπό φιλαργυρία, όπως εκείνος πού άγαπά τόν πλούσιο, επειδή έλαβε κάτι άπ αύτόν.
Ή άπό φιληδονία, όπως έκείνος πού είναι σκλάβος στίς σαρκικές του έπιθυμίες.
Ή πρώτη είναι άξιέπαινη. 20
Ή δεύτερη ούδέτερη.
Οι ύπόλοιπες είναι εμπαθείς.
«Ανταποδώστε στό μεγάλο μίσος τήν άγάπη», είπε ό Αρχαίος Σοφός.
«Ανταποδώστε στήν πικρία τή φροντίδα.
Πληρώστε τήν εχθρότητα μέ τήν αρετή.
Όταν σάς βλάπτουν, άπαντείστε μέ αβρότητα.»
Καί η Όδός, όταν ενσαρκώθηκε, είπε: 5
«Αγα πάτ ε τούς εχθ ρού ς σα ς.
Ευεργετείτε όσους σάς μισούν.
Εύλογείτε όσους σάς δίνουν κατάρες.
Προσεύχεστε γι' αύτούς πού σάς κακομεταχειρίζονται.»
Δέν έχει τέλεια άγάπη όποιος άκόμη κρίνει κατά τά άνθρώπινα, 10
Όποιος γιά παράδειγμα άγαπά τόν καλό καί μισεί τόν κακό.
Ή τέλεια άγάπη δέν διαχωρίζει τή μία καί κοινή άνθρώπινη φύση Κατά τίς διαθέσεις τών επιμέρους άνθρώπων.
Αλλά άποβλέποντας σ' αύτήν, τήν πρωταρχική άνθρώπινη φύση
Τήν πλασμένη κατ'είκόνα της Όδού, 15
Αγαπά εξ ίσου όλους τούς άνθρώπους.
Τούς εύεργετεί καί μακροθυμεί,
Χωρίς νά λογαριάζει διόλου τό κακό,
Αλλά μάλλον πάσχει γιά χάρη τους.
Δείχνοντας τήν Αγάπη Του,
Έπαθε γιά χάρη όλων εξ ίσου,
Γιά χάρη τών φίλων Του καί γιά χάρη τών εχθρών του,
Καί χάρισε σέ όλους εξ ίσου τό δώρο Του -
Τήν ελπίδα Του - 25
Πού ό καθένας μπορεί νά τή δεχθεί ή νά τήν άπορρίψει,
Κατά τή δική του βούληση.
«Αγάπα τόν πλησίον σου ώς εαυτόν», είπε η Όδός.
Όταν αγαπάμε τόν πλησίον μας εισερχόμαστε στήν άγάπη της Όδοΰ:
Γιατί ό πλησίον μας είναι εικόνα της Όδοΰ.
Καί έτσι η Όδός δέχεται ό,τι κάνουμε γιά τόν πλησίον μας σάν νά τό κάνουμε γιά Αύτόν.
Όταν τό συνειδητοποιήσουμε αύτό
καί τό έχουμε συνεχώς στό νοΰ μας 5 Αύτό γίνεται η πηγή της αγνότερης
άγάπης γιά τόν πλησίον μας.
«Καί ποιός είναι ό πλησίον μου;» ρώτησε κάποιος τήν Όδό. Ό πλησίον μας είναι όποιοσδήποτε η Όδός φέρνει μπροστά μας.
Ειτε δικός μας είτε ξένος,
Είτε πιστός είτε άπιστος, 10
Είτε φίλος είτε έχθρός,
Είτε άποτελει βοήθεια γιά μάς είτε βάρος,
Είτε μάς ένθαρρύνει είτε μάς στηλιτεύει,
Είτε είναι σωτήρας είτε είναι δολοφόνος.
Γι' αύτό είπε ό Αρχαίος Σοφός: 15
«Ακόμα κι άν οι άνθρωποι είναι κακοί, γιατί νά τούς άπορρίψουμε; Ό άγιος είναι πάντα άξιος νά βοηθάει τούς άνθρώπους.
Δέ γυρίζει ποτέ τήν πλάτη του σέ κανένα.»
Αγάπη πρός τόν πλησίον λοιπόν είναι άγάπη πρός όλους έξ ίσου,
Καί έξ ίσου μέ τόν έαυτό μας. 20
Ή τέλεια άγάπη είναι τό άποκορύφωμα της άποστασιοποίησης.
Δέν γνωρίζει διαφορά μεταξύ δικοΰ μας καί ξένου,
Μεταξύ άρσενικοΰ καί θηλυκοΰ,
Μεταξύ μαύρου καί λευκοΰ.
Μιά τέτοια μοναδική, άπλή άγάπη, έχει μιά μοναδική αιτία: 25
Τήν Όδό τήν όποία τιμοΰμε καί άγαπάμε σέ κάθε πλησίον.
Μέσω της άγάπης τοΰ πλησίον εισερχόμαστε στήν άγάπη της Όδοΰ:
Καί όσο μεγαλώνει σέ μάς η άγάπη γιά τόν πλησίον,
Τόσο μεγαλώνει καί ή άγάπη γιά τήν Όδό.
Μέχρις δτου ή Όδός γίνει τά πάντα εν πάσι
Καί ξεχάσουμε τόν έαυτό μας. 30
Τότε ή άγάπη γίνεται άβυσσος ελλάμψεως,
Πηγή πυρός πού καταφλέγει τή διψασμένη ψυχή.
Όσο περισσότερο πυρ άναβλύζει, τόσο περισσότερο καταφλέγει.
Ή άγάπη είναι ή πρόοδος στήν αιωνιότητα.
«Άν είχα έστω λιγοστή μόνο γνώση», είπε ό Αρχαίος Σοφός,
«Παίρνοντας τήν Μεγάλη Όδό,
Ό μοναδικός μου φόβος θά ήταν μήν παραστρατήσω»
Υπάρχουν δύο είδη φόβων γι' αύτούς πού ακολουθούν τήν Όδό.
Αρχικά, η ψυχή ακολουθεί τή συμπαντική Όδό 5
Από φόβο της συμπαντικής τιμωρίας.
Έπειτα, ακολουθεί τήν Όδό Επειδή αγαπάει τήν ίδια τήν Όδό.
Επειδή έχει γευτεί τί σημαίνει νά είναι κανείς ένωμένος μέ Αύτόν,
Φοβάται μήπως έκπέσει από Αύτόν, 10
Φοβάται μήπως κάνει κάτι χωρίς Αύτόν.
Αύτός είναι ό τέλειος φόβος, που γενιέται από τήν τέλεια αγάπη Πού απομακρύνει τόν αρχικό φόβο.
Γιατί έχει ειπωθεί: «Ή τέλεια αγάπη έξω βάλλει τόν φόβο».
Τότε πιά η ψυχή δέν κάνει ό,τι κάνει από φόβο, 15
Αλλά φοβάται από αγάπη.
Ή ψυχή πού εισέρχεται στήν Όδό πρέπει νά βιώσει τόν πρωτο φόβο.
Γιατί όταν φοβάται, ταπεινώνεται.
Όταν ταπεινωθεί, κόβει τήν έπιθυμία της γιά τά δημιουργήματα.
Κόβοντας τήν έπιθυμία, καταπραΰνεται. 20
Όταν καταπραϋνθεί, αποκτά τή δύναμη νά ακολουθήσει τήν Όδό. Ακολουθώντας τήν Όδό, καθαρίζεται.
Όταν καθαρισθεί, φωτίζεται.
Όταν φωτίζεται, αξιώνεται νά είσέλθει στό νυμφώνα των Μυστηρίων. Όταν είσέλθει στό νυμφώνα, μυείται στούς λόγους των οντων. 25
Όταν μυηθεί στούς λόγους των οντων, τίς ύπερβαίνει κι' αύτές ακόμη,
Καί τελικά αναπαύεται στόν Αιώνιο Λόγο, τόν Νυμφίο της: Τό Μυστήριο πέρα απ'όλα τά μυστήρια.
Τό Όριο τής απεριόριστης ανάβασης,
Τό Τέλος τής ατελεύτητης Όδού. 30
Ό πραγματικός εραστής φέρνει πάντοτε στό νού του τό πρόσωπο του αγα πημένου του Καί τό έναγκαλίζεται μυστικά μέ ηδονή.
Ποτέ, ούτε καί στόν ύπνο του, δέν μπορει νά ησυχάσει,
Αλλά καί έκει βλέπει τό ποθητό πρόσωπο καί συνομιλεί μαζί του.
Κάποιος πού λαβώθηκε από αγάπη έλεγε γιά τόν έαυτό του - 5
«Εγώ καθεύδω», από φυσική ανάγκη,
«Ή δέ καρδία μου αγρυπνεί» από τό ξεχείλισμα τού έρωτα.
Έτσι συ μβαίνει στόν σωματικό έρωτα,
Έτσι συμβαίνει καί στόν ασώματο.
Γιατ ί η Όδός τού Ού ραν ού, 10
Βγαίνοντας απ' τόν Έαυτό Του από τό ξεχείλισμα της αγάπης Του Ξυπνά στήν καθαρή ψυχή έντονο πόθο.
Ή ψυχή έλκύεται τότε έξω από τόν έαυτό της
Καί δέν βρίσκει ανάπαυση μέχρις ότου βυθιστεί μέσα στόν Αγαπημένο της
Μέχρις
ότου γεμίσει από τήν πληρότητα της πραγματικότητάς Του. 15 Δέν θέλει
τότε διόλου νά μπορει νά γνωρίζεται η ίδια από τόν έαυτό της,
Αλλά από αύτό πού τήν αγκαλιάζει,
Όπως ό αέρας γίνεται τελείως φωτεινός από τό φως,
Όπως τό σίδερο πού πυρακτώνεται όλο καί περισσότερο από τή φωτιά.
Εάν τό πρόσωπο πού αγαπούμε γνήσια μάς μεταβάλλει έξ όλοκλήρου
μέ τήν παρουσία του 20
Καί μάς κάνει χαμογελαστούς καί χαρωπούς καί ξέγνοιαστους,
Τί δέν θά προξενεί τό πρόσωπο της Όδού τού Ούρανού Όταν έπισκέπτεται μυστικά,
Χωρίς φαντασία,
Τήν καθαρή ψυχή; 25
Τό βρέφος πού θηλάζει δέν προσκολλάται τόσο στή μητέρα του,
Όσο ό Τίός της Αγάπης προσκολλάται στήν Όδό του Ούρανου συνεχώς.
Ή δύναμη τής αγάπης είναι ή ελπίδα,
Διότι μέ αύτή περιμένουμε τόν μισθό τής αγάπης.
Εκεί πού δέν ύπάρχει ελπίδα ή αγάπη εξαφανίζεται.
Ή ελπίδα είναι ανάπαυση από τούς πόνους στό μέσο τών πόνων.
Οι κόποι εξαρτώνται απ' αύτήν. 5
Τό έλεος τήν περικυκλώνει
Ή ελπίδα γεννάται από τή γεύση καί τήν εμπειρία τών δώρων τού Κυρίου.
Αλλά αύτός πού δέν τά γεύτηκε, παραμένει σέ αμφιβολία.
Διαβάστε επίσης:
Πηγή:
Χριστός: Το αιώνιο Ταό. Τίτλος Πρωτοτύπου: Christ the Eternal Tao by
Hieromonk Damascene. Ἐκδόσεις: Valaam Books 2004 - Μετάφραση: Μαρία
Ζηρά.