Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2012

Κροκέτες σπανάκι

πηγή http://www.facebook.com/photo.php?fbid=309353495838694&set=a.264589636981747.58976.264580240316020&type=1&theater


► Κροκέτες σπανάκι

Είναι πολύ νόστιμες! Α, και αν θέλεις να τις κάνεις νηστίσιμες κάνε τα παρακάτω. Αντικατάστησε το βούτυρο με μαργαρίνη και κάθε αυγό με 1 κ.σ. αλεύρι σόγιας με λίγο νερό! Ακόμη και το τυρί μπορεί να αντικατασταθεί με φυτικό, που θα βρεις σε μεγάλα super market!

1 1/2 κιλό σπανάκι
3 αυγά
2 κ.σ. βούτυρο φρέσκο
1 1/2 φλιτζάνι ψίχα ψωμιού
1 μέτριο κρεμμύδι ψιλοκομμένο
Αλάτι,πιπέρι
1 φλιτζάνι παρμεζάνα τριμμένη
1/2 φλιτζάνι τριμμένη φρυγανιά
Λάδι για τηγάνισμα

Καθάρισε καλά το σπανάκι και κόψε σε μικρά κομμάτια

Σούρωσε καλά, πιέζοντας να φύγει όλο το νερό. Στη συνέχεια ψιλόκοψε όσο περισσότερο μπορείς

Βάλε σε ένα βαθύ μπολ και αλατοπιπέρωσε. Συμπλήρωσε το ψωμί τριμμένο, ένα αυγό και δύο κρόκους, το βούτυρο, το τυρί και το κρεμμύδι. Κράτησε τα ασπράδια

Ζύμωσε καλά και πλάσε σε ό, τι σχήμα σου αρέσει

Χτύπησε ελαφρά τα ασπράδια με ελάχιστο νερό

Βούτηξε τις κροκέτες στη φρυγανιά και στη συνέχεια στο αυγό και ρίξε στο καυτό λάδι να πάρουν χρώμα.

tlife.gr

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

10 σημάδια

πηγή http://www.facebook.com/photo.php?fbid=309346879172689&set=a.264589636981747.58976.264580240316020&type=1&theater


10 σημάδια που δείχνουν ότι τα παιδιά σας δεν αντέχουν άλλες δραστηριότητες

Υπάρχει η τάση τελευταία τα παιδιά να φορτώνονται μ’ ένα σωρό εξωσχολικές δραστηριότητες. Μήπως όμως είναι κουραστικό;

Έρευνες έχουν δείξει ότι τα παιδιά με γονείς υψηλού μορφωτικού επιπέδου -και κυρίως τα κορίτσια- έχουν καθημερινά ένα γεμάτο πρόγραμμα που δεν περιλαμβάνει παιχνίδι και ξεκούραση. Είναι σημαντικό λοιπό
ν να καταλάβετε ως γονείς πότε τα παιδί σας δεν αντέχει άλλες δραστηριότητες και χρειάζεται ξεκούραση. Το παιδί σας έχει φτάσει τα όριά του όταν:

1. Δεν το βλέπετε ποτέ να κάθεται και να μην κάνει τίποτα. Αν λοιπόν το παιδί σας είναι συνεχώς απασχολημένο με κάτι μάλλον το πρόγραμμά του πρέπει να ελαφρύνει.

2. Το παιδί σας έχει τη συμπεριφορά ενήλικα. Παράπονα για πονοκέφαλο ή κούραση είναι κυρίως συνήθεια των μεγάλων. Όταν το παιδί σας έχει τέτοια συμπτώματα μάλλον κάτι δεν πάει καλά.


3. Το παιδί σας δεν ξετρελαίνεται με τις αγαπημένες του λιχουδιές. Όταν δείτε το παιδί σας να μην βρίσκει χαρά στις απλές καθημερινές συνήθειες που παλαιότερα το ξετρέλαιναν, είναι σημάδι εξάντλησης από την καθημερινότητα.


4. Οι βαθμοί του πέφτουν απότομα. Μπορεί να το βλέπετε όλη μέρα να πασχίζει με τα βιβλία του, να είστε όμως σίγουροι ότι η απόδοσή του δεν θα είναι η αναμενόμενη αν είναι υπερ απασχολημένο με μια ντουζίνα επιπλέον δραστηριότητες.


5. Το αυτοκίνητο είναι το δεύτερο σπίτι του. Αν περνάει περισσότερη ώρα στο πίσω κάθισμα απ’ ότι στο σπίτι τότε μάλλον υπάρχει πρόβλημα. Το παιδί χρειάζεται μία ανάσα!


6. Αν δείτε ότι είναι συνεχώς κακόκεφο ή αγχωμένο, τότε μάλλον έχετε φορτώσει το παιδικό του μυαλουδάκι με έννοιες που δεν αρμόζουν στη ξεγνοιασιά της ηλικίας του.


7. Οι φίλοι του έχουν να εμφανιστούν καιρό. Ειδικά από μία ηλικία και μετά, όταν το παιδί αρχίζει να κοινωνικοποιείται, οι φίλοι του είναι βασικό κομμάτι της καθημερινότητάς του. Αν λοιπόν έχετε να τους δείτε καιρό μάλλον πρέπει να αντικαταστήσετε μία δραστηριότητα με το ‘παιχνίδι με φίλους’.


8. Το οικογενειακά γεύματα είναι πλέον σπάνια. Αν το παιδί σας λείπει τις περισσότερες φορές από το τραπέζι την ώρα του φαγητού, τότε καταλαβαίνετε ότι δεν του μένει χρόνος ούτε για τα βασικές καθημερινές συνήθειες.


9. Σας ρωτάει συνέχεια τη γνώμη σας και δεν χρησιμοποιεί τη φαντασία του. Η φαντασία είναι χαρακτηριστικό της παιδικής ηλικίας. Όταν λοιπόν εξαφανίζεται, πρέπει να ανησυχήσετε.


10. Είστε κι εσείς το ίδιο κουρασμένοι με το παιδί σας, αφού συνεχώς τρέχετε μαζί του. Είναι ένα βασικό σημάδι που σας κάνει να καταλάβετε ότι το παιδί σας κουράζεται περισσότερο απ’ όσο θα έπρεπε. Χαλαρώστε μαζί!

jenny.gr

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

Πώς διαλέγετε τα αλκοολούχα ποτά

πηγή http://www.facebook.com/photo.php?fbid=309348119172565&set=a.264589636981747.58976.264580240316020&type=1&theater

Πώς διαλέγετε τα αλκοολούχα ποτά

Ένας από τους μεγαλύτερους διαδρόμους που απλώνεται μπροστά στο αγοραστικό κοινό με μεγάλη ποικιλία σε προϊόντα, είναι αυτός των αλκοολούχων ποτών. Τα αλκοολούχα ποτά είναι πολύ δημοφιλή σε όλο τον κόσμο. Κάθε τόπος μπορεί να έχει το δικό του παραδοσιακό ποτό αλλά μπορεί να επιλέγει και ποτά που είναι διεθνώς γνωστά για να συνοδεύουν οικογενειακά τραπέζια, να κα
λωσορίζουν σε γιορτές, να κάνουν μια πρόποση...

Ποια όμως θεωρείται η καλύτερη επιλογή αλκοολούχου για έναν καταναλωτή που το αναζητά;

Αρχικά, επισημαίνουμε ότι ως αλκοολούχα ορίζονται τα ποτά που περιέχουν αιθυλική αλκοόλη, η οποία προέρχεται είτε από ζύμωση σακχάρων, είτε από απ’ ευθείας προσθήκη.

Η ταξινόμηση τους γίνεται στις εξής κατηγορίες:

Κρασιά, τα οποία διακρίνονται και σε άλλες υποκατηγορίες ανάλογα με το χρώμα, τη γλυκύτητα, το άρωμά τους και διάφορα άλλα χαρακτηριστικά. Αποστάγματα, εκ των οποίων τα πιο κοινά που κυκλοφορούν στο εμπόριο είναι η βότκα, το ρούμι, το ουίσκι, το τζιν και άλλα.
Ηδύποτα ή κοινώς λικέρ, τα οποία έχουν ως βάση τους ένα αλκοολούχο ποτό αναμεμιγμένο με έναν αρωματικό ή γλυκαντικό παράγοντα.

Μπίρα, η οποία διακρίνεται σε υποκατηγορίες ανάλογα με τη το είδος ζύμωσης (ale ή lager), γεύση της (γλυκιά, πικρή, φρουτώδης, έντονη αίσθηση βύνης κλπ), την περιεκτικότητα της σε αλκοόλη (δυνατή, μέση, ελαφριά ή χωρίς αλκοόλ) και το χρώμα της (ξανθιά, σκουρόχρωμη/μαύρη, άσπρη ή κόκκινη).
Κοκτέιλ. Πρόκειται για αναμίξεις διαφόρων ποτών.

Όσον αφορά στο θερμιδικό του περιεχόμενο, το αλκοόλ αποδίδει 7 θερμίδες ανά γραμμάριο, τις περισσότερες δηλαδή θερμίδες μετά τα λιπαρά που αποδίδουν 9 θερμίδες ανά γραμμάριο. Όσο υψηλότερη περιεκτικότητα έχει ένα ποτό σε αιθυλική αλκοόλη, τόσο περισσότερες είναι και οι θερμίδες του.

Αν συγκρίνουμε, τις θερμίδες για ισόποση κατανάλωση, η μπίρα είναι η πιο «light» εκδοχή με μόλις 45 θερμίδες ανά 100ml, ακολουθεί το κρασί με 80 θερμίδες ανά 100ml και τέλος τα υπόλοιπα αλκοολούχα ποτά με 250 θερμίδες ανά 100ml. Τα γλυκά ποτά εν αντιθέσει, έχουν περισσότερες θερμίδες, λόγω της παρουσίας και των σακχάρων. Το ίδιο συμβαίνει και με τα λικέρ. Τέλος, υπάρχει πάντα και η επιλογή μπίρας ή κρασιού χωρίς αλκοόλ, όπου το θερμιδικό περιεχόμενο μειώνεται κατά πολύ.

Σύμφωνα με τις Διαιτητικές Οδηγίες για τους Αμερικανούς και την Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία, η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ αντιστοιχεί σε ένα ποτό την ημέρα για τις γυναίκες ή οποιοδήποτε άτομο άνω των 60 ετών και σε δύο ποτά την ημέρα για τους άνδρες κάτω των 60 ετών. Μια μερίδα αλκοόλ ισοδυναμεί με 330 ml μπίρας, 125 ml κρασιού (ξηρού λευκού ή κόκκινου) και 40 ml ποτού.

Ότι το κρασί έχει συνδεθεί θετικά με διάφορες παραμέτρους υγείας, είναι γνωστό. Έχει διαπιστωθεί, όμως, ότι και η κατανάλωση μπίρας, μπορεί να έχει τέτοια οφέλη και μάλιστα με μικρότερο θερμιδικό κόστος απ’ότι ίση ποσότητα κρασιού όπως είδαμε. Μια μελέτη στη Δημοκρατία της Τσεχίας διαπίστωσε την ευεργετική επίδραση της μπίρας στην υγεία της καρδιάς, λόγω της περιεκτικότητάς της σε φυλλικό οξύ. Τα επίπεδα φυλλικού οξέος στο πλάσμα ήταν αντιστρόφως ανάλογα προς τα συνολικά επίπεδα ομοκυστεΐνης στο πλάσμα, τα οποία σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών ασθενειών. Πρόσφατη μελέτη και σε ελληνικά δεδομένα έδειξε επίσης τα οφέλη της μπίρας στην αγγειακή λειτουργία. Η μπίρα αποτελεί μια περίπτωση ποτού, που παράγεται με ζύμωση επί των φυσικών συστατικών της, δηλαδή τα δημητριακά. Ενώ άλλα συστατικά της όπως η μαγιά ή και ο λυκίσκος, χρησιμοποιούνται και στην φαρμακοβιομηχανία και τα συμπληρώματα διατροφής για τις ευεργετικές τους ιδιότητες.

H μέτρια κατανάλωση αλκοόλ είναι, για τους περισσότερους ανθρώπους, πιθανότατα ασφαλής. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν κάποιες ομάδες ατόμων, οι οποίες πρέπει να αποφεύγουν γενικά τη χρήση αλκοόλ, όπως τα παιδιά, οι έγκυες γυναίκες, τα άτομα που λαμβάνουν συγκεκριμένη φαρμακευτική αγωγή και άλλα που πάσχουν από ορισμένες ιατρικές παθήσεις.

Η ευκαιριακή επίσης άμετρη κατανάλωση -πέντε ή περισσότερα ποτά σε μια φορά- μπορεί να βλάψει την υγεία και να αυξήσει τον κίνδυνο για ατυχήματα και τραυματισμούς. Επιπλέον, οι αρνητικές επιδράσεις της βαριάς κατανάλωσης οινοπνεύματος είναι καλώς τεκμηριωμένες και περιλαμβάνουν αύξηση στα ποσοστά θνησιμότητας, υπερτριγλυκεριδαιμία, υπέρταση, κίνδυνο για εγκεφαλικό επεισόδιο και αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του στόματος και του φάρυγγα.

Εν κατακλείδι, καλό είναι οι καταναλωτές να παραμείνουν σε ένα μέτριο επίπεδο κατανάλωσης και να προτιμούν την κατανάλωση πιο ελαφρών αλκοολούχων ποτών, παράλληλα με φαγητό. Σημαντική είναι και η ταυτόχρονη κατανάλωση νερού, έτσι ώστε να μην χρησιμοποιούνται τα αλκοολούχα ως μέσο ικανοποίησης του αισθήματος της δίψας. Επιλέγοντας, ένα έως δύο ποτά την ημέρα με κριτήριο τα όσα αναλύσαμε και όταν αυτά καταναλώνονται μαζί με τα γεύματα- μπορεί να παρέχουν κάποια οφέλη για την υγεία. Ωστόσο, οι καταναλωτές θα πρέπει να έχουν σαφή κατανόηση του τι ερμηνεύεται ως μέτρια πρόσληψη αλκοόλ και να μη συνιστάται ως προληπτική στρατηγική για την καλή υγεία.

mednutrition.gr
σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

«Ένα δέντρο μεγαλώνει στο Μπρούκλιν»

πηγή http://www.facebook.com/photo.php?fbid=386373064769085&set=a.136809996392061.29371.135792846493776&type=1&theater

ΒΙΒΛΙΟ-ΜΠΕΤΤΥ ΣΜΙΘ«Ένα δέντρο μεγαλώνει στο Μπρούκλιν»

Η ιστορία

Το μυθιστόρημα ΄Ένα δέντρο μεγαλώνει στο Μπρούκλιν (A tree grows in Brooklyn) αν και θεωρείται ένα βιβλίο ενηλικίωσης πηγαίνει ακόμη παραπέρα. Έχει πλούσια πλοκή γιατί δείχνει τις τύχες τριών γενεών μιας φτωχής αλλά περήφανης αμερικανικής οικογένειας και προσφέρει ένα πορτρέτο μιας έντονης ζωής σε μια από τις σημαντικότερες συνοικ
ίες της Νέας Υόρκης, το Μπρούκλιν. Η ιστορία ξεκινάει το 1912 όταν η Φράνση Νόλαν και ο μικρός της αδελφός, Νήλυ, μαζεύουν πράγματα του πεταμού για να βγάλουν λίγα χρήματα. Τα μισά από αυτά τα λεφτά τα αποταμιεύουν σε τενεκεδάκια, που τα κρύβουν με προσοχή. Είναι η μικρή τους τράπεζα που αποδεικνύει την επιμονή και τις προσδοκίες της οικογένειας Νόλαν για μια καλύτερη ζωή. Όλοι στην οικογένεια ονειρεύονται ένα διαφορετικό αύριο, όχι μόνον τα παιδιά. Η μάνα καθαρίζει πατώματα και παλεύει πιο πολύ από τον άντρα της, τον Τζόνι, που βρίσκεται συνεχώς άνεργος και μεθυσμένος.
Μπορεί η ίδια να έπεσε έξω στους σχεδιασμούς της όμως είναι πολύ αισιόδοξη για τα παιδιά της για τα οποία και μοχθεί. Θέλει να τα σπουδάσει και θέλει ο Νέλη να γίνει γιατρός. Η Φράνση φαίνεται πιο σταθερή και θα υλοποιήσει κάποια στιγμή τα όνειρά της. Η Φράνση πάντως δείχνει να είναι πιο κοντά στον διαλυμένο πατέρα της παρά στη μάνα της που θυσιάζεται για όλους. Τελικά ο Τζόνι της εξασφαλίζει μια θέση σε ένα καλύτερο σχολείο, έξω από την γειτονιά. Όταν ο πατέρας θα πεθάνει από το αλκοόλ η Φράνση θα δώσει μάχη επιβίωσης μέσα στις δύσκολες συνθήκες. Με την αποφασιστικότητα της μητέρας τους τα δύο παιδιά θα τελειώσουν την έκτη τάξη αλλά θα δυσκολευτούν να προχωρήσουν στο λύκειο. Σχολείο αληθινό θα γίνει η ίδια η ζωή γιατί θα αναγκαστούν να δουλέψουν πέρα από την γέφυρα του Μανχάταν και έτσι θα γνωρίσουν έναν κόσμο εντελώς διαφορετικό από την μικρή παρωχημένη συνοικία τους. Η Φράνση θα αγαπήσει για πρώτη φορά και πεισματάρα, σαν τη μητέρα της, θα ολοκληρώσει τις σπουδές της. Μπορεί να αφήσει πίσω της μια μικρή γειτονιά, ανοίγοντας τα φτερά της για το μέλλον, αλλά θα κρατήσει το Μπρούκλν μέσα στην καρδιά της για πάντα, σαν τον αγαπημένο τόπο της παιδικής ηλικίας της.

Απόσπασμα

«Για τη Φράνση, το Σάββατο άρχιζε με τη βόλτα στον παλιατζή. Όπως και τ? άλλα παιδιά του Μπρούκλιν, έτσι κι εκείνη κι ο αδελφός της ο Νήλυ μάζευαν ένα πλήθος κουρέλια, χαρτιά, σιδερικά, λάστιχα κι άλλα τέτοια πράματα, και τα φύλαγαν πως και τι, σε κασέλες κλειδωμένες ή σε κουτιά που τα ?κρυβαν κάτω από τα κρεβάτια τους. Όλη τη βδομάδα η Φράνση γύριζε από το σχολείο στο σπίτι σιγά-σιγά, με τα μάτια στο αυλάκι του δρόμου, κι έψαχνε για ασημένια χαρτιά από πακέτα τσιγάρα ή από τσίκλες?»

Ο συγγραφέας

Η συγγραφέας Μπέττη Σμίθ έζησε κάπως σαν την ηρωίδα της. Γεννήθηκε το 1896 σε μια φτωχική σπίτι στη Νέα Υόρκη και από μικρή ονειρευόταν να αποκτήσει λεφτά. Οι γονείς της ήταν μετανάστες από την Γερμανία. Εγκατέλειψε το σχολείο στα δεκατέσσερα, όταν πέθανε ο πατέρας της. Δούλεψε σκληρά να βοηθήσει την οικογένειά της και κατόρθωσε να σπουδάσει στα καλύτερα κολλέγια και να γίνει καθηγήτρια. Στα 47 της έγραψε το μυθιστόρημα «Ένα δέντρο μεγαλώνει στο Μπρούκλιν» και πούλησε αμέσως 4 εκατομμύρια αντίτυπα. Έτσι είδε τους κόπους της να ανταμοίβονται. Πέθανε το 1972 αφού έγραψε ακόμη τρία μυθιστορήματα.

Γύρω από το βιβλίο


Το μυθιστόρημα παραμένει ένα από τα πιο αγαπητά βιβλία κάθε ηλικίας. Ειδικά όμως οι νέοι συγκινούνται από τον αγώνα της Φράνση και ταυτίζονται με τους στόχους της. Μπορεί η βασική ηρωίδα του βιβλίου να είναι η Φράνση όμως είναι εμφανές ότι και το Μπρούκλιν πρωταγωνιστεί στο μυθιστόρημα. Το δέντρο είναι επίσης ένα σύμβολο ελπίδας, αφού υπάρχει στη γειτονιά της Φράνσης, ανάμεσα στα τσιμέντα, ζεί χωρίς ήλιο και νερό μόνον που οι άνθρωποι δύσκολα μπορούν να το ξεχωρίσουν ανάμεσα στα άλλα δέντρα. Το μυθιστόρημα γυρίστηκε σε ταινία το 1945 με σκηνοθέτη τον Ηλία Καζάν, Έλληνα μετανάστη της Μικρασίας, που διέπρεψε και έγινε ένας από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες της Αμερικής.


Θεόδωρος Γρηγοριάδης ΑΠΟ
http://www.serrelib.gr/bookneous.php?id=70

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

ΕΛΛΗ ΑΛΕΞΙΟΥ



ΕΛΛΗ ΑΛΕΞΙΟΥ (1894-28/9/1988)
 
ΔΙΗΓΗΜΑ "ΚΕΝΕΣ ΩΡΕΣ"

Φανταστείτε έναν άνθρωπο, μια γυναίκα, την Ανθή, που στις πέντε το πρωί αποφασίζει πια ν’ αυτοκτονήσει. Είναι γι’ αυτήν η μοναδική λύση, και λύση όχι ευκαταφρόνητη. Άλλοτε αυτή η ώρα της ημέρας, το ξημέρωμα, το ξύπνημα των πουλιών, με τα δειλά τους πρώτα τιτιβίσματα, σα να γυρεύουνε να βρούνε τον τόνο, τη γέμιζε ευφροσύνη. Ένιωθε ως μέσα της ένα
αφάνταστο πλημμύρισμα χαράς. Τώρα, τα ίδια τα κίνητρα που άλλοτε της έδιναν τη χαρά, έχουνε γίνει πηγή καταθλιπτικής δυσθυμίας. Θα επιθυμούσε πολύ, λόγου χάρη, να μη ’ρθουνε φέτος τα χελιδόνια. Την ενοχλεί αυτή τους η αεικίνητη φροντίδα, να χτίσουνε φωλιά, να ’τοιμάσουνε νοικοκυριό, ν’ αγαπηθούν, να κάμουν μικρά... και δε θα ήθελε οι τριανταφυλλιές και τ’ αγιοκλήματα του κήπου να ξανανθίσουν. Κι όμως ανθίσανε όλες τους τόσο πλούσια, όσο ποτέ, και τα δέντρα φορτώθηκαν καρπούς, αδιάφορα, αναίσθητα, σα να μην έχει μέσα στο σπίτι τίποτε αλλάξει...
«Κάποτε βέβαια θα πεθάνω, λέει η Ανθή, ζητώντας να τονωθεί στην απόφασή της, αμφιβολία πάνω σε τούτο δε χωρεί. Και θα ’ναι ή από πνευμονία, ή από καρκίνο, ή από συμφόρηση, ή ποιος ξέρει από ποιαν άλλη αρρώστια, όλες το ίδιο βασανιστικές με κρεβατώματα και πόνους. Και θα γίνω στους γύρω μου αβάσταχτο βάρος, και θ’ ακούω καθώς θα ’μαι ξαπλωμένη στο κρεβάτι να σιγαλοψιθυρίζουν στο διάδρομο: ναι ο θάνατός της είναι παρακαλετός... ο θεός ας την ξεκουράσει... Τώρα. θα πεθάνω με τη δική μου θέληση· γερή και καλή. Και δε θα δώσω βάρος σε κανέναν και το σπουδαιότερο θ’ αλαφρώσω απ’ τις πίκρες που βαραίνουν απάνω μου και δεν τις αντέχω άλλο. Υπομονή έκανα αρκετές μέρες, γιατί είμαι ένας άνθρωπος πολύ λογικός. Αποφάσεις δεν παίρνω ποτέ εύκολα· εξαντλώ πρώτα κάθε όριο. Σκέφτηκα πως όλα περνούν, και δεν αποκλείεται και οι δικές μου πληγές να επουλωθούνε κι ας τις νόμιζα αθεράπευτες. Και... περίμενα... Αλλά όχι! τώρα πια πιστεύω, πως δε βγαίνει τίποτα. Το δοκίμασα κι αυτό και ησύχασα· τώρα ξέρω στα σίγουρα, πως η αυτοκτονία είναι η μοναδική λύση, γιατί ούτε καταφέρνω ύστερα από τόσες μέρες να ηρεμήσω, ούτε να κοιμηθώ, ούτε καν να περισπάσω την προσοχή μου. Λοιπόν δεν πρέπει και να περιμένω. Καθώς είμαι ιδιοσυγκρασίας νευρασθενικής, δεν αποκλείεται και να τρελαθώ, μόνο ποιος τρόπος να ’ναι άραγε ο καλύτερος. Λένε η μορφίνη... Το βερονάλ... επειδή φέρνουν ύπνο. Παίρνεις μερικές συνηθισμένες αμπούλες μορφίνης, τις σπάζεις μέσα σ’ ένα ποτήρι, και τις πίνεις. Αυτά τα δυο είναι ιδεώδη· γιατί το σουμπλιμέ ή η στρυχνίνη είναι φρικώδη φάρμακα. Ούτε λόγος να γίνεται γι’ αυτά. Θυμάμαι τη Μερόπη, το καημένο το κορίτσι! αυτή αυτοκτόνησε πολύ νωρίς δεκαοχτώ χρονώ, και τι ωραίο, καθώς το θυμάμαι, το μουτράκι της! Όταν μου ’παν πως δε μπορεί κι έτρεξα... τι φριχτές αναμνήσεις διατηρώ! τι πόνους τράβαγε! συσπαζότανε, στριφογύριζε πάνω στο κρεβάτι και φώναζε: «Σώστε με!», «Σώστε με!» «Σώσε με γιατρέ!» μα ήτανε αργά, είχε πάρει μεγάλη δόση σουμπλιμέ, κι είχε μελανιάσει κι είχε παραμορφωθεί το ψημιδευτό της προσωπάκι. Μια Μερόπη αγνώριστη! Βιάστηκε ν’ αυτοκτονήσει... πολύ βιάστηκε! επειδή δεν της δίνανε τον άνθρωπο που αγαπούσε...., και ποιος τη βεβαίωνε πως ο άνθρωπος αυτός, που τον αγαπούσε τόσο πολύ, δε θα την πίκραινε αργότερα σε σημείο που πάλι να καταλήξει στην αυτοκτονία; αυτά κανένας δε μπορεί να τα προμαντέψει, και πάλι το βερονάλ δεν πουλιέται σε μεγάλες δόσεις· μπορείς όμως να πας ν’ αγοράσεις από πεντέξη φαρμακεία συγχρόνως κι έτσι να μην κινήσεις υποψίες. Ένα γιατρό είχα γνωρίσει μια φορά, που έπλεκε το εγκώμιο κάποιου φάρμακου, αν θυμάμαι καλά το ’λεγε υδροκυάνιο· «ένα», έλεγε «είναι το φάρμακο που θεραπεύει όλες ανεξαιρέτως τις αρρώστιες από τις πιο αθεράπευτες ως τις πιο παραμικρές. Αυτό έπρεπε να συνιστούμε μεις οι γιατροί στους μισούς τουλάχιστον από τους αρρώστους μας. επειδή έχει και το μεγάλο προτέρημα να ’ναι δραστικό, αποτελεσματικό· μόνο να το αγγίξεις στη γλώσσα σου, θεραπεύεσαι για πάντα. Πεθαίνεις αυτοστιγμής από συγκοπή. Αλλά το φάρμακο αυτό πού να το βρεις! Ποιος να σου κάμει αυτή τη μεγάλη εκδούλευση!...».

Έπειτα άπλωσε η Ανθή το χέρι της δίπλα στο κρεβάτι, ψαχούλεψε, βρήκε το ρολόι της και κοίταξε την ώρα: εφτά παρά δέκα! Ίσια ίσια που προφταίνω να ντυθώ, να ετοιμαστώ, και να βρεθώ στη δουλειά μου με την ώρα μου.

Οχτώ μ’ εννιά είχε μάθημα στην Έκτη περί της «χρήσεως του απαρεμφάτου». Ύστερα ένα κενό, και ξανά τρία μαθήματα σειρά σε διάφορες τάξεις. Για φανταστείτε λοιπόν αυτή τη γυναίκα, που στις πέντε αποφασίζει ν’ αυτοκτονήσει και κανονίζει τις λεπτομέρειες, και στις οχτώ αρχίζει και διδάσκει μπροστά στον πίνακα περί απαρεμφάτου... να ’ναι άραγε το φαινόμενο τούτο κωμικό ή τραγικό; και ποια η ανάγκη να πηγαίνουμε στο θέατρο; Πρόκειται το θέατρο να θαυμάσουμε ηθοποιούς δυνατότερους από μας τους ίδιους: Ποια πρωταγωνίστρια από τις γνωστές η τις άγνωστες, θα ‘παιζε τούτο το ρόλο, με τη φυσικότητα που τον έπαιξα εγώ; έτσι συλλογιέται η κ. Ανθή καθώς βγαίνοντας από την τάξη διασχίζει το ατελείωτο κοριντόρ, που οδηγεί στο βάθος, στο Γραφείο των καθηγητών.

Στο Γραφείο μπαίνανε τώρα ένας ένας οι διάφοροι καθηγητές· άλλοι βιάζονταν ν’ ανάψουν το τσιγάρο τους, άλλοι να γράψουν στο «βιβλίο ύλης», άλλοι να βγούνε στην ταράτσα να περπατήσουν πάνω κάτω στον καθαρόν αέρα. Καθένας κι απάνω του. Η Ανθή νόμιζε πως δεν είχε με κανένα τους κείνη την ψυχική συγγένεια, που σε κάνει ν’ ανοίγεις την καρδιά σου και ν’ ανακουφίζεσαι. Τους αγαπούσε όλους, γιατί ήσανε καλοί και συμβιούσαν μέσα σε θερμήν ατμόσφαιρα συναδέλφωσης· κάνανε αστεία μιλούσαν και γελούσαν, μα στην ψυχή της έμενε πάντα ένας μικρούτσικος χώρος για την ατομική της μόνο κυκλοφορία. Ολότελα με το θεολόγο τους τον κ. Πέπα, η το μαθηματικό τους τον κ. Βαλτή η απόσταση ήτανε μεγάλη. Δέκα φράσεις δεν είχανε ανταλλάξει τα χρόνια που συνυπηρετούσαν. Ποιος έφταιγε; η Ανθή που δεν τους έμοιαζε σε τίποτα; ή αυτοί που δε μοιάζανε σε τίποτα της Ανθής;

Η Ανθή καθισμένη σε μια καρέκλα παρακολουθούσε τους καθηγητές που κυκλοφορούσαν να γύρο, κι έλεγε: «Πότε να τελειώσει το διάλειμμα! Ν’ ακουστεί το κουδούνι που θα τους μαζέψει πάλι όλους και θα τους ξανακλείσει στις τάξεις! Να χαρώ την κενή μου ώρα, να μείνω μόνη, να παραδοθώ ανενόχλητη στα σχέδιά μου...».

Βγήκαν επιτέλους πάλι όλοι από το Γραφείο, η Ανθή έκλεισε καλά την πόρτα, κι άρχισε να κάνει βόλτες πάνω κάτω. Ύστερα άνοιξε το τζάμι για να δει με μεγαλύτερη διαύγεια τη θάλασσα. Απλωνότανε μισή καταπράσινη, πέρα κατά το βάθος, και μισή γαλάζια. «Το σκολειό μας είναι σ’ εξαιρετική θέση χτισμένο. Αγναντεύει μια κατά τη θάλασσα και μια κατά τα περιβόλια κι είναι η κοινωνία του γεωργοί, αγαθοί ανθρώποι... τα παιδιά καλόκαρδα, μα πως το ’λεγε η μητέρα; ήτανε τότες, που είχαν νοικιάσει οι γονείς μου κείνο το ξανοιχτό σπίτι... που υψωνότανε ανάμεσα σε λεμονιές και νεραντζιές που μοσκομύριζαν... μα η μητέρα ήτανε πολύ πικραμένη. Δε μπορούσαν τα μάτια της να δούνε τις ομορφιές του σπιτιού· η θλίψη έπλεκε υφάδι και της εμπόδιζε την όραση. Κι όταν της το παίνευαν και της λέγανε, το σπίτι σας είναι παράδεισος, «τι το θέλεις το χρυσό το τάσι, τους αποκρινότανε, άμα είναι να φτύνεις αίμα μέσα;» Έτσι είναι τα καλοχτισμένα σκολειά, και την όμορφη θέα, και τα καλά παιδιά, ας τα χαίρονταν εκείνοι που ήτανε στο χέρι τους· η Ανθή τα ’βλεπε, κι είχε την εντύπωση πως ετοιμάζεται για ταξίδι και πως αποχαιρετάει. Ύστερα πήγε κατά το πιάνο, το άνοιξε, το ξεσκόνισε και κάθισε. Έκαμε να παίξει μα οι ήχοι του την ενόχλησαν· το ξανάκλεισε. Πήρε δυο καρέκλες και κάθισε, απλώνοντας τα πόδια της στη μια. Ένιωθε φοβερή κούραση. Ακούμπησε και το κεφάλι στην ανοιχτή παλάμη σκεπάζοντας συγχρόνως τα μάτια της. Δεν είχε καλά καλά ταχτοποιηθεί, κι η πόρτα του Γραφείου άνοιξε και μπήκε μέσα ο μαθηματικός τους ο κ. Βαλτής. Δεν είπε ούτε καλημέρα στην Ανθή, τίποτα. Πλησίασε στο τραπέζι, σωριάστηκε σε μια καρέκλα, έβγαλε από την τσέπη του το μαντήλι του κι άρχισε να κλαίει φωναχτά σα μωρό· έκλαιγε κι έλεγε, έλεγε!... Η Ανθή τα ’χασε. Τρόμαξε. Μα ο κ. Βαλτής τώρα και τέσσερα χρόνια, που συνυπηρετούσαν, δεν είχε ανοίξει το στόμα του να πει πέντε λόγια! Οι πληροφορίες των συναδέλφων για την εν γένει ιδιωτική του ζωή, συμποσούνταν στις πενιχρές απαντήσεις, που έδινε αυτός ο ίδιος κάθε χρόνο συμπληρώνοντας το ατομικό του δελτίο: Έγγαμος: ναι. Τέκνα: τέσσερα... Μα μήτε πού καθότανε ξέρανε οι συνάδελφοι — έφευγε από το σχολείο με τα πόδια κι έκοβε μέσα από τα χωράφια — ούτε τι σκαρί ήτανε η γυναίκα του, και τα «τέσσαρά» του τέκνα δεν τα είχανε δει ποτέ στα μάτια τους. Τις παρέες με το σύλλογο τις απόφευγε. Στην εικοστή πέμπτη Μαρτίου, στην εορτή των Τριών Ιεραρχών, στα «αποτελέσματα» που ο Γυμνασιάρχης καλούσε το σύλλογο να του προσφέρει μια μπύρα, ένα γλυκό, ο κ. Βαλτής δεν ερχότανε: «ευχαριστώ πολύ, κ. Γυμνασιάρχα, δυστυχώς δε θα μπορέσω». Στις εκδρομές που όλοι οι συνάδελφοι ακολουθούσαν οικογενειακώς, εκείνος προφασιζότανε, πως κάποτε είχε πάθει ρευματισμούς κι αποφεύγει τη σωματική κόπωση. Λιγομίλητος, μαζεμένος, ανεκδήλωτος. Και τώρα!... ό,τι μάζευε τόσα χρόνια ό,τι κράταγε κρυμμένο μέσα του τόσους καιρούς, με ευλάβεια και φανατισμό, τώρα; το σκορπούσε χωρίς να του το ζητάει κανένας. Το ποτήρι είχε ξεχειλίσει... Έλεγε, έλεγε, τόσα πολλά που δεν πρόφταινε κανένας ν’ ακούει: «ήρθανε, ξαναήρθανε ένα σωρό γιατροί, τι κάμανε; τίποτα. Ήρθε ο Μαρούλης, ήρθε ο Κιστήνιος, ήρθε ο Οικονομόπουλος. Τη βασανίζουνε. Την ταλαιπωρούνε χτύπησε, ξαναχτύπησε, ακροάσου, τρύπησε, ξανατρύπησε, την περασμένη βδομάδα, την Τρίτη, λένε χρειάζεται σανατόριο. Τρέχω πάνω κάτω, προεξοφλώ τέσσερις μισθούς, γιατί είχα και χρέη, και την πηγαίνω στα Μελίσσια... τώρα, αφού είδανε πως την έβλαψε το σανατόριο, μου ξαναλένε πίσω! κλινική! τι θα γίνω! που θα μείνουν τέσσερα μωρά! Είμαστε ξένοι· είμαι ξένος!

- Μα τι έχετε, κ. Βαλτή, τι σας συμβαίνει;

- Μένω έρημος... μα το περισσότερο, εκείνη κλαίω, είκοσι οχτώ χρονώ γυναίκα. Και δε γνώρισε κοντά μου μήτε τόση δα! να! τόση δα χαρά! Την πήρα μικρή μικρή από τη μάνα της, άμα μετατέθηκα στη Σάμο κι ήμουν εγώ βαρύς κι αυτή είχε ψυχή αγγέλου...

- Μα νομίζετε πως έχει σημασία ποιος απ’ τους δυο είναι βαρύς...

- Δε χάρηκε κοντά μου στο παραμικρό! κι όλα στενόχωρα. Ένας δασκαλίστικος μισθός πού να φτάξει... άμα είχαμε ρούχο, δεν είχαμε παπούτσια, κι άμα είχαμε παπούτσια, δεν είχαμε καπέλο... Τα ’χει δει κανένας σας τα παιδιά μου; την ξέρει κανένας σας τη γυναίκα μου; ξέρει κανένας σας πού κάθουμαι; και ήτανε αδύνατη η καρδιά της, έλεγε ο γιατρός ξεκούραση, κι αυτή έκανε ως και τη μπουγάδα μονάχη της, όλες τις δουλειές τις έκανε δίχως κανένα βοηθό, έτρεχα άμα σκολνούσα, με τα πόδια, για να γλιτώνω τα έξοδα του τραμ, κι είχα την αγωνία πότε θα φτάσω... κι όλο με το γέλιο... να βγαίνει η ψυχή της κι αυτή να γελά... τι θα γίνω! Τι να κάμω!

- Υπομονή να κάμετε, κ. Βαλτή, υπομονή κάνουμε όλοι μας και περνάμε τούτη την αχάριστη κι άσκοπη ζωή.

- Είμαι ξένος... πενήντα χρονώ με τέσσερα μωρά. Τα τελευταία, τα δίδυμα, είναι τριάμισι χρονώ. Δεν τ’ αφήνουμε να πάνε κοντά της, μα τα μικρά τη θέλουνε, εκείνη δεν έφερε καθόλου την ομιλία τους... σα να μην έχει παιδιά... δε μπορεί και να μιλήσει... χτες όμως ακούστηκε στο διάδρομο της κλινικής ένα παιδάκι που γελούσε και πρόσεξα το βλέμμα της, που στράφηκε μονομιάς κατά την πόρτα, κι είχε μιαν αγωνία! κι ύστερα, βούρκωσε, μα δε μου ’πε τίποτα... Μα ξέρετε τι θα πει άγγελος; ξέρετε τι θα πει άγγελος;

- Οι δυστυχίες είναι για μας... όλος ο κόσμος το ίδιο βασανίζεται... μα είναι που σεις δεν το ξέρετε και θαρρείτε πως είστε μονάχος... είναι ανθρώποι που έχουνε μερόνυχτα στη σειρά να κλείσουν μάτι, που στέκονται στα πόδια τους με τις ασπιρίνες και με τους ·καφέδες...

- Είκοσι οχτώ χρονώ γυναίκα! κι είναι πια σα σκελετός, να δείτε το χέρι της, να! εδώ! καθώς το σηκώνει... μόνο ανάσα που παίρνει, για να με παρηγορά πως ζει ακόμη... Την έχουνε στηλωμένη με τα μαξιλάρια, γιατί γέρνει...

- Μα γιατί κλαίτε διαρκώς και δεν ακούτε και μένα τι σας λέω;

- Ακούω... ακούω... Αχ! τι θα γίνω! Φεύγει από κοντά μου και δε μπόρεσα να της δώσω τόση χαρά! Στα χέρια μου γνώρισε μόνο στέρηση... ούτε τόση χαρά!

- Είναι ανθρώποι, κ. Βαλτή, σκαλιά και σκαλιά πιο δύστυχοι από σας, γιατί ό,τι προέρχεται από τη φύση, όπως είναι ο φυσικός θάνατος, σηκώνει παρηγοριά. Έτσι είναι πλασμένος ο κόσμος να παρηγοριέται γρήγορα στο θάνατο. Χάνουμε τα παιδιά μας, τους προστάτες μας, ό,τι αγαπούμε και σ’ να μήνα μέσα έχουμε ξεχάσει... για διαβάστε στην εφημερίδα τις αυτοκτονίες... κοιτάξετε τα αίτια που τους έφεραν ως εκεί... όσοι δεν είναι νευρασθενικοί, αυτοκτονούνε για λόγους αισθηματικούς: χάσανε τον άνθρωπο που αγαπούσαν. Αν ο άνθρωπός τους όμως πέθαινε, να δείτε, που δε θα τους περνούσε στο μυαλό ν’ αυτοκτονήσουν. Κάθε μέρα ο θάνατος παίρνει τόσα προσφιλή πρόσωπα· γονείς χωρίζουνται από τα μοναχοπαίδια τους οι μανάδες τους, όμως γρήγορα παρηγοριούνται!

- Κι είχε κάμει μια χαρά προχτές... Όχι! την Τετάρτη το βράδυ ήτανε, που μου ζήτησε και λίγο γιαούρτι. Της άρεσε το δωμάτιο, που την έβαλαν. Κοίταζε από το παράθυρο κι έλεγε: Τι ωραία! φαίνεται όλο το δασάκι του Λυκαβηττού. Την είχε βρει ο γιατρός πολύ καλύτερα και μου ’πε: μη στενοχωριέσαι! η καρδιά της θ’ αντιδράσει....

- Μα είναι πολύ καλύτερό αυτό... να είναι βαριά άρρωστη και να καρτερείς πως σήμερα, αύριο θα ξεψυχήσει... Γιατί θα πεθάνει ο άνθρωπός σου, μα θα πεθάνει για όλον τον κόσμο. Θα θέλατε όμως η γυναίκα σας να πεθάνει μόνο για σας; Μα για προσέξτε αυτό που σας λέω... να πεθάνει μόνο για σας και για όλους τους άλλους να ζει...

- Αν, κ. Ανθή, δεν της έμπαινε πυρετός... Μα ξέρετε τι είναι; σ’ αυτό το βασανισμένο κορμί να μπει 39ο πυρετός; τι θα κάνει η καρδιά; τι θα γίνω! τι θα γίνω!

- Να μπει 40ο, να μπει 41ο, κι ύστερα να πεθάνει· και να ξέρεις πως τα μάτια αυτού του ανθρώπου, που θα του τα κλείσεις εσύ με τα χέρια σου, δε θα βρεθούνε άλλα χέρια να του τ’ ανοίξουν. Εσύ να ’σαι ο τελευταίος άνθρωπος που θ’ ασχοληθεί μ’ αυτόν. Θα θέλατε, κ. Βαλτή, να είναι η γυναίκα σας γερή και καλή, και στα καλά καθούμενα να σηκωθεί ένα πρωινό να σας πει χαίρετε! να σας πει πως αρκετά βάστηξε αυτή η συγκατοικία κι είναι καιρός να διαλυθεί; εσύ να φοβηθείς και ν’ ανησυχείς μην τρελάθηκε... και να της λες γιατί; τι συμβαίνει; τι έπαθες; κι αυτή να σου λέει: κείνο που μου συμβαίνει είναι, πως αποφάσισα με κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο να διαλύσω την εταιρία... κι είστε, κ. Βαλτή, μεγάλος, όπως λέτε στην ηλικία! και κείνη δεν το λογαριάζει, μόνο σας κοιτάζει απολιθωμένη, βλέπουνε τα μάτια της πολύ καλά την απόγνωσή σας, μα έχουνε στην έκφραση την απάθεια και την αδιαφορία που παίρνουνε τα πρόσωπα των τρελών. Μιλήσατε ποτέ σας με τρελούς; Τι φοβερό! εσύ τους μιλάς με την ανθρώπινη, τη συνηθισμένη λογική, ενώ αυτοί έχουν αρχίσει πια να συνεννοούνται με δικό τους κώδικα... Καταλαβαίνεις τότε πως χάνεις τα λόγια σου. Έχεις να πεις πολλά, πολλά, και δε λες τίποτα· μήτε μια λέξη! Έχεις δει πως είσαι απομονωμένος. Ενώ ως χτες βαδίζατε μαζί σ’ αυτόν το μακρινό, αγκαθερό δρόμο και πότε ακουμπούσε αυτή απάνω σου και πότε συ απάνω σ’ αυτήν, και νιώθατε ανακούφιση, μια στιγμή την έχασες! κοιτάζεις δεξιά, αριστερά, μπρος, πίσω, τίποτα! άφαντη! Λοξοδρόμησε δίχως να την πάρεις είδηση. Κι ο δρόμος που περάσατε μαζί μπορεί να ’τανε εξαιρετικά δύσβατος κι αγκαθερός, μα ήτανε τουλάχιστον ίσιωμα, μα από τώρα κι ύστερα αρχίζει όλο ανηφορικός...

Τώρα αρχίζει να κλαίει και η Ανθή. Βγάζει κι αυτή το μαντίλι της και κλαίει. Κλαίνε κι οι δυο τους. Ο ένας στη μιαν άκρη του τραπεζιού κι ο άλλος στην άλλη.

- Εγώ λυπάμαι το περισσότερο τα δυο μικρά, μάλιστα το κοριτσάκι, που είναι από φυσικό του χαδιάρικο και ήτανε πάντα κρεμασμένο στην ποδιά της. Τώρα την αναζητάει. Δεν έχει πού ν’ ακουμπήσει...

- Ναι! αλήθεια! αυτό είναι φοβερό· άμα δεν έχει κανένας πού ν’ ακουμπήσει... Είναι το φοβερότερο πράμα που υπάρχει στον κόσμο..

Χτύπησε πάλι το κουδούνι. Τέλειωσε η «κενή ώρα» κι άρχιζαν ένας ένας οι καθηγητές να μαζεύονται στο γραφείο. Ο κ. Βαλτής πρόφτασε προτού μπούνε οι άλλοι κι έφυγε. Θα περνούσε από το γραφείο του κ. Γυμνασιάρχη.

- Χαίρετε! κ Ανθή, πηγαίνω να ζητήσω άδεια να φύγω... Εδώ ήμουνα κι ο νους μου πετούσε άλλού... μα σαν ήρθα, είχε ήδη μπει στο μάθημα... χαίρετε!

- Χαίρετε!...

- Τα μάτια σας κ. Ανθή, είναι κατακόκκινα! κλαίγατε! Τι έχουν;

- Ναι! Έκλαιγα... Ήταν εδώ ο κ. Βαλτής και μου πόνεσε η καρδιά, καθώς τον άκουγα να μιλάει για τη γυναίκα του... φαίνεται πως είναι στα τελευταία της. Κι είναι, λέει, πολύ νέα, καλή, και του αφήνει και τέσσερα μικρά παιδιά.

- Το δυστυχή! γι’ αυτό ο καημένος απουσιάζει τόσες μέρες...

Βιογραφικά στοιχεία ΑΠΟ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

Η Έλλη Αλεξίου γεννήθηκε στις 22 Μαΐου του 1894 στο Ηράκλειο Κρήτης. Σπούδασε στο Διδασκαλείο Ηρακλείου και για έξι χρόνια υπηρέτησε ως δασκάλα στο Γ' Χριστιανικό Παρθεναγωγείο και στη "Στέγη Μικρών Αδελφών". Το 1920 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα μετά το γάμο της με το Βασίλη Δασκαλάκη. Ακολούθησε σπουδές Παιδαγωγικών και Φιλολογίας, όπου και διορίστηκε καθηγήτρια Μέσης Εκπαίδευσης διδάσκοντας 19 χρόνια. Συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση (ΕΑΜ Λογοτεχνών). Το 1945 μετέβη για σπουδές στη Σορβόνη, απ΄ όπου έλαβε δίπλωμα φωνητικής και γαλλικής, ενώ παράλληλα δίδασκε σε σχολεία της ελληνικής παροικίας αλλά της αφαιρέθηκε η ελληνική ιθαγένεια και δεν μπόρεσε να επιστρέψει στην Ελλάδα. Από το 1949 μέχρι το 1962 διορίστηκε εκπαιδευτικός σύμβουλος για τα ελληνικά σχολεία των σοσιαλιστικών χωρών. Μετά από αναγκαστική προσφυγιά, λόγω των επανειλημμένων διώξεων που υπέστη από την ανάμιξή της σε προοδευτικά κινήματα, επέστρεψε στην Ελλάδα το 1962. Αργότερα όμως συνελήφθη και το 1965 βρέθηκε στις φυλακές Αβέρωφ. Στη συνέχεια ελευθερώθηκε και μετέβη στη Ρουμανία ως το 1966, οπότε και επέστρεψε οριστικά στην Ελλάδα. Με την επιστροφή της συνελήφθη με βάση βούλευμα εναντίον της που είχε εκδοθεί το 1952, δικάστηκε και απαλλάχθηκε. Έκτοτε και μέχρι το θάνατό της, στις 28 Σεπτεμβρίου του 1988, αφιερώθηκε στη λογοτεχνία. Τα έργα της διακρίνονται για τον ποιητικό ρεαλισμό του ύφους καθώς και για τον κοινωνικοπολιτικό προβληματισμό τους.

Ανηψιός της ήταν ο Παύλος Σιδηρόπουλος, ενώ η ίδια ήταν αδελφή της Γαλάτειας Καζαντζάκη. Για πολλά χρόνια συζούσε με τον ποιητή Μάρκο Αυγέρη.

Η Έλλη Αλεξίου είχε λάβει μέρος στο Α' και Β' Συνέδριο της Ειρήνης, στο Παρίσι (1947) και Βαρσοβία (1950) αντίστοιχα, καθώς και στα Συνέδρια: των Διανοουμένων, στο Βρότσλαβ Πολωνίας (1948), για το Παιδί στη Βιέννη (1952), για τη Γυναίκα, στη Κοπεγχάγη (1953) κ.ά. όπως και της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (Βερολίνο 1957). Υπήρξε μέλος του Συλλόγου Γυναικών Επιστημόνων, της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών, της Πανελλήνιας Κίνησης για την Ύφεση και την Ειρήνη κ.ά. Μιλούσε επίσης γαλλικά, γερμανικά και ρωσικά. Ήταν μόνιμος κάτοικος Αθηνών (Λ. Αλεξάνδρας).

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2012

ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ «Ηχώ»


 
ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ «Ηχώ»

Τα βήματά μας αντηχούν ακόμη
Μέσα στο δάσος με τον βόμβο των εντόμων
Και τις βαρειές σταγόνες απ' τ' αγιάζι

Που στάζει στα φυλλώματα των δένδρων
Κ' ιδού που σκάζει μέσα στις σπηλιές
Η δόνησις κάθε κτυπήματος των υλοτόμων
Καθώς αραιώνουν με πελέκια τους κορμούς
Κρατώντας μεσ' στο στόμα τους τραγούδια
Που μάθαν όταν είτανε παιδιά
Και παίζανε κρυφτούλι μεσ' στο δάσος.

ΠΙΝΑΚΑΣ - John William Waterhouse. «Η Ηχώ και ο Νάρκισσος,»
 

mousse σοκολάτας με 2 υλικά

πηγή http://www.facebook.com/photo.php?fbid=307006366073407&set=a.267802963327081.59781.264580240316020&type=1&theater 

 mousse σοκολάτας με 2 υλικά

Σίγουρα δεν είναι τόσο φίνα όσο εκείνες οι mousse που χρειάζονται περισσότερη ώρα, φροντίδα αλλά και υλικά. Είναι όμως σοκολατένια, ανάλαφρη και ιδανική για όσες δεν διαθέτουν πολύ χρόνο.

200 γραμμάρια σοκολάτα σπασμένη σε κομμάτια
4 αυγά

Βάλτε τη σοκολάτα σε ένα μπολ και τοποθετήστε το πάνω από κατσαρόλα με νερό που βράζει ανακατεύοντας μερικές φορές μέχρι να λιώσει.

Χωρίστε τα αυγά σε ασπράδια και κρόκους και χτυπήστε τα ασπράδια μέχρι να σφίξουν.

Αφαιρέστε τη σοκολάτα από τη φωτιά και μόλις κρυώσει λίγο προσθέστε τους κρόκους ανακατεύοντας καλά.

Προσθέστε σιγά σιγά και τα χτυπημένα ασπράδια και ανακατέψτε καλά.

Μοιράστε το μείγμα σε 4 μπολ και βάλτε τα στο ψυγείο.


queen.gr

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

Η κατάκτηση της Ευτυχίας

Αναδημοσίευση άρθρου από Νέα Ακρόπολη

πηγή http://www.nea-acropoli-ioannina.gr/filosofias/h-katakthsh-ths-eutuxias-kata-ton-aristotelh.html

Η κατάκτηση της Ευτυχίας κατά τον Αριστοτέλη

Ο Αριστοτέλης ασχολήθηκε με την ηθική σε τρία τουλάχιστον έργα του, τα Ηθικά Νικομάχεια, τα Hθικά Ευδήμια και τα Ηθικά Μεγάλα. Δεν τον ενδιέφερε η θεωρία καθαυτή, η αναποτελεσματική γνώση για την ίδια τη γνώση, αλλά πίστευε ότι εμβαθύνει για να βοηθήσει τον εαυτό του και τους άλλους να γίνουν άνθρωποι καλύτεροι, να κατακτήσουν το Αγαθό.
Στα Ηθικά Νικομάχεια διαβάζουμε την παρατήρηση πως «κάθε τέχνη και κάθε μέθοδος, όπως και κάθε πράξη, κατόπιν σκέψεως, φαίνεται ότι αποβλέπει σε κάποιο αγαθό». Ωστόσο, κάθε αγαθό που επιδιώκεται στη ζωή κάθε ανθρώπου αποτελεί απλώς ένα ενδιάμεσο στάδιο για την επίτευξη του Ύψιστου Αγαθού, της «Ευδαιμονίας».O Αριστοτέλης προσδιορίζει την ευδαιμονία σύμφωνα με την Πλατωνική αντίληψη: Η ανεμπόδιστη επιδίωξη του έργου, για το οποίο ο άνθρωπος προορίζεται. Ποιο είναι όμως το έργο που προορίζεται ο άνθρωπος; Μόνο εκείνο που αποτελεί ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του ανθρώπου και δεν υπάρχει στα άλλα έμβια όντα.

Πολλοί άνθρωποι συσχετίζουν την ευτυχία με πράγματα που είναι υλικά και απτά. Όπως είναι η ηδονή και ο πλούτος, αλλά και με πράγματα που τους λείπουν. Αυτή είναι μια σχετική ευτυχία γιατί αυτό που κάνει κάποιον ευτυχισμένο, για κάποιον άλλο δεν έχει καμία αξία. Όπως π.χ. ο διψασμένος στην έρημο θα ήταν ευτυχισμένος με λίγο νερό και όχι με λίγο χρυσάφι.

Ό,τι εξασφαλίζει την υγεία του σώματος, η τροφή και τα υλικά αγαθά είναι απαραίτητα βέβαια, αλλά δεν είναι αυτά που οδηγούν σε μια «ανθρώπινη ευτυχία». ΕίXara,-Eutuxia,-Eugnomosini-3ναι απολύτως αναγκαία μα όχι και ικανά για την επίτευξή της. Για τα ζώα ίσως να αρκούσαν, όμως δεν μπορούν να ολοκληρώσουν τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος έχει ανάγκη να αναζητήσει και να βιώσει κάτι που είναι πέρα από την απλή υλική επιβίωση και την αναπαραγωγή.

Το χαρακτηριστικό που ξεχωρίζει τον άνθρωπο από τα άλλα έμβια όντα είναι ο λόγος, η λογική. Η λογική αποτελεί το ένα μέρος του και το άλλο είναι η δυνατότητα του ανθρώπου να καταλαβαίνει τις προσταγές της λογικής και να διαμορφώνεται σύμφωνα με αυτές. Επειδή όμως υπάρχουν πράξεις ανώτερες και κατώτερες, ο άνθρωπος δεν θα πρέπει να ενεργεί μόνο σύμφωνα με τον λόγο, αλλά και σύμφωνα με την αρετή, για να μπορέσει να επιτελέσει το έργο για το οποίο προορίζεται.

Η αρετή διαχωρίζεται από την ευδαιμονία. Δεν είναι ευδαιμονία η αρετή, αλλά ο σκοπός προς τον οποίο τείνει η αρετή. Η ευδαιμονία είναι ο τελικός σκοπός και η αρετή είναι το μέσο για να φτάσει ο άνθρωπος σε αυτόν. Όπως επίσης και ο πλούτος και τα άλλα υλικά αγαθά είναι απλά μέσα για να φτάσει κανείς στην ευδαιμονία. Επίσης δεν είναι ευδαιμονία η ηδονή, γιατί είναι μια κατώτερη κατάσταση και είναι αποτέλεσμα της ευδαιμονίας. Ευδαίμων είναι ο άνθρωπος που καταφέρνει κατά την διάρκεια της ζωής του, να εκφράσει με τις πράξεις του και τα έργα του την ανθρώπινη, λογική φύση του και όχι την φύση ενός ζώου ή ενός φυτού.

Σημαντικός είναι και ο ρόλος της τύχης για την επίτευξη της ευδαιμονίας. Όμως η ευδαιμονία είναι κάτι πολύ περισσότερο από την ευ-τυχία, αφού πραγματοποιείται με συνείδηση από την μία πλευρά, και από την άλλη δεν είναι κάτι παροδικό, αλλά διαρκεί σε όλη την ζωή του ανθρώπου.
Ο Αριστοτέλης πιστεύει ότι ο άνθρωπος μπορεί να μάθει να είναι ευτυχισμένος. Γιατί την ευδαιμονία δεν την στέλνουν οι θεοί, αλλά αποκτιέται με την συνεχή πρακτική εξάσκηση της Αρετής. Η ευδαιμονία είναι για τον άνθρωπο αποκλειστικά αυτοσκοπός. Είναι τέλεια, δεν της λείπει τίποτα. Και, όπως τονίζει ο σταγειρίτης φιλόσοφος, δεν είναι κατάσταση αλλά ενέργεια. Δεν αποτελεί μια παθητική στάση, αλλά δυναμική. Είναι σύνολο πράξεων και όχι μόνο γνώσεων. Είναι ενεργητικός τρόπος αντίληψης της πραγματικότητας.

Η ευδαιμονία που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο, είναι η δραστηριότητα της Ψυχής η οποία οδηγείται από την Αρετή. Επειδή όμως υπάρχουν πολλές αρετές, ο άνθρωπος θα πρέπει να αναζητήσει αυτήν που είναι τελειότερη για να τον οδηγήσει στην ευδαιμονία. Μια τέτοια αρετή πρέπει να είναι αυτοσκοπός και όχι απλά ένα μέσο για να φτάσει σε μια άλλη. Στην κορυφή της ιεραρχίας των αρετών βρίσκεται η Σοφία. Η φρόνηση κάνει τον άνθρωπο ικανό να φτάσει στην Σοφία.

Ο Αριστοτέλης προσδιόρίζει τον άνθρωπο ως πολιτικό και κοινωνικό ον . Και αυτός ο ορισμός φανερώνει την έμφυτη τάση, που έχει ο άνθρωπος, να θέλει να είναι μέρος μιας πολιτικής κοινωνίας και να μην είναι μόνος του. ¨Έτσι η ευτυχία κρίνεται και στις σχέσεις του ανθρώπου με τους άλλους ανθρώπους και τα πράγματα, με το περιβάλλον και τον εαυτό του. Για το λόγο αυτό η ανθρώπινη ευτυχία επιτυγχάνεται πιο εύκολα μέσα σε οργανωμένες κοινωνικές δομές, την οικογένεια και την κοινότητα. Και μπορεί να επιτευχθεί πλήρως στην ανώτερη από αυτές, την Πόλη ή την Πολιτεία. Ούτε ο Αριστοτέλης, ούτε και ο Πλάτωνας θεωρούν τη Πολιτεία απώτερο σκοπό, αλλά ως μέσο που βοηθάει τους ανθρώπους να αποκτήσουν αρετή και σοφία, δηλαδή να έχουν άριστη ζωή.

Αυτό που περιγράφει, τελικά, ο Αριστοτέλης ως ιδανική ή άριστη ζωή δεν είναι άλλο από τον τέλειο φιλοσοφικό βίο. Στόχος της φιλοσοφίας, είναι η αναζήτηση της αλήθειας , ως θεωρία και ως πράξη, η ηθική ζωή . Σύμφωνα με τον σταγειρίτη φιλόσοφο ο τέλειος φιλοσοφικός βίος δεν καθορίζεται από τις ηθικές έξεις, δεν έχει ανάγκη από διαλείμματα, ούτε υπόκειται στην τύχη. Η θεωρία είναι η συνεχέστερη και πιο ευχάριστη δραστηριότητα που ταιριάζει στο ανθρώπινο ον. Αλλά, σε ελάχιστους και εκλεκτούς δίνεται η δυνατότητα και έχουν την ικανότητα να φτάσουν σε αυτό το επίπεδο τελειότητας. Στους υπόλοιπους αρμόζει να θέτουν ως στόχο ζωής την ευπραξία. Εξάλλου, ακόμα και αυτοί που θα θέσουν ως στόχο ζωής την θεωρία, θα πρέπει να μην παραμελήσουν στη διάρκεια της ζωής τους το ευ πράττειν, ώστε να μπορέσουν να διατηρήσουν την νόησή τους καθαρή για να επιδοθούν ανενόχλητοι στις θεωρητικές επιστήμες όταν θα ολοκληρωθούν ως φιλόσοφοι.

Αυτός είναι ο λόγος που ο Αριστοτέλης θέτει ως δεύτερο, στην ιεραρχία της ευδαιμονίας, τον ενάρετο βίο στο πλαίσιο της πολιτικής ζωής. Εξάλλου η νομοθεσία, ως «αρχιτεκτονική φρόνησις» παίζει καθοριστικό ρόλο στην ευδαιμονία της πολιτείας, εφόσον η μεγάλη μάζα του λαού «από τη φύση της δεν πειθαρχεί από σεβασμό, μα από φόβο, και δεν μένει μακριά από το κακό γιατί είναι ατιμωτικό, αλλά επειδή επιβάλλονται τιμωρίες εναντίον της».
Όλα τα αγαθά εκτός από την ευδαιμονία είναι σχετικοί αυτοσκοποί, αφού αποτελούν μόνο μέσα για την απόκτησή της. Η ευδαιμονία είναι για τον άνθρωπο το Ύψιστο αγαθό, γιατί χωρίς αυτήν η ζωή του ανθρώπου θα ήταν μάταιη.

Βιβλιογραφία
-Αριστοτέλους, Ηθικά Νικομάχεια, τόμος 1, εκδ. Χατζόπουλος Ο.
-Αριστοτέλους, Ηθικά Ευδήμεια, εκδ., Χατζόπουλος Ο.
-Αριστοτέλης, τ. Ι, εκδ. Παπαδήμας, Αθήνα 2003.
- Düring Ι., Ο Αριστοτέλης. Παρουσίαση και ερμηνεία της σκέψης του, τ. Β΄, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 2003.
- Κόντος Π., «Η φιλοσοφία του Αριστοτέλη. Ηθική και πολιτική φιλοσοφία», στο: Βιρβιδάκης Σ. κ.ά.,
- Πεντζοπούλου-Βαλαλά Τ., Προβολές στον Αριστοτέλη, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 1998.
-Σκαλτσάς Θ., Ο χρυσούς αιών της αρετής. Αριστοτελική ηθική, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1993.
- www.exparter.gr/gr/exparter/philosophy/aristotelis.htm
- www.kapatel.gr/matrix/science/philoso/idoni.htm
- www.archive.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=124
- www.philology.gr/cooperations/aristot_ethics.doc
Joomla SEF URLs by Artio

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

ΠΩΣ ΠΕΡΑΣΑ ΑΥΡΙΟ του Μάρκου Ξύδα *

πηγή http://www.onestory.gr/post/32449542403

ΠΩΣ ΠΕΡΑΣΑ ΑΥΡΙΟ

του Μάρκου Ξύδα *
.
Σήμερα όλη μέρα από το πρωί η επικράτεια περίμενε με αγωνία τον Παπαδήμο να αναλάβει πρωθυπουργός, η μαμά ήταν ανήσυχη, το ίδιο και οι γειτόνισσες που βγήκαν στον μαχαλά μας και αντί του συνηθισμένου κουτσομπολιού τιτίβιζαν σαν χελιδόνια με έκδηλο άγχος για το μέλλον της χώρας και τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της… Hταν όλοι τόσο ανήσυχοι που δεν ασχολήθηκαν με τα κερατώματα και τις πομπές της γειτόνισσας (αυτής που μένει τρία στενά παραπάνω και βάζει μέσα τους αγαπητικούς από το παράθυρο όταν ό άντρας της φεύγει νωρίς για τη δουλειά). Η κυρία Μαρία μάλιστα δήλωσε ότι δεν θα έβλεπε STAR, διότι σε τέτοιες κρίσιμες ώρες δεν ήταν ώρα για να βλέπουμε τα βυζιά της Μελέτη αλλά ούτε τους αναίτια χαρούμενους συμποσιαστές της.
Εγώ το έπαιζα ψιλό-αδιάφορος αφού η όλη κατάσταση μας βόλευε, ήταν μια αναμπουμπούλα που εμείς τα λυκόπουλα την γουστάραμε όχι για κάποιο ιδιαίτερο λόγο αλλά γιατί σε κάποια φάση πετάχτηκε η γιαγιά μου και δήλωσε “στην αναμπουμπούλα ο λύκος χαίρεται”, κάτι το οποίο έμοιαζε να δένει με την πρωινή μας ραστώνη.
Στο παράλληλο σύμπαν του σχολείου θα ξεκινούσε η δεύτερη ώρα, όμως εγώ καθόμουν με τον Αντρέα, όχι ακριβώς δίπλα αλλά από κάτω του (ο Ανδρέας καθόταν πάντα σε ένα κλαδί από τότε που τον θυμάμαι, τον είχα ρωτήσει το λόγο και μου είπε ότι ο μπαμπάς του ήτανε στην κλαδική του ΠΑΣΟΚ, και ο δικός μου ήτανε αλλά δεν με άφηνε να ανεβαίνω στα κλαδιά γιατί όπως μου τόνιζε: “αυτά τα πράγματα είναι για πιθήκους”, όταν όμως ζήταγα διευκρινήσεις τι από τα δύο εννοεί για το ΠΑΣΟΚ ή τα κλαδιά δεν απαντούσε και η κουβέντα τελείωνε κάπου εκεί), τέλος πάντων εκείνη ακριβώς την στιγμή ή μια παραδίπλα ήρθε ο παπάς του χωριού μας και ξαφνιαστήκαμε διότι ποτέ δεν ερχόταν μόνος τους αλλά πάντα με τον αστυνομικό. Ο παπάς μας (καλός άνθρωπος) μας έβαλε μπροστά χωρίς να έχουμε κάνει κάτι συγκεκριμένο και αφού τα είπε με τις μανάδες μας, μας έβαλε στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου του και φύγαμε σηκώνοντας την άμμο που λέρωνε την μαύρη καρκινογόνο άσφαλτο του δρόμου.
Εμάς για να πω την αλήθεια κουτί μας ήρθε η βόλτα, μακριά από το σχολείο και ας είναι και με παπά, ο Αντρέας ήταν λίγο ανήσυχος διότι όπως μου είχε εξομολογηθεί κάποια άλλη φορά ο παπάς τον θώπευσε, του αντιγύρισα ¨θώπα ρε” (ξέχασα να πω ότι ο Αντρέας ήταν και τσεβδός) ¨εδω ο πατέρας σου σε χτυπούσε στην ταράτσα και σου χουν βγάλει και τραγούδι, για μια παρατήρηση του στυλ “σώπα ρε” κάνεις έτσι?
Τέλος πάντων κάποια στιγμή σταματήσαμε στην πλατεία της Χίου όπου γινόταν το αδιαχώρητο, μιλάμε για λαοθάλασσα, πλημμύρα. Ο κόσμος είχε μια περίεργη τριχρωμία ομοιόμορφη αλλά στα τρία. Ήτανε πολλοί παπάδες, πολλοί στρατιωτικοί και πολλές γιαγιάδες με μαύρα. Τότε ήταν που γύρισε ο πάπας μας και μας είπε ότι ενθρονίζουμε τον καινούργιο μας μητροπολίτη και είναι μια ευλογημένη μέρα και όλοι ήταν συγκινημένοι, ειδικά οι γιαγιάδες ήταν σε έκσταση και παροξυσμό κάποιοι φώναζαν άξιος και κάποιοι άλλοι σατανά-(ωσαννά) δεν κατάλαβα (μαλάκια που δεν πήρα το lower…) και από δίπλα η μπάντα παιάνιζε πανηγυρικά.
Όταν το ρολόι χτύπησε μία, όλοι αυτοί άρχισαν να φιλιούνται, να αγκαλιάζονται, να χειροκροτούν, μάλιστα οι πιο τρελαμένοι πετούσαν τριαντάφυλλα. Μιλάμε για μεγάλο πατιρντί, εμείς συνεχίσαμε να είμαστε στα ψιλοσταρχίδια μας, αλλά τότε έγινε κάτι που μου κέντρισε το ενδιαφέρον… Ξαφνικά ένας αέρας σηκώθηκε και όλοι μα όλοι άρχισαν να φιλάνε ένα βιβλίο με χοντρές σελίδες που το σήκωναν 4 (παπάδες) και αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν ότι οι περισσότεροι κοιτούσαν χαμηλά το χώμα, λες και το φοβόταν (θα πρέπει να έγραφε κακά πράγματα), γιαυτό και γω ρώτησα μια γιαγιά δίπλα μου περί τίνος επρόκειτο και εκείνη μου απάντησε εκστασιασμένη από τα ταβορ και την κατάνυξη “ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ”. Τι θα πει ΚΕΝΗ? ο Αντρέας δεν ήξερε και αυτός αλλά πάντως μου απάντησε ότι διαθήκη ήταν κάτι που άφηνε κάποιος που πέθαινε στους δικούς του. Μπίνγκο ήξερα ποιον θα ρωτούσα… πετάχτηκα σε ένα τηλεφωνικό θάλαμο και πήρα διαγαλαξιακά τον πατέρα μου και τον ρώτησα τι θα πει καινή, η απάντηση ήταν προφανής: κενή είναι η άδεια (μάλιστα μου την είπε γιατί έκανα κοπάνα από τα αρχαία).
Μοιράστηκα εκτός από το σοκολατούχο μου γάλα και την δύναμη της πληροφορίας με τον Αντρέα αλλά και πάλι δεν κολλούσε το όλο θέμα, τόοοοσος χαμός για τον μακαρίτη που στην διαθήκη δεν άφησε τίποτα, και γιατί φιλούσαν τότε αυτό το άδειο βιβλίο? πολλά πράγματα για έναν νεανικό νου, γιαυτό και δεν πτοήθηκα και ρώτησα την ίδια γιαγιά Trance η οποία μου απάντησε :”ΗΣΥΧΙΑ, είναι του ΘΕΟΥ, μην τα σκαλίζεις…”. Απτόητος συνέχιζα να σκαλίζω τη μύτη μου και να τσιγκλάω την γιαγιά για το ποιοι είναι όλοι αυτοί με τις στολές και τα πιστόλια και τα σοβαρά πρόσωπα, η γιαγιά γύρισε έτοιμη να με χέσει αλλά πιστεύω ότι η όλη επισημότητα την απέτρεψε…μου είπε μόνον : “αυτοί είναι το ΚΡΑΤΟΣ”. Χάος και μπλόκο αλλά ψιλοσταρχίδια μου, είπα και στον Αντρέα ότι η φάση δεν έλεγε καλύτερα να πηγαίναμε σχολείο όπως και κάναμε, εδώ δεν έχουμε πρωθυπουργό θα πανηγυρίζουμε για ένα άδειο βιβλίο?, εμείς από το Σεπτέμβρη δεν έχουμε βιβλία και το χουμε πάρει χαλαρά, τι άδειο -τι τίποτα, άμα κάνεις μια δουλειά να την κάνεις σωστά, τι δηλαδή κάναμε το εξώφυλλο και μέσα τίποτα? Αυτό έπρεπε να έχει κάνει και η Διαμαντοπούλου, αλλά εμάς δεν μας απασχολούσε του χρόνου θα πηγαίναμε στο Deere (ιδέα του μπαμπά του Αντρέα).
Μετά γύρισα σπίτι όπου η μαμά ήταν πολύ χαρούμενη γιατί είχαμε και πρωθυπουργό πλέον αλλά και καινούργιο μητροπολίτη. Αμέσως τη ρώτησα γιατί είμαστε χαρούμενοι και εκείνη με έστειλε να πλύνω τα χέρια μου και μου πε: “γιατί κανένα ΚΡΑΤΟΣ δεν μπορεί να είναι ακέφαλο όπως και καμιά εκκλησία”, ξανά χάος στο κεφάλι αλλά είχε ντολμαδάκια οπότε ψιλοσταρχίδια μου. Μέχρι και το απόγευμα ήμουν σε μια σύγχυση γι αυτό και αποφάσισα να διαβάσω κάτι ελαφρύ για να ξεδώσω, και εκεί που έψαχνα Εμπειρίκο έπεσε το μάτι μου σε ένα μαύρο βιβλίο με κόκκινα γράμματα “ΘΕΟΣ & ΚΡΑΤΟΣ”, Μπίνγκο σκέφτηκα και ψιλοέγραψα τον Εμπειρίκο.
.
Ο Μάρκος Ξύδας είναι πολιτικός μηχανικός και ζει όπου ξημερώσει το επόμενο εργοτάξιο. Του αρέσει η ελευθερία, η λογοτεχνία και κυρίως η διάδραση με ανθρώπους πρόθυμους να αμπελοφιλοσοφήσουν δίπλα στη θάλασσα μαζί με κρασί…

σημ. Αν δεν ανοίγουν οι σύνδεσμοι κάντε τους μαρκάρισμα, αντιγραφή, επικόλληση πάνω

ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΧΩΡΟΧΡΟΝΟ

πηγή http://7omokentroikykloiautognosias.blogspot.gr/2012/09/blog-post_27.html?spref=fb

ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΧΩΡΟΧΡΟΝΟ : ΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ ΒΗΜΑ...

ΟΙ ΖΩΕΣ ΜΑΣ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ, ΤΟΥ παρόντος και του μέλλοντος δεν έχουν γραμμική θέση στον χρόνο, αλλά συμβαίνουν όλες ταυτόχρονα. Επειδή όμως εμείς είμαστε όντα του γραμμικού χρόνου και επειδή βιώνουμε τις ζωές μας με όρους «παρελθόντος», «παρόντος» και «μέλλοντος», νιώθουμε σαν όλες οι ζωές μας  να συμβαίνουν με μια διαδοχή. Θα ήθελα τώρα να ασχοληθώ με το θέμα του χρόνου σε σχέση με τις προηγούμενες ζωές.

Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, γιατί πιστεύω ότι η όλη θεώρηση μας για τον χρόνο θα αλλάξει σύντομα.
Για να σας βοηθήσω να κατανοήσετε αυτή την ιδέα, φανταστείτε μια σφαίρα με πρισματική επιφάνεια, η οποία κρέμεται από την οροφή μιας αίθουσας χορού και αντανακλά το φως παντού τριγύρω. Καθώς η σφαίρα αυτή περιστρέφεται, οι αντανακλάσεις μετακινούνται τριγύρω. Επιλέξτε μια αντανάκλαση και συγκεντρωθείτε σ' αυτήν. Φανταστείτε ότι η συγκεκριμένη αυτή αντανάκλαση στην οποία έχετε επικεντρωθεί είστε εσείς και η τωρινή σας ζωή.
Φαίνεται ότι κινείστε «προς τα εμπρός». Οι σκηνές τριγύρω σας μεταβάλλονται, καθώς εσείς φαίνεστε να «κινείστε στον χρόνο». Μπροστά αλλά και πίσω σας υπάρχουν κι άλλες αντανακλάσεις της πρισματικής σφαίρας. Εκείνες που φαίνονται «πίσω» σας καθώς κινείστε κυκλικά στην αίθουσα είναι οι προηγούμενες ζωές σας. Και είναι «προηγούμενες» γιατί φαίνονται να είναι «πίσω» σας. Εκείνες που «προηγούνται» είναι οι «μελλοντικές» σας ζωές. Φαίνονται κι αυτές ότι «κινούνται στον χρόνο».
Οι αποστάσεις στο ενδιάμεσο των αντανακλάσεων μπροστά σας και εκείνων πίσω σας μοιάζουν να παραμένουν σταθερές - ίσως μισό μέτρο ανάμεσα σε σας και στην πλησιέστερη αντανάκλαση πίσω σας, και εβδομήντα πέντε εκατοστά ανάμεσα σε σας και σ' εκείνες που υπάρχουν μπροστά σας. Με δεδομένο ότι βρίσκεστε μέσα σε μιαν απόλυτα σφαιρική αίθουσα, οι αποστάσεις αυτές θα παραμένουν σταθερές, έστω κι αν η σφαίρα-καθρέφτης θα κινείται. Αυτό ενισχύει την αυταπάτη ότι ο χρόνος είναι απόλυτα σταθερός, επειδή, ανεξάρτητα από το πού έχει ταξιδέψει η αντανάκλαση σας μέσα στην αίθουσα χορού, υπάρχει πάντοτε η απόσταση του μισού μέτρου ανάμεσα σε σας και στην πλησιέστερη αντανάκλαση «πίσω σας», και επίσης εβδομήντα πέντε εκατοστών ανάμεσα σε σας και στην «μπροστινή» σας αντανάκλαση. Αυτό είναι κάτι που μπορεί να μετρηθεί` είναι κάτι σταθερό.
Εξετάζοντας αυτό το παράδειγμα με όρους προηγούμενων και μελλοντικών ζωών, αν τα είκοσι πέντε εκατοστά εξισώνονται με εκατό χρόνια, τότε μεσολαβούν διακόσια χρόνια ανάμεσα στην τωρινή και στην προηγούμενη ζωή σας και τριακόσια χρόνια ανάμεσα στην τωρινή και στη μελλοντική σας ζωή. Αν κινηθείτε  όμως επάνω στην ακτίνα του φωτός προς την πρισματική σφαίρα (που είναι η πηγή της αντανάκλασης σας), τότε οι αποστάσεις ανάμεσα σε σας και στις πλησιέστερες ακτίνες φωτός «μπροστά» και «πίσω» σας αλλάζουν και γίνονται πολύ μικρότερες. Αυτή η αλληγορία δείχνει πώς ελαχιστοποιούνται τα διαχωριστικά όρια ανάμεσα στο παρελθόν, στο παρόν και στο μέλλον. Όσο περισσότερο κινούμαστε συλλογικά προς την Πηγή μας, τόσο περισσότερο αρχίζει να μεταβάλλεται η αντίληψη μας για τον χρόνο και τον χώρο. Όσο περισσότερο πλησιάζετε στην Πηγή, τόσο πιο πολύ θα φαίνεται ότι εξαφανίζονται τα όρια ανάμεσα στο παρελθόν, στο παρόν και στο μέλλον.

Να κι ένας άλλος θεωρητικός τρόπος να αντιληφθείτε τη συρρίκνωση των ορίων του χρόνου. Φανταστείτε πως, αν επρόκειτο να εγκαταλείψετε τη δική σας αντανάκλαση από την πρισματική σφαίρα και να ταξιδέψετε «μπροστά στον χρόνο», τελικά θα κάνατε έναν πλήρη κύκλο και θα φτάνατε σας «προηγούμενες» ζωές σας. Κατά τον ίδιο τρόπο, αν ταξιδεύατε «πίσω στον χρόνο», θα κάνατε έναν πλήρη κύκλο και θα φτάνατε στις «μελλοντικές» σας ζωές.
 Όλες οι αντανακλάσεις επάνω στους τοίχους της αίθουσας του χορού μοιάζουν ξεχωριστές και εξατομικευμένες. Ορισμένες μοιάζουν με μελλοντικές ζωές, άλλες σαν προηγούμενες ζωές και μερικές μπορούν να θεωρηθούν σαν ζωές άλλων ανθρώπων. Αν όμως επρόκειτο να ταξιδέψετε από την ατομική σας αντανάκλαση προς την Πηγή, την πρισματική σφαίρα, θα βλέπατε πως όλες οι ζωές του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος - όλοι οι άνθρωποι και όλα τα πράγματα συνδονούνται από την ίδια Πηγή. Δεν είμαστε ξέχωροι από κάτι, ούτε και απ' αυτό που αποκαλούμε «παρελθόν» και «μέλλον». Όλες οι ζωές συνυπάρχουν και αλληλεξαρτώνται η μία από την άλλη ακριβώς τώρα.
Ο χρόνος δεν είναι κάτι το απόλυτο. Είναι Απεριόριστη Αιωνιότητα που διαιρείται αυθαίρετα σε τμήματα, τα οποία ονομάζονται αιώνες, έτη, μήνες, εβδομάδες, ημέρες, ώρες, δευτερόλεπτα κ.ο.κ. Στο παρελθόν θεωρούσαμε τον χρόνο σαν κάτι το σταθερό και αμετάβλητο. Πιστεύω ότι όσο περισσότερο διερευνάτε τα εσωτερικά σύμπαντα μέσα σας, με τον διαλογισμό ή τις πνευματικές ασκήσεις, τόσο ο χρόνος γίνεται περισσότερο ρευστός. Μπορείτε μάλιστα να αντιληφθείτε την επιτάχυνση ή την επιβράδυνσή του. Ο χρόνος είναι προϊόν της αντιληπτικότητάς σας. Ο μόνος «χρόνος» που όντως υπάρχει είναι εκείνος τον οποίο αντιλαμβάνεστε. Όταν ασχολείστε με κάτι δημιουργικό, ο χρόνος «φεύγει γρήγορα» και η μία ώρα μοιάζει να διαρκεί όσο και ένα ανοιγοκλείσιμο του ματιού.
Αντίθετα, όταν περιμένετε να έρθει ένας φίλος που έχει καθυστερήσει μία ώρα, ο χρόνος μοιάζει να γίνεται αιωνιότητα.
Μπορείτε να επιταχύνετε ή να επιβραδύνετε τον χρόνο υποκειμενικά.
Αυτό είναι κάτι που ονομάζω «υπερχρόνο», μια έκφραση που επινόησα επειδή περιγράφει επακριβώς αυτό το φαινόμενο. Το λεξικό Γουέμπστερ καθορίζει τη λέξη «υπέρ» ως «εκείνο που υπάρχει σε έναν χώρο περισσότερων των τριών διαστάσεων».
Το να περνάς μέσα στον «υπερχρόνο», είναι ουσιαστικά σαν να περνάς στον «χρόνο που υπάρχει πέρα από τις τρεις διαστάσεις». Υπάρχουν δυναμικές τεχνικές αναπνοής οι οποίες διευρύνουν «ακαριαία» την αντιληπτικότητα και οδηγούν στον υπερχρόνο.
Με δεδομένους τους ισχύοντες νόμους οι οποίοι διέπουν τον φυσικό μας κόσμο, θα ήταν αδύνατον να αλλάξουμε τον χρόνο με έναν τέτοιο τρόπο.
Τι γίνεται όμως αν ο χρόνος είναι ουσιαστικά ρευστός; Αν συστέλλεται και διαστέλλεται μέσα σε ένα ρυθμικά παλλόμενο σύμπαν; Αν ο χρόνος είναι μια λειτουργία της αντιληπτικότητάς μας; Φανταστείτε ότι μπορούμε ν' αλλάξουμε δραματικά την αντιληπτικότητά μας και να μπούμε σε μιαν άχρονη πηγή, από την οποία εκπορεύεται κάθε ύπαρξη. Υποθέστε ότι θα μπορούσαμε να ταξιδέψουμε σε βασίλεια χωρίς διαστάσεις, όπου γεννιέται ο χρόνος και ο χώρος. Με βάση αυτές τις υποθέσεις, θα μπορούσαμε στην πραγματικότητα ν' αλλάξουμε τον χρόνο.
Πιστεύω ότι αυτές οι υποθέσεις είναι αληθινές. Πιστεύω ότι ο καθένας και όλοι μαζί είμαστε εκείνοι που αντιλαμβανόμαστε αλλά και καθορίζουμε την έννοια του «χρόνου».
Οι νόμοι της κβαντοφυσικής διευρύνονται ταχύτατα. Αυτές οι αλλαγές αντανακλούν τα παλλόμενα κύματα ενέργειας που υπάρχουν τώρα στον πλανήτη. Παρελθόν, παρόν και μέλλον συντήκονται. Η πραγματικότητα δεν είναι αυτή που φαινόταν να είναι για εκατοντάδες χρόνια στον δυτικό πολιτισμό. (Οι ιθαγενείς πολιτισμοί χρησιμοποιούσαν περισσότερο ευέλικτες, κυκλικές δομές για την περιγραφή του χρόνου απ' ό,τι οι δυτικοί, ευρωκεντρικοί πολιτισμοί.)
Οι  εμπειρίες  στην «άλλη πλευρά» οδηγούν τους αναζητητές σε μιαν αναζήτηση αυτογνωσίας και ανακάλυψης του δρόμου της επιστροφής ξανά στο «σπίτι». Αντιλαμβάνονται διαισθητικά ότι υπήρχε ένας τέτοιος δρόμος, που εξακολουθεί να υπάρχει μέσα στο φυσικό μας σώμα. Γνωρίζουμε διαισθητικά ότι μυριάδες διαστάσεων συνυπάρχουν με τη φυσική διάσταση και ότι το μόνο που χρειαζόμαστε για να τις αντιληφθούμε είναι να εναρμονιστούμε εσωτερικά. Δεν χρειάζεται να πεθάνουμε για να βρεθούμε εκεί. Όπως υπάρχουν πολυάριθμοι ραδιοφωνικοί σταθμοί που κατακλύζουν το σπίτι ή το γραφείο σας, αλλά δεν μπορείτε να τους ακούσετε αν δεν «πιάσετε» στο ραδιόφωνο σας έναν απ' αυτούς, έτσι και το μόνο που χρειάζεται για να αντιληφθείτε αυτές τις διαστάσεις είναι να βρείτε τον εσωτερικό διακόπτη και να προσπαθήσετε να «πιάσετε» τη συχνότητά τους.
Οι περισσότεροι άνθρωποι θεωρούν σαν «ουρανό» το μέρος όπου πηγαίνουν μετά τον θάνατο τους. Ενστικτωδώς, θεωρούμε υποσυνείδητα ότι ο ουρανός βρίσκεται κάπου πάνω από τα σύννεφα. Όμως ο «Ουρανός-Οίκος» δεν βρίσκεται ψηλά στον αιθέρα. Είναι εδώ - και τώρα. Είναι μια διάσταση που συνυπάρχει μέσα στη φυσική μας πραγματικότητα.
Ένας τρόπος με τον οποίο γνωρίζετε ότι βρίσκεστε κοντά σ' αυτή τη διάσταση είναι η συγχρονικότητα - για παράδειγμα, όταν σκέφτεστε κάτι και αυτό συμβαίνει ή όταν χρειάζεστε κάτι και εμφανίζεται ή όταν συλλογιέστε κάποιον κι εκείνος σας τηλεφωνεί. Στην πνευματική διάσταση, δεν μεσολαβεί χρόνος ανάμεσα στη σκέψη και στη δημιουργία. Οι σκέψεις  εκδηλώνονταν ακαριαία. Ένας λοιπόν τρόπος για να διαπιστώσετε ότι έχετε «συγχρονίσει» τους «εσωτερικούς διακόπτες» σας με τον «οίκο» είναι η συγχρονικότητα. Όσο πλησιάζετε σ' εκείνη τη διάσταση, τόσο ταχύτερα εκδηλώνονται οι σκέψεις σας στον φυσικό κόσμο.
Όταν συλλογίζομαι τα γεγονότα προηγούμενων ζωών, την προοπτική των μελλοντικών και τη σημασία του να βρίσκεσαι Εδώ και Τώρα μέσα σε ένα ανθρώπινο σώμα, σκέπτομαι ότι είναι πολύ σημαντικό να ζούμε πλήρως την τωρινή εποχή. Έχω προσέξει πως όταν οι άνθρωποι απελευθερώνονται από μπλοκαρίσματα του παρελθόντος, τόσο μέσω των ονείρων όσο και μέσω αναδρομών, βιώνουν μια επέκταση της ζωτικής τους ενέργειας - του πάθους τους. Οι περισσότεροι θεωρούν ότι το πάθος είναι σεξουαλικής φύσεως`  όμως  το σεξουαλικό πάθος και το πνευματικό πάθος πηγάζουν από την ίδια πηγή - την Πηγή των Πάντων. Σκέφτομαι πως ίσως το πάθος δεν είναι μόνο ένα τελικό αποτέλεσμα της θεραπείας μέσω αναδρομών, αλλά ίσως είναι το πάθος για τη ζωή που μας επιτρέπει να θεραπεύσουμε το παρελθόν και μας εκτοξεύει σε ένα λαμπρό μέλλον.
Δεν υπάρχει κάτι εκεί έξω που να μην είσαστε εσείς. Λόγω του ότι αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα γραμμικά, δεν πιστεύω ότι μπορούμε να το κατανοήσουμε ποτέ αυτό διανοητικά ή με τη συζήτηση, ή ακόμα κι αν γράψουμε σχετικά μ' αυτό με κατανοητό τρόπο. Πιστεύω όμως ότι βαθιά μέσα μας όλοι το γνωρίζουμε. Βαθιά μέσα μας, όλοι το έχουμε βιώσει. Ακόμα και στα πιο ολοκληρωμένα άτομα υπάρχει μια νοσταλγία και μια ανάμνηση εκείνου του απαράμιλλου χώρου της ενότητας.
Το καθένα και όλα μαζί τα μέρη του σύμπαντος είναι στην πραγματικότητα ένα δικό σας κομμάτι. Είστε το πιο εκπληκτικό μίγμα των διαφόρων πραγμάτων που μπορεί κανείς να φανταστεί. Συνήθως ταυτιζόμαστε με το σώμα μας και αισθανόμαστε ξέχωρα απ' όλα τα άλλα μέρη του εαυτού μας. Μερικές φορές ταυτιζόμαστε με τα παιδιά μας ή ακόμα και με τα υπάρχοντά μας (σπεύδει κανείς να μπει σ' ένα κτίριο που καίγεται προκειμένου να σώσει πολύτιμα πράγματα, επειδή εκείνη τη στιγμή ταυτίζεται περισσότερο μ' αυτά παρά με το σώμα του). Στην πραγματικότητα όμως ζείτε μέσα σε έναν θαυμαστό ωκεανό ενέργειας και το κάθε στοιχείο αυτής της ροής είστε εσείς. Θα μπορούσατε να φανταστείτε ότι όλα αυτά τα στοιχεία απαρτίζουν μια γιγάντια ορχήστρα. Όταν εναρμονιστούν τα επιμέρους αυτά στοιχεία, δημιουργείται ένας κραδασμός που αντηχεί σ' ολόκληρο το σύμπαν.
Αυτό εννοούν οι Ινδιάνοι - σαμάνοι όταν λένε πως «σχετίζεσαι» με όλα τα πράγματα. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να τιμάς και να σέβεσαι τη ζωή που ενυπάρχει στα πάντα. Σημαίνει ότι πρέπει να τιμάς τα ζώα και τα φυτά που σου δίνουν ζωή. Σημαίνει ότι πρέπει να τιμάς όλη τη ζωή που σε περιβάλλει. Σημαίνει ότι πρέπει να ακούς, να ακούς ουσιαστικά, και να τιμάς τον πλησίον σου, γιατί αυτός δεν είναι κάτι το ξέχωρο από σένα, είναι εσύ!
Το να βρίσκεσαι σε «σωστή σχέση» με τα πάντα, σημαίνει να ζεις σε αρμονία με όλα τα άλλα μέρη του συλλογικού πνεύματος. Ένας τρόπος να το κάνεις αυτό είναι να κατανοείς, να αποδέχεσαι δίχως όρους και κριτική την πραγματικότητα των άλλων. Σημαίνει επίσης ότι αποδέχεσαι και όλες τις όψεις του εαυτού σου, ιδιαίτερα εκείνες που έχεις κρίνει αρνητικά. Αυτό αφορά και το να αποδέχεσαι τον εαυτό σου και οτιδήποτε μπορεί να υπήρξες στις προηγούμενες ζωές σου. Το να βρίσκεσαι σε «σωστή σχέση» σημαίνει ότι βοηθάς τους άλλους οποτεδήποτε μπορείς, χωρίς προσδοκίες ή προϋποθέσεις, χωρίς να περιμένεις καμιά ανταπόδοση. Σημαίνει ότι δρας με συμπόνια και κατανόηση προς όλα τα άλλα στοιχεία αυτής της ζωτικής δύναμης. Αυτό σημαίνει ότι, ανεξάρτητα με το πού βρίσκεσαι και τι σε περιβάλλει, πρέπει να αποδέχεσαι και να τιμάς τη ζωτική δύναμη που υπάρχει. Να ξέρεις ότι δεν υπάρχει λιγότερη ζωή μέσα στον υπολογιστή σου απ' ό,τι μέσα στην όμορφη μηλιά που μεγαλώνει έξω απ' το παράθυρο σου. Να τιμάς, να αποδέχεσαι και να αγαπάς τη ζωή τριγύρω σου, γιατί αυτή είσαι εσύ σε διαφορετικές μορφές. Οτιδήποτε κρίνεις, σε οδηγεί όλο και περισσότερο στον δρόμο της χωριστικότητας. Οτιδήποτε αγαπάς, επιτρέπει στην ορχήστρα που αποτελούν τα δικά σου τμήματα (που στην ολότητά τους είναι Θεός) να δονούνται και να τραγουδούν με χαρά σ' ολόκληρο το σύμπαν.


 

Δημοφιλείς αναρτήσεις