Κυριακή 28 Οκτωβρίου 2012

Τα σωστά παπούτσια...


 Τα σωστά παπούτσια για την αποφυγή μυοσκελετικών παθήσεων

Τα σωστά παπούτσια για την αποφυγή μυοσκελετικών παθήσεων

Η επιλογή κατάλληλου υποδήματος, δε θα πρέπει να στηρίζεται μόνο στο προσωπικό γούστο ή το στυλ που επιτάσσει η μόδα, έτσι ώστε να αποφύγουμε διαταραχές στο μυοσκελετικό μας σύστημα.

■ Το υλικό του υποδήματος είναι σημαντικό, να είναι καλής ποιότητας, μαλακό, να επιτρέπει στο πόδι να αναπνέει και να προστατεύει από κρύο, υγρασία, ή ανωμαλίες του εδάφους.

■ Η σόλα να είναι ευλύγιστη ώστε να επιτρέπει την άνετη έκταση των δακτύλων κατά τη βάδιση. Ταυτόχρονα να είναι ικανή να απορροφά τους κραδασμούς από το έδαφος.

■ Προσέξτε το ύψος του τακουνιού να κυμαίνεται μεταξύ 3-5 εκατοστών. Στα υποδήματα με μεγαλύτερο τακούνι υπάρχει κίνδυνος σχηματισμού βλαισού δακτύλου, και τραυματισμού της σπονδυλικής στήλης από τις βιομηχανικές ανισορροπίες που δημιουργούνται.

■ Αποφύγετε τα υποδήματα με στενό ψίδι (μπροστινή άκρη). Τα συγκεκριμένα υποδήματα είναι από τα πιο επικίνδυνα, αφού αναγκάζονται τα δάκτυλα να τοποθετούνται το ένα πάνω στο άλλο, και να έχουμε αρθρικές αλλοιώσεις.

■ Αν παρόλα αυτά επιμένετε σε υπόδημα με στενό ψίδι, φροντίστε να προεξέχει από το μπροστινό τμήμα του ποδιού για να προλάβετε τυχόν παρεκκλίσεις των δακτύλων.

■ Φροντίστε να εφαρμόζει καλά στο πόδι σας, και να δένει μαζί του, μεταξύ πτέρνας και κουντεπιέ.

■ Όσο για το μέγεθος του υποδήματος που θα διαλέξετε, προσέξτε να είναι 0.5 εκατοστό πιο μακρύ από το πόδι, με δεδομένο ότι αφήνουμε ένα περιθώριο στο πόδι να μετατοπίζεται ελάχιστα κατά τη βάδιση.

■ Πριν αγοράσετε το υπόδημα είναι χρήσιμο να το δοκιμάσετε και να κάνετε μερικά βήματα, για να δείτε πως προσαρμόζεται το πόδι κατά τη βάδιση.

■ Μη διστάσετε να επιλέξετε ένα υπόδημα που έχει λίγο αυξημένη τιμή λόγω της ποιότητας του, αφού πρόκειται για το καλό της υγεία σας.

ΤΟ ΜΠΑΚΛΑΒΑΔΑΚΙ ΤΗΣ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ της Ρένας Πετροπούλου Κουντούρη * .

πηγή http://www.onestory.gr/post/34090933520

ΤΟ ΜΠΑΚΛΑΒΑΔΑΚΙ ΤΗΣ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ

Μάνα, δε σου ’πρεπε “φυγή”…
(αληθινή ιστορία)
της Ρένας Πετροπούλου Κουντούρη *
.
Την έβαλαν μέσα Πέμπτη βράδυ στις οχτώ, Αύγουστο μήνα, θεριστή καρπών μα και ψυχών τις περισσότερες χρονιές. Βαρύ έμφραγμα του μυοκαρδίου η διάγνωση, ζήτημα ήταν αν θα ’βγαζε τη νύχτα. Ξενύχτησα με τον αδερφό μου έξω απ’ την πόρτα της εντατικής, με την καρδιά μολύβι. Εκείνος δε μιλούσε, μόνο τα μάτια του τρέχανε σαν του μωρού, δυο μέτρα άντρας. Κάπνιζε συνέχεια, φουγάρο σκέτο, κοντά τέσσερα πακέτα έκανε μέχρι το πρωί. Μάνα ήταν αυτή. Μανούλα γλυκιά, η Μαιρούλα μας. 
Τα χείλη μου στιγμή δε σταμάτησαν να ψιθυρίζουν προσευχές, όλους τους αγίους πάνω της τους μάζεψα, να μου την προσέχουν. 
«Δεν ξέρουμε τίποτα αν δεν περάσουν σαράντα οκτώ ώρες, εμείς κάνουμε ό,τι μπορούμε, διατρέχει πάντως σοβαρό κίνδυνο…» 
Η ετυμηγορία των γιατρών, δρεπάνι γκιλοτίνας κοφτερό, κρεμόταν ήδη πάνω απ’ τα κεφάλια μας. Πιότερο πάνω απ’ το δικό της το κεφάλι.
Φοβόταν η μάνα μας. «Μη μ’ αφήνετε εδώ μονάχη, ανταριάζομαι με τα τόσα φώτα, τόσα καλώδια, τι θα μου κάνουν; Πάρτε με από δω, σας ξορκίζω. Εγώ καλά είμαι.»
Έτρεμε σαν μου ’σφιγγε το χέρι. Το ίδιο έκανε και μες στο ασθενοφόρο, όταν τη φέρναμε στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο της πόλης απ’ το εξοχικό μας, ίσα που πρόλαβα να ρίξω ένα ρούχο πάνω μου, από μέσα φορούσα ακόμα βρεγμένο το μαγιό. Στιγμή δεν τ’ άφησε, βαριανάσαινε, «δεν είναι βάρος τούτο το πράμα δω στο στήθος μου, ταφόπλακα είναι… προσευχήσου, παιδί μου, για μένα, να τώρα περνάμε έξω απ’ τον Εσταυρωμένο, μεγάλη η χάρη Του, θέλω να προλάβω να δω τις κόρες σου νύφες…»
«Μη λες τέτοια, μανούλα, θα προλάβεις, όλα θα τα προλάβεις, είσαι νέα ακόμα, να δεις που θα καμαρώσεις και δισέγγονα» της έδινα κουράγιο, η καρδιά μου όμως το ’ξερε, εγώ φοβόμουν πιο πολύ από κείνη, μα προσπαθούσα να μην το δείχνω. Έτρεμα να μη μου μείνει στα χέρια, καθώς δεν υπήρχε δεύτερος γιατρός στο μικρό ιδιωτικό ιατρείο για να τη συνοδεύσει στην πόλη, περίμεναν κι άλλα επείγοντα περιστατικά να αντιμετωπιστούν, ούτε καν οξυγόνο δεν είχε μέσα το ασθενοφόρο, τον οδηγό μονάχα, ένα παλικαράκι καμιά εικοσαριά χρονώ, που έτρεχε αφηνιασμένα, παίρνοντας τις στροφές στους δυο τροχούς, με τη σειρήνα του ασθενοφόρου να ουρλιάζει κι εκείνον να ρωτάει κάθε λίγο: 
«Καλά είσαι, θεία; Κουράγιο, να, σε λίγο φτάνουμε. Περδίκι θα σε κάνουνε στο νοσοκομείο, θεία, περδίκι…»
Έπεψε ο Θεός, που λέμε εδώ στην Κρήτη, και ξημέρωσε τη μέρα. Η κατάσταση της μάνας μας απελπιστικά σταθερή. Τίποτα δεν είχε αλλάξει.
Ήρθε η ώρα του επισκεπτηρίου. Το ωράριο τηρούνταν με θρησκευτική ευλάβεια, οι κανόνες αυστηροί. Τέσσερις με έξι το απόγευμα έμπαινε ένας-ένας, ντυμένος με την πράσινη στολή που υποχρεωτικά ενδύεσαι στην εντατική, σκούφο, μπλούζα, κάλυμμα στα παπούτσια, τα μικρόβια παραμόνευαν κι οι έξω –υποτίθεται– τα μετέφεραν. Αν όμως γνώριζες καλά τα πράγματα εκεί μέσα, ήξερες πως τα πιο δυνατά μικρόβια, τα μικρόβια-δολοφόνοι, ήταν τα ενδονοσοκομειακά.
Η είσοδός μας στον καταθλιπτικό και αποστειρωμένο εκείνο χώρο, αξέχαστη. Οι ασθενείς αδύναμοι, συνδεδεμένοι με πολύχρωμα καλώδια σαν αλλόκοτοι αστροναύτες, χλομοί, ταλαιπωρημένοι, με τον ιδρώτα σε κόμπους ν’ αναβλύζει, περίμεναν με αγωνία την επαφή με τον έξω κόσμο.
Και τίποτα να μη σπιλώνει τη φρεσκοβαμμένη αγνότητα των τοίχων… Ούτε τα μόρια της σκόνης που χορεύουν στο φως. Ούτε ένα παράθυρο ανοιχτό, έτσι για να κάνουν πως γλιστράνε μέσα οι ήχοι της πόλης. Μόνο ζέστη, πολλή ζέστη…
Περίμενε η Μαιρούλα υπομονετικά να μπούμε, τυλιγμένη σ’ ένα σεντόνι, πνιγμένη στα καλώδια, με την αγωνία σκαλωμένη στα σβησμένα της μάτια –της τα ’χε ρημάξει το ζάχαρο τα τελευταία χρόνια– τώρα έβλεπε μόνο σκιές. Ο γιατρός δίπλα της αυστηρός: 
«Όχι συγκινήσεις έντονες, συνεχίζονται οι αρρυθμίες.» Της έσκαγε όμως πότε πότε και κάποιο χαμόγελο. «Όλα θα πάνε καλά, κυρία Μαίρη. Τα δύσκολα περάσανε.» 
Η οθόνη όμως, που μετρούσε τους παλμούς της καρδιάς της, έστελνε πράσινα κύματα στη μαύρη οθόνη θάλασσα, σαν ακανόνιστες τεθλασμένες γραμμές. Δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου απ’ αυτά τα καταραμένα τα κύματα. Την ίδια νύχτα τα ονειρεύτηκα. Πάλευα μέσα τους κι εκείνα τυλίγονταν στο λαιμό μου σαν σχοινιά, έτοιμα να με πνίξουν.
Χάιδεψα τη μανούλα μου, της έδωσα νερό, κουράγιο… της είπα τα νέα μας. Ήθελε όλα να τα μάθει. Τι κάνει ο άντρας μου, τα παιδιά, ο μπαμπάς, ο αδερφός μου, η νύφη της, ο εγγονός της ο Σταυρούλης, δυο χρονώ μωρό, η αδυναμία της.
Στο τέλος ρώτησε τι μου είπαν οι γιατροί.
«Την αλήθεια, παιδί μου, θέλω. Θα ζήσω;» 
Έκανα προσπάθεια να χαμογελάσω. 
«Μα τι είναι αυτά που λες; Δεν είπαμε πως όλα θα πάνε καλά;»
«Καλά, ας το πιστέψω. Θέλω τόσο να το πιστέψω. Να ’ρχεστε κάθε μέρα. Δεν μπορώ εδώ μέσα μόνη μου.» Και να μη μου αφήνει το χέρι. 
Μετά από τόσα χρόνια που έχει “φύγει”, νιώθω ακόμα τη ζεστασιά εκείνης της παλάμης, τον παλμό του σφυγμού της, η αγάπη της χύνεται πάνω μου με τους κουβάδες του ήλιου…
Γιόρταζε σε τρεις μέρες. Δεκαπενταύγουστος. Δεν είχα το κουράγιο να της φτιάξω το γλυκό που εκείνη έφτιαχνε κάθε χρόνο στη γιορτή της. Μια τούρτα με παντεσπάνι, κρέμα, ζελέ πορτοκάλι, μπανάνες και ροδάκινα. “Τούρτα Λιλίκας” έγραφε με τα κομψά της καλλιγραφικά γράμματα στο μπλε τετράδιο των συνταγών της, που μοσχοβολούσε βανίλια. Δεν υπήρχε δεύτερη νοικοκυρά σαν τη Μαιρούλα. Στην κουζίνα μου, συγκέντρωσα τα υλικά για να το φτιάξω, άνοιξα το τετράδιο σ’ εκείνη τη σελίδα. Το ξανάκλεισα. Είχε βραχεί η σελίδα με δάκρυα… Πήγα κι αγόρασα μπακλαβαδάκια. Κι αυτά της άρεσαν. Θα κερνούσα τους γιατρούς, τις νοσοκόμες, τους ασθενείς. Σαν να ’χαν έρθει επίσκεψη στο σπίτι μας τη μέρα της γιορτής της θα ’τανε. Για τα χρόνια πολλά…
Πριν φύγω, ήρθε η θεία Χρυσούλα. Κουνιάδα της αγαπημένη, μα πιο πολύ φίλη της. Μαράζωσε σαν πέθανε εκείνη. Ήταν συνομήλικες. Κρατούσε στα χέρια της ένα ταπεράκι. 
«Αυτό να το κρατάς στη Μαιρούλα. Και χρόνια πολλά να της πεις από μένα. Του χρόνου θα τα γιορτάσουμε μαζί.» 
Άνοιξα το μικρό κουτί. Η θεία τής είχε φτιάξει την τούρτα “Λιλίκας”. Είχε κόψει δυο μικρά κομμάτια και τα είχε βάλει μέσα. Έκλαψα μ’ αυτή της την κίνηση. Ακόμα κλαίω σαν θυμάμαι εκείνη της τη χειρονομία…
Η εντατική αντιλαλούσε από γέλια σήμερα. Η Μαιρούλα είχε κέφια, είχε διαφύγει τον κίνδυνο, αύριο θα την έβγαζαν. Το κέφι της είχε βάψει τα μάγουλα κόκκινα, γελούσε και διηγιόταν στους ασθενείς ανέκδοτα. Δίπλα της ακριβώς είχαν φέρει μία πολύ ζωντανή γυναίκα. Δεν καθόταν ήσυχη, στριφογύριζε συνεχώς, ήταν νευρική αλλά δε φαινόταν καθόλου άρρωστη. Απορούσες γιατί την είχαν βάλει εκεί.
Όταν μπήκα μέσα με τα γλυκά, εκείνη ξεκαρδιζόταν στα γέλια. 
«Ήσυχα, κυρία Δέσποινα. Ηρεμήστε. Έχετε υψηλή πίεση, δεν κάνει…» προσπαθούσε να την ηρεμήσει μια νοσοκόμα. 
Δεν είχε επισκεπτήριο εκείνη. Μόλις με είδε να μπαίνω και να φιλώ τη μάνα μου, μελαγχόλησε.
«Κι εγώ γιορτάζω, μα δεν ήρθε να με δει κανείς… Τυχερή είσαι συ, κυρά Μαίρη, έχεις καλά παιδιά.» 
Χάρηκε η Μαιρούλα με τις λιχουδιές. Μα δεν άγγιξε τίποτα. Ο γιατρός της επέτρεψε μια κουταλιά τούρτα επειδή γιόρταζε κι ήταν σήμερα πολύ καλύτερα. Μόνο μια μικρή κουταλιά. Δεν έφαγε. 
«Καλύτερα να κρατήσω την όρεξή μου για του χρόνου. Εσύ κέρασε στο μεταξύ για τη γιορτή μου.» 
Όλα τα μετέτρεπε η Μαιρούλα σε γιορτή Ακόμα και το θάνατο που δοκίμαζε τις φτερούγες του έξω απ’ τα ψηλά παράθυρα.
Άνοιξα το κουτί και τους κέρασα όλους. Οι ευχές έπεσαν βροχή, πρώτη φορά ένιωσα την πραγματική έννοια τού “χρόνια πολλά, και του χρόνου…” Για τους περισσότερους εκεί μέσα ήταν μια ευχή ουτοπία ή ίσως η ευχή που ξορκίζει το Χάρο. Για τη Μαιρούλα, εκείνο το “και του χρόνου” δεν έφτασε ποτέ…
Πλησίασα την κυρία Δέσποινα. Της έτεινα το κουτί με τα μπακλαβαδάκια. Χαμογέλασε και τα σάλια της έτρεξαν σαν πήρε με λαχτάρα ένα κι ετοιμάστηκε να το καταβροχθίσει με βουλιμία. Πρόφτασε και πετάχτηκε σαν σφήνα μπροστά μια νοσοκόμα με σακατεμένο από τα σημάδια της ακμής πρόσωπο. 
«Μη, όχι, κυρία Δέσποινα. Δεν κάνει να το φας. Το ζάχαρό σου είναι στα ύψη!»
Ταραγμένη ανάσαινε η νοσοκόμα. Προσπάθησε να της το πάρει από το χέρι. Η κυρα-Δέσποινα δεν το άφηνε. Τα σιρόπια άρχισαν να στάζουν στο σεντόνι.
«Άφησέ με να το φάω, σε παρακαλώ. Κι εγώ γιορτάζω. Και δεν ήρθε κανείς. Θέλω να φάω ένα μπακλαβαδάκι. Το στόμα μου είναι πικρό…» ικέτευε, τα μάτια της άρχισαν να τρέχουν. 
«Δεν μπορώ να σας αφήσω. Έχω ευθύνη. Αν συμβεί κάτι… Καταλάβετέ με…» Τώρα την ικέτευε η νοσοκόμα.
«Καλά, φά’ το εσύ αντί για μένα, αλλά να ξέρεις, αυτό δε θα το ξεχάσω. Δε θα το ξεχάσω ποτέ. Τι ζήτησα η δόλια; Ένα μπακλαβαδάκι, ένα τόσο δα μπακλαβαδάκι που θα μου γλύκαινε τον πόνο. Μπορεί και να πεθάνω, βρε, και θα το ’χεις κρίμα στο λαιμό σου. Πού να ξέρεις εσύ τι σηκώνω εδώ μέσα…» είπε κι έδειξε την καρδιά της. Ύστερα λούφαξε στο κρεβάτι της γυρνώντας μας την πλάτη. Δεν ξαναμίλησε.
Μαύρισε η ψυχή όλων στον παγερό χώρο. Απότομα η χαρούμενη ατμόσφαιρα βάρυνε ασήκωτα.
Την άλλη μέρα, μας ειδοποίησαν ότι η Μαιρούλα θα έβγαινε από την εντατική και θα μεταφερόταν στην Καρδιολογική. Πετάξαμε από τη χαρά μας. Όταν πήγαμε ξανά την ώρα του επισκεπτηρίου, βρήκαμε τη μάνα μας δακρυσμένη, σιωπηλή. 
«Μαμά, τι έχεις; Θα βγεις σήμερα. Οι γιατροί λένε πως είσαι καλύτερα, δε χαίρεσαι;»
Χωρίς να μου απαντήσει, μου έδειξε με το δεξί της χέρι το διπλανό κρεβάτι. Ήταν άδειο.
«Την πήραν την κυρία Δέσποινα; Τη μετέφεραν κι αυτή στην Καρδιολογική;» τη ρώτησα με απορία. 
Δε μου απάντησε η μάνα μου, αλλά η χθεσινή κοπέλα, η νοσοκόμα. Είχε πιάσει βάρδια πριν από λίγο. Φορούσε το σκούφο, τη στολή, αλλά κρατούσε αγκαλιά το κουτί με τα χθεσινά μπακλαβαδάκια, που είχα αφήσει για να κεραστούν κι οι υπόλοιποι νοσηλευτές. Το ’χε ανοίξει κι έτρωγε τα γλυκά με μανία, δυο-δυο τα κατέβαζε. Τα μάτια της ήταν ολοκόκκινα, σφούγγιζε τη μύτη της μ’ ένα χαρτομάντιλο. Έκλαιγε κι έτρωγε. Χωρίς όρεξη. Ήταν ολοφάνερο ότι δυσκολευόταν να καταπιεί, της ερχόταν τάση για εμετό, όμως με πείσμα συνέχιζε. Πηχτά ρυάκια από σιρόπι έσταζαν απ’ το πιγούνι της πάνω στη στολή. Μπουκωμένη καθώς ήταν, πήγε να μου μιλήσει. Κόντεψε να πνιγεί. Για μια στιγμή παραξενεύτηκα. Αηδίασα. Όμως…
«Δεν μπορώ να το πιστέψω. Τώρα μόλις το έμαθα. Η κυρία Δέσποινα… πέθανε πριν από μια ώρα… Άλλος την πήρε… άλλος.»
.
Η Ρένα Πετροπούλου Κουντούρη γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης. Είναι καθηγήτρια Σχεδίου Μόδας με μεταπτυχιακές σπουδές στο Παρίσι. Από το 2001 και μετά έχουν εκδοθεί 12 βιβλία της (ποιητικές συλλογές, μυθιστορήματα, διηγήματα, άρθρα, βιβλιοκριτικές, παιδικά βιβλία (απόσπασμα βιβλίου της διδάσκεται στην Ε’ Δημοτικού) και παιδικό θέατρο). Είναι συντονίστρια του “Λογοτεχνικού κύκλου Ηρακλείου”. Τηλεόραση, ραδιόφωνο, βιβλιοπαρουσιάσεις Ελλήνων και Ξένων Λογοτεχνών και συνεχείς επισκέψεις σε σχολεία συγκαταλέγονται στο ενεργητικό της. Σύντομα αναμένεται να κυκλοφορήσουν δυο νέες ποιητικές της συλλογές “Τα νεαρά ποιήματα” και “Τα χα’ι’κού μιας μέρας και μιας νύχτας”’ από τις Εκδόσεις Γαβριηλίδη.

Διεθνής Ημέρα Κινουμένου Σχεδίου 28 Οκτωβρίου

http://www.zougla.gr/

Διεθνής Ημέρα Κινουμένου Σχεδίου

Πρώτη καταχώρηση: Κυριακή, 28 Οκτωβρίου 2012, 03:15
Ads by Google
Δούλεψε στα ΦωτοβολταϊκάΣε εκπαιδεύουμε για να εργαστείς ως τεχνικός Φωτοβολταϊκών!
www.SolarEnergyCourses.com
Η Διεθνής Ημέρα Κινουμένου Σχεδίου γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 28 Οκτωβρίου, για να φέρει στο προσκήνιο το έργο των ανθρώπων της ένατης τέχνης.

Η 28η Οκτωβρίου 1892 θεωρείται σημαδιακή ημερομηνία για το είδος, επειδή στο Παρίσι προβλήθηκε η δεκαπεντάλεπτη ταινία του Εμίλ Ρενό «Ο φτωχός κλόουν», που θεωρείται η πρώτη ταινία κινουμένων σχεδίων.

Καθιερώθηκε το 2002 με πρωτοβουλία της Διεθνούς Ένωσης Δημιουργών Κινουμένου Σχεδίου (ASIFA), μιας οργάνωσης εταίρου της UNESCO.

Επιμέλεια: Μίτση Σκέντζου
Τελευταία ενημέρωση: Κυριακή, 28 Οκτωβρίου 2012, 03:50


Greenpeace: εξασφάλιση τροφίμων σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο κλίμα



[Υγεία ] Greenpeace,[ygeia ] GreenpeaceGreenpeace: εξασφάλιση τροφίμων σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο κλίμα
Σε ένα συνεχώς και απρόβλεπτα μεταβαλλόμενο κλίμα, οι σοδειές εξαφανίζονται και οι τιμές των τροφίμων ολοένα αυξάνονται, εις βάρος των φτωχότερων ανθρώπων. Η Ελλάδα μάλιστα, κατέχει την πρώτη θέση στη λίστα ακρίβειας της Eurostat για βασικά προϊόντα διατροφής, όπως το γάλα, τα αυγά, το γιαούρτι και το βούτυρο, αφού την τελευταία διετία έχουν σημειωθεί αυξήσεις έως και 27,6% σε βασικά προϊόντα.

✔ Η εξασφάλιση τροφίμων σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο κλίμα

Οι μεταπτώσεις της θερμοκρασίας και οι απρόβλεπτες βροχοπτώσεις, σε συνδυασμό με τα πιο ακραία καιρικά φαινόμενα, απειλούν την παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια. Τα παγκόσμια αποθέματα των βασικών ειδών διατροφής προβλέπονται να πέσουν σε επικίνδυνα χαμηλά επίπεδα τον επόμενο χρόνο, λόγω της καταστροφικής ξηρασίας που έπληξε τις ΗΠΑ, τη Ρωσία, την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας και την Αυστραλία, αλλά και των έντονων βροχοπτώσεων που κατέστρεψαν το σιτάρι, το καλαμπόκι αλλά και τη συγκομιδή του μήλου, σε τμήματα της Βόρειας Ευρώπης.

✔ Ένα αποτυχημένο μοντέλο

Σήμερα, ένα μεγάλο μέρος της παραγωγής τροφίμων στον κόσμο βασίζεται στους μεταλλαγμένους σπόρους που ελέγχονται μονοπωλιακά από μία χούφτα βιομηχανίες. Αυτοί οι πολυεθνικοί κολοσσοί ασκούν ασφυκτική πίεση στην παγκόσμια αγορά σπόρων και αγροχημικών και «σπρώχνουν» τους μεταλλαγμένους σπόρους ως τη λύση στο πρόβλημα σίτισης του κόσμου.

✔ Στη χώρα μας, τα μεταλλαγμένα εισβάλουν κυρίως μέσα από τις εισαγωγές ζωοτροφών.

Μόνο το 2011, η χώρα μας εισήγαγε 400.000 τόνους μεταλλαγμένης σόγιας που προορίζονταν για ζωοτροφή στα ζώα που παράγουν βασικά προϊόντα της διατροφής μας, όπως το γάλα, τα αυγά και το κρέας! Οι εισαγωγές ζωοτροφών εν μέσω οικονομικής κρίσης, είναι μία παράλογη και καταστροφική σπατάλη.

✔ Στη χώρα μας, η λύση βρίσκεται στο κουκί και στο ρεβίθι

Η λύση που ακυρώνει τη χρήση εισαγόμενης μεταλλαγμένης σόγιας στις ζωοτροφές, είναι η καλλιέργεια ελληνικών, καθαρών ζωοτροφών. Τα παραδοσιακά κτηνοτροφικά φυτά, όπως το κουκί, το ρεβίθι, το λούπινο, το μπιζέλι, έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες και μπορούν κάλλιστα να αντικαταστήσουν την εισαγόμενη, μεταλλαγμένη σόγια που χρησιμοποιείται αυτή τη στιγμή στις ζωοτροφές. Η χρήση τους στην κτηνοτροφία θα δώσει ανάπτυξη και δουλειές στην περιφέρεια και την ύπαιθρο, θα στηρίξει την τοπική αγροτική παραγωγή και θα ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών ζωικών προϊόντων.

✔ Από την παράνοια στη λογική

Ο χρόνος πιέζει! Σε μια περίοδο βαθιάς οικονομικής κρίσης, αλλά και σοβαρού επισιτιστικού κινδύνου, η Ελλάδα μπορεί να ξαναγίνει παραγωγική χώρα και μάλιστα με βιώσιμο τρόπο. Με καλλιέργεια και παραγωγή ντόπιων ποικιλιών για τις ανάγκες της ελληνικής κτηνοτροφίας, που απαιτούν λιγότερο νερό, φυτοφάρμακα και λιπάσματα. Για αυτό και οι εταιρείες παραγωγής ζωικών προϊόντων οφείλουν να κινητοποιηθούν αμέσως και να επενδύσουν σε ελληνικές ζωοτροφές εδώ και τώρα! Αυτό θα εξασφαλίσει πραγματικά 100% ελληνικά ζωικά προϊόντα, χωρίς μεταλλαγμένα, όπως πολλές από αυτές σπεύδουν να αναγράψουν και στις συσκευασίες τους.
Greenpeace econews.gr

Παγκόσμια Ημέρα Δωρεάς Οργάνων Σώματος και Μεταμοσχεύσεων 28/10

http://www.zougla.gr/

Παγκόσμια Ημέρα Δωρεάς Οργάνων Σώματος και Μεταμοσχεύσεων

Πρώτη καταχώρηση: Κυριακή, 28 Οκτωβρίου 2012, 01:10
Ads by Google
Νοσηλεία στο ΕξωτερικόΝοσοκομεία Ευρώπης-Αμερικής Δεύτερη Γνώμη-Θεραπεία-Αποκατάσταση
www.carelifehellas.gr

Η Παγκόσμια Ημέρα Δωρεάς Οργάνων Σώματος και Μεταμοσχεύσεων καθιερώθηκε το 2005 από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και γιορτάζεται κάθε Οκτώβριο (το 2007 στις 28 Οκτωβρίου), με σκοπό να ενημερώσει και να ευαισθητοποιήσει την παγκόσμια κοινή γνώμη για την αξία της δωρεάς οργάνων σώματος, που μέσω της μεταμόσχευσης χαρίζουν το πολύτιμο δώρο της ζωής σε πάσχοντες συνανθρώπους μας.

Εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο έχουν ευεργετηθεί από μια επιτυχημένη μεταμόσχευση και εκατομμύρια ακόμη περιμένουν τη σωτηρία. Το μεγάλο και δυσεπίλυτο πρόβλημα σε παγκόσμιο επίπεδο παραμένει το αυξανόμενο χάσμα μεταξύ των διαθέσιμων οργάνων προς μεταμόσχευση και του αριθμού των ασθενών στις λίστες αναμονής. Μόνο στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, 3.000 άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο, περιμένοντας το μόσχευμα που θα τους χαρίσει τη ζωή.


Στη χώρα μας, η κατάσταση είναι απελπιστική. Σύμφωνα με στοιχεία του Εθνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων (2001),που είναι ο αρμόδιος φορέας στην Ελλάδα, η αναλογία του αριθμού μεταμοσχεύσεων από πτωματικούς δότες ανά εκατομμύριο πληθυσμού στην Ελλάδα ήταν 2,9 , τη στιγμή που στην Ισπανία ήταν 32,5 , στην Πορτογαλία 20,2 , στην Αυστρία 23,7 και το Βέλγιο 21,6.


Αυτό οφείλεται κατά κύριο λόγο στην απροθυμία των συγγενών να συναινέσουν στη δωρεά οργάνων προσφιλών τους προσώπων που χάθηκαν. Οι αιτίες της απροθυμίας αυτής είναι, σίγουρα, πολλές, αλλά οι σημαντικότερες πρέπει να αναζητηθούν:


Στην ελλιπή και πολλές φορές εσφαλμένη ενημέρωση ή παραπληροφόρηση του πληθυσμού, που συχνά πέφτει θύμα διογκωμένης φημολογίας.


Στην έλλειψη εμπιστοσύνης σε φορείς και γιατρούς και στο φόβο για εμπόριο οργάνων.

Στις διάφορες προλήψεις και προκαταλήψεις που συνοδεύουν το τέλος της ζωής.

Eπιμέλεια: Μίτση Σκέντζου
Τελευταία ενημέρωση: Κυριακή, 28 Οκτωβρίου 2012, 01:14

Γυναίκες Ηπειρώτισσες


ΑΦΙΣΑ ΤΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗ Κ.ΓΡΑΜΜΑΤΟΠΟΥΛΟΥ "ΗΡΩΪΔΕΣ"
 
ΠΥΘΑΓΟΡΑΣ -ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΗΠΕΙΡΩΤΙΣΣΕΣ 

 
Γυναίκες Ηπειρώτισσες


Μέσα στο χιόνι πάνε
κι οβίδες κουβαλάνε
θεέ μου τί τις πότισες
και δεν αγκομαχάνε

Γυναίκες Ηπειρώτισσες
ξαφνιάσματα της φύσης
εχθρέ γιατί δε ρώτησες
ποιον πας να κατακτήσεις
Γιαννιώτισσες Σουλιώτισσες
ξαφνιάσματα της φύσης
εχθρέ γιατί δε ρώτησες
ποιον πας να κατακτήσεις

Γυναίκες απ' τα σύνορα
κόρες γριές κυράδες
φωτιά μες τους βοριάδες
εσείς θα είστε σίγουρα
της λευτεριάς μανάδες

 
Γυναίκες Ηπειρώτισσες
ξαφνιάσματα της φύσης
εχθρέ γιατί δε ρώτησες
ποιον πας να κατακτήσεις

Γιαννιώτισσες Σουλιώτισσες
ξαφνιάσματα της φύσης
εχθρέ γιατί δε ρώτησες
ποιον πας να κατακτήσεις

Το χρώμα του φεγγαριού Αλκυόνη Παπαδάκη



Το χρώμα του φεγγαριού Αλκυόνη Παπαδάκη


Τα χρώματα


-- Τι χρώμα έχει η λύπη; Ρώτησε το αστέρι την κερασιά και παραπάτησε στο ξέφτι κάποιου σύννεφου που περνούσε βιαστικά. Δεν άκουσες; Σε ρώτησα, τι χρώμα έχει η λύπη;


-- Έχει το χρώμα που παίρνει η θάλασσα την ώρα που γέρνει ο ήλιος στη αγκαλιά της. Ένα βαθύ άγριο μπλε.


-- Τι χρώμα έχουν τα όνειρα;



-- Τα όνειρα; Τα όνειρα έχουν το χρώμα του δειλινού.

-- Τί χρώμα έχει η χαρά;

-- Το χρώμα του μεσημεριού αστεράκι μου.

-- Και η μοναξιά;

-- Η μοναξιά έχει χρώμα μενεξελί.

-- Τι όμορφα που είναι τα χρώματα! Θα σου χαρίσω ένα ουράνιο τόξο, να το ρίχνεις επάνω σου όταν κρυώνεις.

-- Το αστέρι έκλεισε τα μάτια του και ακούμπησε στο φράκτη. Έμεινε κάμποσο εκεί και ξεκουράστηκε.

-- Και η αγάπη; Ξέχασα να σε ρωτήσω, τι χρώμα έχει η αγάπη;

-- ...Το χρώμα που έχουν τα μάτια του Θεού, απάντησε το δέντρο.

-- Τι χρώμα έχει ο έρωτας;

-- Ο έρωτας έχει το χρώμα του φεγγαριού, όταν είναι πανσέληνος.

-- Έτσι ε; Ο έρωτας έχει το χρώμα του φεγγαριού, είπε το αστέρι... Κοίταξε μακριά στο κενό... Και δάκρυσε ...

Χειμωνιάτικος μουσακάς με κρούστα γιαουρτιού

Χειμωνιάτικος Μουσακάς Με Κρούστα Γιαουρτιού

 Χειμωνιάτικος μουσακάς με κρούστα γιαουρτιού

• 10 μεγάλα πράσα
• 600 γραμμ. κιμάς μοσχαρίσιος
• 3 κ.σ. ελαιόλαδο


• 1 κρεμμύδι ψιλοκομμένο
• 1 σκελίδα σκόρδο ολόκληρη
• 1 κ.σ. πελτέ
• 1/2 φλ. τσαγιού λευκό ξηρό κρασί
• αλάτι
• φρεσκοτριμμένο πιπέρι
• 2 κ.σ. φρυγανιά

Για τη κρούστα γιαουρτιού:
• 1 κεσεδάκι γιαούρτι
• 2 αυγά
• 1/2 φλ. τσαγιού κεφαλοτύρι


Καθαρίζουμε τα πράσα (κρατάμε το άσπρο μέρος), τα κόβουμε σε χοντρά κομμάτια και τα ζεματάμε για λίγα λεπτά σε νερό που βράζει.

Τα στραγγίζουμε καλά. Τα κόβουμε κατά μήκος σαν βαρκούλες.

Για τον κιμά: Ροδίζουμε τον κιμά στο ελαιόλαδο γύρω γύρω. Προσθέτουμε το κρεμμύδι να μαραθεί για 2’-3’ και ολόκληρο το σκόρδο. Προσθέτουμε τον πελτέ και ανακατεύουμε καλά. Σβήνουμε με το κρασί. Σιγοβράζουμε να πιει τα υγρά του για 15’ και αλατοπιπερώνουμε.

Σε λαδωμένο πυρίμαχο σκεύος πασπαλίζουμε τη φρυγανιά. Αραδιάζουμε μια στρώση πράσα κοντά κοντά το ένα με το άλλο. Απλώνουμε σε μια στρώση όλο τον κιμά. Καλύπτουμε σε μια στρώση με τα υπόλοιπα πράσα.

Ψήνουμε για περίπου 45’ στους 180 C μέχρι να ροδίσουν τα πράσα. Τότε χτυπάμε σε μπολ τα αυγά με το γιαούρτι και το τυρί και περιχύνουμε το ταψί. Ξαναψήνουμε μέχρι να ροδίσει καλά η κρούστα για περίπου 15’.

womantime.gr

TO ΣΚΟΙΝΙ




Αποτέλεσμα εικόνας για TO ΣΚΟΙΝΙ

TO ΣΚΟΙΝΙ


«Η ιστορία μιλάει για έναν ορειβάτη, ο οποίος θέλησε να ανεβεί το ψηλότερο βουνό. Ξεκίνησε, λοιπόν, την περιπέτεια του μετά από πολλά χρόνια προετοιμασίας. Όμως, επειδή ήθελε τη δόξα μόνο για τον εαυτό του αποφάσισε να σκαρφαλώσει το βουνό μόνος. Η νύχτα, λοιπόν, έπεσε βαριά και ο άνδρας δεν έβλεπε τίποτα. Όλα ήταν μαύρα. Μηδενική ορατότητα. Το φεγγάρι και τα άστρα είχαν καλυφθεί από σύννεφα. Καθώς ο άνδρας ανέβαινε και απείχε λίγα μόνο μέτρα από την κορυφή του βουνού, γλίστρησε και έπεσε στο κενό με μεγάλη ταχύτητα. Ο ορειβάτης πού το μόνο πού έβλεπε καθώς έπεφτε ήταν μαύρες κουκίδες, είχε την τρομερή αίσθηση της βαρύτητας να τον τραβά. Συνέχισε να πέφτει... και σε εκείνες τις στιγμές του μεγάλου φόβου ήρθαν στο μυαλό του όλα τα καλά και τα άσχημα επεισόδια της ζωής του. Σκεφτόταν, τώ­ρα, το πόσο κοντά στο θάνατο ήταν, όταν ξαφνικά ένιωσε το σκοινί πού ήταν δεμένο στη μέση του να τον τραβά δυνατά. Το σώμα του ορειβάτη κρεμόταν πλέον στον αέρα. Μόνο το σκοινί τον κρατούσε ζωντανό. Εκείνη τη στιγμή της αμηχανίας και κα μιας άλλης επιλογής, φώναξε:




- Θεέ μου, βοήθησε με!


Ξαφνικά, μια βαθειά φωνή προερχόμενη από τον ουρανό απάντησε:


- Τί θέλεις να κάνω;


- Σώσε με, Θεέ μου!


- Αληθινά, νομίζεις ότι μπορώ να σε σώσω;


- Βέβαια, πιστεύω ότι Εσύ μπορείς!


- ΤΟΤΕ, ΚΟΨΕ ΤΟ ΣΚΟΙΝΙ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΔΕΜΕΝΟ ΣΤΗ ΜΕΣΗ ΣΟΥ...».


Στο σημείο αυτό σταμάτησα να διαβάζω και απορημένη σκέφτηκα: «Θεέ μου, τί ζητάς από αυτόν τον άνθρωπο; Είναι δυνατόν να του ζητάς να κόψει το σκοινί, το μόνο πράγμα πού τον κρατάει ζωντανό;» Αλλά, άφησα γρήγορα αυτές τις σκέψεις και έβαλα τον εαυτό μου στη θέση του ορειβάτη.


Αλήθεια, ΕΣΥ, τί θα έκανες;


Με ανάμεικτα συναισθήματα και σχεδόν βέβαιη για την απάντηση μου, συνεχίζω να διαβάζω:


«Η ομάδα διάσωσης, την άλλη μέρα, είπε ότι ένας ορειβάτης βρέθηκε πεθαμένος, παγωμένος και το σώμα του κρεμόταν από ένα σκοινί. Τα χέρια του κρατούσαν σφιχτά το σκοινί ΜΟΝΟ 3 μέτρα μακριά από τη γη...».

Και εσύ; Πόσο κολλημένος είσαι στο σκοινί σου; Ποτέ μην αμφισβητήσεις όσα είναι από το Θεό. Ποτέ δεν θα πρέπει να λες ότι σε έχει ξεχάσει η σε έχει εγκαταλείψει. Ποτέ μη νομίζεις ότι δεν σε φροντίζει. Θυμήσου ότι σε κρατάει πάντα με το δεξί Του χέρι και η επιλογή να απλώσεις το δικό σου χέρι ανήκει σε εσένα.

Δημοφιλείς αναρτήσεις