Αναδημοσίευση άρθρου από Νέα Ακρόπολη
Ο Ομφαλός του Κόσμου- Η Μυθολογία του Κέντρου
Η εικόνα του κόσμου
Οι
αρχαϊκές και παραδοσιακές κοινωνίες αντιλαμβάνονται τον κόσμο γύρω τους
σαν ένα μικρόκοσμο. Πέρα από τα όρια αυτού του κλειστού κόσμου αρχίζει η
περιοχή του άγνωστου, του άμορφου. Από την μια πλευρά το διάστημα, που
έχει χαρακτήρα κόσμου, αφού είναι κατοικημένο και οργανωμένο. Κι από την
άλλη, έξω από αυτό το οικείο διάστημα, η άγνωστη και τρομερή έκταση με
τους δαίμονες, τα φαντάσματα, τους νεκρούς, τους απόκοσμους, με ένα λόγο
το χάος, ο θάνατος, η νύχτα.
Όλες
αυτές οι δυνάμεις εξομοιώνονται με δυνάμεις δαιμονικές, επειδή
προσπαθούν να ξαναφέρουν αυτόν τον μικρόκοσμο στη χαοτική κατάσταση,
δηλαδή να τον εκμηδενίσουν. Η κατάλυση μιας κατεστημένης τάξης, η
καταστροφή μιας αρχετυπικής εικόνας, ισοδυναμούσε με παλινδρόμηση στο
χάος, στο προ-μορφικό, στην αδιαφοροποίητη κατάσταση, την πριν από την
κοσμογονία. Τις ίδιες εικόνες μεταχειριζόμαστε ακόμα και σήμερα, όταν
περιγράφουμε τους κινδύνους που απειλούν τον πολιτισμό. Μιλάμε για
«χάος», για «αταξία» και «σκοτάδι» όπου θα βυθιστεί ο «κόσμος μας». Όλες
αυτές οι εκφράσεις σημαίνουν κατάλυση μιας τάξης, ενός κόσμου, μιας
δομής και καταποντισμό ξανά σε μια κατάσταση ρευστή, άμορφη, δηλαδή
χαοτική.
Είναι
πολύ πιθανό, πως τα οχυρά γύρω στις πόλεις και τις άλλες κατοικημένες
περιοχές, φτιάχτηκαν αρχικά σαν μαγικά οχυρώματα. Ακόμη και αρκετά αργά
στην ιστορία, όπως στον Μεσαίωνα, τα τείχη των πόλεων καθιερώνονταν
τελετουργικά σαν άμυνα κατά του διαβόλου, της αρρώστιας και του θανάτου.
Γιατί αυτά τα οχυρωματικά έργα –τάφροι, λαβύρινθοι, τείχη, κ.λπ.- πριν
γίνουν στρατιωτικά έργα, συνιστούσαν μαγική προστασία εφόσον διατηρούν
στο μέσο μιας «χαοτικής» έκτασης, κατοικημένης από δυνάμεις άγνωστες μια
κλειστή ζώνη, ένα οργανωμένο χώρο «κοσμοποιημένο», δηλαδή εφοδιασμένο
με ένα «κέντρο».
Κάθε
μικρόκοσμος, κάθε κατοικημένη περιοχή έχει ένα «Κέντρο», όπως θα
μπορούσε κανείς να το ονομάσει, δηλαδή κάποιο κατεξοχήν ιερό μέρος. Το
«Κέντρο» μετατρέπει το βέβηλο χώρο –χαοτικό και άγριο- σε ιερό,
πολιτισμένο και κατοικήσιμο από τους Θεούς και τους ανθρώπους. Στο
κέντρο τελείται η ιερογαμία Ουρανού και Γης, Θεού και Ανθρώπου. Αυτή η
ιερή ένωση του Ύψους και του Βάθους, του Αόρατου και του Ορατού, είναι
εφικτή χάρη στην εγκαθίδρυση ενός Κέντρου, Άξονα ή Βωμού. Είναι μια
αληθινή Ενεργειακή Καρδιά, από όπου ξεκινούν όλες οι
ακτίνες-κατευθύνσεις προς τον έξω βέβηλο χώρο.
Ο ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ
Αλλά
το συμβολισμό του Κέντρου δεν πρέπει να τον αντικρίσουμε με τις
γεωμετρικές συσχετίσεις του δυτικού επιστημονικού πνεύματος. Έχουμε εδώ
μια ιερή και μυθική γεωγραφία, τη μόνη αληθινά πραγματική και όχι μία
γεωγραφία βέβηλη, «αντικειμενική», με κάποιο τρόπο αφηρημένη και όχι
ουσιαστική. Στη μυθική γεωγραφία, ο ιερός είναι ο κατεξοχήν πραγματικός
χώρος. Σε αυτόν το χώρο προσεγγίζουμε άμεσα το ιερό –είτε με την υλική
του υπόσταση σε ορισμένα αντικείμενα (παραστάσεις της Θεότητας κ.λπ.)
είτε με τα ιεροκοσμικά σύμβολα με τα οποία εκδηλώνεται (Στύλος του
Κόσμου, Κοσμικό Δέντρο κ.α.). Σε κάθε κουλτούρα που αναγνωρίζει την ιδέα
των τριών κοσμικών ζωνών –Ουρανός, Γη, Άδης- το «κέντρο» αποτελεί το
σημείο διατομής τους. Σ’ αυτό είναι εφικτή η ρήξη επιπέδου και
ταυτόχρονα η επικοινωνία ανάμεσα στις τρεις ζώνες. Η εικόνα των τριών
κοσμικών ζωνών, που συνδέονται με κάποιον άξονα σε ένα «Κέντρο» είναι
πολύ παλιά. Συναντάμε αυτή την αρχετυπική εικόνα στους
παλαιο-ανατολικούς πολιτισμούς. Η Βαβυλώνα, για παράδειγμα, είχε πλήθος
ονόματα, όπως «Οίκος της βάσης του Ουρανού και της Γης», «Σύνδεσμος
μεταξύ Ουρανού και Γης» κ.α. Μα πάντοτε στη Βαβυλώνα γινόταν η σύνδεση
ανάμεσα στη Γη και στις κατώτερες ζώνες, γιατί η πόλη αυτή ήταν χτισμένη
πάνω στην μπαμπ-απσί, την «Πύλη των απσού». Απσού σήμαινε: τα ύδατα του
Χάους πριν από τη δημιουργία. Την ίδια παράδοση την βρίσκουμε και στους
Εβραίους. Ο βράχος της Ιερουσαλήμ χωνόταν μες τα υπόγεια νερά (τεχόμ).
Στη Μίσνα (εβραϊκό ιερό κείμενο) αναφέρεται πως ο Ναός βρίσκεται ακριβώς
πάνω στα τεχόμ (εβραϊκό αντίστοιχο των απσού). Παρόμοιες παραδόσεις
συναντάμε και στον ινδοευρωπαϊκό κόσμο. Έτσι στους Ρωμαίους ο mundus
(κόσμος) αποτελεί σημείο συνάντησης των κατώτερων ζωνών και του γήινου
κόσμου. Ο ναός στην Ιταλία ήταν η ζώνη ανατομής του ανώτερου κόσμου
(θείου), του γήινου και του υπόγειου.
Κάθε
μεγάλη πόλη στην Ανατολή βρισκόταν στο κέντρο του κόσμου. Η Βαβυλώνα
ήταν Μπαμπ-ιλάνι, μια «πύλη των ουρανών», γιατί εκεί κατέβαιναν οι θεοί
στη γη. Η πρωτεύουσα του Κινέζου απόλυτου μονάρχη βρισκόταν κοντά στο
θαυματουργό Δέντρο Κιεν-μου, «Όρθιο ξύλο», εκεί όπου διασταυρώνονταν οι
τρεις κοσμικές ζώνες, Ουρανός, Γη, Κόλαση. Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε
άπειρα παραδείγματα. Όλα αυτά, πολιτείες, ναοί, ανάκτορα, που θεωρούνται
Κέντρα του Κόσμου, είναι αντίγραφα μιας αρχαϊκής εικόνας: του Κοσμικού
Όρους, του Δέντρου του Κόσμου ή της Κεντρικής Στήλης που στηρίζει τα
κοσμικά επίπεδα.
Εξαιρετικά
διαδεδομένο είναι το σύμβολο ενός Όρους, ενός Δέντρου ή μιας Στήλης,
που τοποθετούνται στο Κέντρο του Κόσμου. Ας θυμηθούμε το Όρος του Μερού
της ινδικής παράδοσης, το Χαραμπερεζάιτι των Ιρανών, το Χιμπιγκμπγιέρ
των Γερμανών, το «Όρος των Χωρών» της μεσοποταμιακής παράδοσης, το όρος
Θαβώρ της Παλαιστίνης, το Γολγοθά, που για τους χριστιανούς βρισκόταν
στο κέντρο του κόσμου κ.λπ.
Το
έδαφος, η πόλη, ο ναός και το βασιλικό παλάτι, αφού βρίσκονταν στο
«Κέντρο του Κόσμου», δηλαδή στην κορυφή του Κοσμικού Όρους, θεωρούνταν
το ψηλότερο μέρος του κόσμου, το μόνοπου δεν σκεπάστηκε απ’ τον
κατακλυσμό. «Τη γη του Ισραήλ δεν την έπνιξε ο κατακλυσμός», λέει ένα
ραβινικό κείμενο. Και σύμφωνα με την ισλαμική παράδοση, το ψηλότερο
μέρος της γης είναι η Καάμπα, γιατί «το πολικό αστέρι μαρτυράει πως αυτή
βρίσκεται αντίκρυ στο κέντρο του Ουρανού».
Η
κορυφή του Κοσμικού Όρους δεν είναι μόνο το ψηλότερο σημείο της Γης,
αλλά και ο ομφαλός της, το σημείο από όπου άρχισε η δημιουργία. «Ο
Υπεράγιος δημιούργησε τον κόσμο σαν έμβρυο», βεβαιώνει ένα ραβινικό
κείμενο. «Όπως το έμβρυο αναπτύσσεται από τον αφαλό, έτσι και ο Θεός
άρχισε να δημιουργεί τον κόσμο από τον αφαλό κι από ’κει ο κόσμος
απλώθηκε σ’ όλες τις κατευθύνσεις». «Η δημιουργία του κόσμου άρχισε από
την Σιών», γράφει ένα άλλο κείμενο. Ίδιος συμβολισμός απαντάται και στην
αρχαία Ινδία, έτσι νοείται το σύμπαν και στη Ριγκ Βέδα, σαν να
επεκτείνεται ξεκινώντας από ένα κεντρικό σημείο.
Με
τον ίδιο τρόπο, σ’ ένα κεντρικό σημείο, στο Κέντρο του Κόσμου, έγινε
και η δημιουργία του ανθρώπου, καθ’ομοίωση της κοσμογονίας. Κατά την
παράδοση της Μεσοποταμίας, ο άνθρωπος φτιάχτηκε στον «ομφαλό της Γης»
εκεί που βρίσκεται και το Ντουρ-αν-κι, ο «δεσμός μεταξύ Ουρανού και
Γης». Ο Ωρομάσδης δημιουργεί τον αρχέγονο άνθρωπο, τον Γκαγιομάρντ, στο
Κέντρο του Κόσμου. Ο Παράδεισος, όπου με πηλό πλάστηκε ο Αδάμ, βρίσκεται
βέβαια στο Κέντρο του Κόσμου.
Η
πιο διαδομένη παραλλαγή του συμβολισμού του Κέντρου είναι το Κοσμικό
Δέντρο, που βρίσκεται στη μέση του σύμπαντος και που στηρίζει σαν άξονας
τους τρεις Κόσμους. Η βεδική Ινδία, η αρχαία Κίνα, η γερμανική
μυθολογία, καθώς και οι «πρωτόγονες» θρησκείες, αντικρίζουν με διάφορες
μορφές αυτό το Κοσμικό Δέντρο, που οι ρίζες του βυθίζονται μέχρι τον Άδη
και τα κλαδιά του αγγίζουν τον Ουρανό. Στις μυθολογίες της κεντρικής
και βόρειας Ασίας τα επτά ή εννέα κλαδιά του συμβολίζουν τα επτά ή εννέα
ουράνια πεδία, δηλαδή τους επτά πλανητικούς ουρανούς.
Μπορούμε
γενικά να πούμε πως τα περισσότερα ιερά και τελετουργικά δέντρα, που
συναντάμε στην ιστορία των θρησκειών, δεν είναι παρά μιμήσεις, ατελή
αντίγραφα αυτού του αρχετυπικού υποδείγματος, του Δέντρου του Κόσμου.
Δηλαδή όλα τα ιερά δέντρα υποτίθεται πως βρίσκονται στο Κέντρο του
Κόσμου. Έτσι κάθε δέντρο, κάθε στύλος εξομοιωμένος με το Δέντρο του
Κόσμου, γίνεται πια και αυτός ο άξονας που ενώνει τις τρεις κοσμικές
ζώνες. Απ’ αυτή τη στήλη γίνεται εφικτή η επικοινωνία μεταξύ Ουρανού και
Γης.
Σε
πλήθος μύθων και παραδόσεων παρεμβάλλεται κάποιο κοσμικό Δέντρο που
συμβολίζει το σύμπαν, ένα δέντρο ή ένας κεντρικός στύλος που υποβαστάζει
τον κόσμο, ένα δέντρο της Ζωής ή κάποιο άλλο θαυματουργό δέντρο που
εξασφαλίζει την αθανασία σε όσους δοκιμάσουν τους καρπούς του, κ.λπ.
Καθένας από αυτούς τους μύθους και τις παραδόσεις ξαναπλάθει την θεωρία
του «κέντρου» υπό την έννοια ότι το Δέντρο ενσωματώνει την απόλυτη
αλήθεια, την πηγή της ζωής και της ιερότητας κι έτσι βρίσκεται στο
Κέντρο του Κόσμου. Άσχετα αν πρόκειται για κοσμικό δέντρο ή για δέντρο
της αθανασίας ή της γνώσης του καλού και του κακού, ο δρόμος που οδηγεί
προς αυτό είναι «δύσκολος δρόμος» σπαρμένος με εμπόδια. Το δέντρο
βρίσκεται σε περιοχές απρόσιτες και φυλάγεται από τέρατα. Δεν μπορεί ο
πρώτος τυχόν να το φτάσει ούτε αν το κατορθώσει, να βγει νικητής από την
πάλη όπου θα περιπλακεί. Είναι ο κλήρος των «ηρώων» να ξεπερνούν τα
εμπόδια και να θανατώνουν το τέρας που προασπίζεται την προσπέλαση του
δέντρου ή του βοτάνου της αθανασίας, των Μήλων των Εσπερίδων, του
Χρυσόμαλλου Δέρατος, κ.λπ. Η πρόσβαση του συμβόλου που ενσαρκώνει την
απόλυτη αλήθεια, την ιερότητα και την αθανασία είναι πολύ τραχιά. Τα
σύμβολα αυτού του είδους βρίσκονται σ’ένα «κέντρο» δηλαδή φυλάγονται
πάντα πολύ καλά και το γεγονός της απόκτησής τους αντιστοιχεί σε μύηση,
σε κατάκτηση (ηρωική ή μυστικιστική) της αθανασίας.
Η
«τραχιά αυτή διαδρομή» όμως δεν επαληθεύεται μόνο στις μυητικές ή
ηρωικές δοκιμασίες. Τη βρίσκουμε και σε άπειρες άλλες περιπτώσεις. Ας
αναφέρουμε, για παράδειγμα, τα πολύπλοκα στριφογυρίσματα ορισμένων ναών,
όπως του ναού του Μπαραμπουντουρ, το προσκύνημα στους Αγίους Τόπους
(Μέκκα, Ιερουσαλήμ, κ.λπ.), τις ταλαιπωρίες του ασκητή που αγωνίζεται
συνεχώς να ανακαλύψει τον εαυτό του, το «κέντρο» της ύπαρξής του κ.λπ. Ο
δρόμος είναι τραχύς, σπαρμένος με κινδύνους γιατί πρόκειται στην ουσία
για ένα τυπικό περάσματος από την ανθρώπινη φύση στη θεϊκή, από το
εφήμερο και το παραπλανητικό στην αλήθεια και την αιωνιότητα, από τον
θάνατο στη ζωή, από τον άνθρωπο στο Θεό. Η πρόσβαση του «Κέντρου»
ισοδυναμεί με καθαγιασμό, με μύηση.
ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΚΕΝΤΡΟΥ
Κάθε
ιερός τόπος, κάθε μέρος που φανερώνει κάποια παρεμβολή του ιερού στο
βέβηλο χώρο μπορεί να θεωρηθεί σαν «κέντρο». Αυτοί οι χώροι είναι
δυνατόν να κατασκευαστούν. Η κατασκευή τους όμως αποτελεί, κατά κάποιο
τρόπο, μια κοσμογονία, μία δημιουργία κόσμου. Η κοσμογονία είναι το
πρότυπο όλων των κατασκευών. Κάθε νέα πόλη, κάθε καινούργιο σπίτι που
κτίζεται σημαίνει για μια ακόμη φορά μίμηση και, από μια άποψη,
επανάληψη της δημιουργίας του κόσμου. Κατά τον ίδιο τρόπο που η πόλη
είναι μία «εικόνα του κόσμου», το σπίτι είναι ένας μικρόκοσμος. Το
κατώφλι χωρίζει τις δύο εκτάσεις, η εστία εξομοιώνεται με το κέντρο του
κόσμου. Ο κεντρικός στύλος της κατοικίας των πρωτόγονων λαών της
Αρκτικής και Βόρειας Αμερικής ταυτίζεται με τον Κοσμικό Άξονα. Όταν το
σχήμα της κατοικίας παραλλάζει π.χ. στους βοσκούς-καλλιεργητές της
Κεντρικής Ασίας και το σπίτι αντικαθίσταται με τη γιούρτα, η έννοια του
κεντρικού στύλου εξασφαλίζεται με το πάνω άνοιγμα που προορίζεται για να
φεύγει ο καπνός. Κατά τις θυσίες, τοποθετούν μέσα στη γιούρτα ένα
δέντρο που η κορυφή του ξεπερνάει αυτό το άνοιγμα. Έτσι, αφ’ενός το
σπίτι είναι ομόλογο με το σύμπαν, αφ’ετέρου δε, θεωρείται σαν να είναι
τοποθετημένο στο «κέντρο» του κόσμου, μια και το άνοιγμα για τον καπνό
βρίσκεται απέναντι από τον πολικό αστέρα. Κάθε κατοικία, χάρη στο
παραδοξολόγημα της καθαγίασης του χώρου και το τυπικό της κατασκευής,
μεταμορφώνεται σε «κέντρο». Με τρόπο ώστε όλα τα σπίτια όπως και όλοι οι
ναοί, τα ανάκτορα, οι πολιτείες βρίσκονται τοποθετημένα σ’ ένα και
μοναδικό κοινό σημείο, το Κέντρο του Σύμπαντος.
Αλλά
μήπως υπάρχει εδώ κάποια αντίφαση; Ολόκληρο σύνολο από μύθους, σύμβολα
και τελετουργίες τονίζουν πόσο δύσκολο είναι να εισδύσει κανείς σ’ ένα
κέντρο. Και από την άλλη μεριά, μια σειρά από μύθους και τελετουργίες
αποδείχνουν πως αυτό το Κέντρο είναι προσιτό. Το προσκύνημα στους Αγίους
Τόπους είναι δύσκολο, αλλά οποιαδήποτε επίσκεψη σε μία εκκλησία είναι
ένα προσκύνημα. Το κοσμικό δέντρο είναι, μπορούμε να πούμε, απρόσιτο,
αλλά είναι απόλυτα νόμιμο να βάλεις μέσα στην πρώτη τυχαία γιούρτα ένα
δέντρο που ισοδυναμεί με το δέντρο του κόσμου. Η διαδρομή που οδηγεί στο
«Κέντρο» είναι γεμάτη εμπόδια κι όμως κάθε πολιτεία, κάθε ναός, κάθε
κατοικία «βρίσκεται» στο Κέντρο του Σύμπαντος. Η είσοδος και η έξοδος σ’
ένα λαβύρινθο αποτελεί το κατ’ εξοχή μυητικό τυπικό κι όμως, κάθε
ύπαρξη, ακόμα και η λιγότερο ταραχώδης, είναι επιδεκτική εξομοίωση με
την πορεία μέσα σε ένα λαβύρινθο. Τα βάσανα και οι δοκιμασίες που πέρασε
ο Οδυσσέας είναι παροιμιώδη κι όμως, οποιαδήποτε επιστροφή στην
οικογενειακή εστία είναι «ισάξια» με την επιστροφή του Οδυσσέα στην
Ιθάκη.
Θα
μπορούσαμε να πούμε ότι ένα σύνολο από παραδόσεις επιβεβαιώνουν τον
πόθο του ανθρώπου να βρεθεί χωρίς προσπάθεια στο «Κέντρο του Κόσμου» ενώ
ένα δεύτερο σύνολο επιμένει πάνω στις δυσκολίες και εν συνεχεία στην
αξία που υπάρχει αν καταφέρει να εισχωρήσει σ’ αυτό. Και στην μία
περίπτωση όπως και στην άλλη, η νοσταλγία του παράδεισου αποκαλύπτεται
με ίση ένταση. Ακόμα και εκεί όπου κυριαρχεί η παράδοση ενός πολύ
προασπισμένου «κέντρου», συναντάμε πολλά «ισοδύναμα» αυτού του κέντρου,
τοποθετημένα σε επίπεδα όλο και πιο προσιτά. Αυτό τονίζει και μαρτυρεί
μια καθορισμένη κατάσταση του ανθρώπου μέσα στον Κόσμο, που θα
μπορούσαμε να αποκαλέσουμε «νοσταλγία του παραδείσου». Με αυτό εννοούμε
την επιθυμία να βρίσκεται πάντοτε και χωρίς προσπάθεια στο κέντρο του
κόσμου, της ύπαρξης και της ιερότητας, να ξεπεράσει με φυσικό τρόπο την
ανθρώπινη συνθήκη και ν’ ανακτήσει τη θεϊκή φύση, την πριν από την πτώση
συνθήκη, όπως θα έλεγε ένας χριστιανός.
Όμως
η συγκεκριμενοποίηση του πλήθους των κέντρων γίνεται δυνατή χάρη στην
επανάληψη ενός αρχετύπου. Ο άνθρωπος τείνει, ακόμα και στα χαμηλότερα
επίπεδα της «άμεσης» θρησκευτικής του εμπειρίας, να πλησιάζει προς αυτό
το αρχέτυπο και να το πραγματώνει. Είναι μάλλον η νοσταλγία που νιώθει
για τα υπερβατικά σχήματα ή η ανάγκη που αισθάνεται να συγκεκριμενοποιεί
τα αρχέτυπα ως τα ευτελέστερα και ρυπαρότερα επίπεδα της άμεσης ύπαρξής
του.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. ΕΙΚΟΝΕΣ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΑ, ΜΙΡΣΕΑ ΕΛΙΑΝΤ
2. ΠΡΑΓΜΑΤΕΙΑ ΠΑΝΩ ΣΤΗΝ ΜΕΛΕΤΗ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΙΩΝ, ΜΙΡΣΕΑ ΕΛΙΑΝΤ
3. Ο ΗΡΩΑΣ ΜΕ ΤΑ ΧΙΛΙΑ ΠΡΟΣΩΠΑ, JOSEPHCAMPBELL
4. ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ, JOSEPHCAMPBELL