Παρασκευή 9 Μαΐου 2014

Εἴμαστε ἔνας λαὸς μὲ παλληκαρίσια ψυχή

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε μια φωτογραφία του χρήστη Μυθικη Αναζητηση.
«Εἴμαστε ἔνας λαὸς μὲ παλληκαρίσια ψυχή, ποὺ κράτησε τὰ βαθιὰ κοιτάσματα τῆς μνήμης τοῦ σὲ καιροὺς ἀκμῆς καὶ σὲ αἰῶνες διωγμῶν καὶ ἄδειων λόγων...
Τώρα ποὺ ὁ τριγυρινὸς μας κόσμος μοιάζει νὰ θέλει νὰ μᾶς κάνει τρόφιμους ἑνὸς οἰκουμενικοῦ πανδοχείου... θὰ τὴν ἀπαρνηθοῦμε ἄραγε αὐτὴν τὴν μνήμη;
Θὰ τὸ παραδεχτοῦμε τάχα νὰ γίνουμε ἀπόκληροι;»
Γιώργος Σεφέρης



Φωτογραφία: «Εἴμαστε ἔνας λαὸς μὲ παλληκαρίσια ψυχή, ποὺ κράτησε τὰ βαθιὰ κοιτάσματα τῆς μνήμης τοῦ σὲ καιροὺς ἀκμῆς καὶ σὲ αἰῶνες διωγμῶν καὶ ἄδειων λόγων...
Τώρα ποὺ ὁ τριγυρινὸς μας κόσμος μοιάζει νὰ θέλει νὰ μᾶς κάνει τρόφιμους ἑνὸς οἰκουμενικοῦ πανδοχείου... θὰ τὴν ἀπαρνηθοῦμε ἄραγε αὐτὴν τὴν μνήμη;
Θὰ τὸ παραδεχτοῦμε τάχα νὰ γίνουμε ἀπόκληροι;»
Γιώργος Σεφέρης

Μελίνα Μερκούρη - Φύγαν τα παιδιά

ΠΑΝΟΣ ΤΖΑΒΕΛΛΑΣ ( Κοζάνη 1925 - Αθήνα 2009 )

Σταυρούλα Κουγιουμτσιάδη


ΠΑΝΟΣ ΤΖΑΒΕΛΛΑΣ ( Κοζάνη 1925 - Αθήνα 2009 )
Έλληνας τραγουδοποιός και αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης.

Εγώ είμαι της φωτιάς ο γιος,

παιδί της καταιγίδας.
Σκαρφάλωσα στους ουρανούς...Δείτε περισσότερα
— με το χρήστη Ekavi Laertiadou και 32 ακόμη.













Φωτογραφία: ΠΑΝΟΣ ΤΖΑΒΕΛΛΑΣ ( Κοζάνη 1925 - Αθήνα 2009 )
Έλληνας τραγουδοποιός και αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης.

Εγώ είμαι της φωτιάς ο γιος,
παιδί της καταιγίδας.
Σκαρφάλωσα στους ουρανούς
να κλέψω απ” άγιους και θεούς
το φως της ηλιαχτίδας.
(«Της Φωτιάς ο γιος», Πάνος Τζαβέλας).

Ο Πάνος Τζαβέλλας γεννήθηκε το 1925 στην Κοζάνη. Έφηβο τον βρήκε ο πόλεμος του '40 και οργανώνεται στην ΕΠΟΝ. Βγαίνει στο βουνό, εντάσσεται με τον ΕΛΑΣ και αργότερα με τον Δημοκρατικό Στρατό.
Στο βουνό τραυματίζεται και ακρωτηριάζεται το δεξί του πόδι. Συλλαμβάνεται και ξεκινά ο δρόμος για τις φυλακές. Μετά από δίκες καταδικάζεται τρεις φορές σε θάνατο. Το 1958, αρρωσταίνει βαριά και το 1961 με τη βοήθεια του ΚΚΕ φεύγει στην Σοβιετική Ένωση για θεραπεία. Εκεί νοσηλεύεται τρία χρόνια και θεραπεύεται από την ασθένεια που υπέστη στις φυλακές. Παράλληλα εκεί του δόθηκε η ευκαιρία να σπουδάσει μουσική.
Επιστρέφει το 1965 στην Ελλάδα και ξεκινά την πρώτη του καλλιτεχνική δουλειά σε μπουάτ της Πλάκας, δυστυχώς όμως όχι για πολύ, μια και η δικτατορία του 1967 κλείνει τις μπουάτ και ο Τζαβέλλας βρίσκεται ξανά στη φυλακή, κατηγορούμενος για αγώνα και παράνομη δράση ενάντια στη Χούντα.
Το 1971 αποφυλακίζεται με το νόμο « Μη θεραπεύσιμης ασθένειας». Έχοντας μαζέψει το υλικό απ' όλα τα Αντιστασιακά τραγούδια, αλλά και με δικές του συνθέσεις, στήνει στην Πλάκα Το Αντάρτικο Αημέρι. Γράφει κάπου στο βιβλίο του, ANTAPTO-ROCK: « Τι είναι τα τραγούδια της Εθνικής Αντίστασης 1941-1944; Είναι η καλλιτεχνική έκφραση του Έπους της Εθνικής Αντίστασης. Είναι η φωνή, του λαού μας σε μια κρίσιμη και δραματική ώρα της πατρίδας μας. Είναι ο καθρέφτης της λαϊκής ψυχής, είναι οι πόθοι και τα όνειρά του, είναι η κλαγγή των όπλων, βροντή κι αστροπελέκι, είναι κάλεσμα για μάχη, είναι η ψυχή του αγώνα».
Η πτώση της Χούντας το 1974 βρίσκει τον Τζαβέλλα στη μπουάτ Αήδρα, που ελεύθερος πια μαζί με τη σύντροφο στη ζωή και το τραγούδι, Νατάσα Παπαδοπούλου και την ορχήστρα του συνεχίζει να τραγουδά τα τραγούδια του και έτσι αρχίζει και η πρώτη του δισκογραφική δραστηριότητα όπως ο πρώτος του δίσκος ζωντανά γραμμένος, « ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΝΤΑΡΤΙΚΟ ΛΗΜΕΡΙ». Τα τραγούδια του και από τους επόμενους οκτώ δίσκους του, ζωντανεύουν και μέσα από συναυλίες, που δίνονται σε ανοικτά γήπεδα και πανεπιστήμια σ' όλη την Ελλάδα, αλλά και το εξωτερικό, όπως στη Γερμανία, Σουηδία κ.α.
Εκεί αρχίζει και η καλλιτεχνική του παρουσίαση από ξένες τηλεοράσεις, όπως η Βουλγαρική, Γερμανική, Σουηδική.
Και φυσικά και στην Ελληνική τηλεόραση, που ζωντανεύει ακόμα και σήμερα τραγούδια του συνθέτη-στιχουργού, τα οποία μιλάνε μέσα από τα προβλήματα των καιρών μας.
Ο Ελληνικός αλλά και ο ξένος Τύπος αναφέρεται στον Αγωνιστή τραγουδοποιό, Πάνο Τζαβέλλα, φτάνοντας ακόμη και στην Κίνα να μεταφράζεται το πολύ γνωστό και αγαπημένο σε όλους μας τραγούδι, «Κυρ-Παντελής».
Στη δεκαετία του'80, ο Πάνος Τζαβέλλας βρίσκεται στην καρδιά της Αθήνας, στα Εξάρχεια, όπου εκεί είναι συγκεντρωμένα τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας, πανεπιστήμια, Ακαδημίες, Πολυτεχνείο, κέντρο δηλαδή, του φοιτητικού και προοδευτικού επαναστατικού κινήματος.
Η καλλιτεχνική του πορεία συνεχίστηκε μέχρι και πριν λίγα χρόνια σε διάφορες μουσικές σκηνές της Αθήνας και του Πειραιά.
Ο Πάνος Τζαβέλλας, μετά από την τελευταία του μάχη που έδωσε με την επάρατο νόσο στο Νοσοκομείο Ερυθρός, όπου και νοσηλευόταν τους τελευταίους μήνες, έφυγε από τη ζωή στις 27 Ιανουαρίου 2009.
Όμως κάποιοι Άνθρωποι δεν πεθαίνουν ποτέ! Έτσι κι ο Πάνος Τζαβέλλας θα μείνει Αθάνατος. Για να μας υποδεικνύει με την αγωνιστική και μουσική του κληρονομιά που μας άφησε ότι ο συμβιβασμός και το βόλεμα γεννά τους εκάστοτε « κυρ- Παντελήδες», που στο χέρι μας είναι να «τους θάψουμε βαθειά στα σπαρτά», πριν προλάβουν να κοπρίσουν αυτά, για τα οποία αυτός και χιλιάδες αγωνιστές στη Γη, ακρωτηριάστηκαν για να τα κρατήσουν ζωντανά. Πανανθρώπινα ιδανικά και αξίες για την Ελευθερία, την Πατρίδα, τον Άνθρωπο, τον Πολιτισμό.

Τα έργα του:

Ανταρτο-Rock - Zιγκ-Ζαγκ στο δάσος του Θανάτου  
Σφαίρες από ποίηση Λόγια από μουσική  
Για Σε Πατρίδα μας Ελλάδα - Λευτεριά Παντάνασα 
Μωραΐτικα τραγούδια της Αντίστασης
Πορεία μες στη νύχτα - Στ' άρματα - Τα τραγούδια της Κατοχής
Θρήνοι κι Αναστάσιμα -  Τραγούδια από το Αντάρτικο λημέρι του
Τραγούδια Ψυχής - Επαναστατικός Ρομαντισμός 

Τα τραγούδια του Πάνου Τζαβέλλα μελωδικά και στιχουργικά είναι ευρείας γκάμας. Έχει γράψει: 
ΛΥΡΙΚΑ όπως τον δίσκο "Πορεία μεσ'τη νύχτα", σε στίχους του Χιώτη ποιητή Φώτη Αγγουλέ, καθώς επίσης κι άλλα τραγούδια σε δικούς του στίχους. 
ΛΑΪΚΑ όπως ο δίσκος "Θρήνοι και Αναστάσιμα" με τη φωνή της Καίτης Γκρέυ. Με τον Γιώργο Νταλάρα κυκλοφόρησε το 1972 σε δισκάκι 45 στροφών τα τραγούδια "Πάρε με φεγγάρι μου" και "Ροδακινιά Ξανθή" και τώρα κυκλοφορεί στο CD του Νταλάρα "Για τα τραγούδια κι εγώ φταίω". Επίσης ακυκλοφόρητα που υπάρχουν "Ο Στέλιος" για τον Καζαντζίδη, "Λαμόγια" και άλλα. Έχει γράψει τραγούδια για τους ηγέτες της παγκόσμιας ιστορίας όπως ο Τσε Γκεβάρα, Μαντέλα, Αλλιέντε, Καρβάλιο, Ορτέγκα Κομαντάντε. 
ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ-ΠΟΛΙΤΙΚΑ όπως "Κυρ Παντελής", "Ξυπνήστε", "ο Έλληνας", "τα πρόβατα", "η τηλεόραση" και άλλα. 
ΔΗΜΟΤΙΚΑ τα οποία βρίσκονται στο δίσκο "Θρήνοι κι Αναστάσιμα", καθώς επίσης στο δίσκο "Από το Αντάρτικο Λημέρι", το "Μάη'μ Μάη'μ" το οποίο τραγουδάει η Χαρούλα Αλεξίου. 
ΡΟΚ όπως "ο προφήτης της πλατείας" για τον Άσιμο, "είσαι του εαυτού σου", "Κατμαντού" και άλλα. Στο βιβλίο του ο δημοσιογράφος Μανώλης Νταλούκας "Ελληνικό Ροκ" έχει συμπεριλάβει και τον Τζαβέλλα. Το συγκρότημα "Magic de spell" στο CD "ok πατέρα" έχουν κάνει ροκ διασκευή τον "Κυρ Παντελή" μετά το θάνατο του Τζαβέλλα. 
Ακόμα έχει γράψει μια Λαϊκή όπερα βασισμένη στο έργο του Μπόστ "Μαμά η ελληνίς". 
Τα αντάρτικα τραγούδια ακούστηκαν το 1981 και 1982 σε συναυλίες στο θέατρο Λυκαβηττού και το 1983 στο Βεάκειο. 
Με τον Πάνο Τζαβέλλα κατα καιρούς στο "Αντάρτικο λημέρι του" και στην μπουάτ "Λήδρα" στην Πλάκα, συνεργάστηκαν μαζί του ο Γιώργος Ζωγράφος, ο ηθοποιός Ηλίας Λογοθέτης, ο Μουφλουζέλης. Επίσης στα πρώτα τους βήματα ο Νικόλας Άσιμος, Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, Γιάννης Ζουγανέλης, Ισιδώρα Σιδέρη, Σάκης Μπουλάς, Γιώργος Μεράνζας, Νίκος Μητσοβολέας, Νίκος Λώλης, Χρήστος Ζούκας, Γιάννης Θωμόπουλος. 
Στις μπουάτ, στους δίσκους, στις συναυλίες, είχαν συνεργαστεί μαζί του οι μουσικοί:
Γιάννης Σπυρόπουλος (Μπάχ), 
Στάθης Ουλκέρογλου, 
Πέτρος Μπεράτης (πιάνο),
Μάνος Αβαράκης (φυσαρμόνικα, φλογέρα), 
Παναγιώτης Κωνσταντακόπουλος (φυσαρμόνικα), 
Νίκος Φιλιππίδης, Χριστόφορος Αρβανίτης (κλαρίνο),
Λευτέρης Καλκάνης (βιολοντσέλο),
Λευτέρης Ζουγανέλης (τούμπα),
Δημήτρης Παπουτσόγλου (ηλεκτρική κιθάρα),
Αλέκος Αραπάκης, Κώστας Βελής (βιολί),
Χρήστος Νικολόπουλος, Δημήτρης Χριστοδούλου, Λευτέρης Ζαμπέλης (μπουζούκι), 
Δημήτρης Φωτόπουλος, Θανάσης Κατάρας (φλάουτο),
Νίκος Λώλης, Γιώργος Μουτζούρης, Διαμαντής Ανδραμιδάς (κλασσική κιθάρα),
Αγαπητός Γιάννης (μπάσο) 
Όλα του τα τραγούδια έχουν γραφτεί στις παρτιτούρες και ενορχηστρωθεί από τον ίδιο τον Πάνο Τζαβέλλα.

ΠΗΓΗ: http://www.panostzavellas.gr/home

Το ασυνήθιστο ρεύμα των νέων αθηναϊκών βιβλιοπωλείων

πασουμάκια σαν στολίδια

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε μια φωτογραφία του χρήστη Nour Alatrash.
Φωτογραφία

Τα μυστικά σχέδια των αρχαίων αρχιτεκτόνων

Λήθη

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε μια φωτογραφία του χρήστη Αργυρω Θεοφανιδου.
Λήθη

Καλότυχοι οἱ νεκροὶ ποὺ λησμονᾶνε
τὴν πίκρια τῆς ζωῆς. Ὅντας βυθίσει
ὁ ἥλιος καὶ τὸ σούρουπο ἀκλουθήσει,
μὴν τοὺς κλαῖς, ὁ καημός σου ὅσος καὶ νἆναι....Δείτε περισσότερα

Φωτογραφία: Λήθη

Καλότυχοι οἱ νεκροὶ ποὺ λησμονᾶνε
τὴν πίκρια τῆς ζωῆς. Ὅντας βυθίσει
ὁ ἥλιος καὶ τὸ σούρουπο ἀκλουθήσει,
μὴν τοὺς κλαῖς, ὁ καημός σου ὅσος καὶ νἆναι.

Τέτοιαν ὥρα οἱ ψυχὲς διψοῦν καὶ πᾶνε
στῆς λησμονιᾶς τὴν κρουσταλλένια βρύση·
μὰ βοῦρκος τὸ νεράκι θὰ μαυρίσει,
ἂ στάξει γι᾿ αὐτὲς δάκρυ ὅθε ἀγαπᾶνε.

Κι ἂν πιοῦν θολὸ νερὸ ξαναθυμοῦνται.
Διαβαίνοντας λιβάδια ἀπὸ ἀσφοδύλι,
πόνους παλιούς, ποὺ μέσα τους κοιμοῦνται.

Ἂ δὲ μπορεῖς παρὰ νὰ κλαῖς τὸ δείλι,
τοὺς ζωντανοὺς τὰ μάτια σου ἂς θρηνήσουν:
Θέλουν μὰ δὲ βολεῖ νὰ λησμονήσουν.

Λορέντζος Μαβίλης

Θόδωρος Αγγελόπουλος

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε μια φωτογραφία του χρήστη Demetrios Georgalas.

Στις 24 Ιανουαρίου 2012 ο Θόδωρος Αγγελόπουλος αναχώρησε για το δικό του ταξίδι προς την αιωνιότητα, προς το όνειρο, προς μια νέα αρχή: In my end is my beginning (στο τέλος μου είναι η αρχή μου) ήταν ο στίχος του Τ.Σ Έλιοτ που τόσο αγαπούσε...

Φωτογραφία: Στις 24 Ιανουαρίου 2012 ο Θόδωρος Αγγελόπουλος αναχώρησε για το δικό του ταξίδι προς την αιωνιότητα, προς το όνειρο, προς μια νέα αρχή: In my end is my beginning (στο τέλος μου είναι η αρχή μου) ήταν ο στίχος του Τ.Σ Έλιοτ που τόσο αγαπούσε...

Φυσικό Λευκαντικό για τα Ρούχα!!

Zina Marnezi Το Περιπτεράκι μου

Η Maria Dimitriou κοινοποίησε μια φωτογραφία του χρήστη Zina Marnezi.

Φωτογραφία: Το Περιπτεράκι  μου 

Έλεγα δεν θα με νοιάξει, καθόλου …ας το γκρεμίσουν ας το κατεδαφίσουν , ας το κάνουν ένα σωρό από μπάζα.  Η απόφαση είχε βγει  από καιρό, να φύγει  από τη μέση να αδειάσει  ο χώρος εδώ μπροστά  στο πεζοδρόμιο μας  Έτσι κι αλλιώς ένα άδειο κουφάρι είχε απομείνει χωρίς αφεντικό , χωρίς εμπόρευμα,  χωρίς ψυχή… Κι ήρθαν προχθές με τη μπουλντόζα και άρχισαν την κατεδάφιση.  Πίστευα  πως δεν άφηνα τα μάτια μου να τρέξουν, ούτε θα ένιωθα εκείνο το ανόητο  τσίμπημα στη καρδιά … κι όμως δεν τα κατάφερα ….   Τέλος  μια εποχής , μιας  εποχής που είχε τελειώσει  από πολύ καιρό και το μόνο που είχε απομείνει ήταν αυτό το άδειο ξύλινο κουφάρι.  Αυτά  τα σάπια πλέον ξύλα που ήταν χτισμένο,   τα είχαν φτιάξει  οι γονείς μου με χίλιες στερήσεις, όταν ήσαν νέοι , νιόπαντροι και ερωτευμένοι. Δούλεψαν και μόχθησαν σκληρά να ορθοποδήσουν σ΄αυτή τη δύσκολη δουλειά που σε κρατάει φυλακισμένο χωρίς καμιά μέρα ανάπαυλας. Εκεί μεγάλωσα κι εγώ από μωρό.  Με έπαιρνε η μάνα μου τυλιγμένη σε μια κουβέρτα και με άφηνε κάτω μέσα σ΄αυτό,  το ένα επί ένα ξύλινο κλουβί. Κι εγώ δούλεψα  εκεί μέσα από εφτά χρόνων παιδάκι, το κρατούσα μόνη μου όταν οι γονείς μου έπρεπε να πάνε στα χτήματα. Μόλις  σχολούσα από το σχολείο εκεί πήγαινα κατ  ευθείαν.  Εκεί διάβαζα, εκεί έτρωγα εκεί ήταν όλη η ζωή μου.  Τα καλοκαίρια ξύπναγα από τα χαράματα για να το ανοίξω να προλάβω τους πρωινούς εργάτες που πήγαιναν στη δουλειά.  Το μεσημέρι  ερχόταν ο μπαμπάς για λίγο να  πάω στα γρήγορα στη θάλασσα για μπάνιο και μετά πάλι στην βάρδια μου. Μικρό παιδί ήμουν και δυσανασχετούσα, γκρίνιαζα και πολλές φορές με έπαιρνε το παράπονο. Κι όμως τότε  δεν καταλάβαινα πόσο τυχερό παιδί ήμουν. Όλα τα είχα εν αφθονία, καραμέλες  τσίχλες σοκολάτες , παγωτά,  τίποτα δεν ζήλεψαν τα μάτια μου που να μη το είχα. Αυτό το περιπτεράκι μας τα έδωσε όλα, από το  φαγητό και τα ρούχα μας μέχρι  τα ποδηλατάκια μας και προπαντός το Σολεξάκι μου που με πήγαινε  όπου ήθελα.  Το πιο σπουδαίο όμως ήταν που άνοιξε  τους ορίζοντες του μυαλού μου. Εκτός  από την καθημερινή κοινωνική επαφή με τους ανθρώπους είχα και το προνόμιο να διαβάζω τα πάντα από τον περιοδικό τύπο και τις εφημερίδες. Θυμάμαι τα περιοδικά εκείνης της εποχής Ρομάντζο, Φαντάζιο, Βεντέτα,  Ντομινό, Θησαυρός,  το Πάνθεον,  η Γυναίκα ο Ταχυδρόμος, τα Επίκαιρα,  όλα τα διάβαζα, είχαν ποικίλη ύλη , νουβέλες σε συνέχειες , διηγήματα, ενδιαφέροντα θέματα για κάθε γούστο και ηλικία.  Ακόμα και τα παιδικά κόμικς ή ο Μικρός Σερίφης που ήταν το αγαπημένο μου, μου έδινε ώθηση στην φαντασία. Όμορφη εποχή , άλλοι καιροί αθώοι και ξένοιαστοι. Είχα τηλέφωνο, είχα κασετόφωνο που έγραφα τα τραγούδια που μ’ άρεσαν από τον αμερικάνικο σταθμό με τις ξένες επιτυχίες, είχα πολλά ερεθίσματα που διαμόρφωσαν το μυαλό και τη φαντασία μου και φυσικά εννοείτε και πολλά φλερτάκια. 

Το  πιο σπουδαίο ήταν η απόλυτη σχέση που είχα με τον πατέρα μου, μια σχέση  θυμού και οργής αλλά κάτω απ’  αυτή την επιφάνεια  βρισκόταν μια σχέση  απέραντης  ΑΓΑΠΗΣ , στοργής και ασφάλειας. Μπορεί να ήμουν ο βράχος  που ξέσπαγε  τα νεύρα του, αλλά μου έδωσε  τα εφόδια της πνευματικής και συναισθηματικής  μου ανάπτυξης γιατί ήταν άνθρωπος  με ανοιχτό και προοδευτικό μυαλό. Θυμάμαι  τα απογεύματα που με κρατούσε να ελέγξει τα μαθήματά  μου, πόσα  πράγματα μου μάθαινε και πόσο προσπαθούσε να διαμορφώσει το χαρακτήρα και την προσωπικότητά μου. 
Τα όνειρά του  να σπουδάσει ο ίδιος δεν ολοκληρώθηκαν γιατί μεγάλωσε σε δύσκολους  καιρούς  και μετά από δυο χρόνια  φοιτητής στην Αθήνα αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη σχολή του.  Κι όλα αυτά που είχε μέσα  στο μυαλό του ήθελε να τα μεταδώσει  σε  μένα. Ένας  περιπτεράς  και αγρότης ήταν ο μπαμπάς μου που η  προσωπικότητα  του άξιζε  όσο  εκατό δασκάλων.       

 Κι ήρθε ο καιρός που η οικογένεια μου άλλαξε ρότα επαγγελματική. Εγώ ήμουν πια κοπέλα  τελείωνα το σχολείο γεμάτη όνειρα και ιδέες για το μέλλον . Το δώσαμε σε άλλον ιδιοκτήτη το περίπτερο. Ένοιωσα τη μεγαλύτερη  χαρά που επιτέλους θα αποφυλακιζόμουν από εκεί μέσα. Δεν λυπήθηκα καθόλου,  αφού και οι φίλοι μου απορούσαν μαζί μου.  «Μα καλά δεν στενοχωριέσαι λίγο ;  Τόσα χρόνια έζησες εκεί μέσα , δεν το πονάς ;  δεν το αγάπησες ;» 
  Με την νεανική μου επιπολαιότητα και ανωριμότητα δεν σκέφτηκα όλα αυτά που μου είχε χαρίσει  και το πρόδωσα. Το πρόδωσα χωρίς τύψεις , χωρίς καμιά ενοχή.  Έκανα και πάρτυ θυμάμαι ….   


 Κι ήρθε  ο καιρός  που η ζωή έκανε το κύκλο της  και το περιπτεράκι ήρθε πάλι  στα χέρια μου.  Μπροστά   στο σπίτι μου ήταν , ευκαιρία να το πάρω αφού το έδινε ο παλιός ιδιοκτήτης .  Υποχρεώσεις δεν είχα , τα παιδιά μου είχαν μεγαλώσει κι εγώ ήθελα να προσφέρω οικονομικά στις σπουδές τους. Ήταν τόσο μεγάλη η χαρά μου, χάιδευα  τα παλιά του ράφια , τη πόρτα και τα ξύλα του. Θυμόμουν τα παλιά ξένοιαστα χρόνια και πίστευα πως θα ήταν πάλι έτσι όπως τότε. Δυστυχώς όμως δεν ήταν έτσι. Οι καιροί είχαν αλλάξει και είχαν δυσκολέψει πολύ . Στα τέσσερα χρόνια που το κράτησα τα είδα όλα . Έζησα  καλές στιγμές αλλά και πολύ άσχημες . Οι καλές ήταν που τελείωσα το πρώτο μου βιβλίο εκεί μέσα .  Το έγραφα σε λατοπ  και τις νύχτες το μετέφερα  στον μεγάλο υπολογιστή .  Έζησα  την εποχή των Ολυμπιακών αγώνων και το πανηγύρι  του Γιούρο τότε που είχαν ξεχυθεί  στους δρόμους με σημαίες , κορναρίσματα και  ενθουσιασμό . Γνώρισα κόσμο, βγήκα  στη βιοπάλη με  αφεντικό τον εαυτό μου.  Οι άσχημες στιγμές όμως ήσαν περισσότερες. Χάλασε η υγεία μου, έπαθαν τα νεύρα μου και τα κόκκαλά μου σκούριασαν από την έγκλειστη ζωή μου εκεί μέσα.  Με λήστεψαν πολλές φορές και  με κτύπησαν.   Η βουή , τα καυσαέρια και τα φρένα  των αυτοκινήτων όργωναν  το μυαλό μου.  Το περιπτεράκι μου με είχε προδώσει , ήταν η σειρά του να με προδώσει έτσι άσπλαχνα όπως κι εγώ τότε  πριν από πολλά χρόνια .  Το άφησα με πόνο και μεγάλη λύπη αλλά δεν γινόταν αλλιώς.  Έπρεπε να αποκαταστήσω την υγεία μου πάνω απ’ όλα .  Και τώρα το βλέπω ένα σωρό από ξύλα, γυαλιά και σκουριασμένα ρολά . Πέθανε  στις 6-6 -2013  και είχε ιστορία   σχεδόν μισού αιώνα χαραγμένη  στα φθαρμένα ξύλα του.   


 Υ Σ  ελπίζω να μη σας κούρασα με τη φλυαρία μου ,αν και είχα πολλά να πω ακόμη, αλλά ένα κόμπος στο λαιμό δεν  μ’ αφήνει.     
9-6- 2013 Ζηνοβία Μαρνέζη


Το Περιπτεράκι μου

Έλεγα δεν θα με νοιάξει, καθόλου …ας το γκρεμίσουν ας το κατεδαφίσουν , ας το κάνουν ένα σωρό από μπάζα. Η απόφαση είχε βγει από καιρό, να φύγει από τη μέση να αδειάσει ο χώρος εδώ μπροστά στο πεζοδρόμιο μας Έτσι κι αλλιώς ένα άδειο κουφάρι είχε απομείνει χωρίς αφεντικό , χωρίς εμπόρευμα, χωρίς ψυχή… Κι ήρθαν προχθές με τη μπουλντόζα και άρχισαν την κατεδάφιση. Πίστευα πως δεν άφηνα τα μάτια μου να τρέξουν, ούτε θα ένιωθα εκείνο το ανόητο τσίμπημα στη καρδιά … κι όμως δεν τα κατάφερα …. Τέλος μια εποχής , μιας εποχής που είχε τελειώσει από πολύ καιρό και το μόνο που είχε απομείνει ήταν αυτό το άδειο ξύλινο κουφάρι. Αυτά τα σάπια πλέον ξύλα που ήταν χτισμένο, τα είχαν φτιάξει οι γονείς μου με χίλιες στερήσεις, όταν ήσαν νέοι , νιόπαντροι και ερωτευμένοι. Δούλεψαν και μόχθησαν σκληρά να ορθοποδήσουν σ΄αυτή τη δύσκολη δουλειά που σε κρατάει φυλακισμένο χωρίς καμιά μέρα ανάπαυλας. Εκεί μεγάλωσα κι εγώ από μωρό. Με έπαιρνε η μάνα μου τυλιγμένη σε μια κουβέρτα και με άφηνε κάτω μέσα σ΄αυτό, το ένα επί ένα ξύλινο κλουβί. Κι εγώ δούλεψα εκεί μέσα από εφτά χρόνων παιδάκι, το κρατούσα μόνη μου όταν οι γονείς μου έπρεπε να πάνε στα χτήματα. Μόλις σχολούσα από το σχολείο εκεί πήγαινα κατ ευθείαν. Εκεί διάβαζα, εκεί έτρωγα εκεί ήταν όλη η ζωή μου. Τα καλοκαίρια ξύπναγα από τα χαράματα για να το ανοίξω να προλάβω τους πρωινούς εργάτες που πήγαιναν στη δουλειά. Το μεσημέρι ερχόταν ο μπαμπάς για λίγο να πάω στα γρήγορα στη θάλασσα για μπάνιο και μετά πάλι στην βάρδια μου. Μικρό παιδί ήμουν και δυσανασχετούσα, γκρίνιαζα και πολλές φορές με έπαιρνε το παράπονο. Κι όμως τότε δεν καταλάβαινα πόσο τυχερό παιδί ήμουν. Όλα τα είχα εν αφθονία, καραμέλες τσίχλες σοκολάτες , παγωτά, τίποτα δεν ζήλεψαν τα μάτια μου που να μη το είχα. Αυτό το περιπτεράκι μας τα έδωσε όλα, από το φαγητό και τα ρούχα μας μέχρι τα ποδηλατάκια μας και προπαντός το Σολεξάκι μου που με πήγαινε όπου ήθελα. Το πιο σπουδαίο όμως ήταν που άνοιξε τους ορίζοντες του μυαλού μου. Εκτός από την καθημερινή κοινωνική επαφή με τους ανθρώπους είχα και το προνόμιο να διαβάζω τα πάντα από τον περιοδικό τύπο και τις εφημερίδες. Θυμάμαι τα περιοδικά εκείνης της εποχής Ρομάντζο, Φαντάζιο, Βεντέτα, Ντομινό, Θησαυρός, το Πάνθεον, η Γυναίκα ο Ταχυδρόμος, τα Επίκαιρα, όλα τα διάβαζα, είχαν ποικίλη ύλη , νουβέλες σε συνέχειες , διηγήματα, ενδιαφέροντα θέματα για κάθε γούστο και ηλικία. Ακόμα και τα παιδικά κόμικς ή ο Μικρός Σερίφης που ήταν το αγαπημένο μου, μου έδινε ώθηση στην φαντασία. Όμορφη εποχή , άλλοι καιροί αθώοι και ξένοιαστοι. Είχα τηλέφωνο, είχα κασετόφωνο που έγραφα τα τραγούδια που μ’ άρεσαν από τον αμερικάνικο σταθμό με τις ξένες επιτυχίες, είχα πολλά ερεθίσματα που διαμόρφωσαν το μυαλό και τη φαντασία μου και φυσικά εννοείτε και πολλά φλερτάκια.

Το πιο σπουδαίο ήταν η απόλυτη σχέση που είχα με τον πατέρα μου, μια σχέση θυμού και οργής αλλά κάτω απ’ αυτή την επιφάνεια βρισκόταν μια σχέση απέραντης ΑΓΑΠΗΣ , στοργής και ασφάλειας. Μπορεί να ήμουν ο βράχος που ξέσπαγε τα νεύρα του, αλλά μου έδωσε τα εφόδια της πνευματικής και συναισθηματικής μου ανάπτυξης γιατί ήταν άνθρωπος με ανοιχτό και προοδευτικό μυαλό. Θυμάμαι τα απογεύματα που με κρατούσε να ελέγξει τα μαθήματά μου, πόσα πράγματα μου μάθαινε και πόσο προσπαθούσε να διαμορφώσει το χαρακτήρα και την προσωπικότητά μου.
Τα όνειρά του να σπουδάσει ο ίδιος δεν ολοκληρώθηκαν γιατί μεγάλωσε σε δύσκολους καιρούς και μετά από δυο χρόνια φοιτητής στην Αθήνα αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη σχολή του. Κι όλα αυτά που είχε μέσα στο μυαλό του ήθελε να τα μεταδώσει σε μένα. Ένας περιπτεράς και αγρότης ήταν ο μπαμπάς μου που η προσωπικότητα του άξιζε όσο εκατό δασκάλων.

Κι ήρθε ο καιρός που η οικογένεια μου άλλαξε ρότα επαγγελματική. Εγώ ήμουν πια κοπέλα τελείωνα το σχολείο γεμάτη όνειρα και ιδέες για το μέλλον . Το δώσαμε σε άλλον ιδιοκτήτη το περίπτερο. Ένοιωσα τη μεγαλύτερη χαρά που επιτέλους θα αποφυλακιζόμουν από εκεί μέσα. Δεν λυπήθηκα καθόλου, αφού και οι φίλοι μου απορούσαν μαζί μου. «Μα καλά δεν στενοχωριέσαι λίγο ; Τόσα χρόνια έζησες εκεί μέσα , δεν το πονάς ; δεν το αγάπησες ;»
Με την νεανική μου επιπολαιότητα και ανωριμότητα δεν σκέφτηκα όλα αυτά που μου είχε χαρίσει και το πρόδωσα. Το πρόδωσα χωρίς τύψεις , χωρίς καμιά ενοχή. Έκανα και πάρτυ θυμάμαι ….


Κι ήρθε ο καιρός που η ζωή έκανε το κύκλο της και το περιπτεράκι ήρθε πάλι στα χέρια μου. Μπροστά στο σπίτι μου ήταν , ευκαιρία να το πάρω αφού το έδινε ο παλιός ιδιοκτήτης . Υποχρεώσεις δεν είχα , τα παιδιά μου είχαν μεγαλώσει κι εγώ ήθελα να προσφέρω οικονομικά στις σπουδές τους. Ήταν τόσο μεγάλη η χαρά μου, χάιδευα τα παλιά του ράφια , τη πόρτα και τα ξύλα του. Θυμόμουν τα παλιά ξένοιαστα χρόνια και πίστευα πως θα ήταν πάλι έτσι όπως τότε. Δυστυχώς όμως δεν ήταν έτσι. Οι καιροί είχαν αλλάξει και είχαν δυσκολέψει πολύ . Στα τέσσερα χρόνια που το κράτησα τα είδα όλα . Έζησα καλές στιγμές αλλά και πολύ άσχημες . Οι καλές ήταν που τελείωσα το πρώτο μου βιβλίο εκεί μέσα . Το έγραφα σε λατοπ και τις νύχτες το μετέφερα στον μεγάλο υπολογιστή . Έζησα την εποχή των Ολυμπιακών αγώνων και το πανηγύρι του Γιούρο τότε που είχαν ξεχυθεί στους δρόμους με σημαίες , κορναρίσματα και ενθουσιασμό . Γνώρισα κόσμο, βγήκα στη βιοπάλη με αφεντικό τον εαυτό μου. Οι άσχημες στιγμές όμως ήσαν περισσότερες. Χάλασε η υγεία μου, έπαθαν τα νεύρα μου και τα κόκκαλά μου σκούριασαν από την έγκλειστη ζωή μου εκεί μέσα. Με λήστεψαν πολλές φορές και με κτύπησαν. Η βουή , τα καυσαέρια και τα φρένα των αυτοκινήτων όργωναν το μυαλό μου. Το περιπτεράκι μου με είχε προδώσει , ήταν η σειρά του να με προδώσει έτσι άσπλαχνα όπως κι εγώ τότε πριν από πολλά χρόνια . Το άφησα με πόνο και μεγάλη λύπη αλλά δεν γινόταν αλλιώς. Έπρεπε να αποκαταστήσω την υγεία μου πάνω απ’ όλα . Και τώρα το βλέπω ένα σωρό από ξύλα, γυαλιά και σκουριασμένα ρολά . Πέθανε στις 6-6 -2013 και είχε ιστορία σχεδόν μισού αιώνα χαραγμένη στα φθαρμένα ξύλα του.


Υ Σ ελπίζω να μη σας κούρασα με τη φλυαρία μου ,αν και είχα πολλά να πω ακόμη, αλλά ένα κόμπος στο λαιμό δεν μ’ αφήνει.
9-6- 2013 Ζηνοβία Μαρνέζη

Δημοφιλείς αναρτήσεις