Ο Κόρμακ Μακ Κάρθυ αποδείχθηκε προφητικός στα μυθιστορήματά του.
kathimerini.gr
Ενας διορατικός συγγραφέας
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΣΚΑΛΙΔΗ
Ο Αμερικανός συγγραφέας Κόρμακ Μακ Κάρθυ.
«Αυτά που πίστευα δεν υπάρχουν πια. Κι
ούτε είμαι ανόητος να προσποιούμαι ότι εξακολουθούν να υπάρχουν. Ο
δυτικός πολιτισμός έγινε στάχτη στα καμίνια του Νταχάου, αλλά εγώ ήμουν
τόσο γοητευμένος μαζί του που δεν μπορούσα να δω την αλήθεια. Τώρα πια
βλέπω», λέει ο λευκός, ο ήρωας του Κόρμακ Μακ Κάρθυ στο θεατρικό του
«The Sunset Limited» (εκδ. Ευρασία, 2012, μετάφραση: Αντώνης Πέρης).
Ηταν ένα έργο του μεγάλου δημιουργού που είδε το φως πάνω στο σανίδι το
2006, λίγο πριν ξεσπάσει η μεγάλη διεθνής χρηματοπιστωτική, οικονομική
και κοινωνική κρίση. Εγινε ταινία το 2011 με σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή
τον Τόμι Λι Τζόουνς και συμπρωταγωνιστή τον Σάμιουελ Τζάκσον.
Οπως όλα τα μεγάλα έργα του Αμερικανού συγγραφέα την τελευταία δεκαετία βρήκε τον δρόμο προς τις κινηματογραφικές αίθουσες και σάρωσε. Κοινό και κριτικούς. Ο επίμονος αυτός εργάτης της λογοτεχνίας κινήθηκε μια ζωή στο περιθώριο της λάμψης, σκάβοντας αργά και βασανιστικά το μεγάλο του ταλέντο. Η δικαίωση άργησε, αλλά ήρθε· καταιγιστική. Ο Κόρμακ Μακ Κάρθυ μένοντας στη σκιά για χρόνια και δουλεύοντας ακούραστα, μπόρεσε να αφουγκραστεί τον κόσμο που ερχόταν. Τον κόσμο της ήττας και της καταστροφής. Που στην αρχή έμοιαζε λογοτεχνικό σκηνικό, όμως δεν ήταν και τόσο. «Ο δρόμος» του (εκδ. Καστανιώτη, 2007, μετάφραση: Αύγουστος Κορτώ) είχε σταθεί πιο προφητικός από οποιοδήποτε έργο. Η κρίση που επακολούθησε, πρώτα στις Ηνωμένες Πολιτείες με είκοσι εκατομμύρια άστεγους και πόσα εκατομμύρια ανέργους ύστερα σε ολόκληρο τον κόσμο και ιδίως στη Γηραιά Ηπειρο, επιβεβαίωσε την αίσθηση του ερειπωμένου παλιού κόσμου, την ψυχολογία του επιζήσαντος μιας ιστορικής κατάρρευσης. Τα καμένα τοπία ήταν οι ρημαγμένες ζωές του καθενός από μας. Η δουλειά που χάθηκε, το σπίτι που απωλέσθη, η ζωή που δεν κυλούσε πια με τους συνήθεις ρυθμούς της. Η απειλή δεν ερχόταν τόσο απέξω όσο από μέσα μας. Από τη στάχτη της ψυχής μας. Το όνειρο δεν υπήρχε πια.
Αγριότητα
Εκείνη η αγριότητα που αναδύθηκε στο μυθιστόρημά του «Ματωμένος μεσημβρινός», το 1985, που εκδόθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες (εκδ. Καστανιώτη, 2011, μετάφραση: Αύγουστος Κορτώ), τελικά θα ήταν πιο νωπή από ποτέ το 2014. Τώρα που οι πόλεμοι δεν γίνονται για τα σκαλπ των Ινδιάνων, αλλά τα δεκατετράχρονα αγόρια –σε μέρη του πλανήτη όπως η Γάζα– συνεχίζουν να ζουν μέσα στον κόσμο της φρίκης, της βίας και της φαυλότητας. Γιατί υπάρχει μεγαλύτερη φαυλότητα και ύβρις από τα παιδιά που παραδίδονται στις φλόγες του θανάτου; Και μάλιστα στο όνομα της Ιστορίας;
Ο Κόρμακ Μακ Κάρθυ είχε νιώσει από νωρίς το αδιέξοδο του δυτικού πολιτισμού. Ο ορθολογισμός δεν μας οδήγησε αενάως στην ευημερία, την ευτυχία, την ανάπτυξη, την ελευθερία. Γράφοντας πάντα για τη ζωή και τον θάνατο, ο Μακ Κάρθυ ακροβατεί πάνω στο τεντωμένο σχοινί της αιωνιότητας. Κάτω χάσκει η σκοτεινή άβυσσος. Καταφέρνει να δημιουργήσει μια μοναδική πατρίδα για όλους τους μελλοθάνατους: τη λογοτεχνία. Μέσα από το χυμένο αίμα και τα αποκαΐδια, μέσα από τις επικών διαστάσεων δυστοπίες του, ο συγγραφέας καταφέρνει να ανασύρει μια όαση: Την ανθρώπινη ανάσα. Και κάνει όλη την ανθρωπότητα να αναπνεύσει μέσα από τον μπαρουτοκαπνισμένο κόσμο της βίας. Η ζωή είναι τόσο εύκολο να αφαιρεθεί, που αξίζει να τη ρουφήξεις όλη τώρα. Οχι μετά. Τώρα. Μέσα στο καμίνι που βρίσκεσαι. Μέσα στην καταστροφή, αλλά εσύ ανασαίνεις ακόμα. Αυτό είναι το χρυσάφι που επιζεί στην άγρια σημερινή δύση. Η αναπνοή. Δεν αξίζει να τη χαραμίζεις.
Έντυπη
Οπως όλα τα μεγάλα έργα του Αμερικανού συγγραφέα την τελευταία δεκαετία βρήκε τον δρόμο προς τις κινηματογραφικές αίθουσες και σάρωσε. Κοινό και κριτικούς. Ο επίμονος αυτός εργάτης της λογοτεχνίας κινήθηκε μια ζωή στο περιθώριο της λάμψης, σκάβοντας αργά και βασανιστικά το μεγάλο του ταλέντο. Η δικαίωση άργησε, αλλά ήρθε· καταιγιστική. Ο Κόρμακ Μακ Κάρθυ μένοντας στη σκιά για χρόνια και δουλεύοντας ακούραστα, μπόρεσε να αφουγκραστεί τον κόσμο που ερχόταν. Τον κόσμο της ήττας και της καταστροφής. Που στην αρχή έμοιαζε λογοτεχνικό σκηνικό, όμως δεν ήταν και τόσο. «Ο δρόμος» του (εκδ. Καστανιώτη, 2007, μετάφραση: Αύγουστος Κορτώ) είχε σταθεί πιο προφητικός από οποιοδήποτε έργο. Η κρίση που επακολούθησε, πρώτα στις Ηνωμένες Πολιτείες με είκοσι εκατομμύρια άστεγους και πόσα εκατομμύρια ανέργους ύστερα σε ολόκληρο τον κόσμο και ιδίως στη Γηραιά Ηπειρο, επιβεβαίωσε την αίσθηση του ερειπωμένου παλιού κόσμου, την ψυχολογία του επιζήσαντος μιας ιστορικής κατάρρευσης. Τα καμένα τοπία ήταν οι ρημαγμένες ζωές του καθενός από μας. Η δουλειά που χάθηκε, το σπίτι που απωλέσθη, η ζωή που δεν κυλούσε πια με τους συνήθεις ρυθμούς της. Η απειλή δεν ερχόταν τόσο απέξω όσο από μέσα μας. Από τη στάχτη της ψυχής μας. Το όνειρο δεν υπήρχε πια.
Αγριότητα
Εκείνη η αγριότητα που αναδύθηκε στο μυθιστόρημά του «Ματωμένος μεσημβρινός», το 1985, που εκδόθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες (εκδ. Καστανιώτη, 2011, μετάφραση: Αύγουστος Κορτώ), τελικά θα ήταν πιο νωπή από ποτέ το 2014. Τώρα που οι πόλεμοι δεν γίνονται για τα σκαλπ των Ινδιάνων, αλλά τα δεκατετράχρονα αγόρια –σε μέρη του πλανήτη όπως η Γάζα– συνεχίζουν να ζουν μέσα στον κόσμο της φρίκης, της βίας και της φαυλότητας. Γιατί υπάρχει μεγαλύτερη φαυλότητα και ύβρις από τα παιδιά που παραδίδονται στις φλόγες του θανάτου; Και μάλιστα στο όνομα της Ιστορίας;
Ο Κόρμακ Μακ Κάρθυ είχε νιώσει από νωρίς το αδιέξοδο του δυτικού πολιτισμού. Ο ορθολογισμός δεν μας οδήγησε αενάως στην ευημερία, την ευτυχία, την ανάπτυξη, την ελευθερία. Γράφοντας πάντα για τη ζωή και τον θάνατο, ο Μακ Κάρθυ ακροβατεί πάνω στο τεντωμένο σχοινί της αιωνιότητας. Κάτω χάσκει η σκοτεινή άβυσσος. Καταφέρνει να δημιουργήσει μια μοναδική πατρίδα για όλους τους μελλοθάνατους: τη λογοτεχνία. Μέσα από το χυμένο αίμα και τα αποκαΐδια, μέσα από τις επικών διαστάσεων δυστοπίες του, ο συγγραφέας καταφέρνει να ανασύρει μια όαση: Την ανθρώπινη ανάσα. Και κάνει όλη την ανθρωπότητα να αναπνεύσει μέσα από τον μπαρουτοκαπνισμένο κόσμο της βίας. Η ζωή είναι τόσο εύκολο να αφαιρεθεί, που αξίζει να τη ρουφήξεις όλη τώρα. Οχι μετά. Τώρα. Μέσα στο καμίνι που βρίσκεσαι. Μέσα στην καταστροφή, αλλά εσύ ανασαίνεις ακόμα. Αυτό είναι το χρυσάφι που επιζεί στην άγρια σημερινή δύση. Η αναπνοή. Δεν αξίζει να τη χαραμίζεις.