Δευτέρα 3 Σεπτεμβρίου 2018

Κ ΚΑΝΑΡΗΣ

Αποτέλεσμα εικόνας για Κ ΚΑΝΑΡΗΣ
             
 Κ ΚΑΝΑΡΗΣ (Ψαρά 1793 ή 1795 – Αθήνα 2 Σεπτεμβρίου 1877)

Ο Κων/νος Κανάρης (1793-1877) ήταν ο μεγαλύτερος πυρπολητής του 1821 και ο σπουδαιότερος ήρωας όλων των θαλασσών.

Γεννήθηκε στα Ψαρά και από μικρός δούλευε στα καράβια συγγενών του. Το 1820 έγινε κυβερνήτης ενός μικρού εμπορικού πλοίου. Όταν ξέσπασε η Επανάσταση, κατατάχτηκε σαν πυρπολητής.

Στις 6 Ιουνίου του 1822 έκαψε στη Χίο την τουρκική ναυαρχίδα μαζί με 2286 ναύτες και το ναύαρχό της τον Καρά Αλή. Τον Οκτώβρη του ίδιου χρόνου έκαψε την υποναυαρχίδα του τουρκικού στόλου και το 1824 δυο καράβια του Χοσρέφ Πασά. Το 1825 αποφάσισε να καταστρέψει με πυρπολικά τον αιγυπτιακό στόλο στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, αλλά απέτυχε.

Είχε την τύχη να ζήσει και να δει την Ελλάδα ελεύθερη. Έγινε Υπουργός Ναυτικών και το 1877 λίγο πριν πεθάνει, Πρωθυπουργός. Ο "ναύαρχος" όπως τον αποκαλούσε ο λαός , πέθανε επί των επάλξεων της πολιτικής στις 2 Σεπτεμβρίου 1877 και κηδεύτηκε με
μεγαλοπρέπεια στο Α΄νεκροταφείο.

ΑΠΟ http://anthoulaki.blogspot.gr/

Γεωτρόπιο 4

- Το Σινικό Τείχος Η Μεγάλη του Γένους Σχολή Ανκόνα Η Γεωργία στο Νεπάλ Το Ταζ Μαχάλ στην Ινδία Η παλαιότερη σωζόμενη πύλη του Άμστερνταμ







Για μεγέθυνση πατάτε ροδάκι και ανοίγει νέα καρτέλα με φακό +-
Το Σινικό Τείχος 
Η Μεγάλη του Γένους Σχολή
Ανκόνα
Η Γεωργία στο Νεπάλ
Το Ταζ Μαχάλ στην Ινδία
Η παλαιότερη σωζόμενη πύλη του Άμστερνταμ
                                             
τεύχος 74

ΤΟ ΥΠΟΓΕΙΟ ΠΟΥ ΟΝΕΙΡΕΥΟΤΑΝ του Δημήτρη Γραμμένου *


πηγή: http://www.onestory.gr/post/30790916468

ΤΟ ΥΠΟΓΕΙΟ ΠΟΥ ΟΝΕΙΡΕΥΟΤΑΝ

του Δημήτρη Γραμμένου *
.
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα μικρό υπόγειο. Μόνο που το υπόγειο αυτό δεν ήταν σαν τα άλλα. Το υπόγειο αυτό ονειρευόταν. Μα, θα μου πείτε τώρα, τι μπορεί να ονειρεύεται ένα υπόγειο; Ε, λοιπόν, πολλά και διάφορα. Αλλά για να καταλάβετε καλύτερα τα όνειρά του, θα πρέπει μάλλον να σας πω πρώτα δυο-τρία πραγματάκια γι’ αυτό.
Το υπόγειο της ιστορίας μας ήταν ένα μικρό – όχι πάνω από είκοσι τετραγωνικά – δωματιάκι, στη βάση μιας παλιάς, πενταόροφης πολυκατοικίας στην πιο κακόφημη συνοικία της πόλης. Για να είμαι ακριβής, ήταν ένα ημι-υπόγειο, ή τουλάχιστον έτσι το διαφήμιζαν οι ιδιοκτήτες του στις μικρές αγγελίες, αφού ψηλά, εκεί όπου ένας από τους τέσσερις γκρίζους τοίχους του συναντούσε το ταβάνι, υπήρχε ένα μακρόστενο παραθυράκι με κοντούλικα σκουριασμένα κάγκελα. Στην είσοδό του, μια ηλικιωμένη πόρτα κρατιόταν με το ζόρι στους ξεχαρβαλωμένους μεντεσέδες της, και, σαν ιδιότροπη γεροντοκόρη, φρόντιζε να κρατά καλά τις αποστάσεις της από το βρώμικο τσιμεντένιο πάτωμα, αφήνοντας ένα κενό τουλάχιστον δέκα εκατοστών. Εδώ ίσως πρέπει να αναφέρω ότι το πάτωμα δεν είχε πάντοτε αυτά τα χάλια. Στα νιάτα του ήταν καλυμμένο από πολύχρωμα πλαστικά πλακάκια, μα τώρα είχαν ξεκολλήσει τόσα πολλά που έμοιαζε με παράξενη σκακιέρα σχεδιασμένη από κάποιον μοντέρνο καλλιτέχνη. Σε μια γωνιά, απέναντι από την πόρτα, ήταν στριμωγμένο το μπάνιο. Ένα τετράγωνο κουτί από γυψοσανίδα, όχι πολύ μεγαλύτερο από μια δίφυλλη ντουλάπα. Εκεί βρισκόταν και η μοναδική – για όλες τις χρήσεις – βρύση του δωματίου, αφού κουζίνα δεν υπήρχε. Ο νεροχύτης, ο οποίος είχε προ πολλού εγκαταλείψει άνανδρα το πόστο του, είχε αντικατασταθεί από έναν στραβοκομμένο γκαζοτενεκέ που κρεμόταν πάνω από την πάλαι ποτέ λευκή και νυν κιτρινισμένη γυμνή λεκάνη της τουαλέτας.
Άθλιο, θλιβερό, χάλια, απαίσιο… Αυτές είναι μόνο λίγες από τις λέξεις που αναφωνούσαν μόλις το έβλεπαν οι υποψήφιοι ενοικιαστές. Πολύ το πλήγωναν το μικρό υπόγειο όλες αυτές οι άσχημες κουβέντες. Πιο πολύ κι από το σαράκι που του κατέτρωγε μέρα με τη μέρα τα σωθικά κι από τα βρωμερά ποντίκια που τρυπούσαν κάθε τόσο τα ντουβάρια του για να φτιάξουν τις φωλιές του.
Κι επειδή ήταν έτσι όπως ήταν, τον πιο πολύ καιρό τον περνούσε ολομόναχο. Σπάνια βρισκόταν κάποιος που θα έμενε, έστω και για κάνα-δυο μήνες, μέσα του για να του κάνει λίγη παρέα. Στην πρώτη ευκαιρία, ή μόλις έφτιαχνε έστω και λίγο ο καιρός, όλοι έφευγαν. Έτσι, το υπόγειο είχε πολύ ησυχία – που εδώ που τα λέμε δεν του άρεσε καθόλου – και όλο τον απαραίτητο χρόνο στη διάθεσή του για να ονειρεύεται. Και δε χρειαζόταν καν να κλείσει τα μάτια του. Ήταν τόσο σκοτεινό και ανήλιαγο που συνήθως δε μπορούσε να δει ούτε τη μύτη του. Μόνο λίγες φορές, σπάνια – πολύ σπάνια, ξεθάρρευε κάποια περίεργη ηλιαχτίδα κι έμπαινε στο εσωτερικό του. Τότε, μόλις το υπόγειο φωτιζόταν, έβλεπε τα χάλια του και μελαγχολούσε για μέρες. Μελαγχολούσε τόσο πολύ που ξεχνούσε ακόμα και να ονειρευτεί.
Τα πρώτα χρόνια, του άρεσε να ονειρεύεται ότι ήταν ρετιρέ. Ένα μεγάλο διαμπερές ρετιρέ στον εικοστό πρώτο όροφο μιας πανάκριβης πολυκατοικίας, στα δυτικά προάστια. Μέσα του έμενε κάποιος πολύ διάσημος ζωγράφος και είχε γεμίσει τους τοίχους του με υπέροχους πίνακες, ή μια ντίβα του κινηματογράφου που το είχε στολίσει με καλλιτεχνικές φωτογραφίες της και χρυσά βραβεία, ή , καμιά φορά, και οι δυο μαζί γιατί είχαν στο μεταξύ γνωριστεί και είχαν γίνει ζευγάρι.
Μετά από μερικά χρόνια όμως, το μικρό υπόγειο βαρέθηκε αυτό το όνειρο κι έψαξε να βρει άλλα. Άρχισε λοιπόν να παρακολουθεί μέσα από τα κάγκελα του παραθύρου τα παπούτσια των λιγοστών περαστικών που περνούσαν από το σπασμένο πεζοδρόμιο. Συνήθως βέβαια τα παπούτσια ήταν λερωμένα και φθαρμένα κι αυτό δεν του άφηνε και πολλά περιθώρια για ονειροπολήσεις. Που και που όμως περνούσε κάποιο καλογυαλισμένο ζευγάρι ανδρικά σκαρπίνια ή τίποτα ολοκαίνουργα γυναικεία γοβάκια που έκαναν τη φαντασία του να οργιάζει. Τι δεξιώσεις, τι γκαλά, τι απίστευτα πάρτι γινόταν στα όνειρά του. Πότε είχε σαλόνι με πάτωμα από σπάνιο μάρμαρο και πιάνο με ουρά, πότε αίθουσα χορού με ξύλινο παρκέ και πότε βεράντα με θέα τη θάλασσα, το πάρκο ή την κεντρική πλατεία. Μια φορά, είχε σταθεί έξω από το παράθυρο ένας μικρός ζητιάνος που γρατζουνούσε αδέξια ένα μισοδιαλυμένου βιολί. Εκείνο το βράδυ το υπόγειο είχε μετατραπεί σε υπέρλαμπρο θέατρο με αμέτρητα λαμπιόνια που σειόταν από το βροντερό χειροκρότημα των θεατών. 
Κάποιον χειμώνα, ένα γέρικο καναρίνι το ‘σκασε από το κλουβί του και βρήκε καταφύγιο στο υπόγειο. Για τρεις ολόκληρες μέρες, κάθε φορά που άκουγε το κελάηδημα του πουλιού, το υπόγειο γινόταν λιβάδι καταπράσινο, πνιγμένο από πολύχρωμα λουλούδια και ψηλά δέντρα γεμάτα ζωή και λαχταριστούς καρπούς. Την τέταρτη μέρα όμως, το καναρίνι έπαψε να κελαηδά και να πεταρίζει και ν’ ανασαίνει. Και το υπόγειο πέρασε όλον τον υπόλοιπο χειμώνα δίχως ούτε ένα τοσοδά ονειράκι. 
Καθώς τα χρόνια περνούσαν, το υπόγειο έμαθε να χρειάζεται όλο και πιο λίγα για να ονειρευτεί. Έτσι, όταν η υγρασία ζωγράφιζε περίεργα σχέδια στους τοίχους, αυτό ονειρευόταν ότι είχε έρθει ένα τσούρμο παιδιά με κόκκινα μάγουλα γεμάτα φακίδες και χαμογελαστά πρόσωπα και με τα κέρινα κραγιόνια τους το στόλισαν για να του δείξουν την αγάπη τους. Ακόμη και τότε που χάλασε η βρύση κι άρχισε να στάζει ρυθμικά πάνω στο γκαζοτενεκέ, πολύ το είχε ευχαριστηθεί. Φανταζόταν ότι χτυπούσε αδιάκοπα κόσμος την πόρτα του, που στο όνειρό του ήταν στιβαρή και βαριά, φτιαγμένη από μασίφ δρύινο ξύλο με όμορφες σκαλισμένες φιγούρες. Γιατί, μόνο μια τέτοια πόρτα άρμοζε σ’ ένα σημαντικό δωμάτιο σαν κι αυτό – δεν ήταν και πολύ σίγουρο βέβαια τι ακριβώς ήταν, αλλά μάλλον κάποιο υπουργείο ή ίσως και το σπίτι του Δημάρχου, αφού ο κόσμος έκανε ατελείωτες ουρές, λαχταρώντας πως και πως να περάσει στο εσωτερικό του.
Τέλος, υπήρχε το όνειρο της Κυριακής! Κάποιες Κυριακές, όταν είχε τα κέφια του, το υπόγειο φορούσε τα καλά του και γινόταν ένας μεγαλοπρεπής ναός – όχι πάντα της ίδιας θρησκείας, μερικές φορές και πολλών διαφορετικών ταυτόχρονα! Οι πολυάριθμοι πιστοί προσέρχονταν με ευλάβεια κι έμπαιναν μέσα του με χαμηλωμένο το κεφάλι, ψιθυρίζοντας προσευχές, παρακλήσεις και συγνώμες. Κάποιοι έβγαζαν πρώτα τα παπούτσια τους, κάποιοι άλλοι έκαναν το σταυρό τους, μερικοί κάθονταν σε περίεργες στάσεις πάνω στο ξύλινο πάτωμα, ενώ άλλοι έφερναν μαζί τους πολύτιμα δώρα κι αφιερώματα. Η ατμόσφαιρα ήταν βαριά από τους πηχτούς αρωματισμένους καπνούς και τα ζεστά χνώτα του πλήθους. Το καθαρό χρυσάφι στις τοιχογραφίες, τα εικονίσματα ή τα αγάλματα, ανάλογα με την περίσταση, λαμπύριζε σα χιλιάδες αστέρια στο αντιφέγγισμα των αμέτρητων κεριών.
Βέβαια, όπως σας είπα και πιο πριν, το υπόγειο δεν ήταν πάντα μόνο του. Ορισμένες – λίγες – φορές, υπήρχαν άνθρωποι που έμεναν εκεί. Μόνο που αυτοί δεν το έκαναν ποτέ να ονειρεύεται. Ποιος ξέρει άραγε γιατί. Ίσως επειδή ήταν βρώμικοι και άσχημοι. Ή ίσως πάλι γιατί ήταν ταλαιπωρημένοι – πιο πολύ και από το ίδιο. Ή ακόμη κι επειδή συνήθως δεν ήθελαν να το βλέπουν. Κι έτσι δεν ήθελε να τους βλέπει ούτε κι αυτό. Ναι, ναι αυτό ήταν βέβαιο. Προτιμούσε να είναι μόνο του.
Έτσι λοιπόν πάνω-κάτω περνούσαν τα χρόνια του. Πότε γεμάτα όνειρα, πότε βουτηγμένα στη μελαγχολία και πότε εντελώς κενά. Όπως περίπου περνάν και τα χρόνια των ανθρώπων. 
Μέχρι εκείνη τη μέρα. Τη μέρα που η πόρτα του γκρεμίστηκε μονομιάς κι έπεσε στο πάτωμα σηκώνοντας ένα μεγάλο σύννεφο σκόνης. Το υπόγειο ούρλιαξε από πόνο καθώς ένιωσε ένα κομμάτι του να ξεριζώνεται. Με ανάμεικτα συναισθήματα φόβου και οργής είδε δυο πλάσματα – που όμοια τους δεν είχε ξαναδεί – να περνάνε το κατώφλι του. Ήταν ένα αγόρι κι ένα κορίτσι – μα όχι σαν αυτά που συνήθιζαν να μένουν εκεί. Ήταν νέα και όμορφα, πολύ όμορφα και ,καθώς ξεπρόβαλαν μέσα από το σύννεφο, έμοιαζαν με αγγελούδια που κατέβηκαν για λίγο στη Γη. Το δωμάτιο τσιμπήθηκε για να βεβαιωθεί ότι δεν ονειρευόταν. Όχι, όχι ήταν αλήθεια. Και δεν ήταν και Κυριακή.
«Τώρα γιατί το έκανες αυτό ρε μαλάκα; Κάποιος μπορεί να μας άκουσε,» είπε θυμωμένο το κορίτσι.
«Μην ανησυχείς, μωρό μου. Δεν υπάρχει κανείς τριγύρω, το έχω ψάξει. Το κτίριο είναι εγκαταλειμμένο εδώ και χρόνια» απάντησε το αγόρι κι άναψε ένα κλεφτοφάναρο. 
«Εδώ λοιπόν θα ζήσουμε το όνειρό μας!» είπε χαρούμενα το κορίτσι εξετάζοντας τον άδειο χώρο στο μισοσκόταδο.
Το υπόγειο δε μπορούσε να πιστέψει στ’ αυτιά του. Πρώτη φορά μιλούσε κάποιος με τρυφερά λόγια γι’ αυτό. Αυτό ήταν αρκετό για ν’ αρχίσει να ονειρεύεται, μα το καθυστερούσε όσο πιο πολύ γινόταν, γιατί – για πρώτη φορά στη ζωή του – δεν ήθελε να χάσει την επαφή του με την πραγματικότητα.
Το κορίτσι ξεκούμπωσε νωχελικά την μπλούζα του, μένοντας γυμνό από τη μέση και πάνω. Το αγόρι έβγαλε το μπουφάν του και το άπλωσε στο πάτωμα. Το κορίτσι κάθισε πάνω κι ακούμπησε την πλάτη του στον κρύο τοίχο. Το υπόγειο αναρίγησε στο άγγιγμα της μαλακής επιδερμίδας. Το αγόρι κάθισε δίπλα στο κορίτσι και το πήρε αγκαλιά. «Είσαι έτοιμη για το ταξίδι μας;» του ψιθύρισε στ’ αυτί. Το κορίτσι έγνεψε ναι και φιλήθηκαν στο στόμα. Ύστερα, το αγόρι ψηλάφισε την τσέπη του μπουφάν κι έβγαλε κάτι από μέσα. Το υπόγειο δεν ήξερε τι ήταν αυτό, μα είδε καθαρά ότι το κάρφωσε πρώτα στο χέρι του κοριτσιού κι ύστερα στο δικό του. Και μετά έγινε σιωπή.
«Πετάω, μωρό μου, πετάω! Με βλέπεις;» ρώτησε με φωνή που έτρεμε το αγόρι.
«Ναι αγάπη μου, δίπλα σου είμαι! Και είναι υπέροχα! Για κοίτα… Κοίτα πόσο όμορφα είναι όλα από εδώ ψηλά! Σαν όνειρο, το δικό μας όνειρο!» απάντησε εκστασιασμένο το κορίτσι.
«Θεέ μου, δεν το πιστεύω! Ονειρεύονται!» σκέφτηκε ενθουσιασμένο το υπόγειο. «Επιτέλους από εδώ και μπρος δε θα ονειρεύομαι μόνο.» Έκλεισε λοιπόν κι αυτό τα μάτια και τους ακολούθησε στ’ όνειρό τους.
Εκείνο το βράδυ, οι τρεις τους ταξίδεψαν σε απίστευτα μέρη, όπου το δωμάτιο άλλαζε συνεχώς μορφή και σχήμα, σαν τις πολύχρωμες εικόνες στα καλειδοσκόπια των μικρών παιδιών. Πότε γινόταν παλάτι, πότε παραδεισένιο νησί, πότε έναστρος ουρανός, μέχρι και διαστημόπλοιο έγινε!
Το επόμενο πρωί, το δωμάτιο ξύπνησε πρώτο. Όταν αντίκρισε τα δυο παιδιά να κοιμούνται αγκαλιασμένα πάνω στο μπουφάν, δάκρυσε από συγκίνηση. Τι νύχτα κι αυτή! Τώρα πια, δεν έβλεπε την ώρα που θα ξυπνούσαν, για να ονειρευτεί ξανά μαζί τους. Μέχρι και το μικρό του παραθυράκι του προσπάθησε να τεντώσει όσο πιο πολύ μπορούσε μπας και τρύπωνε καμιά ηλιαχτίδα να τους ξυπνήσει μια ώρα αρχύτερα. Η μέρα όμως έξω ήταν μουντή και μαύρη. Έτσι λοιπόν, δεν είχε άλλη επιλογή από το να περιμένει.
«ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΕΚΚΕΝΩΣΤΕ ΑΜΕΣΑ ΤΟ ΚΤΗΡΙΟ!» ακούστηκε να ουρλιάζει μια βραχνή φωνή μέσα από μια ντουντούκα. «ΣΕ ΔΕΚΑ ΛΕΠΤΑ ΑΡΧΙΖΕΙ Η ΚΑΤΕΔΑΦΙΣΗ!»
Το υπόγειο δε μπορούσε να καταλάβει τι είχε κάνει και του φώναζαν έτσι άγρια πρωί-πρωί, αλλά στην αρχή χάρηκε γιατί σκέφτηκε ότι η φασαρία θα ξυπνούσε τα παιδιά.
«ΠΕΝΤΕ ΛΕΠΤΑ!», ακούστηκε ξανά η φωνή.
Τα παιδιά παρέμειναν ασάλευτα στη θέση τους. 
«ΕΞΗΝΤΑ ΔΕΥΤΕΡΟΛΕΠΤΑ!», στρίγκλισε η ντουντούκα.
Για κάποιο ανεξήγητο λόγο, το υπόγειο θυμήθηκε ξαφνικά το καναρίνι κι αισθάνθηκε ένα κόμπο να του δένει το λαιμό.
«ΠΕΝΤΕ… ΤΕΣΣΕΡΑ…ΤΡΙΑ…ΔΥΟ…ΕΝΑ!»
Η σιδερένια μπάλα χτύπησε με δύναμη την πολυκατοικία. Το υπόγειο ένιωσε τη γη να τρέμει κάτω από τα πόδια του. Ακολούθησε κι άλλο χτύπημα. Ένας μεγάλος σωρός από μπάζα έπεσε με φόρα πάνω στην πλάτη του. Το υπόγειο έβαλε τα δυνατά του για να τα κρατήσει μακριά από τα παιδιά, αλλά τα χρόνια του δε βοηθούσαν. Στο τρίτο χτύπημα ένιωσε τις δυνάμεις του να το εγκαταλείπουν. Έκλεισε λοιπόν τα μάτια κι αφέθηκε στη μοίρα του…
Το επόμενο χτύπημα μετέτρεψε το υπόγειο σε μια άμορφη μάζα που άρχισε να πέφτει σαν γκρίζα βροχή πάνω στα σώματα των παιδιών. Μα, καθώς έπεφτε, το υπόγειο άνοιξε διάπλατα τα χέρια του σε μιαν απέραντη αγκαλιά κι έκρυψε βαθιά μέσα στα στήθη του τα δυο παιδιά. Και τότε, προς μεγάλη του έκπληξη, ανακάλυψε ότι αυτό ήταν τελικά που ονειρευόταν πραγματικά να γίνει σε όλη του τη ζωή!
.
O Δημήτρης Γραμμένος γεννήθηκε στην Κέρκυρα. Σήμερα ζει στο Ηράκλειο της Κρήτης και εργάζεται ως Ερευνητής στο Ινστιτούτο Πληροφορικής του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας (ΙΤΕ). Δεν είναι συγγραφέας. Απλά κάποιες στιγμές χρησιμοποιεί λευκές σελίδες χαρτιού για να μαζεύει όνειρα, ελπίδες και συναισθήματά του πριν πέσουν στο πάτωμα… Από τις εκδόσεις Άγκυρα κυκλοφορεί το εικονογραφημένο παραμύθι του με τίτλο «H συναυλία των χρωμάτων».
[ blog ] [ facebook ] [ cv ] [ e-mail ]

«Εχάθεν η Σμύρνη κι ολάκερη η Ιωνία»

30 Αυγούστου 2012

 

«Εχάθεν η Σμύρνη κι ολάκερη η Ιωνία»

«Εχάθεν η Σμύρνη κι ολάκερη η Ιωνία»

Του Χ.Κ. Λαζαρόπουλου 
Ενενήντα χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από το ξέσπασμα της πυρκαγιάς στην αρμενική συνοικία της Σμύρνης, στις 30 Αυγούστου 1922, από τους Τούρκους βασιβουζούκους. Εκείνη την Κυριακή οι εκκλησιές έμειναν βουβές. Ο πόνος, η ατίμωση, το αίμα και ο θάνατος σφράγιζε τη μοίρα μιας ολόκληρης γενιάς... 
Η τραγωδία της Μικρασιατικής Καταστροφής κόστισε στον Ελληνισμό την αποκοπή από αλύτρωτες πατρίδες όπου έδειξε ισχυρή παρουσία από τα αρχαία χρόνια.
Από τις 13 Αυγούστου 1922, οπότε και άρχισε η τουρκική αντεπίθεση στο Αφιόν Καραχισάρ έως τις 5 Σεπτεμβρίου 1922, οπότε και ανεχώρησαν από τον λιμένα της Αρτάκης τα τελευταία τμήμα του Γ’ Σώματος, ο Ελληνικός Στρατός είχε 25 χιλιάδες νεκρούς και τραυματίες στρατιώτες.
Όπως αναφέρεται σε σχετική μνημειώδη έκδοση της Διευθύνσεως Ιστορίας Στρατού του ΓΕΣ, με την Καταστροφή περισσότερο από ενάμιση εκατομμύριο Έλληνες της Ιωνίας καταδικάστηκαν σε αναγκαστική προσφυγιά και φτώχεια και ερισσότεροι από 600 χιλιάδες σφαγιάστηκαν από τους μαινόμενους Τούρκους.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε ο Ελευθέριος Βενιζέλος με το υπόμνημά του στη Συνδιάσκεψη της Ειρήνης του Παρισιού, στη Μικρά Ασία ζούσαν 1.694.000 Έλληνες, στη Θράκη και την περιοχή της Κωνσταντινούπολης 731.000, στην περιοχή της Τραπεζούντας 350.000 και στα Άδανα 70.000.
Οι 2.845.000 Έλληνες αποτελούσαν το 20% του πληθυσμού της περιοχής που κυριαρχούσε οικονομικά ενώ είχε καταφέρει να διατηρήσει την πολιτιστική του κληρονομιά παρ' ότι αποτελούσε μειονότητα σε εχθρικό περιβάλλον.
Αυτά τα χρήσιμα για να μην περιοριστούμε στην ασθενή μνήμη (λεγόμενων) ιστορικών και πολιτικών όπως η κ. Μαρία Ρεπούση, νυν βουλευτής της ΔΗΜΑΡ, η οποία βαυκαλίστηκε συνωστισμό στην προκυμαία της Σμύρνης κι όχι κτηνωδίες Τούρκων εναντίον των Ρωμιών… Κι αυτήν την απρέπεια μάλιστα ήθελε με την ύποπτη στήριξη Μουσουλμάνων βουλευτών να τη διδάσκονται τα παιδιά της Στ' Δημοτικού αντί της αλήθειας.
Ευτυχώς που απέναντι σ' αυτή την πνευματική φτώχεια και ανειλικρίνεια υπήρξαν συγγραφείς όπως η Διδώ Σωτηρίου και ο Ηλίας Βενέζης, οι οποίοι περιγράφουν τα πάθη και τη σταύρωση του ιωνικού Ελληνισμού με μοναδικότητα στα βιβλία «Ματωμένα Χώματα» και «Νούμερο 31328».
newsbomb

 http://logioshermes.blogspot.com/

Η θεραπεία της γάτας

Ο χρήστης Maria Dimitriou κοινοποίησε μια δημοσίευση.
Η θεραπεία της γάτας: Τα 5 πανίσχυρα οφέλη που απολαμβάνουν όσοι ζουν με μια γάτα!!!
1
http://www.ipareamas.gr/%CE%B7-%CE%B8%CE%B5%CF%81%CE%B1%CF%80%CE%B5

Οι γάτες είναι θαυμάσια ζώα. Αγαπούν την ανεξαρτησία τους αλλά επίσης και το να τις χαϊδεύουν. Κάποιες φαίνεται να μισούν τον κόσμο ενώ άλλες είναι τόσο αγαπητές σε υπερβολικό βαθμό.
Η αντιμαχόμενη και μπερδεμένη συμπεριφορά τους είναι παρόμοια με αυτή των ανθρώπων. Ίσως εξαιτίας αυτού, οι τεχνικές όπως η θεραπεία της γάτας γίνονται δημοφιλείς στο πεδίο της συναισθηματικής υγείας.
Για χρόνια, η θεραπεία με άλογα είχε απίστευτα αποτελέσματα στα παιδιά με αυτισμό, με προβλήματα αυτοεκτίμησης ή με εγκεφαλική παράλυση. Αν και δεν υπάρχει επιστημονική απόδειξη έχει βρεθεί ότι ως συμπληρωματική θεραπεία μπορεί να βελτιώσει τα κίνητρα του ασθενή και τις συναισθηματικές του ικανότητες.
Με τον ίδιο τρόπο, η θεραπεία της γάτας έχει δείξει πως η συντροφιά μιας γάτας μπορεί να κάνει φυσικές και συναισθηματικές βελτιώσεις. Το να έχετε μια γάτα είναι περισσότερο ωφέλιμο από όσο νομίζουν οι περισσότεροι άνθρωποι.
Τι είναι η θεραπεία της γάτας;
Είναι μια θεραπεία για το άγχος, το στρες και την κατάθλιψη. Βελτιώνει την ποιότητα ζωής ενός ατόμου και δημιουργεί μια πολύ ξεχωριστή σύνδεση μεταξύ του αιλουροειδούς και του ιδιοκτήτη του. Επιπλέον, σύμφωνα με αρκετές μελέτες, οι άνθρωποι με καρδιακά προβλήματα σταδιακά βελτιώνονται αφού ζήσουν με γάτα.
Ενδιαφέρον είναι ότι η ίδια έρευνα με σκυλιά είχε πολύ διαφορετικά αποτελέσματα. Οι ιδιοκτήτες σκύλων, σε αντίθεση με τους ιδιοκτήτες γατών, δεν έδειξαν την ίδια βελτίωση.
Φαίνεται ότι υποδηλώνεται πως αυτοί που έχουν γάτα είναι λιγότερο πιθανό να πεθάνουν από έμφραγμα από αυτούς που δεν έχουν.
Οι γάτες συστήνονται συνήθως σε ανθρώπους που ζουν μόνοι τους, ειδικότερα τους ηλικιωμένους. Ακόμα και οι άνθρωποι με άνοια ή Αλτσχάιμερ μερικές φορές ανακαλούν αναμνήσεις όταν τις έχουν για κατοικίδιο.
Υπάρχουν σπουδαία νέα: αυτό μπορεί να καθυστερήσει τον νευρικό εκφυλισμό της αρρώστιας. Το γουργούρισμα του ζώου διεγείρει συγκεκριμένες θεμελιώδεις νευρικές απολήξεις, κάτι που μπορεί να βοηθήσει τους ασθενείς να ανακαλέσουν ιστορίες από το παρελθόν.
«Αν έπρεπε να διαλέξεις έναν ήχο για να προτείνεις την ειρήνη, θα ψήφιζα το γουργούρισμα». -B.D. Diamond
Μια σύντομη ιστορία για τις γάτες
Για εκατοντάδες χρόνια οι γάτες θεωρούνταν διαβολικά πλάσματα. Πιστεύονταν ότι ήταν πιστή συντροφιά μαγισσών, ότι έφερναν κακή τύχη και ότι ήταν απεσταλμένοι του διαβόλου. Η αδάμαστη και απρόβλεπτη φύση τους τρόμαζε και τους ανθρώπους στα χωριά αλλά και αυτούς που είχαν δύναμη.
Από την άλλη πλευρά, σε κάποιους πολιτισμούς, ήταν ιερές. Στην Αίγυπτο τις σέβονταν επειδή ήταν οι προστάτες του πιο σημαντικού τους Θεού: του Ρα. Ο μύθος λέει ότι γεννιόταν και πέθαινε σε κάθε ανατολή και σε κάθε δύση του ηλίου.
Ως αποτέλεσμα, το βράδυ γινόταν εύκολη λεία για τους εχθρούς του. Τα μάτια των αιλουροειδών που σχετίζονται με αυτά του λιονταριού, αντανακλούσαν τις ακτίνες ήλιου για να τον προστατεύουν αυτή την περίοδο.
Με τους μύθους κατά μέρος, είναι αρκετά αξιοσημείωτο ότι οι γάτες ξεκίνησαν να γίνονται αποδεκτές ως κατοικίδια. Σε αντίθεση με τους σκύλους, που χρησιμοποιούνταν ως φύλακες για τα πρόβατα και ως κυνηγοί, οι γάτες από την αρχή παρέμειναν άγριες.
Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες πιστεύεται ότι από μόνες τους αποφάσισαν να προσεγγίσουν τους ανθρώπους με την ελπίδα να πάρουν φαγητό. Η ευγενική τους φύση έκανε τους κτηματίες και τους αγρότες να τις ταΐσουν επειδή ήταν πολύ καλές στο να κυνηγάνε τρωκτικά.
Δε θα ήταν παρά μόνο μερικούς αιώνες αργότερα όπου οι γάτες θα γινόταν αποδεκτές ως συντροφιά για τους ανθρώπους. Μέχρι τον δέκατο ένατο αιώνα φαινόταν ασυνήθιστο και απρεπές να είναι κατοικίδιο. Οι άνθρωποι αυτόν τον καιρό θεωρούσαν σπατάλη χρημάτων το να τις φροντίζουν.
5 οφέλη της θεραπείας με γάτα
1. Βοηθάνε στην ανακούφιση της κατάθλιψης και του άγχους.
Οι γάτες κάνουν αξιοσημείωτες βελτιώσεις στους ανθρώπους με άγχος και κατάθλιψη. Το γουργούρισμα τους είναι χαλαρωτικό, διεγείρει την συγκέντρωση και δημιουργεί μια ευπρόσδεκτη ατμόσφαιρα.
2. Παρέχουν παρέα.
Για ένα άτομο που ζει μόνο του, μια γάτα είναι η καλύτερη επιλογή. Είναι πολύ ανεξάρτητη όταν θέλει αλλά επίσης και πολύ στοργική. Μερικές φορές ωστόσο θα είναι και ενοχλητική που θα θέλετε να φύγει!
Είναι διασκεδαστικές και παιχνιδιάρες και πάντα θα σας διασκεδάζουν. Να θυμάστε πόσο σημαντικό είναι να τις ταΐζετε σωστά, να είστε ενήμεροι για τα εμβόλια τους και να κόβετε τα νύχια τους (εκτός και αν θέλετε να καταστρέψουν όλα σας τα έπιπλα!)
3. Βοηθάνε στο Αλτσχάιμερ, στον αυτισμό και στην Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής- Υπερκινητικότητας
Όπως προαναφέρθηκε, οι θεραπευτές χρησιμοποιούν γάτες ως συμπληρωματική θεραπεία σε περιπτώσεις αυτισμού, Αλτσχάιμερ ή ΔΕΠ-Υ. Αν και επιστημονικά δεν υπάρχει έρευνα που να το υποστηρίζει, έχουν βελτιώσει την ζωή των ιδιοκτητών τους σε εκατοντάδες περιπτώσεις.
«Το να τις χαϊδεύεις, να ακούς το γουργούρισμα, το νιαούρισμα τους και το να τις παρατηρείς να παίζουν εξυπηρετεί ως διεγερτικό για πολλούς ασθενείς μου».
4. Κάνει υπεύθυνα τα παιδιά
Μια γάτα στο σπίτι είναι σπουδαία ευθύνη για τα παιδιά. Η φροντίδα, το τάισμα και η εκπαίδευση της δεν είναι πάντα εύκολη δουλειά. Είναι σημαντικό να μιλήσετε στα παιδιά σας έτσι ώστε να γνωρίζουν την σημασία τους.
Μην ξεχάσετε να ξεκαθαρίσετε ότι το ζώο δεν είναι παιχνίδι. Δεν πρέπει να την χτυπάνε, να την ρίχνουν κάτω ή να την τραβάνε από την ουρά. Ως ζωντανοί οργανισμοί πρέπει να τη σέβονται και να την αγαπούν. Τα κατοικίδια θα είναι πιο ευτυχισμένα αν τα παιδιά τα φροντίζουν σωστά.
5. Δεν χρειάζονται παρά πολύ φροντίδα
Σε αντίθεση με αλλά ζώα, εκτός από τα εμβόλια και το φαγητό, οι γάτες δεν χρειάζονται πολλή φροντίδα. Είναι αρκετά καθαρά ζώα. Μόλις μάθουν να χρησιμοποιούν την άμμο τους, πάντα θα το κάνουν.
Πάντα καθαρίζουν τον εαυτό τους και τα μικρά τους και δεν απαιτούν συνέχεια προσοχή. Απλώς χρειάζεται να τις κάνετε μπάνιο μια στο τόσο, βεβαιωθείτε ότι τις ταΐζετε με το σωστό φαγητό και μην ξεχνάτε τις επισκέψεις στον κτηνίατρο. Θυμηθείτε πως μια υγιής γάτα σημαίνει ένας υγιής άνθρωπος.
πηγή: newsitamea.gr

Πιερ ντε Κουμπερτέν

Πιερ ντε Κουμπερτέν 
Baron Pierre de Coubertin.jpg
Από τη Βικιπαίδεια
Ο βαρόνος Πιέρ ντε Κουμπερτέν (Pierre Frédy, Baron de Coubertin) (1 Ιανουαρίου 1863-2 Σεπτεμβρίου 1937), ήταν Γάλλος παιδαγωγός και ιστορικός, αλλά είναι ευρύτερα γνωστός ως ιδρυτής της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, αναβιωτής και πατέρας των σύγχρονων των Ολυμπιακών Αγώνων.
Γεννήθηκε στο Παρίσι από αριστοκρατική οικογένεια και ήταν τρίτο παιδί του Charles Louis de Frédy και της Agathe-Gabrielle de Mirville de Coubertin. Σπούδασε σε Αγγλικά και Αμερικανικά πανεπιστήμια προσπαθώντας να βελτιώσει την εκπαιδευσή του. Ασχολήθηκε με σπορ όπως κωπηλασία, ενόργανη γυμναστική και ιππασία. Πίστευε ότι η αθλητική παιδεία ήταν σημαντικό μέρος για την ανάπτυξη της προσωπικότητας νέων ανθρώπων. Το 1887 μαζί με άλλους ίδρυσε στη Γαλλία την Ένωση Γαλλικών Αθλητικών Συλλόγων (Union des Sociétés Françaises de Sports Athlétiques) στην οποία εκλέχτηκε γενικός γραμματέας το 1892. Από αυτή τη θέση άρχισε να προωθεί την ιδέα της αναβίωσης των Ολυμπιακών Αγώνων.

Ο Πιέρ ντε Φρεντύ, Βαρόνος ντε Κουμπερτέν (γαλλικά: Pierre de Frédy, Baron de Coubertin, 1 Ιανουαρίου 1863 - 2 Σεπτεμβρίου 1937) ήταν Γάλλος παιδαγωγός και ιστορικός. Ήταν περισσότερο γνωστός ως ο ιδρυτής και πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής και ως ο πατέρας των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων. Γεννημένος από μια γαλλική αριστοκρατική οικογένεια, έγινε ακαδημαϊκός και μελέτησε μια ευρεία γκάμα θεμάτων, κυρίως την εκπαίδευση και την ιστορία. Αποφοίτησε από το Ινστιτούτο Πολιτικών Σπουδών του Παρισιού με πτυχίο στην νομική και στις δημόσιες σχέσεις. Βρισκόταν στην Sciences Po όταν συνέλαβε την ιδέα των Θερινών Ολυμπιακών Αγώνων.
Το μετάλλιο Πιερ ντε Κουμπερτέν (γνωστό ως μετάλλιο Κουμπερτέν ή μετάλλιο True Spirit of Sportsmanship) είναι ένα βραβείο που δίνει η ΔΟΕ στους αθλητές που υποστηρίζουν το πνεύμα της αθλητικής διοργάνωσης στους Ολυμπιακούς Αγώνες.

Εικονοθεραπεία 11



Για μεγέθυνση πατάτε ροδάκι και ανοίγει νέα καρτέλα με φακό +-

Νέα συρταριέρα

Νέα συρταριέρα απ' τα σκουπίδια




Βράδυ γυρνώντας στο σπίτι βρίσκω μια συρταριέρα στα σκουπίδια। Βρώμικη, σε μαύρα χάλια αλλά αυτό δεν με εμπόδισε να αναγνωρίσω την σωστή κατασκευή και το καλό της ξύλο. Αυτοστιγμεί αποφάσισα την διασώσω. Μοιρασμένη γνώση λοιπόν, για να σώσετε αριστουργηματάκια απ' τη χωματερή και να χαρίσετε προσωπικότητα στο φτωχικό σας।

Χρειαζόμαστε

2 πινέλα (1€ τεμ.)
Ξύστρα/σπάτουλα (2€)
Γυαλόχαρτο για ξύλο (0.50€)
Διαβρωτικό χρώματος (6€)
Xρώμα ριπολίνης, κουτί 500 ml (5€)
Νέφτης (για πλύσιμο χεριών)
4 Πόμολα


Οι οδηγίες


Ιδού η συρταριέρα όπως την βρήκα στα σκουπίδια. Τη κακομοίρα έζησε την φρίκη της ταπετσαρίας και μάλιστα αυτής! Ξεκινάμε κι αφαιρούμε πόμολα και συρτάρια.Ξεκινάμε κι αφαιρούμε πόμολα και συρτάρια.

Απλώνουμε το διαβρωτικό χρώματος με ένα φτηνό πινέλο (καλό να φοράτε γάντια, αν όχι και έρθουν σε επαφή τα χέρια με το διαβρωτικό, ξεπλύνετε άμεσα με νερό).

Το διαβρωτικό εν δράσει θυμίζει το δέρμα σιτεμένης παραθερίστριας στη Μύκονο. Το αφήνουμε για 20 λεπτά.

Παίρνουμε την ξύστρα κι αφαιρούμε την προηγούμενη μπογιά (σαν βούτυρο φεύγει). Προσοχή όχι με δύναμη, χαράζεται το ξύλο. Αν η μπογιά επιμένει σε σημεία ξανααπλώνουμε διαβρωτικό για 10 λεπτά.

Έχοντας απομακρύνει την πολλή μπογιά, τρίβουμε με το γυαλόχαρτο για να λειάνουμε την επιφάνεια (αν βάψουμε με διάφανο βερνίκι τρίβουμε ως που να αφαιρεθεί κάθε ίχνος μπογιάς, να ναι ολοκάθαρο το ξύλο. Στην προκειμένη θα βαφτεί με πλήρες χρώμα, άρα ας μείνουν και ίχνη).
Η συρταριέρα απογυμνωμένη. Η χοντρή δουλειά έγινε!

Προχωράμε στο βάψιμο. Χρησιμοποιώ ριπολίνη αντί λαδομπογιάς: είναι άοσμη, στεγνώνει γρήγορα και έχει την ματ -όχι γυαλιστερή- υφή που ζητώ. Επίσης προσοχή στο πινέλο να μην αφήνει τρίχα κατά το βάψιμο. Βάφετε ακολουθώντας τα 'νερά' του ξύλου.
Σαν χρώμα επέλεξα το ιβουάρ, υπηρετεί το στυλ γαλλικής εξοχής που θέλω στο έπιπλο. Επί τούτου αφήνω ατέλειες στο βάψιμο, να διαφαίνεται σε σημεία το ξύλο.

Αφήνουμε να στεγνώσει για 2-3 ώρες μέχρι το δεύτερο χέρι. Παίρνουμε μια βυσσινάδα, την αδειάζουμε στο ποτήρι και στην συσκευασία βάζουμε το πινέλο με νερό για να μην ξεραθεί. Και κουλουράκια κανέλλας; Η ζωή είναι απολαυστική στην Προβηγκία!

Μετά το δεύτερο χέρι (προαιρετικό βέβαια, μπορεί να σας αρέσει η όψη με το πρώτο).

Η γοητεία του παλιού. Με το γυαλόχαρτο τρίβουμε τις γωνίες (και των συρταριών) να αποκαλυφθεί το ξύλο, και να δώσει την φθαρμένη εσάνς της Προβηγκίας.

Πόμολα, τα σημαντικά: ότι τραβά η ψυχή σας, μα αν ακολουθήσετε αποχρώσεις του λευκού ως κρεμ όπως εδώ, επιλέξτε ή ξύλινα σε μίνιμαλ φόρμα, ή μεταλλικά (όχι ασημί).

Ιδού η συρταριέρα τελειωμένη. Πλάκα δεν έχει;

athensville.blogspot.gr


http://athensville.blogspot.com/2010/04/blog-post_08.html 


Δημοφιλείς αναρτήσεις