Σαν
σήμερα (1905) ο Ο Άλμπερτ Αϊνστάιν διατυπώνει, σε ηλικία 26 ετών, την
ειδική θεωρία της σχετικότητας και την περίφημη εξίσωσή του Ε=m.c2, σε
άρθρο του στο γερμανικό περιοδικό Χρονικά της Φυσικής.Η ειδική θεωρία
της σχετικότητας προκύπτει απο την ικανοποίηση της γενικευμένης αρχής
της σχετικότητας και της αρχής του Αϊνστάιν, σύμφωνα με την οποία η
ταχύτητα του φωτός είναι ίδια για όλους τους αδρανειακούς
παρατηρητές, ανεξάρτητα απο τη σχετική τους ταχύτητα. Σύμφωνα με την
γενικευμένη αρχή της σχετικότητας, οι φυσικοί νόμοι που ισχύουν σε ένα
αδρανειακό σύστημα αναφοράς (δηλαδή ένα μη επιταχυνόμενο σύστημα), έχουν
την ίδια μορφή σε οποιοδήποτε άλλο αδρανειακό σύστημα αναφοράς.
Πριν τον Αϊνστάιν, μια πρώτη μορφή της αρχής της σχετικότητας είχε
διατυπωθεί ήδη από τον Γαλιλαίο και στη συνέχεια ενσωματώθηκε στη
Νευτώνεια σύνθεση. Η αρχή αυτή δήλωνε ότι όλοι οι νόμοι της μηχανικής
πρέπει να έχουν την ίδια μορφή σε όλα τα αδρανειακά συστήματα αναφοράς. Η
μετάβαση από το ένα αδρανειακό σύστημα στο άλλο γινόταν με ένα ορισμένο
είδος μετασχηματισμών συντεταγμένων, που ονομάστηκαν αργότερα
μετασχηματισμοί του Γαλιλαίου ή αλλιώς, νόμος πρόσθεσης ταχυτήτων. Ενώ
οι νόμοι της μηχανικής συμμορφώνονταν με τον μετασχηματισμό αυτό (ήταν
αναλλοίωτοι κατά την εφαρμογή του), οι νόμοι του Ηλεκτρομαγνητισμού, και
ειδικά ο νόμος για την σταθερότητα και παγκοσμιότητα της ταχύτητας του
φωτός, τον παραβίαζαν. Ο Αϊνστάιν αντικατέστησε τους μετασχηματισμούς
του Γαλιλαίου με ένα νέο σύνολο μετασχηματισμών, τους μετασχηματισμούς
του Λόρεντζ, και διατύπωσε την Γενικευμένη αρχή της Σχετικότητας,
σύμφωνα με την οποία όλοι οι νόμοι της Φύσης (μηχανικής,
ηλεκτρομαγνητισμού και όποιοι άλλοι) είναι αναλλοίωτοι κάτω από τους
νέους αυτούς μετασχηματισμούς και (πρέπει να) παίρνουν την ίδια μορφή σε
όλα τα αδρανειακά συστήματα.
Η ειδική θεωρία της σχετικότητας
προβλέπει φαινόμενα που αντίκεινται στην καθημερινή μας εμπειρία, ωστόσο
έχει επιβεβαιωθεί πειραματικά σε σειρά πειραμάτων, και επιβεβαιώνεται
καθημερινά στους σύγχρονους επιταχυντές σωματιδίων.
Η ειδική
σχετικότητα συμπληρώθηκε αργότερα από τη γενική σχετικότητα, διατυπωμένη
επίσης από τον Αϊνστάιν, που μελετούσε τη βαρύτητα με τον σχετικιστικό
φορμαλισμό. Με τη διατύπωση της γενικής σχετικότητας, η Νευτώνεια
βαρύτητα έγινε πλέον υποπερίπτωση της σχετικιστικής βαρύτητας, και η
κλασική Φυσική ολοκληρώθηκε ως εννοιολογικό πλαίσιο.