Ο χρήστης Maria Dimitriou κοινοποίησε μια δημοσίευση.
Μερικές γυναίκες παντρεύονται σπίτια.
Είν’ ένα άλλο είδος δέρματος · έχει καρδιά,
Στόμα, συκώτι και συσπάσεις εντέρων.
Οι τοίχοι είναι σταθεροί και ρόδινοι.
Κοιτάξτε πως κάθεται στα γόνατά της όλη μέρα,
Καθαρίζοντας με προσήλωση τον εαυτό της.
Οι άντρες μπαίνουν με τη βία, συρμένοι πίσω
Σαν τον Ιωνά, μέσα στις σάρκινες μητέρες τους.
Μια γυναίκα είναι η μάνα της.
Αυτό είναι το βασικό ζήτημα.
Είν’ ένα άλλο είδος δέρματος · έχει καρδιά,
Στόμα, συκώτι και συσπάσεις εντέρων.
Οι τοίχοι είναι σταθεροί και ρόδινοι.
Κοιτάξτε πως κάθεται στα γόνατά της όλη μέρα,
Καθαρίζοντας με προσήλωση τον εαυτό της.
Οι άντρες μπαίνουν με τη βία, συρμένοι πίσω
Σαν τον Ιωνά, μέσα στις σάρκινες μητέρες τους.
Μια γυναίκα είναι η μάνα της.
Αυτό είναι το βασικό ζήτημα.
homouniversalisgr.blogspot.com
https://homouniversalisgr.blogspot.com/2017/10/anne-sexton-9-1928-4-1974.html
“Υπήρξα
θύμα του Αμερικανικού Ονείρου, του μικροαστισμού, του οράματος της
μεσαίας τάξης. Το μόνο που ήθελα ήταν ένα κομμάτι ζωή, να παντρευτώ, να
κάνω παιδιά.
Νόμιζα ότι οι εφιάλτες, τα οράματα, οι δαίμονες, θα έφευγαν αν υπήρχε αρκετή αγάπη για να τα καταλαγιάσει. Έκανα τ’ αδύνατα δυνατά να ζήσω μια συμβατική ζωή, γιατί έτσι μεγάλωσα, γιατί αυτό ήταν που ήθελε ο σύζυγος μου για μένα.
Αλλά δεν γίνεται να χτίζεις μικρούς φράχτες για να κρατάς τους εφιάλτες απ’ έξω. Το γυαλί έσπασε κάπου στα είκοσι οχτώ μου.” http://www.nostimonimar.gr/
ΑΠ’ ΤΟΝ ΚΗΠΟ
(FROM THE GARDEN)
Έλα, αγάπη μου,
Συλλογίσου τους κρίνους.
Έχουμε λίγη πίστη.
Μιλάμε πάρα πολύ.
Κάνε πέρα τη μπουκιά σου από λέξεις
Κι έλα μαζί μου να παρατηρήσουμε
Τους κρίνους ν’ ανοίγουν σ’ ένα τέτοιο αγρό,
Να πληθαίνουν εκεί σαν κότερα,
Αργά καθοδηγώντας τα πέταλά τους
Δίχως νοσοκόμες ή ρολόγια.
Ας συλλογιστούμε τη θέα:
Ένα σπίτι όπου λευκά σύννεφα
Διακοσμούν τα μουντά δωμάτια.
Ω, κάνε πέρα τις καλές σου λέξεις
Και τις κακές σου λέξεις. Φτύσε
Τις λέξεις σου σαν πέτρες !
Έλα εδώ ! Εδώ να ’ρθείς !
Έλα και φάε τα ευχάριστα φρούτα μου.
ΤΑ ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΤΙΚΑ*
(THE FIREBOMBERS)
Είμαστε η Αμερική.
Είμαστε αυτοί που γεμίζουν τα φέρετρα.
Είμαστε οι μπακάληδες του θανάτου.
Τους συσκευάζουμε σε καφάσια σαν κουνουπίδια.
Η βόμβα ανοίγει σαν κουτί παπουτσιών.
Και το παιδί ;
Το παιδί δεν χασμουριέται βέβαια.
Κι η γυναίκα ;
Η γυναίκα λούζει την καρδιά της.
Της την έχουν ξεκολλήσει
Και σαν μια τελευταία πράξη
Την ξεπλένει στο ποτάμι.
Αυτό είναι το παζάρι του θανάτου.
Αμερική,
Που είναι τα δικαιολογητικά σου ;
*Εννοεί τα αεροσκάφη που έριχναν
βόμβες ναπάλμ στο Βιετνάμ.
Μετάφραση: Κώστας Λιννός
Μετάφραση: Κώστας Λιννός
ΛΕΞΕΙΣ
(WORDS)
Να είστε προσεκτικοί με τις λέξεις,
Ακόμα και με τις θαυμαστές.
Για τις θαυμαστές βάζουμε τα δυνατά μας ·
Μερικές φορές μαζεύονται σαν έντομα
Κι αφήνουν όχι ένα κεντρί αλλά ένα φιλί.
Μπορούν να είναι τόσο καλές όσο τα δάχτυλα.
Μπορούν να είναι τόσο πιστές όσο ο βράχος
Που πάνω του στρογγυλοκάθεσαι.
Αλλά μπορούν να είναι και μαργαρίτες και μελανιές.
Ωστόσο είμαι ερωτευμένη με τις λέξεις.
Είναι περιστέρια που αποσπώνται απ’ το ταβάνι.
Είναι έξι ιερά πορτοκάλια καθισμένα στα γόνατά μου.
Είναι τα δέντρα, τα πόδια του καλοκαιριού,
Κι ο ήλιος, το παθιασμένο του πρόσωπο.
Ωστόσο συχνά με απογοητεύουν.
Έχω τόσα πολλά που θέλω να πω,
Τόσες πολλές ιστορίες, εικόνες, αποφθέγματα, κ.τ.λ.
Αλλά οι λέξεις δεν είναι αρκετά καλές,
Οι λανθασμένες με φιλάνε.
Μερικές φορές πετώ σαν ένας αετός
Αλλά με τις φτερούγες του τρωγλοδύτη.
Όμως προσπαθώ να τις φροντίζω
Και να είμαι ευγενική μαζί τους.
Οι λέξεις και τ’ αυγά πρέπει να χειρίζονται προσεχτικά:
Μια φορά αν σπάσουν, είναι πράγματα
Που είναι αδύνατον να επισκευαστούν
Μετάφραση: Κώστας Λιννός
http://frear.gr/
Ο θάνατος της Σίλβια
για την Σίλβια Πλαθ
Ω Σίλβια, Σίλβια,
μ’ ένα νεκρό κουτί γεμάτο πέτρες και κουτάλια,
με δυο παιδιά, δυο διάττοντες
που τριγυρνούν αδέσποτοι σ’ ένα μικρό δωμάτιο παιχνιδιών,
με το στόμα σου στο σεντόνι
στο δοκάρι της στέγης, στη βουβή προσευχή,
(Σίλβια, Σίλβια
πού πήγες
αφού μου έγραψες
από το Ντεβονσάιρ
για την καλλιέργεια της πατάτας
και τη μελισσοκομία;)
σε τι παραστεκόσουν,
πώς πλάγιασες μέσα του έτσι απλά;
Κλέφτρα! -
πώς σύρθηκες μέσα του
πώς σύρθηκες μονάχη
μέσα στο θάνατο που επιζητούσα τόσο έντονα,
για τόσο καιρό
μέσα στο θάνατο που και οι δυο μας λέγαμε πως ξεπεράσαμε
αυτόν που φορούσαμε στα λιπόσαρκα στήθη μας
αυτόν για τον οποίο μιλούσαμε τόσο συχνά, κάθε φορά
που κατεβάζαμε τρία έξτρα ντράι μαρτίνι στη Βοστόνη
τον θάνατο που μίλαγε για αναλυτές και θεραπείες
τον θάνατο που μίλαγε σαν πολύφερνη νύφη
τον θάνατο που του κάναμε προπόσεις
- τα κίνητρα και μετά η αθόρυβη πράξη;
(Στη Βοστόνη
οι πεθαμένοι
μπαίνουν σε ταξί
ναι, ο θάνατος πάλι,
αυτή η επιστροφή στο σπίτι
με το το αγόρι μας).
Ω, Σίλβια, θυμάμαι τον νυσταγμένο τυμπανιστή
που κρατούσε τον ρυθμό στα μάτια μας με μια παλιά ιστορία
πώς ήθελε να τον αφήσουμε σαν σαδιστής
να πλησιάσει ή σαν νεράιδα Νεοϋορκέζα
να κάνει την δουλειά του,
μια αναγκαιότητα, ένα παράθυρο στον τοίχο ή ένα λίκνο·
κι αυτό περίμενε από τότε
κάτω από την καρδιά μας, στο ντουλάπι μας,
και βλέπω τώρα ότι τον αποθησαυρίζουμε
χρόνο με τον χρόνο, παλιές αυτοκτονίες
και δοκιμάζω με το νέο του θανάτου σου
μια γεύση του απαίσια, που μοιάζει με αλάτι.
(Κι εγώ,
κι εγώ επίσης.
Και τώρα, Σίλβια,
εσύ ξανά
με τον θάνατο ξανά
αυτή η επιστροφή στο σπίτι
με το το αγόρι μας).
Και λέω μόνο,
με τα μπράτσα απλωμένα σ’ αυτόν τον πέτρινο τόπο,
τι άλλο είναι ο θάνατός σου
από ένα παλιό προσωπικό αντικείμενο,
ένα σημάδι που έπεσε
από ένα σου ποίημα;
(Ω, φίλη μου,
όσο έχει κακό φεγγάρι
και ο βασιλιάς έχει εξαφανιστεί
και η βασίλισσα είναι σε πλήρες αδιέξοδο,
ο θαμώνας των μπαρ πρέπει να τραγουδά!)
Ω, μικροσκοπική μητέρα
κι εσύ επίσης!
Ω, αστεία δούκισσα!
Ω, ξανθό κορίτσι!
Μετάφραση- Δήμητρα Σταυρίδου
Η μουσική επιστρέφει σε μένα κολυμπώντας
Ε, κύριε, μισό λεπτό. Από πού πάνε για το σπίτι;
Έσβησαν το φως
και το σκοτάδι κινείται στη γωνία.
Δεν υπάρχουν πινακίδες σ’ αυτό το δωμάτιο,
τέσσερις γυναίκες, πάνω από ογδόντα,
όλες τους με πάνες.
Λα λα λα, η μουσική επιστρέφει σε μένα κολυμπώντας
και νιώθω τη μελωδία που ακουγόταν
τη νύχτα που με αφήσαν
σ’ αυτό το ιδιωτικό ίδρυμα πάνω στο λόφο.
Φαντάσου το. Έπαιζε το ραδιόφωνο
κι όλοι εδώ πέρα ήταν τρελοί.
Μου άρεσε και χόρεψα σε κύκλο.
Η μουσική χύνεται πάνω στη λογική
και με κάποιον παράξενο τρόπο
η μουσική βλέπει περισσότερα από μένα.
Θέλω να πω, θυμάται καλύτερα.
Θυμάται την πρώτη νύχτα εδώ.
Το κρύο του Νοέμβρη σ’ άρπαζε απ’ τον λαιμό,
ακόμα και τ’ αστέρια ήταν δεμένα με λουριά στον ουρανό
κι αυτή η σελήνη, υπερβολικά φωτεινή,
χωνόταν μέσα από τα κάγκελα για να μου κολλήσει
ένα τραγούδι στο κεφάλι.
Έχω ξεχάσει όλα τ’ άλλα.
Με έδεσαν σ’ αυτήν την καρέκλα στις οκτώ το πρωί
και δεν υπάρχουν πινακίδες να δείχνουν το δρόμο,
μόνο το ραδιόφωνο που παίζει μόνο του
και το τραγούδι που θυμάται περισσότερο
από μένα. Ω, λα λα λα,
αυτή η μουσική επιστρέφει σε μένα κολυμπώντας.
Τη νύχτα που ήρθα χόρεψα σε κύκλο
και δε φοβόμουν.
Κύριε;Μετάφραση- Δήμητρα Σταυρίδουhttp://www.poiein.gr/
Ήμουνα τυλιγμένη σε μια
γούνα μαύρη και μια γούνα άσπρη και
με ξεγύμνωσες και μετά
με τοποθέτησες σ’ ένα χρυσό φως
και μετά με έστεψες,
ενώ το χιόνι έπεφτε έξω
απ’ την πόρτα σε διαγώνια βέλη.
Καθώς το χιόνι, είκοσι πέντε εκατοστά,
προσγειωνόταν σαν τ’ αστέρια,
σε μικρές ασβεστώδεις νιφάδες,
ήμασταν μέσα στο ίδιο μας το σώμα
(τούτο το δωμάτιο που θα μας θάψει)
και ήσουν μέσα στο σώμα μου
(τούτο το δωμάτιο που και μετά από μας θα ζει)
και στην αρχή σού έτριψα
τα πόδια με μια πετσέτα, να στεγνώσουν
γιατί ήμουν η σκλάβα σου
και τότε με είπες πριγκίπισσα.
Πριγκίπισσα!
Ω! Τότε
σηκώθηκα όρθια μες στο χρυσό μου δέρμα
και ξέσχισα τους ψαλμούς
και ξέσχισα τα ρούχα
και ξήλωσες το χαλινάρι
και ξήλωσες τα ηνία
και ξήλωσα τα κουμπιά
τα οστά, τις συγχύσεις,
τις καρτ ποστάλ της Νέας Αγγλίας,
τον Ιανουάριο στις δέκα το βράδυ
και ανθίσαμε σαν το σιτάρι,
στρέμμα το στρέμμα από χρυσάφι,
και θερίσαμε,
θερίσαμε.
Νόμιζα ότι οι εφιάλτες, τα οράματα, οι δαίμονες, θα έφευγαν αν υπήρχε αρκετή αγάπη για να τα καταλαγιάσει. Έκανα τ’ αδύνατα δυνατά να ζήσω μια συμβατική ζωή, γιατί έτσι μεγάλωσα, γιατί αυτό ήταν που ήθελε ο σύζυγος μου για μένα.
Αλλά δεν γίνεται να χτίζεις μικρούς φράχτες για να κρατάς τους εφιάλτες απ’ έξω. Το γυαλί έσπασε κάπου στα είκοσι οχτώ μου.” http://www.nostimonimar.gr/
Η Ανν Σέξτον (Anne Sexton, 9 Νοεμβρίου 1928 - 4 Οκτωβρίου 1974),
γεννημένη ως Ανν Γκρέυ Χάρβεϊ (Anne Gray Harvey), ήταν Αμερικανίδα
ποιήτρια και συγγραφέας.
Η Σέξτον γεννήθηκε στο Νιούτον της Μασσαχουσέτης το 1928, και πέρασε το
μεγαλύτερο μέρος της ζωής της κοντά στη Βοστώνη. Το 1945, η Σέξτον
ξεκίνησε να παρακολουθεί ένα οικοτροφείο, το Ρότζερς Χολλ, στο Λόουελλ
της Μασσαχουσέτης. Το 1948 δραπέτευσε με τον Άλφρεντ Μούλλερ Σέξτον,
γνωστό ως ‘Kayo’. Πριν πάρουν διαζύγιο στις αρχές της δεκαετίας του ’70
είχαν αποκτήσει δύο παιδιά: τη Λίντα Γκρέυ Σέξτον, μετέπειτα συγγραφέα
και απομνημονευματογράφο, και την Τζόις Σέξτον.
Δυστυχώς υπέφερε από κατάθλιψη το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της. Στην
πραγματικότητα η συγγραφή ποίησης της είχε προταθεί ως πιθανό φάρμακο
που θα οδηγούσε στην θεραπεία της κατάστασής της. Η πρώτη κατάρρευση της
Σέξτον έλαβε χώρα το 1954.
Μετά από μια δεύτερη κατάρρευση το 1955, η Ανν συνάντησε τον Δρ. Μάρτιν
Ορνε στο Νοσοκομείο Γκλενσάιντ, ο οποίος την ενθάρρυνε να ξεκινήσει τη
συγγραφή ποίησης και έτσι εγγράφηκε στο πρώτο της εργαστήρι ποίησης με
δάσκαλο τον Τζον Χολμς.
Μετά το εργαστήρι η Σέξτον γνώρισε γρήγορη επιτυχία με την ποίησή της,
και τα ποιήματά της έγιναν δεκτά από τα The New Yorker, Harper’s
Magazine και Saturday Review.
Παρακολούθησε ένα ποιητικό εργαστήρι μαζί με τη Σύλβια Πλαθ, στο οποίο
δίδασκε ο Ρόμπερτ Λόουελλ. Αργότερα, η ίδια η Σέξτον δίδασκε σε
εργαστήρια στο Κολέγιο της Βοστώνης, στο Κολέγιο Ομπερλίν και στο
Πανεπιστήμιο Κολγκέιτ. Η Ανν Σέξτον είναι το σύγχρονο μοντέλο του
εξομολογητικού ποιητή. Υπό αυτή την έννοια, η Σέξτον άνοιξε την πόρτα
όχι μόνο σε γυναίκες ποιήτριες, αλλά και σε γυναικεία θέματα. Η Σέξτον
έγραψε για την εμμηνόρροια, την έκτρωση, τον αυνανισμό και τη μοιχεία
την εποχή που τα ζητήματα αυτά δεν υπήρχαν καν ως θέματα απλών
συζητήσεων, βοηθώντας στον επαναπροσδιορισμό των ορίων της ποίησης.
Η Ανν Σέξτον ήταν μια γυναίκα εκπληκτικής ομορφιάς και για σύντομο
χρονικό διάστημα υπήρξε μοντέλο για το Πρακτορείο Χαρτ της Βοστώνης.
Πράγματι, μαζί με τον Τζέιμς Ντίκεϋ, η Ανν Σέξτον ήταν μια από τις
ποιητικές διασημότητες την περίοδο εκείνη, διάσημη σ’όλες τις ΗΠΑ.
Ο τίτλος για την όγδοη ποιητική της συλλογή, The Awful Rowing Toward
God, προήλθε από τη συνάντησή της με έναν Ρωμαίο Καθολικό ιερέα, ο
οποίος της είπε: ‘Ο Θεός είναι στην γραφομηχανή σου’, φράση που έδωσε
στην ποιήτρια την επιθυμία και δύναμη θέλησης να συνεχίσει να ζει και να
γράφει για λίγο περισσότερο καιρό.
Το 1967 κέρδισε το Βραβείο Πούλιτζερ για τη συλλογή της Live or Die.
Αυτοκτόνησε το 1974, αφού είχε κερδίσει τον θαυμασμό του Ρόμπερτ
Λόουελλ, της στενής φίλης Μαξίν Κούμιν, του Τζέιμς Ντίκεϋ, της Τζόυς
Κάρολ Όουτς και της Σύλβια Πλαθ μεταξύ άλλων. Είναι θαμμένη στο
Νεκροταφείο και Κρεματόριο Φόρεστ Χιλλς στην Τζαμάικα Πλέιν στη Βοστώνη
της Μασσαχουσέτης.
Το 1986 ο Βρετανός μουσικός Πίτερ Γκάμπριελ έγραψε ένα τραγούδι, το ‘Mercy Street’, αφιερωμένο στην Ανν Σέξτον.
Έργο
To Bedlam and Part Way Back (1960)
All My Pretty Ones (1962)
Live or Die (1966) - Κέρδισε το βραβείο Πούλιτζερ το 1967
Love Poems (1969)
Transformations (1971)
The Book of Folly (1972)
The Death Notebooks (1974)
The Awful Rowing Towards God (1975; μετά θάνατον)
45 Mercy Street (1976; μετά θάνατον)
Words for Dr. Y. (1978; μετά θάνατον)
ΠΟΙΗΜΑΤΑ
ΑΠ’ ΤΟΝ ΚΗΠΟ
(FROM THE GARDEN)
Έλα, αγάπη μου,
Συλλογίσου τους κρίνους.
Έχουμε λίγη πίστη.
Μιλάμε πάρα πολύ.
Κάνε πέρα τη μπουκιά σου από λέξεις
Κι έλα μαζί μου να παρατηρήσουμε
Τους κρίνους ν’ ανοίγουν σ’ ένα τέτοιο αγρό,
Να πληθαίνουν εκεί σαν κότερα,
Αργά καθοδηγώντας τα πέταλά τους
Δίχως νοσοκόμες ή ρολόγια.
Ας συλλογιστούμε τη θέα:
Ένα σπίτι όπου λευκά σύννεφα
Διακοσμούν τα μουντά δωμάτια.
Ω, κάνε πέρα τις καλές σου λέξεις
Και τις κακές σου λέξεις. Φτύσε
Τις λέξεις σου σαν πέτρες !
Έλα εδώ ! Εδώ να ’ρθείς !
Έλα και φάε τα ευχάριστα φρούτα μου.
Μετάφραση: Κώστας Λιννός
✤ ✤ ✤ ✤
ΤΑ ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΤΙΚΑ*
(THE FIREBOMBERS)
Είμαστε η Αμερική.
Είμαστε αυτοί που γεμίζουν τα φέρετρα.
Είμαστε οι μπακάληδες του θανάτου.
Τους συσκευάζουμε σε καφάσια σαν κουνουπίδια.
Η βόμβα ανοίγει σαν κουτί παπουτσιών.
Και το παιδί ;
Το παιδί δεν χασμουριέται βέβαια.
Κι η γυναίκα ;
Η γυναίκα λούζει την καρδιά της.
Της την έχουν ξεκολλήσει
Και σαν μια τελευταία πράξη
Την ξεπλένει στο ποτάμι.
Αυτό είναι το παζάρι του θανάτου.
Αμερική,
Που είναι τα δικαιολογητικά σου ;
*Εννοεί τα αεροσκάφη που έριχναν
βόμβες ναπάλμ στο Βιετνάμ.
Μετάφραση: Κώστας Λιννός
✤ ✤ ✤ ✤
ΝΟΙΚΟΚΥΡΑ
(HOUSEWIFE)
Μερικές γυναίκες παντρεύονται σπίτια.
Είν’ ένα άλλο είδος δέρματος · έχει καρδιά,
Στόμα, συκώτι και συσπάσεις εντέρων.
Οι τοίχοι είναι σταθεροί και ρόδινοι.
Κοιτάξτε πως κάθεται στα γόνατά της όλη μέρα,
Καθαρίζοντας με προσήλωση τον εαυτό της.
Οι άντρες μπαίνουν με τη βία, συρμένοι πίσω
Σαν τον Ιωνά, μέσα στις σάρκινες μητέρες τους.
Μια γυναίκα είναι η μάνα της.
Αυτό είναι το βασικό ζήτημα.
(HOUSEWIFE)
Μερικές γυναίκες παντρεύονται σπίτια.
Είν’ ένα άλλο είδος δέρματος · έχει καρδιά,
Στόμα, συκώτι και συσπάσεις εντέρων.
Οι τοίχοι είναι σταθεροί και ρόδινοι.
Κοιτάξτε πως κάθεται στα γόνατά της όλη μέρα,
Καθαρίζοντας με προσήλωση τον εαυτό της.
Οι άντρες μπαίνουν με τη βία, συρμένοι πίσω
Σαν τον Ιωνά, μέσα στις σάρκινες μητέρες τους.
Μια γυναίκα είναι η μάνα της.
Αυτό είναι το βασικό ζήτημα.
Μετάφραση: Κώστας Λιννός
✤ ✤ ✤ ✤
(WORDS)
Να είστε προσεκτικοί με τις λέξεις,
Ακόμα και με τις θαυμαστές.
Για τις θαυμαστές βάζουμε τα δυνατά μας ·
Μερικές φορές μαζεύονται σαν έντομα
Κι αφήνουν όχι ένα κεντρί αλλά ένα φιλί.
Μπορούν να είναι τόσο καλές όσο τα δάχτυλα.
Μπορούν να είναι τόσο πιστές όσο ο βράχος
Που πάνω του στρογγυλοκάθεσαι.
Αλλά μπορούν να είναι και μαργαρίτες και μελανιές.
Ωστόσο είμαι ερωτευμένη με τις λέξεις.
Είναι περιστέρια που αποσπώνται απ’ το ταβάνι.
Είναι έξι ιερά πορτοκάλια καθισμένα στα γόνατά μου.
Είναι τα δέντρα, τα πόδια του καλοκαιριού,
Κι ο ήλιος, το παθιασμένο του πρόσωπο.
Ωστόσο συχνά με απογοητεύουν.
Έχω τόσα πολλά που θέλω να πω,
Τόσες πολλές ιστορίες, εικόνες, αποφθέγματα, κ.τ.λ.
Αλλά οι λέξεις δεν είναι αρκετά καλές,
Οι λανθασμένες με φιλάνε.
Μερικές φορές πετώ σαν ένας αετός
Αλλά με τις φτερούγες του τρωγλοδύτη.
Όμως προσπαθώ να τις φροντίζω
Και να είμαι ευγενική μαζί τους.
Οι λέξεις και τ’ αυγά πρέπει να χειρίζονται προσεχτικά:
Μια φορά αν σπάσουν, είναι πράγματα
Που είναι αδύνατον να επισκευαστούν
Μετάφραση: Κώστας Λιννός
http://frear.gr/
✤ ✤ ✤ ✤
Ο θάνατος της Σίλβια
για την Σίλβια Πλαθ
Ω Σίλβια, Σίλβια,
μ’ ένα νεκρό κουτί γεμάτο πέτρες και κουτάλια,
με δυο παιδιά, δυο διάττοντες
που τριγυρνούν αδέσποτοι σ’ ένα μικρό δωμάτιο παιχνιδιών,
με το στόμα σου στο σεντόνι
στο δοκάρι της στέγης, στη βουβή προσευχή,
(Σίλβια, Σίλβια
πού πήγες
αφού μου έγραψες
από το Ντεβονσάιρ
για την καλλιέργεια της πατάτας
και τη μελισσοκομία;)
σε τι παραστεκόσουν,
πώς πλάγιασες μέσα του έτσι απλά;
Κλέφτρα! -
πώς σύρθηκες μέσα του
πώς σύρθηκες μονάχη
μέσα στο θάνατο που επιζητούσα τόσο έντονα,
για τόσο καιρό
μέσα στο θάνατο που και οι δυο μας λέγαμε πως ξεπεράσαμε
αυτόν που φορούσαμε στα λιπόσαρκα στήθη μας
αυτόν για τον οποίο μιλούσαμε τόσο συχνά, κάθε φορά
που κατεβάζαμε τρία έξτρα ντράι μαρτίνι στη Βοστόνη
τον θάνατο που μίλαγε για αναλυτές και θεραπείες
τον θάνατο που μίλαγε σαν πολύφερνη νύφη
τον θάνατο που του κάναμε προπόσεις
- τα κίνητρα και μετά η αθόρυβη πράξη;
(Στη Βοστόνη
οι πεθαμένοι
μπαίνουν σε ταξί
ναι, ο θάνατος πάλι,
αυτή η επιστροφή στο σπίτι
με το το αγόρι μας).
Ω, Σίλβια, θυμάμαι τον νυσταγμένο τυμπανιστή
που κρατούσε τον ρυθμό στα μάτια μας με μια παλιά ιστορία
πώς ήθελε να τον αφήσουμε σαν σαδιστής
να πλησιάσει ή σαν νεράιδα Νεοϋορκέζα
να κάνει την δουλειά του,
μια αναγκαιότητα, ένα παράθυρο στον τοίχο ή ένα λίκνο·
κι αυτό περίμενε από τότε
κάτω από την καρδιά μας, στο ντουλάπι μας,
και βλέπω τώρα ότι τον αποθησαυρίζουμε
χρόνο με τον χρόνο, παλιές αυτοκτονίες
και δοκιμάζω με το νέο του θανάτου σου
μια γεύση του απαίσια, που μοιάζει με αλάτι.
(Κι εγώ,
κι εγώ επίσης.
Και τώρα, Σίλβια,
εσύ ξανά
με τον θάνατο ξανά
αυτή η επιστροφή στο σπίτι
με το το αγόρι μας).
Και λέω μόνο,
με τα μπράτσα απλωμένα σ’ αυτόν τον πέτρινο τόπο,
τι άλλο είναι ο θάνατός σου
από ένα παλιό προσωπικό αντικείμενο,
ένα σημάδι που έπεσε
από ένα σου ποίημα;
(Ω, φίλη μου,
όσο έχει κακό φεγγάρι
και ο βασιλιάς έχει εξαφανιστεί
και η βασίλισσα είναι σε πλήρες αδιέξοδο,
ο θαμώνας των μπαρ πρέπει να τραγουδά!)
Ω, μικροσκοπική μητέρα
κι εσύ επίσης!
Ω, αστεία δούκισσα!
Ω, ξανθό κορίτσι!
Μετάφραση- Δήμητρα Σταυρίδου
✤ ✤ ✤ ✤
Ε, κύριε, μισό λεπτό. Από πού πάνε για το σπίτι;
Έσβησαν το φως
και το σκοτάδι κινείται στη γωνία.
Δεν υπάρχουν πινακίδες σ’ αυτό το δωμάτιο,
τέσσερις γυναίκες, πάνω από ογδόντα,
όλες τους με πάνες.
Λα λα λα, η μουσική επιστρέφει σε μένα κολυμπώντας
και νιώθω τη μελωδία που ακουγόταν
τη νύχτα που με αφήσαν
σ’ αυτό το ιδιωτικό ίδρυμα πάνω στο λόφο.
Φαντάσου το. Έπαιζε το ραδιόφωνο
κι όλοι εδώ πέρα ήταν τρελοί.
Μου άρεσε και χόρεψα σε κύκλο.
Η μουσική χύνεται πάνω στη λογική
και με κάποιον παράξενο τρόπο
η μουσική βλέπει περισσότερα από μένα.
Θέλω να πω, θυμάται καλύτερα.
Θυμάται την πρώτη νύχτα εδώ.
Το κρύο του Νοέμβρη σ’ άρπαζε απ’ τον λαιμό,
ακόμα και τ’ αστέρια ήταν δεμένα με λουριά στον ουρανό
κι αυτή η σελήνη, υπερβολικά φωτεινή,
χωνόταν μέσα από τα κάγκελα για να μου κολλήσει
ένα τραγούδι στο κεφάλι.
Έχω ξεχάσει όλα τ’ άλλα.
Με έδεσαν σ’ αυτήν την καρέκλα στις οκτώ το πρωί
και δεν υπάρχουν πινακίδες να δείχνουν το δρόμο,
μόνο το ραδιόφωνο που παίζει μόνο του
και το τραγούδι που θυμάται περισσότερο
από μένα. Ω, λα λα λα,
αυτή η μουσική επιστρέφει σε μένα κολυμπώντας.
Τη νύχτα που ήρθα χόρεψα σε κύκλο
και δε φοβόμουν.
Κύριε;Μετάφραση- Δήμητρα Σταυρίδουhttp://www.poiein.gr/
✤ ✤ ✤ ✤
ΕμάςΉμουνα τυλιγμένη σε μια
γούνα μαύρη και μια γούνα άσπρη και
με ξεγύμνωσες και μετά
με τοποθέτησες σ’ ένα χρυσό φως
και μετά με έστεψες,
ενώ το χιόνι έπεφτε έξω
απ’ την πόρτα σε διαγώνια βέλη.
Καθώς το χιόνι, είκοσι πέντε εκατοστά,
προσγειωνόταν σαν τ’ αστέρια,
σε μικρές ασβεστώδεις νιφάδες,
ήμασταν μέσα στο ίδιο μας το σώμα
(τούτο το δωμάτιο που θα μας θάψει)
και ήσουν μέσα στο σώμα μου
(τούτο το δωμάτιο που και μετά από μας θα ζει)
και στην αρχή σού έτριψα
τα πόδια με μια πετσέτα, να στεγνώσουν
γιατί ήμουν η σκλάβα σου
και τότε με είπες πριγκίπισσα.
Πριγκίπισσα!
Ω! Τότε
σηκώθηκα όρθια μες στο χρυσό μου δέρμα
και ξέσχισα τους ψαλμούς
και ξέσχισα τα ρούχα
και ξήλωσες το χαλινάρι
και ξήλωσες τα ηνία
και ξήλωσα τα κουμπιά
τα οστά, τις συγχύσεις,
τις καρτ ποστάλ της Νέας Αγγλίας,
τον Ιανουάριο στις δέκα το βράδυ
και ανθίσαμε σαν το σιτάρι,
στρέμμα το στρέμμα από χρυσάφι,
και θερίσαμε,
θερίσαμε.