iscreta.gr
Ο Ψηλορείτης και η Σητεία στα μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς
Τον
περασμένο μήνα η UNESCO ως βραχίονας του ΟΗΕ για τον Πολιτισμό
προχώρησε στη θεσμοθετημένη δημιουργία ενός δικτύου για την προστασία
και την ανάδειξη περιοχών με ιδιαίτερη γεωλογική και πολιτισμική
σημασία. Στο μεγάλο αυτό κατάλογο συμπεριλαμβάνονται πέντε ελληνικά
γεωπάρκα, ανάμεσα στα οποία και δύο από την Κρήτη.
Οι περιοχές από την Ελλάδα που
εντάχθηκαν στο Παγκόσμια Δίκτυο των Γεωπάρκων, το οποίο έχει συσταθεί
υπό τη σκέπη της UNESCO, και αποτελούν γεωλογικά μνημεία της παγκόσμιας
κληρονομιάς, είναι συγκεκριμένα η νήσος Λέσβος, η περιοχή του Ψηλορείτη,
η Σητεία, το εθνικό πάρκο Χελμού-Βουραϊκού και ο εθνικός δρυμός
Βίκου-Αώου.
Όπως αναφέρει στο «Έθνος» ο κ. Νίκος
Ζούρος, καθηγητής στο Τμήμα Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου και
διευθυντής στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας στο Απολιθωμένο Δάσος της
Λέσβου, «το Παγκόσμιο Δίκτυο Γεωπάρκων συμπεριλαμβάνει περιοχές με
ιδιαίτερο γεωλογικό ενδιαφέρον, γεωλογικά μνημεία του πλανήτη. Σε αυτά
σήμερα συγκαταλέγονται 120 περιοχές σε 33 χώρες του κόσμου. Τα
περισσότερα βρίσκονται στην Ευρώπη και την Ασία, ενώ και άλλες χώρες
υποβάλλουν υποψηφιότητες για να εντάξουν περιοχές».
Ψηλορείτης: Ταξίδι 250 εκατομμυρίων ετών
Το Φυσικό Πάρκο Ψηλορείτη ιδρύθηκε το
2001 από την εταιρεία ΑΚΟΜΜ-Ψηλορείτης Αναπτυξιακή ΑΕ ΟΤΑ με την
επιστημονική υποστήριξη του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας του Πανεπιστημίου
Κρήτης και εντάχθηκε από την ίδρυσή του στο Δίκτυο των Ευρωπαϊκών
Γεωπάρκων.
Τα μνημεία της γης και οι γεώτοποι του
Ψηλορείτη είναι διάσπαρτοι σε όλη την έκτασή του. Περιλαμβάνουν
μοναδικούς σχηματισμούς πετρωμάτων, θέσεις απολιθωμάτων, εντυπωσιακές
μορφές του ανάγλυφου, σπήλαια, πτυχώσεις και ρήγματα των πετρωμάτων.
Έχουν οριοθετηθεί υποπεριοχές όπως η «τομή των Ταλαίων Ορέων: ένα ταξίδι
250 εκατομμυρίων χρόνων στο παρελθόν» στην οροσειρά του Κουλούκωνα, τα
«καρστικά τοπία του Ψηλορείτη» στην ορεινή ζώνη του βουνού, «από το
βουνό στον κάμπο» που περικλείει τους ανατολικούς και νότιους πρόποδες
του βουνού, τα «γκρεμνά του Αμαρίου» στην ομώνυμη κοιλάδα και το
«σπηλαιοπάρκο» που περιλαμβάνει τα σημαντικότερα σπήλαια του Ψηλορείτη.
Σητεία: Σπάνιος πλούτος απολιθωμάτων
Το Γεωπάρκο Σητείας περιλαμβάνει το
υψίπεδο και την ανατολική ακτογραμμή που διαθέτει μοναδικό γεωφυσικό
πλούτο: σπήλαια, φαράγγια, σπάνια πετρώματα και απολιθώματα. Η
γεωγραφική της θέση στο ανατολικό άκρο της Κρήτης, που επέτρεψε την
ανταλλαγή ειδών από τη Μικρά Ασία, σε συνδυασμό με το ξηροθερμικό κλίμα
που επικρατεί στην περιοχή, δημιούργησε ένα μωσαϊκό οικοτόπων και
οικοσυστημάτων, μερικά από τα οποία, όπως το φοινικόδασος του Βάι, είναι
μοναδικά για την περιοχή της Μεσογείου.
Το Φυσικό Πάρκο Σητείας χαρακτηρίζεται
από πολύ πλούσια γεωκληρονομιά, η οποία περιλαμβάνει εντυπωσιακά
πετρώματα, ιδιαίτερους σχηματισμούς και γεωμορφές στις μεταλπικές
ενότητες, χαρακτηριστικές τεκτονικές και μικροτεκτονικές δομές καθώς και
πλούτο απολιθωμάτων. Εντός του Πάρκου έχουν αποτυπωθεί πάνω από 100
γεώτοποι, δηλαδή τοποθεσίες ιδιαίτερα και χαρακτηριστικά μνημεία της
γεωκληρονομιάς.
Λέσβος: Μοναδικής αξίας το Απολιθωμένο Δάσος
Στο δυτικό τμήμα της Λέσβου δεσπόζει το
Απολιθωμένο Δάσος, ένα μοναδικό μνημείο της φύσης, το οποίο έχει
κηρυχθεί «Διατηρητέο Μνημείο της Φύσης». Από τη συστηματική μελέτη των
απολιθωμένων κορμών και φύλλων προσδιορίστηκε το γένος και το είδος των
φυτών που συμμετείχαν στη σύνθεση του δάσους της Λέσβου πριν από 20
εκατομμύρια χρόνια. Πολλοί απολιθωμένοι κορμοί ανήκουν σε προγονικές
μορφές του σύγχρονου είδους Σεκόγια η αειθαλής, που φύεται στις δυτικές
ακτές των Ηνωμένων Πολιτειών.
Η σύνθεση της απολιθωμένης χλωρίδας
δείχνει ότι το απολιθωμένο δάσος της Λέσβου αναπτύχθηκε σε υποτροπικό
κλίμα το οποίο μεταβαλλόταν απότομα σε ηπειρωτικό θερμό. Το νησί είναι
διάσπαρτο από μοναδικής αξίας και σπουδαιότητας φυσικά δημιουργήματα και
γεωμορφές όπως ηφαίστεια, θερμές πηγές, θέσεις ορυκτών και
μεταλλευμάτων, μεγάλα γεωλογικά ρήγματα, σημαντικές απολιθωματοφόρες
θέσεις, βραχώδεις ακτές και διατηρεί σημαντικά τεκμήρια της γεωλογικής
ιστορίας της λεκάνης του Αιγαίου.
Πάρκο Χελμού-Βουραϊκού: Σπήλαιο με 13 υπόγειες λίμνες
Το Πάρκο Χελμού-Βουραϊκού έγινε τον
Οκτώβριο του 2009 μέλος του Ευρωπαϊκού Δικτύου Γεωπάρκων και του
παγκόσμιου Δικτύου GGN της UNESCO. Οι σημαντικότεροι γεώτοποι είναι:
-Το απότομο και επιβλητικό Φαράγγι του
Βουραϊκού ποταμού με τον οδοντωτό σιδηρόδρομο. Στα κάθετα τοιχώματα του
φαραγγιού σαν τεράστιες οθόνες προβάλλουν τη γεωλογική εξέλιξή του, με
τα κροκαλοπαγή, τους λεπτοπλακώδεις ασβεστόλιθους, ενώ σαν πινελιές ενός
πανύψηλου ζωγράφου θαυμάζουμε τα ρήγματα και τις πτυχές των πετρωμάτων.
-Το Σπήλαιο των Λιμνών στα Καστριά με
τις 13 καταπληκτικές υπόγειες λίμνες δείχνει την αργή και δημιουργική
δράση του νερού στο πέρασμα των αιώνων με τους θαυμάσιους και τεράστιους
σταλακτίτες και σταλαγμίτες. Στην περιοχή θα συναντήσουμε τα παλαιότερα
πετρώματα του γεωπάρκου (περίπου 200 εκατομμυρίων ετών) ηφαιστειακά και
μεταμορφωμένα, ενώ ένα μονοπάτι βγάζει στα μυθικά ύδατα Στυγός, μια
πηγή σε υψόμετρο 2.100 μ. στη Νεραϊδoράχη του όρους Χελμού.
Εθνικός Δρυμός Βίκου-Αώου: Από τις βαθύτερες χαράδρες
Το πάρκο είναι αλλιώς γνωστό και με την
ονομασία «Ο Δρυμός των μεγάλων κορυφών». Βόρειο όριο του Δρυμού είναι η
χαράδρα του Αώου και το νότιο όριο το φαράγγι του Βίκου. Μέσα στον Δρυμό
βρίσκονται 4 οικισμοί. Είναι τα χωριά Μικρό και Μεγάλο Πάπιγκο, το
Μονοδέντρι και ο Βίκος, όπου βρίσκεται και το ομώνυμο φαράγγι το οποίο
θεωρείται από τα μεγαλύτερα και πιο εντυπωσιακά ασβεστολιθικά φαράγγια
της Ευρώπης. Έχει μήκος 12 χλμ., πλάτος που κυμαίνεται μεταξύ 200 μ. και
1,5 χλμ. και μέγιστο βάθος 1.200 μ.
H χαράδρα του Βίκου είναι μία από τις
μεγαλύτερες και βαθύτερες του κόσμου. Είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακή, με
κάθετους γεωλογικούς σχηματισμούς, εναλλαγή οικοσυστημάτων, πλούσια
βιοποικιλότητα και αποτελεί ένα από τα λίγα εναπομείναντα καταφύγια
άγριας ζωής στην Ευρώπη. Έχει καταχωριστεί στο βιβλίο Guinness ως η πιο
βαθιά, με βάθος 900 μέτρα και άνοιγμα μόνο 1.100 μέτρα. Τη χαράδρα
διαρρέει ο ποταμός Βοϊδομάτης, που έχει νερό μόνο εποχικά.
Ο καθηγητής στο Τμήμα Γεωγραφίας του
Πανεπιστημίου Αιγαίου και διευθυντής στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας στο
Απολιθωμένο Δάσος της Λέσβου, κ. Νίκος Ζούρος, έχει σήμερα αναλάβει τη
θέση του προέδρου στο Παγκόσμιο Δίκτυο Γεωπάρκων, ενώ υπήρξε από τους
εμπνευστές της ιδέας πριν από δύο δεκαετίες. Όπως εξηγεί στο «Έθνος»,
μαζί με άλλες τρεις περιοχές σε Γαλλία, Γερμανία και Ισπανία ξεκίνησαν
την προσπάθεια να δημιουργηθεί ένα διεθνές δίκτυο για την ανάδειξη των
μνημείων της φύσης. Σταδιακά το δίκτυο μεγάλωσε και από μια διεθνής
οργάνωση εντάχθηκε τώρα σε επίσημο πρόγραμμα της UNESCO.
«Ως γεωπάρκο χαρακτηρίζεται μια ευρεία
περιοχή που διαθέτει γεωλογικά μνημεία διεθνούς ενδιαφέροντος, η αξία
τους για την εξέλιξη του πλανήτη υπερβαίνει τα εθνικά όρια και πρέπει να
υπάρχει φορέας που να ασχολείται με την προστασία και ανάδειξή τους. Τα
οφέλη είναι προφανή. Είναι η διεθνές προβολή, μια αναγνώριση η οποία
δίδει κύρος στο μνημείο και αυτό οδηγεί στο να αυξηθεί η
επισκεψιμότητα», λέει ο κ. Ν. Ζούρος.
«Είναι ένας τρόπος προβολής των μνημείων
και τα γεωπάρκα θα αποκτήσουν μεγαλύτερη «ορατότητα», θα γίνουν πιο
γνωστά σε παγκόσμιο επίπεδο. Λειτουργεί ως σήμα ποιότητας, ενώ θα
εξασφαλίσει σε επίπεδο της Ε.Ε. δυνατότητα ιδιαίτερης χρηματοδότησης για
τις περιοχές αυτές», λέει. «Από τα γεωλογικά μνημεία τεκμηριώνεται και η
ιστορία του πλανήτη, όπως για παράδειγμα οι επιπτώσεις της κλιματικής
αλλαγής. Αυτά τα τεκμήρια βρίσκονται στα γεωπάρκα σε όλο τον κόσμο μέσα
από απολιθώματα», καταλήγει.
neakriti.gr