Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2019

Στύφνος, για ρευματικούς-αρθριτικούς πόνους, τενοντίτιδες, καψίματα, τον πόνο στο αυτί



odigos-pierias.gr
Στύφνος, για ρευματικούς-αρθριτικούς πόνους, τενοντίτιδες, καψίματα, τον πόνο στο αυτί. | Οδηγός…
Στύφνος, για ρευματικούς-αρθριτικούς πόνους, τενοντίτιδες, καψίματα, τον πόνο στο αυτί….

Περιγραφή:
Η λατινική ονομασία του βοτάνου είναι SOLANUM nigrum (Σολανόν το μέλαν) και ανήκει στην οικογένεια των Σολανιδών. Υπάρχουν αρκετά είδη στύφνου στη χώρα μας. Γνωστότερα είναι ο γλυκόπικρος (Solanum dulcamara) και ο φαρμακευτικός (S. officinarum).

Στη χώρα μας το συναντούμε με τις ονομασίες Στύφνο, Στύφνος (Κρήτη), Στύβνο, Στύγνο (Κέρκυρα), Στρύφνο, Βρωμόχορτο, Βρωμοβότανο, Αγριοντομάτα (Κύθνος, Μήλος), Αμπελουρίδα (Αίγινα), Μαυρόχορτο (Αττική), Κορφή (Αμοργό), Πικροσταφίδα, Μαυρολάχανο, Μαυρομάχι, Αγριοσταφυλιά. Άλλα ονόματα: Πομιλοχόρταρο, Poisonberry. Στο χωριό μας το λέμε αγριοντοματιά και με αυτό το όνομα μπορείτε να το συναντήσετε και αλλού.
Φύεται σε όλη την Ευρώπη και είναι κοινό σε αναχώματα, πλαγιές και σε καλλιεργούμενα εδάφη. Τα βοοειδή δεν το τρώνε και τα πρόβατα το αγγίζουν σπάνια. Είναι ετήσιο (ή και διετές) ζιζάνιο που φτάνει σε ύψος τα 75 εκατοστά. Δεν μπορεί να αναπτυχθεί καλά σε σκιά και θέλει γενικά φως.
Προτιμά ξηρό ή υγρό, αλλά στραγγιζόμενο έδαφος. Φυτρώνει σχεδόν παντού στην γη, εκτός από μεγάλα υψόμετρα. Ο βλαστός του διακλαδώνεται (έχει πολλά κλαδιά σε σχήμα βεντάλιας), είναι λείος και μπορεί να φθάσει σε ύψος το 1 μέτρο (τότε γίνεται ξυλώδης). Τα φύλλα του είναι τρυφερά και ωοειδή με χρώμα βαθύ πράσινο.
Ανθίζει από Ιούλιο ως Σεπτέμβριο και οι σπόροι του ωριμάζουν από Αύγουστο ως και τον Νοέμβριο. Τα άνθη του είναι λευκά και μικρά, ερμαφρόδιτα (έχουν αρσενικά και θηλυκά όργανα) που γονιμοποιούνται από έντομα. Ο καρπός είναι μικρός σχετικά, σφαιρικός και είναι αρκετοί μαζί σε τσαμπί.. Στην αρχή είναι πράσινος και όταν ωριμάζει γίνεται μαύρος. Οι καρποί περιέχουν πολλούς σπόρους. Κάθε φυτό παράγει 500 περίπου σπόρους.
Υπάρχει μια μεγάλη διαφωνία για το αν ή όχι τα φύλλα ή οι καρποί του φυτού είναι δηλητηριώδη.

Οι απόψεις ποικίλλουν από δηλητηριώδες έως ασφαλή για κατανάλωση. Η τοξικότητα του μπορεί να διαφέρει σημαντικά ανάλογα με την ποικιλία αλλά και την περιοχή που καλλιεργείται. Μελέτες έχουν δείξει σοβαρές διαφορές στην τοξικότητα για την ίδια ποικιλία που καλλιεργείται σε διαφορετική περιοχή με άλλο μικροκλίμα.
Το φυτό πάντως καλλιεργείται σε πολλές περιοχές του πλανήτη για τρόφιμο, τόσο για τον καρπό του όσο και για τα φύλλα του. Εκεί που όλοι συμφωνούν είναι στην απαγόρευση της χρήσης του άγουρου (πράσινου) καρπού για τροφή, αφού περιέχει την υψηλότερη συγκέντρωση τοξινών.
Συστατικά-χαρακτήρας:

Ο στύφνος έχει γεύση χορτώδη και άνοστη. Η οσμή του είναι λίγο κακή. Ο Desfosses,κατά την ανάλυση του χυμού των ώριμων καρπών βρήκε μια ουσία που ονόμασε σολανίνη (αλκαλοειδές) στην οποία απέδωσε κατευναστικές ιδιότητες. Οι καρποί ακόμη περιέχουν μυρικό οξύ.
Τα πράσινα μέρη του φυτού περιέχουν σολανίνη αλλά σε μικρότερη ποσότητα. Η χαμηλότερη συγκέντρωση σολανίνης παρουσιάζεται στις τρυφερές κορυφές του φυτού. Αυτές καταναλώνουμε μαζί με βλίτα ή κολοκυθάκια και φαίνεται πως με το βράσιμο το φυτό γίνεται ακίνδυνο.
Το χαρακτηριστικό με τον στύφνο είναι ότι όσο τα χώματα στα οποία φύεται είναι δυνατά, τόσο η τοξικότητά του αυξάνεται. Το ίδιο συμβαίνει και με το κλίμα. Στα ξηρά κλίματα, η τοξικότητα του βοτάνου είναι μεγαλύτερη.
Οι τοξικές ουσίες που περιέχει είναι οι glycoalkaloid, σολαμαργίνη, σολασονίνη, σολανίνη, που έχουν μεγαλύτερη συγκέντρωση στους άγουρους καρπούς. Η δηλητηρίαση από κατανάλωση στύφνου εμφανίζει συμπτώματα 6 έως 12 ώρες μετά την κατάποση.
Τα συμπτώματα της δηλητηρίασης περιλαμβάνουν πυρετό, εφίδρωση, εμετό, κοιλιακό πόνο, διάρροια, σύγχυση, υπνηλία και δυνητικά θάνατο. Ο θάνατος προέρχεται από καρδιακές αρρυθμίες και αναπνευστική ανεπάρκεια. Έχουν αναφερθεί θάνατοι ζώων και μικρών παιδιών από κατανάλωση άγουρων καρπών.
Εδωδιμότητα

Τα νεαρά βρασμένα φύλλα τρώγονται και έχουν ελαφρώς πικρή γεύση. Στην Κρήτη το συναντούμε και με την ονομασίες Στύφνος ή Στρούφιγγας και σε άλλα νησιά χρησιμοποιούνται όπως το σπανάκι και τα χόρτα, σε πίτες και σαλάτες.
Καταναλώνεται μαζί με τα βλίτα και τα κολοκυθάκια Στις ανατολικές επαρχίες του νησιού συναντάμε δύο πολύ ενδιαφέροντα πιάτα με στύφνο, τα οποία φέρουν το βενετσιάνικο όνομα «σοφεγάδα». Ουσιαστικά είναι ένα επιτυχημένο πάντρεμα από κολοκυθάκια, στύφνο, αμπελοφάσουλα, μελιτζάνες και μπάμιες, μαγειρεμένα με ελαιόλαδο και ντοματούλα.
Στην Ινδία, Ινδονησία, Περού και πολλές χώρες της Αφρικής τρώγονται βρασμένοι οι ώριμοι καρποί, ενώ φτιάχνουν σούπες, μαρμελάδα και σαλάτες. Γενικά βρώσιμα θεωρούνται τα νεαρά φύλλα, οι νεαροί βλαστοί και οι ώριμοι καρποί.
Ο στύφνος ήταν γνωστός από την αρχαιότητα.

Ο Θεόφραστος τον αναφέρει ως «εδώδιμος Στρύχνος». Αναφέρει επίσης ότι οι καρποί του στύφνου όταν ωριμάζουν γίνονται μαύροι και μπορούν να φαγωθούν. Ο Διοσκουρίδης τον αναφέρει ως «Κηπαίος Στρύχνος» και τον χρησιμοποιούσε για να μειώσει τον πυρετό – «κηπαίος στρίχνος, αβλαβής εστί προς βρώσιν, δύναμιν δε έχει ψυχική».
Άλλοτε στα πολύ παλαιότερα χρόνια, χρησιμοποιούσαν εσωτερικώς τον στύφνο κατά της καρδιαλγίας, των εντερικών κολικών, των νεφρικών πόνων, της ισχουρίας και της στραγγουρίας, κατά των διαφόρων νευρικών παθήσεων κ.α.
Προτιμούσαν όμως και από τότε, την εξωτερική χρήση σε καταπλάσματα, από την εσωτερική.

Με το αφέψημα του φυτού έκαναν πλύσεις σε χώρες του σώματος πρησμένες, φλεγμαίνουσες και επώδυνες. Έκαναν επίσης κολπικές πλύσεις επί καρκίνου της μήτρας. Ο Cazin αναφέρει πως το αφέψημα ή το κοπανισμένο χόρτο του στύφνου σε θερμά καταπλάσματα κατευνάζει τους ρευματικούς πόνους, ιδίως των αρθρώσεων, όταν βρίσκονται σε οξύ στάδιο.
Σε μερικά μέρη το καλλιεργούσαν για να παράγουν μια χρωστική ουσία μοβ, που χρησίμευε στην βαφή του μεταξιού. Στο Ιράκ και στο Ιράν οι γυναίκες βάζουν τους σπόρους του στύφνου στα μάγουλά τους να αφαιρέσουν τις φακίδες. Στην Αίγυπτο και στη Νότια Αφρική χρησιμοποιείται για τη θεραπεία φλεγμονών, όγκων και αιμορροΐδων.
Από τον 14ο αιώνα το φυτό το χρησιμοποιούσαν στην Αγγλία για να το έλκος (σε συνδυασμό με Μαρρούβιο) και την υδρωπικία. Στη Βοημία έβαζαν τα φύλλα στο κρεβάτι των νηπίων για να κοιμούνται ευκολότερα. Οι Άραβες τα εφάρμοζαν σε εγκαύματα και έλκη.
Φαρμακευτικές ιδιότητες και Χρήσεις.

Εκτός από τις τοξικές ουσίες που προαναφέρθηκαν, περιέχει πρωτεΐνες, υδατάνθρακες,βιταμίνες Α, Β1, Β2, Νιασίνη, C, Ε, καροτενοειδή, ω-3, άλλα αντιοξειδωτικά, ασβέστιο,φώσφορο.
O Διοσκουρίδης χρησιμοποιούσε τον στύφνο για την αντιπυρετική και ηρεμιστική του δράση. Αναφέρεται ως ηρεμιστικό και αντιφλεγμονώδες στον Πλίνιο, ενώ χρησιμοποιήθηκε από αρκετούς βοτανολόγους τον μεσαίωνα. Ως αντιπυρετικό το συναντάμε ακόμη και σήμερα σε περιοχές της Βραζιλίας και του Περού. Ως φάρμακο για διάφορες ασθένειες αναφέρεται στην λαϊκή Ινδική ιατρική.
Στην Ευρώπη ήταν ένα παραδοσιακό φάρμακο για τενοντίτιδες, φλεγμονές και καψίματα. Οι Κινέζοι πιστεύουν ότι είναι ένα καλό αντικαρκινικό φάρμακο για τον καρκίνο του πεπτικού συστήματος. Επίσης σε πολλές σύγχρονες επιστημονικές μελέτες αναφέρονται για τον στύφνο φαρμακευτικές και θεραπευτικές ιδιότητες.
Το σύνολο του φυτού δρα ως αναλγητικό, αντιφλεγμονώδες, εφιδρωτικό, διουρητικό, μαλακτικό, αντιπυρετικό, ηρεμιστικό, καθαρτικό, κατασταλτικό, αντισπασμωδικό και αγγειοδιασταλτικό, ενώ φαίνεται ότι βοηθάει τον οργανισμό στην δημιουργία κολλαγόνου.
Το φυτό έχει χρησιμοποιηθεί για την παρασκευή αναλγητικών αλοιφών και ο χυμός του καρπού έχει χρησιμοποιηθεί ως αναλγητικό για πονόδοντους, για λειχήνες, αρθρίτιδα και πόνους στο αυτί.
Ως κατάπλασμα, κομπρέσα, έγχυμα (φύλλων, ώριμων καρπών ή και ρίζες) μπορεί να χρησιμοποιηθεί εξωτερικά για δερματικά προβλήματα, για να μειώσουν το πόνο και τη φλεγμονή και ως ξέπλυμα πληγών σε καψίματα, φαγούρα, λειχήνες προσώπου, έρπη, τενοντίτιδες, διόγκωση όρχεων, πόνο στο αυτί, πυρετό.
Εσωτερικά ως έγχυμα για ασθένειες του ήπατος, ως διουρητικό, εφιδρωτικό, για πυρετό,βήχα, άσθμα, βρογχίτιδα, πεπτικά και στοματικά έλκη, δυσεντερία, τυμπανισμό, ουρική αρθρίτιδα, επώδυνες περιόδους.
Άλλες θεραπευτικές ιδιότητες και ενδείξεις:

Για τον Στύφνο υπάρχει η φήμη ότι είναι πολύ δηλητηριώδης, γεγονός που συζητείται μετά τις τελευταίες έρευνες για το φυτό. Αυτό οφείλεται στο γεγονός, ότι η σολανίνη, η ουσία που έχει τις δηλητηριώδεις ιδιότητες, βρίσκεται σε μικρή ή μεγάλη ποσότητα στο φυτό, ανάλογα με την περιοχή στην οποία φύεται και την εποχή που συλλέγεται.
Οι καρποί του φυτού είναι επιβλαβείς στα παιδιά, αλλά αν καταναλωθούν από ενήλικες όταν είναι ώριμοι δεν προκαλούν πρόβλημα. Οι δηλητηριώδεις ιδιότητες του φυτού συνδέονται περισσότερο με τα πράσινα μέρη του βοτάνου.
Ο Στύφνος έχει χρησιμοποιηθεί στην ιατρική σαν μαλακτικό, καταπραϋντικό και ναρκωτικό. ¨Όταν το φυτό είναι ακόμη μικρό, πριν την άνθιση και την καρποφορία του έχει μαλακτικές ιδιότητες. Μετά την άνθιση και ιδιαίτερα μετά την ωρίμανση των καρπών γίνεται ναρκωτικό.
Η σολανίνη που περιέχει του προσδίδει θεραπευτικές ιδιότητες αλλά θέλει προσοχή στην δοσολογία.
Υπό μορφή αφεψήματος χρησιμοποιείται για κολικούς ή σε κατάπλασμα για παθήσεις του δέρματος.

Το έγχυμα των φύλλων δρα ως ισχυρό εφιδρωτικό. Ο εδώδιμος στύφνος είναι διουρητικός και καθαρτικός του αίματος και γι’ αυτό αξιοσύστατος στους αρτηριοσκληρωτικούς και τους αρθριτικούς, που μάλιστα ανακουφίζει και από τους πόνους, ένεκα των ελαφρών ναρκωτικών ιδιοτήτων του, που αποδίδονται στη σολανίνη.
Θεωρείται χρήσιμο για δερματικά προβλήματα αλλά η δράση είναι ασταθής και η θεραπεία τους θεωρείται κάπως επικίνδυνη εκτός και αν χρησιμοποιηθούν πολύ μικρές δόσεις.
Αναμεμειγμένο με ξύδι θεωρείται καλό για γαργαρισμούς και πλύσεις στόματος.
Σήμερα χρησιμοποιείται κύρια στην ομοιοπαθητική, κατά των νευρικών διεγέρσεων, των μυϊκών συσπάσεων και της επιληψίας.
Παρασκευή και δοσολογία:

Παρασκευάζεται ως αφέψημα. Βράζουμε για 10 λεπτά 50 γραμμάρια βοτάνου σε ένα λίτρο νερό και το χρησιμοποιούμε για επαλείψεις εναντίον κνησμών και μωλώπων. Το κατάπλασμα των φύλλων το χρησιμοποιούμε για λειχήνες, έλκη, πρηξίματα και εγκαύματα.
Υπό μορφή ελαίου (σε αναλογία ένα μέρος φύλλων και δύο ελαιόλαδου) για επαλείψεις σε περιπτώσεις ρευματισμών.
Προσοχή!

Τα φύλλα του φυτού δεν τρώγονται ωμά (ιδιαίτερα μετά την καρποφορία), γιατί είναι δηλητηριώδη. Ο ώριμος καρπός του στύφνου είναι παρόμοιος με τον καρπό της μπελαντόνας (atropa belladonna) που είναι ισχυρό δηλητήριο. Μπορείτε να τον ξεχωρίσετε, αφού δεν είναι σε τσαμπί όπως του στύφνου, αλλά αυτόνομος μεμονωμένος. Επίσης τα άνθη της μπελαντόνας δεν είναι άσπρα.
Υπάρχουν αρκετά είδη στύφνου με την τοξικότητα να διαφέρει πάρα πολύ και μόνο ένας ειδικός μπορεί να τα ξεχωρίσει. Το γνωστό μας ζιζάνιο Γερμανός (solanum elaeagnifolium) είναι ένας στενός συγγενής του και είναι δηλητηριώδες.
Σε κάθε περίπτωση όλες οι προηγούμενες αναφορές δεν αποτελούν προτροπή για χρήση του στύφνου ως βρώσιμου, φαρμακευτικού ή θεραπευτικού φυτού. Για τέτοιες χρήσεις θα πρέπει να ζητάτε την υπεύθυνη γνώμη ενός ειδικού γιατρού ή και βοτανολόγου και βέβαια να αναλάβετε την ευθύνη για την προσωπική σας χρήση.
Πηγές:
www.herb.gr.
www.agriamanitaria.gr.
botanokipos.blogspot.com.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις