Πέμπτη 14 Δεκεμβρίου 2017

Φρικαντέλα - Η μάγισσα που μισούσε τα κάλαντα

Φρικαντέλα - Η μάγισσα που μισούσε τα κάλαντα


Φρικαντέλα - Η μάγισσα που μισούσε τα κάλανταΗ µάγισσα Φρικαντέλα µισεί αφάνταστα όλα τα καλά. Δε χορεύει καλαµατιανό. Χορεύει µόνο κακαµατιανό. Δεν τρώει ποτέ της καλαµαράκια. Τρώει µόνο κακαµαράκια. Δεν πίνει πορτοκαλάδα, µόνο πορτοκακάδα. Αλλά, πάνω απ' όλα, µισεί τα κάλαντα. Όταν, λοιπόν, παραµονές πρωτοχρονιάς ακούει τα παιδιά της γειτονιάς να τραγουδάνε τα κάλαντα, γίνεται έξω φρενών, τους κλέβει τις φωνές τους και τις φυλακίζει σε µπαλόνια. Η απολαυστική περιπέτεια συνεχίζεται στους χιο­νισµένους δρόµους της πόλης και στο κάστρο της µάγισσας, στα µαγικά δωµάτια του οποίου, τα παιδιά µε επικεφαλής τον τετραπέρατο Σεβαστια­νό Μπισµπικούκη αναζητούν τα µπαλόνια µε τις κλεµµένες φωνές τους.
Το βιβλίο συνοδεύεται από ένα παράρτηµα µε τα κάλαντα από διάφορα µέρη της Ελλάδας και από ένα τριγωνάκι που τα παιδιά µπορούν να το χρησιµοποιήσουν για να ζωντανέψουν το παραµύθι µε τις δικές τους φωνές.


ΤΡΙΒΙΖΑΣ ΕΥΓΕΝΙΟΣ

Συγγραφέας - 0023466
ΤΡΙΒΙΖΑΣ ΕΥΓΕΝΙΟΣ Ο Ευγένιος Τριβιζάς γεννήθηκε στην Αθήνα το 1946. Σπούδασε νομικά και οικονομικά και είναι καθηγητής εγκληματολογίας στην Αγγλία. Διδάσκει στο Πανεπιστήμιο του Reading, όπου διατελεί Ομότιμος Καθηγητής, και σε άλλα πανεπιστήμια. Είναι γνωστός ως συγγραφέας βιβλιών για παιδιά από τεσσάρων χρονών και πάνω. Όλα του τα έργα τα χαρακτηρίζει πρωτοτυπία και μεγάλη φαντασία. Έχει γράψει γύρω στα 150 βιβλία που είναι: μυθιστορήματα, παραμύθια, θεατρικά έργα, αλφαβητάρια, διηγήματα, κόμικς, εκπαιδευτικά βιβλία και έχει συνεργαστεί με παιδικά περιοδικά. Από τα πιο γνωστά του έργα είναι η Φρουτοπία και το Νησί των πυροτεχνημάτων. Όπως ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, έτσι και ο Ευγένιος Τριβιζάς γράφει σε µία από τις λιγότερο διαδεδοµένες γλώσσες της ευρωπαϊκής ηπείρου. Τα παραµύθια του, όµως, όπως και αυτά του Άντερσεν, έχουν τη δύναµη να αγγίζουν την καρδιά και το µυαλό των αναγνωστών όχι µόνο σε όλη την Ευρώπη, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσµο. Boyd Tonkin, Literary Editor, The Independent Μαιτρ του χιούµορ και των ανατροπών, µοναδικός στην Ευρώπη. C.H. Davies, Bookbird Ο λογοτεχνικός κόσµος του Ευγένιου Τριβιζά αποτελεί µία αποκάλυψη. Miriam Gabriella Moellers, International Literature Festival Berlin Ένας συγγραφέας γοητευτικών βιβλίων. Kirsty Wark, BBC Television Journalist-Broadcaster Ό,τι καλύτερο µπορούσε να µας συµβεί, ειδικά στις µέρες µας, θαρρώ πως είναι ο Ευγένιος Τριβιζάς! Ο θαυµατοποιός Τριβιζάς. Ακόµα κι αν δεν υπήρχε, θα άξιζε να τον εφεύρουµε! Φωτεινή Τσαλίκογλου, Καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήµιο Ο µόνος σύγχρονος συγγραφέας εν Ελλάδι που µπορεί ανεπιφύλακτα να διεκδικήσει το χρίσµα του παραµυθά. Το Βήµα Ο Τριβιζάς µε τους µύθους του, έµµεσα, τρυφερά, µε λεπτές διαδικασίες και µε γνώση της παιδικής νοηµοσύνης, εξασφαλίζει την πολυπόθητη και πολυσυζητηµένη αγωγή των παιδιών, ο ποιητής παραµυθιών γίνεται έτσι ο καλύτερος παιδαγωγός. Γεώργιος Μπαµπινιώτης Μέσα στην ψυχρή επιστηµονική τεχνική του εγκληµατολόγου που χρησιµοποιεί τις λέξεις ως νυστέρι, κρύβεται µια υπέροχη φτερωτή στολή, µια οργιάζουσα φαντασία, ένας χείµαρρος λεκτικός, ένας γοητευτικός παραµυθάς. Κώστας Γεωργουσόπουλος O παραµυθάς Eυγένιος Tριβιζάς είναι ένα πρόσωπο αγαπηµένο. Έρχεται από τα βάθη της φαντασίας στην πηγή της παιδικής µας ηλικίας, για να κάνει πραγµατικότητα όλα όσα κρύβουν τα όνειρά µας. City Press

ένα δέντρο μια φορά


ένα δέντρο μια φορά

Κάθε παραμονή Χριστουγέννων, γύρω στα μεσάνυχτα, κάτι παράξενο συμβαίνει σ έναν απόμερο δρόμο μιας πολύβουης πολιτείας, κάτι που κανείς δεν μπορεί να το εξηγήσει: ένα σμάρι πυγολαμπίδες τριγυρνούν επίμονα, τρεμοσβήνοντας, λες και κάτι αναζητούν, λες και γυρεύουνε να θυμηθούν κάτι...
------------------------------------------------------------------------



http://digitalschool.minedu.gov.gr/modules/ebook/show.php/DSGL105/229/1686,5384/extras/activities/indexD3_metaselida/Indexd_3_Trivizas.html

Ευγένιου Τριβιζά, «Χριστουγεννιάτικη Ιστορία - Ένα δέντρο, μια φορά»

Το δέντρο
Σ' ένα άχαρο πεζοδρόμιο μιας πολύβουης πολιτείας ήταν κάποτε ένα άσχημο παραμελημένο δέντρο. Κανείς δεν το πρόσεχε. Κανείς δεν το φρόντιζε. Κανείς δεν του έδινε την παραμικρή σημασία. Τα φύλλα του είχαν μαραζώσει, είχαν πέσει από καιρό κι είχε απομείνει γυμνό, σκονισμένο και καχεκτικό.
Ποτέ δεν είχε γνωρίσει του δάσους τη δροσιά. Δεν είχαν κελαηδήσει ποτέ στα φύλλα του πουλιά, με δυσκολία να το άγγιζε πού και πού κάποια πονετική ηλιαχτίδα που γλιστρούσε στα κρυφά ανάμεσα στις μουντές και άχαρες πολυκατοικίες που το περιστοίχιζαν.
Οι περαστικοί διάβαιναν δίπλα του με αδιαφορία, βλοσυροί και βιαστικοί, χωρίς να του δίνουν καθόλου σημασία, μερικοί μάλιστα πετούσαν αποτσίγαρα, φλούδια από κάστανα και λερωμένα χαρτομάντηλα κι άλλοι φτύνανε στο χωμάτινο τετραγωνάκι γύρω από τη ρίζα του.
Και σα να μην έφταναν όλα αυτά, κατάλαβε από κάτι μηχανικούς με σκούρες καμπαρντίνες και κρεμαστά μουστάκια, που έσκυβαν και μουρμούριζαν κι όλο μετρούσαν σκυθρωποί, ότι θα πλάταιναν το δρόμο πλάι του. Κι αν συνέβαινε αυτό, τι τύχη το περίμενε; Θα το πελέκιζαν, θα το ξερίζωναν; Θα το πετούσαν μήπως στα σκουπίδια;
Εκείνο το χριστουγεννιάτικο δειλινό το δέντρο αισθανόταν πιο παραμελημένο, πιο παραπονεμένο από ποτέ. Στα ολόφωτα παράθυρα γύρω του διέκρινε ανάμεσα από τις κουρτίνες χριστουγεννιάτικα έλατα, που χαρωπά παιδιά τα στόλιζαν με κόκκινα κεριά, καμπανούλες, αγγελούδια, ασημένια πέταλα και γιορτινές γιρλάντες και ζήλευε. Ζήλευε πολύ. Πόσο θα ήθελε να είναι έτσι κι αυτό. Χριστουγεννιάτικο έλατο στη θαλπωρή ενός σπιτιού. Να το φροντίζουν, να το στολίζουν, να το καμαρώνουν...
Το παιδί

Ήταν κι ένα παιδί. Τις μέρες έκανε δουλειές του ποδαριού. Τα βράδια κοιμόταν στο πάτωμα ενός κρύου πλυσταριού στην αυλή ενός εγκαταλελειμμένου κτιρίου με ετοιμόρροπα μπαλκόνια. Κανείς δεν το πρόσεχε. Κανείς δεν το φρόντιζε. Κανείς δεν του έδινε την παραμικρή σημασία. Τα μάγουλά του είχαν χλωμιάσει, τα χέρια του είχαν ροζιάσει, τα μάτια του είχαν γεμίσει θλίψη.
Ποτέ δεν είχε γνωρίσει τη ζεστασιά μιας αγκαλιάς, τη θαλπωρή ενός αληθινού σπιτιού.
Εκείνο το κρύο χριστουγεννιάτικο βράδυ το αγόρι αισθανόταν πιο παραμελημένο, πιο παραπονεμένο από ποτέ, γιατί είχε μάθει ότι μετά τις γιορτές θα κατεδάφιζαν το μιζεροκτίριο με το πλυσταριό και δεν θα 'χε πού να μείνει.
Τυλιγμένο στο τριμμένο του παλτό, κοιτούσε απ' τα φωτισμένα παράθυρα τα λαμπερά σαλόνια με τα γκι και τα μπαλόνια, τις φρουτιέρες με τα ρόδια και τα χρυσωμένα κουκουνάρια, έβλεπε γελαστά αγόρια και κορίτσια να κρεμούν στα χριστουγεννιάτικα δέντρα πλουμίδια αστραφτερά και ζήλευε. Ζήλευε πολύ, πόσο θα 'θελε να στόλιζε κι αυτό ένα έλατο σε κάποιου τζακιού το αντιφέγγισμα, με τα δώρα υποσχέσεις μαγικές ολόγυρά του...
Πώς το 'φερε η τύχη έτσι κι εκείνο το χριστουγεννιάτικο βράδυ και συναντήθηκαν κάποια στιγμή το δέντρο εκείνο κι εκείνο το παιδί...
H συνάντηση
Εκείνο το δειλινό το παιδί γυρνούσε άσκοπα στους δρόμους της πολύβουης πολιτείας. Κάθε τόσο σταματούσε σε κάποια βιτρίνα. Κόλλαγε τη μύτη του στο τζάμι και κοιτούσε με μάτια εκστατικά όλα εκείνα τα λαχταριστά, σε μια βιτρίνα λόφοι από μελομακάρονα, κουραμπιέδες και πολύχρωμα τρενάκια φορτωμένα με σοκολατάκια, σε μια άλλη ζαχαρένιοι Αγιο-Βασίληδες με μύτες από κερασάκια και μια παραμυθένια πριγκίπισσα από πορσελάνη να κοιτάζει από το αψιδωτό παράθυρο ενός φιλντισένιου κάστρου και λίγο παρακάτω, σε μια άλλη βιτρίνα, μια ονειρεμένη τρόικα με έναν πρόσχαρο αμαξά, μολυβένια στρατιωτάκια με κόκκινες στολές καβάλα σε άλογα πιτσιλωτά να καλπάζουν στοιχισμένα στη σειρά και στο βάθος ένα οπάλινο παλάτι σε μια χιονισμένη στέπα.
Έτσι όπως περπατούσε με τα μάτια στραμμένα στις καταστόλιστες βιτρίνες, έπεσε άθελά του πάνω σ' έναν περαστικό με καμηλό παλτό και γκρενά κασκόλ που γύριζε στο σπίτι του φορτωμένος με σακούλες και πακέτα που φύγανε από τα χέρια του, σκόρπισαν στο δρόμο εδώ και κεί. Το παιδί έχασε την ισορροπία του, γλίστρησε, το κεφάλι του χτύπησε με φόρα στο πεζοδρόμιο, ένιωσε μια σκοτοδίνη. Ο περαστικός του 'βαλε οργισμένος τις φωνές, το κατσάδιασε για τα καλά.
Το αλητάκι σηκώθηκε, το 'βαλε στα πόδια, κατηφόρισε παραπατώντας ένα σοκάκι με μια υπαίθρια αγορά, έστριψε ένα δυο στενά και βρέθηκε στο δρόμο με το παραμελημένο δέντρο. Σταμάτησε λαχανιασμένο να πάρει ανάσα, από τα φωτισμένα παράθυρα, τα χνωτισμένα, αχνοφαίνονταν τα γιορτινά σαλόνια με τα έλατα τα στολισμένα.
— Όμορφα δεν είναι; Ακούει τότε μια φωνή.
Ήταν το δέντρο του δρόμου.
— Πολύ. Αποκρίθηκε το παιδί, χωρίς να παραξενευτεί καθόλου που ένα δέντρο μιλούσε, του άρεσε να του μιλάει κάποιος χωρίς να το σπρώχνει, χωρίς να το κατσαδιάζει, χωρίς να το αποπαίρνει.
— Στόλισέ με! —ψιθύρισε το δέντρο— Στόλισέ με και εμένα έτσι!
— Μακάρι να μπορούσα! Πικρογέλασε το παιδί.
— Προσπάθησε, σε παρακαλώ. Ίσως αυτά, ξέρεις, να 'ναι τα στερνά μου Χριστούγεννα, να μην δω άλλα.
— Γιατί το λες αυτό;
— Άκουσα ότι θα πλατύνουν το δρόμο, πελέκι ή ξεριζωμός με περιμένει, ένα από τα δύο... Δεν είμαι σίγουρο ακόμα.
Το παιδί σκέφτηκε ότι θα κατεδάφιζαν το ετοιμόρροπο κτίριο με το ξεχαρβαλωμένο πλυσταριό, το καταφύγιό του. Σε λίγο δεν θα 'χε ούτε 'κείνο πού να μείνει. Σε κάποιο χαρτόκουτο ίσως;
— Στόλισε με! Παρακάλεσε άλλη μια φορά το δέντρο. Το παιδί κοίταξε ολόγυρά του.
— Με τι; Απόρησε.
— Ό,τι να 'ναι... κάτι θα βρεις εσύ!! Δεν μπορεί.
— Καλά... Αφού το θέλεις τόσο πολύ, κάτι θα βρω να σε στολίσω...
Συμφώνησε το παιδί κι άρχισε να ψάχνει.

Τα στολίδια

Εκείνη τη στιγμή, λες και κάτι ψυχανεμίστηκε ο ουρανός, έπιασε να χιονίζει, το χιόνι έπεφτε πυκνό... Χάδι απαλό σκέπαζε ανάλαφρα με πάλλευκες νιφάδες στα ολόγυμνα κλωνιά του παραμελημένου δέντρου.
Πήρε τότε το μάτι του παιδιού κάτι να αστράφτει λίγο παραπέρα. Μια παρέα πλουσιόπαιδα, που είχαν περάσει από το δρόμο λίγο νωρίτερα, είχαν πετάξει χρωματιστά χρυσόχαρτα από τις καραμέλες που έτρωγαν με λαιμαργία τη μια μετά την άλλη. Το αγόρι μάζεψε ένα ένα τα πεταμένα χρυσόχαρτα, τα μάλαξε με τα δάχτυλά του και έπλασε αστραφτερές πράσινες μπλε και βυσσινόχρωμες μπαλίτσες, μετά ξήλωσε τα κουμπιά του φθαρμένου παλτού και με τις κλωστές κρέμασε τις φανταχτερές μπαλίτσες στα χιονοσκέπαστα κλωνιά του δέντρου.
— Ευχαριστώ! Είπε το δέντρο, ανατριχιάζοντας απ' τη χαρά του.
— Με τι άλλο άραγε να το στολίσω; Μονολόγησε το παιδί.
Λες κι είχε ακούσει τα λόγια του, μια νοικοκυρά τρεις δρόμους παρακάτω άδειασε με φόρα απ' το παράθυρο μιας κουζίνας μια λεκάνη με σαπουνάδα σε μια πλακόστρωτη αυλή. Ο άνεμος πήρε ένα πανάλαφρο σύννεφο από σαπουνόφουσκες και τις ταξίδεψε παιχνιδίζοντας μαζί τους, το αγόρι τις είδε να πλησιάζουν στραφταλίζοντας στο φεγγαρόφωτο, τις κοίταξε με τέτοια λαχτάρα που εκείνες, λες και κατάλαβαν την επιθυμία του, άφησαν τον άνεμο να τις φέρει ένα - δυο γύρους και να τις κρεμάσει στα κλωνιά του δέντρου.
— Όσο πάω κι ομορφαίνω! Καμάρωσε το δέντρο.
— Σίγουρα ομορφαίνεις! Συμφώνησε το αγόρι σφίγγοντας γύρω του το παλτό γιατί έκανε πολύ, πάρα πολύ κρύο...
— Κοίτα! Έρχονται!
Ένα φωτεινό σύννεφο πλησίαζε τρεμοπαίζοντας στο σκοτάδι.
— Ελάτε! Τις κάλεσε με το βλέμμα το παιδί.
Και οι πυγολαμπίδες, λάμψεις αλλόκοσμες, τρεμοσβήνοντας ονειρικά, κάθισαν νεραϊδένιες γιρλάντες στα κλωνιά του δέντρου.
Το κρύο γινόταν όσο πήγαινε πιο τσουχτερό. Το χιόνι έπεφτε ολοένα πιο πυκνό. Το αγόρι σήκωσε τα μάτια του στον ουρανό και τότε το είδε! Είδε το πεφταστέρι κι εκείνο, λες και συνάντησε το βλέμμα του, διέγραψε στο σκοτάδι μια φαντασμαγορική χρυσαφένια τροχιά και ακούμπησε απαλά στην κορφή του δέντρου.
Και ήταν τώρα πράγματι όμορφο το δέντρο λουσμένο στο φεγγαρόφωτο με τα χρυσαφένια μπαλάκια να στραφταλίζουν, τις σαπουνόφουσκες να σιγοτρέμουν, τις πυγολαμπίδες να αναβοσβήνουν κέντημα δαντελένιο στα χιονισμένα του κλωνιά και το πεφταστέρι ν' ανασαίνει χρυσαφένιο φως στην κορφή του.
— M' έκανες τόσο, μα τόσο όμορφο - είπε το δέντρο στο παιδί - Σ' ευχαριστώ πολύ. Σ' ευχαριστώ αληθινά... Πόσο θα 'θελα να μπορούσα να σου χάριζα κι εγώ ένα δώρο...
— Μπορείς! Αποκρίθηκε το παιδί χουχουλίζοντας τα χέρια - Άσε με, σε παρακαλώ, να καθίσω στη ρίζα σου για λίγο. Νιώθω τόσο, μα τόσο κουρασμένο, πονάω... και δεν έχω πού να πάω...
— Αμέ! Έλα, κάθισε. Κάθισε στη ρίζα μου όσο θέλεις. Είπε το δέντρο.
— Και να δεις... Θα κάνω εγώ μια ευχή για σένα.
Το παιδί σήκωσε το γιακά, τυλίχτηκε στο παλιό του πανωφόρι, κάθισε στο χιονοσκέπαστο πεζοδρόμιο, αγκάλιασε το κορμί του δέντρου και σφίχτηκε όσο μπορούσε πιο κοντά του.
Το ταξίδι
Το χιόνι έπεφτε γύρω του. Πάνω του πυκνό. Όλο του το σώμα έτρεμε, τα χέρια του είχαν μουδιάσει, τα δόντια του χτυπούσαν. Έκλεισε τα μάτια για να τα προστατέψει από τις ριπές του χιονιού, όταν ξαφνικά —τι παράξενο— άκουσε εκείνον τον ήχο... Τον ήχο τον χαρμόσυνο! Κουδουνάκια τρόικας! Ένα μαστίγιο ακούστηκε να κροταλίζει, άλογα να καλπάζουν ρυθμικά.
Άνοιξε τα μάτια. Απίστευτο! Στα μελανιασμένα χείλη του άνθισε ένα χαμόγελο. Από βάθος του δρόμου, θαμπά στην αρχή, αλλά όλο και πιο ξεκάθαρα, την είδε. Είδε την παραμυθένια τρόικα με τα ασημένια κουδουνάκια να πλησιάζει φορτωμένη δώρα διαλεχτά. Την οδηγούσε ένας ροδομάγουλος αμαξάς με γούνινο σκούφο, κόκκινη μύτη και πυκνή κυματιστή γενειάδα. Πίσω από την τρόικα κάλπαζαν στρατιώτες με πορφυρές στολές, καβάλα σε περήφανα άλογα στολισμένα με χρυσαφένιες φούντες...
Παραξενεύτηκε το παιδί. Πώς βρέθηκε εδώ αυτή η τρόικα φορτωμένη τόσα δώρα; Και οι καβαλάρηδες; Κάπου τους ήξερε. Κάπου τους είχε ξαναδεί!
H τρόικα σταμάτησε μπροστά του, τα άλογα χρεμέτισαν, ο αμαξάς χαμογέλασε, από το παράθυρο της άμαξας πρόβαλε το πρόσωπο της πριγκιποπούλας.
— Τι όμορφο δέντρο! —Χαμογέλασε— Ποιος να το στόλισε άραγε;
— Εγώ! Αποκρίθηκε το παιδί.
— Αλήθεια;
— Ναι.
— Έλα μαζί μου τότε. Έλα να στολίσεις έτσι όμορφα και το έλατο του βασιλιά, να ζήσεις στο παλάτι μας παντοτινά.
— Δεν πάω πουθενά χωρίς το δέντρο μου! Απάντησε το αγόρι.
H πριγκιποπούλα έδωσε τότε εντολή και οι στρατιώτες του βασιλιά έσκαψαν βαθιά, πήρανε το δέντρο μαζί με τις ρίζες του και το φύτεψαν σε μια πορσελάνινη γλάστρα, μετά το φόρτωσαν στην τρόικα.
Γελώντας πρόσχαρα, ο αμαξάς άπλωσε το χέρι του, βοήθησε το παιδί να ανέβει στην άμαξα να κάτσει πλάι του, τα άλογα στράφηκαν, τον κοίταξαν με τα μεγάλα τους μάτια και ρουθούνισαν ανυπόμονα.
Όλα τα κτίρια, όλα τα φανάρια, όλες οι βιτρίνες, τα πάντα, είχαν τώρα εξαφανιστεί. Μπροστά τους ανοιγόταν μια απέραντη στέπα κι εκεί στο βάθος μέσα από τα διάφανα πέπλα του χιονιού αχνοφαίνονταν μαγευτικοί οι μεγαλόπρεποι τρούλοι κι οι αψιδωτές πύλες του οπάλινου παλατιού!
Ο ροδομάγουλος αμαξάς τράβηξε τα γκέμια. Κροτάλισε το μαστίγιο, τα άλογα χύθηκαν χλιμιντρίζοντας μπροστά, καλπάζοντας όλο και πιο γοργά... λες κι είχανε φτερά... Σε λίγο η τρόικα κι η ακολουθία της είχαν χαθεί στο βάθος της χιονισμένης στέπας.
Το χιόνι που συνέχισε ολοένα πιο πυκνό το σιωπηλό χορό του έσβησε σχεδόν αμέσως τα ίχνη από τις ρόδες και τα πέταλα των αλόγων..
Λένε οι παλιοί...
Λένε οι παλιοί ότι το πεζοδρόμιο εκείνο ήταν κάποτε κάπως πιο φαρδύ, ότι φύτρωνε κάποτε κάποιο δέντρο εκεί.
Διηγούνται επίσης οι παλιοί ότι ένα χριστουγεννιάτικο πρωί βρήκαν στη ρίζα του δέντρου ξεπαγιασμένο ένα παιδί σκεπασμένο από το χιόνι, τυλιγμένο σ' ένα τριμμένο παλτό χωρίς κουμπιά, με ένα γαλήνιο χαμόγελο, ένα χαμόγελο ευτυχίας ζωγραφισμένο στο πρόσωπό του.
Λένε ακόμα ότι από τότε κάθε παραμονή Χριστουγέννων, γύρω στα μεσάνυχτα, κάτι παράξενο συμβαίνει, κάτι που κανείς δεν μπορεί να το εξηγήσει. Ένα σμάρι πυγολαμπίδες τριγυρνούν επίμονα τρεμοσβήνοντας σε εκείνο το σημείο, λες και κάτι αναζητούν, λες και γυρεύουνε να θυμηθούνε κάτι, ότι ένας άνεμος αναπάντεχος φέρνει, ποιος ξέρει από πού, ανάλαφρες σαπουνόφουσκες και χρυσόχαρτα αστραφτερά, ενώ την ίδια στιγμή ένα υπέροχο πεφταστέρι διαγράφει στον ουρανό μια φαντασμαγορική τροχιά και πέφτει στο σημείο ακριβώς εκείνο.
Έτσι λένε...
Ποιος ξέρει;

[πηγή: Ευγένιος Τριβιζάς, εφ. Τα Νέα, 24 Δεκεμβρίου 2003]

Καρυδόπιτα

Καρυδόπιτα
Bαθμολογία:
       
5 ψήφοι
Προστέθηκε από , 01.01.05
 

Photo
photo: niovh

Τι χρειαζόμαστε:

  • 20 κ.σ. καρύδι
  • 20 κ.σ. σιμιγδάλι ψιλό
  • 20 κ.σ. ζάχαρη
  • 13 αβγά
  • 1 φλ. καφέ κονιάκ ή ούζο
  • 2 κ.γ. baking powder
  • 1/2 κ.γ. κανέλα
  • 1/2 κ.γ. γαρίφαλο τριμμένο

Για το σιρόπι

  • 3 ποτήρια του νερού ζάχαρη
  • 3 ποτήρια του νερού νερό
  • μισό λεμόνι στυμμένο
Στα γρήγορα
Κατηγορία
Διατροφή

 

 

 Πως το κάνουμε:


Γιαχνερά

Γιαχνερά


 


Γιαχνερά   Παραδοσιακό φαγητό της Κρητης 

Βαζουμε λάδι στην κατσαρόλα κόβουμε ένα ξερο κρεμμύδι και τα γιαχνερα που είναι διάφορα πράσινα στην προκειμένη περίπτωση έχομε σεσκουλο μαραθο δροσερό κρεμμύδι 

Πλένουμε και κόβουμε τα λαχανικά 
Βάζουμε στην κατσαρόλα λάδι και όταν ζεσταθεί ρίχνομε ένα ξερό κρεμμύδι κομμένο αμέσως προσθέτουμε και τα γιαχνερά σωτάρουμε για δυο τρία λεπτά έπειτα προσθέτουμε ενα ποτήρι νερό κ λίγο αλάτι 
αφήνομε να ψηθούν 20 λεπτά και έπειτα βάζουμε και τις πατάτες και ψήνεται ακόμα 15 λεπτά ...
στο τέλος μένει με το λαδάκι του. 
 Καλή επιτυχία!

Φασολάκια με πατάτες γιαχνί



Φασολάκια με πατάτες γιαχνί


Φασολάκια κατεψυγμένα, λάδι, κρεμμύδια, ντομάτα, αλάτι, πιπέρι, πατάτες.
 Βάζουμε το λάδι να ζεσταθεί και έπειτα προσθέτουμε τα φασολάκια τα κρεμμύδια και την ξυσμένη ντομάτα
 Σωτάρουμε 5 λεπτά και ακολούθως 2 ποτήρια νερό και λίγο αλάτι 
Αφήνουμε τα φασολάκια να ψηθούν και μετά από 40 λεπτά συνολικο χρόνο απ το νερό και μετά προσθέτουμε ακόμα ενα ποτήρι νερό και τις κομμένες πατάτες κ λίγο πιπέρι προαιρετικά
Αφήνουμε να ψηθούν κ οι πατάτες για να τελειώσει το μαγείρεμα σε μέτρια φωτιά και να μείνει με το ζουμάκι του. Καλή επιτυχία! 

Αν τα φασολάκια ειναι φρέσκα πρέπει να προηγηθεί βράσιμο για 15 λεπτά αφού αρχίσει ο βρασμός ,  μετά τα συρώνουμε και ακολουθούμε τον ίδιο τρόπο που περιγράφω πιο πάνω.


Τετάρτη 13 Δεκεμβρίου 2017

Άγιοι Ευστράτιος, Αυξέντιος, Ευγένιος, Μαρδάριος και Ορέστης

http://www.saint.gr/3258/saint.aspx

Άγιοι Ευστράτιος, Αυξέντιος, Ευγένιος, Μαρδάριος και Ορέστης

Ημερομηνία εορτής: 13/12/2012Άγιοι Ευστράτιος, Αυξέντιος, Ευγένιος, Μαρδάριος και Ορέστης
Τύπος εορτής: Σταθερή.
Εορτάζει στις 13 Δεκεμβρίου εκάστου έτους.
Άγιοι που εορτάζουν: Αγιος Ευστρατιος , Αγιος Αυξεντιος , Αγιος Ευγενιος , Αγιος Μαρδαριος , Αγιος Ορεστης






Τὸν Εὐστράτιον καὶ συνάθλους δὶς δύω,
Ἅπαξ δύω κτείνουσι πῦρ τε καὶ ξίφος.
Τούς γε σὺν Εὐστρατίῳ δεκάτῃ τρίτῃ ἔκτανεν ἄορ.
Βιογραφία
Οι Άγιοι Ευστράτιος, Αυξέντιος, Ευγένιος, Μαρδάριος και Ορέστης μαρτύρησαν κατά το σκληρό διωγμό των χριστιανών επί Διοκλητιανού.

Ο Ευστράτιος, που ήταν ανώτερος αξιωματικός, συνελήφθη από το Δούκα Λυσία. Αυτός, αφού τον βασάνισε με τον πιο φρικτό τρόπο, έπειτα τον έστειλε στον έπαρχο Αγρικόλα. Φημισμένος αυτός για την ωμότητα του απέναντι στους χριστιανούς, έβαλε τον Ευστράτιο να βαδίσει με σιδερένια παπούτσια, που είχαν μέσα μυτερά καρφιά. Κατόπιν τον αποτελείωσε, αφού τον έριξε μέσα στη φωτιά.

Τον Αυξέντιο, που ήταν Ιερέας και συμπολίτης του Ευστρατίου, ο ηγεμόνας τον πίεσε να αλλαξοπιστήσει με πολλές δελεαστικές υποσχέσεις. Αλλά ο άξιος λειτουργός του Χριστού απάντησε: «Δεν είναι ανάγκη να λέω πολλά λόγια Λυσία. Στη ζωή αυτή είμαι του Χριστού και θα είμαι δικός Του μέχρι θανάτου. Και αν αναρίθμητους δαρμούς και πληγές μου δώσεις, και αν με φωτιά και σίδερο με λιώσεις, ο Χριστός μου είναι παντοδύναμος και ο Σταυρός Του ακαταμάχητος. Αυτός καθ' εαυτόν ο Αυξέντιος είναι αδύνατος. Αλλά του χριστιανού Αυξεντίου το φρόνημα δε θα κάμψεις ποτέ». Εξαγριωμένος ο ηγεμόνας από την απάντηση, αμέσως τον αποκεφάλισε.

Το Μαρδάριο, αφού τρύπησαν τους αστραγάλους του τον κρέμασαν με το κεφάλι προς τα κάτω και τον έκαψαν.

Ο αξιωματικός Ευγένιος, αφού του έκοψαν τη γλώσσα και τα χέρια και του έσπασαν τα πόδια, εξέπνευσε.

Τον δε στρατιώτη Ορέστη τον θανάτωσαν, αφού τον ξάπλωσαν σε πυρακτωμένο κρεβάτι.

Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἡ πενταυγὴς τῶν ἀθλοφόρων χορεία, τῇ τῶν ἀγώνων νοητῇ δαδουχίᾳ, τὴν οἰκουμένην ἅπασαν αὐγάζει νοητῶς· ὁ σοφὸς Εὐστράτιος, σὺν Αὐξεντίῳ τῷ θείῳ, Ὀρέστης καὶ Μαρδάριος καὶ Εὐγένιος ἅμα, οὗς εὐφημοῦντες εἴπωμεν πιστοί· χαίροις μαρτύρων πεντάριθμε σύλλογε.


Αγία Λουκία η παρθένος
Ημερομηνία εορτής: 13/12/2012Αγία Λουκία η παρθένος
Τύπος εορτής: Σταθερή.
Εορτάζει στις 13 Δεκεμβρίου εκάστου έτους.
Άγιοι που εορτάζουν: Αγια Λουκια Η Παρθενος









Ὡς Παρθένος μέν, ἓν στέφος ἡ Λουκία.
Ὡς δ' ἐκ ξίφους καὶ Μάρτυς, ἄλλο λαμβάνει.
Βιογραφία
Η Αγία Λουκία έζησε γύρω στα μέσα του 3ου αιώνα μ.Χ. και καταγόταν από τις Συρακούσες της Σικελίας.

Μοναχοκόρη, είχε ορφανέψει μικρή από τον πατέρα της και έμεινε μόνη με τη μητέρα της, η οποία ήταν βαριά άρρωστη με μία ανίατη ασθένεια. Έχοντας απελπιστεί από την βοήθεια των γιατρών, ευελπιστούσαν μόνο στη Θεία Χάρη για την ίαση της ασθένειάς της. Γι' αυτό μετέβηκαν στην Κατάνη, όπου βρίσκονταν το λείψανο της Αγίας Αγαθής (βλέπε 5 Φεβρουαρίου).

Το βράδυ που έπεσε να κοιμηθεί η Λουκία, αφού είχε προσευχηθεί θερμά για την υγεία της μητέρας της, είδε την Αγία Αγαθή σε όραμα. Η Αγία της είπε ότι η μητέρα της θα γιατρευτεί, αλλά η ίδια θα στεφθεί το στέφανο του μαρτυρίου. Η Λουκία περιχαρής, ξύπνησε το πρωί για την ανάρρωση της μητέρας της, αλλά και για το μαρτυρικό στέφανο που την περίμενε.

Όταν γύρισαν στις Συρακούσες την κατήγγειλαν στον αυτοκράτορα Δέκιο, λόγω του φιλανθρωπικού και χριστιανικού της έργου. Επειδή δε δεν απαρνήθηκε την πίστη της στον Κύριο, διατάχθηκε ο θάνατός της. Η αγία Λουκία παρέδωσε το πνεύμα της κάτω από το ξίφος του δημίου.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Παρθενίας φοροῦσα χλαῖναν ὑπέρλαμπρον, παρθενικῶς ἐμνηστεύθης τῷ Ζωοδότῃ Χριστῷ, καὶ ἀγάπην γεηροὺ μνηστῆρας ἔλιπες ὅθεν ὡς δῶρα νυμφικά, προσενήνοχας αὐτῶ, τὰ ρεῖθρα τῶν σῶν αἱμάτων, Λούκια Παρθενομάρτυς, ὦ καὶ πρεσβεύεις ὑπὲρ πάντων ἠμῶν.

Κοτόπουλο με λαχανικά


Ο χρήστης Maria Dimitriou κοινοποίησε το βίντεο του χρήστη A Receitaria.· 






Crepe de frango e legumes gratinado. Duvido que você consiga comer só um pedaço.
Veja mais aqui: https://youtu.be/vMtzsDYM088

Κοτόπουλο με λαχανικά και λαχανικά. Αμφιβάλλω αν μπορείς να φας μόνο ένα κομμάτι.

Δείτε περισσότερα εδώ: https://youtu.be/vMtzsDYM088

«Το 24ωρο ενός αναγνώστη. Ηδονές και πάθη της ανάγνωσης».

Ο χρήστης Maria Dimitriou κοινοποίησε τη δημοσίευση του χρήστη Εκδόσεις Πόλις'.
Κυκλοφόρησε στα βιβλιοπωλεία το βιβλίο του Χαράλαμπου Γιαννακόπουλου «Το 24ωρο ενός αναγνώστη. Ηδονές και πάθη της ανάγνωσης».
Ποιος είναι ο ιδανικός αναγνώστης και ποιο το ιδανικό βιβλιοπωλείο; Πώς γίνεται κάποιος να αφήνει μισοδιαβασμένα τα πιο αγαπημένα του βιβλία ή να τα διαβάζει από το τέλος προς την αρχή; Υπάρχει ιδανικό μέρος για διάβασμα; Ποιο βιβλίο ενδείκνυται για κάθε τοποθεσία; Υπάρχουν άραγε βιβλία που είναι προτιμότερο να διαβαστούν με άκοπες τις σελίδες τους; Πόσους τόμους περιέχει μια ιδανική βιβλιοθήκη και ποιος είναι ο τέλειος τρόπος να τους ταξινομήσεις μέσα σε αυτήν; Πώς αναγνωρίζουμε έναν αληθινό βιβλιόφιλο και τι είδους άνθρωποι είναι όσοι δανείζουν βιβλία; Είναι καλύτερο να διαβάζεις γυμνός ή να διαβάζεις ξυπόλυτος; Τι κάνουν οι ντετέκτιβ στα αστυνομικά μυθιστορήματα όταν δεν κάνουν έρευνες; Και σε τι διαφέρει, τελικά, ένας βιβλιόφιλος από έναν βιβλιοφάγο και αυτός ο τελευταίος από έναν βιβλιομανή;
Ποια είναι τα πιο αγαπημένα του βιβλία και, κυρίως, πότε προλαβαίνει και τα διαβάζει όλα αυτά;
Χ.Γ.

Δαχτυλίδια πετσέτας με γκι

Δαχτυλίδια πετσέτας με γκι για το γιορτινό τραπέζι

Το γιορτινό τραπέζι σας τα Χριστούγεννα μπορεί να έχει μια χαρούμενη νότα, φτιαγμένη με τα χεράκια σας! Δείτε πώς να φτιάξετε αυτά τα δαχτυλίδια πετσέτας με γκι για να κλέψετε τις εντυπώσεις των καλεσμένων σας!
Βαθμός δυσκολίας: εύκολο
 
Υλικά
• Χαρτόνι οντουλέ κόκκινο
• Τσόχα πράσινη
• Κόκκινες χάντρες (π.χ. ξύλινες)
• Ψαλίδι
• Κόλλα
 
1. Κόψτε μία λωρίδα από το κόκκινο οντουλέ χαρτί, με διαστάσεις περίπου 15 x 5. Φροντίστε η μεγάλη πλευρά να είναι κάθετη στις ραβδώσεις του χαρτιού, για να τυλιχτεί το δαχτυλίδι σας όμορφα. Σχεδιάστε και κόψτε φύλλα γκι από την πράσινη τσόχα.


2. Κολλήστε δύο φύλλα στο κέντρο της κόκκινης λωρίδας και στη συνέχεια δύο κόκκινες χάντρες.


3. Τυλίξτε και κολλήστε ή συρράψτε το δαχτυλίδι σας και είναι έτοιμο για να βάλετε μια υφασμάτινη ή χάρτινη πετσέτα!

 
 
Καλή επιτυχία!

http://mamakid.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=831:2010-12-23-22-58-00&catid=81:-a-&Itemid=121

Δημοφιλείς αναρτήσεις