Αριάγνη (απόσπασμα)
Απόσπασμα από την "Αριάγνη" του Στρατή Τσίρκα..
Μάτια που σε κοιτούνε και δε σαλεύουνε. Μάτια που μαλώνουνε. Η βροχή
δυνάμωσε κι ο κόσμος σκοτείνιασε. Το παιδί με την προβιά. Θα του κόψει
τουλάχιστο να χωθεί σε καμιά πόρτα για να μη βρέχεται; Αχ, παιδί μου
Σταμάτη, αχ Καλλιόπη και Ουρανία, αχ κύρη τους εσύ που τους τα έμαθες
αυτά. Γιατί γουμάρια; Γιατί κουρμπάτσι; Εκεί που είναι ο πόνος κι ο
ιδρώτας και τα δάκρυα, εκεί δεν είναι ο άνθρωπος; Γιατί λοιπόν σκάβετε
ένα χαντάκι και χωρίζεστε; Πού θα σας βγάλουν αυτά τα μυαλά; Τρέμω. Θα
'θελα να μη ζω. Να μη δούνε τα μάτια μου. Θα έρθει μέρα. Βλέπω κόσμο να
στριμώχνεται στις προκυμαίες με βουνά γύρω τους τις βαλίτσες και τους
μπόγους και τα στρώματα.* Και πίσω τους τάφοι γονιών, προγόνων, τάφοι
μικρών παιδιών αφημένοι στο έλεος του Θεού. Δίχως καντήλι, δίχως έναν
κουβά νερό να ξεδιψάσουν τα κόκαλά τους. Κι όλο το μόχθο, τις γιορτές,
τις αγκούσες,16 πενήντα, ογδόντα, εκατό χρόνων, να θαρρείτε πια πως τις
παίρνετε μαζί σας γιατί καρφώσατε όπως όπως μέσα σε σανιδένια μπατάλικα
σεντούκια τα έπιπλα και το ρουχισμό και τα σκεύη σας και τίποτε θυμητικά
μικροπράγματα. Και θα νομίζετε πως μια και κουβαλήσατε τα πράματα
σώσατε μαζί τους τη χαρά και τους έρωτες και τις ελπίδες και τα μεθύσια.
Τίποτα δε σώσατε. Μόνο άψυχα πράματα που κάποτε σταθήκαν μάρτυρες. Θα
τα στήσετε κάτω από άλλον ουρανό και θα δείτε πως δε θα σας μιλούν, δε
θα σας λένε αυτά που περιμένετε. Γιατί θα τα ζεσταίνουν άλλα χνώτα, άλλα
βλέμματα, άλλες φωνές. Μη χάνεστε κι ακούστε που σας λέω. Μια ζωή που
έζησες, την έζησες, δεν τη βρίσκεις αλλού. Γιατί την έζησες μέσα σε
μυρουδιές, μέσα σε φώτα, μέσα σε ήλιους και βροχές, μέσα σ' ανθρώπους.
Κι αυτά όλα θα μένουν πίσω σου και θα τ' αναζητάς. Θα τριγυρίζετε σαν
άταφοι νεκροί που ζητούν ένα λάκκο να πέσουν μέσα να ξεκουραστούν. Και
τα γουμάρια και το κουρμπάτσι θα βρίσκονται πίσω σας μίλια και σεις πια
μήτε θα τα θυμόσαστε. Εγώ, θα λέτε, να ξεραθεί το στόμα μου αν είπα ποτέ
τέτοιο λόγο. Μα τον είπατε, είναι γραμμένος στον αέρα, πάνω στους
τοίχους των σπιτιών, μέσα στις φυλλάδες που βγάζατε. Και τούτοι οι
άνθρωποι, όσο πονετικοί κι αν είναι, πώς θέτε να τον ξεχάσουνε; Θα τον
θυμούνται και θα σας τον θυμίζουνε και σεις θα μετανοιώνετε πικρά. Γι'
αυτό σας λέω μη, μη όσο είναι καιρός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου