Αναζήτηση
Η θλίψη άνοιξε τα κρύα γκρίζα φτερά της μέσα στη νύχτα,
τα χτύπησε μακάβρια και χύμηξε στον αέρα, γυρεύοντας τα μάτια μου.
Άκουσα το ανατριχιαστικό φτερούγισμά της, να έρχεται από την κοιλάδα των συμπτώσεων,
τρόμαξα και έτρεξα με απόγνωση να κρυφτώ στη σοφίτα της ψυχής μου.
Αλλά είχα ξεχάσει ανοιχτό το φεγγίτη, από το τελευταίο σ αγαπώ προς το φεγγάρι, και τρύπωσε η θλίψη, και σβήσανε τ αστέρια,
γατζώθηκε σα νυχτερίδα στη καρδιά μου πάνω, και έμεινε εκεί ως το ξημέρωμα.
Κι έμεινε με τα νύχια της καρφωμένα στα φύλλα της καρδιάς μου.
Χωρίς πνοή την αποδέχτηκα, συμφιλιώθηκα μαζί της και αποκοιμήθηκα,
δεν λαχταρούσα τίποτα πιά, ούτε τη λύτρωση του πρωινού.
Κι όμως ήρθε η αυγή, δροσάτη, ανυπόμονη, ερωμένη του ήλιου.
Μπήκε από τον φεγγίτη μου , με το διαμαντένιο της ραβδάκι μάγεψε τη θλίψη μου,
την έκανε χρυσόσκονη στα βλέφαρά μου, σκόρπισε γύρω λουλουδένιες ηλιαχτίδες ,
με πήρε απο το χέρι και μού είπε : Κοίτα τον ήλιο!
κι εγώ κοίταξα... και είδα εσένα !
Ήσουν ψηλά στους αιθέρες των "θέλω" μου.
Μού γνεψες νά ρθω κοντά. Σκέψεις τρελλές, σαν πουλιά με πήραν σε ταξιδιάρικες φτερούγιες .
Μέσα στο πότε, το πώς και το γιατί , φτερούγισαν οι γερανοί της καρδιάς .
Με ανάστησαν ψηλά σε ουρανούς προσμονής μεσ το άμετρο γαλάζιο φως.
Κι εγώ χανόμουν στους λαβυρίνθους της αναζήτησης σου.
Μόνο κι ακριβό μέλημά μου, να σε μάθω , να σε διαβάσω , να πιώ τον ουρανό σου.
Με ένστικτο ζωής, κράτησα γερά τα φτερά που με ταξίδευαν,
τρόμαζα στη σκέψη μη γλυστρίσω.
Κάτω μου, έχασκε απειλητικά να με καταπιεί η κοιλάδα των συμπτώσεων.
Και τα πουλιά με μάλωσαν να μη κοιτάζω κάτω ούτε πίσω.
Μόνο μπροστά ! Μόνο ψηλά !
Άν θέλω για να σέ βρω .. έρωτα...
Ράντισα το σύμπαν με την επιθυμία μου να σέ βρω , κι έλαμψε ο ήλιος πιο πολύ,
σκιάχτηκαν οι φόβοι σκόρπισαν μακρυά , δυναμώσαν τα φτερά μου.
Αναζητούσα την πνοή σου , η μακρινή σου εικόνα δεν μού φτανε να ζήσω,
ήθελα να σε νοιώσω σε κάθε κύτταρό μου , με λογισμό και μ όνειρο.
Σ αναζήτησα , με πυξίδα το χτυποκάρδι μου στ αντίκρισμά σου.
Σε βρήκα στους χτύπους της καρδιάς μου, σε κάθε ανάσας το ρυθμό .
Σε βρήκα στα υγρά μου μάτια, τα διψασμένα μου χείλη , στο παραμιλητό μου.
Σε βρήκα πρωινά κι αστροφεγγιές του Μάη, στ ακρογιάλια της ψυχής μου.
Σε βρήκα στους μαιάνδρους του μυαλού πέρα απο φόβους πάθη κι ενοχές.
Σε βρήκα σ ήχους , μουσικές , απ τη φωνή σου αρώματα παντού.
Για αυτά και άλλα πολλά, θέλω να είσαι η ζωή στην ύπαρξη μου .
Να είμαι, να ζώ, να κάνω και να έχω, για σένα.
Θέλω να σταματήσω την καρδιά, για να σ ακούσω καθαρά σαν θα μου λές τα μυστικά σου.
Να σε νοιώθω μέσα μου, να είσαι το βλέμμα και η ανάσα μου.
Θέλω ό,τι κάνω να έχει αιτία και αιτιατό εσένα , νάσαι αφορμή για τα ταξίδια μου.
Εσύ η ρότα μου , εσύ και ο προορισμός μου στα μυστικά μου μπάρκα.
Θέλω πάντα νάχω για σένα, ένα χαμόγελο κάτω απ τα χείλη και ένα δάκρυ πίσω απ το βλέμμα.
Πολλά τα θέλω, κι όλα μαζί σου και για χάρη σου.
Νεράιδες μυθικές τα θέλω μου , σε τρόμαξαν σε πήραν μακρυά μου.
Σ έχασα μα πάλι σ αναζήτησα, θέλω να σε ξανάβρω, ακούραστη η ψυχή για σένα.
Έτσι σε πλάσαν οι Θεοί , αεικίνητο ανήσυχο ταξιδευτή, ονειρευτή κάθε ψυχής του κόσμου.
Δεν μένεις πουθενά, είσαι παντού, γυρνάς πετάς, μέθης αρώματα τα βέλη σου,
νόημα για τη ζωή , να ζεί να ονειρεύεται να θέλει να σε βρεί.
Πεμπτουσία στο σύμπαν εσύ , κρατάς σε ισορροπία δυνάμεις και αδυναμίες .
Maria Dimitriou
Η θλίψη άνοιξε τα κρύα γκρίζα φτερά της μέσα στη νύχτα,
τα χτύπησε μακάβρια και χύμηξε στον αέρα, γυρεύοντας τα μάτια μου.
Άκουσα το ανατριχιαστικό φτερούγισμά της, να έρχεται από την κοιλάδα των συμπτώσεων,
τρόμαξα και έτρεξα με απόγνωση να κρυφτώ στη σοφίτα της ψυχής μου.
Αλλά είχα ξεχάσει ανοιχτό το φεγγίτη, από το τελευταίο σ αγαπώ προς το φεγγάρι, και τρύπωσε η θλίψη, και σβήσανε τ αστέρια,
γατζώθηκε σα νυχτερίδα στη καρδιά μου πάνω, και έμεινε εκεί ως το ξημέρωμα.
Κι έμεινε με τα νύχια της καρφωμένα στα φύλλα της καρδιάς μου.
Χωρίς πνοή την αποδέχτηκα, συμφιλιώθηκα μαζί της και αποκοιμήθηκα,
δεν λαχταρούσα τίποτα πιά, ούτε τη λύτρωση του πρωινού.
Κι όμως ήρθε η αυγή, δροσάτη, ανυπόμονη, ερωμένη του ήλιου.
Μπήκε από τον φεγγίτη μου , με το διαμαντένιο της ραβδάκι μάγεψε τη θλίψη μου,
την έκανε χρυσόσκονη στα βλέφαρά μου, σκόρπισε γύρω λουλουδένιες ηλιαχτίδες ,
με πήρε απο το χέρι και μού είπε : Κοίτα τον ήλιο!
κι εγώ κοίταξα... και είδα εσένα !
Ήσουν ψηλά στους αιθέρες των "θέλω" μου.
Μού γνεψες νά ρθω κοντά. Σκέψεις τρελλές, σαν πουλιά με πήραν σε ταξιδιάρικες φτερούγιες .
Μέσα στο πότε, το πώς και το γιατί , φτερούγισαν οι γερανοί της καρδιάς .
Με ανάστησαν ψηλά σε ουρανούς προσμονής μεσ το άμετρο γαλάζιο φως.
Κι εγώ χανόμουν στους λαβυρίνθους της αναζήτησης σου.
Μόνο κι ακριβό μέλημά μου, να σε μάθω , να σε διαβάσω , να πιώ τον ουρανό σου.
Με ένστικτο ζωής, κράτησα γερά τα φτερά που με ταξίδευαν,
τρόμαζα στη σκέψη μη γλυστρίσω.
Κάτω μου, έχασκε απειλητικά να με καταπιεί η κοιλάδα των συμπτώσεων.
Και τα πουλιά με μάλωσαν να μη κοιτάζω κάτω ούτε πίσω.
Μόνο μπροστά ! Μόνο ψηλά !
Άν θέλω για να σέ βρω .. έρωτα...
Ράντισα το σύμπαν με την επιθυμία μου να σέ βρω , κι έλαμψε ο ήλιος πιο πολύ,
σκιάχτηκαν οι φόβοι σκόρπισαν μακρυά , δυναμώσαν τα φτερά μου.
Αναζητούσα την πνοή σου , η μακρινή σου εικόνα δεν μού φτανε να ζήσω,
ήθελα να σε νοιώσω σε κάθε κύτταρό μου , με λογισμό και μ όνειρο.
Σ αναζήτησα , με πυξίδα το χτυποκάρδι μου στ αντίκρισμά σου.
Σε βρήκα στους χτύπους της καρδιάς μου, σε κάθε ανάσας το ρυθμό .
Σε βρήκα στα υγρά μου μάτια, τα διψασμένα μου χείλη , στο παραμιλητό μου.
Σε βρήκα πρωινά κι αστροφεγγιές του Μάη, στ ακρογιάλια της ψυχής μου.
Σε βρήκα στους μαιάνδρους του μυαλού πέρα απο φόβους πάθη κι ενοχές.
Σε βρήκα σ ήχους , μουσικές , απ τη φωνή σου αρώματα παντού.
Για αυτά και άλλα πολλά, θέλω να είσαι η ζωή στην ύπαρξη μου .
Να είμαι, να ζώ, να κάνω και να έχω, για σένα.
Θέλω να σταματήσω την καρδιά, για να σ ακούσω καθαρά σαν θα μου λές τα μυστικά σου.
Να σε νοιώθω μέσα μου, να είσαι το βλέμμα και η ανάσα μου.
Θέλω ό,τι κάνω να έχει αιτία και αιτιατό εσένα , νάσαι αφορμή για τα ταξίδια μου.
Εσύ η ρότα μου , εσύ και ο προορισμός μου στα μυστικά μου μπάρκα.
Θέλω πάντα νάχω για σένα, ένα χαμόγελο κάτω απ τα χείλη και ένα δάκρυ πίσω απ το βλέμμα.
Πολλά τα θέλω, κι όλα μαζί σου και για χάρη σου.
Νεράιδες μυθικές τα θέλω μου , σε τρόμαξαν σε πήραν μακρυά μου.
Σ έχασα μα πάλι σ αναζήτησα, θέλω να σε ξανάβρω, ακούραστη η ψυχή για σένα.
Έτσι σε πλάσαν οι Θεοί , αεικίνητο ανήσυχο ταξιδευτή, ονειρευτή κάθε ψυχής του κόσμου.
Δεν μένεις πουθενά, είσαι παντού, γυρνάς πετάς, μέθης αρώματα τα βέλη σου,
νόημα για τη ζωή , να ζεί να ονειρεύεται να θέλει να σε βρεί.
Πεμπτουσία στο σύμπαν εσύ , κρατάς σε ισορροπία δυνάμεις και αδυναμίες .
Maria Dimitriou
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου