Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2018

Παντελής Χορν (1 Ιανουαρίου 1881 – 1 Νοεμβρίου 1941)

Ο χρήστης Maria Dimitriou κοινοποίησε μια δημοσίευση.
Ο θεατρολόγος Βάλτερ Πούχνερ τον χαρακτήρισε πρωτεργάτη του νεοελληνικού θεάτρου του 20ού αιώνα. Μαζί με τον Γρηγόριο Ξενόπουλο και τον Σπύρο Μελά θεωρούνται οι αξιολογότεροι θεατρικοί συγγραφείς του πρώτου μισού του 20ού αιώνα.
 
homouniversalisgr.blogspot.com
Ο Παντελής Χορν (1 Ιανουαρίου 1881 – 1 Νοεμβρίου 1941) υπήρξε θεατρικός συγγραφέας σημαντικών έργων του ελληνικού…
 
Ο Παντελής Χορν (1 Ιανουαρίου 1881 – 1 Νοεμβρίου 1941) υπήρξε θεατρικός συγγραφέας σημαντικών έργων του ελληνικού δραματολογίου του 20ού αιώνα και αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού και του Λιμενικού Σώματος.
Ο θεατρολόγος Βάλτερ Πούχνερ τον χαρακτήρισε πρωτεργάτη του νεοελληνικού θεάτρου του 20ού αιώνα. Μαζί με τον Γρηγόριο Ξενόπουλο και τον Σπύρο Μελά θεωρούνται οι αξιολογότεροι θεατρικοί συγγραφείς του πρώτου μισού του 20ού αιώνα. 
Έχει γράψει πάνω από 30 θεατρικά έργα – αν και δεν σώζονται παρά μόνο 12 πολύπρακτα και 4 μονόπρακτά του- γνωστότερα των οποίων είναι «Οι Πετροχάρηδες», «Το φιντανάκι», «Το Μελτεμάκι», «Ο Σέντζας», έργα τα οποία παίζονται και μέχρι σήμερα. Τα έργα του ανέβασαν οι σημαντικότεροι θίασοι και ηθοποιοί, όπως ο Βασίλης Αργυρόπουλος, ο Αιμίλιος Βεάκης, η Μαρίκα Κοτοπούλη και φυσικά η Κυβέλη, με την οποία τους συνέδεε και βαθιά πολύχρονη φιλία.
Συνεργάστηκε επίσης με τις μεγαλύτερες ελληνικές εφημερίδες της εποχής του ως χρονογράφος, και σποραδικά ως θεατρικός κριτικός.
Τα σωζόμενα έργα του, συγκεντρώθηκαν σε πέντε τόμους και εκδόθηκαν από το ίδρυμα “Γουλανδρή-Χορν”.
Ήταν πατέρας του εκδότη Γιάννη Χορν και του ηθοποιού Δημήτρη Χορν.
Γεννήθηκε στην Τεργέστη της Ιταλίας από τον Γερμανοεβραϊκής καταγωγής χρηματιστή Δημήτριο Χορν  και την Σταματίνα Κουντουριώτη της γνωστής εφοπλιστικής οικογενείας της Ύδρας. Ήταν δηλαδή εγγονός του Παντελή Κουντουριώτη, δισέγγονος του Λάζαρου Κουντουριώτη και ανιψιός του Παύλου Κουντουριώτη (δεύτερος εξάδελφος της μητέρας του), πρώτου Προέδρου της πρώτης ελληνικής Δημοκρατίας. 
Είχε επίσης έναν αδερφό, τον Λάζαρο Χορν. Η οικογένεια εγκαθίσταται οριστικά στην Ελλάδα το 1888 (ή 1889). 
Ακολουθώντας την ναυτική παράδοση της μητρικής οικογένειας, τον Οκτώβρη του 1895 εγγράφεται στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων. Το 1899 αποφοιτά από την σχολή με τον βαθμό του Σημαιοφόρου. Υπηρετεί στο εύδρομο «Ναύαρχος Μιαούλης» ενώ, το 1900 υπηρετεί στα θωρηκτά «Σπέτσαι» και «Ψαρά». Από το 1901 μέχρι το 1907 που τοποθετείται στο Κεντρικό Προγυμναστήριο του Πόρου, υπηρετεί στους ατμομυοδρόμωνες «Αλφειό», «Ευρώτα» και «Πηνειό», στην ατμοημιολία «Αφρόεσσα» και στα θωρηκτά «Ύδρα» και «Σπέτσαι». Το 1905 προάγεται σε Ανθυποπλοίαρχο. 
Ωστόσο αυτό που αγαπούσε να κάνει ήταν άλλο. 
Γράφει ο ίδιος χαρακτηριστικά :Εκεί λοιπόν που λαχταρούσα την αγκαλιά της Μελπομένης, ο Ποσειδών με κρατούσε αιχμάλωτο και δεν με άφηνε να κάνω βήμα. Όργωνα τη θάλασσα με τον “Πηνειό” και μέσα στις τρικυμίες της συλλογιζόμουν την «Τρικυμία» του Σαίξπηρ. Ήρθαν στιγμές που απογοητεύτηκα. Ήθελα την ελευθερία μου. Ξαπλωμένος στην κουκέτα μου, ονειρευόμουν θεατρικά παρασκήνια. 
Το 1905, σε ηλικία 24 ετών, αρχίζει να συνεργάζεται με το φιλολογικό περιοδικό «Ο Νουμάς». Εδώ θα γράψει μια παρουσίαση στο έργο του Ίψεν «Η κυρά της θάλασσας», ενόψει του ανεβάσματός του από τον θίασο του Θωμά Οικονόμου, και θα δημοσιεύσει και τα δύο πρώτα θεατρικά του έργα, τον «Ξένο» και «Το Ανεχτίμητο» 
«Ο Ξένος» είναι ένα σύντομο (μονόπρακτο) συμβολικό δράμα γραμμένο στη δημοτική, το οποίο δεν έχει παιχτεί ποτέ. 
«Το Ανεχτίμητο» - πάνω στο μύθο του Γεφυριού της Άρτας το οποίο πρωτο-εκδόθηκε από τις εκδόσεις του Νουμά, - αφιερωμένο στον Ψυχάρη (φανατικός οπαδός του οποίου ήταν ο Χορν)-το φθινόπωρο του 1906, τράβηξε την προσοχή των φιλολογικών κύκλων της εποχής, τόσο με θετικό όσο και με αρνητικό τρόπο. Οι δημοτικιστές το επαινούν, οι καθαρευουσιάνοι, με προεξάρχουσα όλων την εφημερίδα «Αθήναι», του Γεώργιου Πωπ, το κατακεραυνώνουν. «...[έργο] γραμμένον εις την φρικαλεωτέραν δημοτικήν και παρουσιάζον μακράς σκηνάς χυδαιολογικής αισχρολογίας» . Οι κατηγορίες αυτές οδηγούν σε καταγγελία του συγγραφέα στο Υπουργείο Ναυτικών όπου με την κατηγορία της προσβολής των ηθών παραπέμπεται από τον τότε υπουργό Ναυτικών, Κωνσταντίνο Τρικούπη στο Ναυτοδικείο. Τελικά αθώωθηκε και απαλλάχθηκε με βούλευμα. Ούτε αυτό το έργο παραστάθηκε ποτέ. 
«Οι Πετροχάρηδες» - θεατρικές αποτυχίες
Το 1908 τον βρίσκει να υπηρετεί στο αντιτορπιλικό «Θύελλα», ενώ τους επόμενους μήνες υπηρετεί στο αντιτορπιλικό «Νίκη» και πάλι στο θωρηκτό «Σπέτσαι». Τον ίδιο χρόνο γράφει την πρώτο του έργο που ανέβηκε στο θέατρο, τους «Πετροχάρηδες», που έγινε μεγάλη καλλιτεχνική επιτυχία. Το έργο, που το υπέγραψε με το ψευδώνυμο «Σ. Χαρλής», ανέβηκε στις 3 και 4 Ιουλίου του 1908 στο θέατρο Συντάγματος, από τον θίασο της Ροζαλίας Νίκα, σε σκηνοθεσία του Θωμά Οικονόμου και με τον Εδμόνδο Φυρστ στον πρωταγωνιστικό ρόλο. 
Ύστερα από περίπου σαράντα μέρες, θα ανέβει στη σκηνή - διατηρώντας ακόμα το ψεύδωνυμό του- και το επόμενο έργο του, το μονόπρακτο «Το τίμιο σπίτι».Το έργο ανέβηκε στο θέατρο της Νέας Σκηνής στην Ομόνοια, στις 8 Αυγούστου του 1908 με πρωταγωνιστή τον Μήτσο Μυράτ, ενώ βασικό ρόλο κράτησε και η Μαρίκα Κοτοπούλη. 
Το έργο ήταν αποτυχία, το θέμα δεν άρεσε στο κοινό που συνήθως παρακολουθούσε τις παραστάσεις της Νέας Σκηνής, και σύμφωνα με τους κριτικούς, το παίξιμο των ηθοποιών ήταν άτονο. 
Την 1η Ιουλίου του 1909 ο Χορν θα παντρευτεί την Ευτέρπη Αποστολίδου ενώ 20 μέρες αργότερα και συγκεκριμένα στις 20 Ιουλίου του 1909 θα δει ένα ακόμα έργο του να ανεβαίνει στο θέατρο. Πρόκειται για την «Μελάχρα», δράμα που ανέβηκε για μία μόνο παράσταση από τον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη, με την ίδια στον επώνυμο ρόλο.
Εκείνον τον Αύγουστο του 1909, εκδηλώνεται και το Κίνημα στο Γουδί, από τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο. Ο Χορν, φιλικά προσκείμενος στον Σύνδεσμο είχε προσυπογράψει τα πρωτόκολλα τιμής του, αλλά δεν έχουμε πληροφορίες για το αν συμμετείχε έμπρακτα στο Κίνημα. Το 1910 θα προαχθεί σε Υποπλοίαρχο. 
Στο θεατρικό σανίδι παρουσιάζεται ο μικρός μονόλογός του «Μες στο σκοτάδι», τον οποίο ερμήνευσε ο Ευτύχιος Βονασέρας, στο θέατρο Πανελλήνιον, στις 31 Ιανουαρίου του 1910. Το 1910 επίσης, ο Χορν συμμετέχει στον «Α' Αβερώφειο διαγωνισμό» θεατρικών έργων, με το τρίπρακτο δράμα του, «Ο άνθρωπός μας». Το έργο δεν διακρίθηκε στον διαγωνισμό, παρόλα αυτά όμως παραστάθηκε στο θέατρο «Βαριετέ», από τον θίασο Κυβέλης-Σαγιώρ, στις 21 και 22 Ιούνη του 1910. Ούτε εκεί είχε επιτυχία, γι' αυτό και ο συγγραφέας δεν έκανε κανέναν κόπο να διατηρήσει το κείμενο, και έτσι το έργο έχει κατά το μεγαλύτερο μέρος του χαθεί. 
Τον Ιούλιο του ίδιου καλοκαιριού, ο Χορν θα δώσει δύο έργα του, στον σχετικά άγνωστο θίασο της εποχής του, της Βασιλείας Στεφάνου, το μονόπρακτο «Η Βασίλω του Χαρεντά», και το τρίπρακτο «Το κρίμα της μάνας», που ο θίασος ανέβασε στις 1 και 2 Ιουλίου στο απόμερο θέατρο «Νεαπόλεως», στην ίδια παράσταση. Ούτε αυτά τα δύο έργα, είχαν καμμιά επιτυχία, αγνοήθηκαν από κοινό και κριτικούς και μάλιστα έχουν και αυτά τα χειρόγραφα χαθεί.
Το 1911 θα γεννηθεί ο πρώτος του γιος, ο Γιάννης. Η υπηρεσία του τον στέλνει εκπαιδευτικό ταξίδι στη Γαλλία, για να ειδικευθεί στις τορπίλες. Θα παραμείνει στο Παρίσι μέχρι το 1912. Εκεί θα έρθει σε επαφή με τον πνευματικό κόσμο της Γαλλίας αλλά και με Έλληνες λογίους και θα αποφασίσει να εγκαταλείψει την στρατιωτική του καριέρα για χάρη της τέχνης. Υποβάλλει αίτηση παραίτησης από το βαθμό και τη θέση του, η οποία γίνεται δεκτή τον Αύγουστο του 1911. Θα συνεχίσει την παραμονή του στο Παρίσι ενώ τον χειμώνα του ίδιου έτους θα ανεβεί στο Δημοτικό θέατρο του Βόλου, από τον θίασο της Κυβέλης, το τετράπρακτο δράμα του, «Οι νικημένοι». Ύστερα από ένα μήνα περίπου το έργο θα ανέβει και στην Αθήνα, και πάλι από την Κυβέλη, στο Βασιλικό θέατρο. Και αυτό πέρασε απαρατήρητο, και πλέον χαμένο.
Ενώ βρισκόταν στο Παρίσι, στέλνει το καλοκαίρι του 1912, στην συνεργάτιδα κα φίλη του πλέον, Κυβέλη, το μονόπρακτο δράμα του, «Φιορέλα». Με αυτό το έργο συμμετέχει στον «Β' Αβερώφειο διαγωνισμό», αφού η Κυβέλη το παρουσιάζει στο θέατρο της, στις 12 Αυγούστου. Στο έργο εμφανίζεται πρώτη φορά, μωρό, η κόρη της Κυβέλης και μετέπειτα ηθοποιός Μιράντα Μυράτ, ενώ πρωταγωνίστρια είναι η Κυβέλη. Το έργο είχε κακή υποδοχή από το κοινό, ενώ άρεσε στους κριτικούς, όμως δεν ξαναπαίχθηκε ποτέ, αφού και αυτό το κείμενο ήταν χαμένο (το έργο βρέθηκε τελικά γύρω στα 1990, στο αρχείο του Παντελή Χορν, που διατήρησε ο γιος του, Δημήτρης). 
Το Σεπτέμβρη του 1912 και όταν βρισκόταν ακόμα στο Παρίσι, ανακαλείται στην ενεργό υπηρεσία λόγω της συμμετοχής της Ελλάδας στον Βαλκανικό πόλεμο. Διορίζεται αρχηγός λόχου στο ναυτικό άγημα και τον Οκτώβρη του 1912 κατόπιν διαταγής του αρχηγού του στόλου και θείου του Παύλου Κουντουριώτη καταλαμβάνει την νήσο Ίμβρο, της οποίας γίνεται διοικητής για λίγο καιρό. Για τις εξαιρετικές υπηρεσίες που προσέφερε, τον Ιούνιο του 1913 θα προβιβαστεί σε Πλωτάρχη. 
Την ίδια χρονιά, το 1913, θα γεννηθεί το δεύτερο παιδί του, η κόρη του Ματίνα. Δυστυχώς, σε έξι χρόνια, το 1919, το μικρό κορίτσι θα πεθάνει.
Με το τέλος των Βαλκανικών πολέμων το 1913, επανέρχεται σε κατάσταση εφεδρείας.
Το 1915 θα εγκαινιάσει την συνεργασία του με τις εφημερίδες, δημοσιεύοντας στο «Έθνος».
Τρία έργα του θα δουν το φως της σκηνής αυτήν τη χρονιά: Η «Παναγία η κατηφορίτισσα»- τρίπρακτο δράμα - πού παίχτηκε στο θέατρο Κοτοπούλη από τις 22 έως τις 26 Απρίλη του 1915, γνωρίζοντας μεγάλη επιτυχία. Στο έργο πρωταγωνίστησαν ο Αιμίλιος Βεάκης και η Μαρίκα Κοτοπούλη. Το έργο που ήταν η συμμετοχή του Χορν στον «Γ' Αβερώφειο διαγωνισμό», και που κριτικοί και κοινό βρήκαν εξαιρετικό, δεν σώζεται. Επόμενο, οι «Φλόγες», πατριωτικό δράμα τριών πράξεων, που ανεβαίνει από τις 23 ως τις 27 Μάη του 1915 στο θέατρο Συντάγματος από τον θίασο Ροζάν-Γαβριηλίδη-Ιακωβίδη. Στο έργο πρωταγωνιστούσαν η Μερόπη Ροζάν, ο Περικλής Γαβριηλίδης και άλλοι (άγνωστοι σήμερα) ηθοποιοί. Και αυτό το κείμενο έχει χαθεί. Και τελευταίο για το 1915, «Η κερένια κούκλα». Το έργο αποτελεί τη θεατρική διασκευή του γνωστού ομώνυμου μυθιστορήματος -«Η κερένια κούκλα» του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου, πνευματική φυσιογνωμία που ο Χορν θαύμαζε απεριόριστα. Ανέβηκε στις 14 και 15 Ιούλη του 1915 από τον θίασο της Κυβέλης, και ήταν το καλλιτεχνικό γεγονός της χρονιάς. Τους πρωταγωνιστικούς ρόλους κρατούσαν η Κυβέλη, η Βάσω Δημοπούλου και ο Νικόλαος Ροζάν. 
Το 1915, ιδιαίτερα παραγωγική χρονιά για τον συγγραφέα, θα γράψει επίσης το τρίπρακτο δράμα «Η πλημμύρα». Το έργο δεν παίχτηκε ποτέ και μάλιστα ήταν άγνωστο μέχρι τη δεκαετία του 1990. 
Το φθινόπωρο του 1915, με το ξέσπασμα του Α' Παγκοσμίου πολέμου, ανακαλείται και πάλι στην ενέργεια. Θα τοποθετηθεί στην Διοίκηση Άμυνας του Σαρωνικού.
Το επόμενο φθινόπωρο, του 1916 προσχωρεί στο στρατιωτικό-πολιτικό κίνημα της «Έθνικής Άμυνας» του Ελευθερίου Βενιζέλου και τον Νοέμβρη του ίδιου χρόνου, διορίζεται από την προσωρινή κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης, επιθεωρητής του λιμανιού της Χίου και επικεφαλής της ναυτικής άμυνας του νησιού. Εκεί θα γνωριστεί με τον Νικόλαο Πλαστήρα και τον Γεώργιο Παπανδρέου. 
Για τον Νικόλαο Πλαστήρα ειδικά, έτρεφε μεγάλο θαυμασμό. Θα γράψει γι'αυτόν το 1922:«...Ένας ημίθεος σαν εκείνους της Ομηρικής εποποϊας. Έτσι γεννήθηκε εκείνος, που δίπλα σε έναν άλλο, που ήξερε πως να πνίξει, για κάμποσο τουλάχιστον καιρό, μέσα στο Ρωμιό το λογά και τον συμφεροντολόγο, οδήγησε μαζί με τους άλλους ήρωας συντρόφους του τον Ελληνικό λαό στην εκπλήρωση των προαιώνιων πόθων του.»
Την ίδια χρονιά θα κάνει την εμφάνισή του και σαν ποιητής: θα δημοσιεύσει 4 ποιήματά του, στο πρώτο τεύχος του περιοδικού «Αρμονία».
Τον Σεπτέμβρη του 1917 θα παιχτεί από την Κυβέλη το τρίπρακτο δράμα του, το «Μαύρο Καράβι». Πρωταγωνιστούσαν εκτός από την Κυβέλη, ο Αιμίλιος Βεάκης αλλά και -σε μια από τις σπάνιες εμφανίσεις του- και ο Θωμάς Οικονόμου, που είχε αναλάβει και την σκηνοθεσία της παράστασης. Το έργο παίχτηκε μόνο 3 φορές και από τότε ξεχάστηκε. Ακόμα ένα κείμενο που έχει χαθεί. 
Τον Μάη του 1918 προάγεται -κατ' εκλογήν- σε Αντιπλοίαρχο και τοποθετείται τμηματάρχης προσωπικού στο Υπουργείο των Ναυτικών.
Τον Ιούλιο, ένα ακόμη χαμένο σήμερα, τρίπρακτο δράμα του ανεβαίνει στη σκηνή και πάλι από την Κυβέλη. Πρόκειται για την Ανατολίτισσα, η πρεμιέρα της οποίας έγινε παρουσία του πρωθυπουργού Βενιζέλου, του Παύλου Κουντουριώτη και πολλών υπουργών. Το έργο θεωρήθηκε παταγώδη αποτυχία, και οι κριτικοί με προεξάρχοντα τον Φώτο Πολίτη, τον κατακεραύνωσαν.
Το 1919 μετατάσσεται στο νεοσύστατο Λιμενικό Σώμα, με τον βαθμό του Επιλιμενάρχη Β' τάξεως και τοποθετείται Επιθεωρητής των Λιμενικών Αρχών. Ένα χρόνο αργότερα, όμως, το 1920 θα παραιτηθεί εκ νέου.
συνεχεια 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις