Ο
Αλέξανδρος Δουμάς (υιός) (Alexandre Dumas, fils) (27 Ιουλίου 1824 - 27
Νοεμβρίου 1895) ήταν Γάλλος συγγραφέας και δραματουργός. Ήταν γιος
(γαλλικά fils) του Αλέξανδρου Δουμά (πατέρα) (γαλλικά père), ο οποίος
ήταν επίσης συγγραφέας και δραματουργός. Όπως ακριβώς και ο πατέρας του,
γνώρισε μεγάλη επιτυχία, κυρίως με το ρομάντσο του Η κυρία με τις
καμέλιες, από το οποίο εμπνευσμένος ο Τζουζέπε Βέρντι
σύνθεσε την όπερά του Τραβιάτα, αλλά και από τα θεατρικά έργα του Ο
νόθος γιος (Le Fils naturel, 1858) και Ένας παράλογος πατέρας (Un Père
prodigue, 1859).
Ο Αλέξανδρος Δουμάς (υιός) γεννήθηκε στις 27 Ιουλίου 1824 στο Παρίσι, ως νόθο τέκνο του συγγραφέα Αλέξανδρου Δουμά (πατέρα) και της Μαρί-Λωρ-Κατερίν Λαμπαί (Marie-Laure-Catherine Labay, 1794-1868), μιας γειτόνισσάς του μοδίστρας. Το 1831, όταν ήταν σε ηλικία επτά ετών, ο πατέρας του τον αναγνώρισε νομικά και εξασφάλισε ότι ο γιος του θα λάμβανε την καλύτερη δυνατή μόρφωση στο Ίδρυμα Γκουμπώ (Institution Goubaux) και στο Κολλέγιο Μπουρμπόν (Collège Bourbon). Εκείνη την εποχή ήταν που έλαβε χώρα η δικαστική διαμάχη για την κηδεμονία του, η οποία κατέληξε σε απόφαση του δικαστηρίου να την αναλάβει ο πατέρας του. Ο χωρισμός από τη μητέρα του και το μαρτύριο της στέρησης από το παιδί της, ήταν που τον ενέπνευσαν να γράψει σχετικά με τραγικούς γυναικείους χαρακτήρες. Σχεδόν σε όλα τα γραπτά του, έδωσε έμφαση στον ηθικό σκοπό που οφείλει να έχει η λογοτεχνία, και στο έργο του Ο νόθος γιος (Le Fils naturel, 1858) ενστερνίζεται την πίστη ότι αν ένας άνδρας γίνει πατέρας ενός νόθου παιδιού, έχει την υποχρέωση στη συνέχεια να το αναγνωρίσει και να παντρευτεί τη μητέρα. Οι πρόπαπποι του Δουμά από την πλευρά του πατέρα του ήταν ένα Γάλλος ευγενής και μια Αϊτινή. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος, στα εσωτερικά σχολεία όπου μαθήτευσε, γινόταν συνεχώς ο στόχος λοιδωρίας από τους συμμαθητές του, γεγονός το οποίο επέδρασε έντονα στις σκέψεις, τη συμπεριφορά και το συγγραφικό ύφος του.
Σε ηλικία 17 ετών παράτησε το κολλέγιο και μετακόμισε στο Σαιν-Ζερμαίν-αν-Λεΐ (Saint-Germain-en-Laye) για να ζήσει μαζί με τον πατέρα του. Εκεί παραδόθηκε σε μια αργόσχολη και έκλυτη ζωή εξασφαλίζοντας τα χρήματα από αυτόν. Το 1844 συνάντησε στο Παρίσι τη Μαρί Ντυπλεσί (Marie Duplessis), μια νεαρή εταίρα, με την οποία σύναψε σχέση μέχρι τον Αύγουστο του 1845. Αυτή η κοπέλα, η οποία πέθανε το 1847, αποτέλεσε την έμπνευση για τη ρομαντική νουβέλα του Η κυρία με τις καμέλιες (La Dame aux Camélias). Το έργο του διασκευάστηκε για να παρουσιαστεί στη θεατρική σκηνή, και αποτέλεσε τη βάση για την όπερα Τραβιάτα του Τζουζέπε Βέρντι. Αν και παραδέχθηκε ότι έκανε τη διασκευή εξαιτίας της ανάγκης χρημάτων, με το έργο αυτό γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Κατ' αυτόν τον τρόπο ξεκίνησε την καριέρα του ως θεατρικός συγγραφέας, και όχι μόνον απόκτησε μεγαλύτερη φήμη από τον πατέρα του καθόλη τη διάρκεια της ζωής του, αλλά κυριάρχησε στη σοβαρή γαλλική θεατρική σκηνή για το μεγαλύτερο διάστημα του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα. Ύστερα από αυτήν την επιτυχία του, ουσιαστικά εγκατέλειψε τη συγγραφή μυθιστορημάτων, αν και το ημι-αυτοβιογραφικό του έργο Η υπόθεση Κλεμανσώ (L'Affaire Clemenceau, 1867) γνώρισε κάποια επιτυχία. Τα επόμενα χρόνια προσπάθησε να θίξει, με την εκθαμβωτική του πένα, θέματα αμφιλεγόμενα για την εποχή του, όπως η κοινωνική θέση της γυναίκας, το διαζύγιο και η απιστία. Τα πιο αξιομνημόνευτα έργα του αυτής της περιόδου είναι Le Demi-Monde (1855), L’Ami des femmes (1864), Les Idées de Mme Aubray (1867), La Femme de Claude (1873), και Francillon (1887).
Στις 31 Δεκεμβρίου 1864, ο Δουμάς παντρεύτηκε τη Ναντιέσντα φον Κνόρινγκ (Nadjeschda von Knorring, 1826-Απρίλιος 1895), κόρη του Γιόχαν Ράινχολντ φον Κνόρινγκ (Johan Reinhold von Knorring) και χήρα του Αλεξάνδρου, πρίγκιπα Ναρίσκινε (Alexander, Prince Naryschkine), στη Μόσχα. Το ζεύγος απόκτησε δύο κόρες: τη Μαρί-Αλεξαντρίν-Εριέτ Δουμά το 1860, και τη Ζανίν Δουμά το 1867. Μετά τον θάνατο της γυναίκας του, παντρεύτηκε την Εριέτα Ρενιέ ντε λα Μπριέρ (Henriette Régnier de La Brière, 1851–1934), τον Ιούνιο του 1895 λίγους μήνες πριν τον θάνατό του.
Ο Δουμάς έζησε τη ζωή του σαν ένας από τους θεατρικούς ήρωές του, μεταξύ ταραγμένων ερώτων και φανταστικών περιπετειών. Ήταν μεγάλος θαυμαστής της Γεωργίας Σάνδη, την οποία αποκαλούσε "αγαπημένη μαμά". Πέρασε μεγάλο χρονικό διάστημα στο σπίτι της και φρόντισε για τη θεατρική διασκευή τού ρομάντσου της Ο μαρκήσιος του Βιλμέρ (Le Marquis de Villemer). Το 1874 έγινε δεκτός ως μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας (Académie française) και το 1894 τιμήθηκε με το παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής (Legion d'Onore). Πέθανε στις 27 Νοεμβρίου 1895 στο σπίτι του στο Μαρλύ-λε-Ρουά του Ιβλίν (Marly-le-Roi, Yvelines) και κηδεύθηκε στο κοιμητήριο της Μονμάρτης στο Παρίσι. Ο τάφος του, ίσως τυχαία, βρίσκεται μόλις 100 μέτρα από αυτόν της Μαρί Ντυπλεσί.
Ο Αλέξανδρος Δουμάς (υιός) γεννήθηκε στις 27 Ιουλίου 1824 στο Παρίσι, ως νόθο τέκνο του συγγραφέα Αλέξανδρου Δουμά (πατέρα) και της Μαρί-Λωρ-Κατερίν Λαμπαί (Marie-Laure-Catherine Labay, 1794-1868), μιας γειτόνισσάς του μοδίστρας. Το 1831, όταν ήταν σε ηλικία επτά ετών, ο πατέρας του τον αναγνώρισε νομικά και εξασφάλισε ότι ο γιος του θα λάμβανε την καλύτερη δυνατή μόρφωση στο Ίδρυμα Γκουμπώ (Institution Goubaux) και στο Κολλέγιο Μπουρμπόν (Collège Bourbon). Εκείνη την εποχή ήταν που έλαβε χώρα η δικαστική διαμάχη για την κηδεμονία του, η οποία κατέληξε σε απόφαση του δικαστηρίου να την αναλάβει ο πατέρας του. Ο χωρισμός από τη μητέρα του και το μαρτύριο της στέρησης από το παιδί της, ήταν που τον ενέπνευσαν να γράψει σχετικά με τραγικούς γυναικείους χαρακτήρες. Σχεδόν σε όλα τα γραπτά του, έδωσε έμφαση στον ηθικό σκοπό που οφείλει να έχει η λογοτεχνία, και στο έργο του Ο νόθος γιος (Le Fils naturel, 1858) ενστερνίζεται την πίστη ότι αν ένας άνδρας γίνει πατέρας ενός νόθου παιδιού, έχει την υποχρέωση στη συνέχεια να το αναγνωρίσει και να παντρευτεί τη μητέρα. Οι πρόπαπποι του Δουμά από την πλευρά του πατέρα του ήταν ένα Γάλλος ευγενής και μια Αϊτινή. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος, στα εσωτερικά σχολεία όπου μαθήτευσε, γινόταν συνεχώς ο στόχος λοιδωρίας από τους συμμαθητές του, γεγονός το οποίο επέδρασε έντονα στις σκέψεις, τη συμπεριφορά και το συγγραφικό ύφος του.
Σε ηλικία 17 ετών παράτησε το κολλέγιο και μετακόμισε στο Σαιν-Ζερμαίν-αν-Λεΐ (Saint-Germain-en-Laye) για να ζήσει μαζί με τον πατέρα του. Εκεί παραδόθηκε σε μια αργόσχολη και έκλυτη ζωή εξασφαλίζοντας τα χρήματα από αυτόν. Το 1844 συνάντησε στο Παρίσι τη Μαρί Ντυπλεσί (Marie Duplessis), μια νεαρή εταίρα, με την οποία σύναψε σχέση μέχρι τον Αύγουστο του 1845. Αυτή η κοπέλα, η οποία πέθανε το 1847, αποτέλεσε την έμπνευση για τη ρομαντική νουβέλα του Η κυρία με τις καμέλιες (La Dame aux Camélias). Το έργο του διασκευάστηκε για να παρουσιαστεί στη θεατρική σκηνή, και αποτέλεσε τη βάση για την όπερα Τραβιάτα του Τζουζέπε Βέρντι. Αν και παραδέχθηκε ότι έκανε τη διασκευή εξαιτίας της ανάγκης χρημάτων, με το έργο αυτό γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Κατ' αυτόν τον τρόπο ξεκίνησε την καριέρα του ως θεατρικός συγγραφέας, και όχι μόνον απόκτησε μεγαλύτερη φήμη από τον πατέρα του καθόλη τη διάρκεια της ζωής του, αλλά κυριάρχησε στη σοβαρή γαλλική θεατρική σκηνή για το μεγαλύτερο διάστημα του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα. Ύστερα από αυτήν την επιτυχία του, ουσιαστικά εγκατέλειψε τη συγγραφή μυθιστορημάτων, αν και το ημι-αυτοβιογραφικό του έργο Η υπόθεση Κλεμανσώ (L'Affaire Clemenceau, 1867) γνώρισε κάποια επιτυχία. Τα επόμενα χρόνια προσπάθησε να θίξει, με την εκθαμβωτική του πένα, θέματα αμφιλεγόμενα για την εποχή του, όπως η κοινωνική θέση της γυναίκας, το διαζύγιο και η απιστία. Τα πιο αξιομνημόνευτα έργα του αυτής της περιόδου είναι Le Demi-Monde (1855), L’Ami des femmes (1864), Les Idées de Mme Aubray (1867), La Femme de Claude (1873), και Francillon (1887).
Στις 31 Δεκεμβρίου 1864, ο Δουμάς παντρεύτηκε τη Ναντιέσντα φον Κνόρινγκ (Nadjeschda von Knorring, 1826-Απρίλιος 1895), κόρη του Γιόχαν Ράινχολντ φον Κνόρινγκ (Johan Reinhold von Knorring) και χήρα του Αλεξάνδρου, πρίγκιπα Ναρίσκινε (Alexander, Prince Naryschkine), στη Μόσχα. Το ζεύγος απόκτησε δύο κόρες: τη Μαρί-Αλεξαντρίν-Εριέτ Δουμά το 1860, και τη Ζανίν Δουμά το 1867. Μετά τον θάνατο της γυναίκας του, παντρεύτηκε την Εριέτα Ρενιέ ντε λα Μπριέρ (Henriette Régnier de La Brière, 1851–1934), τον Ιούνιο του 1895 λίγους μήνες πριν τον θάνατό του.
Ο Δουμάς έζησε τη ζωή του σαν ένας από τους θεατρικούς ήρωές του, μεταξύ ταραγμένων ερώτων και φανταστικών περιπετειών. Ήταν μεγάλος θαυμαστής της Γεωργίας Σάνδη, την οποία αποκαλούσε "αγαπημένη μαμά". Πέρασε μεγάλο χρονικό διάστημα στο σπίτι της και φρόντισε για τη θεατρική διασκευή τού ρομάντσου της Ο μαρκήσιος του Βιλμέρ (Le Marquis de Villemer). Το 1874 έγινε δεκτός ως μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας (Académie française) και το 1894 τιμήθηκε με το παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής (Legion d'Onore). Πέθανε στις 27 Νοεμβρίου 1895 στο σπίτι του στο Μαρλύ-λε-Ρουά του Ιβλίν (Marly-le-Roi, Yvelines) και κηδεύθηκε στο κοιμητήριο της Μονμάρτης στο Παρίσι. Ο τάφος του, ίσως τυχαία, βρίσκεται μόλις 100 μέτρα από αυτόν της Μαρί Ντυπλεσί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου