Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2013

Tο μυστικό της μακροζωίας

Tο μυστικό της μακροζωίας από έναν "νεαρό" 97χρονο Κρητικό!
Τελευταία τροποποίηση στις Παρασκευή, 18 Οκτωβρίου 2013 
Tο μυστικό της μακροζωίας από έναν "νεαρό" 97χρονο Κρητικό! facebook share
Είναι «μιας ηλικίας με τον Παττακό» το δικτάτορα και περνά στα χρόνια και τον… Μητσοτάκη!
O λόγος τον 97 Μαΐων Μανώλη Δαμβακεράκη, που ζει στο χωριό του τα Ακούμια Αγίου Βασιλείου. 'Η αλλιώς Φουρνάρης όπως είναι το παρατσούκλι τουι, ο οποίος περπατάει χιλιόμετρα κάθε μέρα, φυτεύει όλο το χρόνο το περιβόλι του, το περιποιείται και «περβολαρεύει τα κηπευτικά», πίνει την τσικουδιά του και το κρασάκι απαραιτήτως, «χτυπά» στα… αυτιά τους αντιπάλους του στο τάβλι στο καφενείο, και μπαίνει μόνος του στο λεωφορείο της γραμμής για να φτάσει στην πόλη του Ρεθύμνου.

Είναι ο γηραιότερος ευρύτερα στην περιοχή, είναι ένα φαινόμενο στους καιρούς που η θνησιμότητα θεριεύει, δεν έχει τα… ιδιαίτερα στη διατροφή του αλλά «ότι βρει» στο τραπέζι γιατί «είναι καλόφαγος», είναι πειθαρχημένος και στέλνει μήνυμα στους νέους για να ζήσουν πολλά χρόνια:«Να μην κάνουν καταχρήσεις, να δουλεύουν, να μην καπνίζουν και να πηγαίνουν με τσι γυναίκες κανονικά!»

Στη γειτονιά του τα «Γουμενιανά» των Ακουμίων, ο λεβεντόκορμος  γέροντας, ο γενναίος της ζωής που ανακάτεψε τα επαγγέλματα σαν τα… πουκάμισα, κατάφερε και αυτό είναι το μεγάλο του κέρδος, εξομολογείται, που «διάθεσε τη ζωή του στη μόρφωση των πέντε του παιδιών» και δεν τα «άφησε να γίνουν γεωργοί», αλλά να φύγουν και να προκόψουν.

Τώρα, έχοντας κάνει το χρέος του ως γονιός, μένει στο σπίτι παρέα με τις αναμνήσεις του και ακολουθεί κάθε μέρα το ίδιο δρομολόγιο, στον κήπο, στο σπίτι και στο τέλος στο καφενείο ως εξπέρ παίκτης στην… ταβλομαχία! Έτσι φεύγουν οι ώρες, οι μέρες, τα χρόνια για το «βράχο» με την καρδιά αεικίνητου δουλευτή…

ΔΕ ΓΝΩΡΙΣΕ ΤΑ ΦΑΡΜΑΚΑ…

Τα φάρμακα για θεραπεία δεν τα γνώρισε, παρά τώρα λαμβάνοντας ένα χάπι, εξ ανάγκης, και αυτό το καταπίνει με το στανιό! Ίσως, εκείνο που τον βάζει κάτω πιο πολύ, είναι η μειωμένη ακοή και τα ακουστικά βαρηκοΐας δεν τα δέχεται «γιατί βουίζουν». Ήταν αγρότης, ήταν κυνηγός «με 61 άδειες κυνηγιού», ήταν φούρναρης στο χωριό του, ήταν τσαγκάρης, ήταν καφετζής, ήταν και έμπορος και ζωέμπορος. «Είμαι βίος και πολιτεία, ούλα τα επαγγέλματα τα ‘χω κάμει στο χωριό», θα πει χαριτολογώντας!

«Εγώ εγεννήθηκα το ‘16», αρχίζει να ξετυλίγει τη βιογραφία του. «Μια φορά εγλεντίζαμε και πριν το φούρνο σε αυτό το σπίτι είχα καφενείο. Οι Γερμανοί είχανε φυλάκιο στο χωριό, ήρχουνταν τη νύχτα με ξυπνούσανε, μου λέγανε «βίνο-βίνο» και χωρίς να ντυθώ των έπαιζα τη λύρα. Στσι αγγαρείες στο Τυμπάκι εγώ δεν επήγαινα παρά μια φορά και ούλες τσι άλλες πλέρωνα χωριανούς και κάνανε τα μεροκάματά μου…»

Μαγαλοκρασοπαραγωγός και νοικοκύρης, παρήγαγε το χρόνο στις εποχές της νιότης του οκτακόσια κιλά κρασί, και ως έμπορος αγροτικών προϊόντων για δέκα χρόνια συγκέντρωνε ετησίως από 300 έως 400 τόνους χαρούπι. Ως φούρναρης «πήγαινε δεκαπέντε χρόνια το ψωμί στον Άρδαχτο», ως τσαγκάρης κατασκεύαζε «κρητικά υποδήματα» και ως ζωέμπορος έφτανε «με τα πόδια στο Τυμπάκι», διανύοντας ποδαρόδρομο εβδομήντα χιλιόμετρα, οδηγώντας εκεί ένα κοπάδι με γουρούνια για να τα πουλήσει! Κι όλα αυτά, για να μη «ληφθεί πράμα το σπίτι και τα κοπέλια μου», λέει, ριζωμένος στην αρχή ότι «η δουλειά χορταίνει τον άνθρωπο».

ΤΟ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟ ΤΗΣ ΜΑΚΡΟΖΩΙΑΣ

Κάθε μέρα δεν του λείπουν τα χιλιόμετρα και «κόβει ίσαμε είκοσι» στο δρόμο! Απαραιτήτως, όταν γυρίσει το απόγευμα από τη δουλειά, όπως συνέβαινε και με όλους τους παλιούς δουλευτάδες,… ξεκουράζεται καταπίνοντας ένα ποτηράκι τσικουδιά. Ο ίδιος περιγράφει στο MadeinCreta την καθημερινότητά του:

«Σηκώνομαι το πρωί στις 7.30-8.00, τρώγω μέλι με ψωμί, πίνω πορτοκαλάδα και καφέ και φεύγω για το περβόλι που το φυτεύω όλο το χρόνο, για να το ποτίσω και να το περιποιηθώ.  Έρχομαι στις 12 το μεσημέρι και τρώγω ότι βρω, πατάτες, ψάρι, κρέας, ότι υπάρχει στο τραπέζι! Είμαι καλόφαγος και δεν θέλω ιδιαίτερα.

Κοιμούμαι μια-δυο ώρες το μεσημέρι, και ύστερα θα σηκωθώ και θα πάω πάλι στο περβόλι για να περβολαρέψω! Θα γυρίσω στο σπίτι και θα κατεβώ στο καφενείο για να παίξω τάβλι. Δεν με πιάνει κανείς στο τάβλι και είμαι ο καλύτερος ταβλαδόρος! Θα γυρίσω στο σπίτι στις 7.30-8.00 το βράδυ και θα φάω πάλι. Κάθε μέρα θα πιω ένα μικρό μπουκαλάκι ρακή και τέσσερα ποτηράκια κρασί, δυο το μεσημέρι και δυο το βράδυ, στο φαγητό. Μου δίνει δύναμη…»

Δεν αλλάζει πόντο από το καθημερινό του πρόγραμμα ο ήρωας των 97 χρόνων. Οι πνεύμονές του έβαλαν για σαράντα ολόκληρα χρόνια στις κυψέλες τους νικοτίνη, όμως μια μέρα έκοψε το κάπνισμα μαχαίρι! Εξομολογείται σήμερα ότι «αν συνέχιζε να καπνίζει θα είχενε από χρόνια ποθάνει».

Ήπιε για το καλωσόρισμα σαν… νερό μαζί μας ένα ποτηράκι από το κρητικό νέκταρ, βρήκε δυο τσουβάλια και έφυγε για το περιβόλι. Δυο  ώρες μετά γύρισε, φορτωμένος με τα ζαρζαβατικά που μάζεψε και πήρε τον ανήφορο για τα «Γουμενιανά», ακουμπώντας στη μπαστούνα του.

Όταν γύρισε, πήρε θέση στο τραπεζάκι του καφενείου και βρέθηκε αντίπαλος στο τάβλι με τον συγχωριανό του Λευτέρη Κουμαντάκη.

Στη «μάχη» νικητής εξελίσσονταν ο σχεδόν αιωνόβιος Δαμβακεράκης γιατί «ο τυχερός έφερνε συνέχεια πεντάρες και εξάρες!» Φαίνονταν, πως και αυτό το απόγευμα θα ήταν νικηφόρο!

Νικητής στους αγώνες με το ζάρι αλλά και νικητής στη ζωή και στην καθημερινότητα. Αντέχει και πολεμά «αντρίκια» τον χρόνο και πιστεύει στον εαυτό του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις